
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9(3)(γ) ΤΟΥ Ν.33/1964
(Αίτηση Αρ. 10/2025)
23 Ιουνίου 2025
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]
Αναφορικά με την Αίτηση του Muhittin Ates
Αναφορικά με νομικά θέματα που προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου στην Ποινική Δικαιοδοσία στην Ποινική Έφεση Αρ.234/2024, ημερομηνίας 25.2.2025
Μεταξύ:
Γενικού Εισαγγελέα,
Εφεσείοντα,
ν.
Muhittin Ates
Εφεσίβλητου.
____________________
Π. Λοΐζου για Πάρις Λοΐζου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.
Θ. Παπανικολάου για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Καθ’ ου η Αίτηση.
Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Μαλαχτό, Δ.
_____________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Ο Αιτητής, εφεσίβλητος στην αναφερόμενη στον τίτλο ποινική έφεση, καταχώρισε την παρούσα Αίτηση, αιτούμενος άδεια για να υποβάλει αίτηση δυνάμει του άρθρου 9(3)(γ) των περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμων του 1964 έως 2024, οι Νόμοι.
Ο Αιτητής είχε καταδικαστεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου σε δύο κατηγορίες, για την κατοχή και για τη μεταφορά πυροβόλου όπλου κατηγορίας Β, ενός πιστολιού, και του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 18 μηνών.[1]
Στην απόφαση του για την ποινή, το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε αναφερθεί στη δυσκολία με την οποία μπορούσε κάποιος να αφαιρέσει το γεμιστήρα του πιστολιού λόγω οξείδωσης και ελαφριού κτυπήματος στη βάση του. Ότι ο γεμιστήρας ήταν άδειος και ότι δεν βρέθηκαν πυρομαχικά στην κατοχή του Αιτητή. Επίσης ότι το πιστόλι δεν είχε εγκληματικό παρελθόν στη Δημοκρατία και ότι δεν είχε προκύψει οτιδήποτε το οποίο να υποδηλώνει ότι εκατείχετο από τον Αιτητή με σκοπό την επικείμενη διάπραξη αδικήματος.
Ο Γενικός Εισαγγελέας εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση και το Εφετείο, με την αναφερόμενη στον τίτλο ποινική έφεση, αύξησε τις ποινές σε τρία έτη, αφού έκρινε ότι οι ποινές που επιβλήθηκαν ήταν έκδηλα ανεπαρκείς.
Στην Έκθεση Νομικών Θεμάτων διατυπώνονται τρία Νομικά Θέματα ως ακολούθως:
1. Κατά πόσον ο παράγων της εν γένει λειτουργικής κατάστασης του ανευρεθέντος όπλου πρέπει να αναγνωρίζεται ως μετριαστικός παράγοντας από το Εφετείο.
2. Κατά πόσον ο παράγων της μη απόδειξης πρόθεσης χρήσης και εγκληματικού παρελθόντος του όπλου πρέπει να αναγνωρίζεται ως μετριαστικός παράγοντας.
3. Κατά πόσον ο παράγων της μη ανεύρεσης πυρομαχικών και του γεγονότος ότι το όπλο δεν ήταν έμφορτο πρέπει να αναγνωρίζεται ως μετριαστικός παράγοντας.
Δεν προκύπτει από την απόφαση του Εφετείου ότι η λειτουργική κατάσταση του πιστολιού παραγνωρίστηκε. Αντίθετα, στην εφετειακή απόφαση μεταφέρεται αυτούσιο το μέρος της πρωτόδικης απόφασης όπου περιγράφεται η λειτουργική κατάσταση του όπλου, ως μέρος των γεγονότων της υπόθεσης. Το ίδιο ισχύει και σε σχέση με το γεγονός ότι το όπλο δεν ήταν έμφορτο και ότι δεν ανευρέθηκαν πυρομαχικά. Επομένως, αναφορικά με το πρώτο και τρίτο θέμα η Αίτηση απορρίπτεται άνευ ετέρου.
Καθ’ όσον αφορά την πρόθεση χρήσης του πιστολιού και την απουσία μαρτυρίας ότι το όπλο είχε χρησιμοποιηθεί για τη διάπραξη κάποιου αδικήματος, το Εφετείο ανέφερε ότι:
«Ούτε και μπορούσε να θεωρηθεί μετριαστικός παράγοντας το γεγονός ότι δεν υπήρξε μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου είτε περί προηγούμενης χρήσης του Πιστολιού στη διάπραξη κάποιου αδικήματος ή περί πρόθεσης χρήσης του για τέτοια (Γενικός Εισαγγελέας ν. Yevgen Chronyy (2006) 2 Α.Α.Δ. 117)».
Και πως:
«Καμία εξήγηση δόθηκε ως προς τον λόγο για τον οποίο ο Εφεσίβλητος κατείχε και μετέφερε το Πιστόλι. Αυτό που σίγουρα μπορεί να λεχθεί, όμως, είναι ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπήρχε κάποιο αγνό κίνητρο στη κατοχή και μεταφορά όπλου το οποίο είχε υποστεί μετατροπές ώστε να καταστεί πυροβόλο».
Αυτό που ουσιαστικά εισηγείται ο Αιτητής είναι ότι εσφαλμένα το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τα ευρήματα αυτά ως παράγοντες μετριαστικούς για την ποινή. Επιζητεί δηλαδή τον έλεγχο της ορθότητας της απόφασης του Εφετείου.
Στη Γαβριηλίδη κ.ά., Αίτηση Αρ.2/2024, ημερ.11.11.2024, εξηγήθηκε ότι η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 9(3)(γ) των Νόμων δεν αφορά στον έλεγχο της ορθότητας των αποφάσεων του Εφετείου. Ότι οι αποφάσεις του Εφετείου δεν υπόκεινται σε έφεση και πως η δικαιοδοσία που το άρθρο 9(3)(γ) παρέχει στο Ανώτατο Δικαστήριο είναι να αποφασίζει σε τρίτο και τελευταίο βαθμό επί νομικών θεμάτων τα οποία προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου και νοουμένου ότι τα νομικά αυτά θέματα συναρτώνται με ζητήματα όπως εξαντλητικά περιγράφονται στο άρθρο (βλ. ακόμα Petrov, Αίτ. Αρ.18/2024, ημερ.15.7.2024, Κλεοβούλου, Αίτηση Αρ.6/2023, ημερ.3.6.2024 και Σάββα, Αίτηση Αρ.8/2024, ημερ.8.7.2024).
Ως προς το τελευταίο, και προς αποφυγή δημιουργίας εσφαλμένων εντυπώσεων, σημειώνουμε την παρερμηνεία της προϋπόθεσης το θέμα να συναρτάται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας, που αφορά στην περίπτωση όπου το Εφετείο εφάρμοσε την πάγια νομολογία, αλλά ο αιτητής εισηγείται ότι αυτή δικαιολογείται να διαφοροποιηθεί και όχι όταν, κατά την εισήγηση του αιτητή, η απόφαση του Εφετείου συγκρούεται με την πάγια νομολογία (Γαβριηλίδη). Ό,τι άλλο είχε επικαλεστεί ο Αιτητής ήταν ότι εγείρεται ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου, χωρίς ωστόσο να αναφερθεί σε οιαδήποτε απόφαση του Εφετείου.
Η Αίτηση απορρίπτεται.
€ 1500 έξοδα της Αίτησης επιδικάζονται υπέρ του Καθ’ ου η Αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Χ. Μαλαχτός, Δ.
Ι. Ιωαννίδης, Δ.
Ε. Εφραίμ, Δ.
[1] Αστυνομικός Διευθυντής Αμμοχώστου ν. Muhittin Ates, Αρ. Υπόθ.1277/2024, ημερ.9.8.2024.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο