
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 200/2025)
(i-justice)
4 Σεπτεμβρίου, 2025
[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ Λ. Β. ΑΤ: [ ] ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΗΛΙΚΟΥ Ρ. Κ. ΔΤ: [ ] ΔΙΑ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ ΑΥΤΟΥ Ν. Κ. ΔΤ: [ ] ΚΑΙ Χ. Β. ΔΤ: [ ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 08/07/2025, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΟ Α. Π. [ ] [ ], ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΡΧΙΑΣΤΥΦΥΛΑΚΑ 115 ΛΟΙΖΟΥ ΛΟΙΖΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 155, ΑΡΘΡΟ 28.
______________________________________________________
Γ. Εφφέ με Γρ. Γρηγορίου για Γιάννης Πολυχρόνης ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές.
___________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Κατόπιν αιτήματος της Αστυνομίας υποστηριζόμενου από Ένορκη Δήλωση του Α/Αστ. 115 Λοΐζου Λοΐζου του Κλάδου Διερεύνησης Αδικημάτων Σεξουαλικής Κακοποίησης Ανηλίκων, Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (εφεξής Κατώτερο Δικαστήριο) εξέδωσε στις 8/7/2025 επί τη βάσει εύλογης αιτίας να πιστεύεται ότι στην οικία και υποστατικά που διαμένει ο ύποπτος Ρ.Κ. «φυλάγονται και/ή αποκρύπτονται τεκμήρια όπως ηλεκτρονικές συσκευές, δηλαδή tablet, κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικοί υπολογιστές ή και άλλα τεκμήρια που πιθανόν να σχετίζονται» με την υπό διερεύνηση υπόθεση «καθώς και ενδύματα και υποδήματα που φορούσε ο ύποπτος και το θύμα κατά την διάπραξη των υπό διερεύνηση αδικημάτων τα οποία υπάρχει εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι θα παράσχουν μαρτυρία ως προς την απόδειξη» τους, τα οποία αδικήματα φέρονται να διαπράχθηκαν κατά το έτος 2024 μέχρι τις 20/6/2025 στην επαρχία Λάρνακας, ήτοι,
1) Σεξουαλική Κακοποίηση ανήλικης κατά παράβαση των Άρθρων 6(3) και 6(7) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Απεικόνισης Υλικού Σεξουαλικής Κακοποίησης Παιδιών Νόμου του 2014 (Ν. 91(Ι)/2014).
2) Παραγωγή, Κατοχή και διανομή Υλικού Παιδικής Πορνογραφίας, κατά παράβαση των Άρθρων 8(1), 8(3), 8(4), 8(5) και 8(6) του Ν. 91(Ι)/2014 και
3) Αιμομιξία κατά παράβαση του Άρθρου 147 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.
Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής αρ. 2, ο οποίος είναι ανήλικος, δια των γονέων του και φυσικών κηδεμόνων του, καθώς και ο Αιτητής αρ. 1, ο οποίος είναι παππούς του Αιτητή αρ. 2, ζητούν άδεια για να καταχωρίσουν Αίτηση για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari προς ακύρωση του εκδοθέντος Εντάλματος Έρευνας, ημερ. 8/7/2025, για έρευνα στην οικία του Αιτητή αρ. 1 στην οδό Α. Π. [ ], στη [ ]. Η Αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του Αιτητή αρ. 1, ενώ συνοδεύεται και από Έκθεση, ως προβλέπεται από το σχετικό Διαδικαστικό Κανονισμό του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Προτού γίνει αναφορά στους Λόγους επί των οποίων βασίζεται το αίτημα και εξειδικεύονται στην Έκθεση, κρίνεται σκόπιμη η αναφορά, εν συντομία, στα γεγονότα επί των οποίων στηρίχθηκε η αίτηση της Αστυνομίας για την έκδοση του υπό κρίση Εντάλματος και με βάση τα οποία κρίθηκε από το Κατώτερο Δικαστήριο δικαιολογημένη και αναγκαία η έκδοσή του, όπως αυτά αναδύονται από την Ένορκη Δήλωση του Α/Αστ. 115 Λοΐζου Λοΐζου.
Στις 20/6/2025 λήφθηκε αναφορά από το Περιφερειακό Γυμνάσιο Κιτίου ότι μαθητής, ο Α.Χ., έχει στο κινητό του τηλέφωνο κάποια βίντεο τα οποία δείχνουν το συμμαθητή του, τον Αιτητή αρ. 2, να κάνει σεξ με μια εκ των μικρότερων αδελφών του οι οποίες είναι δίδυμες. Στο γραφείο της Διευθύντριας όπου ο Α.Χ. κλήθηκε ανέφερε ότι ο Αιτητής αρ. 2 του είχε αποστείλει έξι βίντεο που τον δείχνουν να προβαίνει σε σεξουαλικές πράξεις με την αδελφή του. Υπέδειξε, δε, κάποια βίντεο που είχε στην κατοχή του, καθώς και συνομιλία με τον Αιτητή αρ. 2, όπου ο τελευταίος τον ενημέρωνε πως θα του έστελνε ένα βίντεο που τον έδειχνε να κάνει σεξ με την αδελφή του και ανέφερε ότι ο Αιτητής αρ. 2 του εκμυστηρεύτηκε ότι αυτό γίνεται εδώ και ένα χρόνο.
Την ίδια ημέρα στο Σπίτι του Παιδιού κλήθηκαν οι γονείς του Αιτητή αρ. 2 μαζί με τις δύο ανήλικες κόρες τους. Μαζί τους προσήλθε και ο Αιτητής αρ. 2 ο οποίος, στην παρουσία του πατέρα του, του ζητήθηκε και παρέδωσε στην Αστυνομία το κινητό του τηλέφωνο.
Ακολούθως και κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης της μητέρας, διενεργήθηκε ιατροδικαστική εξέταση στις δύο ανήλικες, Α.Κ. και Ε.Κ. Στην περίπτωση της Α.Κ. διαπιστώθηκε παλαιά ρήξη παρθενικού υμένα με φλεγμονή, ερυθρότητα και κοκκινίλα στα εξωτερικά γεννητικά όργανα. Από την Α.Κ. λήφθηκε οπτικογραφημένη κατάθεση χωρίς αυτή να αναφέρει οτιδήποτε που να παραπέμπει σε σεξουαλική της κακοποίηση.
Σε οπτικογραφημένες καταθέσεις που λήφθηκαν από δύο συμμαθητές του Αιτητή αρ. 2, άλλους από τον Α.Χ., αναφέρθηκε ότι ο Α.Χ. τους είχε στείλει, σε γκρουπ συνομιλιών που είχαν στην εφαρμογή Instagram, βίντεο σεξουαλικού περιεχομένου με κορίτσι στο οποίο δεν φαινόταν το πρόσωπο του αγοριού, αλλά και οι δύο τους ανέφεραν ότι αναγνώρισαν τον Αιτητή αρ. 2 από τα δάκτυλα των χεριών του.
Από έλεγχο που πραγματοποιήθηκε στις 26/6/2025 στα δεδομένα που εξάχθηκαν από το κινητό του Α.Χ. και συγκεκριμένα εννέα βίντεο, διαπιστώθηκε ότι κατά την καταγραφή των βίντεο φαίνονται στα πλάνα διάφοροι χώροι, πιθανόν σαλόνι οικίας και υπνοδωμάτιο, συγκεκριμένο κρεβάτι με στρώματα, διάφορα έπιπλα, καθώς και συγκεκριμένος ρουχισμός και υποδήματα που φορούσε κατά τη διάπραξη των αδικημάτων ο ύποπτος, καθώς και το κορίτσι που απεικονίζεται σε αυτά. Όλα τα πιο πάνω βίντεο φαίνεται να τραβήχτηκαν μέσω δεύτερου κινητού τηλεφώνου, αφού και στα εννέα βίντεο απεικονίζεται άλλο κινητό τηλέφωνο στο οποίο φαίνεται η εφαρμογή συνομιλιών του Instagram και από αυτήν επιλέγονται τα βίντεο και οι φωτογραφίες για προβολή. Κατά τη διάρκεια προβολής των βίντεο από το κινητό που φαίνεται στα βίντεο διαπιστώθηκε ότι στο πάνω σημείο του τηλεφώνου αναγράφεται «Από τον χρήστη R. K. σε εσάς». Σε κανένα από τα βίντεο δεν φαίνεται το πρόσωπο του δράστη, αλλά το σώμα του από τη μέση και κάτω, καθώς και τα χέρια/δάκτυλα του. Επίσης, στα μόνα βίντεο που φαίνεται πρόσωπο κοριτσιού είναι σε αυτά που ο δράστης βάζει το πέος του στο στόμα της.
Σε οπτικογραφημένη κατάθεση που του λήφθηκε ο Α.Χ. αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι είναι φίλος με τον Αιτητή αρ. 2 και ότι ο Αιτητής αρ. 2 του έλεγε ότι έκανε σεξ με την αδελφή του, όμως ο Α.Χ. δεν τον πίστευε. Ο Αιτητής αρ. 2 του έστειλε βίντεο μέσω Instagram που απεικόνιζαν την αδελφή του Αιτητή αρ. 2 να κάνει σεξουαλικές πράξεις με τον Αιτητή αρ. 2, τον οποίο ο Α.Χ αναγνώρισε από τα δάκτυλα των χεριών του. Επίσης, ανέφερε ότι ο Αιτητής αρ. 2 του είχε ζητήσει να κάνει και αυτός σεξ με την αδελφή του, εάν το επιθυμούσε, αλλά ο Α.Χ. αρνήθηκε.
Καταθέσεις λήφθηκαν και από τους γονείς, καθώς και από τη μητρική γιαγιά και παππού του Αιτητή αρ. 2, Αιτητή αρ. 1. Στις καταθέσεις των γονέων αναφέρεται ότι δεν διαπίστωσαν οτιδήποτε στη συμπεριφορά του Αιτητή αρ. 2 η οποία να παραπέμπει σε σεξουαλική κακοποίηση. Αναφέρθηκε, επίσης, ότι τα παιδιά τους πάντα είναι υπό την επίβλεψη τους, εκτός όταν εργάζονται ταυτόχρονα και τα τρία παιδιά τους πηγαίνουν στη μητρική γιαγιά και παππού οι οποίοι διαμένουν στην οδό Α. Π. [ ], [ ]. Στις καταθέσεις της γιαγιάς και παππού (Αιτητής αρ. 1) αναφέρεται ότι ο Αιτητής αρ. 2 και οι δύο εγγονές τους πηγαίνουν στο σπίτι τους τα απογεύματα όταν εργάζονται ταυτόχρονα οι γονείς τους, χωρίς να έχουν ποτέ διανυκτερεύσει εκεί.
Οι Λόγοι επί των οποίων βασίζεται το αίτημα για άδεια εξειδικεύονται στην Έκθεση και θα μπορούσαν να συνοψιστούν ως ακολούθως:
(1) Το Κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας και κατά παράβαση του Άρθρου 16 του Συντάγματος, καθότι από το σώμα της αίτησης της Αστυνομίας δεν προέκυπτε μαρτυρία που να στοιχειοθετούσε εύλογη υπόνοια σύνδεσης των αντικειμένων που αναζητούσε η Αστυνομία με την οικία του Αιτητή αρ. 1.
(2) Το Κατώτερο Δικαστήριο λειτούργησε μηχανιστικά και δεν άσκησε δικαστική κρίση, αφού το προσβαλλόμενο Ένταλμα Έρευνας εσφαλμένα αναφέρει ότι στο υποστατικό του Αιτητή αρ. 1 διαμένει ο Αιτητής αρ. 2.
(3) Με δεδομένο ότι το επίδικο Ένταλμα Έρευνας εκδόθηκε 18 ημέρες μετά την καταγγελία στην Αστυνομία που έγινε στις 20/6/2025, αυτό πάσχει καθότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε αναγκαιότητα έρευνας της οικίας που διαμένει ο Αιτητής αρ. 1, ενώ δεν τέθηκε ίχνος μαρτυρίας περί κινδύνου καταστροφής τεκμηρίων από τους Αιτητές.
(4) Το Κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε το προσβαλλόμενο Ένταλμα Έρευνας καθ’ υπέρβαση εξουσίας και/ή με έκδηλη πλάνη Νόμου, καθότι δεν είχε την προαπαιτούμενη εκ του Νόμου ειδική κατάρτιση και εκπαίδευση σε σχέση με τη μεταχείριση παιδιών και τα δικαιώματά τους, ως προβλέπεται στο Άρθρο 69 του περί Παιδιών σε Σύγκρουση με το Νόμο του 2021 (Ν. 55(Ι)/2021), καθώς και στο Άρθρο 20 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας (ΕΕ) 2016/800.
(5) Το προσβαλλόμενο Ένταλμα πάσχει από έκδηλο δικαιοδοτικό σφάλμα ή/και πλάνη Νόμου, στο βαθμό που εξουσιοδοτεί την εκτέλεση του από «πάντα άλλον Αστυνομικό εν Κύπρω», καθώς με βάση τις πρόνοιες των σχετικών νομοθεσιών, το Ένταλμα Έρευνας θα έπρεπε να εξουσιοδοτεί μόνο Αστυνομικούς που έχουν ειδική κατάρτιση και εκπαίδευση σε σχέση με τη μεταχείριση παιδιών και τα δικαιώματά τους (Άρθρο 20 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/800 και Άρθρο 9 του Ν. 55(Ι)/2021).
(6) Το προσβαλλόμενο Ένταλμα εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας καθότι, χωρίς να έχει ζητηθεί στην αίτηση της Αστυνομίας, εξουσιοδοτεί τη σύλληψη του Αιτητή αρ. 2 και χωρίς το Δικαστήριο να εξετάσει κατά πόσο η σύλληψη ήταν αναγκαία.
(7) Το Κατώτερο Δικαστήριο λειτούργησε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας και με έκδηλη πλάνη Νόμου, ενόψει του ότι στο σώμα του Όρκου που υποστήριζε το επίδικο Ένταλμα υπήρχε έκδηλο νομικό σφάλμα ήτοι, «η θετική μαρτυρία του ενόρκως δηλούντα ότι παρέλαβε το κινητό του 2ου Αιτητή στην παρουσία του πατέρα του, χωρίς να δώσει άλλες λεπτομέρειες για τη συγκεκριμένη ανακριτική πράξη».
(8) Το Κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας αφού δεν υπήρχε καμία μαρτυρία που να στοιχειοθετούσε εύλογη υπόνοια σύνδεσης των αντικειμένων που αναζητούσε η Αστυνομία και ειδικότερα των ηλεκτρονικών συσκευών, tablet, κινητών τηλεφώνων και ηλεκτρονικών υπολογιστών, με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.
(9) Το Κατώτερο Δικαστήριο λειτούργησε μηχανιστικά αποδεχόμενο τη θέση της Αστυνομίας, καθότι από τον Όρκο δεν προέκυπτε εύλογη υπόνοια σύνδεσης του Αιτητή αρ. 2 με οποιοδήποτε αδίκημα, εφόσον δεν προσδιορίζετο επακριβώς η περίοδος διάπραξης των αδικημάτων.
Έχω διεξέλθει με προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου, καθώς επίσης και ό,τι οι Αιτητές μέσω των ευπαίδευτων συνηγόρων τους έχουν θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν μέσω γραπτής αγόρευσης. Θα κάνω ειδική αναφορά σε αυτά, όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο.
Οι αρχές με βάση τις οποίες παρέχεται άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση Προνομιακού Εντάλματος αυτής της μορφής είναι καλά εδραιωμένες και από μακρού χρόνου αποκρυσταλλωμένες από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Τέτοια άδεια παρέχεται όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή συζητήσιμη υπόθεση.
Είναι, επίσης, νομολογημένο ότι ο έλεγχος σε ζητήματα ενταλμάτων έρευνας λαμβάνει χώρα μέσω προνομιακών ενταλμάτων με στόχευση, βεβαίως, τη νομιμότητα της διαδικασίας έκδοσης τους (Σιακαλλή (Αρ. 1) (2001) 1 Α.Α.Δ. 282 και Αναφορικά με την Αίτηση του Κληρίδη, Πολιτική Αίτηση Αρ. 172/2021, ημερ. 13/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:D394).
Ο πυρήνας του Άρθρου 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 είναι η δεόντως εξουσιοδοτημένη αναζήτηση πράγματος ή πραγμάτων που παρέχουν μαρτυρία ή απόδειξη για αξιόποινες πράξεις. Τα δε βασικά σημεία αναφοράς της εν λόγω πρόνοιας είναι, αφενός τα υπό αναζήτηση αντικείμενα, και αφετέρου ο τόπος ή ο χώρος στον οποίο υπάρχει εύλογη υποψία ή αιτία ότι βρίσκονται τα εν λόγω αντικείμενα ή πράγματα. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση «Σύνδεσμος για Πρόληψη της Βίας στα Γήπεδα» (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 1014, ένα ένταλμα έρευνας στοχεύει στην ανεύρεση και κατάσχεση πραγμάτων. Προκειμένου δε να εκδοθεί ένταλμα έρευνας με βάση το Άρθρο 27 του Κεφ. 155, θα πρέπει να στοιχειοθετηθεί η ύπαρξη εύλογης αιτίας συναρτημένης προς τα αντικείμενα για τα οποία επιδιώκεται η ανεύρεση ώστε να τεκμηριώνεται η απαραίτητη προϋπόθεση δικαιοδοτικής φύσεως. Προς τούτο είναι, βεβαίως, επιβεβλημένο να υπάρχει στο ένταλμα συγκεκριμένη περιγραφή των πραγμάτων και αντικειμένων τα οποία η Αστυνομία μπορεί να εντοπίσει και να παραλάβει στον υπό έρευνα χώρο, ούτως ώστε να μην παρέχεται «ανεπίτρεπτα ευρεία διακριτική εξουσία» ως προς το τι είναι δυνατό να αναζητηθεί και να παραληφθεί (βλ. ERA CYPRUS LTD ν. Αντρέα Αντωνίου (2008) 1 Α.Α.Δ. 1051).
Ειδικότερα σε περιπτώσεις που το αίτημα για έκδοση εντάλματος έρευνας αφορά κατοικία, θα πρέπει να είναι κατά νουν οι πρόνοιες του Άρθρου 16.1 του Συντάγματος, μέσω των οποίων διασφαλίζεται το απαραβίαστο της κατοικίας και το οποίο διαλαμβάνει ότι η είσοδος ή έρευνα εντός της κατοικίας δεν επιτρέπεται. Επιτρέπεται μόνο για τους συγκεκριμένους λόγους που παρατίθενται στο εδάφιο (2) του Άρθρου 16 του Συντάγματος «ειμή ότε και όπως ο νόμος ορίζη και κατόπιν δικαστικού εντάλματος δεόντως ητιολογημένου». Όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Χαράλαμπου Σιακαλλή (2001) 1 Α.Α.Δ. 282:
«……. στην περίπτωση δε κατοικίας είναι μάλιστα αναγκαία η σύνδεση του αντικειμένου με την οικία ώστε να αιτιολογείται δεόντως η έκδοση του εντάλματος όπως απαιτείται από το Άρθρο 16.2. Μόνο όπου η μαρτυρία είναι τέτοια ώστε να δικαιολογεί συγκεκριμένη και εύλογη υποψία ότι το αντικείμενο βρίσκεται στην οικία ή άλλο τόπο, και όχι απλώς γενική και αόριστη υπόθεση ότι θα μπορούσε να βρίσκεται στην οικία ή άλλο τόπο, προκύπτει επαρκής σύνδεση με την οικία ή άλλο τόπο του οποίου ζητείται η έρευνα. Άλλως, η παρεχόμενη από το Σύνταγμα και το νόμο προστασία, ιδιαίτερα της κατοικίας, θα απέληγε ευάλωτη και άνευ ουσίας.»
Η αναγκαιότητα προσδιορισμού και διασύνδεσης της έρευνας με συγκεκριμένο τόπο ή χώρο, όπως και με τη διερεύνηση συγκεκριμένου αδικήματος, είναι, επομένως, δεδομένη.
Μέσω των Λόγων 4 και 5 οι Αιτητές παραπονούνται ότι το υπό έλεγχο Ένταλμα Έρευνας εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας καθότι ενώ, κατά τους Αιτητές, αποτελούσε ανακριτική ενέργεια εναντίον του Αιτητή αρ. 2, αυτό εκδόθηκε κατά παράβαση προνοιών του Ν. 55(Ι)/2021. Ειδικότερα προβλήθηκε ότι το Κατώτερο Δικαστήριο που εξέδωσε το Ένταλμα Έρευνας δεν είχε την απαιτούμενη εκ του Νόμου κατάρτιση, καθώς και ότι το Ένταλμα εξουσιοδοτούσε κάθε Αστυνομικό και όχι μόνο Αστυνομικούς που έχουν ειδική εκπαίδευση σε σχέση με μεταχείριση παιδιών σε σύγκρουση με το Νόμο.
Με κάθε σεβασμό προς τους προβληθέντες από μέρους των συνηγόρων των Αιτητών ισχυρισμούς, ό,τι απασχολεί στην υπό συζήτηση περίπτωση είναι η συνδρομή ή μη των προϋποθέσεων για έκδοση του υπό έλεγχο Εντάλματος Έρευνας με το οποίο εξουσιοδοτήθηκε η διενέργεια, σε συγκεκριμένη οικία, έρευνας προς ανεύρεση πραγμάτων/αντικειμένων στη βάση του ότι αυτά παρείχαν μαρτυρία ή απόδειξη για αξιόποινες πράξεις. Το ότι η υπό διερεύνηση υπόθεση αφορούσε ανήλικο άτομο, τον Αιτητή αρ. 2, ουδόλως διαφοροποιεί τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που εφαρμόζονται για έκδοση εντάλματος έρευνας σε συγκεκριμένο τόπο.
Ως εκ τούτου, οι Λόγοι 4 και 5 απορρίπτονται.
Τα ίδια ισχύουν και σε σχέση με το Λόγο 7 όπου προβάλλεται η θέση περί παραβίασης συγκεκριμένου Άρθρου του Ν. 55(Ι)/2021 - του Άρθρου 7(4) – το οποίο αφορά στο δικαίωμα παιδιού σε νομική συνδρομή και σε εκπροσώπηση από δικηγόρο. Δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο εξέτασης στην παρούσα Αίτηση, η οποία αφορά στη νομιμότητα της διαδικασίας έκδοσης Εντάλματος Έρευνας, το αν η Αστυνομία, κατά την παραλαβή του κινητού τηλεφώνου του Αιτητή αρ. 2, ενημέρωσε ή όχι τον ίδιο για το δικαίωμα του σε εκπροσώπηση από δικηγόρο, καθώς και αν εφάρμοσε τις πρόνοιες του εν λόγω Νόμου.
Συνεπώς ο Λόγος 7 απορρίπτεται.
Όσον αφορά το Λόγο 2 και τους ισχυρισμούς των Αιτητών περί μηχανιστικής λειτουργίας του Κατώτερου Δικαστηρίου κατά την έκδοση του υπό έλεγχο Εντάλματος Έρευνας, ένεκα της αναφοράς σε αυτό ότι ο Αιτητής αρ. 2 διαμένει στην οικία του Αιτητή αρ. 1, δεν διαπιστώνεται οτιδήποτε το επιλήψιμο. Το γεγονός ότι, σύμφωνα με τον Όρκο που υποστήριζε το αίτημα της Αστυνομίας, ο Αιτητής αρ. 2 επισκέπτετο την οικία του Αιτητή αρ. 1 τα απογεύματα χωρίς διανυκτέρευση, ουδόλως διαφοροποιούσε την ουσία του ζητήματος που εδώ ενδιέφερε, ήτοι ότι διέμενε στην εν λόγω οικία για κάποιο χρόνο.
Ως εκ των ανωτέρω, ο Λόγος 2 απορρίπτεται.
Με το Λόγο 3 προβάλλεται ότι με βάση τα γεγονότα που είχαν τεθεί ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου δεν υπήρχε οποιαδήποτε αναγκαιότητα για την έρευνα της οικίας του Αιτητή αρ. 1. Και τούτο λόγω της παρέλευσης 18 ημερών από της καταγγελίας που έλαβε χώρα στις 20/6/2025.
Με κάθε σεβασμό προς την πιο πάνω τοποθέτηση δεν συγκλίνω με αυτή.
Με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου, προέκυπτε ότι, μετά την καταγγελία, η Αστυνομία προέβη σε διάφορες ενέργειες οι οποίες επεκτάθηκαν για αρκετές μέρες προς το σκοπό διερεύνησης της, οι οποίες περιλάμβαναν τη διενέργεια ιατροδικαστικών εξετάσεων στις δίδυμες αδελφές του Αιτητή αρ. 2 (στις 20/6/2025), λήψη καταθέσεων από αριθμό μαρτύρων σε διάφορες ημερομηνίες από την ημέρα της καταγγελίας και εντεύθεν (στις 20/6/2025, 22/6/2025, 26/6/2025, 28/6/2025, 30/6/2025, 2/7/2025), εξασφάλιση των δύο κινητών τηλεφώνων του Α.Χ. και ενός από τον Αιτητή αρ. 2, δικανικός έλεγχος στα δεδομένα του ενός από τα δύο κινητά τηλέφωνα του Α.Χ. που αφορούσαν την υπό διερεύνηση υπόθεση (στις 26/6/2025).
Έχοντας κατά νου το σύνολο των δεδομένων που περιέχονταν στον Όρκο και ειδικότερα την έκταση των ερευνών που έλαβαν χώρα στο πλαίσιο διερεύνησης της υπόθεσης, η παρέλευση του χρόνου που αναφέρθηκε μέχρι την εξασφάλιση του υπό κρίση Εντάλματος Έρευνας, ουδόλως υποβάθμιζε ή αναιρούσε την αναγκαιότητα έκδοσής του. Εν ολίγοις, η αναγκαιότητα περαιτέρω διερεύνησης δια της προσφυγής σε ένταλμα έρευνας προς αναζήτηση τεκμηρίων που σχετίζονταν με την υπόθεση εύλογα προέκυπτε από το περιεχόμενο του Όρκου.
Ο Λόγος 3 απορρίπτεται.
Μέσω του Λόγου 9 προβάλλεται ότι με δεδομένο ότι ο Αιτητής αρ. 2 μέχρι την 21/10/2024 δεν είχε κλείσει τα 14 έτη και άρα δεν θα μπορούσε εκείνη την περίοδο να είναι ποινικά υπεύθυνος για οποιοδήποτε αδίκημα, η αναφορά στον Όρκο στη διάπραξη αδικημάτων κατά ή περί το 2024 μέχρι τις 20/6/2025, δεν μπορούσε να αναδείξει εύλογη υπόνοια διάπραξης αδικήματος.
Ούτε με την πιο πάνω θέση συγκλίνω.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ενεργοποίηση της διαδικασίας της έρευνας μέσω εντάλματος βασίζεται κατά κανόνα στη διάπραξη ποινικού αδικήματος. Όταν γίνεται προσπάθεια εξασφάλισης εντάλματος, ως ζήτημα κοινής λογικής θα πρέπει να έχει διαπραχθεί αδίκημα ή, τουλάχιστον, να υπάρχει ισχυρή πεποίθηση για τούτο (βλ. Εντάλματα Έρευνας και Κατάσχεση Πραγμάτων, Π. Γ. Πολυβίου, σελ.110-112). Στην υπό συζήτηση περίπτωση με δεδομένο ότι η χρονική περίοδος που αναφέρθηκε στον Όρκο εκτείνεται σε περίοδο που ο Αιτητής είχε ήδη κλείσει την ηλικία των 14 ετών, ήτοι Οκτώβριος του 2024 μέχρι Ιούνιο του 2025, δεν τίθεται, εν προκειμένω, οποιοδήποτε ζήτημα για μη ύπαρξη σαφών ενδείξεων περί διάπραξης ποινικών αδικημάτων και αξιόποινων πράξεων.
Ο Λόγος 9 απορρίπτεται.
Παραμένουν οι Λόγοι 1 και 8.
Σε ό,τι αφορά το Λόγο 8 οι Αιτητές προβάλλουν ότι από τον Όρκο δεν προέκυπτε η ύπαρξη εύλογης υπόνοιας σύνδεσης των αντικειμένων που η Αστυνομία αναζητούσε και ειδικότερα των ηλεκτρονικών συσκευών, tablet, κινητών τηλεφώνων και ηλεκτρονικών υπολογιστών με τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Όπως τονίστηκε, από το σώμα της αίτησης προέκυπτε ότι η Αστυνομία κατείχε συγκεκριμένα βίντεο και κινητό άλλου προσώπου, καθώς και ότι είχε παραλάβει και το κινητό του Αιτητή αρ. 2. Καμιά μαρτυρία, προστίθεται, δεν παρουσιάστηκε στο σώμα της αίτησης που να συνέδεε άλλα τεκμήρια ή και ηλεκτρονικές συσκευές που αναζητούσε η Αστυνομία με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.
Σε ό,τι αφορά τις ηλεκτρονικές συσκευές, tablet, κινητά τηλέφωνα και ηλεκτρονικούς υπολογιστές και τη διασύνδεση τους με τα υπό διερεύνηση αδικήματα, στον Όρκο δεν αναφέρεται κάτι σε σχέση με αυτά. Εν ολίγοις, ουδεμία μαρτυρία περιέχεται αναφορικά με τη σύνδεση τέτοιων πραγμάτων/αντικειμένων κατά τον τρόπο που το Άρθρο 27 του Νόμου ορίζει. Ως ήδη πιο πάνω επισημάνθηκε, ένα ένταλμα έρευνας στοχεύει στην ανεύρεση και κατάσχεση πραγμάτων που εύλογα πιστεύεται ότι συνδέονται, κατά τον τρόπο που ο Νόμος ορίζει, με αδίκημα που διαπράχθηκε ή που υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι διεπράχθη ή ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη αδικήματος.
Υπό το φως των πιο πάνω βρίσκω ότι υπάρχει συζητήσιμο θέμα σε σχέση με το κατά πόσο, στη βάση του μαρτυρικού υλικού που είχε τεθεί ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου, δικαιολογείτο η αναζήτηση των πιο πάνω αντικειμένων (ηλεκτρονικών συσκευών, tablet, κινητών τηλεφώνων και ηλεκτρονικών υπολογιστών), υπό την έννοια ότι αυτό θα μπορούσε να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι τέτοια αντικείμενα συνδέονται με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.
Όσον αφορά τα ενδύματα και υποδήματα που φορούσε ο Ύποπτος και το κορίτσι που απεικονίζεται στα βίντεο κατά τη διάπραξη των υπό διερεύνηση αδικημάτων, τα πράγματα διαφέρουν. Υπό το σύνολο όλων όσων είχαν τεθεί υπόψη του Κατώτερου Δικαστηρίου μέσω του Όρκου που υποστήριζε το αίτημα για την έκδοση του υπό κρίση Εντάλματος Έρευνας, θα μπορούσε να δικαιολογήσει στο μυαλό του Δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου τέθηκε το αίτημα, εύλογη υπόνοια ότι τα πιο πάνω αντικείμενα θα μπορούσαν να βρίσκονται σε συγκεκριμένη οικία – αυτήν του παππού και της γιαγιάς του - την οποία ο Αιτητής αρ. 2 επισκέπτεται τακτικά και στην οποία παραμένει καθόλη τη διάρκεια που και οι δύο γονείς του εργάζονται.
Στη βάση των πιο πάνω, ο Λόγος 1 απορρίπτεται.
Συνεπώς, δίδεται άδεια για την καταχώριση Αιτήσεως δια Κλήσεως προς το σκοπό έκδοσης Εντάλματος Certiorari αναφορικά με το υπό κρίση Ένταλμα Έρευνας σε σχέση με το Λόγο 8.
Μέσω του Λόγου 6 προβλήθηκε ότι δεδομένου του γεγονότος ότι το διατακτικό του υπό κρίση Εντάλματος Έρευνας επέτρεπε τη σύλληψη του Αιτητή αρ. 2, χωρίς μάλιστα να έχει ζητηθεί στην αίτηση της Αστυνομίας, αυτό εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας και σε αντίθεση με την αρχή της αναγκαιότητας και αναλογικότητας. Είναι γεγονός ότι σε μια από τις παραγράφους του εκδοθέντος Εντάλματος υπήρχε εντός παρενθέσεως η αναφορά και/ή η εξουσιοδότηση[1] «και ακόμα να συλλάβετε και να παρουσιάσετε τον αναφερόμενο ενώπιον μου ή ενώπιον άλλου Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας για να τύχει μεταχείρισης σύμφωνα με το Νόμο». Είναι επίσης γεγονός ότι δεν υπήρξε οποιοδήποτε αίτημα από την Αστυνομία για τη σύλληψη του Αιτητή αρ. 2.
Υπό αυτά τα δεδομένα, βρίσκω ότι υπάρχει συζητήσιμο θέμα και σε σχέση με το Λόγο 6, ήτοι κατά πόσο στη βάση των όσων είχαν τεθεί ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου δικαιολογείτο, στο πλαίσιο του Εντάλματος Έρευνας, η εξουσιοδότηση για τη σύλληψη του Αιτητή αρ. 2.
Συνεπώς, δίδεται άδεια για την καταχώριση Αιτήσεως δια Κλήσεως προς το σκοπό έκδοσης Εντάλματος Certiorari αναφορικά με το υπό κρίση Ένταλμα Έρευνας και σε σχέση με το Λόγο 6.
Η Αίτηση δια Κλήσεως να καταχωρηθεί εντός τεσσάρων ημερών από σήμερα. Εφόσον καταχωριστεί ως ανωτέρω, ο Πρωτοκολλητής να την ορίσει για οδηγίες στις 16/9/2025, η ώρα 8.45 π.μ. Να επιδοθεί δε στο Γενικό Εισαγγελέα τουλάχιστον τέσσερις ημέρες πριν από τη δικάσιμο.
Τα έξοδα της παρούσας Αίτησης θα είναι έξοδα στην πορεία της Αίτησης με Κλήση.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
[1] Προφανώς με βάση τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 27(γ)(ιι) του Κεφ. 155 το οποίο προνοεί:
27. Όταν δικαστής ικανοποιείται με ένορκη έγγραφη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε τόπο υπάρχει-
…..
(γ) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος, ο δικαστής δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να εκδώσει ένταλμα (το οποίο αναφέρεται στο νόμο αυτό ως “ένταλμα έρευνας”), που εξουσιοδοτεί το πρόσωπο που κατονομάζεται σε αυτό-
……
(ιι) να συλλάβει και να προσαγάγει ενώπιον Δικαστή τον κάτοχο της οικίας ή του τόπου όπου βρέθηκε το πράγμα ή οποιοδήποτε πρόσωπο εντός ή πέριξ της οικίας αυτής ή του τόπου το οποίο κατέχει τέτοιο πράγμα, αν ο Δικαστής κρίνει σκόπιμο να διατάξει με αυτό τον τρόπο στο ένταλμα.
Η πρόνοια του Άρθρου 27(γ)(ιι) του Κεφ.155 σχολιάζεται στο Σύγγραμμα Ποινική Δικονομία στην Κύπρο, Δεύτερη Αναθεωρημένη Έκδοση του Criminal Procedure In Cyprus (1975) στα ελληνικά ως εξής:
«Είναι συζητήσιμο κατά πόσο το δικαίωμα το οποίο παρέχεται για εξουσιοδότηση σύλληψης προσώπου στο πλαίσιο εντάλματος έρευνας συνάδει με το Σύνταγμα, έχοντας υπόψη ότι η σύλληψη επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του προσώπου το οποίο διενεργεί την έρευνα.»
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο