ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ.: 260/2025)
2 Οκτωβρίου 2025
[Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΜΕΜΕΤ ΙΜΠΡΑΜ,
Εφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
________________________
Γ. Λοΐζου, για τον Εφεσείοντα.
Χ. Καραολίδου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Αυθημερόν)
ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.: Ο εφεσείων παραπέμφθηκε, μαζί με ακόμη ένα πρόσωπο, σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας. Αντιμετωπίζει, από κοινού με το εν λόγω πρόσωπο τέσσερεις κατηγορίες οι οποίες αφορούν συνωμοσία, κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα 900 γραμμαρίων ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β΄, ήτοι κάνναβης, ενώ, από μόνος του, αντιμετωπίζει και μία κατηγορία κατοχής 3 γραμμαρίων ιδίου ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β΄.
Η υπόθεση τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου για πρώτη φορά στις 16.9.2025 και ο εφεσείων απάντησε μη παραδοχή στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει. Λόγω αναβολής της υπόθεσης ώστε να απαντήσει στις κατηγορίες ο έτερος κατηγορούμενος, η υπόθεση ορίστηκε στις 2.10.2025, δηλαδή σήμερα, για απάντηση από αυτόν και ακρόαση για τον εφεσείοντα. Το Κακουργοδικείο, διέταξε την κράτηση του έτερου κατηγορουμένου, ο οποίος δεν έφερε ένσταση στο σχετικό αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής. Αναφορικά με τον εφεσείοντα, αίτημα κράτησής του, κατά την παραπομπή του στο Κακουργοδικείο, δεν είχε γίνει δεκτό και τέθηκαν, από το παραπέμψαν Δικαστήριο όροι εγγύησης. Ενώπιον του Κακουργιοδικείου τέθηκε εκ νέου αίτημα κράτησής του στη βάση νέων δεδομένων τα οποία προέκυψαν στο μεσοδιάστημα των δύο εμφανίσεων, ήτοι ότι υπήρξε σύνδεση του γενετικού υλικού του εφεσείοντα με μέρος των συσκευασιών στις οποίες εντοπίστηκαν οι ναρκωτικές ουσίες.
Επικαλούμενο τα νομολογηθέντα στην Χ.Σ. v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση 236/2022, ECLI:CY:AD:2022:B422, ημερομηνίας 7.11.2022, στην οποία η προσκόμιση στο Δικαστήριο της έκθεσης του Ινστιτούτου Νευρολογίας και Γενετικής κρίθηκε ως νέο δεδομένο που δικαιολογούσε την εκ νέου εξέταση αιτήματος κράτησης, το Κακουργοδικείο εξέτασε το υποβληθέν αίτημα κράτησης επί της ουσίας του. Αποφάσισε ότι, υπό το φως των νέων δεδομένων της υπόθεσης, ενταγμένων στο πλαίσιο του συνόλου των στοιχείων που εκτιμούνται, ο κίνδυνος φυγοδικίας ήταν ορατός και δεν μπορούσε, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης να αντιμετωπιστεί με επιβολή κατάλληλων όρων εγγύησης. Οι δε προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα δεν κρίθηκαν ικανές να υπερφαλαγγίσουν το δημόσιο συμφέρον και την αποφυγή του κινδύνου φυγοδικίας. Διέταξε, ως εκ τούτου, την κράτηση του εφεσείοντα.
Ο εφεσείων προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση με τρεις λόγους έφεσης. Με τον πρώτο λόγο έφεσης, προβάλλεται ότι η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου υπέρ της κράτησης του εφεσείοντα μέχρι τη δίκη του, δεν ασκήθηκε κατά τρόπο δικαστικό, διότι παραγνωρίστηκαν παράγοντες και κριτήρια που καθιερώθηκαν από τη νομολογία ως προαπαιτούμενα για την άσκησή της, με αποτέλεσμα να παραβιαστεί η αρχή της αναλογικότητας του μέτρου της κράτησης σε συνάρτηση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, παραβιάζοντας το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Συνθήκη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εσφαλμένα, συνεχίζει ο λόγος έφεσης, το Κακουργοδικείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος φυγοδικίας του εφεσείοντα διαφοροποιείται στην ενώπιόν του διαδικασία σε σχέση με τον κίνδυνο φυγοδικίας που υπήρχε κατά τη διαδικασία της παραπομπής, ένεκα ενός συγκεκριμένου νέου μαρτυρικού υλικού, ήτοι την έκθεση του Ινστιτούτου Νευρολογίας και Γενετικής, άρα οι προσωπικές του περιστάσεις δεν είναι ικανές να υπερφαλαγγίσουν το δημόσιο συμφέρον και τον κίνδυνο φυγοδικίας. Αιτιολογικά, αμφισβητείται η ισχύς του καλούμενου ως νέου δεδομένου, εν όψει του ότι η αποθήκη στην οποία βρέθηκαν τα αντικείμενα, ήταν αποδεκτό ότι ενοικιαζόταν από τον εφεσείοντα, άρα επρόκειτο για οικείο μέρος γι' αυτόν στο οποίο αναμένετο να υπάρχει δικό του γενετικό υλικό. Επομένως, τα δεδομένα δεν άλλαξαν από προηγουμένως. Επίκληση δε, γίνεται εισήγησης ότι η εικόνα που εξέτασε το Κακουργοδικείο ήταν ελλειπής. Συνακόλουθα, εσφαλμένα διαπιστώθηκε η πιθανότητα καταδίκης, η οποία εσφαλμένα συνεκτιμήθηκε με τα λοιπά στοιχεία.
Με τον δεύτερο λόγο έφεσης, προβάλλεται ότι η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υπήρχε κίνδυνος φυγοδικίας για τον εφεσείοντα, και κατ' επέκταση η κράτησή του μέχρι την ημερομηνία που ορίστηκε η υπόθεση για ακρόαση κρίνεται επιβεβλημένη, είναι εσφαλμένη και αντινομική αφού δεν εξετάστηκε ούτε και αναφέρεται στην απόφαση του Δικαστηρίου η στάθμιση της πιθανότητας προσέλευσης του κατηγορουμένου 1 στη δίκη του. Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη μόνο σε λεκτική και όχι πρακτική αναφορά στις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα, αναφέροντας ότι αυτές δεν μπορούν να υπερφαλαγγίσουν τη σοβαρότητα των αδικημάτων και κατ' επέκταση να εξαλείψουν τον κίνδυνο φυγοδικίας, χωρίς να ασχοληθεί καθόλου και να λάβει υπ' όψιν του, σε σχέση με τον κίνδυνο φυγοδικίας, το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο εφεσείοντας ενώ γνώριζε ότι θα ζητηθεί η κράτησή του εντούτοις δεν έφυγε από τον χώρο του Δικαστηρίου αλλά εμφανίστηκε και κατά την επόμενη δικάσιμο διά την ανάγνωση της απόφασης.
Ο τρίτος λόγος έφεσης αποδίδει στο Κακουργοδικείο σφάλμα στη διαπίστωση ότι το γεγονός πως υπήρξε σύνδεση του γενετικού υλικού του εφεσείοντα με μέρος των συσκευασιών που εντοπίστηκαν οι ναρκωτικές ουσίες αποτελούν νέα δεδομένα που μπορούν να αιτιολογήσουν εκ νέου του αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής για κράτηση του εφεσείοντα. Προβάλλεται, συναφώς, και πάλι, η εξαρχής παραδοχή του εφεσείοντα για τη σχέση του με τη συγκεκριμένη αποθήκη, χωρίς πλήρη έλεγχο αυτής, καθώς επίσης άγνοιά του για την ύπαρξη των ναρκωτικών.
Έχουμε με μεγάλη προσοχή ακούσει και εξετάσει τα όσα οι δύο ευπαίδευτοι συνήγοροι έχουν θέσει ενώπιόν μας με την επιχειρηματολογία τους. Μας έχει, επίσης, απασχολήσει καθετί σχετικό με την υπό κρίση διαδικασία.
Είναι προφανές ότι το τι αποτελεί αντικείμενο εξέτασης από το Εφετείο είναι η ορθότητα της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του θέματος. Συγκεκριμένα δε, σε ό,τι αφορά τη συνεκτίμηση όσων πρέπει να συνεκτιμούνται κατά την άσκηση αυτής της διακριτικής ευχέρειας.
Για σκοπούς πληρότητας, παραθέτουμε το κάτωθι απόσπασμα από την A.A.S. v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 193/2022, ημερομηνίας 14.9.2022:
«Υπενθυμίζουμε ότι η κράτηση ενός υποδίκου μέχρι τη δίκη ή η επιβολή όρων για σκοπούς εξασφάλισης της παρουσίας του στο Δικαστήριο, εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου με αφετηρία, βεβαίως, την ατομική ελευθερία και ότι η κράτηση αποτελεί μέτρο κατ' εξαίρεση (Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, 134). Επέμβαση του Εφετείου χωρεί αν διαπιστωθεί ότι αυτή η εξουσία δεν ασκήθηκε κατά τρόπο δικαστικό, είτε διότι εμφιλοχώρησαν εξωγενή στοιχεία, είτε γιατί παραγνωρίστηκαν κριτήρια που καθορίστηκαν από τη νομολογία ως προαπαιτούμενα (Dydi v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 103/2020 [σχ. Με 104/2020], ημερ. 3/9/2020 και Γεωργίου v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 131/2021, ημερ. 1/9/2021). Στην Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997)2 Α.Α.Δ. 109 λέχθηκε ότι «το Εφετείο δεν επεμβαίνει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στα πρωτόδικα Δικαστήρια εκτός για πολύ σοβαρούς λόγους και σε εξαιρετικές περιπτώσεις». (Βλ. Επίσης Μαυρομιχάλης ν. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 256, ECLI:CY:AD:2014:B251 και Suleyman v. Αστυνομίας, ποιν. Εφ. 120/20, 11.8.20), ECLI:CY:AD:2020:B286, ECLI:CY:AD:2020:B286.»
Στο σύνολό τους οι προβαλλόμενοι λόγοι έφεσης στοχοποιούν τη συνολική προσέγγιση και κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η συνάφεια και σύνδεση των όσων προβάλλονται καθιστούν ευχερές το να εξεταστούν παράλληλα.
Το Κακουργοδικείο, εξετάζοντας το ενώπιόν του ζήτημα, αναφέρθηκε με λεπτομέρεια στα όσα τέθηκαν και από τις δύο πλευρές. Με λεπτομέρεια, επίσης, αναφέρθηκε στα προσωπικά δεδομένα του εφεσείοντα και τους δεσμούς του με την Κύπρο. Αφού παρέθεσε τις νομολογιακές αρχές που αφορούν το υπό κρίση θέμα, προέβηκε σε ανάλυση των στοιχείων, ως αυτά προβάλλουν από το ενώπιόν του μαρτυρικό υλικό. Στοιχείων, ως λέχθηκε, που είχαν τεθεί και στο παρέπεμψαν Δικαστήριο. Χρήσιμη προβάλλει η παράθεση αυτούσιου του λοιπού σκεπτικού του πρωτόδικου Δικαστηρίου:
«Εκ του περισσού υποδεικνύουμε πως το σύνολο όλων των ανωτέρω ήταν στοιχεία του τέθηκαν υπόψιν και του παραπέμψαντος Δικαστηρίου. Εκείνο που σήμερα διαφοροποιείται και κατά την κατηγορούσα αρχή ενισχύει την πιθανότητα καταδίκης, είναι τα αποτέλεσμα της έκθεσης (έγγραφο Α 1) που τέθηκαν ενώπιόν μας. Συνεκτιμήσαμε βεβαίως τα αναφερόμενα στην έκθεση με το σύνολο του μαρτυρικού υλικού και σε κανένα στάδιο δεν παραγνωρίσαμε την υπόδειξη του συνηγόρου του πρώτου κατηγορούμενου πως σε σχέση με τα συμπεράσματα της έκθεσης με αριθμό 18 και 24, ό,τι εκεί αναφέρεται είναι πως ο πρώτος κατηγορούμενος δεν μπορεί να αποκλειστεί από δότης μέρους του μεικτού γενετικού υλικού που απομονώθηκε και σαφώς διακρίνεται από το λεκτικό του συμπεράσματος 12 της έκθεσης. Η προσοχή εντούτοις επικεντρώνεται στο συμπέρασμα υπ' αρ. 12, όπου ο πρώτος κατηγορούμενος και άλλος άγνωστος άνδρας θεωρούνται (στην όψη της έκθεσης πάντα και όχι ως διαπίστωση) δότες μέρους του μεικτού γενετικού υλικού που απομονώθηκε. Τη δική του σημασία έχει και το αντικείμενο που αφορά αυτό το επίχρισμα, δηλαδή ότι λήφθηκε από τα δύο κουμπιά της ζυγαριάς ακριβείας, εν προκειμένω του αντικειμένου που βρέθηκε κατά την έρευνα στην οδό Σινά, εντός του υπνοδωμάτιο που βρίσκονταν ο δεύτερος κατηγορούμενος. Και είναι επάνω σε αυτή τη ζυγαριά ακριβείας που εντοπίστηκαν ίχνη ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης και ήταν επίσης τοποθετημένη σε νάιλον συσκευασία μαζί με άλλες έξι νάιλον κλειστές συσκευασίες που επίσης περιείχαν ξηρή φυτική ύλη κάνναβης. Περί πιθανολόγησης βεβαίως ο λόγος, εντούτοις διαπίστωσή μας είναι πως αυτή ειδικά η πτυχή του μαρτυρικού υλικού συνεκτιμηθείσα με όλα τα λοιπά στοιχεία ως ανωτέρω αναφέρθηκαν, αναδεικνύει πιθανότητα καταδίκης. Ο εντοπισμός αυτού ακριβώς του γενετικού υλικού (συμπέρασμα 12 στην έκθεση) επενεργεί εδώ ως συνδετικός κρίκος των αντικειμένων (νάιλον σακούλι εντός του οποίου ανευρέθηκαν έξι νάιλον συσκευασίες που περιείχαν ξηρή φυτική ύλη κάνναβης, η αναφερόμενη ζυγαριά με τα ίχνη ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης και το ποσό των €40) που βρέθηκαν στην κατοχή του δεύτερου κατηγορουμένου με τον πρώτο κατηγορούμενο. Και προστίθεται βεβαίως και η αντίστροφη διασύνδεση, δηλαδή ότι το κλειδί της αποθήκης, εντός της οποίας εντοπίστηκε η μεγαλύτερη ποσότητα ναρκωτικών και η όψη της μαρτυρίας των γονέων και της αδελφής, τη θέλει (την αποθήκη) να τυγχάνει διαχείρισης από τον πρώτο κατηγορούμενο, το κατείχε ο δεύτερος κατηγορούμενος. Και αυτό χωρίς να διαλανθάνει την προσοχή πως το κλειδί της μοτοσυκλέτας που βρισκόταν εντός της αποθήκης και είναι ιδιοκτησίας του δεύτερου κατηγορούμενου, βρέθηκε στην κατοχή του πρώτου κατηγορούμενου. Αυτή λοιπόν η μαρτυρία αναδεικνύει μια εικόνα κοινής δράσης (βλ. κατ' αναλογία Στυλιανού v. Δημοκρατίας, Π.Ε. 78/24, ημερ. 08/04/2024). Όλα τα ανωτέρω, στην όψη τους και μόνο, δικαιολογούν πιθανολόγηση καταδίκης.
Όπως έχει ήδη υποδειχθεί, ο κίνδυνος φυγοδικίας συνεξετάζεται μαζί με τους υποκειμενικούς παράγοντες του κατηγορουμένου. Στην προκειμένη περίπτωση αναγνωρίζουμε πως ο πρώτος κατηγορούμενος έχει δεσμούς με τη Δημοκρατία. Καίτοι πρόκειται για νεαρό πρόσωπο που μέχρι σήμερα δεν εργάζεται, εντούτοις συζεί με τη σύντροφό του εδώ και τέσσερα έτη και μαζί έχουν αποκτήσει και ένα παιδί 1.5 ετών, ενώ ως μας λέχθηκε, η σύντροφός του κυοφορεί άλλο ένα τέκνο και βρίσκεται στην έκτη εβδομάδα. Προστίθεται ακόμη η παρουσία της αδελφής και του γαμπρού στη νήσο, χωρίς όμως να παραγνωρίζονται οι διαταραγμένες σχέσεις τους ως η αδελφή κατέθεσε, καθώς και την επαναλαμβανόμενη επίσκεψη των γονέων, ως αναφέρθηκε, χωρίς συν τω χρόνω να παραγνωρίζεται το μεγάλο χρονικό διάστημα απουσίας τούτων (έξι μήνες σύμφωνα με τα όσα μας αναφέρθηκαν) και το γεγονός ότι για αυτήν την περίοδο ευρίσκετο στην αλλοδαπή μαζί με τους γονείς του πρώτου κατηγορούμενου και το τέκνο του. Όλα τα πιο πάνω, συνεκτιμούμενα και με τη δέσμη εγγράφων Α 3 αποκαλύπτουν τις προσωπικές περιστάσεις του πρώτου κατηγορούμενου και τους δεσμούς που έχει με την Κυπριακή Δημοκρατία.
Εντέλει, δεν παραγνωρίσαμε και το γεγονός της εδώ παρουσίας του στο Δικαστήριο τόσο την προηγούμενη δικάσιμο όσο και σήμερα. Όπως υποδείχθηκε στην Ιακωβίδης v. Αστυνομίας, Π.Ε. 185/20, ημερ. 25/11/2020, ECLI:CY:AD:2020:B405, αποτελεί υποχρέωση του Δικαστηρίου να συνεκτιμήσει και αυτό το στοιχείο και υποδεικνύουμε πως στην υπό κρίση περίπτωση δεν συναποτιμήσαμε μόνο την παρουσία του πρώτου κατηγορούμενου στο Δικαστήριο την 16/09/2025, ότε δηλαδή και ο συνήγορός του τον πληροφόρησε για το πρόσθετο μαρτυρικό υλικό και το επικείμενο αίτημα κράτησης, αλλά και τον χρόνο που μεσολάβησε από την ημερομηνία που αφέθηκε ελεύθερος από το παρέπεμψαν Δικαστήριο (21/07/2025) μέχρι και την ημερομηνία που εμφανίστηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου (16/09/2025).
Όλα τα ανωτέρω εκτιμήθηκαν δεόντως. Ουδόλως παραγνωρίζονται οι προσωπικές του κατηγορουμένου περιστάσεις στο σύνολό τους, καθώς και ο χρόνος κράτησης που ήθελε διαταχθεί. Εντούτοις, είμαστε της γνώμης πως υπό το φως των νέων δεδομένων της υπόθεσης, ενταγμένα βεβαίως στο πλαίσιο του συνόλου των στοιχείων που εκτιμούνται, ο κίνδυνος φυγοδικίας είναι ορατός και δεν μπορεί, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, να αντιμετωπιστεί με την επιβολή κατάλληλων μέτρων εγγύησης. Οι δε προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου δεν είναι ικανές να υπερφαλαγγίσουν το δημόσιο συμφέρον και την αποφυγή του κινδύνου φυγοδικίας (Enchev v. Αστυνομίας, Π.Ε. 194/2025, ημερ. 24/07/2025).»
Δεν εντοπίζουμε σφάλμα στον τρόπο που το Κακουργοδικείο προσέγγισε και αποφάσισε το ενώπιόν του ζήτημα. Είναι ορθή η διαπίστωσή του ότι ενώπιόν του τέθηκαν τέτοια νέα δεδομένα τα οποία επέτρεπαν την εξέταση του αιτήματος. Τόσο η ανάλυση των ενώπιον του δεδομένων, όσο και η κατάληξη σε συμπέρασμα, έγινε με ισορροπημένο, σφαιρικό και ακριβοδίκαιο τρόπο. Δεν υπάρχει οτιδήποτε ενώπιόν μας που να παραπέμπει σε φραστική, μόνο, παράθεση στοιχείων, χωρίς αυτά να ληφθούν υπ' όψιν κατά τη συνεκτίμηση όλων των σχετικών στοιχείων τα οποία, το ίδιο το Κακουργοδικείο, σημείωσε. Αυτό, άλλωστε συνάγεται από το ως άνω εκτενές απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση, το οποίο κρίναμε ορθό να παραθέσουμε αυτούσιο.
Μας βρίσκει σύμφωνους η διαπίστωση ότι επρόκειτο για νέα στοιχεία στο μαρτυρικό υλικό τα οποία επέτρεπαν τη διαπίστωση του Κακουργιοδικείου περί ύπαρξης πιθανότητας καταδίκης. Υπενθυμίζουμε ότι το μαρτυρικό υλικό εξετάζεται στην όψη του. Δεν επρόκειτο για συνήθη αντικείμενα που βρίσκονταν στην αποθήκη του εφεσείοντα στα οποία ανευρέθηκε γενετικό του υλικό. Επρόκειτο για αντικείμενα και συσκευασίες που σχετίζονται με την τέλεση των αδικημάτων και παρέπεμπαν σε ενδεχόμενη εμπλοκή του εφεσείοντα, ως το Κακουργοδικείο, με περισσή λεπτομέρεια, ανέλυσε.
Η δε τήρηση, από μέρους του εφεσείοντα των όρων που είχαν τεθεί και η μη φυγοδικία του προτού αποφασιστεί το ζήτημα ενώπιον του Κακουργιοδικείου, ουδόλως καθιστούν ανεπίτρεπτη μια κατάληξη ως αυτή που αποφάσισε το Κακουργοδικείο. Είναι καλώς νομολογημένο ότι τέτοια συμπεριφορά ενός κατηγορουμένου αποτελεί στοιχείο το οποίο μπορεί να ληφθεί υπ' όψιν, συνεκτιμούμενο με τα υπόλοιπα δεδομένα των περιστάσεων της καθ' υπόθεσης (ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ v. MELANI KRASSIMIROVA NATCHEVA, Ποινική Έφεση Αρ. 205/2025, ημερομηνίας 21.8.25, ΠΑΠΕΤΤΙΔΗΣ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 251/2024, ημερομηνίας 22.10.2024 και ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 185/2020, ημερομηνίας 25.11.2020), ECLI:CY:AD:2020:B405. Αυτό προκύπτει να έπραξε και το Κακουργοδικείο.
Κρίνουμε, περαιτέρω, ότι, εντός του ορθού πλαισίου άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας, κινήθηκε το Κακουργιοδικείο, συνεκτιμώντας τα όσα επιβάλει η νομολογία, καταλήγοντας στην απόφασή του, χωρίς να παρέχεται πεδίο παρέμβασής μας.
Συνακόλουθα, καταλήγουμε ότι οι λόγοι έφεσης στερούνται ερείσματος και απορρίπτονται.
Η παρούσα έφεση απορρίπτεται. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ‑ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.
Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο