
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Αίτηση Αρ.: 8/2025)
17 Σεπτεμβρίου, 2025
[Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ‑ΜΕΣΣΙΟΥ, Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ’ ης η Αίτηση.
__________________________
Αίτηση για παράταση του χρόνου για καταχώρηση έφεσης ημερομηνίας 20.6.2025
Χ. Πουτζιουρής, για τον Αιτητή.
Ε. Κληρίδου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η Αίτηση.
ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.: Με απόφαση του Κακουργιοδικείου Λάρνακας, ημερομηνίας 20.3.2025, ο αιτητής κρίθηκε ένοχος σε τέσσερεις κατηγορίες που αφορούσαν προμήθεια από άλλο πρόσωπο, κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο και προμήθεια τριών κιλών κάνναβης. Στις 11.4.2025, το Κακουργιοδικείο Λάρνακας επέβαλε στον αιτητή συντρέχουσες ποινές 7 ετών σε δύο από τις κατηγορίες και 3 ετών σε άλλη.
Με την παρούσα αίτησή του, η οποία καταχωρήθηκε στις 20.6.2025, ο αιτητής ζητά την έκδοση διατάγματος με το οποίο να παρατείνεται ο χρόνος καταχώρησης έφεσης εναντίον της ως άνω καταδίκης και ποινής που του επιβλήθηκε, για περίοδο 7 ημερών. Βάση για την αίτηση αποτελεί το Άρθρο 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Σημειώνεται ότι, με σχετική δήλωση από πλευράς αιτητή, η αίτησή του περιορίστηκε σε καταχώρηση έφεσης κατά της ποινής μόνο.
Ο αιτητής, στην ένορκή του δήλωση προς υποστήριξη της αίτησής του, αναφέρει ότι όταν μεταφέρθηκε στις Κεντρικές Φυλακές, ζήτησε να κάνει έφεση ο ίδιος, όμως, παρόλο που ζητούσε, δεν κατάφερε να δει κάποιον υπεύθυνο για να τον βοηθήσει να γράψει την έφεσή του. Ως εξηγεί, όταν κατάφερε να δει κάποιον, του είπε ότι πέρασε η προθεσμία και θα έπρεπε να κάνει αίτηση για να του δώσει, το Δικαστήριο, άδεια παράτασης. Περιγράφει, ο αιτητής, περαιτέρω, την προσπάθειά του να βρει δικηγόρο. Στην ένορκη δήλωσή του, ο αιτητής αναφέρεται σε λεχθέντα του προηγούμενου δικηγόρου του όσον αφορά θέματα, τόσο ως προς την καταδίκη του, όσο και ως προς την ποινή που του επιβλήθηκε, τα οποία είναι δίκαιο να μπορέσει να θέσει ενώπιον του Εφετείου.
Από την πλευρά της, η καθ’ ης η αίτηση φέρει ένσταση στην έκδοση του αιτούμενου διατάγματος στη βάση επτά λόγων, ως αυτοί παρατίθενται στο σώμα της ένστασης. Προβάλλεται, κατ' ουσίαν, το αβάσιμο και αδικαιολόγητο της αίτησης και η παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος, τα οποία παραβιάζουν την ανάγκη για τελεσιδικία. Παράλληλα, τίθεται ότι δεν αποκαλύπτεται καλός λόγος ή εξαιρετικές περιστάσεις για ικανοποίηση της αίτησης, ούτε ευσταθούν τα όσα προβάλλονται με την αίτηση.
Στην ένορκη δήλωση λειτουργού των Κεντρικών Φυλακών με καθήκοντα Υπεύθυνου Λειτουργού του Γραφείου Παραλαβών και Απολύσεων, απορρίπτονται οι ισχυρισμοί του αιτητή. Αναφέρεται, σχετικά, ότι ο αιτητής ζήτησε από τον υπεύθυνο αξιωματικό της πτέρυγάς του να καταχωρήσει έφεση κατά της καταδίκης και της ποινής που του επιβλήθηκε. Αυτό έγινε με αίτησή του, ημερομηνίας 23.4.2025. Την ίδια ημέρα ο αιτητής έγραψε τους λόγους έφεσης και υπέγραψε το σχετικό έντυπο. Σχετική ειδοποίηση αποστάληκε στο Ποινικό Εφετείο. Την ίδια μέρα, το έντυπο επιστράφηκε καθ' ότι η έφεση ήταν εκπρόθεσμη και γι' αυτό ο αιτητής ενημερώθηκε από τον υπεύθυνο αξιωματικό της πτέρυγάς του. Μετέπειτα, ο αιτητής δεν αποτάθηκε σε οποιονδήποτε λειτουργό προκειμένου να τον βοηθήσουν με την αίτηση παράτασης χρόνου για καταχώρηση έφεσης. Καθημερινά, επί εικοσιτετραώρου βάσης, οι Κεντρικές Φυλακές λειτουργούν με προσωπικό σε κάθε πτέρυγα.
Στην ΝΙΚΟΛΑΟΥ v. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ, Ποινική Αίτηση Αρ. 7/25, ημερομηνίας 17.7.2025, συνοψίστηκαν οι νομολογιακές αρχές που αφορούν το υπό κρίση θέμα. Λέχθηκε, συναφώς:
«Οι αρχές με βάση τις οποίες κρίνονται αιτήματα για παράταση του χρόνου καταχώρισης ειδοποίησης έφεσης καταγράφονται στο πιο κάτω απόσπασμα από την Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Αίτ. 8/24, ημερ. 29.10.2024:
«Αρχής γενομένης από την υπόθεση Αγαπίου κ.ά. v. Σαλάτα, Ποιν. Αίτ. 11/2022, ημερ. 20.12.23, είχαμε την ευκαιρία σε σειρά παρόμοιων αιτήσεων να αναφερθούμε στις εφαρμοζόμενες σχετικές αρχές, οι οποίες θεωρούμε ότι συνοψίζονται επαρκέστατα στην υπόθεση Rolandos Enterprises Public Ltd κ.ά. v. Frou Frou Investments Ltd, Ποιν. Αίτ. 5/20, ημερ. 3.2.21 ως εξής:
"Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να παρατείνει το χρόνο καταχώρισης έφεσης δυνάμει του άρθρου 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, ασκείται κατόπιν απόδειξης «βάσιμου λόγου» στη βάση των γεγονότων της κάθε υπόθεσης και συναρτάται με τα συμφέροντα της δικαιοσύνης. Θεωρούμε χρήσιμο να υπομνήσουμε τη βασική νομολογιακή αρχή ότι παράταση δίδεται όταν συντρέχει ουσιαστική αδυναμία του εφεσείοντα να ενεργήσει έγκαιρα και ορθά για την καταχώριση έφεσης (βλ. Komurgu & Άλλος ν Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 83), τα χρονικά δε πλαίσια που θέτει ο νομοθέτης για τη λήψη δικονομικών μέτρων είναι σημαντικά και σχετίζονται με το δημόσιο συμφέρον που συνυπάρχει στην τελεσιδικία και στο τελέσφορο της διαδικασίας".
Οι σχετικές αρχές επαναλήφθηκαν πρόσφατα από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση LGS HANDLING LTD, Ποιν. Αιτ. 22/2018, ημερ. 22 Φεβρουαρίου 2019, ECLI:CY:AD:2019:B125, ECLI:CY:AD:2019:B125, στην οποία λέχθηκε ότι:
"...η προεξάρχουσα αρχή που λαμβάνεται υπόψη είναι η ανάγκη για τελεσιδικία χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για τη χορήγηση παράτασης χρόνου ασκείται με φειδώ και λαμβάνει υπόψη τους λόγους αδυναμίας έγκαιρης καταχώρησης της έφεσης, τόσο κατά το χρόνο εντός του οποίου έπρεπε αυτή να είχε καταχωρηθεί, όσο και κατά τη διάρκεια της περιόδου από την εκπνοή της προθεσμίας, μέχρι την καταχώρηση της αίτησης για παράταση, (Delincyp Company Ltd v. Wogang κ.ά. Ποινική Αίτηση υπ' αρ. 10/2018, ημερ. 15.10.2018). Η αδυναμία καταχώρησης πρέπει να είναι ουσιαστική και πρέπει να εμπίπτει εντός του εξαιρετικού εκείνου μέτρου το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντισταθμίζον την ανάγκη για τελεσιδικία, (Δημοκρατία ν. Γεωργίου Ποινική Αίτηση αρ. 9/2015, ημερ. 26.1.2016 και Λουκαΐδης ν. Αστυνομικής Διεύθυνσης Λευκωσίας, Ποινική Αίτηση αρ. 15/2017, ημερ. 13.3.2018, ECLI:CY:AD:2018:B107, ECLI:CY:AD:2018:B107)".
Αν οι συνθήκες της υπόθεσης το δικαιολογούν, το δικαστήριο μπορεί, χαλαρώνοντας τον κανόνα, να δεχθεί το αίτημα για παράταση (Ηλιάδη ν Δήμου Λάρνακας (1996) 2 ΑΑΔ 236).
Τονίζουμε περαιτέρω ότι, ως έχει επεξηγηθεί στην υπόθεση Χρυσικού v. Δήμου Λάρνακας, Ποιν. Αίτ. 14/17, ημερ. 15.1.18, η έννοια του «καλού λόγου» έχει τη σημασία της παροχής επαρκούς και πειστικής αιτιολογίας για αδυναμία ενέργειας και όχι απλής δυσκολίας».
Για δε την αδυναμία η οποία αφορά τη μη καταχώριση έφεσης θα πρέπει να καταδεικνύεται ότι επέδρασε ουσιωδώς καθόλη τη διάρκεια του κρίσιμου χρόνου ως παράγων ανασταλτικός στην άσκηση έφεσης (Naydenov v. Δημοκρατίας (2015) 2(Β) Α.Α.Δ. 607).»
Έχουμε την άποψη ότι τα όσα τέθηκαν από μέρους του αιτητή δεν φανερώνουν αδυναμία ως προς την έγκαιρη καταχώρηση έφεσης. Τα όσα αναφέρονται σχετικά με δυσκολία ανεύρεσης προσώπου να τον βοηθήσει ανατρέπονται από τα όσα προβάλλονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση τόσο ως προς τις ενέργειες του αιτητή όσο και ως προς την ύπαρξη προσωπικού στο οποίο ο αιτητής μπορούσε να αποταθεί. Δεν αμφισβητήθηκαν οι εν λόγω ισχυρισμοί.
Περαιτέρω, σύγχυση προκαλείται και από το ότι, ενώ ο αιτητής είχε την άποψη του προηγούμενου δικηγόρου του ως προς την καταδίκη και την ποινή, σε σχέση με έφεση, εντούτοις ο αιτητής δεν αναζήτησε τη βοήθεια του ή δεν εξηγεί το γεγονός αυτής της μη αναζήτησης βοήθειας, ώστε να καταχωρούσε εγκαίρως την έφεσή του. Ενώ δε, αρχικά αναφέρει ότι ζήτησε να κάνει την έφεσή του ο ίδιος προσωπικά, τελικώς αναφέρει ότι δεν μπορούσε να γράψει την έφεση ή να αιτηθεί παράταση του χρόνου χωρίς τη βοήθεια δικηγόρου.
Διαπιστώνεται, από τα ενώπιόν μας στοιχεία, ότι ο αιτητής επιχείρησε να καταχωρήσει έφεση εναντίον της καταδίκης και ποινής που του επιβλήθηκε δύο μέρες μετά τη λήξη της προθεσμίας για καταχώρηση έφεσης. Παρά δε το ότι ενημερώθηκε για την ευχέρεια καταχώρησης αίτησης για παράταση του σχετικού χρόνου, αυτό έγινε μετά πάροδο σχεδόν δύο μηνών. Ούτε για την παρέλευση του χρόνου της προβλεπόμενης προθεσμίας για καταχώρηση έφεσης, ούτε για το μεταγενέστερο χρονικό διάστημα μέχρι την καταχώρηση της παρούσας αίτησης, δόθηκαν ικανοποιητικές εξηγήσεις οι οποίες να ανάγονται σε αδυναμία ενέργειας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον αιτητή μας παρέπεμψε στις ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ v. ΠΕΤΑΗ, Ποινική Αίτηση Αρ. 7/24, ημερομηνίας 2.8.2024 και ΤΣΙΒΙΚΟΣ v. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΑΣΩΝ, Ποινική Αίτηση Αρ. 6/25, ημερομηνίας 31.7.2025, όμως οι ιδιαίτερες συνθήκες αυτών τις καθιστούν εντελώς διαφορετικές από την παρούσα περίπτωση.
Συνεπώς, καταλήγουμε ότι τα όσα έχουν τεθεί από πλευράς αιτητή δεν μπορούν να δικαιολογήσουν το αίτημα, ώστε να αντισταθμίζεται η ανάγκη για τελεσιδικία και οριστικότητα των πρωτόδικων αποφάσεων, ως αναλύεται στην πάγια σχετική νομολογία.
Συνακόλουθα, η αίτηση απορρίπτεται. Δεδομένου ότι ο αιτητής εκτίει ποινή φυλάκισης και τελεί υπό καθεστώς νομικής αρωγής, δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ‑ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.
Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο