
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.: 308/2023)
07 Ιουλίου, 2025
[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στές]
MARK STEVEN ASHMORE,
Εφεσείοντας/Καθ’ ου η Αίτηση,
v.
1. LESTER SHORT, εμπορευόμενος ως Euro Property Guide ή epginvest στην Αγγλία,
Εφεσίβλητος 1/Αιτητής,
2. ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΗ,
3. KALLIOPE DEVELOPERS LTD,
Εφεσίβλητοι 2 και 3.
Αίτηση ημερομηνίας 08.04.2025 για ασφάλεια εξόδων
____________________
Κ. Θεοδούλου (κα) για κ.κ. Πελεκάνος & Πελεκάνου Δ.Ε.Π.Ε., για Εφεσίβλητο αρ. 1/Αιτητή.
Στ. Στυλιανού για κ.κ. Στέλιος Στυλιανού & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για Εφεσείοντα/Καθ’ ου η Αίτηση.
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.: Στις 11.10.2023 εκδόθηκε, πρωτοδίκως, στο πλαίσιο αγωγής, απόφαση με την οποία απορρίφθηκε απαίτηση του εφεσείοντα, ως ενάγοντα, για επιστροφή του ποσού των €144.205,96 το οποίο κατέβαλε στους εφεσίβλητους για αγορά ενός διαμερίσματος. Απορρίφθηκε, επίσης, η αξίωση του για έκδοση διαταγμάτων, (1) διατάγματος τερματισμού της συμφωνίας με την οποία αγοράστηκε το προαναφερόμενο διαμέρισμα, (2) διατάγματος που να διατάζει τους εφεσίβλητους όπως εξασφαλίσουν τις απαραίτητες άδειες, σε σχέση με το διαμέρισμα, έτσι ώστε να εκδοθεί ξεχωριστός τίτλος εγγραφής και (3) διατάγματος που να διατάζει τους εφεσίβλητους όπως απαλλάξουν το διαμέρισμα από τα εμπράγματα βάρη που το βαρύνουν.
Ο εφεσείοντας αμφισβήτησε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, ημερομηνίας 11.10.2023, καταχωρώντας την παρούσα Ειδοποίηση Εφεσείοντα, με εικοσιδύο (22) λόγους έφεσης. Η έφεση εκκρεμεί για να ορισθεί για Προδικασία.
Στις 08.04.2025, ο εφεσίβλητος 1 – στο εξής ο Αιτητής – καταχώρισε αίτηση - στο εξής η επίδικη Αίτηση – με την οποία αιτείται, εναντίον του εφεσείοντα – στο εξής ο Καθ’ ου η Αίτηση - τα ακόλουθα διατάγματα:
«(α) Διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται ο Καθ' ου η Αίτηση/Εφεσείοντας να καταβάλει το ποσό των €11.269, πλέον ΦΠΑ επί του ποσού των €11.138 με τόκο από 13/11/23, ως ο κατάλογος αρ. 258/23, για τα δικηγορικά έξοδα του Αιτητή επιδικασθέντα πρωτοδίκως στην Αγωγή υπ' αριθμό 916/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου,
(β) Διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η διαδικασία στην παρούσα έφεση μέχρι την καταβολή των υπό του αιτητικού (α) επιδικασθέντων εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας,
(γ) Διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται ο Εφεσείοντας / Καθ' ου η αίτηση, όπως καταθέσει ενώπιον του Πρωτοκολλητή του Εφετείου, ως ασφάλεια εξόδων, για τα δικηγορικά έξοδα της παρούσας έφεσης, το ποσό των €2,500 ή οποιοδήποτε άλλο ποσό ήθελε κριθεί εύλογο και/ή δίκαιο,
(δ) Διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η διαδικασία της έφεσης μέχρι να δοθεί από τον Καθ' ου η αίτηση η ζητηθείσα ασφάλεια εξόδων ως το ανωτέρω αιτητικό (γ), για τα δικηγορικά έξοδα της παρούσας έφεσης,
(ε) Διάταγμα με το οποίο να απορρίπτεται η παρούσα έφεση σε περίπτωση που δεν κατατεθεί η ζητηθείσα ασφάλεια εξόδων υπό των αιτητικών (α) και (γ), με έξοδα εναντίον του Εφεσείοντα / Καθ'ου η αίτηση.
(στ) Έξοδα της παρούσας πλέον ΦΠΑ πλέον έξοδα επίδοσης.»
Η επίδικη Αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο των δικηγόρων του Αιτητή, η οποία κάνει, κατ’ αρχάς, αναφορά στην καταχώριση της αγωγής, εκ μέρους του Καθ’ ου η Αίτηση, και στην απαίτηση του εναντίον όλων των εφεσίβλητων.
Αναφέρει, επίσης, ότι συνεπεία της απόρριψης της αγωγής του Καθ’ ου η Αίτηση, το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε δικηγορικά έξοδα προς όφελος των εφεσίβλητων (περιλαμβανομένου, συνεπώς, και του Αιτητή), ως αυτά θα υπολογίζονταν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκρίνονταν από το Δικαστήριο. Στις 13.11.2023 εγκρίθηκαν τα εν λόγω έξοδα για το ποσό των €11.269,00 πλέον Φ.Π.Α. επί του ποσού των €11.138,00. Παρά τα σχετικά αιτήματα για πληρωμή των εξόδων, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρνείται να τα καταβάλει. Στάλθηκε δε και επιστολή, ημερομηνίας 22.11.2023, στους συνηγόρους του που τον εκπροσώπησαν στην πρωτόδικη διαδικασία. Ουδεμία, όμως, ανταπόκριση υπήρξε. Στάλθηκε και δεύτερη επιστολή, υπενθύμισης, στις 04.11.2023 και πάλι δεν υπήρξε πληρωμή των εξόδων. Απαίτηση πληρωμής των εξόδων έγινε και μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε διεύθυνση που περιέλαβε ο Καθ’ ου η Αίτηση στην Ειδοποίηση Εφεσείοντα. Αναφέρεται, επιπλέον, στην ένορκη δήλωση, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση έχει τη συνήθη διαμονή του εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι μόνιμος κάτοικος Ηνωμένου Βασιλείου, σε συγκεκριμένη διεύθυνση, η οποία μνημονεύεται επί της ένορκης δήλωσης, και την οποία, επίσης, ο Καθ’ ου η Αίτηση συμπεριέλαβε στην Ειδοποίηση Εφεσείοντα. Ακόμη, δηλώνεται ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση είναι ιδιοκτήτης ενός διαμερίσματος σε περιοχή της επαρχίας Αμμοχώστου, το οποίο ήταν και το επίδικο στην αγωγή του, η οποία απορρίφθηκε. Το εν λόγω διαμέρισμα, ωστόσο, βαρύνεται με εμπράγματα βάρη, ήτοι είναι υποθηκευμένο για δύο ποσά, των €1.281.451,05 και €127.945,20, από δύο δάνεια που λήφθηκαν από τράπεζα. Πρόθεση του Καθ’ ου η Αίτηση είναι, σύμφωνα με την ενόρκως δηλούσα, να μην συμμορφωθεί με την πληρωμή του ποσού των εξόδων που επιδικάστηκαν εναντίον του, πρωτοδίκως, ενώ η έφεση του προωθείται κακόπιστα και/ή καταχρηστικά, αφού η μαρτυρία που προσκόμισε κρίθηκε, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι δεν μπορούσε να αποτελέσει αξιόπιστη βάση για ασφαλή συμπεράσματα. Τονίζει δε, η ενόρκως δηλούσα, ότι το Εφετείο επεμβαίνει σπάνια σε τέτοια συμπεράσματα. Τέλος, δηλώνεται, πως λόγω της άρνησης του Καθ’ ου η Αίτηση να πληρώσει τα δικηγορικά έξοδα που επιδικάστηκαν εναντίον του, πρωτοδίκως, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η παρούσα έφεση είναι έκθετη σε απόρριψη, ο Αιτητής πιστεύει, εύλογα, πως ο Καθ’ ου η Αίτηση, σε περίπτωση απόρριψης της έφεσης του, δεν θα συμμορφωθεί με διαταγή εξόδων που πιθανόν να εκδοθεί εναντίον του από το Εφετείο.
Ενάντια στην επίδικη Αίτηση, ο Καθ’ ου η Αίτηση καταχώρισε Ένσταση βασιζόμενη σε εικοσιένα (21) λόγους οι οποίοι, συνοπτικά, αφορούν στις θέσεις ότι η Αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη, στερείται νομικού ερείσματος και υπόβαθρου και/ή στηρίζεται σε ελλιπή και/ή λανθασμένη νομική βάση και ότι είναι εκδικητική. Ακόμη, ότι η Αίτηση παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα του εφεσείοντα, καταχωρίστηκε 1 ½ χρόνο, άρα καθυστερημένα, μετά την καταχώριση της έφεσης, χωρίς να δοθεί δικαιολογία, συντρέχει δε κατάχρηση διαδικασίας, ενώ το ποσό που ζητείται για ασφάλεια εξόδων ύψους €2.500,00 δεν τεκμηριώνεται.
Οι λόγοι ένστασης υποστηρίζονται από ένορκη δήλωση δικηγόρου, στο δικηγορικό γραφείο των συνηγόρων του Καθ’ ου η Αίτηση, η οποία αρνείται το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την Αίτηση. Αποδέχεται, όμως, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση είναι βρετανός υπήκοος που διαμένει μόνιμα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αναφέρεται, ακόμη, πως, για την πληρωμή των δικηγορικών εξόδων, που επιδικάστηκαν πρωτοδίκως, εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση δεν λήφθηκαν μέτρα εκτέλεσης. Κατά τα λοιπά, διαπιστώνουμε πως η εν λόγω ένορκη δήλωση έχει προσλάβει, κατ’ απαράδεκτο τρόπο, μορφή αγόρευσης με παραπομπές σε νομολογία, κανονισμούς και προώθηση επιχειρημάτων για τα οποία είναι αχρείαστη οποιαδήποτε αναφορά στο παρόν στάδιο. Αναπτύσσεται, επίσης, επιχειρηματολογία επί της ουσίας της έφεσης, και προβάλλονται τα, κατ΄ ισχυρισμόν, λάθη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναφορικά με την εκκαλούμενη απόφαση.
Νομική βάση της επίδικης Αίτησης αποτελούν τα Μέρη 1, 23, 26, 41 και 60 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023, η νομολογία, οι γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου, καθώς και η γενική πρακτική και η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.
Το Μέρος 1 προνοεί περί του πρωταρχικού σκοπού των προαναφερόμενων Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023. Το Μέρος 23 προνοεί περί των γενικών κανόνων που διέπουν τις αιτήσεις για έκδοση δικαστικών διαταγμάτων. Το δε Μέρος 60 συνιστά μεταβατική διάταξη η οποία δεν επηρεάζει ή αφορά στην επίδικη Αίτηση.
Το Μέρος 26.1(1) προβλέπει τα ακόλουθα:
«Ενάγων (και, σε σχέση με ανταπαίτηση η οποία δεν είναι μόνο υπό μορφή συμψηφισμού, εναγόμενος), ο οποίος έχει τη συνήθη διαμονή του εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της απαίτησης, να διαταχθεί να παράσχει ασφάλεια εξόδων αν και μπορεί να διαμένει προσωρινά εντός της Κύπρου ή σε Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»
Το Μέρος 41.12(1) προνοεί ότι:
«(1) Σε σχέση με έφεση το Εφετείο έχει όλες τις εξουσίες του κατώτερου δικαστηρίου.»
Καθίσταται αντιληπτό ότι αναφορικά με την παροχή ασφάλειας εξόδων, σε διαδικασία ενώπιον του Εφετείου, δεν υπάρχει ειδική πρόνοια, ως υπήρχε στους παλαιούς Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς, ήτοι με τη Δ.35 Κ.2. Αυτό το γεγονός, βέβαια, δεν θα ήταν ορθό να ερμηνευθεί πως το Εφετείο στερείται εξουσίας για παροχή ασφάλειας εξόδων κατά την, ενώπιον του, διαδικασία έφεσης. Το θέμα προσεγγίστηκε, νομολογιακά, μέσα από την υπόθεση DB Technologies BV κ.α. v. Miltiades Neophytou Engineering Contractors & Developers Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε7/2023, ημερομηνίας 18.07.2024, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Ως αφετηρία για την εξέταση των υπό κρίση θεμάτων, θα πρέπει να λεχθεί ότι, ισχύ, πλέον, έχουν οι περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2023. Εφόσον δε, η παρούσα διαδικασία είναι εφετειακή, εφαρμογής τυγχάνει η πρόνοια του Μέρους 41.12 (1) ότι σε σχέση με έφεση, το Εφετείο έχει όλες τις εξουσίες του κατώτερου Δικαστηρίου. Το ζήτημα της ασφάλειας εξόδων διέπεται από το Μέρος 26 το οποίο, στο Μέρος 26.1(1), προνοεί ότι «ενάγων …, ο οποίος έχει τη συνήθη διαμονή του εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Κράτους – Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της απαίτησης, να διαταχθεί να παράσχει ασφάλεια εξόδων …»
Αναφορικά με τις γενικές αρχές σχετικά με αιτήσεις ασφάλειας εξόδων κατόπιν της εφαρμογής των Νέων Κανονισμών, στην YIANNOPLAST LIMITED, μέσω του Εκκαθαριστή της Χριστάκη Ιακωβίδη v. CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 242/2022, ημερομηνίας 18.9.2023, λέχθηκαν τα εξής:
«Μελέτη της ουσίας του ζητήματος, όμως, οδηγεί στο ότι οι παράγοντες που ισχύουν για την άσκηση της κρίσης του Δικαστηρίου κατά την εξέταση αιτήσεως για παροχή ασφάλειας εξόδων δεν έχουν διαφοροποιηθεί ουσιαστικά με την εισαγωγή των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, εφόσον οι πρόνοιες του Μέρους 26.1 εδάφια (1) και (5) είναι ταυτόσημες με τις πρόνοιες της παλαιάς Δ.60. Εκεί που εντοπίζεται η διαφορά είναι στο λεκτικό της παλαιάς Δ.35 Θ.2 η οποία προβλέπει ότι:
«...such deposit or other security for the costs to be occasioned by any appeal shall be made or given as may be directed under special circumstances by the Court of Appeal».
Είχε τότε εισαχθεί, δηλαδή, με την πιο πάνω πρόνοια το γενικότερο κριτήριο των ειδικών περιστάσεων που, όπως λέχθηκε στην Λεμονιάτης ν Δήμου Λεμεσού, Πολ. Εφ. 436/17, ημερ. 13.9.2019, ECLI:CY:AD:2019:A364:
«Όπως έχει η διατύπωση της υπό εξέταση πρόνοιας της Δ.35 Κ.2 των Κανονισμών ο κανόνας είναι ότι κατά το στάδιο της έφεσης δεν δίδονται οδηγίες για την παροχή ασφάλειας εξόδων. Τέτοιες οδηγίες δίδονται όταν υπάρχουν «ειδικές περιστάσεις οι οποίες δικαιολογούν την άσκηση από το Εφετείο της διακριτικής του ευχέρειας προς τούτο»».
Ενώ αναφορά σε «ειδικές περιστάσεις» δεν υπάρχει στα Μέρη 26 και 41 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, τα Δικαστήρια επιδιώκουν πλέον την υλοποίηση του πρωταρχικού σκοπού που προβλέπεται στο Μέρος 1 των Νέων Κανονισμών κατά την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας τους παρέχεται από τους Κανονισμούς αλλά και κατά την ερμηνεία οποιουδήποτε Κανονισμού. Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει την εξουσία να πραγματοποιεί οποιοδήποτε άλλο βήμα ή να εκδίδει οποιοδήποτε διάταγμα με σκοπό την προαγωγή του πρωταρχικού σκοπού ως προβλέπεται στο Μέρος 3.1(μ). Δυνάμει του Μέρους 1.2(γ)(iv) το Δικαστήριο έχει υποχρέωση να χειριστεί την υπόθεση με τρόπο αναλογικό προς τις οικονομικές συνθήκες κάθε διαδίκου.
Έχοντας τα πιο πάνω κατά νου θεωρούμε ότι η μέχρι σήμερα Νομολογία με βάση την οποία είχε κριθεί πως το κριτήριο των «ειδικών περιστάσεων» περιλάμβανε την έλλειψη περιουσίας ή την οικονομική ανικανότητα, παρέχει καθοδήγηση κατά την εξέταση αίτησης για παροχή ασφάλειας εξόδων στο πλαίσιο των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023.»
Από τα ως άνω, ουδόλως καθορίζεται ή εννοείται ότι οι εξουσίες του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο εξυπηρέτησης του πρωταρχικού σκοπού, επιτρέπουν την αλλοίωση των προνοιών των Κανονισμών και την προσθήκη σ’ αυτούς προνοιών που δεν υπάρχουν πλέον. Ο πρωταρχικός σκοπός δέον να εξυπηρετείται κατά την ενάσκηση των εξουσιών του Δικαστηρίου δυνάμει των Κανονισμών και την ερμηνεία αυτών (Μέρος 1.3). Ως είναι, τώρα, οι πρόνοιες των Κανονισμών, αίτηση για ασφάλεια εξόδων στο Εφετείο, δεν διέπεται από τη ρύθμιση που προβλεπόταν στην παλαιά Δ.35 Θ.2. Δεν υφίσταται η βάση των «ειδικών περιστάσεων» η οποία διαφοροποιείτο από τις πρόνοιες και προϋποθέσεις της παλαιάς Δ.60.
Επομένως, αίτηση για ασφάλεια εξόδων, ενώπιον του Εφετείου, διέπεται, πλέον, από τις πρόνοιες του Μέρους 26, προϋπόθεση για εφαρμογή της οποίας είναι ο ενάγων, και στην περίπτωση έφεσης, ο εφεσείων, να έχει τη συνήθη διαμονή του εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Κράτους Μέλους αυτής.»
Σχετική είναι και η υπόθεση Mucinic v. Sky Cac Limited κ.α., Πολιτική Έφεση Ε91/2019, ημερομηνίας 07.06.2024, με την οποία εξετάστηκε επί της ουσίας αίτηση, ενώπιον του Εφετείου, για παροχή ασφάλειας εξόδων, υπό το πνεύμα, προφανώς, της διάταξης του Μέρους 26.1 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023.
Έχουμε εξετάσει και αξιολογήσει όλους τους λόγους ένστασης. Κατ’ αρχάς, οφείλουμε να επισημάνουμε, όπως έχουμε πράξει και στις πρόσφατες υποθέσεις (βλέπε υπόθεση Tricor Ltd, υπό εκκαθάριση δια μέσω του εκκαθαριστή της Αθανάση Νεοφύτου v. Eurobank Cyprus Ltd, Πολιτική Έφεση 89/2023, ημερομηνίας 01.11.2024. Tricor Ltd, υπό εκκαθάριση δια μέσω του εκκαθαριστή της Αθανάση Νεοφύτου v. Eurobank Cyprus Ltd κ.α, Πολιτική Έφεση Αρ. 227/2023, ημερομηνίας 07.11.2024), πως το αντικείμενο της παρούσας Αίτησης είναι πολύ συγκεκριμένο, συνεπώς ανάλογη είναι και η επικέντρωση μας στις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την επιτυχία της. Αν αυτές οι προϋποθέσεις δεν πληρούνται το αποτέλεσμα θα είναι η αποτυχία της επίδικης Αίτησης.
Κατ’ ακολουθίαν, ο λόγος ένστασης 13, με τον οποίο προωθείται θέση που αφορά στην ουσία της έφεσης, απορρίπτεται ως άσχετος με την επίδικη Αίτηση. Ομοίως, για τον ίδιο λόγο, απορρίπτεται και ο λόγος ένστασης 19, ο οποίος αφορά στο Μέρος 39 και στον τρόπο που επιδικάζονται τα έξοδα, ωστόσο, εδώ τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας έχουν ήδη υπολογισθεί και εγκριθεί.
Προχωρώντας, επί της ουσίας της επίδικης Αίτησης, αναφορικά με το πρώτο αίτημα, ήτοι την καταβολή του ποσού των €11.269,00 πλέον Φ.Π.Α., και με τόκο από 13.11.2023 για τα επιδικασθέντα έξοδα, πρωτοδίκως, προς όφελος του Αιτητή, συμφωνούμε με τη θέση του συνηγόρου του Καθ’ ου η Αίτηση πως, όπως είναι διατυπωμένο το αίτημα, αυτό δεν συνάδει με παροχή ασφάλειας των πρωτοδίκων εξόδων, αλλά με πληρωμή τους εν είδη μέτρου εκτέλεσης, κάτι, όμως, που δεν προβλέπεται από τις πρόνοιες του Μέρους 26.1. Συνεπώς, οι λόγοι ένστασης 3, 10, 14, 15, 16 και 17, γίνονται αποδεκτοί και το αίτημα (α) αλλά και το (β) το οποίο είναι συνυφασμένο με το (α), απορρίπτονται.
Προχωρούμε, ως οφείλουμε, στην εξέταση των αιτημάτων (γ) και (δ) που αφορούν στην παροχή ασφάλειας των εξόδων της έφεσης, έχοντας κατά νου τους υπόλοιπους λόγους ένστασης.
Με τον λόγο ένστασης αρ. 6, προβάλλεται η θέση περί κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας, ή περιφρόνησης του Δικαστηρίου, εκ μέρους του Αιτητή. Έχουμε αξιολογήσει τη θέση, δεν εντοπίζουμε γεγονότα τα οποία να είναι ικανά να την στοιχειοθετήσουν. Ο Αιτητής εξασφάλισε δικαστική απόφαση προς όφελος του, μαζί με ακόμη δύο πρόσωπα, τους εφεσίβλητους 2 και 3, την οποία, από την πλευρά του, ο Καθ’ ου η Αίτηση δικαιούται να αμφισβητήσει, παράλληλα, όμως, και ο Αιτητής, από την πλευρά του, δικαιούται να ζητήσει, στο πλαίσιο της έφεσης, διάταγμα για παροχή ασφάλειας των εξόδων του. Είναι αδιάφορο αν θα πετύχει η Αίτηση του. Η διεκδίκηση ενός θεσμοθετημένου δικονομικού διαβήματος, και δικαιώματος, από μόνη της, δεν συνιστά κατάχρηση διαδικασίας, ούτε περιφρόνηση των δικαστικών διαδικασιών. Κρίνουμε, συνεπώς, αβάσιμο το λόγο ένστασης 6.
Αναφορικά με τον λόγο ένστασης 5, ο οποίος αφορά στον ισχυρισμό περί καθυστέρησης στην καταχώριση της επίδικης Αίτησης, παραπέμπουμε στα όσα σχετικά λέχθηκαν στην υπόθεση MUCINIC (ανωτέρω), τα οποία στηρίχθηκαν σε σχετική επί του θέματος νομολογία, και έχουν ως ακολούθως:
«Στην υπόθεση Μοναχή Μαρκέλλα κ.α. v. Αρχιμανδρίτη Σεβαστιανού Σταύρου κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 9/2016 ημερ. 29.01.2021, ECLI:CY:AD:2021:A28, ECLI:CY:AD:2021:A28, με αναφορά στην υπόθεση Genemp, ανωτέρω, λέχθηκε ότι ο χρόνος υποβολής της αίτησης είναι ένα πρόσθετο στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη και ότι δεν αποκλείεται η περίπτωση, όπου η καθυστέρηση του διαδίκου να αποταθεί εγκαίρως για ασφάλεια εξόδων, σε συσχετισμό με άλλους ενισχυτικούς παράγοντες, να οδηγήσει το Δικαστήριο στην απόρριψη του αιτήματος, βλ. επίσης, Union Des Cooperatives Agricoles De Cereales De Semences v. Apak Agro Industries Ltd κ.ά. (Αρ. 2) (1992) 1 ΑΑΔ 1170.
Στην παρούσα υπόθεση δεν διαπιστώνουμε άλλο ενισχυτικό παράγοντα που θα μπορούσε σε συσχετισμό με την όποια ισχυριζόμενη καθυστέρηση να οδηγήσει στην απόρριψη της αίτησης. Δεν διαπιστώνουμε επίσης ότι η καθυστέρηση αποστέρησε οποιοδήποτε δικαίωμα του Εφεσείοντα ή τον επηρέασε δυσμενώς. Δεν προκύπτει ως εκ τούτου οιαδήποτε καταπίεση στον εφεσείοντα που να δικαιολογεί απόρριψη της αίτησης λόγω καθυστέρησης η οποία εν πάση περιπτώσει έχει δικαιολογηθεί από τους εφεσίβλητους.»
Ομοίως, κρίνουμε ότι η καθυστέρηση η οποία υπήρξε, αφού θα μπορούσε να είχε καταχωριστεί η επίδικη Αίτηση νωρίτερα, δεν ήταν υπέρμετρη και ούτε εντοπίζουμε άλλο ενισχυτικό στοιχείο ή παράγοντα ο οποίος θα ήταν ικανός να οδηγήσει στην απόρριψη της επίδικης Αίτησης.
Κρίνουμε, συνεπώς, αβάσιμο και τον λόγο ένστασης αρ. 5.
Καμία ανεπάρκεια διαπιστώνουμε στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την επίδικη Αίτηση, αναφορικά με το υπόβαθρο γεγονότων που την υποστηρίζουν. Ο λόγος ένστασης 7 κρίνεται ανεδαφικός και αβάσιμος.
Όσον αφορά στο κατά πόσο η παρούσα έφεση είναι έκθετη σε απόρριψη, επειδή ο πυρήνας των λόγων έφεσης άπτεται της αξιολόγησης και αξιοπιστίας των μαρτύρων του Καθ’ ου η Αίτηση, έχουμε διεξέλθει τις θέσεις και τα εκατέρωθεν επιχειρήματα που προβάλλονται ,επί του υπό συζήτηση θέματος. Δεν αποφαινόμαστε επί της ουσίας της έφεσης και δεν θεωρούμε ότι αποκλείεται στο τέλος η έφεση του Καθ’ ου η Αίτηση να ευδοκιμήσει, ταυτόχρονα, όμως, δεν θεωρούμε ότι υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες αυτό να συμβεί. Ούτε και είναι επιτρεπτό να προβούμε σε οποιοδήποτε συμπέρασμα, στο παρόν στάδιο, αναφορικά με την ορθότητα της ερμηνείας που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο για τους όρους της επίδικης συμφωνίας. Συνεπώς, κρίνουμε αβάσιμο και τον λόγο ένστασης αρ. 8, με τον οποίο προωθούνται επιχειρήματα που αφορούν στην επιτυχία ή μη της έφεσης, με περιεχόμενο το οποίο δεν μας επιτρέπει να καταλήξουμε σε συμπέρασμα ότι βρισκόμαστε ενώπιον έφεσης με αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας ή αποτυχίας. Υποδεικνύουμε, άλλωστε, ότι εκτός από τα ζητήματα της αξιοπιστίας, που όντως το Εφετείο δεν επεμβαίνει παρά μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, εγείρονται και άλλα ζητήματα, ερμηνείας και εφαρμογής της επίδικης συμφωνίας, αλλά και νόμου. Στο ίδιο πνεύμα θεωρούμε ότι κινήθηκε μέχρι σήμερα η σχετική νομολογία (βλέπετε υπόθεση MUCINIC, ανωτέρω).
Συνοψίζοντας, σ’ ότι αφορά στο ζήτημα των πιθανοτήτων επιτυχίας ή μη της έφεσης, θεωρούμε ότι δεν βρισκόμαστε ενώπιον τέτοιων στοιχείων τα οποία θα ήταν επιτρεπτό να μας οδηγήσουν σε συμπέρασμα ότι η έφεση είναι προορισμένη για αποτυχία ή έχει σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας, ως είναι οι εκατέρωθεν θέσεις των δύο μερών. Το θέμα έχει, υπό τις περιστάσεις, ουδέτερη σημασία.
Οδεύοντας, περαιτέρω, στην εξέταση της επίδικης Αίτησης στο πλαίσιο της νομικής βάσης επί της οποίας αυτή εδράζεται, και δη στη βάση του Μέρους 26 1(1) των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023, διαπιστώνουμε ότι το εν λόγω Μέρος αντλεί τη θέσπιση του από το PART 25.12, 25.13 και 25.15 (στο PART 25.15 προνοείται ρητά η ασφάλεια εξόδων κατά την έφεση, με παραπομπή, όμως, στους ίδιους λόγους που προνοούνται για τα πρωτόδικα Δικαστήρια), των Αγγλικών Περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών, ως ισχύουν σήμερα, τα οποία βέβαια ρυθμίζουν επιπλέον περιπτώσεις. Ωστόσο, θεωρούμε ότι είναι επιτρεπτό να αντληθεί καθοδήγηση. Στους Αγγλικούς Κανονισμούς προνοείται ρητά ότι, πριν την έκδοση διατάγματος ασφάλειας εξόδων, λαμβάνονται υπόψη όλες οι περιστάσεις της υπόθεσης. Κάτι τέτοιο δεν προνοείται στο λεκτικό του Μέρους 26.1. Φρονούμε, όμως, πως πρόκειται για αυτονόητη παράμετρο την οποία οφείλουμε να αξιολογήσουμε. Στο σύγγραμμα The White Book Service 2021, CIVIL PROCEDURE, Volume 1, σελ. 915 και 929, προκύπτει, μέσα από σχετική επί του θέματος ανάλυση, πως σκοπός της ασφάλειας εξόδων είναι η αποφυγή αδικίας στον Αιτητή, υπό την έννοια ότι δεν θα πρέπει να βρεθεί εκτεθειμένος, ως προς τα έξοδα της έφεσης, αν αυτή αποτύχει, ωστόσο συνυπάρχει και η ανάγκη να μην προκληθεί αδικία στον Καθ’ ου η Αίτηση ο οποίος έχει αξιόλογη απαίτηση (αξιόλογη έφεση στην περίπτωση μας), ο οποίος θα αποτραπεί από την επιδίωξη ή τη διεκδίκηση της, αν απαιτηθεί από αυτόν να παράσχει ασφάλεια εξόδων. Επίσης, συνάγεται πως, εάν στοιχειοθετηθούν λόγοι για παροχή ασφάλειας εξόδων, εναπόκειται στον Καθ’ ου η Αίτηση (εφεσείοντα στην περίπτωση μας), να αποδείξει, με μαρτυρία, ότι το αποτέλεσμα τέτοιου διατάγματος θα είναι η κατάπνιξη (stifle) της απαίτησης ή, αναλόγως, της έφεσης του, δηλαδή η παρεμπόδιση της προώθησης της.
Έχοντας κατά νου τα προαναφερόμενα σχετικά νομολογηθέντα, σε συνυφασμό με το πραγματικό υπόβαθρο που ο Αιτητής έθεσε ενώπιον μας, κρίνουμε ότι αυτός έχει αποδείξει πως είναι δίκαιο, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, να διαταχθεί ο Καθ’ ου η Αίτηση να καταβάλει ασφάλεια για τα έξοδα της έφεσης. Ο Καθ’ ου η Αίτηση καταδικάστηκε πρωτοδίκως στο ποσό των €11.269,00 πλέον τόκους. Παρ’ ότι του ζητήθηκε, επανειλημμένα, να τα καταβάλει δεν ανταποκρίνεται, και ούτε προέβαλε κάποια λογική εξήγηση προς τούτο. Ο Αιτητής δικαιολογημένα ανησυχεί και θεωρεί πως αν αποτύχει η έφεση τότε αυτός θα παραμείνει εκτεθειμένος ως προς τα έξοδα της έφεσης. Προφανώς νομιμοποιείται να επιδιώξει την αποφυγή αδικίας σ’ αυτόν, αφού η ίδια αναμένεται να είναι η στάση του Καθ’ ου η Αίτηση. Το ακίνητο στην ελεύθερη Αμμόχωστο δεν είναι επ’ ονόματι του Καθ’ ου η Αίτηση και υπάρχουν επιβαρύνσεις για μεγάλα ποσά. Κοντολογίς, ο Αιτητής απέσεισε το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού του, με ικανή μαρτυρία, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση, ο οποίος είναι μόνιμος κάτοικος σε χώρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πολύ πιθανόν να μην καταβάλει τυχόν επιδικασθέντα εναντίον του έξοδα της έφεσης.
Καταληκτικά, κρίνουμε πως αποδείχθηκε, ενώπιον μας, ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος ο Αιτητής να υποστεί αδικία, αν απορριφθεί με έξοδα προς όφελος του η έφεση. Συνακόλουθα, κρίνουμε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος υπό τα αιτήματα (γ), (δ) και (ε), ως εκ τούτου, απορρίπτονται και οι λόγοι ένστασης αρ. 1, 2, 9, 11, 12, 20 και 21, οι οποίοι αφορούν στην ουσία της επίδικης Αίτησης.
Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την επίδικη Αίτηση δεν επισυνάπτεται ενδεικτικός κατάλογος, ως είναι η πρακτική, προκειμένου να έχει το Εφετείο ενώπιον του, ενδεικτικά, κάποια ποσά και να κρίνει το εύλογο του αιτούμενου ποσού, ενόψει και της θέσης που προβάλλεται, με τον λόγο ένστασης 18, περί του ότι το αιτούμενο ποσό είναι διογκωμένο.
Παρά την πιο πάνω παράλειψη, θεωρούμε ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε δίκαια το θέμα. Έχοντας κατά νου το ποσό, ως μέσο όρο, των εξόδων που επιδικάζονται από το Εφετείο στη βάση της κλίμακας της παρούσας έφεσης (ήτοι €100.000,00 - €500.000,00) που είναι το ποσό των €4.000,00, δεν θεωρούμε πως το ποσό των €2.500,00, που ζητείται, είναι εξογκωμένο. Αντίθετα, γίνεται αντιληπτό ότι θα δικαιολογούνταν και μεγαλύτερο ποσό, αν ζητούνταν με την Αίτηση, δεδομένου και του γεγονότος ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση θα καταδικασθεί και στα έξοδα της παρούσας Αίτησης, η οποία επιτυγχάνει, ακολουθώντας τον βασικό κανόνα για την επιδίκαση των εξόδων.
Συνακόλουθα, η αίτηση επιτυγχάνει ως προς τα αιτήματα (γ), (δ) και (ε) και η ένσταση απορρίπτεται, εκδίδονται τα ακόλουθα διατάγματα:
1. Διάταγμα με το οποίο ο εφεσείοντας - Καθ’ ου η Αίτηση διατάσσεται να παράσχει ασφάλεια για τα έξοδα του εφεσίβλητου 1 – Αιτητή, εντός 60 ημερών από σήμερα, για το ποσό των €2.500,00, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, δια της παράδοσης στην Πρωτοκολλητή του Εφετείου, είτε ανέκκλητης τραπεζιτικής εγγύησης από τράπεζα που εδρεύει στην Κύπρο ή τραπεζιτικής επιταγής για το εν λόγω ποσό, είτε σε μετρητά, προς όφελος του εφεσίβλητου 1 – Αιτητή.
2. Διάταγμα με το οποίο διατάσσεται η αναστολή κάθε διαδικασίας στην παρούσα έφεση έως ότου ο εφεσείοντας - Καθ’ ου η Αίτηση συμμορφωθεί με το προειρημένο διάταγμα ασφάλειας εξόδων.
3. Διάταγμα με το οποίο διατάσσεται όπως, σε περίπτωση που ο εφεσείοντας - Καθ’ ου η Αίτηση δεν συμμορφωθεί με το προειρημένο διάταγμα ασφάλειας εξόδων, η παρούσα έφεση θα θεωρείται απορριφθείσα αναφορικά με τον Αιτητή – εφεσίβλητο 1, με έξοδα προς όφελος του τελευταίου και εναντίον του εφεσείοντα – Καθ’ ου η Αίτηση.
Επιδικάζονται έξοδα της επίδικης Αίτησης, προς όφελος του Αιτητή – εφεσίβλητου 1 και εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση - εφεσείοντα, ύψους €2.400,00 πλέον Φ.Π.Α., πληρωτέα άμεσα.
Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο