
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
Δικαιοδοσία δυνάμει του άρθρου 9(3)(γ) του Ν.33/1964
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ
ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 28/2024
6 Μαΐου, 2025
[Γ.N. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Α. ΔΑΥΙΔ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9(3)(γ) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964-2022
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2023
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Χ. Π. ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 152/24, ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ Χ. Π. ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΑΡ. 152/2024 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 25.6.2024
Μεταξύ:
Χ. Π.
Αιτητής/Εφεσείοντας στο Εφετείο
ΚΑΙ
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ’ ης η Αίτηση/Εφεσίβλητη στο Εφετείο
---------------------
Λ. Νεοφύτου για Χ. Τιμοθέου & Λ. Νεοφύτου, για τον Αιτητή
Ν. Νεοκλέου, για την Καθ’ ης η Αίτηση, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα
Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ.Ν. Γιασεμή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ. Η παρούσα αίτηση καταχωρίστηκε δυνάμει της πρόνοιας του άρθρου 9(3)(γ) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964, Ν.33/1964, όπως έχει τροποποιηθεί με τον ομώνυμο τροποποιητικό νόμο 145(Ι)/2022, (ο Νόμος 33/1964). Υποβλήθηκε δε στη βάση του Κανονισμού 9 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 2023.
Αιτία για την καταχώρηση της πιο πάνω αίτησης αποτέλεσε η απόφαση του Εφετείου στην Ποινική Έφεση αρ. 152/2024, η οποία εκδόθηκε στις 25.6.2024. Με αυτή επικυρώθηκε απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, με την οποία είχε διαταχθεί η κράτηση του αιτητή μέχρι την εκδίκαση του από το αρμόδιο Μόνιμο Κακουργιοδικείο. Το θέμα της κράτησης του αιτητή, εξετάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο αμέσως μετά την παραπομπή του στο Κακουργιοδικείο. Ως φαίνεται δε, από τα ενώπιον του τεθέντα γεγονότα, ο αιτητής αντιμετωπίζει περί τις 135 κατηγορίες, κάποιες με άλλα πρόσωπα συγκατηγορούμενους του στην ίδια υπόθεση, οι κυριότερες των οποίων αφορούν σε διαρρήξεις και κλοπές. Η αξία της, κατ’ ισχυρισμό, κλαπείσας περιουσίας, σύμφωνα με υπολογισμούς που είχαν γίνει, ξεπερνά το 1.4 εκατομμύρια ευρώ.
Ενώπιον του Εφετείου, προβλήθηκαν τέσσερις λόγοι έφεσης αφορώντες στην εφαρμογή των παραγόντων, τους οποίους το παραπέμψαν Δικαστήριο έλαβε υπόψη του, κατά την εξέταση του αιτήματος της Κατηγορούσας Αρχής για κράτηση του κατηγορούμενου μέχρι τη δίκη του. Βασικά, πρόκειται για παράγοντες που εφαρμόστηκαν πλειστάκις από τα παραπέμποντα πρωτόδικα δικαστήρια και οι αποφάσεις τους επικυρώθηκαν επανειλημμένα από το Ανώτατο Δικαστήριο, στη σχετική νομολογία.
Στην αίτηση παρατίθενται τρία συνολικά νομικά θέματα, τα οποία ο αιτητής έχει υποβάλει προς απόφαση από το Ανώτατο Δικαστήριο. Με το πρώτο, τίθεται προς εξέταση, κατά πόσο ο κίνδυνος διαφυγής κατηγορουμένου εκκρεμούσης της δίκης του, όπως τον αντιλήφθηκε το Εφετείο, συνάδει με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ΕΔΔΑ. Παραπέμπει προς τούτο σε σχετική νομολογία του πιο πάνω δικαστηρίου και συγκεκριμένα στις υποθέσεις Panchenko v. Russia, Application No. 45100/1998, 8.5.2005, Hysa v. Albania, Application No. 52048/2016, 21.5.2023 και Merabishvili v. Georgia, Application No. 72508/2013, 28.11.2017. Με το δεύτερο θέμα ζητείται να εξεταστεί κατά πόσο, ως μέρος των παραγόντων που δικαιολογούν την κράτηση κατηγορουμένου εκκρεμούσης της δίκης, είναι επιτρεπτή η συνεκτίμηση του κινδύνου, αυτός να διαπράξει άλλα αδικήματα, στο μεταξύ. Ειδικά, σε σχέση με το θέμα τούτο γίνεται εισήγηση ότι, η απόφαση, σχετικά, του Εφετείου είναι αντίθετη με την απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Oreb v. Croatia, Application No. 20824/2009, 31.1.2014.
Όσον αφορά το τρίτο θέμα αναφέρεται, επί λέξει, ότι με αυτό, «εγείρεται ως ζήτημα και θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή ως ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουόμενων ή αντιφατικών αποφάσεων ένεκα της κρίσης του Ποινικού Εφετείου.». Εμφανώς, με αυτό, δεν εγείρεται, ουσιαστικά, οποιοδήποτε νομικό θέμα που να προκύπτει από την απόφαση του Εφετείου. Καθίστανται, μάλλον, ως τέτοιο, με απλή παράθεση τους, οι λόγοι που προβλέπονται στο άρθρο 9(3)(γ) του Νόμου 33/1964, για τους οποίους, σύμφωνα με την πιο πάνω πρόνοια, μπορεί να παραπεμφθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο νομικό θέμα. Κατά συνέπεια, το συγκεκριμένο «θέμα», δεν αποτελεί νομικό θέμα εν τη εννοία του πιο πάνω άρθρου και επομένως, δεν μπορεί και να εξεταστεί στο πλαίσιο της παρούσας αίτησης.
Όσον αφορά τα πρώτα δύο θέματα, ανωτέρω, που έχουν χαρακτηριστεί ως νομικά, πέραν του ότι είναι διατυπωμένα υπό τη μορφή λόγου έφεσης, δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια τι είναι που επιζητείται να εξεταστεί με το κάθε ένα από αυτά, ειδικά, που δεν έχει ήδη αποφασιστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο στην προηγούμενη νομολογία του, σχετικά, στην οποία, παρεμπιπτόντως, δε γίνεται οποιαδήποτε αναφορά, από μέρους του αιτητή. Ζητείται, όμως, να εξεταστούν υπό το πρίσμα της σχετικής νομολογίας του ΕΔΑΔ και μόνο. Εν πάση περιπτώσει, το Εφετείο εξέτασε και εφάρμοσε τη σχετική νομολογία του ΕΔΑΔ, σε σχέση και με τα δύο θέματα. Πρόκειται για τη νομολογία που έχει προηγουμένως αναφερθεί από την οποία και δεν έχει αποστεί, κατ’ εφαρμογή και της προτροπής του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Fourri and Others v. Republic (1980) 2 C.L.R. 152, στην σελίδα 168[1].
Ειδικά, όσον αφορά το δεύτερο θέμα, σε σχέση με τη συνεκτίμηση του κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων, προκειμένου να διαταχθεί η κράτηση κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του, το Εφετείο αναφέρθηκε στην υπόθεση Ugulava v. Georgia, Αίτηση αρ. 5432/2015, 9.5.2023. Συγκεκριμένα, από τις παραγράφους 104 και 105, προκύπτει ότι αυτός είναι ένας από τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη και συνεκτιμάται υπό το πρίσμα και των λοιπών σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης κατά την εξέταση αιτήματος όπως το προαναφερθέν. Επί τούτου δε, παρατήρησε ότι το ΕΔΑΔ στην υπόθεση Oreb v. Croatia, ανωτέρω, παρέλειψε να αναφερθεί σε προηγούμενη νομολογία του, η οποία υιοθετήθηκε αργότερα στην υπόθεση Ugulava v. Georgia, ανωτέρω, ώστε η τελευταία απόφαση να είναι και η καθοδηγητική, όσον αφορά τη συγκεκριμένη πτυχή του δικαίου.
Ανεξάρτητα, όμως, με την προσπάθεια που καταβάλλεται πιο πάνω, για τον καθορισμό των τεθέντων προς εξέταση νομικών θεμάτων, διαπιστώνεται, συγχρόνως, πως, εν πάση περιπτώσει, δεν ζητείται η εξέταση τους για οποιοδήποτε από τους προβλεπόμενους στο άρθρο 9(3)(γ) του Νόμου, λόγους. Ήτοι, κατά πόσον «αυτά…. συναρτώνται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας ή με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου, κατά την υπ’ αυτού ενασκουμένη πολιτική ή ποινική δικαιοδοσία:» Αντίθετα, στην προσπάθεια διατύπωσης και αιτιολόγησης τους, αναπτύσσεται ένας πλατειασμός της σκέψης που επεκτείνεται σε 17 παραγράφους, καλύπτουσες έξι σελίδες κειμένου. Εμφανώς, πρόκειται για κείμενο που, ουσιαστικά, παραπέμπει σε αγόρευση, παραβλέποντας εντελώς και τα προβλεπόμενα στην επιφύλαξη του άρθρου 9(3)(γ) ότι, «… υποβαλλόμενη αίτηση δέον να προσδιορίζει σαφώς τα προκύπτοντα από την οικεία απόφαση νομικά θέματα, ως και τους πλήρεις λόγους και τα αναγκαία στοιχεία τα υποστηρίζοντα το αίτημα, προκειμένου το Ανώτατο Δικαστήριο να αποφανθεί κατά πόσο θα παραχωρήσει την απαιτούμενη άδεια:». Η πιο πάνω πρόνοια, δεν θα μπορούσε να ήταν πιο σαφής, ως προς το πώς πρέπει να διατυπώνεται η αίτηση, η οποία υποβάλλεται, κατ’ επίκληση του άρθρου 9(3)(γ) του Νόμου 33/1964.
Επομένως, με βάση τα προβλήματα που έχουν αναδειχθεί πιο πάνω, ως προς τη μη ορθή και ευκρινή διατύπωση των νομικών θεμάτων, επί των οποίων το Ανώτατο Δικαστήριο θα μπορούσε να αποφασίσει, καθώς, επίσης, την παράλειψη προσδιορισμού του λόγου ή των λόγων προς ενεργοποίηση της συγκεκριμένης δικαιοδοσίας του, διαπιστώνεται πως δεν παρέχεται δυνατότητα για ευνοϊκή κατάληξη σε σχέση με την παρούσα αίτηση. Πέραν όμως και της πιο πάνω διαπίστωσης, για τους λόγους που έχουν αναφερθεί προηγουμένως, οι θέσεις εκ μέρους του αιτητή, όσον αφορά τον προσδιορισμό των νομικών θεμάτων, στο βαθμό που έγιναν αντιληπτές, δεν μπορούν, εν πάση περιπτώσει, να γίνουν δεκτές.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Δημοκρατίας και εναντίον του αιτητή, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €2.000.- πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.
[1] “It is inevitable that for the interpretation of such provisions, domestic tribunals would turn to the interpretation given by the international organs entrusted with the supervision of their application, namely the European Court and the European Commission of Human Rights.”
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο