
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11/2025)
(i-justice)
21 Ιουλίου, 2025
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΔΑΥΙΔ, Δ/στές]
ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 68/2025.
ΥΠΟ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ:
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡA 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. Θ. Γ., 2. Κ. Π. ΚΑΙ 3. Γ. Γ. ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 11/03/2025, ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΙΩΝ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 27, 28 ΚΑΙ 29 ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 155.
_______________________________________________________________
Δ. Λοχίας για Δημήτρης Μ. Λοχίας ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες.
_______________________________________________________________
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
______________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Στις 11/3/2025 και στο πλαίσιο διερεύνησης διάπραξης αδικήματος μεταφοράς και/ή κατοχής και/ή χρήσης πυροτεχνημάτων και καπνογόνων χωρίς άδεια, κατά παράβαση του Άρθρου 4(4)(δ)(ζ) του Κεφ. 54, η Αστυνομία εξασφάλισε Ένταλμα Έρευνας της οικίας και του οχήματος με αρ. εγγραφής [MPN ] του Εφεσείοντα.
Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίχθηκε η αίτηση της Αστυνομίας για την έκδοσή του και με βάση τα οποία κρίθηκε από Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (εφεξής «Κατώτερο Δικαστήριο») δικαιολογημένη και αναγκαία η παροχή του εν λόγω Εντάλματος, εμφαίνονται σε Ένορκη Δήλωση του Αστυφ. 616, Σ. Χαραλάμπους, του ΤΑΕ Λεμεσού. Το ουσιώδες μέρος της Ένορκης Δήλωσης είχε ως εξής:
«Συγκεκριμένα σύμφωνα με πληροφορία που δόθηκε από πρόσωπο που κρίνεται αξιόπιστο, αφού συνεργάστηκε ξανά με την αστυνομία στο παρελθόν, με θετικά αποτελέσματα, ο Θ. Γ. αποκρύβει ποσότητες πυροτεχνημάτων και καπνογόνων σε μεγάλα καφέ κιβώτια στην οικία που βρίσκεται στην πιο πάνω αναφερόμενη διεύθυνση, η οποία ανήκει στην γιαγιά του. Ο πληροφοριοδότης είδε τα πιο πάνω και αγόρασε επίσης από τον Θ. Γ.. Επίσης σύμφωνα με τον πληροφοριοδότη διάφορα πρόσωπα επισκέπτονται την πιο πάνω οικία για αγορά πυροτεχνημάτων και καπνογόνων, αφού προηγουμένως έρθουν σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Θ.Γ..
Μετά την πληροφορία το μέρος τέθηκε υπό παρακολούθηση όπου διαπιστώθηκε ότι όντως διάφορα πρόσωπα επισκέπτονται την οικία, ενώ στο μέρος θεάθηκε και το πιο πάνω αυτοκίνητο, που ανήκει στον πατέρα του αλλά οδηγείται από τον Θρασύβουλο.
Ως εκ των άνω αιτούμαι από το σεβαστό σας δικαστήριο την έκδοση εντάλματος έρευνας της οικίας και των υποστατικών στην πιο πάνω διεύθυνση καθώς και του οχήματος με αρ. εγγραφής [MPN ], προς εντοπισμό και περισυλλογή τεκμηρίων και συγκεκριμένα ποσότητες πυροτεχνημάτων και καπνογόνων, για διευκόλυνση των Αστυνομικών εξετάσεων παρακαλώ.»
Αντιδρώντας ο Εφεσείων αναζήτησε θεραπεία προνομιακού εντάλματος, αξιώνοντας την παροχή άδειας για την καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος της φύσεως Certiorari, με το οποίο να ακυρώνεται το υπό αναφορά Ένταλμα Έρευνας.
Αδελφός Δικαστής ο οποίος επελήφθη της αίτησης για παροχή άδειας στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία (εφεξής «πρωτόδικο Δικαστήριο») απέρριψε την αίτηση σε σχέση με την οικία, ενώ την ενέκρινε σε σχέση με το μηχανοκίνητο όχημα.
Ο Εφεσείων θεωρεί εσφαλμένη την πιο πάνω Απόφαση, εξ ου και η καταχώριση εκ μέρους του της υπό εκδίκαση Έφεσης. Μέσω του μοναδικού Λόγου Έφεσης που προβάλλει, διατείνεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε άδεια για την καταχώριση αίτησης δια κλήσεως δυνάμει του πρώτου Λόγου στη μονομερή Αίτηση. Συγκεκριμένα, μέσω του Λόγου αυτού προωθείτο η θέση ότι το εκκαλούμενο Ένταλμα Έρευνας είχε εκδοθεί καθ’ υπέρβαση της εξουσίας και/ή της δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου αφού, εν τη απουσία προσδιορισμού του χρόνου και/ή της ημερομηνίας κατά την οποία είχε ληφθεί η πληροφορία αναφορικά με τα σχετικά γεγονότα καθώς και το πότε η εν λόγω πληροφορία είχε μεταφερθεί και/ή κοινοποιηθεί στην Αστυνομία, δεν αναδεικνυόταν η απαιτούμενη αναγκαιότητα έκδοσης του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας το ζήτημα του χρονικού προσδιορισμού υπό το φως των όσων καταγράφονταν στην ένορκη δήλωση που χρησιμοποιήθηκε για την εξασφάλιση του υπό κρίση Εντάλματος Έρευνας, κατέληξε ότι αποκαλύπτετο κατά ικανοποιητικό τρόπο ότι τα κατ’ ισχυρισμό γεγονότα δεν είχαν λάβει χώρα «σε χρόνο απομακρυσμένο από την ημερομηνία έκδοσης του εντάλματος έρευνας» στη βάση του ακόλουθου σκεπτικού:
«Στον όρκο που χρησιμοποιήθηκε για την έκδοση του εντάλματος έρευνας, χρησιμοποιείται ενεστώς χρόνος (ρηματικός χρόνος που αποκαλύπτει κάτι το οποίο γίνεται τώρα, κατ΄ εξακολούθηση ή κατ΄ επανάληψη). Συγκεκριμένα, καταγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι «ο Θ.Γ. αποκρύβει ποσότητες πυροτεχνημάτων και καπνογόνων», «διάφορα πρόσωπα επισκέπτονται την πιο πάνω οικία για αγορά», «το μέρος τέθηκε υπό παρακολούθηση όπου διαπιστώθηκε ότι όντως διάφορα πρόσωπα επισκέπτονται την οικία». Συνάγεται από τα πιο πάνω πως στις 11.3.2025, όταν η Αστυνομία εμφανίστηκε ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου, τα κατ΄ ισχυρισμόν γεγονότα συνέχιζαν να λαμβάνουν χώρα. Ως εκ τούτου, με τον προσήκοντα σεβασμό, θεωρώ πως τα γεγονότα της υπόθεσης Αναφορικά με την Αίτηση του A.D.S. για Άδεια για Καταχώριση Αίτησης για Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari, Πολ. Έφεση Αρ. 340/2021, ημερ. 7.6.2023, στην οποία παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος, διαφοροποιούνται, αφού εκεί η δοθείσα μαρτυρία αναφερόταν σε παράνομη κατοχή φαρμάκων, τα οποία εφυλάγοντο κατά διαστήματα στην οικία και υποστατικά.»
Όπως ορθά υποστηρίχθηκε από τον κ. Λοχία, η Αστυνομία είναι επιφορτισμένη όταν υποβάλλει αίτημα είτε για έκδοση εντάλματος έρευνας είτε εντάλματος σύλληψης να παραθέτει ενώπιον του Δικαστηρίου τη μαρτυρία της. Για το καθήκον αυτού που υποβάλλει ένα τέτοιο αίτημα και για το καθήκον των Δικαστηρίων ενώπιον των οποίων υποβάλλεται, παραπέμπουμε στην Αίτηση των 1. Αντώνη Ανδρέου & Σία ΔΕΠΕ και 2. ΧΧΧ Ανδρέου, Πολιτική Έφεση Αρ. 348/2015, ECLI:CY:AD:2017:A216, ημερ. 9/6/2017, όπου σημειώθηκαν τα ακόλουθα:
«….. η έκδοση ενός εντάλματος έρευνας είναι μια σοβαρή επέμβαση στην ατομική ελευθερία. Είναι ένα βήμα που πρέπει να λαμβάνεται μετά από ώριμη αντίληψη των γεγονότων που συνθέτουν την υπόθεση. Με σκοπό την επίτευξη του στόχου αυτού ο αιτών, την έκδοση του εντάλματος, επί του προκειμένου, ο Αστυφύλακας, έχει καθήκον να προβεί σε πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών στοιχείων και γεγονότων.
……………………………………………………………………………
Η έκδοση του διατάγματος, όπως προείπαμε, δεν αποτελεί μηχανιστική διαδικασία. Το Δικαστήριο, στη βάση των ενώπιον του τεθέντων, θα πρέπει να πεισθεί ότι συντρέχει αναγκαιότητα έκδοσης του διατάγματος. ……………… Επίσης, όλα τα στοιχεία και πληροφορίες που συνθέτουν την ύπαρξη στοιχείων και πληροφοριών θα πρέπει να συμπεριληφθούν στον όρκο. Και επί του προκειμένου, ως γίνεται φανερό από όσα παραθέτουμε κατωτέρω, δεν το ικανοποίησε η Δημοκρατία ……………….»
Ήταν η θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου του Αιτητή πως στην υπό συζήτηση περίπτωση δεν είχαν τεθεί δεδομένα που να προσδιορίζουν το χρόνο λήψης της πληροφορίας από την Αστυνομία, ούτως ώστε να μπορούσε το Κατώτερο Δικαστήριο να κρίνει περί της αναγκαιότητας έκδοσης του εντάλματος.
Είναι γεγονός ότι το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τη λήψη μιας πληροφορίας μέχρι την αίτηση και έκδοση ενός εντάλματος έρευνας, αποτελεί παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο, με το ενδεχόμενο να μην θεωρείται η έκδοση ενός εντάλματος του είδους αναγκαία στις περιπτώσεις που παρατηρείται μεγάλη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση εκ μέρους της Αστυνομίας, να μην μπορεί να αποκλειστεί (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Ν.Φ., Πολιτική Έφεση Αρ. 18/2024, ημερ. 29/1/2025). Ως εκ τούτου η σημασία του χρονικού προσδιορισμού της λήψης πληροφορίας που αφορά σε σχετικά γεγονότα δεν μπορεί να παραβλεφθεί.
Είναι φανερό ότι το ζήτημα του χρόνου, ως τίθεται από την πλευρά του Εφεσείοντα, απασχόλησε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Το τελευταίο πραγματεύθηκε του ζητήματος εξηγώντας ότι η χρήση στον Όρκο ενεστώτα χρόνου, δηλαδή ρηματικού χρόνου ο οποίος αναφέρεται στο παρόν, αποκάλυπτε κάτι το οποίο γίνεται τώρα, εξακολουθητικά ή με επανάληψη, ήτοι, κάτι το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη. Έκρινε δε στη βάση αυτού, και ορθά προσθέτουμε, πως από τον Όρκο και τη χρήση του ενεστώτα χρόνου συνάγετο πως στις 11/3/2025, όταν η Αστυνομία εμφανίστηκε ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου, τα κατ’ ισχυρισμό γεγονότα συνέχιζαν να λαμβάνουν χώρα.
Δεδομένων των πιο πάνω και ειδικότερα του εμφανούς νοήματος που προέκυπτε από το σύνολο του Όρκου και των σχετικών σε αυτό αναφορών, δεν χρειαζόταν περαιτέρω χρονικός προσδιορισμός. Η εν λόγω διαπίστωση εκθεμελιώνει κάθε συζήτηση περί μη αναγκαιότητας της έκδοσης του, ως αποτέλεσμα μη χρονικού προσδιορισμού της εξασφάλισης της σχετικής πληροφόρησης.
Ολοκληρώνοντας επιθυμούμε να επαναλάβουμε τα πιο κάτω, τα οποία έχουν επισημανθεί στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Κ.Ν., Πολιτική Έφεση Αρ. 366/2021, ημερ. 5/4/2023, ECLI:CY:AD:2023:A184, ως προς τον τρόπο που θα πρέπει να προσεγγίζονται οι ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν αιτήματα για εντάλματα έρευνας και σύλληψης:
«…δεν αναμένεται στον όρκο που παρουσιάζει η Αστυνομία λεπτομερέστατη καταγραφή και ανάλυση όλων των στοιχείων. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι οι ένορκες αυτές δηλώσεις ετοιμάζονται από αστυνομικά όργανα σε χρόνο που δεν έχουν, βεβαίως, στην κατοχή τους όλα τα γεγονότα και δεν μπορεί να απαιτείται επίπεδο σύνταξης που χαρακτηρίζει συγγραφή του όρκου από δικηγόρο, ή επίπεδο ποιότητας ενός δικογράφου. Η ουσία είναι ότι αυτές οι ένορκες δηλώσεις πρέπει να προσεγγίζονται πρακτικά, με γνώμονα την κοινή λογική. Επί του θέματος αυτού μας βρίσκουν απόλυτα σύμφωνους τα όσα, ταυτόσημα, έχουν αναφερθεί στην Πολιτική Έφεση Αρ. 119/2017, Αναφορικά με την αίτηση του Κωνσταντίνου Κωνσταντίνου, ημερ. 26/9/2017 με παραπομπή στις αποφάσεις R. v. Sanchez, 1994 CanLII 5271, Re Lubell and the Queen (1973) 11 CCC (2d) 188 (Ont. H.C.).»
Συνακόλουθα, στη βάση όλων όσων πιο πάνω έχουν αναφερθεί, καθίσταται σαφές ότι, στην υπό συζήτηση περίπτωση, δεν δικαιολογείται η αιτούμενη παρέμβαση μας, προς ανατροπή της πρωτόδικης Απόφασης.
Η Έφεση απορρίπτεται.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο