
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αίτηση Αρ. 118/2025)
(i-justice)
26 Ιουνίου, 2025
[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ RAHMATINIA IEMAN ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ RAHMATINIA IEMAN ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΑΡΘΡΟ 5 ΤΗΣ ΕΣΔA ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 7, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΚΕΦ. 105 ΚΑΙ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΝΟΜΟ 105(Ι)/2016.
Γ. Βασιλόπουλος για Γεώργιος Βασιλόπουλος & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.
Θ. Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ’ων η Αίτηση.
______________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δοθείσα Αυθημερόν)
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής αιτείται την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum «με το οποίο να κηρύσσεται η διάρκεια της κράτησης και/ή η περαιτέρω κράτηση .. του αιτητή παράνομη ….».
Η Αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση της Θεανώς Γεωργίου, δικηγόρου στο γραφείο των δικηγόρων του Αιτητή. Η Δημοκρατία καταχώρισε Ειδοποίηση Πρόθεσης Ένστασης που υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση Λειτουργού στο Τμήμα Μετανάστευσης του Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας (εφεξής «το Τμήμα»).
Το αδιαμφισβήτητο ιστορικό, όπως αυτό προκύπτει τόσο μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, όσο και μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση, σε συνάρτηση και με τα σχετικά έγγραφα που κατατέθηκαν ως τεκμήρια ενώπιον του Δικαστηρίου είναι, σε γενικές γραμμές, το ακόλουθο:
· Ο Αιτητής είναι υπήκοος του Ιράν, ο οποίος εισήλθε στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας μέσω των κατεχομένων στις 14/10/2002.
· Την ίδια ημερομηνία μετέβηκε στην Αρχή Προσφύγων για να υποβάλει αίτηση για διεθνή προστασία, καθότι, όπως ισχυρίστηκε, η ζωή του στη χώρα του βρισκόταν σε κίνδυνο.
· Ο Αιτητής κατέθεσε αίτηση για διεθνή προστασία το Μάρτιο του 2003.
· Στις 6/4/2004 ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για έκδοση άδειας προσωρινής διαμονής στη Δημοκρατία ως αιτητής πολιτικού ασύλου.
· Στις 19/4/2004 η Υπηρεσία Ασύλου με επιστολή της ενημέρωνε τον Αιτητή ότι η αίτηση του για διεθνή προστασία είχε απορριφθεί.
· Στις 13/5/2004 ο Αιτητής υπέβαλε διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων προσβάλλοντας την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.
· Στις 10/9/2004 τα στοιχεία του Αιτητή καταχωρήθηκαν στο stop list.
· Στις 30/9/2004 η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων απέρριψε τη διοικητική προσφυγή του Αιτητή.
· Στις 16/11/2007 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης εξέδωσε επιστολή με την οποία ενημέρωνε τον Αιτητή για την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων να απορρίψει τη διοικητική προσφυγή του και τον καλούσε όπως αναχωρήσει από τη Δημοκρατία.
· Στις 10/11/2008 κατηγγέλθη από υπεύθυνο καταστήματος πώλησης ηλεκτρικών ειδών στη Λεμεσό, ότι αυτό διερρήχθη και κλάπηκαν συνολικά 40 τεμάχια ηλεκτρικών συσκευών συνολικής αξίας €16.334.
· Στις 24/11/2008 δόθηκε πληροφορία στο ΤΑΕ Λεμεσού ότι το πρόσωπο που διέπραξε την πιο πάνω διάρρηξη ήταν ο Αιτητής.
· Στις 26/11/2008 ο Αιτητής συνελήφθη για παράνομη παραμονή και παρουσιάστηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, όπου καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση εναντίον του και το Δικαστήριο διέταξε την κράτηση του μέχρι τις 2/12/2008.
· Στις 28/11/2008 ο Αιτητής ανακρινόμενος παραδέχθηκε τη διάπραξη της διάρρηξης του πιο πάνω καταστήματος, όπως επίσης και τη διάπραξη διάρρηξης με πρόθεση, καθώς και κλοπή από άλλα καταστήματα.
· Στις 2/12/2008 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού καταδίκασε τον Αιτητή σε ποινή φυλάκισης τριών μηνών για το αδίκημα της παράνομης παραμονής.
· Στις 22/1/2009 εκδόθηκαν εναντίον του Αιτητή Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης δυνάμει του Άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105.
· Στις 23/3/2009 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στο πλαίσιο της υπόθεσης υπ’ αρ. 2053/2009 καταδίκασε τον Αιτητή σε ποινή φυλάκισης εννέα μηνών για τη διάπραξη του αδικήματος της διάρρηξης καταστήματος και κλοπής ηλεκτρικών ειδών.
· Στις 25/8/2009 εκδόθηκε εναντίον του Αιτητή Διάταγμα Κράτησης και Απέλασης δυνάμει του Άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105.
· Στις 24/3/2011 ο Αιτητής απέστειλε επιστολή στον Υπουργό Εσωτερικών με αίτημα όπως αφεθεί ελεύθερος.
· Στις 26/4/2011 το Υπουργείο Εσωτερικών απέστειλε επιστολή στον Αιτητή, με την οποία του ανέφερε το λόγο της διάρκειας της κράτησης του καλώντας τον να συνεργαστεί για την έκδοση έγκυρου ταξιδιωτικού εγγράφου.
· Στις 7/11/2011 ο Υπουργός Εσωτερικών αποφάσισε την άμεση απελευθέρωση του Αιτητή υπό τις προϋποθέσεις που καταγράφονταν ρητώς στην επιστολή του Υπουργού προς τον Αιτητή.
· Στις 12/11/2011 ο Αιτητής αφέθηκε ελεύθερος και στις 16/11/2011 τα Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης ημερ. 22/1/2009 και 25/8/2009 ακυρώθηκαν.
· Σύμφωνα με σημείωμα της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Λεμεσού (ΥΑΜ) ημερ. 17/10/2012, ο Αιτητής παρουσιαζόταν στα γραφεία της ΥΑΜ Λεμεσού μέχρι τις 24/8/2012, όμως από εκείνη την ημερομηνία και εντεύθεν παρέλειψε να το πράξει.
· Στις 31/10/2012 τα στοιχεία του Αιτητή καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων (stop list).
· Σύμφωνα με επιστολή του κλιμακίου της ΥΑΜ Λεμεσού, ημερ. 31/3/2020, στις 30/3/2020 μέλη του Τμήματος Μικροπαραβάσεων Λεμεσού εντόπισαν τον Αιτητή στη Λεμεσό. Ένεκα του γεγονότος ότι δεν είχε στην κατοχή του οποιοδήποτε έγγραφο που να αποδεικνύει την ταυτότητα του, συνελήφθη για το αυτόφωρο αδίκημα της εξακρίβωσης στοιχείων. Στις 31/3/2020, αφού εξακριβώθηκαν τα στοιχεία του, συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής.
· Στις 31/3/2020 εκδόθηκαν εναντίον του Αιτητή Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης δυνάμει του Άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105, αφού λήφθηκε υπόψη το ιστορικό του και ο κίνδυνος διαφυγής του και αφού κρίθηκε ότι δεν υπήρχε δυνατότητα εφαρμογής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.
· Στις 12/5/2020 η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων απέστειλε επιστολή στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και στην ΥΑΜ αναφορικά με το παράπονο του Αιτητή για την κράτηση του για σκοπούς απέλασης.
· Στις 13/7/2020 διενεργήθηκε επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή και αποφασίστηκε η συνέχιση της κράτησής του.
· Η επιστολή της Επιτρόπου Διοικήσεως και Προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ημερ. 12/5/2020, απαντήθηκε από το Τμήμα με επιστολή του στις 19/8/2020.
· Την 1/9/2020, 2/10/2020, 16/2/2021 και 27/7/2021, έπειτα από επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή, αποφασίστηκε η συνέχιση της κράτησής του.
· Στις 4/2/2022 ο Αιτητής αφέθηκε ελεύθερος με εναλλακτικά της κράτησης μέτρα.
· Στις 9/3/2024 ο Αιτητής συνελήφθη για παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία. Ο Αιτητής δήλωσε άστεγος.
· Την ίδια ημερομηνία, δηλ. 9/3/2024, εναντίον του Αιτητή εκδόθηκαν Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης δυνάμει του Άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105.
· Στις 19/3/2025, έπειτα από επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή, αποφασίστηκε η συνέχιση της κράτησής του.
· Στις 20/5/2025, έπειτα από επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή, αποφασίστηκε η συνέχιση της κράτησής του.
Όπως είναι καλά γνωστό, το Προνομιακό Ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad Subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Δημητράκης Χατζησάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη πράξη, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από αρχή ή ιδιώτη». Απαραίτητη προϋπόθεση για έκδοση του εντάλματος συνιστά η απόδειξη εκ μέρους του αιτούντος του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55). Με τη διαδικασία του εντάλματος Habeas Corpus ό,τι επιδιώκεται είναι η διασφάλιση του δικαιώματος της ελευθερίας δια της άμεσης απελευθέρωσης του αιτητή ο οποίος, κατ’ ισχυρισμό τελεί υπό παράνομη κράτηση. Οποτεδήποτε στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας διαπιστώνεται κάτι τέτοιο, το σχετικό διάταγμα εκδίδεται δικαιωματικά και όχι ως θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας, οπότε ο αιτητής αφήνεται ευθύς ελεύθερος (Green v. Home Secretary [1941] 3 All E.R. 388, σελ. 400).
Ο Αιτητής διατείνεται ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν έχουν αποσείσει το νομικό βάρος απόδειξης ότι η συνέχιση της κράτησης του Αιτητή για σκοπούς απέλασης του είναι νόμιμη. Όπως προβάλλει, μέσω της Ένστασης των Καθ’ ων η Αίτηση, αλλά και από το περιεχόμενο του φακέλου της υπόθεσης, πουθενά δεν εντοπίζεται οποιαδήποτε απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών για επανεξέταση ανά δίμηνο της κράτησης, ούτε οποιαδήποτε απόφαση ανανέωσης της κράτησης πριν τη λήξη του εξαμήνου, με βάση τα όσα προνοούνται στο Άρθρο 18ΠΣΤ(8) του Κεφ. 105. Ουσιαστικά αυτό το οποίο προβάλλεται από το συνήγορο του Αιτητή είναι ότι στην προκείμενη περίπτωση η κράτηση του Αιτητή πέραν των έξι μηνών δεν παρατάθηκε, αλλά ούτε εξετάστηκε αυτεπάγγελτα από τον Υπουργό Εσωτερικών ανά δίμηνο, δυνάμει του Άρθρου 18ΠΣΤ(4) του Κεφ. 105.
Η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση υποστηρίζει ότι η συνέχιση της κράτησης του Αιτητή είναι καθόλα νόμιμη και δεν αντιστρατεύεται των προνοιών του
Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, αφού ο λόγος κράτησης του Αιτητή, ο οποίος έγκειται στον κίνδυνο διαφυγής του ως προκύπτει από τη μη συμμόρφωση με προηγούμενη απόφαση επιστροφής, τη δήλωση πρόθεσης του μη συμμόρφωσης, καθώς και τη μη συμμόρφωση του με τους όρους των εναλλακτικών αντί της κράτησης μέτρων που του επιβλήθηκαν στο παρελθόν και από το μεταναστευτικό προφίλ, εξακολουθεί να υφίσταται.
Το Δικαστήριο έχει διεξέλθει με προσοχή όσα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι έχουν θέσει ενώπιον του, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που ανέπτυξαν τόσο γραπτώς, όσο και δια ζώσης.
Είναι πάγια νομολογημένο ότι η διάρκεια της κράτησης, σε αντίθεση με τον έλεγχο της νομιμότητας της έκδοσης των ιδίων των Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης ως διοικητικής πράξης, ελέγχεται με Habeas Corpus. Το παράπονο του Αιτητή επικεντρώνεται στη διάρκεια της κράτησης, η οποία άρχισε με την έκδοση των Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης, ημερ. 9/3/2024 και έκτοτε συνεχίζεται.
Ο Αιτητής έχει κριθεί ως απαγορευμένος μετανάστης κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 6(1)(κ) του Κεφ. 105[1], λόγω του ότι «παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία από τις 7/10/2004 όταν απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων» και εναντίον του εξεδόθηκαν Διατάγματα Απέλασης και Κράτησης, δυνάμει του Άρθρου 14 του Κεφ. 105[2], ημερ. 9/3/2024.
Η κράτηση, ως περιορισμός του δικαιώματος της ελευθερίας το οποίο διασφαλίζεται όχι μόνο από το Σύνταγμα (Άρθρο 11), αλλά και από την ΕΣΔΑ (Άρθρο 5), δεν μπορεί να καθίσταται αυτοσκοπός με την επ' αόριστο αναβολή της απέλασης. Όπως χαρακτηριστικά τέθηκε στην υπόθεση Khlaief ν. Δημοκρατίας (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402:
«Η κράτηση είναι περιορισμός του συνταγματικού δικαιώματος της ελευθερίας. Η απόκλιση επιτρέπεται από το Άρθρο 11.2(στ) "προς το σκοπό απελάσεως". Δεν μπορεί να καθίσταται αυτοσκοπός με την επ' αόριστο αναβολή της απέλασης, ούτε να απολήγει ουσιαστικά σε αδικαιολόγητη κράτηση. Γενομένη με την προοπτική της απέλασης, εξυπακούεται ότι η απέλαση θα γίνει εντός του ευλόγου χρόνου που απαιτείται προς διευθέτηση της. Άλλως, ο λόγος της συνέχισης της καταρρέει. Τούτο επιτάσσει δε όχι μόνο το όλο πνεύμα του Άρθρου 11 προς το σκοπό προστασίας των δικαιωμάτων του αλλοδαπού αλλά και η ίδια η επιδίωξη της απέλασης που είναι η άνευ χρονοτριβής αποκατάσταση της νομιμότητας με το ακραίο και αποτελεσματικό μέτρο της απομάκρυνσης του διαπιστωθέντος μη δικαιούμενου να ευρίσκεται στη Δημοκρατία αλλοδαπού.»
Υπάρχει πλούσια νομολογία αναφορικά με τις αρχές που διέπουν τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης σε περιπτώσεις απέλασης. Ό,τι βασικά προκύπτει είναι ότι η κράτηση για σκοπούς απέλασης πρέπει να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και να δικαιολογείται η διατήρηση της ή η παράταση της, ενόσω οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν ενέργειες για την απέλαση και επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια, ενόσω, βεβαίως, υφίσταται εύλογη προοπτική απομάκρυνσης. Εν ολίγοις, η κράτηση προσώπου εναντίον του οποίου εκκρεμεί διαδικασία απελάσεως δεν πρέπει να παρατείνεται για δυσανάλογο χρονικό διάστημα, ήτοι δεν πρέπει να υπερβαίνει το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού.
Όπως έχει αναφερθεί στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση Khoshorauli, Πολιτική Αίτηση Αρ. 1/2019, ημερ. 21/1/2019:
«Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του ΕΔΑΔ το κατά πόσο η διάρκεια των διαδικασιών απέλασης μπορεί να επηρεάσει τη νομιμότητα της κράτησης, εξαρτάται αποκλειστικά από τα γεγονότα της υπόθεσης με δεδομένο πάντοτε ότι η κράτηση δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά διενεργείται με σκοπό την απέλαση.»
Αποτελεί αρχή της νομολογίας ότι η διάρκεια της κράτησης δεν εξετάζεται in abstracto, αλλά στη βάση των συγκεκριμένων γεγονότων της υπόθεσης (βλ. Essa Murad Khlaief (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402 και Habibi Pour Ali Fasel, Πολιτική Έφεση Αρ. 236/2015, ημερ. 31/3/2016).
Σε σχέση με το βάρος απόδειξης σε τέτοιου είδους αιτήσεις αναφέρονται τα ακόλουθα στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 55, σελ. 69 - 70:
«Το βάρος απόδειξης ότι εκ πρώτης όψης μια κράτηση είναι παράνομη, το έχει ο αιτητής. Σαν θέμα τακτικής ο αιτητής πρέπει να αποδείξει μια εκ πρώτης όψης υπόθεση που δημιουργεί ερωτηματικά ως προς τη νομιμότητα της κράτησής του. Όταν η υπόθεση του βασίζεται πάνω σε γεγονότα έχει το αποδεικτικό βάρος (evidential burden) να παρουσιάσει ικανοποιητική μαρτυρία που μπορεί να οδηγήσει στην πιθανότητα ενός ευνοϊκού για τον ίδιο συμπεράσματος. Σε μια τέτοια περίπτωση το νομικό βάρος (legal burden) μεταφέρεται στους ώμους του καθ'ου η αίτηση που καλείται να δικαιολογήσει την κράτηση.»
Έχοντας εξετάσει τις πιο πάνω εισηγήσεις, θα πρέπει να υπομνηστεί πως η δικαστική κρίση για το εύλογο ή μη του χρόνου κράτησης είναι ζήτημα πραγματικό και συνυφασμένο με τους λόγους που τυχόν δημιουργούν καθυστέρηση και εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης, όπως οι ανωτέρω αποφάσεις εξηγούν.
Από τα ενώπιον μου στοιχεία είναι σαφές ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση ενέταξαν την υπό κρίση κράτηση του Αιτητή στις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105.
Το Άρθρο 18ΠΣΤ(5)(α) του Κεφ. 105 διαλαμβάνει ότι η διάρκεια της κράτησης στη βάση του Άρθρου 18ΠΣΤ ελέγχεται με αίτηση Habeas Corpus, ενώ ο έλεγχος της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης διενεργείται μέσω προσφυγής με βάση τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 18ΠΣΤ(3)(α) του Νόμου.
Στην υπόθεση Guo Shuying v. Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725 τονίστηκε πως, «η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σταθερά αποδέχεται ότι μόνο με αίτηση Habeas Corpus μπορεί να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης αλλοδαπού από πλευράς της διάρκειας της συμφώνως των προνοιών του Άρθρου 18ΠΣΤ του νόμου».
Το Άρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου, εισήχθη με τον τροποποιητικό Νόμο Ν. 153(Ι)/2011, για σκοπούς εναρμόνισης µε την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας µε τίτλο «Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, της 16ης Δεκεµβρίου 2008, σχετικά µε τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη µέλη για την επιστροφή των παρανόµως διαµενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» και οι πρόνοιες του είναι επιτακτικές (βλ. Shuying v. Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725).
Όπως επισημάνθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Zoran Todorovic (2013) 1 Α.Α.Δ. 2578, «ο πρωταρχικός σκοπός της Οδηγίας ήταν να προβλέψει για τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου για κάθε περίοδο κράτησης είτε αρχική, είτε επί παράταση».
Το εδάφιο (1) του Άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου εξουσιοδοτεί τον Υπουργό Εσωτερικών να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση υπήκοο τρίτης χώρας υποκείμενο σε διαδικασίες επιστροφής. Αυτό μπορεί να γίνει «μόνο για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης». Προβλέπεται ότι «τέτοια κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνο καθόσο χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια».
Η κράτηση προσώπου για σκοπούς απέλασης πρέπει, με βάση το Άρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου «να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και να διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια». Περαιτέρω, κάθε διάταγμα κράτησης επανεξετάζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών (α) αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο και (β) σε οποιοδήποτε εύλογο χρονικό διάστημα, κατ’ αίτηση του επηρεαζόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Με το εδάφιο (4)(α) εναποτίθεται στον Υπουργό υποχρέωση επανεξέτασης κάθε διατάγματος κράτησης ανά δίμηνο. Η κράτηση εξακολουθεί καθόλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του Άρθρου 18ΠΣΤ(1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες[3]. Η κράτηση μπορεί, σύμφωνα με το εδάφιο (8), να παραταθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες σε περιπτώσεις όπου (α) ο υπήκοος τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί ή (β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες[4] (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Zoran Todorovic (ανωτέρω)).
Στην υπό συζήτηση περίπτωση διαπιστώνεται απουσία οποιασδήποτε μαρτυρίας ότι η κράτηση του Αιτητή έτυχε οποιασδήποτε επανεξέτασης με βάση τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 18ΠΣΤ, ήτοι ανά δίμηνο. Το μόνο που έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου είναι δύο επαναξιολογήσεις, στις 19/3/2025 η πρώτη, και στις 20/5/2025 η δεύτερη, και αφού παρήλθε χρονική περίοδος ενός και πλέον έτους από της έκδοσης του Διατάγματος Κράτησης ημερ. 9/3/2024. Εφόσον λοιπόν το Διάταγμα Κράτησης εναντίον του Αιτητή είχε εκδοθεί στις 9/3/2024, ο Υπουργός θα έπρεπε να είχε επανεξετάσει το Διάταγμα Κράτησης του στις 8/5/2024 και στη συνέχεια στις 8/7/2024. Αυτό δεν έγινε και υπήρξε έτσι παραβίαση των επιτακτικών προνοιών του εδαφίου 4(α) του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105. Σημαντικότερη παραβίαση του Νόμου παρατηρήθηκε, ωστόσο, στη συνέχεια, όταν στις 8/9/2024 εξέπνευσε η προβλεπόμενη στο εδάφιο (7) προθεσμία των έξι μηνών που θα μπορούσε ο Αιτητής να κρατείται, και αυτό υπό προϋποθέσεις. Ειδικότερα δεν υπήρξε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι η κράτηση του Αιτητή μετά την εκπνοή των έξι μηνών από το Διάταγμα ημερ. 9/3/2024, έχει παραταθεί από τον Υπουργό. Και πάλι υπό προϋποθέσεις, η κράτηση του Αιτητή θα μπορούσε να παραταθεί δυνάμει του εδαφίου (8), όμως δεν υποστηρίχθηκε από τη Δημοκρατία ότι αυτό συνέβη. Δεδομένης, επομένως, της μη προσκόμισης οποιασδήποτε μαρτυρίας τόσο σε σχέση με την επανεξέταση από τον Υπουργό του Διατάγματος Κράτησης ανά δίμηνο, όσο και σε σχέση με απόφαση για παράταση μετά την εκπνοή των έξι μηνών, αναμφίβολα προκύπτει παραβίαση των επιτακτικών προνοιών του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105 και, ειδικότερα, των εδαφίων (4) και (8) του εν λόγω Άρθρου.
Η Δημοκρατία προσεγγίζει με λανθασμένο τρόπο την περίπτωση, υποστηρίζοντας ότι δεν έχει παρέλθει ο εύλογος χρόνος για την απέλαση του Αιτητή, παραγνωρίζοντας ότι η κράτηση υπηκόου τρίτης χώρας υποκείμενου σε διαδικασίες επιστροφής, δεν μπορεί να υπερβεί σε χρόνο τους έξι μήνες, εκτός και αν αυτή παραταθεί δυνάμει των προνοιών του εδαφίου (8) του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105 (βλ. Αναφορικά με τον Manish Kumar, Πολιτική Αίτηση Αρ. 62/2022, ημερ. 6/6/2022, ECLI:CY:AD:2022:D223).
Εν κατακλείδι, λαμβάνοντας υπόψιν το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν την υπό κρίση περίπτωση, η συνέχιση της κράτησης του Αιτητή δεν δικαιολογείται. Επιβάλλεται, ως εκ τούτου, η παρέμβαση του Δικαστηρίου.
Η Αίτηση εγκρίνεται.
Εκδίδεται Ένταλμα Habeas Corpus ad subjiciendum και διατάσσεται η άμεση απελευθέρωση του Αιτητή.
Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Δημοκρατίας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
[1] 6.-(1) Τα ακόλoυθα πρόσωπα θα είvαι απαγoρευμέvoι μεταvάστες και, τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv διατάξεωv πoυ δυvατό vα περιέχovται σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv δυvάμει αυτoύ ή σε oπoιoδήπoτε Διάταγμα τoυ Υπoυργικoύ Συμβoυλίoυ, δεv θα επιτρέπεται η είσoδoς στη Δημoκρατία σε:-
…………..
(κ) oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo εισέρχεται ή διαμέvει στη Δημoκρατία κατά παράβαση oπoιασδήπoτε απαγόρευσης, όρoυ, περιoρισμoύ ή επιφύλαξης πoυ περιλαμβάvεται στo Νόμo αυτό ή σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή σε oπoιαδήπoτε άδεια πoυ παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv Καvovισμώv αυτώv·
[2] 14.-(1) Τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τoυ Νόμoυ αυτoύ και τωv όρωv oπoιασδήπoτε άδειας ή έγκρισης πoυ χoρηγήθηκε βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή oπoιωvδήπoτε Καvovισμώv πoυ εκδόθηκαv βάσει αυτoύ και με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου, o Αvώτερoς Λειτουργός Μετανάστευσης δύvαται vα διατάξει oπoιoδήπoτε αλλoδαπό o oπoίoς είvαι απαγoρευμέvoς μεταvάστης ή oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo, αφoύ εισήλθε στη Δημoκρατία με άδεια vα παραμείvει σε αυτή για περιoρισμέvη περίoδo, παραμέvει στη Δημoκρατία μετά τηv παρέλευση της περιόδoυ αυτής ή oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo περιλαμβάvεται εvτός της κατηγoρίας πoυ απαριθμείται στηv παράγραφo (θ) τoυ εδαφίoυ (1) τoυ άρθρoυ 6 vα απελαθεί από τη Δημoκρατία και, εv τω μεταξύ, vα τεθεί υπό κράτηση.
[3] (7) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) και της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5), η κράτηση εξακολουθεί καθ’ όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του εδαφίου (1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
[4] (8) Ο Υπουργός Εσωτερικών δε δύναται να παρατείνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) παρά μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρ’ όλες τις εύλογες προσπάθειες, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή-
(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί, ή
(β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο