
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΊΤΗΣΗ ΑΡ. 222/2024
9 Απριλίου, 2025
[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΗΛΙΚΟΥ Μ. Γ. ΔΙΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ Ή/ΚΑΙ ΕΧΟΝΤΩΝ ΤΗ ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΑΥΤΟΥ, Α. Γ. (ΑΔΤ [ ]) ΚΑΙ Π. Γ. (ΑΔΤ [ ]), ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΙΣ 19.11.2024, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 2792, ΣΑΒΒΑ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 17, 18 ΚΑΙ 44 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ (ΚΕΦ. 155)
Αίτηση διά κλήσεως ημερ. 16.12.2024
Α. Χρίστου με κ. Ζένιου, για τον Αιτητή
Ελ. Νικολάου (κα), για Καθ’ ου η Αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ. Με την δια κλήσεως, πλέον, αίτηση, ζητείται η έκδοση εντάλματος certiorari για την ακύρωση εντάλματος σύλληψης σε σχέση με τον ανήλικο αιτητή, τούτου εκδοθέντος στις 19.11.2024 και εκτελεσθέντος αυθημερόν, κατά η ώρα 19.24. Η έκδοση του, σχετιζόταν με επεισόδιο κατά το οποίο ο αιτητής και ακόμα τρία νεαρά πρόσωπα φέρεται να είχαν ασκήσει βία εναντίον διανομέα έτοιμων φαγητών, (ο παραπονούμενος). Το εν λόγω επεισόδιο, σημειώθηκε κατά τις βραδινές ώρες της 16.11.2024, στην κοινότητα Γερίου της επαρχίας Λευκωσίας.
Σύμφωνα με ό,τι αναφέρεται στην ένορκη δήλωση, (ο όρκος), που υποστήριζε το αίτημα για την έκδοση του εντάλματος σύλληψης, τα εν λόγω τέσσερα νεαρά πρόσωπα, περιλαμβανομένου του αιτητή, αφού επιτέθηκαν στον παραπονούμενο και τον έριξαν στο έδαφος συνεχίζοντας να ασκούν βία κατ’ αυτού, ακολούθως, αποχώρησαν με τον αιτητή να φεύγει από τη σκηνή οδηγώντας τη μοτοσυκλέτα του παραπονούμενου. Το επεισόδιο καταγγέλθηκε στο ΤΑΕ Λευκωσίας και έτσι άρχισε η διερεύνηση του. Σχετικές ενέργειες μελών της ανακριτικής ομάδας, οδήγησαν στην ανεύρεση του υπηρεσιακού τηλεφώνου του παραπονούμενου, πετάμενο σε χωράφι, καθώς, επίσης, τη μοτοσυκλέτα του, η οποία είχε αποκρυβεί σε αποθήκη. Οι έρευνες, επεκτάθηκαν, επίσης, στη λήψη αποσπασμάτων από κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης υποστατικών της περιοχής, όπου συνέβηκε το επεισόδιο, στα οποία αποσπάσματα φέρεται να αναγνωρίστηκαν τα νεαρά πρόσωπα, που έλαβαν μέρος σε αυτό.
Με την πιο πάνω ένορκη δήλωση, η Δικαστής, η οποία εξέδωσε το ένταλμα σύλληψης, πληροφορείτο, επίσης, ότι στη βάση των πιο πάνω γεγονότων η Αστυνομία διερευνούσε το ενδεχόμενο διάπραξης των αδικημάτων της ληστείας, της επίθεσης με σκοπό την κλοπή, της πρόκλησης κακόβουλης ζημιάς και της συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Η Δικαστής, εξέδωσε το ένταλμα αφού ικανοποιήθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 18(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Συγκεκριμένα, ότι υπήρχε εύλογη υπόνοια να πιστεύεται πως ο αιτητής ενέχετο στη διάπραξη των προαναφερθέντων αδικημάτων, καθώς, επίσης, ότι η σύλληψη του ήταν αναγκαία για την αποτελεσματική διερεύνηση τους. Για το θέμα της αναγκαιότητας, θα γίνει περαιτέρω αναφορά στη συνέχεια.
Στο παρόν στάδιο διαπιστώνεται πως, από τα γεγονότα που παρατίθενται στον όρκο, προκύπτει ότι υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία μέλους της ανακριτικής ομάδας, που ασχολείτο με τη διερεύνηση της υπόθεσης, με τον πατέρα και κηδεμόνα του αιτητή. Κατά τη διάρκεια της, προέκυψε ότι ο πατέρας είχε ήδη πληροφορηθεί για το επεισόδιο και την εμπλοκή του αιτητή σε αυτό. Η πιο πάνω επικοινωνία έλαβε χώρα στις 19.11.2024 και οδήγησε στο να μεταβεί ο αιτητής, συνοδευόμενος από τον πατέρα του, στα γραφεία του ΤΑΕ Λευκωσίας. Σημειώνεται πως, το ένταλμα σύλληψης κατά του αιτητή, εκτελέστηκε, καθ΄ ον χρόνον αυτός βρισκόταν στα γραφεία του ΤΑΕ, όπως έχει προαναφερθεί.
Καταχωρίστηκε ένσταση, σε σχέση με την αίτηση, όπου αιτιολογούνται οι ενέργειες των μελών της ανακριτικής ομάδας του ΤΑΕ Λευκωσίας, κατά τη διερεύνηση του υπό αναφορά επεισοδίου. Ό,τι ενδιαφέρει, όμως, για σκοπούς της παρούσας αίτησης είναι το περιεχόμενο του όρκου, στη βάση του οποίου εκδόθηκε το ένταλμα σύλληψης. Ειδικά, σε σχέση με την απαίτηση για ύπαρξη εύλογης υπόνοιας, σημειώνονται οι αναφορές του πατέρα σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με μέλος της ανακριτικής ομάδας και ειδικά η γνώση του για το επεισόδιο και την εμπλοκή του υιού του, αιτητή, σε αυτό. Εν πάση περιπτώσει, δε διαπιστώνεται να επιδιώκεται ο έλεγχος της νομιμότητας του εκδοθέντος εντάλματος στη βάση αυτή. Άλλωστε, προκύπτει, σαφώς, από την εν λόγω μαρτυρία ότι, ικανοποιείται το κριτήριο της ύπαρξης εύλογης υπόνοιας που προβλέπεται στο άρθρο 18(1) του Νόμου, Κεφ. 155. Τούτο, υπό την έννοια ότι υπήρχε ικανοποιητική μαρτυρία, η οποία εύλογα οδήγησε στη λήψη μέτρων για την έναρξη έρευνας προς το σκοπό διερεύνησης της διάπραξης των προαναφερθέντων αδικημάτων.
Όσον αφορά το κριτήριο της αναγκαιότητας έκδοσης του εντάλματος σύλληψης, εξεταζομένου υπό το φως των περιστάσεων κατά τρόπο ώστε να ικανοποιείται και η αρχή της αναλογικότητας, δεν είναι ξεκάθαρο τι απαιτείτο να γίνει στο πλαίσιο της έρευνας, που καθιστούσε αναγκαία την έκδοση του. Ειδικά, ως προς την πτυχή αυτή, αναφέρονται στον όρκο τα εξής: «Η σύλληψη του υπόπτου, είναι ευλόγως αναγκαία και ανάλογη, προς αποφυγή επηρεασμού μαρτύρων από τους οποίους λήφθηκαν ή πρόκειται να ληφθούν καταθέσεις, απόκρυψης, καταστροφής ή/και διάθεσης τεκμηρίων των οποίων θα καταδείξουν την εμπλοκή του υπόπτου. Επίσης είναι αναγκαία και ανάλογη για αποφυγή της επέμβασης στο έργο της δικαιοσύνης. Επιπλέον η έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης είναι αναγκαία και ανάλογη για την αποτελεσματική διερεύνηση των πιο πάνω αδικημάτων.».
Προφανώς, το περιεχόμενο του πιο πάνω αποσπάσματος, χαρακτηρίζεται από γενικότητα ως προς το ανακριτικό έργο που υπολείπετο να γίνει, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι είχαν περάσει, ήδη, δύο ημέρες από το χρόνο που είχε σημειωθεί το επεισόδιο. Για την ακρίβεια, δεν αναφέρεται συγκεκριμένα, αν στο διάστημα των δύο ημερών είχαν ληφθεί κάποιες καταθέσεις από μάρτυρες και αν υπολείπετο η λήψη και άλλων. Αντίθετα, τούτο τίθεται κατά τρόπο διαζευκτικό και επομένως, καθόλου διαφωτιστικό, ότι, «λήφθηκαν ή πρόκειται να ληφθούν καταθέσεις». Δηλαδή, μπορεί και να λήφθηκαν καταθέσεις από όσους εμπλέκοντο ή εγνώριζαν για το επεισόδιο. Όσον αφορά το θέμα της απόκρυψης ή καταστροφής κ.λ.π. τεκμηρίων, και πάλι δεν γίνεται αναφορά τι ακριβώς εννοείτο, δεδομένων των συγκεκριμένων περιστάσεων της υπόθεσης, ενώ όπως αναφέρθηκε στην αίτηση, αποσύρθηκε, την τελευταία στιγμή, ενώπιον της Δικαστού, το ένταλμα για έρευνα της οικίας του αιτητή. Σημειώνεται, συναφώς, πως η μοτοσυκλέτα και το τηλέφωνο που είχαν αποσπαστεί από τον παραπονούμενο, είχαν ήδη ανευρεθεί και βρίσκονταν στην κατοχή της Αστυνομίας. Οι δηλώσεις που ακολουθούν, όπως καταγράφονται στο πιο πάνω απόσπασμα, εμφανώς, είναι γενικόλογες, ώστε ούτε και από αυτές να συνάγετο η αναγκαιότητα έκδοσης του εν λόγω εντάλματος σύλληψης.
Για τους πιο πάνω λόγους, εκδίδεται ένταλμα certiorari με το οποίο ακυρώνεται το ένταλμα σύλληψης κατά του αιτητή, ημερομηνίας 19.11.2024. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον της Δημοκρατίας τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €2.000.- πλέον Φ.Π.Α.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
/γκ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο