ΜΑΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ v. ΔΗΜΗΤΡΗ (ΝΤΙΜΗ) ΚΙΡΖΗ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ/Ή ΥΠO ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΙΡΖΗ κ.α., Αρ. Αίτησης 1/2025, 7/10/2025
print
Τίτλος:
ΜΑΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ v. ΔΗΜΗΤΡΗ (ΝΤΙΜΗ) ΚΙΡΖΗ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ/Ή ΥΠO ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΙΡΖΗ κ.α., Αρ. Αίτησης 1/2025, 7/10/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Δικαιοδοσία δυνάμει του άρθρου 9(3)(γ) του Ν. 33/1964

 

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ  

(Αρ. Αίτησης 1/2025)

 

7 Οκτωβρίου, 2025

 

[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ, ΑΡ. ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ 6/2020,  ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 26/11/2024

 

ΜΕΤΑΞΥ:

                                       ΜΑΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ

 Αιτητή

ν.

1.   ΔΗΜΗΤΡΗ (ΝΤΙΜΗ) ΚΙΡΖΗ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ/Ή ΥΠO ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΙΡΖΗ

2.   ΕΛΕΝΑΣ ΚΙΡΖΗ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ/Ή ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΙΡΖΗ

3.   ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ (ΕΦΗΣ) ΚΙΡΖΗ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ/Ή ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΙΡΖΗ

4.   ΒΑΝΕΣΑΣ Δ. ΚΙΡΖΗ

5.   ΝΑΔΙΝΑΣ ΚΙΡΖΗ

6.   ΝΙΚΟΥ Δ. ΚΙΡΖΗ

                                                                             Καθ’ ων η Αίτηση

Κώστας Π. Δημητριάδης Δ.Ε.Π.Ε. και Ανδρέας Γιωρκάτζης Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή. 

Chrysses Demetriades & Co LLC, για τους Καθ’ ων η Αίτηση.

 

…………………

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Εφραίμ, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την εκδίκαση από το Ανώτατο Δικαστήριο «νομικών θεμάτων» δυνάμει του άρθρου 9(3)(γ) των περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμων του 1964 έως 2024 (o N.33/1964).

Η παρούσα Αίτηση ακολούθησε της έκδοσης της απόφασης του Εφετείου ημερ. 26.11.2024 στο πλαίσιο τριών συνεκδικαζόμενων Εφέσεων υπ’ αρ. 4/2020, 5/2020 και 6/2020. Αυτές αφορούσαν τρεις ξεχωριστές αγωγές αντίστοιχα, τις οποίες ήγειραν οι Καθ’ ων η Αίτηση, μέλη της ίδιας οικογένειας, εναντίον της Κυπριακής εταιρείας παροχής επενδυτικών υπηρεσιών Sharelink (Έφεση 4/2020), του προέδρου και μελών του Διοικητικού της Συμβουλίου (Έφεση 5/2020) και ακόμα ενός μέλους του Διοικητικού της Συμβουλίου ο οποίος επίσης εργαζόταν στο τμήμα των επενδύσεων Investment Banking της εν λόγω εταιρείας (Έφεση 6/2020). Ο τελευταίος είναι ο Αιτητής στην παρούσα.

Με τις αγωγές τους οι Καθ’ ων η Αίτηση αξίωναν αποζημιώσεις για ζημιές τις οποίες είχαν υποστεί σε λογαριασμούς τους σε τράπεζες του εξωτερικού που τέθηκαν υπό τη διαχείριση της Sharelink και σε χρηματιστηριακούς λογαριασμούς στην Κύπρο. Ισχυρίζονταν ότι ο Φαλέκος, εργοδοτούμενος της Sharelink, με ψευδείς παραστάσεις, τους έπεισε να επενδύσουν χρηματικά ποσά και να διατηρήσουν τις επενδύσεις τους, παρουσιάζοντας στους Καθ’ ων η Αίτηση αναληθείς καταστάσεις των λογαριασμών τους που παρουσίαζαν κέρδη ενώ στην πραγματικότητα είχαν ζημιές. Ισχυρίζονταν, επίσης, ότι η Sharelink ήταν εκ προστήσεως υπεύθυνη για τις πράξεις και ή παραλείψεις του εργοδοτούμενου τους, Φαλέκου και ότι οι υπόλοιποι εναγόμενοι, αξιωματούχοι και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Sharelink, υπείχαν ευθύνη στη βάση του ότι ενήργησαν κατά παράβαση των εκ του νόμου καθηκόντων τους και των οδηγιών της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η Sharelink είχε εκ προστήσεως ευθύνη για τις πράξεις του Φαλέκου ο οποίος ενήργησε με απάτη έναντι των Καθ’ ων η Αίτηση και καταλόγισε ευθύνη και στους διοικητικούς της συμβούλους. Το Εφετείο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση, λέγοντας ότι ο πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είχαν ευθύνη έναντι των Καθ’ ων η Αίτηση καθότι επέτρεψαν στην εταιρεία να λειτουργεί με τρόπο έτσι ώστε να δίδονταν στους Καθ’  ων η Αίτηση παραποιημένες καταστάσεις. Επομένως απέτυχαν να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του Κανονισμού 9(1) της Οδηγίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για τις Προϋποθέσεις Χορήγησης Άδειας και Λειτουργίας ΚΕΠΕΥ ΟΔ144-2007-01 και κατά συνέπεια όφειλαν, δυνάμει του άρθρου 143 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου του 2007, Ν.147(Ι)/2007, να αποζημιώσουν τους Καθ’ ων η Αίτηση.

Με την παρούσα Αίτηση καταγράφονται δύο νομικά θέματα προς εκδίκαση από το Ανώτατο Δικαστήριο ως ακολούθως:

«1. Κατά πόσο, σε περιπτώσεις όπου αποδίδεται αστική ευθύνη σε διάδικο για παράβαση συγκεκριμένης νομοθετικής πρόνοιας, η οποία αποτελεί μέρος ειδικού και εκτενούς ρυθμιστικού πλαισίου, όπως στην προκειμένη περίπτωση ο κανονισμός 9 της Οδηγίας ΟΔ144-2007-01 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για τις Προϋποθέσεις Χορήγησης Άδειας και Λειτουργίας ΚΕΠΕΥ (Κ.Δ.Π. 426/2007), είναι αναγκαίο να δικογραφείται η συγκεκριμένη πρόνοια ως αντικείμενο παράβασης, και μοιραίο προς τον καταλογισμό ευθύνης αν κάτι τέτοιο δεν γίνει.

2. Κατά πόσο το άρθρο 143(1) του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου του 2007 επιβάλλει σε κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου Κυπριακής Επιχείρησης Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (ΚΕΠΕΥ), μόνο για τον λόγο ότι είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου, ευθύνη να αποζημιώσει κάθε ζημιά που προκαλείται ως αποτέλεσμα παραβίασης εκ μέρους της ΚΕΠΕΥ και/ή του διοικητικού της συμβουλίου ως συλλογικού οργάνου των προνοιών του πιο πάνω νόμου ή των σχετικών με αυτών κανονισμών και οδηγιών.»

Ο Αιτητής επικαλείται ότι το πρώτο θέμα συναρτάται με την ανάγκη ορθής ερμηνείας νομοθετικής διάταξης και ότι με αυτό εγείρονται ζητήματα συνοχής του δικαίου επί συγκρουόμενων αποφάσεων και γενικής δημόσιας σημασίας, ενώ με το δεύτερο εγείρεται μόνο ζήτημα συνοχής του δικαίου.

Με την ένσταση οι Καθ’ ων η Αίτηση ισχυρίζονται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 9(3)(γ) του Ν.33/1964 και ειδικότερα ότι δεν προσδιορίζονται οποιαδήποτε νομικά θέματα που προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου, ούτε και συντρέχουν οι λόγοι για τους οποίους επιδιώκεται η χορήγηση της αιτούμενης άδειας. Αποτελεί θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι ο Αιτητής ουσιαστικά επιζητεί απόφαση επί της ορθότητας της απόφασης του Εφετείου, κάτι το οποίο δεν εμπίπτει εντός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας του δυνάμει του άρθρου 9(3)(γ) του Ν.33/1964.

Το άρθρο 9(3)(γ) του Ν.33/1964 προνοεί ότι άδεια δίδεται νοουμένου ότι η αίτηση αφορά σε νομικά θέματα που προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου «τα οποία συναρτώνται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας ή με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή με ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουόμενων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου κατά την υπ’ αυτού ενασκούμενη πολιτική ή ποινική δικαιοδοσία». Χρήσιμη καθοδήγηση επί της εφαρμογής του εν λόγω άρθρου προσφέρει η απόφαση στην υπόθεση Artio Designs Ltd v. Stephen Van Zupthen κ.ά., Αρ. Αίτησης 2/2023, ημερ. 30.1.2024.

Η πρώτη επιφύλαξη του εν λόγω άρθρου απαιτεί όπως η αίτηση προσδιορίζει σαφώς τα νομικά θέματα που προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου, καθώς επίσης και τους πλήρεις λόγους και τα αναγκαία στοιχεία που τα υποστηρίζουν.     

          Τόσο στην προαναφερόμενη απόφαση όσο και στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Νίκου Εγγλέζου κ.ά, Αρ. Αίτησης 12/2024, ημερ. 9.7.2024, επισημαίνεται ότι σε τέτοιας φύσης αιτήσεις θα πρέπει να διατυπώνεται με κάθε σαφήνεια αμιγώς νομικό θέμα, ούτως ώστε η απάντηση του να αφορά όχι μόνο στην υπό κρίση υπόθεση αλλά και να αποτελεί γενικότερη καθοδήγηση επί του θέματος.

Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Παναγιώτη Κλεοβούλου, Αίτηση Αρ. 6/2023, ημερ. 3.6.2024, λέχθηκε πως «η δικαιοδοσία δεν αφορά σε έφεση κατά της απόφασης του Εφετείου, πόσω μάλλον επανακρόαση της έφεσης κατά της πρωτόδικης απόφασης».

Τα δύο εγειρόμενα νομικά θέματα αφορούν στο σκέλος της απόφασης του Εφετείου για την προσωπική ευθύνη του προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Sharelink, ένα εκ των οποίων ήταν ο Αιτητής. Παραθέτουμε το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Εφετείου:

«Οι εφεσείοντες στις εφέσεις 5/2020 και 6/2020, με τους πιο πάνω λόγους έφεσης, προβάλλουν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα εφάρμοσε το Άρθρο 143(1) του Ν. 147(Ι) του 2007 και τον Κανονισμό 9(1) της Οδηγίας ΟΔ144-2007-01, και έκρινε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της Sharelink επέτρεψε να λειτουργεί με τρόπο που να επιτρέπει να παραλαμβάνουν οι εφεσίβλητοι παραποιημένες καταστάσεις και απέδωσε ευθύνη στους εναγόμενους 3-6, 8 και 9, δηλαδή στους εφεσείοντες 1-5 στην έφεση 5/2020 και τον εφεσείοντα 1 στην έφεση 6/2020, λόγω του ότι, κατά τον ισχυρισμό, δεν υπήρχε οποιαδήποτε μαρτυρία περί τούτου. Υποστηρίχθηκε ότι, ακόμα και αν υπήρχε οποιαδήποτε ευθύνη του Διοικητικού Συμβουλίου, ως συλλογικού οργάνου, για ελλείψεις ή αδυναμίες στις διαδικασίες και πολιτικές της, δεν δικαιολογούσε αυτόματα και την απόδοση προσωπικής ευθύνης στο κάθε μέλος του, ή στο συμπέρασμα ότι κάθε μέλος προκάλεσε προσωπικά τη σχετική ζημιά. Εν πάση περιπτώσει, κατά τους εφεσείοντες, το Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι υπήρξε παράβαση του Κανονισμού 9 της Οδηγίας ΟΔ144-2007-01, καθότι δεν υπάρχει στην Έκθεση Απαίτησης αναφορά στον εν λόγω Κανονισμό, ούτε και αναφορά ότι οι εναγόμενοι 3-6, 8 και 9, λόγω της παράλειψης να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του Κανονισμού 9, προκάλεσαν τη ζημιά των εφεσίβλητων, δηλαδή δεν δικογραφείται η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ζημιάς και της παράλειψης συμμόρφωσης.»

Αφού το Εφετείο παρέθεσε αυτούσιο απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση στο οποίο εξετάζεται το ζήτημα της ευθύνης μεταξύ άλλων του Αιτητή, δυνάμει του Καν. 9 της Οδηγίας ΟΔ144-2007-01 η οποία θεσπίστηκε δυνάμει του Ν.147(Ι0/2007, το Εφετείο κατέληξε πως ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε τις εν λόγω πρόνοιες και έκρινε πως ο Αιτητής, ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Sharelink, είχε υποχρεώσεις με βάση τον Καν. 9(1) τις οποίες παρέβη και επομένως, δυνάμει των προνοιών του άρθρου 143(1) του Ν.147(Ι)/2007, έπρεπε να αποζημιώσει τους Καθ’ ων η Αίτηση για τις προκληθείσες σε αυτούς ζημιές.

Το Εφετείο προχώρησε και εξέτασε τον ισχυρισμό πως δεν υπήρχε ρητή αναφορά στον Καν. 9 της Οδηγίας ΟΔ144-2007-01 στην Έκθεση Απαίτησης παρά μόνο υπήρχε αναφορά στο άρθρο 143(1) του Ν.147(Ι)/2007. Το Εφετείο επεσήμανε ότι το άρθρο 143(1) αναφέρεται σε «Οποιοδήποτε ενεργεί κατά παράβαση του παρόντος Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών ή/και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1287/2006». Παρέπεμψε και στην Έκθεση Απαίτησης όπου αναφερόταν ότι οι εναγόμενοι και ή οποιοσδήποτε εξ αυτών ενήργησαν «κατά παράβαση των εκ του Νόμου καθηκόντων τους και/ή κατά παράβαση των εκάστοτε οδηγιών της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που διέπουν την επαγγελματική συμπεριφορά επιχειρήσεων όπως ήταν οι Εναγόμενοι 1», προσθέτοντας ότι εκεί δίδονταν και λεπτομέρειες των εν λόγω παραβάσεων. Με παραπομπή στη Δ.19 Θ.4 των τότε ισχυόντων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, σύμφωνα με την οποία κάθε δικόγραφο θα πρέπει να περιέχει μόνο μια συνοπτικής μορφής έκθεση των ουσιωδών γεγονότων που στηρίζουν την απαίτηση, το Εφετείο κατέληξε πως δεν επιβάλλετο να δικογραφηθεί ο Καν. 9 της Οδηγίας ΟΔ144-2007-01.

Το πρώτο εγειρόμενο νομικό θέμα προκύπτει από την απόφαση του Εφετείου. Ο πρώτος λόγος που προβάλλεται προς υποστήριξη της χορήγησης άδειας είναι η ανάγκη ορθής ερμηνείας της δευτερογενούς νομοθετικής διάταξης, ήτοι της Δ.19 Θ.4 των τότε εν ισχύι Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Η εν λόγω Διαταγή έχει τύχει ευρείας ερμηνείας μέσα από την πλούσια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτως ώστε να μην χρήζει περαιτέρω ερμηνείας. Ενδεικτικά και μόνο παραπέμπουμε στις υποθέσεις Χαριλάου v. Cyprus Popular Bank Public Co Ltd, Πολ. Έφ. Αρ. 155/2012, ημερ. 14.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:A468, Κυπριακή Δημοκρατία v. Φωτόπουλου κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. Ε229/2014, ημερ. 10.7.2018, ECLI:CY:AD:2018:A356, Γεωργική Εταιρεία Πλατωνία Λτδ v. Sharif (2012) 1(A) A.A.Δ. 28 και Παγκύπριος Εταιρεία Αρτοποιών Λτδ. ν. Σαββίδη (1997) 1 Α.Α.Δ. 685.

Ως προς τον δεύτερο λόγο, οι αποφάσεις τις οποίες ο Αιτητής παραθέτει προς υποστήριξη της θέσης ότι υπάρχει αντικρουόμενη νομολογία επί του κατά πόσο στο δικόγραφο θα πρέπει να γίνεται ρητή αναφορά σε συγκεκριμένη νομοθετική ή κανονιστική πρόνοια στις οποίες ο διάδικος που την επικαλείται, στηρίζεται, αφορούν στη Δ.19 Θ.13 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Η εν λόγω πρόνοια απαιτεί ιδιαίτερη δικογράφηση των λεπτομερειών που αφορούν σε παραβίαση νομίμων καθηκόντων, όμως δεν αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης στην υπό κρίση Εφετειακή απόφαση. Επομένως, δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση με την υπό εξέταση δικονομική πρόνοια.

Ο τρίτος λόγος αφορά στο ότι οι κανόνες δικογράφησης αποτελούν ζήτημα γενικής δημόσιας σημασίας. Από τη στιγμή που πρόκειται για δικονομική πρόνοια η οποία μάλιστα αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και έχει πλέον αντικατασταθεί με τη θέσπιση των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, αυτό δεν αποτελεί ζήτημα δημόσιας σημασίας. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της PSJC National Bank Trust, Αίτηση Αρ. 20/24, ημερ. 28.1.2025:

«Οι Θεσμοί αυτοί έχουν αντικατασταθεί από τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023 και εξακολουθούν να εφαρμόζονται μόνο για αγωγές που είχαν καταχωριστεί πριν από την 1.9.2023 (Καν.60.2 των νέων Κανονισμών). Επομένως, και σε κάθε περίπτωση, δύσκολα θα μπορούσαμε να αποδώσουμε στην ερμηνεία μιας διαδικαστικής πρόνοιας όπως η πιο πάνω, που καταργήθηκε πριν τόσους μήνες, γενική δημόσια σημασία (βλ. σε αντιδιαστολή την Χατζησωφρονίου, Αρ. Αίτ.4/2023, ημερ.18.4.2024).»

 

Το δεύτερο νομικό θέμα, όπως είναι διατυπωμένο, δεν προκύπτει από την απόφαση του Εφετείου. Από τα όσα αναφέρονται ανωτέρω, διαφαίνεται ότι το Εφετείο επικύρωσε αυτό το σκέλος της πρωτόδικης απόφασης, θεωρώντας ότι ο Αιτητής υπέχει ευθύνη όχι αποκλειστικά και μόνο λόγω της ιδιότητας του ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Sharelink. Αντιθέτως, το Εφετείο συμφώνησε με το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση, το οποίο και παρέθεσε αυτούσιο στη δική του απόφαση. Όπως λέχθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο Καν. 9 εναποθέτει κάποιες υποχρεώσεις στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου επενδυτικής εταιρείας τις οποίες έκρινε ότι ο Αιτητής δεν τήρησε, με αποτέλεσμα αυτή η παραβίαση, με βάση το άρθρο 143(1) του Ν.147(Ι)/2007, να θέτει την υποχρέωση και στον ίδιο για αποζημίωση των Καθ’  ων η Αίτηση. 

Επομένως, η όποια εξέταση του εν λόγω νομικού θέματος δεν θα είχε οποιαδήποτε σημασία για την υπό εξέταση περίπτωση.

Δεν έχει καταδειχθεί οποιοσδήποτε λόγος που να δικαιολογεί την έγκριση της Αίτησης.

Η Αίτηση απορρίπτεται.

€3.000 έξοδα της Αίτησης, πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση και εναντίον των Αιτητών.

         

         

                                                         Λ.ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

                                                          Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

                                                           Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο