ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ κ. GAL LUFT ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI, Πολιτική Έφεση Αρ. 3/2025, 29/7/2025
print
Τίτλος:
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ κ. GAL LUFT ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI, Πολιτική Έφεση Αρ. 3/2025, 29/7/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 3/2025)

(i-Justice)

 

29 Ιουλίου, 2025

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.Δ]

 

ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΗΜΕΡ. 18/02/2025 ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 191/2024

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (N.33/1964), ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ κ. GAL LUFT ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΤΑΓΗ ΚΑΙ/Ή ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡ. 09.06.2023 ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΔΙΑ ΕΚΔΙΚΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ 1/23 ΕΝ ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ/ΕΚΖΗΤΟΥΜΕΝΟΥ (IN ABSENTIA), ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1970 (Ν. 97/1970)

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΤΑΓΗ ΚΑΙ/Ή ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡ. 14.09.2023 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΔΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ/ΕΚΖΗΤΟΥΜΕΝΟΥ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΑΜΕΡΙΚΗΣ, ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΚΡΟΑΣΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ 1/23 ΕΝ ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ/ΕΚΖΗΤΟΥΜΕΝΟΥ (IN ABSENTIA), ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟΥ 1970 (Ν. 97/1970)

_____________________

 

Α. Πελεκάνος με Χ. Γεωργίου, Γ. Βρυώνη (κα), Α. Θεοδόση (κα) και Κ. Κωνσταντίνου, για Πελεκάνος & Πελεκάνου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα.

Π. Σελίπας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο Γενικό Εισαγγελέα.

_____________________

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.:   Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη  και θα δοθεί από τον Ιωαννίδη, Δ.

_________________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.: Mετά τη σύλληψη του εφεσείοντα στο Αεροδρόμιο Λάρνακας, στις 17.2.2023, αυτός οδηγήθηκε από την Αστυνομία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (στο εξής «το κατώτερο Δικαστήριο»), όπου και δρομολογήθηκε διαδικασία έκδοσης του στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Πρόκειται περί ιδιότυπης (sui generis) διαδικασίας, με ερευνητικό χαρακτήρα αφού αντικείμενο της διαδικασίας έκδοσης, είναι η διαπίστωση ή όχι ύπαρξης των προϋποθέσεων για την έκδοση φυγοδίκου, κάτι που δεν συνιστά ρύθμιση και καθορισμό δικαιωμάτων (Μελάς ν. Αρχηγού Αστυνομίας κ.ά. (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2261).

 

Το κατώτερο Δικαστήριο όρισε την εκκρεμούσα ενώπιον του Αίτηση Έκδοσης στις 3.4.2023 για ακρόαση, δίδοντας οδηγίες όπως ο εφεσείων αφεθεί ελεύθερος με όρους. Κατά την πιο πάνω ημερομηνία, ο εφεσείων δεν εμφανίστηκε ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου, ως είχε υποχρέωση. Ο συνήγορος του είχε δηλώσει τότε πως η επικοινωνία με τον πελάτη του διεκόπη. Το κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε ένταλμα σύλληψης εναντίον του εφεσείοντα και όρισε την Αίτηση για τις 10.4.2023, προφανώς για να συλληφθεί ο εφεσείων και οδηγηθεί ενώπιον του για τα περαιτέρω. Ο εφεσείων δεν συνελήφθη μέχρι τις 10.4.2023 και η Αίτηση αναβλήθηκε για τον ίδιο λόγο για τις 12.4.2023 και 8.5.2023, ημερομηνία κατά την οποία ο συνήγορος που εκπροσωπούσε τον εφεσείοντα απεσύρθη, κατόπιν άδειας που εδόθη από το κατώτερο Δικαστήριο.

 

Στις 9.6.2023, και χωρίς το ένταλμα σύλληψης να είχε εκτελεστεί, το κατώτερο Δικαστήριο, αποδεχόμενο σχετική εισήγηση της Κεντρικής Αρχής, αποφάσισε να προχωρήσει στην εκδίκαση της Αίτησης Έκδοσης στην απουσία του εφεσείοντα. Η εκδίκαση διεξήχθη, και το κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση του στις 14.9.2023, στην απουσία του εφεσείοντα, εγκρίνοντας την Αίτηση.

 

Ο εφεσείων, ένα χρόνο περίπου μετά την έκδοση της πιο πάνω απόφασης, η οποία εξεδόθη, ως ελέχθη, στην απουσία του, συνελήφθη στις 3.9.2024, προφανώς δυνάμει του εντάλματος σύλληψης που είχε εκδοθεί εναντίον του στις 3.4.2023, αφού δεν φαίνεται να είχε εκδοθεί άλλο ένταλμα σύλληψης.  

 

Ο εφεσείων, στο πλαίσιο μονομερούς Αίτησης που καταχώρισε  στο Ανώτατο Δικαστήριο (Αρ. Αίτησης 171/2024), εξασφάλισε στις 14.11.2024 άδεια για να καταχωρίσει Αίτηση διά Κλήσεως για την Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari «για την ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερ. 14.9.2023, στην Αίτηση Έκδοσης Αρ. 1/2023, για τον λόγο ότι εκδόθηκε στην απουσία του αιτητή, ως δικαστική πράξη παράνομη και αντίθετη στο εφαρμοστέο Δίκαιο». Στην εν λόγω απόφαση του αδελφού Δικαστή, είχαν καταγραφεί και τα ακόλουθα:

 

«Ωστόσο, και παρά την συμπεριφορά του Αιτητή, γεγονός παραμένει ότι η αίτηση για την έκδοση του εγκρίθηκε ενώ αυτός δεν βρισκόταν ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου.

 

Το άρθρο 9(5) των Νόμων, προνοεί ότι εφόσον το επιληφθέν της εκδόσεως Δικαστήριο ικανοποιηθεί «ότι τo αδίκημα εις o αφoρά η τoιαύτη εξoυσιoδότησις είvαι αδίκημα δι' o δύvαται κατά vόμoυ vα χωρήση έκδoσις» και «ότι τα πρoσαχθέvτα εvώπιov αυτoύ απoδεικτικά στoιχεία είvαι επαρκή ώστε vα δικαιoλoγώσι τηv παραπoμπήv αυτoύ εις δίκηv διά τo εv λόγω αδίκημα, εφ' όσov τoύτo διεπράττετo εvτός της δικαιoδoσίας τoυ Δικαστηρίoυ», «το Δικαστήριov θέλει διατάξει τηv πρoφυλάκισιv αυτoύ μέχρις oυ χωρήση η έκδoσις».  Η τελευταία αυτή πρόβλεψη για διαταγή προφυλάκισης, αναδεικνύει συζητήσιμο ζήτημα σε σχέση με την αναγκαιότητα παρουσίας του εκζητούμενου, στο στάδιο εκείνο και συνακόλουθα ζήτημα νομιμότητας της απόφασης στην περίπτωση όπου ο εκζητούμενος δεν είναι ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Εν προκειμένω, την 14.9.2023, το κατώτερο Δικαστήριο δεν διέταξε την προφυλάκιση του Αιτητή, αφού αυτός δεν βρισκόταν ενώπιον του και ούτε βέβαια είχε τη δυνατότητα να τον πληροφορήσει «περί τoυ δικαιώματoς αυτoύ όπως υπoβάλη αίτησιv διά habeas corpus», όπως προβλέπεται στο άρθρο 10(1), που φαίνεται να εκλαμβάνει ως δεδομένη την κράτηση του υπό έκδοση προσώπου δυνάμει του άρθρου 9.

 

Είναι επομένως η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο Αιτητής έχει καταδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και συζητήσιμο ζήτημα ώστε να του χορηγηθεί η σχετική άδεια για τον πιο πάνω λόγο.»

 

 

 

Η Αίτηση διά Κλήσεως καταχωρίστηκε ως οι οδηγίες του πρωτόδικου Δικαστηρίου, επεδόθη στο Γενικό Εισαγγελέα και οδηγήθηκε σε ακρόαση. Ο εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα εισηγήθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι  η Αίτηση για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari καταχωρείται καταχρηστικά «αφού στην Αίτηση για Habeas Corpus τίθεται το ίδιο νομικό ζήτημα όπως και με την παρούσα Αίτηση περί μη εξουσίας του κατώτερου Δικαστηρίου να διατάξει την εκδίκαση της Αίτησης Έκδοσης ερήμην του αιτητή».

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κάνοντας δεκτή την εισήγηση του εκπροσώπου του Γενικού Εισαγγελέα, απέρριψε, με απόφαση του ημερ. 18.2.2025, την Αίτηση διά Κλήσεως.  Στην εν λόγω απόφαση επαναλαμβάνεται ότι «Η άδεια για την καταχώριση της παρούσας Αίτησης δόθηκε εφόσον διαπιστώθηκε συζητήσιμο ζήτημα αναφορικά με τη νομιμότητα της απόφασης λόγω του ότι ο Αιτητής δεν βρισκόταν ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου όταν αυτό ενέκρινε την αίτηση για την έκδοση του».

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο με την απόφαση του ημερ. 18.2.2025, σημείωσε και τα ακόλουθα για τα δικαιώματα του εφεσείοντα από την  ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου, 14.9.2023, μέχρι και τη σύλληψη του, 3.9.2024:

 

«Οποτεδήποτε μεταξύ της 14.9.2023 και της 3.9.2024 επιθυμούσε ο Αιτητής να προσβάλει την απόφαση έγκρισης της αίτησης έκδοσης του, εφόσον πληροφορείτο για την έκδοση της απόφασης, θα έπρεπε να αναζητήσει άλλη δικονομική οδό και φαίνεται ότι η καταχώριση αίτησης για ένταλμα certiorari θα ήταν η μόνη πρόσφορη.»  

 

 

Καθοριστικό γεγονός για την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει, λόγω κατάχρησης, την Αίτηση διά Κλήσεως, ήταν η καταχώριση εκ μέρους του εφεσείοντα Αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum στις 17.9.2024 (Πολιτική Αίτηση αρ. 162/2024), δηλαδή ένα μήνα πριν από την καταχώριση της μονομερούς Αίτησης για Άδεια για Καταχώριση Αίτησης διά Κλήσεως για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari.  Για ό,τι αξίζει, να σημειώσουμε πως αυτό το γεγονός είχε τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο πλαίσιο εκδίκασης της μονομερούς Αίτησης και συνεπώς δεν ετέθη και δεν τίθεται θέμα απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων (Παναγίδου (1991) 1 Α.Α.Δ. 837, 847).

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού ορθά σημείωσε πως δεν υφίσταται δικαίωμα έφεσης κατά της απόφασης έγκρισης Αίτησης Έκδοσης, παραπέμποντας στην Emam v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολ. Έφ. Αρ. 379/2016, ημερ.  31.5.2017,  σημείωσε τα ακόλουθα σε σχέση με τη συνύπαρξη και εκκρεμότητα Αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari και Habeas Corpus:

 

«Τα ζητήματα είναι αλληλένδετα και δεν μπορούν να διαχωριστούν.  Η νομιμότητα της κράτησης του Αιτητή, που είναι το αντικείμενο της αίτησης habeas corpus που καταχωρίστηκε, απότοκο της διαταγής για την προφυλάκιση του ημερ.3.9.2024, διέρχεται μέσα από την εξέταση της νομιμότητας της απόφασης ημερ.14.9.2023 και πιο πριν της απόφασης ημερ.9.6.2023.

 

Είναι η κρίση του Δικαστηρίου ότι η καταχώριση από τον Αιτητή, την 17.9.2024, της Πολ. Αίτ. Αρ.162/2024, για την έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus, καθιστούσε τη διαδικασία που άρχισε ένα μήνα μετά, την 17.10.2024, με την αίτηση για άδεια για υποβολή της παρούσας αίτησης certiorari και συνεχίστηκε με την παρούσα Αίτηση καταχρηστική. 

 

Καμιά σημασία δεν μπορεί να έχει το γεγονός ότι την 14.11.2024 δόθηκε άδεια για την καταχώριση της παρούσας από το Δικαστήριο.  Η πρόνοια στην επιφύλαξη του Καν.12(1) των περί του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Κανονισμών του 2018 έως 2024, ότι «απόφαση με την οποία δίδεται άδεια καταχώρησης προνομιακού εντάλματος δεν δύναται να εφεσιβληθεί», δεν καθιστά τα θέματα που αυτή αποφασίζει απρόσβλητα.  Ό,τι έχει χορηγηθεί άδεια για την καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος, εκεί όπου τέτοια άδεια απαιτείται, όπως εν προκειμένω, δεν αποκλείει την αμφισβήτηση της ύπαρξης των προϋποθέσεων για τη χορήγηση της άδειας στο πλαίσιο της αίτησης με κλήση.

 

Η παρούσα Αίτηση συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας η οποία πρέπει ν' αποτραπεί και να παρεμποδισθεί, στόχος που επιτυγχάνεται με την απόρριψη της.»

 

 

O εφεσείων διαφωνεί, εξού και με τρεις λόγους έφεσης προσβάλλει ως εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση. Δεν θα παραθέσουμε τους λόγους έφεσης, αφού όλοι ουσιαστικά προσβάλλουν την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υφίσταται κατάχρηση, ως αυτή συγκεκριμενοποιείται στην προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε τα γνωστά σε σχέση με την κατάχρηση της διαδικασίας. Το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Tudor (2011) 1(B) A.Α.Δ. 1176, είναι άκρως κατατοπιστικό:

 

«Η κατάχρηση διαδικασίας είναι πολυσχιδής στις εκφάνσεις της, το δε Δικαστήριο έχει την εξουσία καταστολής τέτοιας κατάχρησης ως μέρος της αυτονομίας και αυτοτέλειας της Δικαστικής λειτουργίας. (Έλληνας v. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 149, 170 και Γενικός Εισαγγελέας v. Ευσταθίου (2009) 2 Α.Α.Δ. 501, σελ. 531). Στην Εμπεδοκλής (Αρ. 3) (2009) 1 Α.Α.Δ. 529, λέχθηκε στις σελ. 547-548:

 

«Ο έλεγχος της διαδικασίας επιβάλλει όπως διασφαλίζεται απρόσκοπτη δικονομική και ουσιαστική τάξη στην όλη διαδικασία με ενιαία προσέγγιση. Η κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου μπορεί να προσλάβει διάφορες μορφές και δεν υπάρχουν εκ προοιμίου συμπεριφορές που μπορούν να καταταχθούν ως καταχρηστικές. Το όλο ζήτημα εξετάζεται πάντοτε υπό το φως των συγκεκριμένων γεγονότων.» (Δέστε Ηλία (Αρ. 3) (1995) 1 Α.Α.Δ. 786 και Διευθυντής των Φυλακών v. Τζεννάρο Περρέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217).»

 

 

 

Αγορεύοντας ενώπιον μας ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, εισηγήθηκε, μεταξύ άλλων, ότι «το αντικείμενο της κάθε προνομιακής διαδικασίας Certiorari και Habeas Corpus είναι διαφορετικό και απόλυτα συναρτώμενο προς τη φύση του καθενός και το νομικό αποτέλεσμα που έκαστο επιφέρει».  Παρέπεμψε και στην υπόθεση The Father v. Worcestershire  County Council [2025] UKSC 1, ημερ. 29.1.2025, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, δεν αφορούσε σε έκδοση Φυγοδίκου που είναι, ως ελέχθη, μία ιδιότυπη (sui generis) διαδικασία.

 

Η πιο πάνω υπόθεση αφορούσε σε αίτηση για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus, η οποία υπεβλήθη από τον πατέρα δύο ανηλίκων παιδιών, τα οποία είχαν τοποθετηθεί, δυνάμει Διατάγματος Επιμέλειας (Care Order) Οικογενειακού Δικαστηρίου, σε μακροχρόνια ανάδοχη φροντίδα. Ο πατέρας/Αιτητής ενώ είχε τη δυνατότητα να προωθήσει  διαδικασία έφεσης ή έκδοσης Προνομιακού Εντάλματος Certiorari,  επέλεξε την καταχώριση Αίτησης για Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus. Το Ανώτατο Δικαστήριο του Ηνωμένου Βασιλείου, κατέληξε ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε δεν ήταν δικαιολογημένη. Σημειώθηκε πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το Προνομιακό Ένταλμα Habeas Corpus ως δικονομικό μέσο αμφισβήτησης του Διατάγματος Επιμέλειας, βάσει του οποίου αποφασίστηκε η κράτηση. Παραπέμπουμε στις παρ. 58, 62 και 65 από την απόφαση:

 

«58. Ηowever, there are many circumstances in which an individual is detained by someone on the basis of a lawful authority to do so. In such cases, the person who is detaining the individual will give a good return to the writ of habeas corpus and will have a complete defence by showing that they have such lawful authority. Where a court has made an order that requires or authorizes the detention, the defence will ordinarily be established by pointing to that order. In that situation, the individual who is detained needs to challenge the lawfulness of the order authorizing their detention to pursue their claim to be released. An application for habeas corpus is not a procedural route to challenge an order of a court, since the writ is directed to the person who holds the individual in detention rather than to the court which has made the order. Accordingly, to succeed on an application for habeas corpus where detention is authorized by an order of a court, the applicant will need to use the judicial review procedure to apply for a quashing order (formerly known as a writ of certiorari) in relation to the order requiring detention, to support and make good their claim for habeas corpus.

[…]

62. …. Certiorari had to be granted to quash the detention  order which operated as a defence to the claim for habeas corpus, and the way would then be clear for habeas corpus to be granted….

[…]  

65. However, where a court has made a detention order in respect of an individual, in circumstances where they had a fair opportunity to participate in the proceedings leading to the making of that order, an attempt to bypass the usual procedures for challenging the relevant measure, whether by judicial review, appeal or other forms of procedure, is not justified. The individual concerned cannot bring a claim for habeas corpus and seek to use that as the procedural vehicle to challenge the lawfulness of the order on the basis of which they have been detained.»   

 

 

 

Καθιστούμε από τώρα σαφές πως το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο γνώριζε πολύ καλά πότε εκδίδεται Προνομιακό Ένταλμα Certiorari και πότε Habeas Corpus, απορρίπτοντας την Αίτηση διά Κλήσεως, δεν έκρινε ότι ο εφεσείων δεν νομιμοποιείται να εγείρει τα θέματα για τα οποία έδωσε άδεια. Η απόφαση του ήταν ότι μπορεί να τα εγείρει στο πλαίσιο εκδίκασης της Αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus, η οποία εκκρεμεί.

 

 

Ούτε για το Προνομιακό Ένταλμα Certiorari χρειάζεται να λεχθούν πολλά∙ αυτά είναι γνωστά. Θα αρκεστούμε να παραπέμψουμε στη Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 7) (1993) 1 Α.Α.Δ. 793, όπου εκεί εξετάστηκε η χορήγηση άδειας για καταχώριση Αίτησης διά κλήσεως για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari αναφορικά με εκδοθείσα αθωωτική απόφαση Κακουργιοδικείου. Η Αίτηση απερρίφθη από τον Δικαστή Κωνσταντινίδη, αφού βρήκε πως «η δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου ήταν απόλυτα έγκυρη. Οι λόγοι που προβλήθηκαν προς υποστήριξη της Αίτησης δεν αναφέρονται σε οτιδήποτε που θα μπορούσε να συναρτηθεί προς τη δίκη που διεξάχθηκε».

Παραπέμψαμε στην πιο πάνω απόφαση, γιατί, εν προκειμένω, ο αδελφός Δικαστής δίδοντας την άδεια φαίνεται να την είχε δώσει σε σχέση με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου επικεντρωνόμενος στο γεγονός ότι «η Αίτηση για την έκδοση του εγκρίθηκε ενώ αυτός δεν βρισκόταν ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου», για να προσθέσει πως στις 14.9.2023 το κατώτερο Δικαστήριο δεν διέταξε την προφυλάκιση του εφεσείοντα αφού αυτός «δεν βρισκόταν ενώπιον του και ούτε βέβαια είχε τη δυνατότητα να τον πληροφορήσει «περί του δικαιώματος αυτού όπως υποβάλη αίτησιν διά habeas corpus», όπως προβλέπεται στο άρθρο 10(1), που φαίνεται να εκλαμβάνει ως δεδομένη την κράτηση του υπό έκδοση προσώπου δυνάμει του άρθρου 9.» 

 

Στην Nahum (1992) 1 Α.Α.Δ. 136, η απόφαση Επαρχιακού Δικαστή σε Αίτηση Προσωποκράτησης Φυγοδίκου, για σκοπούς  έκδοσης του στις Η.Π.Α., ακυρώθηκε με Προνομιακό Ένταλμα Certiorari, αφού κρίθηκε ότι «ο Δικαστής ενήργησε με υπέρβαση εξουσίας και πλάνη νόμου με την έννοια της εσφαλμένης ερμηνείας και εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου». Μάλιστα το Ανώτατο Δικαστήριο δεν παρέλειψε να σημειώσει πως το γεγονός ότι                    «ο καταζητούμενος έφυγε από την Κύπρο δεν ανακόπτει την πορεία της δικαιοσύνης και δεν αφήνει την παρούσα Αίτηση χωρίς αντικείμενο».

Όσον αφορά στις περιορισμένες εξουσίες του Ανώτατου Δικαστηρίου σε Αιτήσεις Habeas Corpus, σε σχέση με διαδικασία έκδοσης  Φυγοδίκων, παραπέμπουμε στη Hachem (1992) 1 Α.Α.Δ. 191, η οποία αφορούσε σε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης με την οποία Δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου απέρριψε Αίτηση για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus ad subjiciendum. Σημειώθηκαν εκεί τα ακόλουθα, σε σχέση με το πλαίσιο των εξουσιών του Ανώτατου Δικαστηρίου  σε Αιτήσεις οι οποίες υποβάλλονται από πρόσωπα των οποίων η κράτηση διατάσσεται με σκοπό την παράδοση τους σε τρίτη χώρα, δυνάμει του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970, Ν.97/1970:   

 

«Τέλος έχει εγερθεί το εξής θέμα: ποίο ακριβώς είναι το πλαίσιο των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αιτήσεις habeas corpus. Η δικαιοδοσία του, είτε σε πρώτο είτε σε δεύτερο βαθμό, είναι πράγματι περιορισμένη. Αυτή είναι η άποψη που επικράτησε από την αρχή, όταν ανεφύη το θέμα, στη νομολογία. Το δικαστήριο δεν έχει την ευχέρεια να ασκήσει όλες τις συνηθισμένες του εξουσίες. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αναθεωρήσει τα ευρήματα του δικαστηρίου που επιλήφθηκε της έκδοσης ή να επέμβει στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας εφόσον κινήθηκε μέσα στα νόμιμα όρια της

 

[Η υπογράμμιση γίνεται από το παρόν Δικαστήριο]

 

Πάνω στην ίδια βάση κινήθηκε και η μεταγενέστερη απόφαση στην Atapina (2002) 1(B) A.A.Δ. 1208, όπου σημειώθηκαν τα εξής:

 

«Θα πρέπει να προστεθεί ότι, καθώς έχει νομολογηθεί,  η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αιτήσεις Habeas Corpus είναι περιορισμένη.  Δεν μπορεί να αναθεωρήσει τα ευρήματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου που επιλήφθηκε της έκδοσης ή να επέμβει στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας εφόσον κινήθηκε μέσα στα νόμιμα όρια της (Βλ.  Hatchem v. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (1992) 1 Α.Α.Δ. 191 και Golov v. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (2001) 1 Α.Α.Δ. 1109).»

 

Ενώ στην Kotlyarenko v. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (2011) 1 A.A.Δ. 505, διευκρινίζεται ότι:

 

«… οι εξουσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είτε πρωτόδικα, είτε κατ' έφεση, σε αιτήσεις Habeas Corpus, από φυγόδικους εναντίον των οποίων έχει εκδοθεί διάταγμα έκδοσης, περιορίζονται, αναφορικά με την ποιότητα της μαρτυρίας, στην εξέταση του κατά πόσο, από αντικειμενική θεώρηση, υπήρχε επαρκής μαρτυρία για την έκδοση.

[…]

…δηλαδή στα πλαίσια αιτήσεων Habeas Corpus, από φυγόδικους, είτε πρωτόδικα είτε κατ' έφεση, δεν αναθεωρούνται τα ευρήματα του Επαρχιακού Δικαστηρίου αλλά μόνον εξετάζεται το κατά πόσον, από αντικειμενική θεώρηση, υπήρχε επαρκής μαρτυρία για την έκδοση του φυγόδικου.» 

 

 

Η εγκυρότητα της δικαστικής διαδικασίας επειδή αυτή διεξήχθη στην απουσία του εκζητούμενου, και κατ΄ επέκταση της ίδιας της απόφασης έκδοσης του, είναι θέματα που δεν φαίνεται να μπορούν να εξεταστούν στο πλαίσιο Αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus, όπου η δικαιοδοσία του Ανώτατου Δικαστηρίου, σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό, είναι περιορισμένη.

Ο μηχανισμός για την αμφισβήτηση της εγκυρότητας της διαδικασίας ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου ή της εκδοθείσας από αυτό απόφασης, είναι το Προνομιακό Ένταλμα Certiorari. Εν προκειμένω, ο εφεσείων δρομολόγησε αυτή τη διαδικασία και του δόθηκε η άδεια για συγκεκριμένο λόγο που αφορούσε στη «νομιμότητα της απόφασης». Συνεπώς, δεν μπορεί να τίθεται θέμα κατάχρησης της διαδικασίας επειδή ο εφεσείων επέλεξε να δρομολογήσει και τη διαδικασία του Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus.

 

Είναι αυτονόητο πως σε περίπτωση που ο εφεσείων επιτύχει στην Αίτηση του για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari, και η εκδοθείσα απόφαση για έκδοση του κριθεί άκυρη, τότε δεν θα υπάρχει νομιμοποιητικό έρεισμα για κράτηση του για σκοπούς έκδοσης του, αφού η διαταγή για κράτηση, όπως εύστοχα τέθηκε στην Perpechidis (1998) 1 A.A.Δ. 483 «είναι απόρροια της απόφασης για την έκδοση του».

 

Η έγκριση, όμως, της Αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari, δεν θα δώσει στον εφεσείοντα την ελευθερία του,  θεραπεία που μπορεί να εξασφαλίσει μόνο με Αίτηση Habeas Cοrpus ad subjiciendum.

Σε συμφωνία με τις θέσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων του εφεσείοντα, δεν διαπιστώνουμε ότι με τις δύο παράλληλες διαδικασίες που ο εφεσείων δρομολόγησε, επιδιώκεται η ίδια θεραπεία, όπως συνέβη στην υπόθεση Emam (ανωτέρω).

 

Η έφεση γίνεται δεκτή. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και κατ΄ επέκταση η Αίτηση διά Κλήσεως αναβιώνει. Αυτή να τεθεί ενώπιον του αδελφού Δικαστή για τα περαιτέρω.

 

Επδικάζονται προς όφελος του εφεσείοντα €2.500 έξοδα έφεσης.

 

 

                                                                Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.

     

                                                                Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ, Δ.

 

                                                                Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο