ΓΙΩΡΓΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ v. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ, Πολιτική Έφεση Αρ. 221/2015, 18/7/2025
print
Τίτλος:
ΓΙΩΡΓΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ v. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ, Πολιτική Έφεση Αρ. 221/2015, 18/7/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

Πολιτική Έφεση Αρ. 221/2015

 

 

18 Ιουλίου,  2025

 

 

[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΔΑΥΙΔ, Δ/στές]

 

 

ΓΙΩΡΓΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ

 

Εφεσείοντα/Ενάγοντα

 

ν.

 

ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ

 

  Εφεσιβλήτων/Εναγομένων

 

 

………………………………………….

 

 

 

κ. K. Χατζηιωάννου για Α. Κ. Χατζηιωάννου & Σία, για τον εφεσείοντα.

 

Κλ. Πολυβίου (κα) για Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε., για την εφεσίβλητη.

 

 

 

 ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από   το Δικαστή Δαυίδ.

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΔΑΥΙΔ, Δ.: Με την αγωγή Αρ.7346/09, που ο εφεσείων καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, αξίωνε εναντίον της εφεσίβλητης αποζημιώσεις για λίβελλο, o οποίος, κατά τον ίδιο, προέκυψε από την καταχώριση του ονόματος του στο Κεντρικό Αρχείο Πληροφοριών (ΚΑΠ), στο οποίο διατηρούνται στοιχεία για εκδότες ακάλυπτων επιταγών, καθώς και από την επιστροφή δύο επιταγών του τελευταίου, λόγω παγοποίησης του λογαριασμού του συνεπεία της καταχώρισής του στο ΚΑΠ.

 

Σύμφωνα με τις δικογραφημένες θέσεις του εφεσείοντα, οι εφεσίβλητοι διαβίβασαν αναληθώς στην Κεντρική Τράπεζα ότι αυτός ήταν ο εκδότης ακάλυπτων επιταγών εταιρείας στην οποία ήταν διευθυντής και μέτοχος, ήτοι της Websway Investments Ltd (εφεξής «Websway»), είτε κακόβουλα είτε αδιαφορώντας πλήρως για την ορθότητα ή την αλήθεια αυτών των παραστάσεων, με αποτέλεσμα να προκαλέσουν την καταχώριση του ονόματός του στο ΚΑΠ, ενώ στη συνέχεια, κατά το στάδιο που κλήθηκαν από τη Διαχειριστική Επιτροπή του ΚΑΠ να δώσουν διευκρινίσεις/πληροφορίες στο πλαίσιο επανεξέτασης της περίπτωσης, επέμειναν σε αυτές, ψευδώς και κακοβούλως. Αποτελεί θέση του ότι οι εφεσίβλητοι, από τον Δεκέμβριο του 2008, ενημερώθηκαν προφορικώς για την αποχώρηση του από την ως άνω εταιρεία, μετά την υπογραφή συμφωνίας μεταξύ του ιδίου και του κ. Κυριάκου Χαραλάμπους, διευθυντή και μέτοχου επίσης της ως άνω εταιρείας, που αφορούσε την παραίτηση του και την πώληση των μετοχών του στην εν λόγω εταιρεία. Περαιτέρω, με επιστολή του προς την εφεσίβλητη, ημερ. 9/9/2008, εξέφρασε την πρόθεση του να τερματίσει τις δραστηριότητες του με την εν λόγω εταιρεία, ζητώντας παράλληλα όπως μην γίνονται αποδεκτές επιταγές της εταιρείας υπογεγραμμένες μόνο από τον κ. Κυριάκο Χαραλάμπους. Η εφεσίβλητη, προβάλλει, παρά το γεγονός ότι στη βάση των πιο πάνω ήταν ενήμερη ότι ο ίδιος δεν είχε οποιαδήποτε εμπλοκή στην εταιρεία, εντούτοις, με τις ενέργειές της οδήγησε στην καταχώριση του ονόματός του στο ΚΑΠ, αδιαφορώντας για τη ζημιά που ως ισχυρίζεται προκάλεσαν στη φήμη και την αξιοπιστία του. Ομοίως, παραπονείται ότι η υπόληψη του επλήγη επίσης, όταν δύο επιταγές που ο ίδιος εξέδωσε μεταγενέστερα, ενώ είχε πιστωτικό υπόλοιπο, επιστράφηκαν με την ένδειξη ότι ο λογαριασμός του είχε παγοποιηθεί.

 

Στον αντίποδα, οι εφεσίβλητοι απορρίπτοντας όλους τους ισχυρισμούς περί δυσφήμισης του εφεσείοντα, προέβαλαν ότι με βάση τις σχετικές οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας, ο ρόλος τους περιοριζόταν στο να εφοδιάσουν την Κεντρική Τράπεζα με τα απαραίτητα στοιχεία και πληροφορίες σε σχέση με τις ακάλυπτες επιταγές και τους εκδότες τους. Υπεύθυνη για την καταχώριση προσώπων στο ΚΑΠ, προτάσσουν, είναι η Κεντρική Τράπεζα. Ως υποδεικνύουν, στη βάση των επίσημων στοιχείων που είχαν στην κατοχή τους, ο εφεσείων, κατά τους ουσιώδεις χρόνους, είχε ενεργή δράση στις δραστηριότητες της εταιρείας και δικαίωμα υπογραφής των διαφόρων εγγράφων της εταιρείας. Τούτου δοθέντος, η απάντηση τους στους ισχυρισμούς του εφεσείοντα, ήταν πως τυγχάνει εφαρμογής η υπεράσπιση της αλήθειας.

 

Το πραγματικό υπόβαθρο γεγονότων που περιβάλλει την υπο συζήτηση περίπτωση, στην συντριπτική του πλειοψηφία δεν αποτέλεσε αντικείμενο αντιπαράθεσης. Αποτελεί κοινό τόπο ότι αριθμός επιταγών που εκδόθηκαν από την εταιρεία Websway, διευθυντές της οποίας ήταν ο εφεσείων και κάποιος Κυριάκος Χαραλάμπους, επιστράφηκαν απλήρωτες ως ακάλυπτες. Αποτέλεσμα τούτου, ήταν τα ονόματα τόσο της εν λόγω εταιρείας, όσο και των δύο πιο πάνω διευθυντών της, να καταχωριστούν στο ΚΑΠ και οι λογαριασμοί τους να παγιοποιηθούν.  Ενόψει αυτής της εξέλιξης, δύο άλλες επιταγές που μεταγενέστερα εξέδωσε ο εφεσείων, παρά το ότι στον προσωπικό του λογαριασμό υπήρχε επαρκές υπόλοιπο για να πληρωθούν, επιστράφηκαν απλήρωτες. Την ως άνω εξέλιξη ακολούθησε αίτημα του εφεσείοντα για ακύρωση της εν λόγω καταχώρισης, αποστέλλοντας επιστολή προς τη Διαχειριστική Επιτροπή του ΚΑΠ. Οι τελευταίοι, αφού ζήτησαν και έλαβαν σχετική ενημέρωση από την εφεσίβλητη, σύμφωνα με την οποία ο εφεσείων, στα διάφορα έγγραφα της εταιρείας, εξακολουθούσε να παρουσιάζεται ως άτομο με δικαίωμα υπογραφής στις επιταγές της τελευταίας, ενημέρωσαν τον εφεσείοντα ότι στη βάση αυτών των στοιχείων, δεν κατέληξαν σε απόφαση επί του αιτήματος του. Ταυτόχρονα, ζητήθηκε από τον τελευταίο όπως υποβάλει στοιχεία αναφορικά με την κατάθεση της συμφωνίας του με τον Κυριάκο Χαραλάμπους για παραίτηση του από την Websway στον Έφορο Εταιρειών και την πώληση των μετοχών του στην εν λόγω εταιρεία (η οποία, κατά παραδοχή, ουδέποτε υλοποιήθηκε), και για ενημέρωση του Εφόρου Εταιρειών αναφορικά με την αποχώρηση του από την ως άνω εταιρεία. Εις απάντηση, ο εφεσείων απέστειλε εκ νέου επιστολή δια των δικηγόρων του, αναφέροντας ότι αποχώρησε από την εταιρεία από τον Οκτώβριο του 2008 και ότι δεν ασκούσε οιοδήποτε έλεγχο σε αυτήν, ούτε είχε κάποια σχέση με την έκδοση επιταγών. Κατόπιν επανεξέτασης, η Διαχειριστική Επιτροπή του ΚΑΠ ενημέρωσε τον εφεσείοντα για την απόφασή της να ακυρώσει τη σχετική καταχώριση.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, απασχόλησε το ζήτημα κατά πόσο η εφεσίβλητη, κατά τον χρόνο της μη πληρωμής των επιταγών της Websway και της συνακόλουθης καταχώρησης του ονόματος του εφεσείοντα στο ΚΑΠ, γνώριζε πράγματι ότι ο τελευταίος είχε αποχωρήσει από την εταιρεία Websway και ότι δεν ασκούσε αποτελεσματικό έλεγχο στη συγκριμένη εταιρεία. Αξιολογώντας την ενώπιον του μαρτυρία, κατάληξε στην απόρριψη των προβαλλόμενων για το ζήτημα θέσεων του εφεσείοντα. Αποδέχτηκε την ξεκάθαρη μαρτυρία – όπως τη χαρακτήρισε –  του μάρτυρα της εφεσίβλητης, και απέρριψε ως ασαφή τη μαρτυρία του εφεσείοντα, ο οποίος ήταν και ο μοναδικός μάρτυρας που κατέθεσε προς απόδειξη της υπόθεσής του. Δέχτηκε, παραπέμποντας σε διάφορα έγγραφα που τέθηκαν υπόψη του, όχι μόνο ότι ο εφεσείων, κατά τον ουσιώδη χρόνο, παρουσιαζόταν στο μητρώο του Εφόρου Εταιρειών ως διευθυντής της Websway, αλλά και ότι η εφεσίβλητη, κατά τον ίδιο

 

χρόνο, δεν γνώριζε ότι ο εφεσείων δεν είχε εμπλοκή στα θέματα που αφορούσαν την εν λόγω εταιρεία και/ή ότι δεν ασκούσε έλεγχο επ’ αυτής. Επί τούτου, επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι η κοινοποιηθείσα στην εφεσίβλητη πρόθεση του εφεσείοντα, μέσω επιστολής, ημερ. 9/9/2008, να τερματίσει τις οποιεσδήποτε δραστηριότητες του με την εταιρεία Websway, δεν συνοδεύτηκε τελικά με την προσκόμιση οποιουδήποτε στοιχείου που να επιβεβαιώνει την ως άνω εξέλιξη, όπως η ανατροπή της θέσης της εταιρείας πως οι επιταγές και άλλες εντολές πληρωμής εκ μέρους της θα υπογράφονταν από τον Κυριάκο Χαραλάμπους και/ή τον εφεσείοντα (επιστολή ημερ. 23/2/2007), ως επίσης, το γεγονός ότι  η προβαλλόμενη από την πλευρά του εφεσείοντα συμφωνία αγοραπωλησίας με τον Κυριάκο Χαραλάμπους ουδέποτε υλοποιήθηκε, ενώ ο εφεσείοντας απαλλάχτηκε από τις υποχρεώσεις του ως εγγυητής της ως άνω εταιρείας, μόλις στις 28/12/2009. Σημείωσε παράλληλα το γεγονός ότι το Τμήμα Εφόρου Εταιρειών, παρά την προγενέστερα εκδηλωθείσα «πρόθεση» του εφεσείοντα να τερματίσει τις οποιεσδήποτε δραστηριότητες του με την εταιρεία Websway, τελικά ενημερώθηκε για την παραίτηση του από τη θέση του διευθυντή της εν λόγω εταιρείας, μόλις στις 7/3/2012.

 

Με τρεις λόγους έφεσης πλήττεται η ορθότητα των συμπερασμάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου, όπως αυτά αποτυπώνονται στην εκκαλούμενη απόφασή του, ημερομηνίας 10/06/2015. Μέσω του 1ου λόγου έφεσης, προτάσσεται πως λανθασμένα κρίθηκε ότι η καταχώριση του ονόματος του εφεσείοντα στο ΚΑΠ διενεργήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα και όχι από τους εφεσίβλητους. Περαιτέρω, ο εφεσείων διατείνεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν κατέληξε ότι η καταχώρισή του στο ΚΑΠ καθώς και η επακόλουθη απάντηση των εφεσιβλήτων στα ερωτήματα της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΚΑΠ, ήταν κακόβουλα ή απερίσκεπτα και κατ’ ακολουθία, δυσφημιστικά για τον ίδιο (2ος λόγος έφεσης). Τέλος, με τον 3ο λόγο έφεσης, προβάλλεται ότι λανθασμένα δεν έγινε αποδεκτό ότι οι ενέργειες των εφεσίβλητων συνιστούσαν λίβελλο, με αποτέλεσμα τη δυσφήμιση του.

 

Είναι προφανές ότι καταλυτικής σημασίας, τόσο για την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου στα ειδικότερα ζητήματα που αφορούσε η απαίτηση του εφεσείοντα, και, συνακόλουθα, για την τύχη  της παρούσας έφεσης, αποτελούν  τα αποδεκτά και παραδεκτά γεγονότα, ως έχουν καταγραφεί στην πρωτόδικη απόφαση. Ειδικότερα, τα στοιχεία που προσκομίστηκαν μετά από έρευνα της κατάστασης της εταιρείας Websway, με ημερομηνίες τις 15/6/2009 και 7/12/2010, η επίσημη ενημέρωση του Εφόρου Εταιρειών στις 7/3/2012 σε σχέση για την παραίτηση του εφεσείοντα από την ως άνω εταιρεία, μέσω της Κοινοποίησης Αλλαγής Αξιωματούχων (ΗΕ 4), η οποία καταχωρίστηκε στις 13/2/2012, η μη υλοποίηση της συμφωνίας ημερομηνίας 29/11/2008 μεταξύ του εφεσείοντα και του Κυριάκου Χαραλάμπους, η οποία προέβλεπε για την πώληση των μετοχών του εφεσείοντα, με την παραίτηση του τελευταίου τελικά να λαμβάνει χώρα σε μεταγενέστερο στάδιο, ως επίσης η κατά τον ουσιώδη χρόνο ισχύς και μη τροποποίηση της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας Websway, ημερομηνίας 23/02/2007, η οποία διαλάμβανε, μεταξύ άλλων, ότι οι επιταγές που εκδίδονται εκ μέρους της εν λόγω εταιρείας θα φέρουν την υπογραφή του κ. Κυριάκου Χαραλάμπους και/ή του εφεσείοντα. Όλα τα προαναφερόμενα, επιβεβαιώνουν κατά την κρίση μας, την ορθότητα του συμπεράσματος και της κατάληξης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι εφεσίβλητοι «δεν γνώριζαν αλλά ούτε και όφειλαν να γνωρίζουν ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ο [εφεσείων] δεν ασκούσε έλεγχο στο λογαριασμό της εταιρείας Websway από τον οποίο εκδόθηκαν ακάλυπτες επιταγές». Στη βάση δε των επίσημων στοιχείων και εγγράφων που βρίσκονταν καταχωρημένα στον Έφορο Εταιρειών, που η εφεσίβλητη είχε στη διάθεσή της, ο εφεσείων παρουσιαζόταν ως διευθυντής της εταιρείας. Συνεπώς η εισήγηση ότι οι εφεσίβλητοι ενήργησαν αυθαίρετα, ενημερώνοντας ανάλογα την Διαχειριστική Επιτροπή του ΚΑΠ, καθόλα βάσιμα και δικαιολογημένα δεν υιοθετήθηκε. Περαιτέρω, οι γενικές, αόριστες και αναπόδεικτες αναφορές που ο εφεσείων προέβαλε ότι έγιναν σε σχέση με προφορική πληροφόρηση λειτουργού της περί του αντιθέτου, είναι προφανές ότι στο τέλος της ημέρας, δεν επιβεβαιώθηκαν, ούτε αντικατοπρίζοντο από τα στοιχεία τα οποία οι εφεσίβλητοι όφειλαν να αντλήσουν ενημέρωση.

 

Ως προς τη διαδικασία και τις συνθήκες καταχώρισης κάποιου προσώπου στο ΚΑΠ, δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Η κατάληξη το πρωτόδικου Δικαστηρίου, στη βάση της προσαχθείσας ενώπιον του μαρτυρίας και στοιχείων, ως έγινε αποδεκτή, ότι δηλαδή η Κεντρική Τράπεζα είναι αρμόδια και υπεύθυνη για την τήρηση και ενημέρωση του ΚΑΠ, το οποίο περιλαμβάνει τα απαραίτητα στοιχεία που κάθε τράπεζα ή πιστωτικό ίδρυμα έχει την υποχρέωση να την εφοδιάσει στην περίπτωση επιστροφής ακάλυπτης επιταγής, είναι απόλυτα δικαιολογημένη και ορθή. Ως διαλαμβάνεται στη σχετική Οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας (Τεκμήριο 29 στην πρωτόδική διαδικασία), στα εν λόγω στοιχεία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα «στοιχεία των προσώπων που κατά την άποψη της τράπεζας ή ΣΤΕΠ είναι σε θέση να ασκούν έλεγχο στο λογαριασμό επί του οποίου έχει συρθεί ακάλυπτη επιταγή». Στην προκειμένη περίπτωση, η Τράπεζα διαμόρφωσε «την άποψή της», βάσει των επίσημων στοιχείων που είχε στη διάθεσή της, ως εξηγείται ανωτέρω, ενώ συμμορφούμενη προς τις υποχρεώσεις της, διαβίβασε τις σχετικές πληροφορίες στην Κεντρική Τράπεζα, ως επιβαλλόταν να πράξει. Θα ήταν παράλογο να αναμένεται από την Τράπεζα να ενεργήσει κατά παράβαση των σχετικών εγκυκλίων και οδηγιών, ενώ δεν γίνεται κατανοητό σε ποια βάση θα έπρεπε αυτή να παραβλέψει τα επίσημα στοιχεία που είχε στην κατοχή της και τις πληροφορίες που άντλησε από αυτά.

 

Αναπόδραστη κατάληξη όλων των πιο πάνω είναι ότι η εφεσίβλητη, πράγματι, κατά πάντα ουσιώδη χρόνο ενήργησε εντός του πλαισίου των καθηκόντων της για το ζήτημα και, ως όφειλε, εφοδίασε με τα σχετικά στοιχεία την Κεντρική Τράπεζα, η οποία έχει την αρμοδιότητα και την ευθύνη για την καταχώριση προσώπων στο ΚΑΠ, αλλά και την ακύρωση  μιας τέτοιας καταχώρισης, όπως άλλωστε έγινε και στην παρούσα περίπτωση, κατόπιν επανεξέτασης.

 

Υπό το φως των πιο πάνω,  τόσο ο 1ος όσο και ο 2ος Λόγοι Έφεσης, δεν μπορεί να επιτύχουν και απορρίπτονται.  

 

Με δεδομένη την επιβεβαίωση της ορθότητας της κατάληξης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι την ευθύνη για την καταχώρηση του ονόματος του εφεσείοντα στο ΚΑΠ έχει η Κεντρική Τράπεζα, όπως και την μη διασύνδεση της εφεσίβλητης στην ως άνω εξέλιξη, κατά τον τρόπο που της αποδίδεται, αφού η τελευταία, κατ’ εφαρμογή σχετικών Οδηγιών της Κεντρικής Τράπεζας, καθηκόντως ενημέρωσε την Κεντρική Τράπεζα για όλα όσα ήταν σε θέση να γνωρίζει και να αντλήσει από έγγραφα και στοιχεία που είχε στη διάθεσή της, η συζήτηση κατά πόσο οι ενέργειες της  συνιστούσαν λίβελλο παρέλκει. Εκ του περισσού και εντελώς συνοπτικά, περιοριζόμαστε να καταγράψουμε την σύμπλευση μας με την προσέγγιση και τις επισημάνσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του ζητήματος.

 

Συνακόλουθα και ο 3ος λόγος Έφεσης αποτυγχάνει και απορρίπτεται

 

Αναπόδραστη κατάληξη όλων των πιο πάνω, είναι ότι η υπό συζήτηση έφεση, στο σύνολό της,  δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη και ως εκ τούτου αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

         

Επιδικάζονται υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντα έξοδα, ύψους €2.200-, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει.

        

 

                                                                Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

 

                                                             Λ.ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

 

                                                                 Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο