MIKHAIL NAZARYCHEV v. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε49/2025, 27/6/2025
print
Τίτλος:
MIKHAIL NAZARYCHEV v. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε49/2025, 27/6/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε49/2025)

27 Ιουνίου 2025

 

 

MIKHAIL NAZARYCHEV

Εφεσείοντας/Εκζητούμενος 

και 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ

Εφεσίβλητη/Κεντρική Αρχή

-----------------------------

 

 

Α. Πελεκάνος μαζί με Γ. Βρυώνη (κα) για Πελεκάνος & Πελεκάνου Δ.Ε.Π.Ε., για τον εφεσείοντα.

Ρ. Χαραλάμπους (κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την εφεσίβλητη.

Εφεσείοντας, παρών.

 

         ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Στυλιανίδου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.: Ο εφεσείοντας συνελήφθη την 20/05/2025 με προσωρινό ένταλμα σύλληψης, στη βάση του περιεχομένου ερυθράς αγγελίας (red notice) που καταχώρισε η Ρωσική Ομοσπονδία στο σύστημα της Interpol. Σύμφωνα με αυτή, την 28/08/2024 εκδόθηκε εναντίον του εφεσείοντα από Δικαστήριο της χώρας αυτής, ένταλμα σύλληψης για το ποινικό αδίκημα της εξαπάτησης μεγάλης κλίμακας από οργανωμένη ομάδα. Στην εν λόγω ερυθρά αγγελία ζητείτο η επείγουσα σύλληψη του εφεσείοντα με σκοπό την έκδοσή του στη Ρωσική Ομοσπονδία με σκοπό να δικαστεί για τα πιο πάνω αδικήματα. Μετά τη σύλληψη του, ο  εφεσείοντας προσήχθη την 21/05/2025 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, δυνάμει του Άρθρου 9 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970 («Ν.97/70»), οπότε το αιτούν κράτος, εκπροσωπούμενο από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ζήτησε όπως η υπόθεση οριστεί εντός 40 ημερών, προκειμένου να προσκομιστεί η αίτηση έκδοσης του εφεσείοντα και εκδοθεί η σχετική εξουσιοδότηση από τον αρμόδιο Υπουργό, δυνάμει του Άρθρου 16 (4) του Περί Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Εκδόσεως Φυγοδίκων (Κυρωτικού) Νόμου του 1970, («Νόμου 95/70»), και του Άρθρου 7 του Ν.97/70. Ζητήθηκε επίσης, όπως ο εφεσείοντας τεθεί υπό κράτηση μέχρι τότε. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, απέρριψε το αίτημα του εφεσείοντα όπως τεθεί ελεύθερος υπό όρους και ενέκρινε το αίτημα κράτησής του, για μικρότερο όμως χρονικό διάστημα, ήτοι, μέχρι την 13/06/2025, ημερομηνία κατά την οποία όρισε την υπόθεση για προγραμματισμό. Την 13/06/2025, το πρωτόδικο Δικαστήριο, απέρριψε νέο αίτημα του εφεσείοντα όπως τεθεί ελεύθερος υπό όρους και ενέκρινε το αίτημα από πλευράς του αιτούντος κράτους, για κράτησή του μέχρι την 30/06/2025, ημερομηνία, κατά την οποία, όρισε και πάλι την υπόθεση για προγραμματισμό. Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της τελευταίας αναφερόμενης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Σημειώνεται ότι η 30/06/2025 είναι η τελευταία ημέρα του χρονικού διαστήματος των 40 ημερών, για το οποίο θα μπορούσε ο εκζητούμενος να βρίσκεται υπό κράτηση, πριν την έναρξη της διαδικασίας έκδοσης δυνάμει του Άρθρου 16 του Νόμου 95/70. Σύμφωνα με το εν λόγω Άρθρο, σε περίπτωση που δεν προχωρήσει η διαδικασία έκδοσης, η κράτηση του εφεσείοντα θα πρέπει να διακοπεί αυτοδικαίως.

 

Αιχμή του δόρατος των επιχειρημάτων του ευπαίδευτου συνηγόρου του εφεσείοντα, ήταν ότι υπό τα περιστατικά της υπόθεσης, η διαταγή κράτησης συνιστά παραβίαση του Άρθρου 5 της ΕΣΔΑ, το οποίο προστατεύει το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια.

 

Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Ερμηνεία κατ' άρθρο, του Λίνου-Αλέξανδρου Σεσιλιάνου, Νομική Βιβλιοθήκη, 2η έκδοση, στη σελίδα 167, με αναφορά σε νομολογία του ΕΔΔΑ, «Ο βασικός σκοπός του άρθρου 5 είναι η αποτροπή αυθαίρετων ή αδικαιολόγητων στερήσεων της ελευθερίας. Το ΕΔΔΑ έχει επανειλημμένως τονίσει τη θεμελιώδη σημασία των εγγυήσεων που προβλέπει το άρθρο 5 για τη διασφάλιση του δικαιώματος των ατόμων σε μία δημοκρατία να είναι ελεύθερα από αυθαίρετη κράτηση στα χέρια των αρχών

 

Στην παράγραφο 1 (στ) του Άρθρου 5 της ΕΣΔΑ προβλέπεται ρητώς ότι επιτρέπεται η κράτηση ενός ατόμου εναντίον του οποίου εκκρεμεί διαδικασία απέλασης ή έκδοσης.

 

Σε τέτοιες περιπτώσεις, όπως αναφέρεται στο πιο πάνω σύγγραμμα, στη σελ.193, «Αυτό που απαιτείται για να δικαιολογείται η κράτηση είναι «να λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα με σκοπό την απέλαση ή έκδοση»…Κάθε στέρηση ελευθερίας αυτού του είδους θα δικαιολογείται, ωστόσο, μόνο ενόσω οι διαδικασίες απέλασης ή έκδοσης βρίσκονται σε εξέλιξη. Εάν οι διαδικασίες αυτές δεν διενεργούνται με τη δέουσα επιμέλεια, τότε η κράτηση θα παύσει να είναι επιτρεπτή υπό το Άρθρο 5, παρ.1». Γίνεται δε, στο εν λόγω σύγγραμμα, σχετική παραπομπή στις αποφάσεις του ΕΔΔΑ, Quinn κ. Γαλλίας, 22.03.1995, Silvenko κ. Λετονίας, 9.10.2003 και Α. κ.ά κ. Ηνωμένου Βασιλείου (Ευρεία Σύνθεση), 9.12. 2003.

 

Παραπονείται ο εφεσείων ότι δεν τηρήθηκε, εν προκειμένω, το πιο πάνω απαιτούμενο από τη νομολογία του ΕΔΔΑ, καθήκον της δέουσας επιμέλειας των διαδικασιών έκδοσης, από πλευράς του αιτούντος κράτους και της Κεντρικής Αρχής της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εφόσον δε το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε την παράμετρο αυτή, και δεν τη συνυπολόγισε στη διαμόρφωση της κρίσης του, είναι η θέση του συνηγόρου του εφεσείοντα, ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ακροσφαλής και θα πρέπει να παραμεριστεί.

 

Ο συνήγορος του εφεσείοντα, παρέπεμψε επί του προκειμένου στην ΥΠΟΘΕΣΗ GALLARDO SANCHEZ κατά ΙΤΑΛΙΑΣ (Προσφυγή αριθ. 11620/07), 24 Μαρτίου 2015, στην οποία επισημάνθηκαν από το ΕΔΔΑ, στην σκέψη 42, τα εξής:

 

«Συναφώς, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο να γίνει διάκριση μεταξύ δύο μορφών έκδοσης, προκειμένου να αποσαφηνιστεί το επίπεδο επιμέλειας που απαιτείται για την κάθε μία: πρώτον, στις περιπτώσεις που ζητείται η έκδοση για το σκοπό της εκτέλεσης ποινής και, δεύτερο, στις περιπτώσεις που η έκδοση θα επιτρέψει στο αιτούν Κράτος να δικάσει τον ενδιαφερόμενο. Στη δεύτερη περίπτωση, η ποινική δίωξη εκκρεμεί ακόμη και το άτομο υπό κράτηση, εν αναμονή της έκδοσης, πρέπει να θεωρείται αθώο. Επιπλέον, σε αυτό το στάδιο, η δυνατότητα του εν λόγω ατόμου να ασκήσει τα δικαιώματα υπεράσπισής του κατά τη διάρκεια της ποινικής δίωξης, προκειμένου να αποδείξει την αθωότητά του, περιορίζεται σημαντικά ή, ακόμη, είναι και ανύπαρκτη. Τέλος, οι αρχές του ερωτώμενου Κράτους δεν δικαιούνται να εξετάσουν την ουσία της υπόθεσης (βλέπε σημείο 28, εν τέλει, ανωτέρω). Για όλους αυτούς τους λόγους, η προστασία των δικαιωμάτων του ενδιαφερομένου και η ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας έκδοσης, συμπεριλαμβανόμενης και της απαίτησης δίωξης ενός ατόμου εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, υποχρεώνουν το ερωτώμενο Κράτος να ενεργεί με ιδιαίτερη επιμέλεια.»

 

(Η υπογράμμιση έγινε από το Εφετείο)

 

Δεν παραγνωρίζουμε ότι στην πιο πάνω απόφαση, ο εκζητούμενος κρατείτο για ενάμιση έτος. Εντούτοις, θεωρούμε ότι η νομική αρχή ότι σε υποθέσεις στις οποίες η έκδοση θα επιτρέψει στο αιτούν κράτος να προχωρήσει σε δικαστική διαδικασία εναντίον του εφεσείοντα, το ερωτώμενο κράτος υποχρεώνεται να ενεργεί «με ιδιαίτερη επιμέλεια», εφαρμόζεται και στις ιδιαίτερες περιστάσεις της παρούσας.

 

Ο συνήγορος του εφεσείοντα υποστήριξε ότι στην ερυθρά αγγελία (red notice), την οποία καταχώρισε στο σύστημα της Interpol η Ρωσία, γίνεται μια ελλιπής αναφορά σε ένταλμα σύλληψης από Δικαστήριο της Ρωσίας, ήτοι χωρίς να αναφέρονται τα πλήρη στοιχεία του, και χωρίς αυτό να επισυνάπτεται. Το γεγονός αυτό, συνδυαζόμενο με τη θέση του εφεσείοντα, όπως υποστηρίχθηκε δια της αγόρευσης του συνηγόρου του, ότι το εκεί αναφερόμενο ένταλμα σύλληψης είχε, πριν τη σύλληψη του εφεσείοντα στην Κύπρο, ήτοι από την 30/09/2024, ήδη ακυρωθεί με δικαστική απόφαση Δικαστηρίου της Ρωσίας, αναφέρθηκε από τον συνήγορο του εφεσείοντα στο πρωτόδικο Δικαστήριο, ως επαρκής λόγος απόρριψης του αιτήματος κράτησης. Η συνήγορος της Κεντρικής Αρχής, κλήθηκε από τον συνήγορο του εφεσείοντα να τοποθετηθεί επί τούτου, όμως δεν έδωσε καμία απολύτως εξήγηση, ούτε και έδειξε ενδιαφέρον να διερευνήσει το ζήτημα.

 

Περαιτέρω, ο συνήγορος του εφεσείοντα υπέδειξε ότι δεν υπήρξε καμία εξέλιξη αναφορικά με την προώθηση του αιτήματος της Ρωσίας για έκδοση του εφεσείοντα από τις 20/05/2025, ημερομηνία σύλληψής του, μέχρι και την ημερομηνία έκδοσης της εκκαλούμενης απόφασης κράτησης. Ούτε και η Κεντρική Αρχή προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια για αναζήτηση πληροφοριών, ως προς το κατά πόσον θα προωθείτο αίτηση έκδοσης από πλευράς του αιτούντος κράτους. Αρκέστηκε στο να αναμένει την εκπνοή της προβλεπόμενης στο Άρθρο 16 του Νόμου 95/70 προθεσμίας των 40 ημερών από την ημερομηνία σύλληψης του εφεσείοντα, οπότε η κράτησή του, θα πρέπει να διακοπεί αυτοδικαίως.  

 

Ο συνήγορος του εφεσείοντα επεσήμανε περαιτέρω, ότι δυνάμει του Άρθρου16 (4) του Νόμου 95/70, «η πρόσκαιρος σύλληψις,» δύναται να διακοπεί εντός προθεσμίας 18 ημερών από τη σύλληψη, αν η Κεντρική Αρχή δεν λάβει την περί έκδοσης αίτηση και τα απαιτούμενα από τον Νόμο δικαιολογητικά. Η δε σημασία της εν λόγω διάταξης, η οποία αποτελεί πρόνοια της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδόσεως Φυγοδίκων του 1957, λήφθηκε υπόψη από το ΕΔΔΑ, στην απόφαση Sanchez, ανωτέρω.

 

H ευπαίδευτη συνήγορος της εφεσίβλητης, ως θέμα αρχής, ανέφερε ότι τα κριτήρια αναφορικά με την κράτηση εκζητούμενου, δεν περιλαμβάνουν, οτιδήποτε περισσότερο των όσων τίθενται από το εσωτερικό κυπριακό δίκαιο, παραπέμποντας στην υπόθεση Carter ν. Αρχηγού Αστυνομίας (1996) 1 ΑΑΔ 299. Εν ολίγοις, είναι η θέση της ότι τα πιο πάνω ζητήματα, τα οποία ήγειρε ο εφεσείοντας, δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη ούτε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ούτε και από το Εφετείο.

 

Κρίνουμε τη θέση της αυτή απορριπτέα, διότι αγνοεί την αυξημένη ισχύ της ΕΣΔΑ την οποία έχουν κατ’ επανάληψη τονίσει τα κυπριακά Δικαστήρια, (βλ. μεταξύ άλλων, POLICE ν. EKDODIKI ETERIA (1982) 2 CLR 63). Δεν θεωρούμε ότι ο λόγος της υπόθεσης, Carter, ανωτέρω, δεν εφαρμόζεται πλέον. Εντούτοις, το δίκαιο οφείλει να εξελίσσεται, σε συνάρτηση με τη νομολογία του ΕΔΔΑ.

 

Ως προς την ουσία των θέσεων του εφεσείοντα, η συνήγορος, ανέφερε ενώπιον του Εφετείου, ότι από πλευράς εφεσίβλητης δεν επιδιώχθηκε να διασαφηνιστεί το εγερθέν από τον εφεσείοντα ζήτημα, της κατά τον ισχυρισμό του, ακύρωσης του εντάλματος σύλληψής του, επειδή δεν είχε αντίγραφο της ακυρωτικής του εντάλματος σύλληψης δικαστικής απόφασης, την οποία επικαλέστηκε ο εφεσείοντας.

 

Η θέση αυτή κρίνεται εσφαλμένη, με δεδομένο ότι είναι το αιτούν κράτος, το οποίο φέρει το βάρος απόδειξης να αποδείξει τα όσα απαιτούνται, ώστε το Δικαστήριο να καταλήξει υπέρ της κράτησης, την οποία επιδιώκει, (βλ. καταναλογία, Rokhlina v. Russia, no.54071/00, 7 April 2005 και Ilijkov v. Bulgaria, no. 33977/96, § 81, 26 July 2001, και SAKIASI ROKOCIRITANI ROKOVUCAGO v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 313/2024, 19/2/2025).

 

Ως προς το αν η διαδικασία έκδοσης βρίσκεται σε εξέλιξη, ενώ η συνήγορος ανέφερε ότι την 30/06/2025, εάν δεν ληφθεί η απόφαση του Υπουργού αναφορικά με την έναρξη της διαδικασίας έκδοσης, η κράτηση θα πρέπει αυτοδικαίως να διακοπεί, εντούτοις κατά την ημερομηνία ακρόασης της παρούσας έφεσης, ήτοι, την 25/06/2025, δήλωσε αυτολεξεί τα εξής, αναφορικά με τα έγγραφα τα οποία οφείλει να αποστείλει το αιτούν κράτος στην αρμόδια κυπριακή αρχή:

 

«Εξ όσων έχω ενημερωθεί πρέπει να βρίσκονται στη Δημοκρατία σήμερα ή χθες. Αλλά δεν γνωρίζω περαιτέρω λεπτομέρειες

 

 

Η συνήγορος, δήλωσε επίσης ότι δεν έχει δει τα εν λόγω έγγραφα και ότι δεν μπορούσε να τοποθετηθεί σε σχέση με αυτά.

 

Επισημαίνουμε ότι στην απόφαση Sanchez, ανωτέρω, λέχθηκαν τα εξής, στη σκέψη 41:

 

«Στις περιπτώσεις που υπήρξαν περίοδοι αδράνειας εκ μέρους των αρχών, και, ως εκ τούτου, έλλειψη επιμέλειας, η διατήρηση του μέτρου της κράτησης θα πάψει να δικαιολογείται. Εν κατακλείδι, το Δικαστήριο οφείλει να εκτιμήσει, για κάθε περίπτωση χωριστά, αν, κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου κράτησης, οι εθνικές αρχές παρέμειναν αδρανείς, ανά πάσα στιγμή, ή όχι (βλέπε, για μια παρόμοια διαπίστωση σε μια υπόθεση απέλασης, υπόθεση Tabesh κατά Ελλάδας, αριθ. 8256/07, παράγραφος 56, 26 Νοεμβρίου 2009)».

 

 

Περαιτέρω, επισημαίνουμε ότι στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) (1992) 1 ΑΑΔ 136, λέχθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«Η παράγραφος 4 του Άρθρου 16 αναφέρεται στην απελευθέρωση από την προσωρινή σύλληψη.

 

Δυο χρονικές προθεσμίες προνοούνται. Μια δυνητική 18 ημερών με την εκπνοή της οποίας ο κρατούμενος είναι δυνατό να απελευθερωθεί, εάν δεν ληφθούν τα δικαιολογητικά στοιχεία από την αιτούσα χώρα που προβλέπονται στο Άρθρο 12, και μια υποχρεωτική προθεσμία 40 ημερών με την εκπνοή της οποίας αφήνεται ελεύθερος. Η παράγραφος αυτή προβλέπει ότι ο καταζητούμενος μπορεί να αφεθεί προσωρινά ελεύθερος και πριν την εκπνοή των πιο πάνω προθεσμιών. Όμως, πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για παρεμπόδιση της διαφυγής του».

 

 

 

Προκύπτει, επομένως, από την προαναφερθείσα νομολογία ότι για να δικαιολογείται η κράτηση, πρέπει η προώθηση των διαδικασιών έκδοσης να βρίσκεται σε εξέλιξη, ήτοι να μην υπάρχει αδράνεια από πλευράς των εθνικών αρχών και του αιτούντος κράτους, προς αποφυγή του κινδύνου κατάχρησης της διαδικασίας έκδοσης και αδικαιολόγητης κράτησης του εκζητούμενου.

 

Στην παρούσα υπόθεση, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας το αίτημα κράτησης μετά την εκπνοή της πιο πάνω δυνητικής προθεσμίας των 18 ημερών, δεν έλαβε υπόψη το πιο πάνω Άρθρο 16 του Νόμου 95/70.

 

Εν όψει των ανωτέρω, είμαστε της άποψης ότι διαφαίνεται από τα περιστατικά της παρούσας, πως δεν πληρείτο το πιο πάνω κριτήριο που θέτει η νομολογία του ΕΔΔΑ, περί υποχρέωσης της εφεσίβλητης, αλλά και του αιτούντος κράτους, να ενεργούν, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, «με ιδιαίτερη επιμέλεια» και ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν συνυπολόγισε την πιο πάνω παράμετρο στα γεγονότα της παρούσας.

Συνακόλουθα, ο πρώτος λόγος έφεσης επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, χωρίς να καθίσταται απαραίτητη η εξέταση των λοιπών λόγων έφεσης.

 

Εντούτοις, ενόψει του ευαίσθητου θέματος που θίγεται με τον τέταρτο λόγο έφεσης, αναφορικά με την, κατά τον συνήγορο του εφεσείοντα, ανεπίτρεπτη βαρύτητα που δόθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο στο ότι ο εφεσείοντας δεν είναι Κύπριος υπήκοος, στο πλαίσιο της εξέτασης των δεσμών του με την Κυπριακή Δημοκρατία, θεωρούμε απαραίτητη την τοποθέτηση του Εφετείου σε αυτό το θέμα. Αν και το λεκτικό που χρησιμοποιήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν ήταν το ιδανικό, διαπιστώνουμε ότι η μετέπειτα ανάλυση των ενώπιον του δεδομένων, δεν δεικνύει ότι η κρίση του βασίσθηκε σε λανθασμένη εφαρμογή των νομικών αρχών.

 

Εν πάση περιπτώσει, δοθείσης αυτής της ευκαιρίας, κρίνουμε χρήσιμο να υπενθυμίσουμε τα εξής λεχθέντα, στην υπόθεση Θεοδωρίδης Δαυίδ και Άλλοι ν. Aστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 139, τα οποία και υιοθετούμε:

 

«Σχολιάζοντας το γεγονός ότι οι εφεσείοντες δεν κατάγονται από την Κύπρο, το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατηρεί ότι «... ουδέποτε επιτρέπεται διαχωρισμός μεταξύ Κυπρίων και αλλοδαπών σε θέματα κράτησης». Συμφωνούμε. Άλλωστε η ελευθερία, η οποία διακυβεύεται, είναι κοινό αγαθό των όπου γης ανθρώπων.  Η αναφορά, στη συνέχεια, από το πρωτόδικο Δικαστήριο στον, εξ αντικειμένου, χαλαρότερο δεσμό με τη χώρα μη γηγενών Κυπρίων, σε σύγκριση με Κυπρίους, δε μεταβάλλει τη βασική καθοδήγηση του δικαστηρίου επί του θέματος.»

 

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω, η πρωτόδικη διαταγή για κράτηση του εφεσείοντα ακυρώνεται. Διατάζεται όπως ο εφεσείοντας αφεθεί ελεύθερος, με σκοπό να παρουσιαστεί ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας την 30/06/2025, στις 10.00 π.μ., εφόσον ικανοποιήσει τους πιο κάτω όρους:

 

1.   Ο εφεσείοντας να καταβάλει με έμβασμα στον τραπεζικό λογαριασμό του Δικαστηρίου, ο οποίος θα υποδειχθεί από τον Πρωτοκολλητή του Εφετείου, εγγύηση για το ποσόν των €100.000,00.

 

2.   Ο εφεσείοντας να υπογράψει προσωπική εγγύηση για το ποσόν των €100.000,00. 

 

3.   Ο εφεσείοντας να καταθέσει εγγύηση ύψους €100.000,00 με αξιόχρεο εγγυητή, προς ικανοποίηση του Πρωτοκολλητή του Εφετείου.

 

4.   Ο κύριος Μπόρις Γ. Λάζιτς και η κυρία Ekaterina Federova,  να καταβάλουν με έμβασμα στον λογαριασμό του Δικαστηρίου, ο οποίος θα υποδειχθεί από τον Πρωτοκολλητή του Εφετείου, εγγύηση για το ποσόν των €100.000,00 έκαστος, καθώς επίσης να υπογράψουν έκαστος προσωπική εγγύηση για το ποσόν των €100.000,00.

 

5.   Ο εφεσείοντας να παραδώσει όλα τα ταξιδιωτικά του έγγραφα στην αστυνομική εισαγγελία, συμπεριλαμβανομένων του ρωσικού και ισραηλινού του διαβατηρίου.

 

6.   Το όνομα του εφεσείοντα να τεθεί στον κατάλογο των προσώπων των οποίων απαγορεύεται η έξοδος από την Δημοκρατία.

 

7.   Καθ’ όλη τη διάρκεια της ισχύος των όρων, ο εφεσείοντας να μην μεταβεί εκτός των ορίων της επαρχίας Λεμεσού.

 

8.   Ο εφεσείοντας να παρουσιάζεται δύο φορές, κάθε ημέρα, στον αστυνομικό σταθμό Γερμασόγειας, μεταξύ των ωρών 9.00 π.μ. και 11.00 π.μ., καθώς και μεταξύ των ωρών 7.00 μ.μ. και 9.00 μ.μ.

 

Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.

 

Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας αναφορικά με την εκκαλούμενη απόφαση, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθώς και τα έξοδα της παρούσας έφεσης ύψους €4.000, πλέον ΦΠΑ εάν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον της εφεσίβλητης.

 

Τα έξοδα διερμηνείας να καλυφθούν από τη Δημοκρατία.

 

                                                                    Αλ. Παναγιώτου, Π.

 

                                                                    Μ. Τουμαζή, Δ.

 

                                                                    Ι. Στυλιανίδου, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο