ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ.: 258/2025)
15 Οκτωβρίου 2025
[Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
G.A.B.,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_____________________
Κ. Π. Χριστοδουλίδης, για Εφεσείοντα.
Σ. Πίπη (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για Εφεσίβλητη.
Εφεσείων παρών
Παρούσα η κα Σιμώνη Αγκαστινιώτη ως κηδεμόνας του ανηλίκου - εφεσείοντα
ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Χριστοδουλίδου-Μέσσιου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Αυθημερόν)
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.: Στα πλαίσια της ποινικής υπόθεσης 10299/25, Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας παρέπεμψε τους πέντε κατηγορούμενους σε απευθείας δίκη ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου που συνεδριάζει στη Λάρνακα, στις 29/10/2025 και ώρα 8.45π.μ.
Τα αδικήματα που αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι 1, 2, 3 και 5 περιλαμβάνουν συνομωσία για φόνο, συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος, απόπειρα φόνου, εμπρησμό, κατοχή και μεταφορά πυροβόλου όπλου κατηγορίας Α χωρίς άδεια κατοχής, κατοχή και μεταφορά εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια και κλεπταποδοχή. Ο κατηγορούμενος 4 - εφεσείοντας αντιμετωπίζει δύο κατηγορίες και συγκεκριμένα συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος, ειδικότερα το κακούργημα του εμπρησμού στα υποστατικά συγκεκριμένης εταιρείας, και κλεπταποδοχή, αναφορικά με δύο οχήματα.
Η διαδικασία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου διεξήχθηκε κεκλεισμένων των θυρών γιατί οι κατηγορούμενοι 4 και 5 είναι ανήλικα πρόσωπα για τους οποίους εξασφαλίστηκε και η παρουσία κηδεμόνα του Γραφείου Ευημερίας εντός της αίθουσας του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Σημειώνουμε ότι και ενώπιον μας ήταν παρούσα αρμόδια κηδεμονευτική λειτουργός του Γραφείου Ευημερίας.
Με το δεδομένο ότι οι κατηγορούμενοι 4 και 5 είναι ανήλικοι, οι οποίοι συγκατηγορούνται με ενήλικες, ορθά η υπόθεση τέθηκε ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου και ακολούθως παραπέμφθηκε στο Μόνιμο Κακουργιοδικείο που συνεδριάζει στη Λάρνακα, κατ’ εφαρμογή του Άρθρου 66(1) του Περί Παιδιών σε Σύγκρουση με τον Νόμο Ν.55(Ι)/2021 (εν τοις εφεξής «ο Νόμος»).
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ζητήθηκε η κράτηση και των πέντε κατηγορουμένων μέχρι την ημερομηνία που αυτοί θα παρουσιαστούν ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά που άκουσε τις ενστάσεις που προβλήθηκαν από τους συνηγόρους τους, αποφάσισε την κράτηση όλων των κατηγορουμένων.
Ενδιαφέρει, για σκοπούς της παρούσας απόφασης, η απόφαση του Δικαστηρίου για κράτηση του κατηγορούμενου 4 – εφεσείοντα, ο οποίος, επαναλαμβάνουμε, είναι ανήλικος.
Η διαταγή του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναφορικά με τον εφεσείοντα, βασίστηκε στον κίνδυνο επαναδιάπραξης αδικημάτων και διατάχθηκε ο περιορισμός του σε ειδικά διαμορφωμένα χώρο κράτησης ανηλίκων μέχρι τις 29/10/2025 και ώρα 8.45π.μ. Έγινε, επίσης, πρόνοια όπως, τόσο κατά τον περιορισμό του, αλλά και κατά τη μεταφορά του προς και από το Δικαστήριο, διασφαλιστούν τα δικαιώματα του που απορρέουν από τον Νόμο.
Ο συνήγορος του κατηγορουμένου 4 – εφεσείοντα, αμφισβητεί την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με πέντε λόγους έφεσης. Οι λόγοι έφεσης 1, 2, 3 και 4 είναι συναφείς και πραγματεύονται την ερμηνεία του όρου «χώρος κράτησης παιδιών» ως αυτός αναφέρεται στο Άρθρο 2 του Νόμου για σκοπούς εξέτασης αιτήματος για έκδοση διατάγματος κράτησης ανηλίκου προσώπου, όπως είναι ο εφεσείοντας, για σκοπούς του Άρθρου 13 του Νόμου.
Είναι η θέση του συνηγόρου του εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, αυθαίρετα αποφάσισε ότι υπάρχει χώρος κράτησης παιδιών σύμφωνα με την έννοια του Άρθρου 2 του Νόμου χωρίς να τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του που να καταδεικνύει την ύπαρξη τέτοιου χώρου και εσφαλμένα και παράνομα αποφάσισε την κράτηση του εφεσείοντα.
Προβάλλεται, επίσης, ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε τα σχετικά άρθρα του Νόμου αναφορικά με τις αρχές που διέπουν την προφυλάκιση ανηλίκου προσώπου εκκρεμούσης της δίκης του και ότι εσφαλμένα έκρινε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για κράτηση του εφεσείοντα.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα ανέπτυξε ενώπιον μας με επάρκεια τους λόγους έφεσης και έχουμε ακούσει με προσοχή και λάβει υπόψη μας όλα όσα έχει αναφέρει. Έχουμε, επίσης, διαβάσει την αγόρευση που έθεσε ενώπιον μας η εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, την οποία και υιοθέτησε.
Λόγω συνάφειας των πρώτων τεσσάρων λόγων έφεσης, αυτοί θα εξεταστούν μαζί.
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο λόγος για τον οποίο ζητήθηκε η κράτηση του εφεσείοντα ήταν ο κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων. Τέθηκαν σχετικά, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου στοιχεία ότι ο εφεσείοντας αντιμετωπίζει άλλες τρεις ποινικές υποθέσεις, δύο ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου και μία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, οι οποίες αφορούν, παρεμφερή, όπως τα χαρακτήρισε το πρωτόδικο Δικαστήριο, αδικήματα, δηλαδή συνομωσία προς διάπραξη πλημμελήματος, μεταφορά επιθετικού όπλου ή οργάνου, επίθεση, απαίτηση περιουσίας δια απειλών, απειλή σε τρία διαφορετικά πρόσωπα, οπλοφορία προς διέγερση τρόμου, παρέμβαση σε δικαστική διαδικασία και κάλυψη προσώπου με προσωπίδα με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος. Σημειώνουμε εδώ ότι, όπως θα διαφανεί και πιο κάτω, η μία από τις υποθέσεις που αντιμετωπίζει ο εφεσείοντας αφορά συναφή αδικήματα με αυτά της παρούσας υπόθεσης. Υπενθυμίζουμε ότι, στην παρούσα υπόθεση, οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος είναι συνομωσία προς διάπραξη του κακουργήματος του εμπρησμού και κλεπταποδοχή.
Είναι η θέση του συνηγόρου του εφεσείοντα, θέση η οποία τέθηκε και ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι με βάση το μαρτυρικό υλικό δεν υπήρχε πιθανότητα καταδίκης του εφεσείοντα, λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο ικανοποιήθηκε ότι υπάρχει πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων από τον εφεσείοντα εκτός εάν αυτός τεθεί υπό περιορισμό, αλλά και ότι δεν υπάρχει κατάλληλος χώρος κράτησης για ανηλίκους, όπως επιβάλλει το Άρθρο 83 του Νόμου.
Κρίνουμε ορθό όπως παραθέσουμε τη σχετική νομοθετική πρόνοια που θα μας απασχολήσει.
«83.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου και τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η προφυλάκιση παιδιού επιτρέπεται ως έσχατο μέτρο.
(2) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο Παιδιών, κατά την εκδίκαση οποιασδήποτε υπόθεσης ενώπιόν του, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα του αδικήματος κρίνει ότι είναι απαραίτητος ο περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας παιδιού σε σύγκρουση με τον νόμο, ώστε να αποφευχθεί η διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος, ή για σκοπούς διευκόλυνσης των ανακρίσεων ή για να αποφευχθεί ο κίνδυνος απόκρυψης στοιχείων ή διακινδύνευσης της ασφάλειας του παιδιού ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου και αφού λάβει υπόψη του την ηλικία και ατομική κατάσταση του παιδιού, καθώς και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της περίπτωσης, δύναται να διατάσσει τον περιορισμό παιδιού σε χώρο κράτησης παιδιών ως έσχατο μέτρο.
(3) Ο περιορισμός παιδιού σε σύγκρουση με τον νόμο, που είναι ύποπτο για τη διάπραξη αδικήματος, έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και δεν δύναται να ξεπερνά τις οκτώ (8) ημέρες, οι οποίες δυνατό να ανανεώνονται με απόφαση του Δικαστηρίου για περαιτέρω περιόδους οκτώ (8) ημερών, για μέγιστη περίοδο του ενός (1) μηνός, ανάλογα με την βαρύτητα του αδικήματος.
(4) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο Παιδιών αποφασίζει τον περιορισμό παιδιού σε σύγκρουση με τον νόμο, εκκρεμούσης της εκδίκασης της υπόθεσης, αιτιολογεί την απόφασή του σε απλή και κατανοητή προς το παιδί γλώσσα, ανάλογα με την ηλικία και τον βαθμό ωριμότητάς του.
(5) Σε περίπτωση που παιδί σε σύγκρουση με τον νόμο υπό περιορισμό συμπληρώνει το εικοστό πρώτο (21ο) έτος της ηλικίας του και συνεχίζει η προφυλάκισή του δυνάμει απόφασης Δικαστηρίου Παιδιών, δύναται να συνεχίσει ο περιορισμός του σε χώρο κράτησης παιδιών, λαμβανομένων υπόψη των προσωπικών συνθηκών του συγκεκριμένου προσώπου, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό εξυπηρετεί το υπέρτατο συμφέρον των παιδιών που περιορίζονται με το εν λόγω πρόσωπο.
(6) Κατά τον περιορισμό παιδιών σε χώρο κράτησης παιδιών, λαμβάνονται αναλογικά και κατάλληλα σε σχέση με τη διάρκεια του περιορισμού μέτρα, ώστε να διασφαλίζεται-
(α) και να διαφυλάσσεται η υγεία τους και η σωματική και πνευματική ανάπτυξή τους,
(β) το δικαίωμά τους στην εκπαίδευση και στην κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών με σωματικά, αισθητηριακά ή μαθησιακά προβλήματα,
(γ) η ουσιαστική και τακτική άσκηση του δικαιώματός τους στην οικογενειακή ζωή,
(δ) η πρόσβαση σε προγράμματα που προάγουν την ανάπτυξή τους και την επανένταξή τους στην κοινωνία·
(ε) ο σεβασμός της θρησκευτικής ελευθερίας τους ή των πεποιθήσεών τους.
(7) Σε περίπτωση απόφασης περιορισμού παιδιού, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις των εδαφίων (2), (3) και (4) του άρθρου 24 αναφορικά με το δικαίωμα παιδιού σε ιατρική εξέταση και ιατρική περίθαλψη.
(8) Παιδί σε σύγκρουση με τον νόμο που έχει στερηθεί την ελευθερία του με την επιβολή περιοριστικών μέτρων έχει δικαίωμα να συναντήσει όσο το δυνατόν ενωρίτερα τους ασκούντες τη γονική μέριμνα ή τον εκπρόσωπό του, όπου αυτό εφαρμόζεται, ή άλλο ενήλικα που υποδεικνύει το ίδιο.»
Παραθέτουμε επίσης, την ερμηνεία των όρων «χώρος κράτησης παιδιών» όπως αυτός απαντάται στο Άρθρο 2 του Νόμου:
««χώρος κράτησης παιδιών» σημαίνει ειδικό χώρο κράτησης εκτός φυλακών, ο οποίος ορίζεται από τον Υπουργο, είναι ειδικά προσαρμοσμένος για την κράτηση παιδιών, διασφαλίζει την άσκηση των δικαιωμάτων των παιδιών, ανεξάρτητα από τον περιορισμό της προσωπικής τους ελευθερίας και πληροί τις προδιαγραφές και προϋποθέσεις που καθορίζονται σε διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 127.»
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου τέθηκε και σημειώθηκε σχετικά ως Τεκμήριο 5, αντίγραφο επιστολής της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού προς τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, τον Υφυπουργό Κοινωνικής Πρόνοιας και τον Αρχηγό Αστυνομίας, σε απάντηση παραπόνου που υποβλήθηκε από τον συνήγορο του εφεσείοντα, εκ μέρους του εφεσείοντα, αναφορικά με τη μεταφορά του σε διάφορα κρατητήρια.
Στην εν λόγω επιστολή υπάρχει μια αναφορά, συγκεκριμένα η αναφορά υπ’ αριθμό 4, στην οποία η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού παρατηρεί τα ακόλουθα:
«4. Σε σχέση με τους Χώρους Κράτησης Παιδιών: έχοντας κατά νου ότι στην Κύπρο δεν υπάρχουν ακόμα κατάλληλοι χώροι, ευελπιστώ, ότι η επικείμενη λειτουργία των χώρων κράτησης στην Μεννόγεια θα πληροί όλα τα πρότυπα που απαιτούνται.»
Η συνήγορος που παρουσιάστηκε πρωτόδικα εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κατέθεσε επιστολή προς τον Αρχηγό Αστυνομίας από τον Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος Φυλακών, ημερομηνίας 11/9/2025, η οποία σημειώθηκε ως Τεκμήριο 6 στην πρωτόδικη διαδικασία, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας […..] και σχετικά με το ερώτημα σας περί διαθέσιμου χώρου για ανηλίκους πληροφορείστε ότι στο Τμήμα Φυλακών υπάρχει ξεχωριστή πτέρυγα κράτησης αρρένων νεαρών κρατουμένων ηλικίας 16 με 21 ετών οι οποίοι κρατούνται ξεχωριστά από τους υπόλοιπους κρατούμενους και στην οποία υπάρχει διαθέσιμος χώρος για να φιλοξενήσει τους δύο ανήλικους στους οποίους αναφέρεστε.»
Είναι η θέση του συνηγόρου του εφεσείοντα ότι ο ανήλικος θα κρατείτο σε πτέρυγα στις Κεντρικές Φυλακές και αυτό το γεγονός και μόνο θα έπρεπε να οδηγήσει στην εξαγωγή του συμπεράσματος, κατ’ εφαρμογή της ερμηνείας του όρου «χώρος κράτησης παιδιών, ότι δεν υπάρχει χώρος κράτησης παιδιών, ως ερμηνεύεται από τον Νόμο.
Αντίθετη, βεβαίως, είναι η θέση της συνηγόρου που παρουσιάστηκε εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας η οποία θεωρεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά αποφάσισε και ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τη σχετική νομολογία και τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες και διέταξε την κράτηση του εφεσείοντα στην ειδική πτέρυγα που αναφέρεται στην επιστολή Τεκμήριο 6, έχοντας προηγουμένως, ορθά, αποφασίσει ότι το αίτημα για κράτηση του εφεσείοντα μέχρι τη δίκη του ήταν αιτιολογημένο στη βάση του κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων με βάση τα δεδομένα που είχε ενώπιον του και δη τις εκκρεμούσες εναντίον του ποινικές υποθέσεις.
Επαναλαμβάνουμε, κατ’ αρχάς, αυτά που έχουμε αναφέρει στην πρόσφατη απόφαση μας MAHER ALJUMAA v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση 267/2025, ημερομηνίας 13/10/2025:
«Είναι προφανές ότι το τι αποτελεί αντικείμενο εξέτασης από το Εφετείο είναι η ορθότητα της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του θέματος στη βάση των όσων είχαν τεθεί ενώπιόν του.
Για σκοπούς πληρότητας, παραθέτουμε το κάτωθι απόσπασμα από την A.A.S. v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 193/2022, ημερομηνίας 14.9.2022:
«Υπενθυμίζουμε ότι η κράτηση ενός υποδίκου μέχρι τη δίκη ή η επιβολή όρων για σκοπούς εξασφάλισης της παρουσίας του στο Δικαστήριο, εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου με αφετηρία, βεβαίως, την ατομική ελευθερία και ότι η κράτηση αποτελεί μέτρο κατ' εξαίρεση (Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, 134). Επέμβαση του Εφετείου χωρεί αν διαπιστωθεί ότι αυτή η εξουσία δεν ασκήθηκε κατά τρόπο δικαστικό, είτε διότι εμφιλοχώρησαν εξωγενή στοιχεία, είτε γιατί παραγνωρίστηκαν κριτήρια που καθορίστηκαν από τη νομολογία ως προαπαιτούμενα (Dydi v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 103/2020 [σχ. Με 104/2020], ημερ. 3/9/2020 και Γεωργίου v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 131/2021, ημερ. 1/9/2021). Στην Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997)2 Α.Α.Δ. 109 λέχθηκε ότι «το Εφετείο δεν επεμβαίνει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στα πρωτόδικα Δικαστήρια εκτός για πολύ σοβαρούς λόγους και σε εξαιρετικές περιπτώσεις». (Βλ. Επίσης Μαυρομιχάλης ν. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 256, ECLI:CY:AD:2014:B251 και Suleyman v. Αστυνομίας, ποιν. Εφ. 120/20, 11.8.20), ECLI:CY:AD:2020:B286, ECLI:CY:AD:2020:B286.»»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον του αναφορικά με τον κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων από τον εφεσείοντα, ανέλυσε, με αναφορά σε σχετική νομολογία όλα όσα είχαν τεθεί ενώπιον του. Ειδικά, έλαβε υπόψη του αναφορικά με τον εφεσείοντα, ότι αυτός είναι πρόσωπο κάτω των 18 ετών και τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Νόμου και συγκεκριμένα τα Άρθρα 83 και 84 αυτού, παραπέμποντας σχετικά στην υπόθεση ABD AL KARIM AL YOUSEF Κ.Α. ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση 134/2025, ημερομηνίας 11/6/2025. Επανέλαβε την αρχή ότι η κράτηση παιδιού επιτρέπεται ως έσχατο μέτρο. Προέβηκε επίσης σε παράθεση της νομολογίας αναφορικά με τον κίνδυνο επαναδιάπραξης αδικημάτων παραθέτοντας τις υποθέσεις ΣΙΑΚΑΛΛΗ Ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 και ΤΣΙΑΚΚΑΣ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (2002) 2 Α.Α.Δ. 164.
Ορθά, επίσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι η μη ύπαρξη καταδίκης για οποιοδήποτε αδίκημα δεν εξανεμίζει αφ’ εαυτού τον διαπιστωθέν κίνδυνο επαναδιάπραξης αδικημάτων αφού η εκκρεμότητα ποινικών υποθέσεων για παρεμφερή αδικήματα δύναται να ληφθεί υπόψη και να καταστήσει ευλογοφανή τον κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων και παρέπεμψε σχετικά στις υποθέσεις ΝΙΚΟΛΑΟΥ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (2013) 2 Α.Α.Δ. 227 και ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση 271/20223 ημερομηνίας 24/1/2024.
Στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ν. ΚΙΤΣΙΟΥ, Ποινική Έφεση 111/2025, ημερομηνίας 29/5/2025, συνοψίστηκαν οι αρχές που εφαρμόζονται αναφορικά με τον έλεγχο του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων, ως ακολούθως:
«Οι αρχές που έχουν καθιερωθεί από τη Νομολογία για εξέταση του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων συνοψίστηκαν στην Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 47/24, ημερ. 11.3.2024 ως εξής:
«(1) Για την κατάληξη σε συμπέρασμα περί ύπαρξης πιθανότητας διάπραξης άλλου αδικήματος δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία. Αρκεί αν με βάση όλα τα στοιχεία τα οποία τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα.
(2) Η πιθανολόγηση αναφέρεται σε ροπή προς το έγκλημα ή τάση για συγκεκριμένη συμπεριφορά του κατηγορούμενου στο μέλλον, για την οποία το Δικαστήριο δύναται να καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα, βασιζόμενο, μεταξύ άλλων, είτε στο ιστορικό του είτε στον χαρακτήρα του είτε στα περιστατικά της υπόθεσης ή σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της ή και σε διάφορες άλλες περιστάσεις.
(3) Τέτοια πιθανολόγηση δύναται μεταξύ άλλων να στοιχειοθετηθεί: (Α) Από το ποινικό μητρώο του κατηγορούμενου ή από εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις ή ποινικές υποθέσεις των οποίων αναμένεται η καταχώριση, νοουμένου ότι αφορούν αδικήματα ίδιας ή παρόμοιας φύσης ή ανάλογης σοβαρότητας, (β) Από το μαρτυρικό υλικό και από τα περιστατικά της υπό εκδίκαση υπόθεσης, κρινόμενα στην όψη τους (όπως έγινε στην υπόθεση Matznetter v. Austria, Appl. 2178/64, ημερ. 10.11.69 και στις υποθέσεις Κωνσταντινίδη και Χριστούδια, ανωτέρω)».»
Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας τους ισχυρισμούς για τον κίνδυνο επαναδιάπραξης αδικημάτων αναφορικά με τον εφεσείοντα, σημείωσε ότι το αίτημα πρέπει να στηρίζεται σε στοιχεία από το ιστορικό ενός κατηγορούμενου ή και εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη φύση της υπόθεσης, καθώς και ότι δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία αλλά η δημιουργία ευλογοφανή κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων με βάση όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία. Ιδιαίτερα, έλαβε υπόψη του ότι ο εφεσείων δεν επιβαρύνεται με οποιεσδήποτε προηγούμενες καταδίκες, όμως αντιμετωπίζει διάφορες ποινικές υποθέσεις που αφορούν σε αρκετά σοβαρά αδικήματα και σχετίζονται με βίαιη και επιθετική συμπεριφορά και τα οποία διαπράχθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αναφέρθηκε, ειδικά, στην εκκρεμούσα ποινική υπόθεση, την 5666/25 όπου τα αδικήματα που αντιμετωπίζει έλαβαν χώραν στις 5/4/2025 και 1/5/2025 και αφορούν πολύ παρόμοια αδικήματα με αυτά που αντιμετωπίζει στην υπό κρίση υπόθεση, συγκεκριμένα, συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος, εμπρησμό και παράνομη κατοχή περιουσίας.
Με βάση τα πιο πάνω, κρίνουμε ορθή την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων από τον εφεσείοντα ο οποίος δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με οποιονδήποτε εναλλακτικό μέτρο εκτός από τον ουσιαστικό περιορισμό και κράτηση του. Ορθά, επίσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη του και τον χρόνο που μεσολαβεί μέχρι τη δίκη, που επαναλαμβάνουμε είναι 29/10/2025 και ώρα 8.45π.μ., χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να θεωρηθεί υπερβολικό.
Ερχόμαστε τώρα να εξετάσουμε τη θέση ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι υπάρχει «χώρος κράτησης παιδιών», όπως αυτός ορίζεται στον Νόμο, και διέταξε την κράτηση του εφεσείοντα.
Αναφέρουμε, κατ’ αρχάς, ότι η επιστολή της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, ημερομηνίας 31/7/2025, Τεκμήριο 5 στην πρωτόδικη διαδικασία, στάληκε προς τους διάφορους αρμόδιους, σε απάντηση υποβολής παραπόνου από τον δικηγόρο του εφεσείοντα στην παρούσα υπόθεση για μεταφορά του, για ανεξήγητους λόγους, από το ένα κρατητήριο στο άλλο. Είναι σε αυτό το παράπονο που ουσιαστικά απάντησε η Επίτροπος. Είναι φανερό ότι η αναφορά της στην παράγραφο 4, για τους χώρους κράτησης παιδιών έγινε παρενθετικά. Προσθέτουμε, επίσης, ότι στην εν λόγω επιστολή της Επιτρόπου δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε παραβίαση δικαιώματος του εφεσείοντα, παρά μόνο η Επίτροπος, δεόντως, ζητά εξέταση του θέματος σε συγκεκριμένα πλαίσια και ενημέρωση, για να μπορέσει να αποφανθεί επί του παραπόνου.
Έχουμε τη θέση ότι, με το Τεκμήριο 6, που είναι μεταγενέστερο του Τεκμηρίου 5, δηλώνεται η ύπαρξη ξεχωριστής πτέρυγας κράτησης αρρένων νεαρών κρατουμένων ηλικίας 16 με 21 ετών, που κρατούνται χωριστά από τους υπόλοιπους κρατούμενους, κάτι που διασφαλίζει ότι ο χώρος αυτός είναι ειδικά προσαρμοσμένος για την κράτηση των ανηλίκων και την άσκηση των δικαιωμάτων τους.
Δεν συμμεριζόμαστε τη θέση του συνηγόρου του εφεσείοντα ότι οι Κεντρικές Φυλακές δεν μπορούν να αποτελέσουν, σε καμία περίπτωση, «χώρο κράτησης παιδιών», από το γεγονός και μόνο ότι η πτέρυγα στην οποία κρατούνται οι ανήλικοι βρίσκεται εντός του ευρύτερου χώρου των Κεντρικών Φυλακών. Αυτό που έχει σημασία, και ο ουσιαστικός σκοπός του νομοθέτη, είναι να εξασφαλίσει ότι ο χώρος που κρατούνται τα παιδιά διασφαλίζει την άσκηση των δικαιωμάτων τους και είναι ειδικά προσαρμοσμένος για την κράτηση τους. Έχουμε τη θέση ότι η επιστολή, Τεκμήριο 6, αυτό επιβεβαιώνει.
Εν πάση περιπτώσει, με το Τεκμήριο 6, που είναι μεταγενέστερο του Τεκμηρίου 5, δηλώνεται η ύπαρξη ξεχωριστής πτέρυγας κράτησης αρρένων νεαρών κρατουμένων ηλικίας 16 με 21 ετών, που κρατούνται χωριστά από τους υπόλοιπους κρατούμενους, κάτι που διασφαλίζει ότι ο χώρος αυτός είναι ειδικά προσαρμοσμένος για την κράτηση των ανηλίκων και διασφαλίζει την άσκηση των δικαιωμάτων τους.
Ενόψει των ανωτέρω, η σχετική εισήγηση του συνηγόρου του εφεσείοντα αναφορικά με την ερμηνεία του όρου «χώρος κράτησης παιδιών» απορρίπτεται.
Αναφορικά με τη θέση του συνηγόρου του εφεσείοντα ότι θα έπρεπε να τεθούν στον εφεσείοντα όροι αντί προφυλάκισης, αν και δεν υπάρχει σαφής, ξεχωριστός, λόγος έφεσης αναφορικά με το ζήτημα αυτό, παραπέμπουμε στην απόφαση ΚΩΣΤΑΣ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 στην οποία έχουν αναφερθεί τα ακόλουθα:
«Τελικά ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντος υποστήριξε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα δεν εξέτασε το ενδεχόμενο εξασφάλισης της παρουσίας του κατηγορουμένου με κατάλληλες εγγυήσεις. Έχουμε την άποψη πως από τη στιγμή που διαπιστώνεται η πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων και η πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων δεν παρέχεται πεδίο εξέτασης της εξασφάλισης της παρουσίας του κατηγορουμένου με εγγυήσεις. Η διασφάλιση της απρόσκοπτης πορείας της δικαιοσύνης και η αποτροπή διάπραξης νέων αδικημάτων αποτελούν ζητήματα υψίστου δημοσίου συμφέροντος έναντι των οποίων πρέπει να υποχωρούν τα συμφέροντα των κατηγορουμένων περιλαμβανομένου και εκείνου της ατομικής ελευθερίας.»
Ενόψει των ανωτέρω, οι πρώτοι τέσσερεις λόγοι έφεσης είναι έκθετοι σε απόρριψη και απορρίπτονται.
Σε ό,τι αφορά τον πέμπτο λόγο έφεσης, παρατηρούμε ότι τέτοιο ζήτημα, δηλαδή οι κίνδυνοι που κατά τον συνήγορο του εφεσείοντα ελλοχεύουν από την κράτηση του με άλλο ανήλικο πρόσωπο εναντίον του οποίου έδωσε μαρτυρία στην ίδια υπόθεση, δεν είχε τεθεί σαφώς ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου για να εξεταστεί.
Οι αρχές της νομολογίας καθορίζουν ότι «σε κάθε περίπτωση, κατά πάγια και διαχρονική νομολογία, ζήτημα που δεν ηγέρθη πρωτόδικα δεν μπορεί να εξεταστεί με την έφεση». Σχετική είναι η υπόθεση WATERWORLD HOLDINGS LTD v. ΝΙΚΟΥ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ κ.ά., Πολιτική Έφεση 284/2015, ημερομηνίας 30/1/2024.
Από τα πρακτικά της διαδικασίας, σχετική είναι η σελίδα 27, όπου προκύπτει ο ισχυρισμός του συνηγόρου του εφεσείοντα που αναφέρθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων «έδωσε και χρήσιμες πληροφορίες, συνεργάστηκε». Ακολούθως, ζήτησε όπως τεθεί όρος να μην πλησιάζει συγκατηγορούμενο του. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν αναφέρθηκε στο γεγονός ότι ο εφεσείων επρόκειτο να κρατηθεί με άλλο ανήλικο πρόσωπο εναντίον του οποίου έδωσε μαρτυρία στην ίδια υπόθεση και ότι αυτό το γεγονός συνεπάγετο κινδύνους για τον εφεσείοντα.
Δεν μπορούμε συνεπώς να εξετάσουμε λόγο που δεν είχε τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, κατ’ εφαρμογή της ανωτέρω νομολογίας.
Ενόψει των ανωτέρω, και ο πέμπτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται στο σύνολο της αναφορικά με τον εφεσείοντα – κατηγορούμενο 4. Με την σειρά μας επαναλαμβάνουμε τη σύσταση του πρωτόδικου Δικαστηρίου για διασφάλιση των δικαιωμάτων του ανήλικου που απορρέουν από τον Νόμο.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.
Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο