
ΕΦΕΤΕΙΟ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 26/2022)
3 Ιουλίου, 2025
[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
THADEUS UCHENNA OMALE
Εφεσείων,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ
Εφεσίβλητης.
--------------------
Δ. Παυλίδης, για ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Α. ΠΑΥΛΙΔΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., για Εφεσείοντα.
Ρ. Χαραλάμπους (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Εφεσίβλητη.
--------------------
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την υποφαινόμενη.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ,Δ.: Με απόφαση του ημερομηνίας 29/03/2022, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την Προσφυγή Αρ. 3165/21 που ο Εφεσείων κατεχώρησε εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 22/04/2021, να απορρίψει το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, αφού διαπίστωσε ότι η προσφυγή του Εφεσείοντα ήταν εκπρόθεσμη.
Η πρωτόδικη κρίση βάλλεται με τέσσερις Λόγους Έφεσης. Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 1 ισχυρίζεται ο Εφεσείων ότι, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο ισχυρισμός του «αναφορικά με το ζήτημα του εκπροθέσμου που εξετάζεται σε πολύ προχωρημένο στάδιο, ενώ θα έπρεπε να εξεταστεί μιας εξ’ αρχής δεν μπορεί να δικαιολογήσει την εκπρόθεσμη καταχώρηση της Προσφυγής». Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 2 προβάλλει ο Εφεσείων ότι, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό του ότι «ο Αιτητής δεν γνώριζε τίποτά επί του εκπρόθεσμου της καταχώρησης και έχει ήδη υποβληθεί σε δικηγορικά έξοδα. Καταληκτικά, ισχυρίζεται ότι είναι δίκαιο και εύλογο για τον Αιτητή σε τόσο προχωρημένο στάδιο να μην απορριφθεί η προσφυγή του από τη στιγμή που επέδειξε εμπιστοσύνη στο Δικαστήριο όλο αυτό το διάστημα για την πορεία που έχει λάβει η προσφυγή, διαφορετικά θα στερηθεί το δικαίωμα για προσφυγή στη Δικαιοσύνη για προστασία σύμφωνα με το άρθρο 30(1) και (2) του Συντάγματος».
Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 3 υποστηρίζει ο Εφεσείων ότι, το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι «Στην προκείμενη περίπτωση ο Αιτητής, δεν υποστήριξε κανένα ουσιαστικό λόγο με τον οποίο να δικαιολογεί την καθυστέρηση του στην καταχώρηση της υπό εξέταση προσφυγής. Η προσφυγή του καταχωρήθηκε την 27.5.2021, δηλαδή πέντε ημέρες μετά την εκπνοή της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από της γνωστοποίησης σε αυτόν της επίδικης απόφασης».
Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 4 προβάλλει ο Εφεσείων ότι, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό του ότι «εάν γινόταν μιας εξ αρχής αυτό θα μπορούσε ο Αιτητής να τοποθετηθεί για τον λόγο που έχει καθυστερήσει. Τώρα, μετά από τόσους μήνες να έρθουμε να του πούμε να κάνει ένορκη δήλωση με κάποιο άλλο δικηγόρο, ότι έχει γίνει αυτό και αυτό δεν θεωρεί ότι είναι λογικό να αναμένουμε να θυμάμαι για κάτι που δεν γνωρίζει μέχρι στιγμής, αλλά μόλις το έμαθε σε προχωρημένο στάδιο να τοποθετηθεί για να δικαιολογήσει αυτές τις τρεις μέρες εκπρόθεσμα».
Στο Περίγραμμα αγόρευσης του ο Εφεσείων αφού παραθέτει τους Λόγους Έφεσης (ανωτέρω) με την αιτιολογία τους, προβάλλει νομικούς ισχυρισμούς και θέσεις που άπτονται της νομιμότητας και ορθότητας της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου που απέρριψε το αίτημά του για διεθνή προστασία. Αυτό έδωσε έναυσμα στην Εφεσίβλητη να προβάλει στο Περίγραμμα αγόρευσης της τη θέση ότι, καμία επιχειρηματολογία δεν διατυπώνεται από τον Εφεσείοντα υπέρ της θέσεως του ότι η πρωτόδικη Απόφαση, με την οποία κρίθηκε εκπρόθεσμη η Προσφυγή του είναι εσφαλμένη. Συγκεκριμένα, ότι δεν προσδιορίζεται το νομικό σημείο ή το εσφαλμένο εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του οποίου στηρίζονται οι Λόγοι Έφεσης του.
Ανεξαρτήτως αυτού, για το ζήτημα του εκπροθέσμου υποστηρίζεται από την Εφεσίβλητη ότι, ορθώς η Προσφυγή απερρίφθη, αφού αυτή κατά παράβαση του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος και του Άρθρου 12Α(1) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (εφεξής «Ν.73(Ι)/2018») κατεχωρήθη πέραν της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία η αίτηση του Εφεσείοντα για διεθνή προστασία απερρίφθη. Επισημαίνεται δε από την ευπαίδευτη συνήγορο για την Εφεσίβλητη ότι πρόκειται για ζήτημα δημόσιας τάξης, το οποίο εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.
Έχουμε εξετάσει τις εκατέρωθεν θέσεις σε συνάρτηση με τους προβαλλόμενους Λόγους Έφεσης. Αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι, ενώ όλοι οι προβαλλόμενοι Λόγοι Έφεσης έχουν σαν αντικείμενο το εσφαλμένο της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου που άπτεται του εκπροθέσμου της Προσφυγής, ενώ τα όσα αναπτύσσονται στο Περίγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντα καμία σχέση δεν έχουν με τους δικογραφημένους Λόγους Έφεσης, αφού άπτονται της ουσίας του αιτήματος του Εφεσείοντα για διεθνή προστασία και της απόρριψης του από την Υπηρεσία Ασύλου. Τα όσα δε αναφέρονται στο Περίγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντα ως «νομικοί ισχυρισμοί» ή «νομική πτυχή», αφενός αφίστανται των απαιτήσεων του Κανονισμού 41.16(7) και (8) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας αναφορικά με το περιεχόμενο του περιγράμματος αγόρευσης και τον τρόπο καταρτισμού του και αφετέρου δεν μπορούν να εξεταστούν, διότι διευρύνουν θέματα τα οποία δεν εγείρονται στο περιεχόμενο των Λόγων Έφεσης. Πρόσθετα, ούτε και οι ίδιοι οι Λόγοι Έφεσης προσδιορίζουν ειδικά, ως απαιτείται νομολογιακά, το λάθος του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Για τα πιο πάνω ζητήματα είχαμε την ευκαιρία να υποδείξουμε στην απόφαση στην George Chukwudi Nzeocha ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 166/2023, ημερομηνίας 27/03/2025, τα ακόλουθα, τα οποία τυγχάνουν αναλογικής εφαρμογής και στην εξεταζόμενη υπόθεση:
«Διαπιστώνουμε ότι, ο προβαλλόμενος ως Λόγος Έφεσης στο Περίγραμμα Αγόρευσης του Εφεσείοντα, καμία σχέση δεν έχει με τον δικογραφημένο Λόγο Έφεσης. Έχουμε εντοπίσει μια αναφορά στην παράγραφο 13 του Περιγράμματος Αγόρευσης (ανωτέρω), η οποία ενδεχομένως να σχετίζεται με τον δικογραφημένο Λόγο Έφεσης χωρίς στην πραγματικότητα να τον αναπτύσσει. Υπενθυμίζουμε όμως τις απαιτήσεις του Κανονισμού 41.16 (7) και (8) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας αναφορικά με το περιεχόμενο του περιγράμματος αγόρευσης και τον τρόπο καταρτισμού του, αλλά και τη σαφή θέση της νομολογίας «ότι η ειδοποίηση έφεσης αποτελεί το πλαίσιο της έφεσης το οποίο καθορίζει την προσβαλλόμενη απόφαση και τους λόγους πάνω στους οποίους στηρίζεται η έφεση. Το πλαίσιο αυτό είναι περιοριστικό και δεν επιτρέπεται παρέκκλιση από αυτό. Οτιδήποτε δεν προβάλλεται ως λόγος έφεσης δεν εξετάζεται.» (βλ. Προκοπίου ν. Ryan κ.ά. (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1982, Ανδρέας Κακκουλής ν. Δήμου Παραλιμνίου, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 57/20, ημερομηνίας 17/01/2025).
Σημειώνουμε ότι είχαμε την ευκαιρία να εξετάσουμε παρόμοιο ζήτημα με το εγειρόμενο στην παρούσα υπόθεση, στην Kollins Nnoko ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 115/2023, ημερ. 26/03/25, απόσπασμα της οποίας παρατίθεται και υιοθετείται για τους σκοπούς της παρούσας:
«Υπενθυμίζουμε, όμως, την απαίτηση του Κανονισμού 41.16(8)(α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, σύμφωνα με τον οποίο «.οι λόγοι έφεσης αναπτύσσονται ξεχωριστά, εκτός αν είναι επάλληλοι ή συναφείς..» (βλ. και απόφαση ημερομηνίας 30.9.2024 στην Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 36/2022 CHUKWUJI FESTUS UZU v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, καθώς και απόφαση ημερομηνίας 28.3.2024 στην Πολιτική Έφεση Αρ. 81/2018 Μ.Α. ΚΤΗΜΑ ΜΑΚΕΝΖΥ ΛΤΔ κ.α. v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ., για το ότι οι αρχές που αναφέρονται στον Κανονισμό 41.16 (7) και (8) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας αναφορικά με το περιεχόμενο του περιγράμματος αγόρευσης και τον τρόπο καταρτισμού του πρέπει να τηρούνται.). Το ζήτημα, ωστόσο, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ως απλή παρατυπία και να τύχει, στα πλαίσια των Κανονισμών 1.2 και 1.3 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας εξέτασης, αφού το Δικαστήριο, με τον τρόπο που είναι διατυπωμένο το συγκεκριμένο περίγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντα, καλείται ουσιαστικά να εικοτολογήσει επί του τι του ζητείται να αποφανθεί και σε ποιο πλαίσιο.
Προσθέτουμε και ότι, πέραν της ανάπτυξης του ανωτέρω «λόγου Έφεσης», ο οποίος, ως προαναφέραμε, δεν είναι εκ των δικογραφημένων (βλ. ανωτέρω), ο Εφεσείων προβαίνει, υπό τον τίτλο «ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ» και σε γενικόλογες αναφορές περί του ισχύοντος δικαίου περί του Ασύλου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση ως προς τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης, χωρίς οποιαδήποτε υπαγωγή αυτών σε οποιοδήποτε κατ' ισχυρισμό παραβιαζόμενο κανόνα και, επαναλαμβάνουμε, χωρίς οποιοδήποτε συσχετισμό προς τους δικογραφηθέντες λόγους Εφέσεως.
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις είναι, κατά την άποψη μας, καταλυτικές για την τύχη της παρούσας Έφεσης.
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τον «1ο λόγο Εφέσεως» ως αυτός παρατέθηκε στο περίγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντα, δεν δύναται να τύχει εξέτασης, αφού δεν είναι δικονομικά επιτρεπτό να επεκτείνεται το εύρος των λόγων εφέσεως μέσω του περιγράμματος αγόρευσης, πόσω μάλλον να εξετάζονται «λόγοι εφέσεως» που δεν έχουν δικογραφηθεί καθόλου, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ως αναφέρθηκε εμφαντικά και στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 29.9.2023 στην Έφεση Αρ. 7/2017 κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ:
«Πρέπει να σημειώσουμε, πως έγινε προσπάθεια δια της αιτιολογίας των λόγων έφεσης και του περιγράμματος του Εφεσείοντα να εισαχθεί θέμα για
παραβίαση της αρχής της ισότητας, εφόσον η διοίκηση επανάνοιξε το ζήτημα πείρας του Ε.Μ., ως προς την ανάγκη να πράξει το ίδιο σε σχέση με όλους τους υποψηφίους. Θεωρούμε, πως δεν μπορούμε να εξετάσουμε το θέμα υπό αυτή τη διάσταση διότι κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από τους λόγους έφεσης. Όπως είναι ευρέως νομολογημένο, δεν είναι δυνατή η διεύρυνση θεμάτων, που δεν εγείρονται σαφώς στο περιεχόμενο των λόγων έφεσης, οι οποίοι λόγοι οφείλουν να προσδιορίσουν ειδικά το λάθος του Δικαστηρίου. (Βλ. Omex Enterprises Ltd κ.ά. v. Elia, πολ.εφ.469/12, 20.9.2019, ECLI:CY:AD:2019:A384, ECLI:CY:AD:2019:A384 και Ταμείο Προνοίας Πιλότων και Ιπτάμενων Μηχανικών των Κυπριακών Αερογραμμών ν. 1. Suphire Ηoldings Public Ltd κ.ά. πολ.εφ.280/2012, 21.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:A479, ECLI:CY:AD:2017:A479, από τις οποίες διαφαίνεται, πως είναι ο λόγος έφεσης που καθορίζει τον προσδιορισμό του λάθους και είναι δυνατόν δια της αιτιολογίας να δημιουργείται νέος λόγος έφεσης). ΄Εχουμε παραθέσει αυτούσιο το περιεχόμενο των δύο λόγων έφεσης, πιο πάνω, και σαφώς περιέχεται σε αυτούς τέτοια διάταση, που να καλύπτει παραβίαση της αρχής της ισότητας, όπως επιχειρήθηκε να εισαχθεί το θέμα είτε δια της αιτιολογίας είτε δια του περιγράμματος.»
Οι δε (δικογραφημένοι) λόγοι Εφέσεως, στο σύνολο τους, αφού δεν προωθήθηκαν με το περίγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντα, δεν μπορούν παρά να λογίζονται ως εγκαταλειφθέντες (βλ. απόφαση ημερομηνίας 13.2.2025 στην Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 162/2023 OSARO JOSHUA CHUKWUYEM v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ και την εκεί αναφερόμενη Χωματένος ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 120. βλ και απόφαση ημερομηνίας 22.11.2023 στην Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 65/2019 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΤΤΙΜΕΡΗ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ και την εκεί υπομνησθείσα απόφαση ημερομηνίας 17.3.2012 στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 167/2008 Ευστάθιος Στυλιανού Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας) και, κατ' επέκταση και η ίδια η Έφεση στο σύνολο της.»
Πρόσθετα, παρατηρούμε ότι ο Λόγος Έφεσης που παρατίθεται στο δικόγραφο της Έφεσης είναι δικονομικά απαράδεκτος, διότι εξαντλείται στο να χαρακτηρίσει ως καταχρηστικό το απορριπτικό αποτέλεσμα της Προσφυγής, χωρίς να προσδιορίζει το κατ' ισχυρισμό σφάλμα. Ο προσδιορισμός του κατ' ισχυρισμού σφάλματος αδόκιμα παρατίθεται στην «αιτιολογία του» (βλ. Aristote Bonsange Mambulu ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 155/2023, ημερομηνίας 18.3.2025).
Αλλά ακόμα και αν εξετάζετο η ορθότητα της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου περί εκπροθέσμως καταχωρισθείσας Προσφυγής, και πάλιν θα καταλήγαμε στην απόρριψη της Έφεσης. Και τούτο διότι:
Οι συναφείς, λόγω του περιεχομένου τους, προβαλλόμενοι Λόγοι Έφεσης έχουν ως κοινό υπόβαθρο, ότι το ζήτημα του εκπροθέσμου θα έπρεπε να εξεταστεί μιας εξ αρχής και όχι σε πολύ προχωρημένο στάδιο, εφόσον ο Εφεσείων δεν γνώριζε τίποτα για την εκπρόθεσμη καταχώρηση και επέδειξε εμπιστοσύνη στο Δικαστήριο όλο αυτό το διάστημα για την πορεία που έλαβε η Προσφυγή του καθώς και ότι υπεβλήθη σε δικηγορικά έξοδα. Δεν ήταν δε λογικό να αναμένεται από τον Εφεσείοντα να δικαιολογήσει την εκπρόθεσμη καταχώρηση της Προσφυγής του με ένορκη δήλωση και να αναμένεται να θυμηθεί για κάτι που δεν γνώριζε μέχρι στιγμής. Η ευθύνη δε είναι του Πρωτοκολλητείου που επέτρεψε την καταχώρηση.
Αποτελεί γεγονός, ότι ο Εφεσείων υπέβαλε την αίτηση του για διεθνή προστασία στις 08/01/2021. Παρέλαβε δε δια χειρός, αφού προηγουμένως υπέγραψε, την απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου στις 22/04/2021 (ερ. 67-68 του διοικητικού φακέλου). Είναι δε προφανές, κάτι το οποίο εξάλλου δεν αμφισβητείται από τον Εφεσείοντα, ότι η Προσφυγή του κατεχωρήθη (από τον προηγούμενο συνήγορο που τον εκπροσωπούσε) στις 27/05/2021, δηλαδή μετά την εκπνοή της αποκλειστικής προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την γνωστοποίηση στον Εφεσείοντα της επίδικης απόφασης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο σε σχέση με τα πιο πάνω έκρινε ως ακολούθως:
«Εκ πρώτης να αναφέρω ότι το θέμα του παραδεκτού προσφυγής εξετάστηκε πολλές φορές από το Ανώτατο Δικαστήριο. Είναι γνωστό ότι εάν μια προσφυγή δεν καταχωρηθεί εντός της προθεσμίας που τάσσει το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας [άρθρο 146 (3)] τότε το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να επιληφθεί της εξέτασης της προσφυγής (βλ. Τάκη ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ.4). Επιπρόσθετα, το εκπρόθεσμο ως ζήτημα δημοσίας τάξης, εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο ανεξάρτητα από την προβολή προδικαστικών ενστάσεων, που προωθούν οι δικηγόροι ενώπιον του Δικαστηρίου. Παραπέμπω στις διαχρονικές αποφάσεις Potamitis v. Water Board of Limassol (1985) 3 C.L.R. 260, Τάκη ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) και Γανωματής ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 133).
Το άρθρο 146(3) του Συντάγματος, τάσσει προθεσμία για καταχώρηση προσφυγής εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών από την ημέρα της λήψης γνώσης από τον προσφεύγοντα, εκτός εάν προβλέπεται διά νόμου, ρητά διαφορετική προθεσμία.
Το άρθρο 12Α(1) του Περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος (ου), Ν. 73(Ι)/2018, προνοεί ρητά ότι προσφυγή κατά απόφασης ή πράξης ή παράλειψης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ή της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ασκείται εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της απόφασης ή της πράξης.
Κατά κανόνα, προσφυγές που καταχωρούνται εκτός της προβλεπόμενης προθεσμίας, εδώ των 30 ημερών, είναι απαράδεκτες και θα πρέπει να απορρίπτονται. Σε περιπτώσεις δε όπως η υπό εξέταση, η προθεσμία αρχίζει από την ημέρα που η επίδικη απόφαση περιέρχεται εις γνώση του διοικούμενου.
Σύμφωνα με τη νομολογία, το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού, ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη το φέρει, κατά κανόνα, το μέρος που επικαλείται το εκπρόθεσμο (Kritiotis v. Municipality of Paphos and others (1986) 3 CLR 322, Μαρκίδου ν. ΚΟΤ (1992) 4(Στ) ΑΑΔ 4472, η δε κοινοποίηση της απόφασης να αποδεικνύεται ως λαβούσα πράγματι χώρα (βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929 - 1959, σελ. 252). Εξαίρεση στον πιο πάνω κανόνα, αποτελεί η περίπτωση της καταχώρησης της προσφυγής μετά την πάροδο αρκετών ημερών από τη λήξη της κανονικής προθεσμίας, οπότε εναπόκειται στο προσφεύγοντα να αποδείξει τους ισχυρισμούς του σε σχέση με το εμπρόθεσμο της καταχώρησης της προσφυγής του. Παραπέμπω ενδεικτικά (σ)τις αποφάσεις Αντώνιος Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 248, HadjiGavriel v. Republic (1986) 3(A) C.L.R. 52, Εμπορική Εταιρεία Παλαιχωρίου Λτδ ν. Δημοκρατίας αρ. υπόθεσης 842/2007, ημερομηνίας 26/3/2009, Γιώργος Φάντης ν. Ε.Τ.Ε.Κ., Υποθ. Αρ. 131/2010, ημερ. 12.11.2012). Σε περίπτωση αμφιβολίας αναφορικά με το εμπρόθεσμο προσφυγής, αυτή αποφασίζεται υπέρ του Αιτητή (βλ. CHEN XIURONG v. Κυπριακής Δημοκρατίας, αρ. υπόθεσης 302/2012 ημερ. 28/9/2012).
Στη βάση και του τεκμηρίου της κανονικότητας, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Αιτητής έλαβε πλήρη γνώση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου στις 22/04/2021 μέσω επιστολής ίδιας ημερομηνίας, στην οποία σημειώνω ότι σε συμμόρφωση με τις γενικές αρχές διοικητικού δικαίου, ορθά περιέχεται ενημέρωση του Αιτητή για την διαθέσιμη θεραπεία προσβολής της πράξης. Στην εν λόγω επιστολή ρητά καθορίζεται η φύση και η μορφή της θεραπείας, η προθεσμία που τάσσει ο νόμος και το αρμόδιο δικαστήριο προς το οποίο μπορούσε ο Αιτητής να απευθυνθεί για άσκηση προσφυγής (βλ. άρθρο 5 του Περί των Γενικών Αρχών Διοικητικού Δικαίου Νόμο, Ν. 158(Ι)/1999).
Είναι πάγια νομολογημένο ότι η ταχθείσα προθεσμία για καταχώρηση προσφυγής διακόπτεται μόνο ενόψει εξαιρετικών συνθηκών και μόνο για όσο καιρό αυτές υφίστανται (Βλ. Σταύρος Μαραγκού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1997) 1 ΑΑΔ 1715).
Στην προκειμένη περίπτωση, ο Αιτητής, δεν υποστήριξε κανένα ουσιαστικό λόγο με τον οποίο να δικαιολογεί την καθυστέρησή του στην καταχώρηση της υπό εξέταση προσφυγής. Η προσφυγή του καταχωρήθηκε την 27/05/2021, δηλαδή πέντε ημέρες μετά την εκπνοή της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από της γνωστοποίησης σε αυτόν της επίδικης απόφασης.
Κρίνω ότι τα όσα ανέφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την εκπρόθεσμη καταχώρηση της προσφυγής και κατά συνέπεια απορρίπτω τους ισχυρισμούς του ως ανεδαφικούς, γενικούς και αόριστους. Το γεγονός ότι το Πρωτοκολλητείο έκανε δεκτή την καταχώρηση της αίτησης ακυρώσεως δεν σημαίνει αυτόματα ότι η προσφυγή καθίσταται παραδεκτή. Εναπόκειται στον ίδιο τον Αιτητή να αποδείξει την εμπρόθεσμη καταχώρησή της, πράγμα που στην παρούσα περίπτωση δεν πέτυχε. Εν πάση περιπτώσει ο Αιτητής δεν αμφισβήτησε την κοινοποίηση σε αυτόν της απόφασης των Καθ’ωνη η αίτηση από όπου και αρχίζει να τρέχει η προθεσμία λήψης δικαστικού μέτρου για την ακύρωση της πράξης.
Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγω ότι η προδικαστική ένστασης περί του εκπροθέσμου της προσφυγής ευσταθεί και γίνεται αποδεκτή. Η καταχώρηση προσφυγής μετά το πέρας των 30 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης, χωρίς μάλιστα την προβολή οποιωνδήποτε ικανών προς ανατροπή λόγων, καθιστά την προσφυγή απαράδεκτη.»
Κρίνουμε ορθές και εύλογες τις διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου οι οποίες δεν αφήνουν περιθώριο εφετειακής παρέμβασης.
Θα προσθέταμε στα πιο πάνω και την ακόλουθη επισήμανσή μας στην George Chukwudi Nzeocha (ανωτέρω), η οποία κατ’ αναλογία τυγχάνει εφαρμογής και εν προκειμένω:
«Σημειώνουμε δε ότι όπως έχει τονιστεί στην Βαρδιάνος ν. Richards (1998) 1 A.A.Δ. 698, 704 :
«Ο διάδικος δεν μπορεί, κατά κανόνα, να προβάλλει το λάθος, αμέλεια ή παράλειψη του δικηγόρου του για να πετυχαίνει την παράταση προθεσμιών ή την αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών. Θα αποτελούσε ένα εύσχημο τρόπο υπερφαλάγγισης των δικονομικών διατάξεων. Από τη συμμόρφωση προς τα χρονοδιαγράμματα αυτά εξαρτάται η απρόσκοπτη απονομή της δικαιοσύνης και συνακόλουθα το κύρος της. Μας ενισχύουν, σε αυτή τη θέση, τα λεχθέντα στην υπόθεση Grand Metropolitan Nominee (No 2) Co Ltd v. Evans, The Times Law Reports, May 15, 1992:
"The court should not be astute to find excuses for such failure since obedience to orders of the court is the foundation on which its authority is founded."
Βλέπε επίσης Μιχαηλίδης ν. Χρίστου (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1190, Κληρίδης ν. Σταυρίδη (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1348.
Διαφορετική αντιμετώπιση θα δημιουργούσε επικίνδυνα ρήγματα στην απονομή της δικαιοσύνης. Ως προς την πρόθεση του διαδίκου την απάντηση έδωσε η απόφαση στην Άλκης Χ. Χατζηκυριάκος (Μπισκότα Φρου-Φρου) Λτδ. ν. Τerzian Trading House Ltd. (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 102:
"Η απουσία πρόθεσης εκ μέρους του διαδίκου να εγκαταλείψει τη διαδικασία δεν είναι αφεαυτής αποφασιστική για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου».
Υπογραμμίζουμε τέλος ότι η αποκλειστική προθεσμία που τίθεται στο Άρθρο 12Α(1) του Ν. 73(Ι)/2018 («Κάθε προσφυγή (…) ασκείται εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της απόφασης (…)») είναι επιτακτική, ανατρεπτική και ερμηνευτική αυστηρά κατ’ αναλογική εφαρμογή των προνοιών του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος και των σχετικών νομολογιακών αρχών. Ενδεικτικά παρατίθεται το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στη Γεώργιος Ιακώβου ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Γενικής Λογίστριας, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 63/20, ημερομηνίας 24/01/2025:
«Όπως έχει νομολογηθεί η προθεσμία των 75 ημερών που προνοείται στο Άρθρο 146.3 του Συντάγματος για άσκηση προσφυγής είναι επιτακτική και ανατρεπτική. Άπτεται ζητήματος δημοσίας τάξεως και μπορεί να εξετασθεί αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο (Βλ. Παπαριστοδήμου v. Αρχής Ηλεκρισμού Κύπρου, Ε.Δ.Δ 87/2018, ημερ. 30.1.2024) και η σχετική διάταξη ερμηνεύεται αυστηρά (Βλ. Βόντα v. Πανεπιστημίου Κύπρου, Α.Ε. 154/2013, ημερ. 1.6.2020, ECLI:CY:AD:2020:C174, ECLI:CY:AD:2020:C174 και Γανωματής v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ 133).
Στην Παπαριστοδήμου ανωτέρω, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:
«Όπως έχει συνοψιστεί η νομολογία μας στη L' Union Nationale (Tourism and Sea Resorts) Ltd κ.ά. v. Σ.Α.Λ.Α.) (1998)3 A.A.Δ. 513, οι σχετικές με την προθεσμία επιταγές του άρθρου 146(3) του Συντάγματος είναι επιτακτικές και πρέπει να τυγχάνουν εφαρμογής προς διαφύλαξη του δημοσίου συμφέροντος. Όπως χαρακτηριστικά έχει λεχθεί «το ζήτημα της προθεσμίας μπορεί να εγερθεί αυτεπάγγελτα από το ίδιο το Δικαστήριο έστω και αν δεν εγερθεί από τους διάδικους. (Βλ. Holy See of Kitium v. Municipal Council of Limassol, 1 R.S.C.C. 15, Moran v. Republic, 1 R.S.C.C. 10, Marcoullides v. Republic, 4 R.S.C.C. 7, Megalemou v. Republic C.L.R. 581, Protopapas v. Republic (1967) 3 C.L.R. 41, Mourtouvanis v. Republic C.L.R. 108, Varnava v. Republic C.L.R. 566, Pappous v. Republic C.L.R. 77, Miliotis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 597) ».
Υπό το φως των ανωτέρω η Έφεση απορρίπτεται.
Επιδικάζονται €2000 έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα.
Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.
Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο