ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 219/2024)
23 Δεκεμβρίου, 2024
[Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Κ. Η. ΜΕ Α.Δ.Τ, [ ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 27/11/2024, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 3712 Μ. ΚΑΔΗ, ΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΟΔΟ [ ] ΛΕΜΕΣΟΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 155, ΑΡΘΡΑ 27 ΚΑΙ 28.
Αλ. Κληρίδης, για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΑΥΙΔ, Δ.: Με την παρούσα, μονομερώς προωθούμενη αίτηση, επιζητείται από την πλευρά του Αιτητή άδεια για την καταχώριση διά κλήσεως αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, προκειμένου να ακυρωθεί Ένταλμα Έρευνας, ημερομηνίας 27.11.2024, που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (Κατώτερο Δικαστήριο).
Το εν λόγω Ένταλμα, εκδόθηκε στη βάση ένορκης δήλωσης της αστυνομικού 3712, Μ. Καδή, του Τ.ΑΕ. Λεμεσού, μέσω της οποίας επιζητείτο, πέραν από Ένταλμα Σύλληψης του Αιτητή και άλλου ύποπτου και Εντάλματα Έρευνας της οικίας και υποστατικών τους.
Ως υποδεικνύεται στον ως άνω Όρκο, η Αστυνομία διερευνούσε τα αδικήματα:
(1) Συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος (άρθρο 371, Κεφ. 154),
(2) Απόπειρα καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες (άρθρο 325, Κεφ. 154),
(3) Εμπρησμός (άρθρο 315Α, Κεφ. 154) και
(4) Απαίτηση χρημάτων με απειλές (άρθρο 290, Κεφ. 154),
τα οποία διαπράχθηκαν, κατ’ ισχυρισμό, περί τα μέσα Νοεμβρίου μέχρι 26/11/2024 στη Λεμεσό.
Σύμφωνα με όσα περιλαμβάνονται στον ως άνω Όρκο, στη βάση του οποίου κρίθηκε από το Κατώτερο Δικαστήριο δικαιολογημένη και αναγκαία η έκδοση τόσο του Εντάλματος Έρευνας που αφορά την οικία και υποστατικά του Αιτητή, (ο οποίος αναφέρεται Ύποπτος αρ. 1), όσο και εναντίον άλλου προσώπου (το οποίο αναφέρεται ως Ύποπτος αρ. 2), στις 26/11/2024 και περί ώρα 22:40, σημειώθηκε έκρηξη και ανάφλεξη πυρκαγιάς στο αυτοκίνητο με αριθμό εγγραφής [ ][, μάρκας Mercedes, ιδιοκτησίας του Γ. Σ. (ο οποίος αναφέρεται ως 1ος Παραπονούμενος), που βρισκόταν σταθμευμένο σε γκαράζ ανατολικά της οικίας του. Από εξετάσεις που διενεργήθηκαν στη σκηνή από το ΤΑΕ Λεμεσού και πυροτεχνουργό της ΑΔΕ Λεμεσού, διαπιστώθηκε ότι το πιο πάνω όχημα καταστράφηκε ολοσχερώς. Η φωτιά επεκτάθηκε και σε αυτοκίνητο μάρκας Rolls Royce, μη εγγεγραμμένο, το οποίο επίσης καταστράφηκε ολοσχερώς, ενώ ελαφριές ζημιές προκλήθηκαν σε δεύτερο αυτοκίνητο μάρκας Rolls Royce, το οποίο ήταν σταθμευμένο μπροστά από τα άλλα δύο οχήματα. Προκλήθηκε, επίσης, φωτιά και σε τέταρτο όχημα μάρκας Rolls Royce, μη εγγεγραμμένο, το οποίο βρισκόταν σταθμευμένο σε γκαράζ δυτικά της οικίας του Παραπονούμενου. Η φωτιά φαίνεται να προκλήθηκε με τη χρήση μολότωφ και προκάλεσε ελαφριές ζημιές στο πιο πάνω όχημα. Τα αυτοκίνητα μάρκας Rolls Royce, ανήκουν στον πατέρα του 1ου Παραπονούμενου, που στον ως άνω Όρκο αναφέρεται ως ο 2ος Παραπονούμενος. Από τις εξετάσεις στη σκηνή και σύμφωνα με την Πυροσβεστική Υπηρεσία, διαπιστώθηκε ότι η φωτιά τέθηκε κακόβουλα.
Η εμπλοκή του Αιτητή στην εξέλιξη των γεγονότων και στην υπό διερεύνηση υπόθεση, περιγράφεται ως ακολούθως στον ως άνω Όρκο:
«Ο 1ος παρ/νος ο οποίος βρίσκεται στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Γαλλία, ήγειρε υποψίες εναντίον των 2 πιο πάνω υπόπτων. Εναντίον τους ήγειρε επίσης υποψίες και ο πατέρας του ιδιοκτήτης των Rolls Royce, (2ος παρ/νος).
Σύμφωνα με τους ίδιους οι υποψίες στηρίζονται σε συμβάν το οποίο καταγγέλθηκε στην Αστυνομία στις 06/11/2024.
Συγκεκριμένα στις 06/11/2024 λήφθηκε πληροφορία στην Αστυνομία ότι ο 1ος παρ/νος, έπεσε θύμα απαγωγής όταν μεσολάβησε μαζί με τον 1ον ύποπτο, για να πουλήσει ο 2ος ύποπτος κρυπτονομίσματα bitcoin σε άλλο άγνωστο πρόσωπο που βρισκόταν στο Dubai. Κατά την συναλλαγή η οποία έγινε με βιντεοκλήση, το άγνωστο πρόσωπο με τέχνασμα έκλεψε από τον 2ον ύποπτο το χρηματικό ποσό των 506,000 δολαρίων σε κρυπτονομίσματα. Ο 2ος ύποπτος κάλεσε στην οικία του τον Σ. όπου στην παρουσία του 1ου υπόπτου, απαίτησε τα χρήματα του αφού έκρινε ότι ο 1ος παρ/νος ήταν η αιτία να κλαπεί το πιο πάνω ποσό. Κατά τον διαπληκτισμό ο 2ος ύποπτος πρόταξε μαχαίρι προς τον Σ., χωρίς να τον τραυματίσει. Στην συνέχεια ο Σ. αναχώρησε από την συγκεκριμένη οικία και μετέβηκε στην κατοικία του όπου και εντοπίστηκε.
Η πιο πάνω υπόθεση διερευνάται από το Ηλεκτρονικό έγκλημα.
Ο 1ος παρ/νος αφού σήμερα ενημερώθηκε για την έκρηξη ανάφερε ότι λίγες μέρες πριν αναχωρήσει για το εξωτερικό, ο 1ος ύποπτος τον προειδοποίησε ότι ο 2ος ύποπτος θα τον ανατινάξει και θα του καταστρέψει την περιουσία του αν δεν επιστρέψει πίσω τα χρήματα που έχασε ο ίδιος.
Επίσης να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τους δύο παρ/νους, αυτοί δεν έχουν οποιαδήποτε διαφορά εναντίον οποιουδήποτε άλλου προσώπου.
Ενόψει της ως άνω μαρτυρίας, αιτούμε από το σεβαστό σας Δικαστήριο την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης εναντίων των πιο πάνω υπόπτων, […]
……………………………………........................……………………
Επίσης αιτούμαι απ΄το Σεβαστό σας Δικαστήριο, την έκδοση εντάλματος έρευνας της οικίας και υποστατικών τους που βρίσκονται στην οδό […] προς εντοπισμό και περισυλλογή τεκμηρίων ήτοι εκρηκτικές ύλες, ενδύματα, εύφλεκτη ύλη, για διερεύνηση της πιο πάνω υπόθεσης, παρακαλώ.»
Ως προτάσσεται στη σχετική Έκθεση που μαζί με την ένορκη δήλωση του Αιτητή συνοδεύουν την υπό συζήτηση Αίτηση, ο Όρκος μέσω του οποίου τέθηκαν υπόψη του Κατώτερου Δικαστηρίου τα γεγονότα, δεν διασυνδέει με οποιοδήποτε τρόπο τον Αιτητή με τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος, ούτε επιτρέπει την κατάληξη σε συμπέρασμα ως προς την εμπλοκή των υπόπτων. Περαιτέρω, δεν διαφαίνεται από τον Όρκο η αναγκαία διασύνδεση των υποστατικών του Αιτητή με τα κατ’ ισχυρισμό αδικήματα. Υποδεικνύεται, επίσης, ότι η αναφορά στον Όρκο πως η αναζήτηση εκ μέρους της Αστυνομίας Εντάλματος Έρευνας για εντοπισμό και περισυλλογή τεκμηρίων προς το σκοπό διερεύνησης της υπόθεσης, αποτελεί λόγο άγνωστο στο νόμο για την έκδοση Εντάλματος του είδους. Μέσω του Όρκου, προβάλλεται περαιτέρω, δεν τέθηκε η πληροφόρηση προς το Δικαστήριο ότι ο Αιτητής και ο 2ος Ύποπτος κατήγγειλαν τον παραπονούμενο στην Αστυνομία, σε σχέση με τη ζημιά που ο 2ος Ύποπτος υπέστη ως αποτέλεσμα της απώλειας των χρημάτων του κατά τον πιο πάνω τρόπο, πληροφόρηση που υποστηρίζεται ότι θα επηρέαζε την κρίση του Δικαστηρίου ως προς την αναγκαιότητα και αναλογικότητα της έκδοσης του αιτούμενου Εντάλματος. Προβάλλεται παράλληλα ότι το Δικαστήριο ενήργησε κατά τρόπο μηχανιστικό (Rubber Stamp), χωρίς την απαραίτητη νοητική διεργασία ως προς την αναγκαιότητα έκδοσης του αιτούμενου Εντάλματος, εκδίδοντας το τρία (3) μόλις λεπτά μετά την ανάγνωση του όρκου. Αποτελεί επίσης θέση του Αιτητή ότι το Κατώτερο Δικαστήριο που εξέδωσε το επίδικο ένταλμα, παραβίασε πρόνοιες του Συντάγματος, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία ορίζουν αυστηρά τις προϋποθέσεις για την επέμβαση στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή ενός ατόμου ή και την άρση του ασύλου της κατοικίας. Σημειώνεται, ταυτόχρονα, ότι δεν περιορίστηκε στις ώρες και μέρες εκτέλεσης του Εντάλματος Έρευνας, ως το άρθρο 29 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, διατάσσοντας την εκτέλεση του σε οποιαδήποτε ώρα και ημέρα, χωρίς να δικαιολογεί τούτο.
Παρεμβάλλεται ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή, κατά την ακρόαση της αίτησης, υιοθέτησε σχετικό σημείωμα – αγόρευση που προνόησε να ετοιμάσει, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι δεν θα επιμένει στην προώθηση του λόγου που αναφέρεται σε μηχανιστικό τρόπο λειτουργίας του Κατώτερου Δικαστηρίου (Rubber Stamp), κατά τον χρόνο που επιλαμβανόταν της σχετικής Αίτησης της Αστυνομίας (Λόγος αρ.5 στην Έκθεση που συνοδεύει την αίτηση). Ως εκ τούτου, το συγκεκριμένο ζήτημα δεν θα απασχολήσει στην παρούσα.
Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari είναι διαχρονικές και καλά εδραιωμένες. Τα προνομιακά εντάλματα, ως κατάλοιπο της εξουσίας του Ανώτατου Δικαστηρίου για έλεγχο των κατώτερων Δικαστηρίων, χορηγούνται κατ’ εξαίρεση. Πρόκειται για δικαιοδοσία που ασκείται με ιδιαίτερη φειδώ. Ότι ενδιαφέρει, είναι η νομιμότητα των ελεγχόμενων ενεργειών. Άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, παρέχεται όπου από το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου διαφαίνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (βλ. Σύγγραμμα Πέτρου Αρτέμη «Προνομιακά Εντάλματα, Αρχές και Υποθέσεις», σελ. 109 και επ., Αναφορικά με την Αίτηση του Ευδόκα, Πολ. Εφ. Αρ. 219/2015, ημερ. 29.12.2016, και Αναφορικά με την Bank of Cyprus Public Company Ltd, ΠΕ 12/21, ημερ. 06.04.2021).
Των ως άνω λεχθέντων, θα πρέπει επίσης να σημειωθεί η σταθερή θέση της νομολογίας ότι ο έλεγχος Ενταλμάτων Έρευνας, λαμβάνει χώρα μέσω Προνομιακών Ενταλμάτων, με στόχευση, βεβαίως, τη νομιμότητα της διαδικασίας έκδοσής τους (Σιακαλλή Αρ. 1 (2001) 1 Α.Α.Δ. 282, Χρυσάνθου κ.α. (Αρ,2) 1(Β) Α.Α.Δ. 1175 και Αναφορικά με την Αίτηση του Κληρίδη, Πολ. Αίτ. Αρ. 172/2021, ημερ. 13.09.2021, ECLI:CY:AD:2021:D394).
Σπεύδω να σημειώσω πως παρά τη Συνταγματική κατοχύρωση και διασφάλιση του απαραβίαστου της κατοικίας (Άρθρο 16(1) του Συντάγματος), γεγονός παραμένει ότι στο επόμενο εδάφιο του ίδιου Άρθρου του Συντάγματος, διακηρύσσεται πως, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, κατόπιν Δικαστικού εντάλματος δεόντως αιτιολογημένου, είναι δυνατή η είσοδος και η έρευνα εντός της κατοικίας κάποιου. Σε σχέση με το καθήκον αυτού που υποβάλλει ένα τέτοιο αίτημα αλλά και του Δικαστηρίου που το επιλαμβάνεται, στην Πολιτική Έφεση Αρ. 348/15 Αναφορικά με την Αίτηση των 1. Αντώνη Ανδρέου & Σία ΔΕΠΕ και 2. Αντώνη Ανδρέου από τη Λάρνακα, ημερ. 9.6.2007 υποδείχθηκε μεταξύ άλλων ότι :
«... η έκδοση ενός εντάλματος έρευνας είναι μια σοβαρή επέμβαση στην ατομική ελευθερία. Είναι ένα βήμα που πρέπει να λαμβάνεται μετά από ώριμη αντίληψη των γεγονότων που συνθέτουν την υπόθεση. Με σκοπό την επίτευξη του στόχου αυτού ο αιτών, την έκδοση του εντάλματος, επί του προκειμένου, ο αστυφύλακας, έχει καθήκον να προβεί σε πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών στοιχείων και γεγονότων.
................. ....................................................................................................
Η έκδοση του διατάγματος, όπως προείπαμε, δεν αποτελεί μηχανιστική διαδικασία. Το Δικαστήριο, στη βάση των ενώπιον του τεθέντων, θα πρέπει να πειστεί ότι συντρέχει ανάγκη για έκδοση του διατάγματος.»
Σύμφωνα με το άρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155:
«Όταν δικαστής ικανοποιείται µε εγγράφου δηλώσεως ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε τόπο υπάρχει -
(α) οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση µε το οποίο διαπράχτηκε ποινικό αδίκηµα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχτηκε· ή
(β) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήµατος· ή
(γ) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι προορίζεται να χρησιµοποιηθεί για το σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήµατος,
ο δικαστής δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να εκδώσει ένταλµα (το οποίο αναφέρεται στο νόµο αυτό ως "ένταλµα έρευνας"), που εξουσιοδοτεί το πρόσωπο που κατονοµάζεται σε αυτό — …»
Έχοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων που περιλαμβάνονται στον Όρκο, η εισήγηση περί δυνητικού επηρεασμού της κρίσης του Δικαστηρίου, από το γεγονός ότι δεν τέθηκε υπόψη του το γεγονός ότι ο Αιτητής και ο 2ος Ύποπτος κατήγγειλαν τον 1ο παραπονούμενο για την ζημιά που υπέστη ο 2ος Ύποπτος ως αποτέλεσμα της απώλειας των χρημάτων του, δεν μπορεί να υιοθετηθεί. Είναι προφανές και εξυπακουόμενο το καθήκον της Αστυνομίας, όταν αξιώνει θεραπείες με μονομερείς Αιτήσεις, να προβαίνει σε αποκάλυψη δεδομένων και στοιχείων που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ουσιώδη (Αναφορικά με την Αίτηση των (1) Αντώνης Ανδρέου & Σία Δ.Ε.Π.Ε. κ.ά., Πολιτική Αίτηση Αρ. 126/2015, ημερ. 30/11/2015 και Ζερβού (2009) 1(Β) Α.Α.Δ). Στην υπό συζήτηση περίπτωση, το αίτημα εκ μέρους της Αστυνομίας προωθήθηκε, έχοντας τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου η εμπλοκή και του 1ου Παραπονούμενου στο περιστατικό της κλοπής των χρημάτων του 2ου Υπόπτου, (μέσω κρυπτονομισμάτων) η απαίτηση σε βάρος του 1ου Παραπονούμενου για την επιστροφή των χρημάτων με την πρόταξη μαχαιριού και η προειδοποίηση που αυτός δέχτηκε για ανατίναξη και καταστροφή της περιουσίας του. Αν ο Αιτητής και ο 2ος Ύποπτος, στην εξέλιξη των γεγονότων, κατάγγειλαν τον ως άνω παραπονούμενο, δεν φαίνεται, υπο τις περιστάσεις, να αποτελεί τούτο ουσιώδες γεγονός, δυνάμενο να επιδράσει στην κρίση του Δικαστηρίου όσον αφορά την έκδοση του σχετικού Εντάλματος Έρευνας. Συνακόλουθα, η παραχώρηση της αιτούμενης Άδειας δεν δικαιολογείται για τον Λόγο αρ.2, ως αυτός προβάλλεται στην Έκθεση που συνοδεύει την Αίτηση.
Με δεδομένο ότι οι υπόλοιποι λόγοι που επικαλείται η πλευρά του Αιτητή, ουσιαστικά διαπλέκονται και αφορούν στο τέλος της ημέρας την επάρκεια του Όρκου που υποστήριζε το αίτημα ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου, το Δικαστήριο θα τους εξετάσει κατά ανάλογο τρόπο.
Η αναγκαιότητα διασύνδεσης της έρευνας με τον συγκεκριμένο τόπο είναι δεδομένη. Ως επισημαίνεται, το άρθρο 27 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155 διασυνδέει το αντικείμενο το οποίο εύλογα πιστεύεται ότι συνδέεται με ποινικό αδίκημα με τον τόπο για τον οποίο ζητείται το ένταλμα και όχι με το πρόσωπο του υπόπτου (βλ. μεταξύ άλλων Αναφορικά με την Αίτηση Εταιρείας ΟΠΑΠ Κύπρου Λτδ, Πολ. Έφ. Αρ. 133/2018 ημερ. 17.12.2018). Η ανάγκη παρουσίασης κάποιου είδους μαρτυρίας για στοιχειοθέτηση της εύλογης αιτίας ως ο όρος περιλαμβάνεται στο άρθρο 27 του πιο πάνω νομοθετήματος, αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση εντάλματος έρευνας. Περί εύλογων υπονοιών και υποψίας ο λόγος, ζήτημα που εξαρτάται από τα περιστατικά και τη φύση της κάθε υπόθεσης (Παναγιώτου (2004) 1 Α.Α.Δ. 1094 και Αντωνίου (2009) 1 Α.Α.Δ. 656). Εν πάση περιπτώσει, η υποβολή αιτήματος για έκδοση εντάλματος ως το υπό συζήτηση θα πρέπει να στοχεύει στην ανεύρεση και κατάσχεση πραγμάτων. (Σύνδεσμος για Πρόληψη της Βίας στα Γήπεδα (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 1014). Προς τούτο, είναι αναγκαία η περιγραφή των πραγμάτων και αντικειμένων τα οποία η αστυνομία επιδιώκει να εντοπίσει και να παραλάβει στον υπό έρευνα χώρο, κατά τρόπο που να μην αφήνεται η εντύπωση ότι παρέχεται στο πρόσωπο που εξουσιοδοτείται για την διεξαγωγή της έρευνας «ανεπίτρεπτα ευρεία διακριτική εξουσία ως προς το τι αυτός θα μπορούσε να αναζητήσει και να παραλάβει» (Era Cyprus Ltd κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1051).
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, η εισήγηση εκ μέρους του Αιτητή ότι ο τελευταίος δεν διασυνδέεται με οποιοδήποτε τρόπο με τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος, δεν μπορεί να υιοθετηθεί. Ως τέθηκε υπόψη του Κατώτερου Δικαστηρίου, μέσω του Όρκου, ο 1ος παραπονούμενος ενέπλεκε τον Αιτητή στην όλη εξέλιξη των γεγονότων κατά τρόπο που φαίνεται να υπερπηδά το ούτως ή άλλως χαμηλό ύψος του πήχη για την κατάδειξη εύλογης υπόνοιας όσον αφορά την ανάμιξη του Αιτητή στη διάπραξη των σοβαρών αδικημάτων που η αστυνομία διερευνούσε.
Η ως άνω διαπίστωση, δεν διαφοροποιεί ασφαλώς το γεγονός ότι, μέσα από όσα έχουν τεθεί υπόψη του Κατώτερου Δικαστηρίου, δεν φαίνεται να υπάρχει διασύνδεση της οικίας και των υποστατικών του Αιτητή, ως προσδιορίζονται στο Ένταλμα Έρευνας, με τα αντικείμενα τα οποία περιγράφονται σε αυτό, κατά τον τρόπο που προβλέπεται τούτο στο άρθρο 27 του νόμου (Σιακαλλης (Αρ.1) (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 282). Ομοίως, η αναφορά στον Όρκο, κατά τρόπο γενικό και απογυμνωμένο από οτιδήποτε άλλο, ότι αναζητούνται «εκρηκτικές ύλες», «ενδύματα» και «εύφλεκτη ύλη» για σκοπούς διερεύνησης της υπόθεσης, φαίνεται, εκ πρώτης όψεως πάντα, να εγείρει ζητήματα νομιμότητας για το υπ’ αναφορά Ένταλμα Έρευνας.
Δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Υπό το φως των πιο πάνω και με δεδομένο ότι η εξέταση της αίτησης σε αυτό το στάδιο γίνεται υπό το πρίσμα της εκ πρώτης όψεως θεώρησης για το σκοπό παροχής ή μη άδειας για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση του σκοπούμενου εντάλματος, υπό την έννοια που εξηγήθηκε στην In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, δίδεται άδεια για καταχώρηση αίτησης Certiorari, σε σχέση με την επάρκεια του Όρκου που χρησιμοποιήθηκε για την έκδοση του Εντάλματος Έρευνας.
Περαιτέρω η μη καταγραφή στο πρακτικό του Δικαστηρίου η ύπαρξη οπουδήποτε λόγου για την εξουσιοδότηση εκτέλεσης του Εντάλματος Έρευνας οποιαδήποτε ώρα, σε συνδυασμό με τις πρόνοιες του άρθρου 29(1) του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, φαίνεται επίσης να δικαιολογεί την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.
Η δια κλήσεως αίτηση να καταχωριστεί εντός 15 ημερών από σήμερα.
Εφόσον καταχωριστεί ως ανωτέρω, να οριστεί από το Πρωτοκολλητείο για οδηγίες στις 21.01.2025 και ώρα 8:30 π.μ. και να επιδοθεί στον Γενικό Εισαγγελέα, τουλάχιστον πέντε μέρες πριν την δικάσιμο.
Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο