HASAN KEKLIK, ΥΠΗΚΟΟΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ, ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΧΩΚΑΜ, ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS, Πολιτική Αίτηση Αρ.153/2025, 4/8/2025
print
Τίτλος:
HASAN KEKLIK, ΥΠΗΚΟΟΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ, ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΧΩΚΑΜ, ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS, Πολιτική Αίτηση Αρ.153/2025, 4/8/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ.153/2025)

 

4 Αυγούστου, 2025

 

[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.33/1964)

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

HASAN KEKLIK, ΥΠΗΚΟΟΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ, ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΧΩΚΑΜ, ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 18ΠΣΤ ΤΟΥ Ν. 3 ΤΟΥ 153(Ι)/2011 ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΕΦ. 105, ΤΗΝ ΕΣΔΑ, ΤΟΝ Ν. 7(Ι)/2007 ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

1)        ΤΟΥ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ     ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

2)     ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

    

Δ. Νικολετόπουλος μaζί με Γ. Καλογερίδη, για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.

Μ. Φιλίππου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

          ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus με το οποίο να κηρύσσεται η κράτηση του ως παράνομη και ή καταχρηστική.

Ο Αιτητής είναι υπήκοος Τουρκίας, Κουρδικής καταγωγής και εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία το 2022. Υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία η οποία απερρίφθη στις 29.3.2024. Στις 15.4.2024 υπέβαλε Προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας η οποία απερρίφθη στις 21.6.2024. Στις 3.3.2025 συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία και στις 4.3.2025 εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης του ως απαγορευμένου μετανάστη, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105. Στις 11.3.2025 έγινε εισήγηση για αναστολή της απέλασης του. Το διάταγμα απέλασης ανεστάλη στις 12.3.2025 μέχρι την εκδίκαση της Προσφυγής 256/2025 την οποία καταχώρισε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου κατά των εν λόγω διαταγμάτων. Στις 13.5.2025 και στις 21.7.2025 έγινε επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή.

         Στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της Αίτησης, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι εκτός από την καταχώριση της Προσφυγής, ο Αιτητής έχει υποβάλει αίτημα για επανάνοιγμα του φακέλου του και εξέταση του αιτήματος του για την παροχή εναλλακτικών μέτρων αντί της κράτησης του, στο οποίο δεν έχει λάβει οποιαδήποτε απάντηση. Ειδικότερα, αναφέρεται ότι στις 6.3.2025 απεστάλη επιστολή μέσω των δικηγόρων του στον Υφυπουργό Μετανάστευσης, με την οποία ζητά εναλλακτικά μέτρα στη βάση του ότι συμβιώνει με πρόσωπο που έχει άδεια παραμονής στη Δημοκρατία, με σκοπό την τέλεση γάμου. Προβάλλεται επίσης η θέση πως η επανεξέταση έγινε εκτός της καθορισμένης στον σχετικό Νόμο προθεσμίας των δύο μηνών και πως, εν πάση περιπτώσει, ο Αιτητής δεν ενημερώθηκε για τη διενέργεια και ή το αποτέλεσμα αυτής, καθιστώντας έτσι την κράτηση του παράνομη.

Οι Καθ’ ων προβάλλουν ως λόγους ένστασης ότι η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί καθότι δεν συνοδεύεται από νομότυπη ένορκη δήλωση, ότι με την Αίτηση επιδιώκεται ο έλεγχος της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης, ότι η Αίτηση είναι καταχρηστική, ότι η συνέχιση της κράτησης του Αιτητή είναι επιβεβλημένη με βάση τη συμπεριφορά του ίδιου και ότι η συνέχιση της κράτησης του αποφασίζεται κατόπιν επαναξιολόγησης και είναι καθόλα νόμιμη και δικαιολογημένη.

Στην υπόθεση Lakoud v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολ. Έφεση 77/2020, ημερ. 8.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:A231, γίνεται μια διαφωτιστική παραπομπή στη νομολογία αναφορικά με την έκδοση ενταλμάτων Habeas Corpus:

«Όπως είναι καλά γνωστό, το προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στη xxx Χ" Σάββας (1993) 1 ΑΑΔ 102, «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από Αρχή ή ιδιώτη». Απαραίτητη προϋπόθεση δι' έκδοση του εντάλματος συνιστά η απόδειξη, εκ μέρους του αιτούντος, του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Καλφοπούλου (1998) 1 ΑΑΔ 55). Με τη διαδικασία του εντάλματος Habeas Corpus, ό,τι επιδιώκεται είναι η διασφάλιση του δικαιώματος της ελευθερίας διά της άμεσης απελευθέρωσης του αιτητή ο οποίος, κατ' ισχυρισμό, τελεί υπό παράνομη κράτηση. Οποτεδήποτε, στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, διαπιστώνεται κάτι τέτοιο, το σχετικό διάταγμα εκδίδεται δικαιωματικά και όχι ως θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας, οπότε, ο αιτητής αφήνεται ευθύς ελεύθερος (Green v. Home Secretary [1941] 3 All E.R. 388, σελίδα 400).» 

 Στην υπό κρίση περίπτωση, η κράτηση του Αιτητή στηρίζεται στο άρθρο 18ΠΣΤ  του  Κεφ. 105. Αυτό παρέχει την εξουσία στο Ανώτατο Δικαστήριο να ασκεί προνομιακή δικαιοδοσία για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος. Ο έλεγχος της διάρκειας της κράτησης αιτητή, διενεργείται υπό το φως των διατάξεων του άρθρου 18ΠΣΤ(1) του Κεφ. 105, το οποίο προνοεί ότι τέτοια «κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια». Στο ίδιο άρθρο προβλέπεται πως εκτός εάν επιτρέπεται να εφαρμοστούν αποτελεσματικά άλλα επαρκή αλλά λιγότερο αναγκαστικά μέτρα, ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση υπήκοο τρίτης χώρας υποκείμενο σε διαδικασία επιστροφής, μόνο για την προετοιμασία επιστροφής και ή τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης, ιδίως όταν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής ή όταν ο συγκεκριμένος υπήκοος αποφεύγει ή παρεμποδίζει την προετοιμασία της επιστροφής ή τη διαδικασία απομάκρυνσης. Περαιτέρω, στο άρθρο 18ΠΣΤ(4) προβλέπεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών επανεξετάζει κάθε διάταγμα κράτησης αυτεπάγγελτα κάθε δίμηνο και σε οποιοδήποτε εύλογο χρονικό διάστημα κατ’ αίτηση του επηρεαζόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Στο άρθρο 18ΠΣΤ(6) προνοείται πως όταν καθίσταται πρόδηλο ότι δεν υφίσταται πλέον λογικά προοπτική απομάκρυνσης για νομικούς ή άλλους λόγους ή όταν παύουν να ισχύουν οι όροι του εδαφίου (1), τότε η κράτηση παύει να δικαιολογείται και το πρόσωπο απολύεται αμέσως. Το άρθρο 15ΠΣΤ(7) προβλέπει πως η κράτηση εξακολουθεί καθόλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του εδαφίου (1) και είναι αναγκαία να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση η οποία δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες. Το άρθρο 15ΠΣΤ(8) επιτρέπει την παράταση αυτού του χρονικού διαστήματος μόνο για περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σε περιπτώσεις «κατά τις οποίες, παρ’ όλες τις εύλογες προσπάθειες, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή ο υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί ή καθυστερεί η λήψη των αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες».

Οι πιο πάνω νομοθετικές πρόνοιες μεταφέρουν στην Κυπριακή έννομη τάξη τα όσα διαλαμβάνονται στην Οδηγία 2008/115/ΕΚ σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών.

Στο πλαίσιο εξέτασης της παρούσας Αίτησης, θα πρέπει να λεχθεί ότι ο λόγος ένστασης περί του ότι η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς περαιτέρω εξέταση καθότι δεν συνοδεύεται από νομότυπη ένορκη δήλωση του ίδιου του Αιτητή δεν προωθείται στην αγόρευση των Καθ’ ων και, επομένως, θεωρείται ότι έχει εγκαταλειφθεί.

Είναι σαφές ότι η παρούσα Αίτηση δεν αφορά στη νομιμότητα της έκδοσης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του Αιτητή, για την οποία ο τελευταίος έχει ήδη προβεί στα αναγκαία δικαστικά μέτρα. Αυτή περιορίζεται στη νομιμότητα της κράτησης του ενόψει της διάρκειας της. Η διάκριση μεταξύ του ελέγχου της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης και της διάρκειας της κράτησης αναλύεται στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Hussam Mustfa (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 1623.

Εξετάζοντας την Αίτηση στη βάση της χρονικής έκτασης της κράτησης του Αιτητή από τις 4.3.2025, ημερομηνία έκδοσης των διαταγμάτων απέλασης και κράτησης του, διαφαίνεται ότι ο Αιτητής κρατείται για πέντε μήνες. Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Hussam Mustfa (ανωτέρω) το Δικαστήριο ανέφερε πως για να είναι νόμιμη η κράτηση για οποιαδήποτε χρονική περίοδο, θα πρέπει κατά τη διάρκεια της να συντρέχουν οι προϋποθέσεις και να λαμβάνονται τα προνοούμενα στον Νόμο διαβήματα επανεξέτασης του δικαιολογημένου ή μη της κράτησης. Όπως έχει υποδειχθεί στην υπόθεση Essa Murad Khlaief v. Αναφορικά με την Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Γενικού Εισαγγελέα κ.ά. (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1402, ο χρόνος κράτησης δεν μπορεί να εξετάζεται in abstracto. Πρέπει να συσχετισθεί προς τους λόγους της καθυστέρησης απέλασης και τις υφιστάμενες δυνατότητες διεκπεραίωσης της.

Με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου τεθέντα δεδομένα, το διάταγμα απέλασης του Αιτητή τελεί υπό αναστολή μέχρι την εκδίκαση της Προσφυγής 256/2025, ενώ η κράτηση του κρίθηκε αναγκαία στη βάση του κινδύνου διαφυγής του, σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ(1)(α) του Κεφ. 105. Όπως αναφέρεται στο ίδιο το διάταγμα κράτησης, δεδομένης της μη συμμόρφωσης του Αιτητή με προηγούμενη απόφαση επιστροφής και του ότι είναι αρνητικός ως προς τον επαναπατρισμό του, δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.

Στις 13.5.2025 διενεργήθηκε επαναξιολόγηση της κράτησης του Αιτητή. Στο έντυπο αξιολόγησης παρατίθεται το ιστορικό των γεγονότων αναφορικά με τον Αιτητή, όπως καταγράφεται ανωτέρω και επαναλαμβάνεται πως δεν υπάρχουν περιθώρια για την επιβολή των εναλλακτικών αντί της κράτησης μέτρων, επομένως γίνεται εισήγηση για την κράτηση του δυνάμει του άρθρου 18ΠΣΤ(1)(α). Αναφέρεται επίσης ότι ο κίνδυνος διαφυγής προκύπτει από τη μη συμμόρφωση του Αιτητή με προηγούμενη απόφαση επιστροφής, τη δήλωση πρόθεσης μη συμμόρφωσης του με τέτοια απόφαση, βάσει του άρθρου 18ΟΔ και το μεταναστευτικό του ιστορικό.

Ο Αιτητής δεν αμφισβητεί το ιστορικό και τη δική του στάση, όπως αυτή καταγράφεται τόσο στο αρχικό διάταγμα κράτησης, όσο και στο έντυπο επαναξιολόγησης. Είναι δε παραδεκτό ότι η εν λόγω αξιολόγηση διενεργήθηκε από Λειτουργό Μετανάστευσης και φέρει τη σύμφωνη γνώμη, με την υπογραφή επί του εντύπου, της Διευθύντριας του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης. 

Εκείνο όμως που αμφισβητείται είναι το ότι η επαναξιολόγηση δεν έγινε εντός της περιόδου των δύο μηνών από την έκδοση του διατάγματος και της έναρξης της κράτησης του Αιτητή, καθιστώντας έτσι, κατά τον ίδιο, την κράτηση του παράνομη από την επομένη της λήξης των δύο μηνών.

Αντίστοιχη είναι η θέση του Αιτητή και για την επόμενη επαναξιολόγηση, η οποία έγινε στις 21.7.2025, με το ίδιο περιεχόμενο στο έντυπο αξιολόγησης. Η μόνη διαφορά, η οποία και αποτελεί παραδεκτό γεγονός, είναι ότι αυτή φέρει τη σύμφωνη γνώμη, με την υπογραφή επί του εντύπου, του κ. Α. Κωνσταντίνου, στον οποίο εκχωρήθηκε η σχετική εξουσία δυνάμει του άρθρου 18ΠΣΤ με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 26.3.2025.

Έχει ήδη λεχθεί ότι το άρθρο 18ΠΣΤ(4)(α) προβλέπει την επανεξέταση «αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο». Πράγματι, οι δύο επαναξιολογήσεις δεν έγιναν εντός διμήνου στην κάθε περίπτωση.

Αυτό το ζήτημα απασχόλησε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Dani El Khouri, Πολ. Αίτηση Αρ. 125/2014, ημερ. 22.7.2014, στην οποία ο τότε Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ερωτοκρίτου είπε τα εξής:

«Είναι φανερό ότι η Κυπριακή Δημοκρατία διαφοροποιήθηκε από την Οδηγία, η οποία προέβλεπε για επανεξέταση «ανά εύλογα χρονικά διαστήματα» και καθόρισε επανεξέταση «ανά δίμηνο», περίοδος η οποία κατά την άποψή μου είναι πιο γενναιόδωρη από την περίοδο που προβλέπει η Οδηγία, η οποία με την χρήση του όρου «εύλογα χρονικά διαστήματα» σαφώς συνδέει το χρόνο με τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και αφήνει τον δικαστή να είναι ο τελικός κριτής.

Με αυτό ως δεδομένο, δεν μπορώ να δεχθώ ότι η δίμηνη περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 18ΠΣΤ(4) είναι ανατρεπτική ώστε εάν η επανεξέταση δεν γίνει εντός του διμήνου αλλά σε μικρό χρονικό διάστημα μετά, η κράτηση αμέσως μεταβάλλεται σε παράνομη. Η συγκεκριμένη πρόνοια θα πρέπει να ερμηνευθεί έχοντας υπόψη:- (α) την πιο φιλελεύθερη πρόνοια της Οδηγίας για επανεξέταση μέσα σε «εύλογα χρονικά διαστήματα», (β) την πρόνοια του άρθρου 18ΠΣΤ(7) ότι η κράτηση δεν πρέπει σε πρώτο στάδιο να υπερβαίνει τους 6 μήνες και (γ) ότι η κράτηση σύμφωνα με το εδάφιο (8) του ίδιου άρθρου μπορεί να παραταθεί με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών για περαιτέρω περίοδο 12 μηνών. Ως αποτέλεσμα ο Νόμος προβλέπει υπό όρους την κράτηση ενός αλλοδαπού μέχρι και 18 μήνες, όταν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής ή όταν ο αλλοδαπός αποφεύγει ή παρεμποδίζει την προετοιμασία επιστροφής του.

Στην προκειμένη περίπτωση ο Αιτητής στις 11.7.2013 κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης επειδή ο γάμος του με ευρωπαία πολίτιδα κρίθηκε από την αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή ως εικονικός. Ως εκ τούτου εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης.

Ως προς την επανεξέταση, οι Καθ’ ων η αίτηση επανεξέτασαν στις 30.4.2014, δηλαδή πριν την παρέλευση του διμήνου και διατάχθηκε η περαιτέρω κράτηση. Στη συνέχεια ο Αιτητής επιζητούσε απεγνωσμένα τη μη απέλασή του. Στις 6.5.2014 καταχωρεί την Πολιτική Αίτηση Αρ. 80/2014 για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, την οποία στη συνέχεια αποσύρει. Στις 29.5.2014 η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μεταναστεύσεως, δεόντως εξουσιοδοτημένη (βλ. εξουσιοδότηση από Υπουργό Εσωτερικών ημερ. 12.2.2014), στη βάση Σημειώματος που της υποβλήθηκε επανεξετάζει την περίπτωση του Αιτητή υπό το φως της επιστολής του δικηγόρου του ημερ. 22.3.2014 και διατάσσει την περαιτέρω κράτησή του. Όμως ακόμη και αν η συγκεκριμένη επανεξέταση δεν ληφθεί υπόψη, όπως φαίνεται να εισηγείται ο δικηγόρος του Αιτητή, η επόμενη επανεξέταση θα έπρεπε να είχε γίνει στις 30.6.2014, αφού η προηγούμενη έγινε στις 30.4.2014. Η διοίκηση επανεξέτασε στις 2.7.2014, δηλαδή δύο μέρες μετά. 

Συμφωνώ απόλυτα με τη δικηγόρο των Καθ’ ων η αίτηση ότι η παρέλευση δύο εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λήξης της περιόδου της πρώτης, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζει το Νόμο και ούτε μπορεί να είναι καταλυτική για την τύχη της παρούσας αίτησης. Η επανεξέταση που έγινε είναι κατά την άποψή μου μέσα στο πνεύμα τόσο της Οδηγίας όσο και του Νόμου και δεν μπορεί με κανένα τρόπο να έχει το αποτέλεσμα που εισηγείται ο δικηγόρος του Αιτητή. Θα έλεγα ότι ακριβώς αν συνέβαινε το αντίθετο, θα καταστρατηγούντο οι πρόνοιες του Νόμου, δηλαδή αν αφήνετο μια ασήμαντη καθυστέρηση δύο εργάσιμων ημερών να ανατρέπει την κράτηση ενός αλλοδαπού, ο οποίος κρατείται δυνάμει του Νόμου ως ανεπιθύμητος μετανάστης

(Η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

Υιοθετώ πλήρως το πιο πάνω σκεπτικό. Στην προκειμένη περίπτωση η πρώτη επαναξιολόγηση έγινε εννέα μέρες μετά τη λήξη των δύο μηνών από την κράτηση του και η δεύτερη οκτώ μέρες από τη λήξη των δύο μηνών σε σχέση με την προηγούμενη αξιολόγηση. Πρόκειται και εδώ για μικρό χρονικό διάστημα που παρήλθε μετά τη λήξη των δύο μηνών. Το σημαντικό, σύμφωνα και με το πνεύμα της Οδηγίας, είναι να γίνεται τακτή και συστηματική επαναξιολόγηση «σε εύλογα χρονικά διαστήματα», ακριβώς για να διασφαλίζεται η συνεχής εγρήγορση των αρμόδιων αρχών στην επαναθεώρηση της όποιας ανάγκης συνέχισης της κράτησης. Αυτό, αναμφίβολα, έχει επιτευχθεί και στην υπό κρίση περίπτωση με την επαναξιολόγηση σε σύντομο χρόνο από την κράτηση ή την προηγούμενη επαναξιολόγηση, κάτι το οποίο αποτελεί ένδειξη ότι οι αρχές δεν παρέμεναν αδρανείς αλλά αντιθέτως προχωρούσαν στη νέα αξιολόγηση της κατάστασης και στη διαπίστωση της ανάγκης περαιτέρω κράτησης του Αιτητή.

Ζητήματα επαναξιολόγησης μετά τη λήξη της δίμηνης προθεσμίας εντοπίζονται σε σωρεία αποφάσεων, χωρίς βεβαίως εκεί να έχει απασχολήσει περαιτέρω. Αυτό ακριβώς καταδεικνύει ότι τα Δικαστήρια αναγνωρίζουν πως το ουσιώδες είναι όπως γίνεται επαναξιολόγηση σε τακτά χρονικά διαστήματα και όχι το εάν αυτή υπερβαίνει ελάχιστα ή επουσιωδώς τους δύο μήνες. Ενδεικτικά αναφέρομαι στις υποθέσεις Αναφορικά με την Αίτηση του Souko Maher, Πολ. Αίτηση Αρ. 45/2023, ημερ. 24.5.2025, Αναφορικά με την Αίτηση της Chand Nira, Πολ. Αίτ. 133/2022, ημερ. 30.9.2022, ECLI:CY:AD:2022:D371, Αναφορικά με την Αίτηση του Elsayed Mahmoud Ibrahim Elabasiri, Πολ. Αίτηση Αρ. 83/2022, ημερ. 27.6.2022, ECLI:CY:AD:2022:D270, Αναφορικά με την Αίτηση του Mohammad Mamunur Rashid, Πολ. Αίτηση, Αρ. 90/2022, ημερ. 23.6.2022 και Αναφορικά με την Αίτηση του Santos Koho Malisawa (2015) 1(Α) Α.Α.Δ. 848. Αξίζει να αναφερθεί ότι στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Chand Nira (ανωτέρω), οι επαναξιολογήσεις έγιναν κατά τις ημερομηνίες 22.10.2021, 4.2.2022, 24.3.2022, 26.5.2022 και 27.7.2022. Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Mohammad Mamunur Rashid (ανωτέρω), οι επαναξιολογήσεις έγιναν κατά τις ημερομηνίες 11.11.2021, 15.2.2022, 4.4.2022 και 10.6.2022. Επομένως, διαφαίνεται ότι ακόμη και χρόνος ενός μηνός μετά τη διμηνία, δηλαδή επαναξιολόγηση που έγινε μετά την πάροδο τριών μηνών, κρίθηκε ότι ικανοποιεί τις πρόνοιες του άρθρου 58ΠΣΤ.

Ως εκ τούτου, διαφαίνεται ότι έγιναν επαναξιολογήσεις της κράτησης του Αιτητή, στις οποίες, κατόπιν εξέτασης της δυνατότητας επιβολής εναλλακτικών μέτρων αντί κράτησης, επιβεβαιώνεται η αναγκαιότητα της κράτησης για λόγους οι οποίοι, επαναλαμβάνεται, δεν έχουν αμφισβητηθεί.

Αυτές οι ενέργειες, σε συνδυασμό με το συνολικό χρονικό διάστημα των πέντε μηνών που ο Αιτητής τελεί υπό κράτηση μετά την έκδοση του διατάγματος κράτησης, δεν καταδεικνύουν ολιγωρία και αδράνεια των Αρχών. Αντιθέτως, οι Αρχές φαίνεται να εξετάζουν σε τακτά χρονικά διαστήματα το κατά πόσον υπάρχουν εναλλακτικά μέτρα και ή δικαιολογείται η περαιτέρω κράτηση του.

Τα υπό κρίση δεδομένα διαχωρίζονται από τις υποθέσεις στις οποίες παρέπεμψε ο δικηγόρος του Αιτητή. Πρόκειται για τις υποθέσεις Αναφορικά με την Αίτηση του Rahmatinia Ieman, Πολ. Αίτηση Αρ. 118/2025, ημερ. 26.6.2025 και Αναφορικά με την Αίτηση του Nashat Moner Lofty Matry (2013) 1(B) Α.Α.Δ. 1694. Στην πρώτη, η πρώτη επαναξιολόγηση έγινε ένα και πλέον έτος μετά την έκδοση του τελευταίου διατάγματος κράτησης. Στη δεύτερη, δεν υπήρξε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι έγινε επαναξιολόγηση εντός της χρονικής περιόδου κράτησης των πέντε μηνών.

Η επιστολή των δικηγόρων του Αιτητή ημερ. 6.3.2025 καταλήγει με αίτημα για εξέταση της περίπτωσης εναλλακτικών μέτρων, δυνάμει του άρθρου 18ΠΣΤ(1) του Κεφ. 105, κάτι το οποίο φαίνεται ότι έγινε και στις δύο επαναξιολογήσεις. Το αίτημα δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε συγκεκριμένη εισήγηση εκ μέρους του Αιτητή και επιπλέον δεν έχει τεθεί μαρτυρία ότι η επιστολή αυτή παραλήφθηκε από τον Υφυπουργό Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας στον οποίο απευθυνόταν για να μπορούσε να τύγχανε  εξέτασης μέχρι και τις 21.7.2025. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην εν λόγω επιστολή δεν γίνεται αναφορά στην πρόθεση τέλεσης γάμου του Αιτητή ως προβάλλεται στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της παρούσας Αίτησης. Επίσης, κατά την εισήγηση ημερ. 4.3.2025 που έγινε προς τη Διευθύντρια Τμήματος Μετανάστευσης για την έκδοση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του Αιτητή, αναφέρεται πως ο Αιτητής «ανακρινόμενος ανάφερε ότι δεν διατηρεί οποιουσδήποτε δεσμούς με τη Κύπρο και αρνήθηκε να δηλώσει τον τόπο διαμονής του».

 Η θέση του Αιτητή ότι η παράλειψη ενημέρωσης του για τις επαναξιολογήσεις και το αποτέλεσμα αυτών δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της κράτησης η οποία αποτελεί το αντικείμενο της υπό κρίση διαδικασίας. Οι πρόνοιες του Κεφ. 105 και της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ είναι σαφείς ως προς την υποχρέωση των Αρχών σε σχέση με την κράτηση προσώπου για σκοπούς απέλασης του. Δεν τίθεται οποιαδήποτε υποχρέωση ενημέρωσης του αιτητή για τις επαναξιολογήσεις, για να θεωρείται η κράτηση του νόμιμη, ούτε και έχει διαφανεί ότι ο εδώ Αιτητής αποτάθηκε για τέτοιες πληροφορίες και οι αρμόδιες Αρχές αρνήθηκαν να του τις παρέχουν. Εδώ εξετάζεται αποκλειστικά η νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης και όχι η συμμόρφωση ή μη, με οποιεσδήποτε υποχρεώσεις του διοικητικού οργάνου, κάτι το οποίο αποτελεί αντικείμενο εξέτασης σε διοικητικής φύσης διαδικασία ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου.  

Σύμφωνα με όλα όσα αναφέρονται ανωτέρω, δεν έχει καταδειχθεί πως στο παρόν στάδιο η κράτηση του Αιτητή έχει καταστεί παράνομη.

Η Αίτηση απορρίπτεται.

Τα έξοδα της Αίτησης επιδικάζονται υπέρ των Καθ’  ων η Αίτηση και εναντίον του Αιτητή όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

                                                         

Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

 

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο