ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση αρ. Ε54/2022)
15 Οκτωβρίου 2025
[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πρόεδρος]
S.Z Eliades Leisure Ltd
Εφεσείουσα
ν.
Greentech Trading Ltd
Εφεσίβλητη
Για εφεσείουσα: κος Όμηρος Καΐλης για Χαβιαράς & Φιλίππου Δ.Ε.Π.Ε.
Για εφεσίβλητη: κος Άγης Γεωργιάδης με κυρία Ελένη Λέντζιου για Χρίστος Γεωργιάδης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Η παρούσα εκδικάζεται σε μονομελή σύνθεση δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 25.1 του Περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) και του Άρθρου 11.5 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλες διατάξεις) Νόμου του 1964 (33/1964).
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η κατάληξη του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (το πρωτόδικο Δικαστήριο), με την οποία δεν επιδίκασε έξοδα υπέρ της εφεσείουσας, παρότι απέρριψε αίτηση της εφεσίβλητης για αναστολή εκτέλεσης απόφασης.
Για να γίνουν κατανοητά τα επίδικα θέματα της παρούσας, απαιτείται μια συνοπτική αναφορά στο δικονομικό ιστορικό της υπόθεσης.
Στις 22.6.2021, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε κατόπιν ακρόασης, την αγωγή που καταχώρισε η εφεσίβλητη εναντίον της εφεσείουσας, καταδικάζοντας την και στα έξοδα. Τα εν λόγω έξοδα υπολογίστηκαν στο ποσό των €14.526,66. Η εφεσίβλητη καταχώρισε έφεση εναντίον της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης. Στην συνέχεια, καταχώρισε αίτηση αναστολής της πρωτόδικης απόφασης ως προς τα έξοδα, μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.
Με βάση τις αναφορές της εφεσίβλητης στην ένορκη δήλωση της αίτησης αναστολής, η εφεσίβλητη πρότεινε στην εφεσείουσα να πληρώσει τα δικηγορικά έξοδα, υπό την προϋπόθεση ότι οι δικηγόροι της εφεσείουσας θα αναλάμβαναν υποχρέωση επιστροφής τους, σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης. Η πρόταση αυτή δεν προχώρησε, όταν το λεκτικό της βεβαίωσης που παρουσιάστηκε από την εφεσίβλητη δεν έγινε αποδεκτό από την εφεσείουσα.
Ένας από τους ισχυρισμούς της εφεσείουσας στην αίτηση αναστολής, ήταν ότι η εφεσίβλητη που βρίσκεται υπό διαχείριση, της οφείλει δυνάμει τιμολογίων το ποσόν των €14.897,00 που προέκυψε από την μεταξύ των μερών συνεργασία και το οποίο δεν συμπεριλαμβανόταν στην υπό κρίση απαίτηση, η οποία απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Ζητούσε συναφώς η εφεσείουσα, τον συμψηφισμό του πιο πάνω ποσού με τα έξοδα που επιδικάστηκαν εναντίον της, στην υπό κρίση υπόθεση. Συγκεκριμένα, ένα από τα αιτήματα της πρωτόδικης αίτησης, ήταν η αναστολή πληρωμής των επιδικασθέντων εξόδων, μέχρι να εξοφλήσει η εφεσίβλητη τα εν λόγω τιμολόγια. Αίτημα που ορθά αρνήθηκε να αποδεχθεί το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεδομένου ότι τα τιμολόγια αμφισβητούνταν από την εφεσίβλητη και το ζήτημα αυτό θα μπορούσε να επιλυθεί, μόνο στο πλαίσιο ξεχωριστής αγωγής που ήδη καταχώρισε η εφεσείουσα.
Όσον αφορά το κυρίως αίτημα για αναστολή πληρωμής των εξόδων εκκρεμούσης της έφεσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο με παραπομπή σε νομολογία σχετική με την εξισορρόπηση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων των διαδίκων, έκρινε ότι δεν υπήρχε ουσιαστικός λόγος για στέρηση της επιτυχίας της εφεσείουσας, ως προς την είσπραξη των εξόδων της. Σημειώνεται όμως ταυτόχρονα στην πρωτόδικη απόφαση, ότι η εφεσείουσα προδικαστικά παρείχε ανεπαρκή δέσμευση, ως προς την επιστροφή των εξόδων σε περίπτωση που η έφεση πετύχει. Συγκεκριμένα, δεσμεύτηκε να ακολουθήσει οιανδήποτε διαταγή του Εφετείου, αλλά δεν προχώρησε σε γραπτή δέσμευση (undertaking) για επιστροφή του ποσού των εξόδων.
Στη βάση του πιο πάνω σκεπτικού, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αναστολής, χωρίς όμως να επιδικάσει τα έξοδα της αίτησης στην επιτυχούσα εφεσείουσα αφού θεώρησε ότι ευθύνεται για την δημιουργία τους, λόγω της πιο πάνω ανεπαρκούς δέσμευσης της εφεσίβλητης για επιστροφή των εξόδων. Έκρινε ότι η εφεσίβλητη με την καταχώρηση της αίτησης αναστολής δεν είχε σκοπό να αποφύγει την πληρωμή των εξόδων, αλλά μόνο να πετύχει γραπτή δέσμευση επιστροφής τους, σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης. Έτσι κρίθηκε πρωτοδίκως ότι η εφεσείουσα – καθ’ ης η αίτηση δεν δικαιούτο στα έξοδα της αίτησης, παρά το ότι ήταν επιτυχούσα διάδικος, αφού η εναντίον της αίτηση αναστολής απορρίφθηκε.
Θα πρέπει να σημειώσω εδώ ότι παρά την απόρριψη της αίτησης αναστολής, το πρωτόδικο Δικαστήριο διέταξε την εφεσείουσα να παράσχει γραπτή δέσμευση για επιστροφή του ποσού των εξόδων, σε περίπτωση που πετύχει η έφεση. Θα μπορούσε να λεχθεί εδώ ότι η διαταγή για παροχή τέτοιας γραπτής δέσμευσης, αντιφάσκει με την επί της ουσίας κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία δεν δικαιολογείτο η αναστολή. Η διαταγή όμως αυτή του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν εφεσιβλήθηκε από την εφεσείουσα, και έτσι δεν θα με απασχολήσει για σκοπούς της παρούσας έφεσης.
Η εφεσείουσα, μετά από άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημ. 24.1.2022 στο πλαίσιο της Πολιτικής Αίτησης 237/21, καταχώρισε την παρούσα έφεση με την οποία αμφισβητεί μόνο την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να μην της επιδικάσει έξοδα στην αίτηση αναστολής. Υποστηρίζει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εκτίμησε λανθασμένα τα γεγονότα και δεν συνυπολόγισε ότι η εφεσείουσα ήταν πρόθυμη να παράσχει βεβαίωση συμμόρφωσης με οποιαδήποτε διαταγή του Εφετείου (1ος λόγος έφεσης). Αναφέρει επίσης ότι δεν είχε υποχρέωση δυνάμει του Νόμου να παράσχει εγγύηση και ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δεν ασκήθηκε δικαστικά και βασίστηκε σε εξωγενείς παράγοντες, αφού η συζήτηση για την παροχή ανάληψης υποχρέωσης επιστροφής των εξόδων δεν ήταν ουσιώδης, και έλαβε χώρα πριν την καταχώρηση της αίτησης αναστολής (2ος και 3ος λόγος έφεσης). Τέλος, ισχυρίζεται κακή άσκηση διακριτικής ευχέρειας από το Δικαστήριο, αφού δεν δικαιολογείτο απόκλιση από τον βασικό κανόνα ότι ο επιτυχών διάδικος δικαιούται τα έξοδα της δίκης (4ος λόγος έφεσης).
Ενώπιον το Εφετείου, ο συνήγορος της εφεσείουσας υποστήριξε τους πιο πάνω λόγους έφεσης. Τόνισε μεταξύ άλλων, ότι ουδέποτε η εφεσείουσα αρνήθηκε να παράσχει εγγύηση επιστροφής των εξόδων, κάτι που έπραξε μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης. Αυτό που στην ουσία ζητούσε η εφεσίβλητη με την αίτηση αναστολής, ήταν ο συμψηφισμός με κάποια τιμολόγια, τα οποία όμως η εφεσείουσα αμφισβητούσε.
Ο συνήγορος της εφεσίβλητης στην αγόρευση του ισχυρίστηκε ότι ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν επεδίκασε έξοδα στην εφεσείουσα, αφού ο μοναδικός λόγος που προχώρησε η αίτηση αναστολής, ήταν η άρνηση της να παράσχει επαρκή δέσμευση για επιστροφή του ποσού. Το ζήτημα της δέσμευσης ήταν σημαντικό κατά τον συνήγορο, λόγω της αφερεγγυότητας της εφεσείουσας, η οποία βρισκόταν υπό διαχείριση.
Σημειώνω ότι η επιδίκαση των εξόδων της πολιτικής δίκης επαφίεται στην διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 43 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, το οποίο έχει ως ακολούθως:
43. Τα έξοδα οιασδήποτε πολιτικής διαδικασίας ή τα σχετιζόμενα προς αυτήν, ενώπιον oιoυδήπoτε δικαστηρίου, εκτός εάν άλλως προβλέπεται υπό oιoυδήπoτε εκάστοτε ισχύovτoς νόμου ή δευτερογενούς νομοθεσίας, θα τελούν υπό την διακριτικήν εξoυσίαν του δικαστηρίου και το δικαστήριον θα έχη πλήρη εξoυσίαν να απoφασίζη υπό τινος και κατά τινα έκτασιv τα τoιαύτα έξοδα θα πληρωθώσι.
Όπως προκύπτει από τη νομολογία, η γενική αρχή ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα, αποτελεί τον βασικό γνώμονα για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου (βλ. (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1566). Αν και υπάρχουν εξαιρέσεις του κανόνα αυτού, δεν είναι παραδεκτή η αποστέρηση των εξόδων του επιτυχόντα διαδίκου, χωρίς αποχρόντα λόγο (βλ. (1993) 1 A.A.Δ. 12).
Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με αναφορά σε εσωγενείς παράγοντες της δίκης που αφορούν όχι μόνο το αποτέλεσμα αλλά και την εν γένει συμπεριφορά και τους χειρισμούς των διαδίκων. Έπεται, ότι το Δικαστήριο μπορεί κατ’ εξαίρεση να στερήσει ή ακόμα και να καταδικάσει τον επιτυχόντα διάδικο στα έξοδα, αν κρίνει ότι η συμπεριφορά και οι χειρισμοί του στην υπόθεση, συνέτειναν στην δημιουργία των εξόδων. Χαρακτηριστικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση (1999) 1 Α.Α.Δ 360:
«Η ευχέρεια αυτή ασκείται δικαστικά με αναφορά στους εσωγενείς παράγοντες της δίκης που περιλαμβάνουν το αποτέλεσμα της υπόθεσης και κάθε γεγονός που άπτεται του χειρισμού της από τους διαδίκους, όπως εξηγείται στη Θρασυβούλου v. Arto Estates Ltd (1993) 1 A.A.Δ. 12. Εφόσον το σφάλμα, το οποίο επικαλείται ο αιτητής, υπέρ του αιτήματός του, ανάγεται σε εσωγενή παράγοντα, το Δικαστήριο δεν επιτρέπει την έφεση.»
Στην παρούσα περίπτωση, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν επιδίκασε τα έξοδα της αίτησης στην εφεσίβλητη που ήταν η επιτυχούσα διάδικος, με αναφορά στην συμπεριφορά της, ήτοι στην άρνηση της να παράσχει επαρκή δέσμευση για επιστροφή των εξόδων, σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης. Σημαντικό στοιχείο στην κατάληξη αυτή του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ήταν η κρίση του ότι η εφεσίβλητη με την καταχώρηση της αίτησης αναστολής δεν είχε σκοπό να αποφύγει την πληρωμή των εξόδων, αλλά μόνο να πετύχει γραπτή δέσμευση επιστροφής τους, σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης. Γεγονός που καταδεικνύει ότι αν παρεχόταν επαρκής δέσμευση από την εφεσείουσα δεν θα προχωρούσε στην καταχώρηση της αίτησης αναστολής.
Είναι προφανές από τα πιο πάνω ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και κατέληξε στην κρίση του να μην επιδικάσει έξοδα στην εφεσείουσα, δυνάμει των πιο πάνω δεδομένων που συνιστούν εσωγενείς παράγοντες της δίκης. Δεν ευσταθεί επί του προκειμένου η θέση της εφεσείουσας, ότι ο ισχυρισμός για μη επαρκή δέσμευση συνιστά εξωγενή παράγοντα, που αφορά γεγονότα πριν την καταχώριση της αίτησης αναστολής. Γεγονός παραμένει ότι, ήταν αυτή η παράλειψη από την εφεσείουσα να παράσχει επαρκή δέσμευση, που οδήγησε στην καταχώριση της αίτησης αναστολής από την εφεσίβλητη. Ως εκ τούτου, αυτή η παράλειψη δεν μπορεί να διαχωριστεί από την διαδικασία της αίτησης και την δημιουργία των εξόδων και να θεωρηθεί εξωγενής παράγοντας της δίκης, όπως ισχυρίζεται η εφεσείουσα.
Είμαι επιπλέον της άποψης, ότι τα πιο πάνω δεδομένα που λήφθηκαν υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποτελούν βάσιμο λόγο άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας, που δικαιολογούσε την μη επιδίκαση των εξόδων της αίτησης στην εφεσείουσα. Ως αποτέλεσμα, η πρωτόδικη προσέγγιση για την μη επιδίκαση των εξόδων της αίτησης στην εφεσείουσα, δεν δημιουργεί έδαφος για επέμβαση του Εφετείου στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η έφεση αποτυγχάνει με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας και υπέρ της εφεσίβλητης, ύψους €2.000,00 πλέον ΦΠΑ.
Αλέξανδρος Α. Παναγιώτου
Πρόεδρος Εφετείου
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο