
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.: 277/2018)
3 Σεπτεμβρίου 2025
[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/ΣΤΕΣ]
ANDREAS A. CONSTANTINOU & SONS LTD,
Εφεσείοντες,
v.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητοι.
________________________
Γ. Χριστοφίδης για Ορφανίδης, Χριστοφίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.
Α. Μαστίχη (κα) για Α. & Α. Κ. Αιμιλιανίδης, Κ. Κατσαρός & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους.
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την Τουμαζή, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.: Με την υπό κρίση έφεση, προσβάλλεται η ορθότητα της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερομηνίας 19.7.2018, με την οποία απερρίφθη η αγωγή των εφεσειόντων-εναγόντων (στο εξής εφεσείοντες). Με την αγωγή τους, οι εφεσείοντες αξίωναν την επιδίκαση ποσού ύψους €124.659,56 το οποίο, κατ’ ισχυρισμό, αντιπροσώπευε το, υπό των εφεσιβλήτων-εναγομένων (στο εξής εφεσίβλητοι), οφειλόμενο υπόλοιπο λογαριασμού. Με ανταπαίτηση, οι εφεσίβλητοι αξίωναν από τους εφεσείοντες το ποσό των €18.862,96. Με την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ημερομηνίας 19.7.2018, απερρίφθη και η ανταπαίτηση.
Θα προβούμε, κατ’ αρχάς, σε παράθεση του ιστορικού των γεγονότων της υπόθεσης, για καλύτερη κατανόηση των εγερθέντων ζητημάτων.
Οι εφεσίβλητοι, κατά τον Οκτώβριο του 2007, προκήρυξαν διαγωνισμό - προσφορά με αρ. 14/2007, με την οποία ζητούσαν την υποβολή προτάσεων για βιολογική τεχνολογία που να εμποδίζει τον σχηματισμό θειούχων ενώσεων στις αναερόβιες δεξαμενές του Σταθμού Επεξεργασίας Λυμάτων Μιας Μηλιάς και την εγκατάσταση της αναγκαίας υποδομής για έλεγχο και παρακολούθηση της προτεινόμενης τεχνολογίας, για περίοδο τεσσάρων μηνών (Τεκμήριο Α (1)). Ο αναμενόμενος σκοπός της εφαρμογής της πιο πάνω τεχνολογίας ήταν η απάλειψη ή η μείωση, σε ένα αποδεκτό επίπεδο, της δυσοσμίας των αναερόβιων δεξαμενών. Στο διαγωνισμό – προσφορά, οι εφεσίβλητοι ζητούσαν με τις προδιαγραφές με αριθμό 5, από τους προσφοροδότες, να τους αναφέρουν, μεταξύ άλλων, την αναμενόμενη αύξηση στην τιμή του οξειδοαναγωγικού δυναμικού (Redox Potential) που θα μπορούσε να επιτευχθεί στο νερό της εξόδου των αναερόβιων δεξαμενών.
Με βάση την προσφορά, όλοι οι προσφοροδότες είχαν δικαίωμα να κάνουν επιτόπια επίσκεψη στον χώρο των δεξαμενών. Οι εφεσείοντες, προέβησαν, στις 16.10.2007, σε επιτόπια επίσκεψη στον χώρο όπου βρίσκονταν οι δεξαμενές και στις 18.10.2007, απέστειλαν επιστολή στους εφεσίβλητους, με την οποία ζητούσαν κάποιες διευκρινίσεις. Με την ερώτηση με αριθμό 6, ζήτησαν διευκρινίσεις για το μέγεθος του Redox Potential στην έξοδο των αναερόβιων δεξαμενών (Τεκμήριο Α2). Με επιστολή ημερομηνίας 25.10.2007, οι εφεσίβλητοι απάντησαν ότι τέτοια στοιχεία δεν είχαν, γι’ αυτό και άλλαξαν τις προδιαγραφές με αριθμό 5 της προσφοράς και ζήτησαν το αναμενόμενο μέγεθος του Redox Potential στην έξοδο των αναερόβιων δεξαμενών, με την εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος. Παραθέτουμε αυτούσιο το σχετικό μέρος της επιστολής, ημερομηνίας 25.10.2007 (Τεκμήριο Α(3)):
«QUESTION 6
“Existing levels of Redox Potential (mv) at the outgoing of anaerobic lagoons are necessary”.
ANSWER 6
Existing levels of Redox Potential (mv) at the outgoing of anaerobic lagoons are not available.
Therefore, item 5 of the “Information to be provided by the ‘Tenderer” shall not require the indication of the increase of the Redox Potential expected compared to the existing levels. The Tenderers shall specify only the levels of Redox Potential to be achieved by the implementation of their proposal.»
Οι εφεσείοντες υπέβαλαν, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις των εφεσιβλήτων, την προσφορά τους, στις 2.11.2007 για το ποσό των ΛΚ33.692,00 (€57.567,00), πλέον Φ.Π.Α (Τεκμήριο Α(4)). Οι εφεσείοντες δεσμεύτηκαν στην προσφορά τους να πετύχουν το 50% της μείωσης των θειούχων ενώσεων, εντός ενός μηνός. Περαιτέρω, υπέδειξαν πως, λόγω του ότι τους ήταν άγνωστη η ποσότητα και το ύψος της λάσπης στον πυθμένα των δεξαμενών, δεν μπορούσαν να εγγυηθούν μεγαλύτερη μείωση. Υπέδειξαν, ακόμα, πως δεν είχαν δεδομένα για το Redox Potential και ότι με τη δική τους προτεινόμενη λύση, η επίπτωση στο Redox Potential θα ήταν περιορισμένη. Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα από την προσφορά (Τεκμήριο Α(4)):
«4. The expected reduction of total sulphites at the exit of anaerobic lagoons is 50% and the required time to achieve this reduction is approximately one month.
Higher reduction can not be guaranteed because we do not know the quantity and the hight of the sludge in the bottom of each anaerobic lagoon.
This sludge is the source of sulphites production and the higher the sludge level the longer the period is required for biological based technology to show results.
…………………………………………………………………………………………………….
5. Regarding Redox potential we have no data. You should understand the difference of mechanisms between Oxidizing Chemicals which must increase Redox potential in order to reduce growth of sulphate reducing bacteria and our mixed solution (Bio and Chemical). In this case the purpose of limited quantity of NO3 is to provide the necessary quantity of O2 for oxidation of H2S into SO4.
So with our bio solution, the impact on Redox Potential is limited.»
Οι εφεσίβλητοι, μετά τη λήξη της ημερομηνίας υποβολής των προσφορών, κατόπιν υπόδειξης των εφεσειόντων ότι η πραγματική ροή των λυμάτων στην είσοδο του σταθμού ήταν σημαντικά αυξημένη απ' ότι αρχικά είχαν υπολογίσει και/ή καθορίσει στα έγγραφα της προσφοράς, ζήτησαν από τους εφεσείοντες να υποβάλουν νέα προσφορά, με ημερήσια ροή λυμάτων 24.000 κυβικών μέτρων αντί 17.000 κυβικών μέτρων που είχε περιληφθεί αρχικά στους όρους και στα έγγραφα της προσφοράς.
Οι εφεσείοντες, στις 3.1.2008, λόγω της πιο πάνω διαπίστωσης για τη ροή των λυμάτων, υπέβαλαν αναθεωρημένη προσφορά για το συνολικό ποσό των €76.875,96, πλέον Φ.Π.Α. Οι εφεσίβλητοι, στις 31.1.2008, κατακύρωσαν την προσφορά στους εφεσείοντες, για το συνολικό ποσό των €76.875,96, πλέον Φ.Π.Α..
Μετά την παρέλευση ενός μηνός από την έναρξη υλοποίησης του προγράμματος, παρουσιάστηκε αύξηση αντί μείωση των ολικών θειούχων στις αναερόβιες δεξαμενές, γεγονός το οποίο προκάλεσε συζητήσεις και συναντήσεις μεταξύ των διαδίκων μερών, ως επίσης και νέες μετρήσεις.
Οι εφεσείοντες, σε συνεννόηση με τους προμηθευτές τους, ζήτησαν από τους εφεσίβλητους όπως προχωρήσουν σε άδειασμα μιας εκ των πέντε αναερόβιων δεξαμενών, ούτως ώστε να μετρηθεί το πραγματικό ύψος της λάσπης, εισήγηση την οποία οι εφεσίβλητοι αποδέκτηκαν.
Οι προμηθευτές των εφεσειόντων απέστειλαν στην Κύπρο γάλλο εμπειρογνώμονα, προς το σκοπό επίλυσης του προβλήματος. Ο γάλλος εμπειρογνώμονας Petrimaux ετοίμασε σχετική έκθεση, ημερομηνίας 21.4.2008 (Τεκμήριο Α(21)), την οποία οι εφεσείοντες απέστειλαν στους εφεσίβλητους. Ο Petrimaux προέβη σε ανάλυση της λάσπης της δεξαμενής αριθμός 3 και κατέληξε πως το κύριο πρόβλημα των υπό εξέταση αναερόβιων δεξαμενών ήταν το πολύ χαμηλό Redox Potential. Δεν συνέστησε τον καθαρισμό των δεξαμενών, σε εκείνο το στάδιο και ήτο της γνώμης πως ο καθαρισμός δεν ήτο πρόβλημα. Εισηγήθηκε την αφαίρεση της υφιστάμενης κρούστας (scum) από την επιφάνεια των δεξαμενών, την επιδιόρθωση των μηχανικών σχάρων στην είσοδο του σταθμού και την επανέναρξη της τετράμηνης εφαρμογής χημικών, που θα επέτρεπε στο οικοσύστημα να αναπτυχθεί. Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα από την έκθεση:
«Neozymes Biologicals does not recommend to clean out the lagoons for the moment. Sludge from the side of lagoon no3 corresponds to a stabilized sludge. The same test can be done on sludge samples from bottom collected with the kind of equipment before mentioned.
…………………………………………………………………………………………………….
CONCLUSION
The main issue of these lagoons is the reducing condition characterized by the very low Redox potential.
…………………………………………………………………………………………………….
RECOMMENDATIONS:
1- Remove skum
2- Repair the screening machine at the general inlet
3- The cleaning out of the lagoons does not seem to be a big problem for the moment.
4- Restart a 4 month treatment to allow a good rebuild of the ecosystem and its stabilization.»
Οι εφεσείοντες κατέθεσαν, επίσης, έκθεση του γάλλου εμπειρογνώμονα Chantry, ημερομηνίας 23.5.2008 (Δέσμη Τεκμήριο Α (27)). Ο Chantry, στην έκθεση του, κατέγραψε ότι το πιλοτικό πρόγραμμα δεν πέτυχε την προσδοκώμενη μείωση των θειούχων ενώσεων, λόγω μη αναμενόμενων καταστάσεων και συγκεκριμένα λόγω του ύψους της συσσωρευμένης λάσπης στον πυθμένα των δεξαμενών ύψους 2,3 μέτρα, ενώ είχε υπολογιστεί στο ένα μέτρο πριν τη δοκιμή, και αυτή, κατά τη θέση του, η επιπλέον ποσότητα, ήταν η κύρια πηγή δημιουργίας θειούχων, λόγω της διαφοράς στις μετρήσεις σε σχέση με τις θειούχες ενώσεις στην είσοδο των δεξαμενών και τέλος λόγω του χαμηλού Redox Potential.
Οι εφεσείοντες ισχυρίστηκαν, στην έκθεση απαίτησης τους, πως οι εφεσίβλητοι θα έπρεπε να τους είχαν καταβάλει το ποσό της προσφοράς, δηλαδή το ποσό των €76.875,96, καθώς και ποσό €63.815,15 το οποίο αντιπροσώπευε επιπρόσθετα προϊόντα, Φ.Π.Α, τόκο και έξοδα διαχείρισης λογαριασμού. Οι εφεσίβλητοι κατέβαλαν, στις 3.3.2008, έναντι του πιο πάνω ποσού, το ποσό των €28.490,93 και αρνήθηκαν να καταβάλουν οποιοδήποτε περαιτέρω ποσό.
Κατά την ακρόαση, για τους εφεσείοντες έδωσαν μαρτυρία οι, Ανδρέας Κωνσταντίνου, διευθυντής των εφεσειόντων (ΜΕ1), Παναγιώτης Μενοίκου, αγρονόμος και τοπογράφος μηχανικός (ΜΕ2), Χαρά Παπαστεφάνου, χημικός-διευθύντρια εργαστηρίου (ΜΕ3), Αριστοτέλης Κωνσταντίνου, χημικός μηχανικός, τεχνικός διευθυντής των εφεσειόντων (ΜΕ4) και Ανδρέας Γεωργίου, υπάλληλος των εφεσειόντων (ΜΕ5). Για τους εφεσίβλητους έδωσαν μαρτυρία οι Σάββας Χ’’ Νεοκλέους, αναπληρωτής γενικός διευθυντής στο Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας (ΜΥ1), Κωνσταντίνος Σοφοκλέους, χημικός στο Συμβούλιο (ΜΥ2) και ο Δρ. Ιωάννης Βυρίδης, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Κύπρου (ΜΥ3).
Οι εφεσείοντες υποστήριξαν, δια μέσω της προφορικής, αλλά και έγγραφης μαρτυρίας, πως τα στοιχεία που είχαν δοθεί από τους εφεσίβλητους ήσαν λανθασμένα και επηρέασαν ουσιωδώς την επιτυχή εφαρμογή του προγράμματος. Μεταξύ άλλων, υπέδειξαν ότι οι διαστάσεις των δεξαμενών, οι όγκοι της λάσπης, η ροή των λυμάτων, το βάθος των δεξαμενών, ο όγκος των δεξαμενών, το καθαρό ύψος των λυμάτων ήσαν λανθασμένα και οδήγησαν στην αποτυχία της εφαρμογής του προγράμματος και κατά συνέπεια, στη μη επιτυχία εντός του καθορισμένου χρόνου. Υπέδειξαν, επίσης, όπως ήταν παραδεκτό και από την άλλη πλευρά, ότι οι όροι της σύμβασης είχαν τροποποιηθεί σε σχέση με την ημερήσια ροή των λυμάτων που αναπροσαρμόστηκε στα 24.000 κυβικά μέτρα, αντί στα 17.000 κυβικά μέτρα. Υποστήριξαν ότι συμφωνήθηκε όπως εγκαταλειφθεί, από πλευράς των εφεσειόντων, η υποχρέωση υποβολής του αυξημένου επιπέδου Redox Potential. Παραδέκτηκαν ότι το χρονοδιάγραμμα στο οποίο είχαν δεσμευτεί, δηλαδή ένας μήνας για να πετύχουν το 50% της μείωσης των θειούχων ενώσεων, δεν είχε ικανοποιηθεί, αντέτειναν όμως ότι αυτό έγινε για λόγους που είχαν σχέση με το ύψος της λάσπης στις δεξαμενές, το οποίο τους ανάγκασε να ζητήσουν το άδειασμα της δεξαμενής αρ. 3, το οποίο αποδέχθηκαν οι εφεσίβλητοι, αφού προχώρησαν στο άδειασμα της. Από δε το άδειασμα της δεξαμενής αρ. 3, διαπιστώθηκε πως οι μετρήσεις που είχαν δοθεί σε σχέση με τον όγκο της λάσπης, αλλά και το ύψος της λάσπης, δεν ήταν ορθά, αλλά λανθασμένα. Συγκεκριμένα, ο ΜΕ1, στη γραπτή δήλωση του υποστήριξε πως οι λόγοι για τους οποίους δεν κατέστη δυνατό να επιφέρουν μείωση των θειούχων ενώσεων κατά 50% εντός της προκαθορισμένης, από τα έγγραφα προσφορών, προθεσμίας ήταν οι ακόλουθοι:
«(α) Τα επίπεδα της λάσπης στον πυθμένα των δεξαμενών με βάση τους όρους των προσφορών υπολογίστηκαν περίπου σε 100cm ενώ μετά το άδειασμα της δεξαμενής αρ.3 τα πραγματικά επίπεδα λάσπης ήταν 230cm.
(β) Η ολική επιφάνεια της κάθε δεξαμενής ήταν 8.100m2 αντί 4.671m2.
(γ) Τα επίπεδα Redox Potential στην είσοδο του Σταθμού υπολογίστηκαν σε -150mv ενώ τα πραγματικά επίπεδα ήταν υπερδιπλάσια -300mv.
(δ) Τα συμφωνηθέντα επίπεδα των ολικών θειούχων ενώσεων στην είσοδο του σταθμού ήταν 4.0 έως 6.0mg/I ενώ από μετρήσεις ανεξάρτητου χημείου ήταν πολλαπλάσια 15.0 έως και 25.00mg/I.
(ε) Οι μηχανικές εσχάρες (screening) στην είσοδο του Σταθμού δεν λειτουργούσαν τα τελευταία χρόνια. Αυτό διαπιστώθηκε μετά την έναρξη του πιλοτικού προγράμματος.
(στ) Η πραγματική ροή λυμάτων ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη από την υπολογισθείσα με την ογκομετρική μέθοδο.»
Οι εφεσίβλητοι ισχυρίστηκαν ότι κατέβαλαν το ποσό των €28.490,93 προς τους εφεσείοντες, έναντι του αρχικού ποσού της προσφοράς των εφεσειόντων το οποίο ανέρχετο στα €76.875,96 πλέον Φ.Π.Α., αχρεωστήτως, σε χρόνο που δεν είχε ακόμα διαφανεί ότι οι εφεσείοντες είχαν αποτύχει στη βασική τους υποχρέωση να μειώσουν κατά 50% τα θειούχα των αναερόβιων δεξαμενών, εντός ενός μηνός από την έναρξη του προγράμματος, για το οποίο κατακυρώθηκε η προσφορά. Ακόμα, ισχυρίστηκαν ότι σύμφωνα με την προσφορά και λόγω του ότι υπήρχε υπέρβαση πέραν του 25% από την εγγυημένη, από τους εφεσείοντες, συγκέντρωση συνολικών θειούχων κατά την εκροή από τις αναερόβιες δεξαμενές, εδικαιούντο να αποκόψουν, από την τιμή της προσφοράς των εφεσειόντων, το ίδιο ποσοστό όπως το ποσοστό με το οποίο η συνολική συγκέντρωση εκροής υπερέβαινε τη συγκέντρωση εκροής την οποία οι εφεσείοντες εγγυήθηκαν στον πίνακα προσφοράς τους. Ήταν η θέση των εφεσιβλήτων πως οι εφεσείοντες, όχι μόνο στην περίοδο του ενός μηνός από την έναρξη της εφαρμογής του προγράμματος που είχαν εγγυηθεί οι εφεσείοντες τη μείωση θειούχων δεν έγινε οποιαδήποτε μείωση, αλλά και ούτε κατά τη λήξη του τετράμηνου πιλοτικού προγράμματος, δεν είχαν κατορθώσει να μειώσουν κατά 50% των συνολικών θειούχων ενώσεων των αναερόβιων δεξαμενών, όπως εγγυήθηκαν. Αντιθέτως, υπήρξε κατά μέσο όρο, αύξηση των ολικών θειούχων ενώσεων. Οι εφεσίβλητοι, περαιτέρω, αρνήθηκαν ότι όφειλαν το ποσό των €63.815,15 προς τους εφεσείοντες και ισχυρίστηκαν πως στην προσφορά δεν προβλεπόταν ούτε τιμή επιπρόσθετων προϊόντων, ούτε Φ.Π.Α. επ' αυτών, ούτε τόκος και έξοδα διαχείρισης λογαριασμού. Οι εφεσίβλητοι, ισχυρίστηκαν, περαιτέρω, ότι από το ποσό των €28.490,93 που είχαν καταβάλει προς τους εφεσείοντες, ένα ποσό αφορούσε κόστος υποδομής. Με επιστολή τους, ζήτησαν από τους εφεσείοντες την επιστροφή του υπολοίπου ποσού, των €18.862,96 μετά την αφαίρεση του κόστους υποδομής, το οποίο οι εφεσείοντες δεν επέστρεψαν.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε την ενώπιον του μαρτυρία, έκρινε πως το πιλοτικό πρόγραμμα, το οποίο κατακυρώθηκε υπέρ των εφεσειόντων, με βάση το οποίο είχαν υποχρέωση να μειώσουν, κατά 50%, τα θειούχα των αναερόβιων δεξαμενών και που με βάση την προσφορά είχαν εγγυηθεί τη μείωση κατά 50% σε ένα μήνα από την έναρξη του προγράμματος, απέτυχε πλήρως, εξ υπαιτιότητας τους. Παραθέτουμε απόσπασμα από το σκεπτικό του Δικαστηρίου:
«Είναι παραδεκτό γεγονός ότι, μετά από την παρέλευση ενός μηνός από την έναρξη υλοποίησης του προγράμματος παρουσιάστηκε αύξηση αντί μείωση των ολικών θειούχων στις αναερόβιες δεξαμενές.
Μόνο αναφορικά με την αναερόβια δεξαμενή αρ.5 περιέχεται στο Τεκμήριο Α29, δηλαδή σε επιστολή ημερομηνίας 24/6/2008 (μετά από την λήξη του πιλοτικού προγράμματος) αναφορά στην μια και μόνη ανάλυση που έδειχνε ευνοϊκό αποτέλεσμα για την 12/6/2008 σε μια μόνο αναερόβια δεξαμενή δηλαδή την δεξαμενή αρ.5 λίγες μέρες πριν την λήξη του τετράμηνου πιλοτικού προγράμματος, τα αποτελέσματα βεβαίως αυτά της ανάλυσης ανετράπησαν.
Το θέμα του καθαρισμού του scum ούτε περιείχετο ούτε και είχε σχέση με την προκήρυξη της προσφοράς ή με την ίδια την προσφορά. Ούτε και ανεφέρθη από οιονδήποτε μέχρι την Έκθεση του Petrimaux ως κάτι το αναγκαίο. Η επιδιόρθωση της μηχανής καταγραφής επίσης δεν είχε αναφερθεί ούτε στην προκήρυξη της προσφοράς ούτε στην ίδια την προσφορά. Είναι γεγονός ότι ούτε το θέμα scum ούτε το θέμα της μηχανής αναφέρθηκαν προηγουμένως από τους Ενάγοντες. Ούτε και οι Ενάγοντες με την Έκθεση του Petrimaux ανέφεραν ότι αυτοί είναι οι συγκεκριμένοι λόγοι για τους οποίους δεν επετεύχθη η εγγυηθείσα απόδοση. Αντίθετα ο Petrimaux στην Έκθεσή του αναφέρει τον πραγματικό λόγο που δεν είχε επιτευχθεί η εγγυηθείσα απόδοση. Αυτός ο λόγος σύμφωνα με τον Petrimaux ήταν το Redox Potential. Ήταν ευθύνη αυτού που εφάρμοζε την τεχνολογία να γνώριζε το Redox Potential. Αυτή βεβαίως είναι η Ενάγουσα, η εταιρεία η οποία εφάρμοσε τη συγκεκριμένη τεχνολογία και βάσιζε την τεχνολογία στο Redox Potential, πριν αρχίσει έπρεπε να το μετρήσει. Αυτή είναι η γνώμη του εμπειρογνώμονα Βυρίδη. Τη στιγμή που η Εναγομένη δεν είχε τα μέσα και τη γνώση να το μετρήσει έπρεπε η ίδια η Ενάγουσα να το μετρήσει και να το μετρά κάθε μέρα και όχι μόνο να το υπολογίσει, καθ' ότι δεν υπολογίζεται, μετριέται.
Αναφορικά με την λάσπη, το γεγονός είναι ότι το πρόσωπο που οι Ενάγοντες έφεραν από τους προμηθευτές των Εναγόντων, δηλαδή ο Petrimaux, δεν θεωρούσε ότι υπήρχε πρόβλημα με την λάσπη 2 μήνες μετά την έναρξη του πιλοτικού προγράμματος. Ο Petrimaux δεν χαρακτήρισε την λάσπη ως πρόβλημα αφού ούτε καν έδωσε ως σύσταση τον καθαρισμό των αναερόβιων δεξαμενών από την λάσπη.
Ενόψει των πιο πάνω βρίσκω ότι το πιλοτικό πρόγραμμα το οποίο κατακυρώθηκε υπέρ των Εναγόντων με βάση το οποίο οι Ενάγοντες είχαν υποχρέωση να μειώσουν κατά 50% τα θειούχα των αναερόβιων δεξαμενών που με βάση την προσφορά είχαν εγγυηθεί, μάλιστα τη μείωση 50% σ' ένα μήνα από της ενάρξεως του προγράμματος για το οποίο κατεκυρώθη η προσφορά, απέτυχε πλήρως εξ υπαιτιότητος των Εναγόντων. Γι' αυτό το λόγο η απαίτηση των Εναγόντων θα απορριφθεί.»
Οι εφεσείοντες καταχώρησαν την υπό κρίση έφεση, προβάλλοντας οκτώ λόγους έφεσης. Διατείνονται πως το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε να απορρίψει την αγωγή των εφεσειόντων εξ υπαιτιότητας τους και ειδικότερα λανθασμένα ερμήνευσε τους όρους της συμφωνίας και/ή του προγράμματος (πρώτος λόγος), το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αξιολόγησε και/ή παρέλειψε να θεωρήσει και/ή λανθασμένα θεώρησε ότι οι διαστάσεις και/ή οι τιμές που είχαν δώσει οι εφεσίβλητοι ήταν ορθές και πως η απόκλιση τους δεν επηρέασε την επιτυχία και/ή ολοκλήρωση του προγράμματος και/ή της συμφωνίας (δεύτερος λόγος), το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν αξιολόγησε τη μαρτυρία του Μ.Ε.2 Παναγιώτη Μενοίκου και/ή λανθασμένα δεν αξιολόγησε τα έγγραφα και/ή τα ευρήματα του τα οποία είχε καταθέσει ενώπιον του Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να παραγνωριστεί εντελώς από την αιτιολογία της απόφασης γιατί οι εφεσείοντες είχαν παραπλανηθεί από τις λανθασμένες διαστάσεις που έδωσαν οι εφεσίβλητοι στην προκήρυξη της προσφοράς (τεκμήριο Α1) (τρίτος λόγος), το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν αξιολόγησε τη μαρτυρία της Μ.Ε.3 Χαράς Παπαστεφάνου και/ή λανθασμένα δεν αξιολόγησε τα έγγραφα και/ή τα ευρήματα του Χημείου, τα οποία είχε καταθέσει ενώπιον του Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να παραγνωριστεί εντελώς από την αιτιολογία της απόφασης γιατί οι εφεσείοντες πέτυχαν μερικώς τους στόχους του προγράμματος, αφού ελήφθησαν διορθωτικές κινήσεις (τέταρτος λόγος), το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η καθολική αποτυχία του προγράμματος οφειλόταν αποκλειστικά στην αποτυχία εκ μέρους του προσφοροδότη και των γάλλων εμπειρογνωμόνων αυτού να εκτιμήσουν ορθά και/ή να κάνουν τις μετρήσεις, ελλείψει διαθέσιμων στοιχείων από τους εφεσίβλητους προς τη διαπίστωση του μεγέθους του Redox Potential. Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα και/ή εσφαλμένα απέδωσε υπαιτιότητα στους εφεσείοντες για παράγοντες που ήταν εκτός των όρων της προσφοράς και/ή στοιχεία εκτός της σύμβασης (πέμπτος λόγος), το Δικαστήριο εσφαλμένα και λανθασμένα αξιολόγησε τη μαρτυρία του Μ.Υ.3 Δρ. Ιωάννη Βυρίδη, Διπλωματούχου Χημικού Μηχανικού και Επίκουρου Καθηγητή στο Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Περιβάλλοντος του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου, ως μαρτυρία εμπειρογνώμονα (έκτος λόγος), το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα έκρινε ότι η μαρτυρία των γάλλων εμπειρογνωμόνων Petrimaux και Chantry δεν έπρεπε να ληφθούν υπόψη, καθότι δεν αντεξετάστηκαν. Το Δικαστήριο παραγνώρισε ότι τα Τεκμήρια 20, 21 και 27 είχαν κατατεθεί εκ συμφώνου (έβδομος λόγος) και τέλος, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία των γάλλων εμπειρογνωμόνων και δη τα Τεκμήρια 20, 21 και 27 που κατατέθηκαν από κοινού, ως παραδεκτά έγγραφα και χωρίς οι εφεσίβλητοι να αμφισβητήσουν το περιεχόμενο τους ή να αντεξετάσουν τους εμπειρογνώμονες επί του περιεχομένου τους (όγδοος λόγος).
Ο πρώτος, δεύτερος και πέμπτος λόγος έφεσης θα εξεταστούν μαζί, λόγω της συνάφειας τους. Η θέση των εφεσειόντων περιστρέφεται γύρω από το επιχείρημα πως το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ότι η εκπλήρωση του προγράμματος βασιζόταν σε καθορισμένες τιμές και/ή πληροφορίες που είχαν δοθεί από τους εφεσίβλητους, για τις οποίες οι εφεσείοντες δεν είχαν τη δυνατότητα να μετρήσουν και/ή αξιολογήσουν, παρά μόνο κατά την εφαρμογή του προγράμματος, ότι τα χαρακτηριστικά και οι λεπτομέρειες που τους δόθηκαν για την υλοποίηση του προγράμματος ήταν λανθασμένα, και ότι εσφαλμένα τους απέδωσαν υπαιτιότητα για παράγοντες, όπως το Redox Potential, για το οποίο δεν τους δόθηκαν οι μετρήσεις. Μαζί με τους προαναφερόμενους λόγους έφεσης, κρίνουμε ότι είναι ευχερέστερο να εξεταστούν και οι λόγοι έφεσης έξι, επτά και οκτώ, οι οποίοι αφορούν την αξιολόγηση του ΜΥ3 Δρ. Βυρίδη και των εκθέσεων Petrimaux και Chantry. Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε πως, όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η αξιοπιστία των μαρτύρων και η αξιολόγηση τους είναι έργο των πρωτόδικων Δικαστηρίων (βλ. Χ’’Λουκάς κ.α. v. Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση, Αρ. 96/2016, ημερομηνίας 17.7.2024). Η όποια παρέμβαση του Εφετείου στην αξιολόγηση της μαρτυρίας δικαιολογείται μόνο όταν τα ευρήματα του Δικαστηρίου είναι εξ’ αντικειμένου ανυπόστατα ή παράλογα ή αυθαίρετα ή δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που έγινε αποδεκτή, ως αξιόπιστη. Η δε εκτίμηση της μαρτυρίας εμπειρογνώμονα δεν διαφέρει από την αντιμετώπιση άλλων μαρτύρων (βλ. Πιττάλης κ.ά. v. Ianeva Enterprises Ltd κ.ά. (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 814). Στην παρούσα υπόθεση σημειώνουμε πως ο ΜΥ3 έδωσε μαρτυρία με γραπτή κατάθεση και αντεξετάστηκε. Οι γάλλοι εμπειρογνώμονες Petrimaux και Chantry ετοίμασαν εκθέσεις οι οποίες κατατέθηκαν από τις δύο πλευρές από κοινού, «ως παραδεκτά μεταξύ τους τεκμήρια».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε το παραδεκτό γεγονός ότι μετά την παρέλευση του ενός μηνός από την έναρξη υλοποίησης του προγράμματος, παρουσιάστηκε αύξηση, αντί μείωση των ολικών θειούχων στις αναερόβιες δεξαμενές. Περαιτέρω, το Δικαστήριο, βασιζόμενο και στην παραδοχή του ΜΕ4, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αναμενόμενη μείωση των συνολικών θειούχων στην έξοδο των αναερόβιων δεξαμενών δεν επιτεύχθηκε ούτε στους τέσσερεις μήνες της διάρκειας του πιλοτικού προγράμματος και επομένως, σύμφωνα με το Δικαστήριο: «Το πρόβλημα που ανέλαβαν να λύσουν με την κατακύρωση της προσφοράς δεν λύθηκε ούτε μέσα στους τέσσερεις μήνες».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στη συνέχεια, σύγκρινε τη μαρτυρία του ΜΥ3 Δρ. Βυρίδη, όσο και την έκθεση του Petrimaux ο οποίος, όπως σημείωσε το Δικαστήριο, σε αντίθεση με τον Chantry, επισκέφθηκε τον χώρο των δεξαμενών, έλαβε υλικό για χημική εξέταση και περιηγήθηκε με βάρκα σε μια εκ των δεξαμενών. Ο ΜΥ3, διπλωματούχος χημικός μηχανικός με ειδίκευση στους αναερόβιους βιοαντιδραστήρες με εσωτερική μεμβράνη, στη γραπτή δήλωση του κατέθεσε πως «Η απουσία προηγούμενης γνώσης του πολύ χαμηλού μεγέθους της παραμέτρου Redox Potential της τάξης του -280mV και -340mV στα εισερχόμενα εντός των αναερόβιων δεξαμενών λύματα και στο περιβάλλον εντός αυτών, αντίστοιχα, ήταν ο πρωταρχικός λόγος για τη μηδενική καταπολέμηση των θειούχων ενώσεων γιατί η παράμετρος αυτή είναι σημαντική τόσο για την βιωσιμότητα και πολλαπλασιασμό, όσο και για την διατήρηση ενεργού πληθυσμού autotrophic denitrifying sulphur oxidizing bacteria που είχαν προστεθεί στις αναερόβιες λίμνες από τον προμηθευτή.
Η μη βιωσιμότητα των μικροοργανισμών και η αποτυχία απομάκρυνσης των οσμών ήταν δεδομένη από τη στιγμή που το οξειδοαναγωγικό δυναμικό (Redox Potential) δεν είχε μετρηθεί από την αρχή από τον προσφοροδότη τόσο στα λύματα όσο και σε διάφορα σημεία των αναερόβιων δεξαμενών (π.χ. στην επιφάνεια, στο μέσο και στον πυθμένα), ούτως ώστε να ληφθεί υπόψη για τη διαμόρφωση λειτουργικής πρότασης πιλοτικού προγράμματος.
Λόγω του πολύ χαμηλού Redox Potential, το αποτυχημένο αποτέλεσμα του πιλοτικού προγράμματος θα ήταν το ίδιο, ανεξάρτητα του συνολικού όγκου ή/και της επιφάνειας των αναερόβιων δεξαμενών».
Οι εφεσείοντες προέβαλαν πως εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι ο Μ.Υ.3 μπορούσε να κριθεί ως εμπειρογνώμονας, εφόσον σε κανένα στάδιο δεν κατέθεσε οποιαδήποτε μελέτη και ότι η γνώση του αποκτήθηκε από τα έγγραφα που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, ως παραδεκτά. Δεν θα συμφωνήσουμε με την εισήγηση των εφεσειόντων ότι εσφαλμένα ο ΜΥ3 αξιολογήθηκε ως εμπειρογνώμονας. Από εξέταση των πρακτικών, προκύπτει πως οι εφεσείοντες δεν αμφισβήτησαν τα προσόντα του ή την εμπειρογνωμοσύνη του επί του θέματος, αλλά επικρότησαν, κατά την αντεξέταση, το «πλούσιο βιογραφικό του». Ο ΜΥ3, στη μαρτυρία του, αιτιολόγησε και τεκμηρίωσε τη θέση του με επάρκεια, επεξηγώντας ότι μελέτησε τα έγγραφα του διαγωνισμού και την αλληλογραφία μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών και στη βάση της δικής του ακαδημαϊκής κατάρτισης, επιστημονικής εμπειρίας και έγκυρης διεθνούς βιβλιογραφίας, κατέληξε στα συμπεράσματα του. Επομένως, ορθά αντιμετωπίστηκε από το Δικαστήριο ως εμπειρογνώμονας. Η δε αναφορά του Δικαστηρίου ότι ο Μ.Υ.3 «είναι και ο μοναδικός εμπειρογνώμονας που κατέθεσε και αντεξετάσθη σε αντίθεση με τον Petrimaux και Chantry», κατά την κρίση μας λέχθηκε ως ένα πραγματικό γεγονός και σε κανένα σημείο της απόφασης δεν λέχθηκε πως τα συμπεράσματα των δύο γάλλων εμπειρογνωμόνων, ως αντικατοπτρίζοντο στις εκθέσεις τους δεν θα λαμβάνονταν υπόψη, επειδή δεν αντεξετάστηκαν. Αντιθέτως, ως διαφαίνεται από την απόφαση, τα συμπεράσματά τους τα οποία περιέχονται στα Τεκμήρια Α(20), Α(21) και Α(22) λήφθηκαν υπόψη.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη τη μαρτυρία των ΜΥ3 και Petrimoux ότι ο κύριος λόγος που δεν επιτεύχθηκε από τους εφεσείοντες η εγγυηθείσα απόδοση ήταν το χαμηλό Redox Potential. Εξάλλου, και ο Chantry θεώρησε ως λόγο αποτυχίας το χαμηλό Redox Potential, το οποίο συμπεριέλαβε, με άλλους, κατά τον ίδιο, λόγους. Παρόλο που οι εφεσίβλητοι πληροφόρησαν τους εφεσείοντες ότι δεν είχαν μετρήσει το Redox Potential, οι εφεσείοντες προχώρησαν στην υποβολή της προσφοράς, χωρίς να προβούν σε δικές τους μετρήσεις, παρόλο που αυτοί είχαν την ευθύνη και υποχρέωση να πετύχει το πιλοτικό πρόγραμμα το οποίο εγγυήθηκαν.
Εξάλλου, ο εμπειρογνώμονας Petrimoux, πουθενά στην έκθεσή του, την οποία κατέθεσαν οι εφεσείοντες, δεν ανέφερε ότι η μη επίτευξη του εγγυημένου στόχου οφείλετο σε λανθασμένες μετρήσεις των διαστάσεων και των όγκων των δεδομένων ή λόγω του ότι οι μηχανικές σχάρες (screening) στην είσοδο του σταθμού δεν λειτουργούσαν, αλλά, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, η κύρια αιτία μη επίτευξης του στόχου ήτο το χαμηλό Redox Potential.
Κρίνουμε πως δεν έχει καταδειχθεί οποιοσδήποτε λόγος παρέμβασης μας. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να αποδώσει υπαιτιότητα στους εφεσείοντες για την αποτυχία του προγράμματος, η οποία βασίστηκε στη συγκλίνουσα εμπειρογνωμοσύνη που προσκόμισαν και οι δύο πλευρές, ήταν εύλογη. Ούτε και έχει διαπιστωθεί λόγος που να δικαιολογεί την επέμβασή μας σε σχέση με την αξιολόγηση της πιο πάνω μαρτυρίας.
Ως εκ των ανωτέρω, ο πρώτος, δεύτερος, πέμπτος, έκτος, έβδομος και όγδοος λόγος έφεσης, απορρίπτονται.
Ο τρίτος και ο τέταρτος λόγος έφεσης θα εξεταστούν μαζί, λόγω του ότι και οι δύο αφορούν τη θέση ότι το Δικαστήριο παρέλειψε να αξιολογήσει συγκεκριμένους μάρτυρες. Ειδικότερα, με τον τρίτο λόγο έφεσης προβάλλεται πως λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε τη μαρτυρία του ΜΕ2 και τα έγγραφα που καταχώρισε ή δεν τα αντιπαρέβαλε με έγγραφα που κατέθεσαν οι εφεσίβλητοι. Ο ΜΕ2, αγρονόμος και τοπογράφος μηχανικός, αρμόδιος χωρομέτρης ανέφερε ότι με βάση δορυφορικές εικόνες και επιτόπια εξέταση, ετοίμασε έκθεση (Τεκμήριο Β), προς τον σκοπό επιβεβαίωσης των διαστάσεων των επίδικων δεξαμενών. Σύμφωνα με τη θέση του, οι δεξαμενές δεν είχαν εμβαδόν 69 Χ 69, μέτρηση που έδωσαν οι εφεσίβλητοι, η οποία είχε διαφορά 20 μέτρα με τη δική του μέτρηση των 89 Χ 89. Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία των δικηγόρων των εφεσειόντων στο περίγραμμα αγόρευσης, η μαρτυρία του ΜΕ2 ήταν σημαντική, διότι επιβεβαίωνε το λάθος των διαστάσεων που δόθηκαν. Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προβάλλεται πως λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε σε κανένα σημείο της απόφασης, τη μαρτυρία της ΜΕ3, χημικού, ούτε και την έκθεση αποτελεσμάτων του εργαστηρίου της (Τεκμήριο Α (28)). Η ΜΕ3 εξέτασε δείγματα λυμάτων του σταθμού επεξεργασίας λυμάτων Μιας Μηλιάς, με εντολέα για κάποιες μετρήσεις τους εφεσείοντες και για άλλες μετρήσεις τους εφεσίβλητους. (Τεκμήρια Α (28), Δ, E, Ζ (1)‑(8) και Η (1)‑(9)). Επεξήγησε τις αναλύσεις και τα αποτελέσματα και διευκρίνισε πως η ίδια δεν είχε οποιαδήποτε σχέση με τη δειγματοληψία.
Κατ’ αρχάς, θεωρούμε σκόπιμο να επαναλάβουμε τη νομολογιακή αρχή ότι η δικαστική απόφαση κρίνεται στο σύνολό της και όχι αποσπασματικά (Βλ. Kanika Hotels PLC v. Χρυσάνθου κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 309/2015, ημερομηνίας 11.1.2024). Επίσης, χρήσιμη αναφορά ως προς το πως πρέπει να αναλύεται η μαρτυρία μπορεί να αντληθεί από την απόφαση Ζερβός v. Hellenic Bank Public Company Ltd (2013) 2357, όπου λέχθηκαν τα εξής:
«Προδιαγραμμένη δομή δικαστικής απόφασης, δεν υπάρχει, ούτε και συγκεκριμένος τρόπος συγγραφής της. Η συγγραφή της δικαστικής απόφασης είναι ζήτημα το οποίο επαφίεται στην κρίση του Δικαστή (Ομήρου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 98 και Σωκράτους ν. Gruppo Editoriale Febbri ‑ Bompiani (1997) 1 Α.Α.Δ. 1204). Δεν είναι απαραίτητη η χρήση των όρων «αξιοπιστία» και «ευρήματα» (Γενικός Εισαγγελέας ν. Μαλιώτης (Αρ. 2) (1998) 2 Α.Α.Δ. 167), ούτε και επιβάλλεται η επανάληψη του συνόλου της μαρτυρίας ή η αναφορά σε κάθε πτυχή της, ενώ αχρείαστες λεπτομέρειες και επαναλήψεις πρέπει να αποφεύγονται (Πολάτογλου ν. Μασούρα (2004) 1 Α.Α.Δ. 150). Η ανάλυση της μαρτυρίας πρέπει να εστιάζεται σε εκείνα τα θέματα που έχουν άμεση σχέση με τα επίδικα θέματα, τα οποία πρέπει να προσδιορίζονται στις σωστές τους διαστάσεις και να επιλύονται πάνω σε αιτιολογημένη βάση (Κρητικού ν. Π. Γ. Παυλίδης Enterprises Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ. 969). Το τι βέβαια αποτελεί δέουσα αιτιολογία, εξαρτάται από τα περιστατικά και τη φύση της υπόθεσης.»
Παραπέμπουμε, επίσης, στην Κρητικού v. Π.Γ. Παυλίδης Enterprises Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ. 969, όπου λέχθηκαν τα εξής:
«Η διαμόρφωση και η έκταση της αιτιολογίας διαφέρει ανάλογα με το περιεχόμενο και από τη φύση της μαρτυρίας που παρουσιάζεται. (Ανδρέου ν. Χριστοφόρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 828 και Λάρκος ν. Κατσιαρή (2000) 1 Α.Α.Δ. 1694). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αιτιολογία μιας δικαστικής απόφασης δεν επιβάλλει τη λεπτομερή παράθεση, ανάλυση και αξιολόγηση όλων των διαφορών που επισημαίνονται στις μαρτυρίες των διαφόρων μαρτύρων. Η ανάλυση της μαρτυρίας εστιάζεται σε εκείνα τα θέματα που έχουν άμεση σχέση με τα επίδικα θέματα.»
Στην υπό κρίση περίπτωση, κρίνοντας την απόφαση στην ολότητά της, διαπιστώνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε σύνοψη της μαρτυρίας των μαρτύρων και των δύο πλευρών, συμπεριλαμβανομένου και των ΜΕ2 και ΜΕ3 και εστίασε στη μαρτυρία όπου είχε άμεση σχέση με τους λόγους της αποτυχίας του πιλοτικού προγράμματος των εφεσειόντων, που όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες και των δύο πλευρών, αιτία ήτο το χαμηλό Redox Potential, και όχι οι διαστάσεις των δεξαμενών (μαρτυρία ΜΕ2) ή, οι μετρήσεις των λυμάτων από την ΜΕ3, που δεν αφορούσαν το Redox Potential. Επομένως, δεν προκύπτει οποιοδήποτε κενό που να καθιστά τρωτή την πρωτόδικη κρίση, επιτρέποντας την παρέμβαση μας.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, οι λόγοι έφεσης τρία και τέσσερα απορρίπτονται.
Συνακόλουθα, η έφεση απορρίπτεται. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.
Επιδικάζονται υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων €2.400 έξοδα έφεσης, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.
Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο