
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 114/25)
18 Ιουνίου, 2025
[Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΜΙΤΕΔ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 25/4/2025 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ/ΕΦΕΣΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 151/2025, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΗΚΕΥΣΕΩΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1965 (Ν.9/1965), ΑΡΘΡΑ 44Α – 44ΙΑΑ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 44ΙΕ
K. Πανάγος, για Πανάγος & Πανάγος Δ.Ε.Π.Ε., για την Αιτήτρια.
...................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση η Αιτήτρια ζητά άδεια για την καταχώριση δια κλήσεως αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται η απόφαση ημερ. 25.4.2025 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία παραμερίστηκε η ειδοποίηση ΙΑ στο πλαίσιο της Αίτησης-Έφεσης υπ’ αρ. 151/2025 για τη διενέργεια πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου με πλειστηριασμό στις 29.4.2025.
Το άρθρο 44Γ(3) του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Νόμου, Ν.9/1965, προνοεί ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους δικαιολογείται ο παραμερισμός της ειδοποίησης ΙΑ για τη διενέργεια πώλησης ενυπόθηκου ακινήτου με πλειστηριασμό είναι η μη δέουσα επίδοση της ειδοποίησης. Η επίδοση ερμηνεύεται στο άρθρο 44ΙΕ του Ν.9/1965 ως εξής:
« «επίδοση» σηµαίνει σε κάθε περίπτωση την παράδοση ειδοποίησης ή επικοινωνίας µε συστηµένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας … του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση ή επικοινωνία απευθύνεται, … και σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, την ιδιωτική επίδοση τέτοιας ειδοποίησης ή επικοινωνίας σε τέτοιο πρόσωπο:
Νοείται ότι η ιδιωτική επίδοση δύναται να γίνει µε οποιονδήποτε τρόπο προβλέπεται στους Θεσµούς Πολιτικής ∆ικονοµίας, περιλαµβανοµένης και της δυνατότητας υποκατάστατης επίδοσης µε διάταγµα ∆ικαστηρίου κατόπιν γενικής αίτησης:»
Στην υπό κρίση απόφαση του, το κατώτερο Δικαστήριο, εξετάζοντας αυτό το ζήτημα, κατέληξε πως για να θεωρείται νομότυπη η επίδοση της ειδοποίησης ΙΑ, θα πρέπει πρώτα αυτή να έχει σταλεί μέσω συστημένου ταχυδρομείου. Αναγνώρισε ότι στην υπό εξέταση περίπτωση η Αιτήτρια (εκεί Καθ’ ης – Εφεσίβλητη) προχώρησε σε τέτοιο διάβημα. Διαπίστωσε επίσης ότι πριν να επιστραφεί η σχετική συστημένη επιστολή ως ταχυδρομικώς μη παραληφθείσα, η Αιτήτρια προχώρησε με ιδιωτική επίδοση δια θυροκόλλησης, έχοντας στο μεταξύ εξασφαλίσει δικαστικό διάταγμα για υποκατάστατη επίδοση μέσω θυροκόλλησης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέλαβε ότι το ανέφικτο της επίδοσης δια συστημένου ταχυδρομείου μπορεί να διαπιστωθεί μόνο αν η συστημένη επιστολή επιστραφεί ως αζήτητη. Κατέληξε ως εξής:
«Η δυνατότητα ιδιωτικής επίδοσης παρέχεται μόνο αφού καταστεί ανέφικτη η επίδοση με συστημένη επιστολή. Εδώ όμως η ιδιωτική επίδοση έγινε πριν το συστημένο ταχυδρομείο επιστραφεί ως αζήτητο. Το γεγονός ότι διενεργήθηκε κατόπιν διατάγματος για υποκατάστατη επίδοση καμία σημασία έχει. Μπορεί η επίδοση να έγινε σύμφωνα με το διάταγμα. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι ήταν πρόωρη και, ως τέτοια, αντικανονική. Έγινε πριν διακριβωθεί ότι η παράδοση μέσω συστημένου ταχυδρομείου ήταν ανέφικτη.»
Στην Έκθεση και ένορκη δήλωση που συνοδεύουν την Αίτηση, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι το κατώτερο Δικαστήριο όφειλε να εξετάσει μόνο το κατά πόσον η επίδοση της ειδοποίησης ΙΑ έγινε σύμφωνα με το εν ισχύι διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης και δεν μπορούσε να ασχοληθεί με οτιδήποτε είχε προηγηθεί αυτού, παραγνωρίζοντας το εν λόγω διάταγμα. Με την απόφαση του, είναι η θέση της Αιτήτριας ότι το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε ως Εφετείο κατά της απόφασης άλλου Δικαστηρίου και καθ’ υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, εξέδωσε αντικρουόμενη απόφαση και ενήργησε κάτω από έκδηλη νομική πλάνη αναφορικά με την ερμηνεία του όρου «επίδοση». Σύμφωνα με την Αιτήτρια, είναι εμφανές ότι διέλαθε την προσοχή του κατώτερου Δικαστηρίου η ύπαρξη του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης και ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, καθιστώντας την υπό κρίση διαδικασία ως τη μόνη κατάλληλη.
Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Χρήσιμη αναφορά γίνεται στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Πέτρου Ευδόκα (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 3018, στην οποία επαναλήφθηκε ότι σε τέτοιας φύσης αιτήσεις, το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου. Για να χορηγηθεί άδεια, ο αιτητής θα πρέπει να τεκμηριώσει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση. Τα προνομιακά εντάλματα χορηγούνται κατ’ εξαίρεση όταν διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, είτε πλάνη περί τον Νόμο, είτε παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.
Μέσα από τα γεγονότα, διαφαίνεται ότι το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης μέσω θυροκόλλησης εκδόθηκε και ότι η επίδοση έγινε δυνάμει αυτού, πριν την επιστροφή της ειδοποίησης ΙΑ ως αζήτητης μέσω του συστημένου ταχυδρομείου. Το κατώτερο Δικαστήριο θεώρησε ότι, ανεξαρτήτως του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης και του κατά πόσον η επίδοση της ειδοποίησης έγινε σύμφωνα με αυτό, δεν ήταν επιτρεπτή η ιδιωτική επίδοση χωρίς να είχε επιστραφεί η συστημένη επιστολή ως αζήτητη, επομένως η επίδοση δεν ήταν καλή.
Κατ’ αρχάς δεν διαφαίνεται ότι διέλαθε την προσοχή του κατώτερου Δικαστηρίου το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης, ως η εισήγηση της Αιτήτριας, εφόσον προβαίνει σε ρητή αναφορά σε αυτό στην απόφαση του.
Με βάση το άρθρο 44Γ(3) του Ν.9/1965, το κατώτερο Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία και εξουσία να εξετάσει κατά πόσο η ειδοποίηση ΙΑ είχε δεόντως επιδοθεί στον εκεί Αιτητή. Αυτός είναι ένας εκ των καθορισμένων λόγων που δικαιολογούν τον παραμερισμό της ειδοποίησης ΙΑ. Εξετάζοντας το ζήτημα, το κατώτερο Δικαστήριο ασχολήθηκε με το πότε η ιδιωτική επίδοση είναι επιτρεπτή και θεωρείται νομότυπη και καλή, ανεξαρτήτως του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης με το οποίο διετάχθη η υποκατάστατη ιδιωτική επίδοση. Το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης φαίνεται ότι εκδόθηκε ακριβώς για να επιτρέψει την ιδιωτική επίδοση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 44ΙΕ. Με την απόφαση του, ουσιαστικά το κατώτερο Δικαστήριο φαίνεται να ασχολήθηκε με το πότε δύναται να επιτραπεί ιδιωτική επίδοση, που είναι το αντικείμενο της αίτησης για την έκδοση διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης, παραγνωρίζοντας και αναιρώντας έτσι την ύπαρξη και ισχύ ενός τέτοιου διατάγματος κατά τον χρόνο εκδίκασης της Αίτησης-Έφεσης. Βασικά, φαίνεται ότι, αντί το κατώτερο Δικαστήριο να εξετάσει κατά πόσο η επίδοση έγινε ορθά δυνάμει του εν ισχύι διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης, αγνόησε αυτό και ασχολήθηκε με ζήτημα το οποίο αφορούσε στην ίδια την έκδοση του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης.
Είναι γνωστή η νομική αρχή ότι δεν είναι δυνατό ένα Δικαστήριο να αναθεωρεί αποφάσεις ομόβαθμου Δικαστηρίου και να αμφισβητεί την ορθότητα αυτών, καθώς και ότι τέτοιες περιπτώσεις συνιστούν υπέρβαση δικαιοδοσίας. Σχετικές είναι οι υποθέσεις Λοϊζίδη, Παραλήπτη και Διαχειριστή της Κ.Χ. Περατικός Λίμιτεδ, κ.ά., Πολ. Αίτηση Αρ. 32/2019, ημερ. 17.4.2019, ECLI:CY:AD:2019:D149, Αναφορικά με την Αίτηση των Russell Ritchie κ.ά. (2008) 1(Α) Α.Α.Δ. 639 και Papademetriou v. Christofi and others (1988) 1 C.L.R. 101.
Επομένως, δικαιολογείται η χορήγηση άδειας στη βάση των τριών πρώτων λόγων, ήτοι ότι το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε ως Εφετείο κατά απόφασης άλλου ομόβαθμου του Δικαστηρίου, υπερέβη τη δικαιοδοσία του και εξέδωσε αντικρουόμενη απόφαση.
Απομένει προς εξέταση ο τέταρτος λόγος, ήτοι ότι το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε υπό έκδηλη νομική πλάνη ως προς τη νομική ερμηνεία του όρου «επίδοση». Για την ερμηνεία του όρου επίδοση με βάση το άρθρο 44ΙΕ του Ν.9/1965, το κατώτερο Δικαστήριο άντλησε καθοδήγηση από την απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ v. Παντέλα, Πολ. Έφεση Αρ. 159/2021, ημερ. 1.12.2023 στην οποία λέχθηκαν τα εξής:
«… κρίνουμε ότι η εφεσείουσα όφειλε να επιχειρήσει να επιδώσει την επίμαχη ειδοποίηση Τύπου «ΙΑ» με συστημένη επιστολή και μόνον αν τούτο ήταν ανέφικτο να προχωρήσει με τη διαδικασία της ιδιωτικής επίδοσης. Την υποχρέωση επίδοσης της ειδοποίησης τη φέρει ασφαλώς ο ενυπόθηκος δανειστής, ο οποίος συνακόλουθα φέρει και το βάρος να αποδείξει το «ανέφικτο» της δια Νόμου επιβαλλόμενης μεθόδου επίδοσης. Στην προκειμένη περίπτωση κανένα τέτοιο στοιχείο προσκομίστηκε από πλευράς εφεσείουσας.»
Η κατάληξη του κατώτερου Δικαστηρίου ότι το ανέφικτο της επίδοσης δια συστημένου ταχυδρομείου μπορεί να διαπιστωθεί μόνο εφόσον η συστημένη επιστολή επιστραφεί ως αζήτητη δεν φαίνεται να βρίσκει έρεισμα στο λεκτικό του εν λόγω άρθρου είτε στην προαναφερόμενη απόφαση του Εφετείου. Το κατώτερο Δικαστήριο τόνισε εμφατικά ότι μόνο σε τέτοια περίπτωση καθίσταται ανέφικτη η επίδοση με συστημένη επιστολή. Το άρθρο όσο και η προαναφερόμενη απόφαση του Εφετείου δεν συγκεκριμενοποιούν τα στοιχεία εκείνα που δυνατό να δεικνύουν το ανέφικτο της επίδοσης με συστημένο ταχυδρομείο. Το μεν άρθρο μιλά γενικά για το ανέφικτο τέτοιας επίδοσης και στην απόφαση λέχθηκε η γενική νομική αρχή και ότι εκεί δεν είτε τεθεί οποιοδήποτε στοιχείο που να καταδείκνυε το ανέφικτο της επίδοσης, χωρίς όμως να γίνει ρητή αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία που όντως δεικνύουν το ανέφικτο αυτής.
Η Αιτήτρια παρέπεμψε στην υπόθεση Αναφορικά με τον Αυγουστίνο Θωμά, Πολ. Αίτηση Αρ. 22/20, ημερ. 10.5.2018. Εκεί λέχθηκε ότι υπήρξε προφανής νομική πλάνη και ενώ αναγνωρίστηκε ότι υπήρχε το δικαίωμα έφεσης, κρίθηκε ότι συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις λόγω της επικείμενης ημερομηνίας του πλειστηριασμού που δικαιολογούσαν τη χορήγηση άδειας. Εδώ, η όποια νομική ερμηνεία δεν είναι πασιφανής αλλά ενδεχομένως εσφαλμένη, παρέχεται το δικαίωμα έφεσης και δεν έχουν καταδειχθεί εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να δικαιολογούν τη χορήγηση άδειας για αυτόν τον λόγο. Ακόμα και σε περίπτωση που ήθελε εκδοθεί το ένταλμα Certiorari για οποιονδήποτε λόγο, η ημερομηνία του πλειστηριασμού έχει ήδη παρέλθει.
Επομένως, η Αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί αναφορικά με αυτόν τον τέταρτο λόγο.
Ως εκ τούτου, παρέχεται άδεια στην Αιτήτρια να καταχωρίσει δια κλήσεως αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με τους τρεις πρώτους λόγους. Η αίτηση δια κλήσεως να καταχωρηθεί εντός επτά ημερών από σήμερα και να επιδοθεί τουλάχιστον τρεις μέρες πριν την ημερομηνία ορισμού της. Εφόσον καταχωριστεί ως ανωτέρω, αυτή να οριστεί για οδηγίες στις 3.7.2025 στις 9.00 π.μ.
Τα έξοδα της Αίτησης θα είναι έξοδα στην πορεία της δια κλήσεως αίτησης.
Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.
/κβπ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο