ΣΤΕΛΙΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ v. ΑΝΔΡΕΑ ΑΓΡΟΤΗ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΑΣ ΜΑΡΙΤΣΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 394/2016, 2/9/2025
print
Τίτλος:
ΣΤΕΛΙΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ v. ΑΝΔΡΕΑ ΑΓΡΟΤΗ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΑΣ ΜΑΡΙΤΣΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 394/2016, 2/9/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 394/2016

 

2  Σεπτεμβρίου, 2025

 

[Γ.N. ΓΙΑΣΕΜΗΣ,  Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Α. ΔΑΥΙΔ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΣΤΕΛΙΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Εφεσείοντας/Εναγόμενος

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΔΡΕΑ ΑΓΡΟΤΗ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ

ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΑΣ ΜΑΡΙΤΣΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ

                       Εφεσίβλητου/Ενάγοντα

--------------------------

 

Θ. Ιωαννίδης, για Θεόδωρο Μ. Ιωαννίδη & Σία ΔΕΠΕ, για εφεσείοντα

Ε. Ενταφιανός, για Λεύκος Κληρίδης & Υιοί, για εφεσίβλητο

---------------------------

 

Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον  Δικαστή Γ.Ν. Γιασεμή.

------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.   Στις 20.11.1969, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε απόφαση στην αγωγή αρ. 1558/1967, με την οποία διέταξε όπως το ακίνητο αρ. εγγρ.  [ ], τμήμα 5, τεμάχιο 219, φ/σχ. [ ], τοποθεσία Αλμυρός, έκτασης 9 σκάλες και 2,600 τ.π., εγγραφεί στο όνομα των 17 εναγόντων, στο μερίδιο που διαπιστώθηκε ότι αναλογούσε στον καθένα από αυτούς. Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, ο εναγόμενος το είχε αποσπάσει παράνομα από το νόμιμο ιδιοκτήτη του, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι ο τελευταίος ήταν διανοητικά ασθενής. Εν πάση περιπτώσει, στη Μαρίτσα Στυλιανού, ενάγουσα 2, με βάση την πιο πάνω απόφαση, αναλόγησε μερίδιο 1/12 του όλου.  Επομένως, αυτή δικαιούτο να εγγραφεί ως ιδιοκτήτρια, του πιο πάνω μεριδίου εξ αδιαιρέτου, με τους λοιπούς ενάγοντες συνιδιοκτήτες του πιο πάνω ακινήτου.  Ολόκληρο το πιο πάνω ακίνητο, εβρισκόμενο εντός των ορίων του Δήμου Αγλαντζιάς και δη εντός της νεκρής ζώνης, που είναι μέρος αυτού, τελεί υπό τον έλεγχο των Ηνωμένων Εθνών και μάλλον, τυγχάνει εκμετάλλευσης για γεωργικούς σκοπούς.

 

Η πιο πάνω απόφαση του 1969 παρέμεινε ανεκπλήρωτη.  Κανένα μέτρο δεν λήφθηκε από οποιονδήποτε και οποτεδήποτε για την εγγραφή των διαπιστωθέντων, ως άνω, μεριδίων στα αντίστοιχα ονόματα των δικαιούχων τους.  Τούτο, συνέβηκε σε σχέση και με την ενάγουσα, Μαρίτσα Στυλιανού, ώστε το προαναφερθέν μερίδιο που της αναλόγησε, ουδέποτε ενεγράφη στο όνομα της.  Αργότερα, σε χρόνο που δεν καθορίστηκε, διαπιστώθηκε ότι στις 26.6.2000 αυτό ενεγράφη στο όνομα του Στυλιανού Χρύσανθου Δημητρίου, υιού του εναγόμενου στην προαναφερθείσα αγωγή αρ. 1558/1967.

 

Η Μαρίτσα Στυλιανού απεβίωσε στις 30.10.1980.  Ο διαχειριστής της περιουσίας της, καταχώρισε στις 20.7.2009 την αγωγή αρ. 4292/2009 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Με αυτή, διεκδικούσε αναγνώριση του ιδιοκτησιακού δικαιώματος της Μαρίτσας Στυλιανού στο πιο πάνω μερίδιο της και εγγραφή του στο όνομα του ιδίου, υπό την πιο πάνω ιδιότητά του.  Το Δικαστήριο, εξέτασε την απαίτηση του ενάγοντα, υπό το φως και των διαφόρων λόγων υπεράσπισης που πρόβαλε ο εναγόμενος στο δικόγραφό του, τους οποίους και απέρριψε.  Εξέδωσε έτσι απόφαση στη βάση της απαίτησης του ενάγοντα, αναγνωρίζοντας ότι το υπό αναφορά μερίδιο αποτελεί περιουσία της εν λόγω αποβιωσάσης και έπρεπε να εγγραφεί στο όνομα του ως διαχειριστής της περιουσίας της.  Τοιουτοτρόπως αποφάσισε και επί της διαφοράς που ανέκυψε συνεπεία της πιο πάνω πράξης του εναγόμενου, αναγνωρίζοντας ότι, ο εναγόμενος ουδέποτε απέκτησε οποιοδήποτε δικαίωμα στο εν λόγω μερίδιο της Μαρίτσας Στυλιανού.  Όσον αφορά την υλοποίηση της απόφασης του 1969 στην αγωγή αρ. 1558/1967, το Δικαστήριο επισήμανε ότι, επαφίετο στον ενάγοντα να ενεργήσει για την εφαρμογή της.

 

Η έφεση η οποία καταχωρίστηκε στη συνέχεια, εκ μέρους του εναγόμενου, εφεσείοντος, πλέον, περιορίζεται σε μερικά από τα θέματα που αποτέλεσαν μέρος της απόφασης του εκδικάσαντος Δικαστηρίου, τα οποία και προσβάλλονται με τέσσερις λόγους έφεσης.  Παίρνοντας τους όπως θεωρείται καλύτερα για σκοπούς συνοχής δεδομένης της σχετικότητας τους, με τον τρίτο λόγο γίνεται εισήγηση ότι είναι λανθασμένη η απόφαση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου πως δεν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 7 του περί Αποδείξεως Νόμος Κεφ. 9, ώστε να απαιτείτο ενισχυτική μαρτυρία. Το συγκεκριμένο άρθρο προβλέπει ότι: «Αξίωση επί κληρovoμιάς, πoυ στηρίζεται σε ισχυρισμό χρέoυς ή δωρεάς δεv γίvεται δεκτή με μη εvισχυμέvη μαρτυρία τoυ πρoσώπoυ πoυ αξιώvει, εκτός αv φαίvovται ή απoδεικvύovται περιστατικά πoυ καθιστoύv τηv αξίωση εκ τωv πρoτέρωv πιθαvή, ή πoυ μεταθέτoυv τo βάρoς της αvαίρεσης αυτής στoυς αvτιπρoσώπoυς τoυ απoθαvόvτα.». 

 

Έχοντας υπόψη την υπόθεση όπως αυτή εκτίθεται στα δικόγραφα εκατέρωθεν, η απαίτηση του ενάγοντα, εφεσίβλητου, σε καμία περίπτωση δεν στηριζόταν σε ισχυρισμό ότι διεκδικούσε το συγκεκριμένο μερίδιο για την περιουσία που εκπροσωπούσε, στη βάση δωρεάς από τον εφεσείοντα ή τον πατέρα του τελευταίου, εναγόμενου στην αγωγή του 1967  Η αιτία αγωγής του εφεσίβλητου στηριζόταν στην απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 20.11.1969 και συμπληρωνόταν με την ενέργεια του εφεσείοντος να προβεί στην παράνομη μεταβίβαση του υπό αναφορά μεριδίου της αποβιωσάσης Μαρίτσας Στυλιανού, στο όνομα του.  Με βάση έγγραφη μαρτυρία και δη πιστοποιητικά έρευνας που εξέδωσε το Κτηματολόγιο, η πιο πάνω ενέργεια του εφεσείοντος δεν τελεί υπό αμφισβήτηση.  Ως εκ τούτου, εμφανώς, το άρθρο 7 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, ουδεμία σχέση έχει με τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής. 

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης, προβλήθηκε ότι ο εφεσείων δεν έτυχε δίκαιης δίκης, δεδομένου ότι όλοι οι διάδικοι στην υπόθεση του 1967 έχουν αποβιώσει, στο μεταξύ, με αποτέλεσμα να μην ήταν γνωστά σε αυτόν τα γεγονότα.  Η απάντηση και στο λόγο αυτό δεν διαφέρει από τα όσα έχουν ήδη λεχθεί, προηγουμένως. Επισημαίνεται δε, συναφώς, ότι η απαίτηση του εφεσίβλητου στην αγωγή αρ. 4292/2009 εδραζόταν στην απόφαση του 1969 και στο γεγονός όπως διαπιστώθηκε εκ των υστέρων, προφανώς, με ενέργειες του εφεσίβλητου ότι η περιουσία της αποβιωσάσης Μαρίτσας Στυλιανού, στο εν λόγω μερίδιο,  ήταν εγγεγραμμένη επ΄ ονόματι του εφεσείοντος.  Πάντως, δεν έγινε αναφορά και στο περιεχόμενο της μαρτυρίας που θα μπορούσε να ήταν βοηθητικό στον εφεσείοντα, προκειμένου αυτός να αντέκρουε την απαίτηση του εφεσίβλητου, όπως αυτή έχει διατυπωθεί προηγουμένως.  Η διαπίστωση αυτή στερεί και από τον πρώτο λόγο έφεσης το αναγκαίο υπόβαθρο, στη βάση του οποίου αυτός θα μπορούσε να είχε επιτυχή κατάληξη. 

 

Οι εξηγήσεις που έχουν δοθεί πιο πάνω και οδηγούν στην αποτυχία του πρώτου και του τρίτου λόγου έφεσης, αφορούν και τον τέταρτο λόγο έφεσης με τον οποίο ο εφεσείων επικρίνει ως λανθασμένη την απόφαση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου ότι, ο εφεσίβλητος απέδειξε την υπόθεση του με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία στον απαιτούμενο βαθμό, δηλαδή, με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων.  Η διαφορά μεταξύ των μερών είναι ιδιαίτερα περιορισμένη ως προς το περιεχόμενο της, όπως εξηγείται αμέσως προηγουμένως.  Επομένως, ούτε και ο τέταρτος λόγος έφεσης είναι δυνατό να επιτύχει.

 

Παραμένει προς εξέταση ο δεύτερος λόγος έφεσης, με τον οποίο επικρίνεται η παρατήρηση του Δικαστηρίου ότι η ενέργεια του εφεσείοντος να μεταβιβάσει στο όνομά του το ακίνητο ήταν δόλια. Είναι γεγονός ότι, το Δικαστήριο διαπίστωσε πως η αγωγή δεν αφορούσε στο αστικό αδίκημα του δόλου, αλλά ότι η ενέργεια του εφεσείοντος να προβεί στην εγγραφή του ακινήτου της αποβιωσάσης στο όνομα του, χαρακτηριζόταν από δολιότητα.  Τούτο, δεδομένου ότι, σύμφωνα με πιστοποιητικά έρευνας το οποίο εξέδωσε το αρμόδιο κτηματολογικό γραφείο η συγκεκριμένη μεταβίβαση πραγματοποιήθηκε από τον εφεσείοντα, στις 26.6.2000, εν αγνοία του εφεσίβλητου ο οποίος έλαβε γνώση, σχετικά, αργότερα.   Η πιο πάνω ενέργεια του εφεσείοντος, ασφαλώς και δεν συνιστούσε δόλο.  Δεν αφορούσε συμπεριφορά στρεφόμενη εναντίον  συγκεκριμένου προσώπου, επιδιώκοντας να το ξεγελάσει, υπό συνθήκες που στοιχειοθετούσαν τα συστατικά του συγκεκριμένου αστικού αδικήματος. 

 

Επιπρόσθετα, η εν λόγω ενέργεια, του εφεσείοντος ήταν και ουδέτερης σημασίας για τον αρμόδιο κτηματολογικό λειτουργό, ο οποίος ανυποψίαστα, όσον αφορά την απόφαση του 1969, υλοποίησε το αίτημα του για εγγραφή του εν λόγω μεριδίου της αποβιωσάσης στο όνομα του.  Ωστόσο, σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου, ο εφεσείων γνώριζε για την εν λόγω απόφαση του 1969. Γι’  αυτό και η ενέργεια του, ανωτέρω, εύλογα χαρακτηρίστηκε ως δόλια, με την έννοια που θα μπορούσε να την αντιληφθεί ο κοινός άνθρωπος, δεδομένου ότι σκοπός της ήταν η οικειοποίηση του υπό αναφορά μεριδίου από τη νόμιμη ιδιοκτήτρια του, δηλαδή τη Μαρίτσα Στυλιανού.

 

Το εκδικάσαν Δικαστήριο βάσισε την κρίση του όσον αφορά το χαρακτηρισμό της πιο πάνω επιλήψιμης ενέργειας του εφεσείοντος ως δόλια στην υπόθεση Παναγιώτου ν. Χ’Κυριάκου (1991) 1 Α.Α.Δ. 362Αφορούσε η υπόθεση εκείνη περίπτωση κατά την οποία κτηματολογικός λειτουργός, χωρίς να υπάρχει οποιοδήποτε αίτηση προς τούτο, προέβη στην εγγραφή μεριδίου σε ακίνητο από τον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη του σε μη δικαιούχο πρόσωπο, χωρίς την εμπλοκή του τελευταίου.  Το Ανώτατο Δικαστήριο, ανατρέποντας την πρωτόδικη απόφαση, παρατήρησε στη σελίδα 376 ότι «Η αγωγή δεν είναι αγωγή δόλου.  Το αντικείμενο της αγωγής είναι η ιδιοκτησία του επίδικου τεμαχίου… και ο προβαλλόμενος λόγος είναι μόνο παρεμπίπτον γεγονός και δεν αποτελεί το ουσιώδες επίδικο θέμα στην αγωγή.».  Συμπληρώνεται δε, στην επόμενη σελίδα 377 και το εξής:  «Το συμφέρον που αποκτάται από δόλια πράξη δεν μπορεί να κρατηθεί από τρίτο πρόσωπο, παρόλο που το ίδιο δεν είναι μέρος στο δόλο», πόσο μάλλον στην προκειμένη περίπτωση, που ο εφεσείων ήταν, ακριβώς, το πρόσωπο το οποίο «διενήργησε το δόλο» όπως η συγκεκριμένη πράξη του έχει προηγουμένως εξηγηθεί.  Στη βάση των πιο πάνω, αποτυγχάνει και ο δεύτερος λόγος έφεσης.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.  Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντος τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €2.500.-, πλέον Φ.Π.Α.

 

 

 

                                                        Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

                                                        Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

                                                        Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.

 

 

 

/γκ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο