ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 246/2025)
10 Οκτωβρίου, 2025
[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Φ.Φ. ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΜΕΣΟ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ ΝΟΜΟΥ 77(Ι)/1997 ΣΤΙΣ 08/08/2025 ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΗΣ ΤΗΣ Α.Μ. (ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ) ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΜΕ ΑΡ. 305/2025
Ν. Χαραλαμπίδου (κα) για Νικολέτα Χαραλαμπίδου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με το διάταγμα σύλληψης και υποχρεωτικής εξέτασης του ημερ. 8.8.2025 το οποίο εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 10(3)(α) του περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νόμου του 1997, Ν.77(Ι)/1997.
Οι λόγοι στους οποίους βασίζεται η Αίτηση είναι ότι το υπό κρίση διάταγμα εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας, κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, καταχρηστικά και για εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού. Ειδικότερα, υποστηρίζεται ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (το κατώτερο Δικαστήριο) εξέτασε την αίτηση και εξέδωσε το διάταγμα χωρίς να υπήρχε η ανάγκη έκδοσης αυτού, χωρίς να δώσει οδηγίες για επίδοση της αίτησης και ακούσει τον Αιτητή και χωρίς αιτιολογημένη απόφαση.
Η Αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του Αιτητή, στην οποία περιγράφει τα γεγονότα μέχρι και την έκδοση του υπό κρίση διατάγματος και επαναλαμβάνει και αναλύει τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η Αίτηση. Σύμφωνα με τον Αιτητή, η αίτηση για την έκδοση του διατάγματος σύλληψης και εξέτασης του ήταν το απότοκο των αλλεπάλληλων και ψευδών καταγγελιών, από το 2021, από την αδελφή του η οποία διαμένει μόνιμα στο Λονδίνο, εναντίον του για κακομεταχείριση και άσκηση βίας έναντι του ηλικιωμένου πατέρα τους, με τον οποίο ο Αιτητής διαμένει στην Κύπρο και τον οποίο φροντίζει τα τελευταία 30 χρόνια. Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι αρχικά επέτρεπε στην Αστυνομία και τους Κοινωνικούς Λειτουργούς να εισέρχονται στην οικία και ελέγχουν την κατάσταση, χωρίς οποτεδήποτε να διεφάνη οποιαδήποτε κακοποίηση του πατέρα, ενώ σε κάποιο στάδιο ο Αιτητής σταμάτησε να τους επιτρέπει την είσοδο ή να συμμορφώνεται με τις παρακλήσεις τους να επισκεφθεί τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Πρόνοιας, ζητώντας να πληροφορηθεί τους λόγους για τους οποίους επιθυμούσαν τέτοια επίσκεψη. Τελικώς, στις 19.8.2025 τέσσερα πρόσωπα από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Πρόνοιας και δύο αστυνομικοί εισήλθαν με τη βία εντός της οικίας του, τον κτύπησαν και τραβούσαν, αφού του είχαν φορέσει χειροπέδες, τραυματίζοντας τον και αναφέροντας ότι χρειαζόταν ψυχιατρική αξιολόγηση λόγω καταγγελίας ότι ο πατέρας του βρισκόταν σε κίνδυνο, εξ ου και τον μετέφεραν για ψυχιατρική αξιολόγηση.
Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1(A) A.A.Δ. 116, ο σκοπός των ενταλμάτων certiorari είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της απόφασης. Για να χορηγηθεί άδεια, ο αιτητής θα πρέπει να τεκμηριώσει συζητήσιμη υπόθεση. Τα προνομιακά εντάλματα χορηγούνται κατ’ εξαίρεση και όταν διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, είτε πλάνη περί τον Νόμο, είτε παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.
Στην ένορκη δήλωση του Αιτητή, επισυνάπτεται, μεταξύ άλλων, ως τεκμήριο, αίτηση ημερ. 8.8.2025, η οποία υπεβλήθη από την ΑΜ, Κοινωνική Λειτουργό στο Γραφείο Κοινωνικών Υπηρεσιών Γερμασόγειας, για την έκδοση διατάγματος υποχρεωτικής ψυχιατρικής εξέτασης του Αιτητή. Η αίτηση συνοδευόταν από ένορκη δήλωση της ΑΜ στην οποία συνοπτικά αναφέρονται τα ακόλουθα:
1. O Αιτητής χρήζει ιατρικής νοσηλείας και παρά τις προσπάθειες της, αρνείται να εξεταστεί από γιατρό.
2. Η αίτηση έγινε από την ίδια ως η προσωπική αντιπρόσωπος του, καθότι ο Αιτητής διαμένει με τον πατέρα του, 91 ετών, ο οποίος λόγω της σοβαρής κατάστασης του, δεν είναι σε θέση να μεταβεί αυτοπροσώπως για την υποβολή της αίτησης και δεν υπάρχει άλλο συγγενικό πρόσωπο του που διαμένει στην Κυπριακή Δημοκρατία που δύναται να αναλάβει σχετική ευθύνη.
3. Ο Αιτητής είναι 60 ετών και διαμένει με τον πατέρα του. Στις 6, 7 και 21 Μαΐου 2025, λήφθηκαν καταγγελίες, μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας από την αδελφή του Αιτητή η οποία διαμένει μόνιμα στο εξωτερικό, για υποψίες ενδοοικογενειακή βίας, παραμέλησης και περιορισμού του πατέρα τους από τον Αιτητή. Οι αναφορές αφορούν σε παράνομη και καταχρηστική κράτηση του πατέρα στην οικία, παρά τη θέληση του, καθώς επίσης απομόνωση του από το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον.
4. Η αδελφή του Αιτητή διατυπώνει βάσιμες υποψίες για άσκηση σωματικής και ή ψυχολογικής βίας εναντίον του πατέρα τους, ενώ γειτονικές πηγές επιβεβαίωσαν ότι ακούστηκαν φωνές και κλάματα από τον χώρο της οικίας. Ισχυρίζεται πως υπάρχουν ενδείξεις ιατρικής παραμέλησης και σοβαρής έλλειψης προσωπικής και κοινωνικής φροντίδας.
5. Οι αρμόδιες Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας προέβησαν σε επανειλημμένες κατ’ οίκον επισκέψεις με στόχο την επαλήθευση των καταγγελιών, χωρίς ωστόσο να εντοπιστούν ο Αιτητής και ο πατέρας του. Έγιναν επίσης προσπάθειες επικοινωνίας με τον Αιτητή μέσω τηλεφωνικών κλήσεων και συστημένων επιστολών, οι οποίες παρέμειναν αναπάντητες.
6. Τελικώς, στις 6.8.2025 πραγματοποιήθηκε νέα κατ’ οίκον επίσκεψη, σε συνεργασία με μέλη του σταθμού Πόλεως της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λεμεσού, όταν ο Αιτητής έδειξε εχθρική στάση έναντι στις Αρχές, αρνούμενος να συνεργαστεί και ανταποκριθεί στα αιτήματα των Λειτουργών.
7. Η συνολική συμπεριφορά και οι συνθήκες διαβίωσης του ηλικιωμένου πατέρα, σε συνδυασμό με την παρεμποδιστική και αρνητική στάση του Αιτητή, δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια, υγεία και παρεχόμενη φροντίδα αφενός προς τον πατέρα και για την κατάσταση της ψυχικής υγείας του Αιτητή.
8. Επομένως, ζητείται η έκδοση διατάγματος υποχρεωτικής ψυχιατρικής εξέτασης για να διαπιστωθεί η ψυχική του κατάσταση και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα προστασίας του ιδίου και του πατέρα του.
9. Η συμπεριφορά του Αιτητή δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στον ίδιο και στα πρόσωπα του περιβάλλοντος του σε βαθμό επικινδυνότητας και καθιστούν την εξέταση του κατεπείγουσα. Επομένως ζητείται η άμεση εξέταση της αίτησης και η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
Στο προσβαλλόμενο διάταγμα καταγράφεται ότι το κατώτερο Δικαστήριο έκρινε πως, με βάση την τεθείσα μαρτυρία, συνέτρεχαν επείγοντες λόγοι που επέβαλλαν την εξέταση της αίτησης αυθημερόν και όχι στον χρόνο των 21 ημερών που προβλέπει ο Κανονισμός 13, και επομένως δεν τίθετο ζήτημα επίδοσης της αίτησης ως προβλέπεται στον Κανονισμό 14. Έκρινε πως συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 10(1)(α) του Ν.77(Ι)/1997, πως ο Αιτητής αρνείτο να συνεργαστεί για ιατρική του εξέταση και επομένως πληρούνταν οι προϋποθέσεις έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος. Έτσι, εξέδωσε διάταγμα για τη σύλληψη και μεταφορά του στο Ψυχιατρικό Κέντρο, Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού, και την ψυχιατρική εξέταση του.
Η εξουσία του Δικαστηρίου να εκδώσει διάταγμα υποχρεωτικής εξέτασης προβλέπεται από το άρθρο 10(3)(α) του Ν.77(Ι)/1997, το οποίο αναφέρει ότι σε περίπτωση άρνησης ασθενούς να εξεταστεί για σκοπούς ιατρικής γνωμάτευσης που απαιτείται για την έκδοση διατάγματος νοσηλείας, το Δικαστήριο «δύναται να εκδώσει διάταγμα για άμεση εξέταση και εκτίμηση της κατάστασης του ασθενούς και έκδοσης της σχετική γνωμάτευσης». Με βάση το άρθρο 10(1(α), αίτηση δύναται να υποβληθεί από τον προσωπικό αντιπρόσωπο του ασθενούς και στις περιπτώσεις που αυτός δεν υποβάλλει τέτοια αίτηση ή δεν δύναται να εντοπιστεί, τότε την αίτηση μπορεί να υποβάλει η αστυνομία ή Κοινωνικός Λειτουργός.
Στους περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2009, καθορίζεται η διαδικασία που ακολουθείται σε σχέση με την υποβολή αίτησης δυνάμει του Ν.77(Ι)/1997. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 12, κάθε αίτηση αναγκαία να επιδοθεί ή την οποία το Δικαστήριο διατάσσει να επιδοθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή υπηρεσία κράτους, επιδίδεται κατ’ αναλογία με τους εκάστοτε εν ισχύι Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Οι Κανονισμοί 13 και 14 προνοούν τα ακόλουθα:
«13. Εκτός αν άλλως διατάξει το Δικαστήριο, κατόπιν σχετικής προς αυτό προφορικής εισήγησης του αιτούμενου προσώπου, επικαλούμενο επείγοντες λόγους, κάθε αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του Νόμου και των παρόντων Κανονισμών, ορίζεται από το αρμόδιο Πρωτοκολλητείο και τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου προς εξέταση και ανάλογες οδηγίες, σε χρόνο τουλάχιστον 21 ημερών από την ημερομηνία καταχώρησης της αίτησης.
14. Εκτός αν άλλως ήθελε διατάξει το Δικαστήριο, κάθε αίτηση επιδίδεται τουλάχιστον 10 καθαρές ημέρες πριν από την ημερομηνία που είναι αυτή ορισμένη ενώπιον του Δικαστηρίου, κάθε δε κλητήριο προς μάρτυρα, επιδίδεται τουλάχιστον 7 καθαρές ημέρες πριν την ημερομηνία που η αίτηση είναι ορισμένη ενώπιον του Δικαστηρίου.»
Στην υπό κρίση περίπτωση το κατώτερο Δικαστήριο επιλήφθηκε της αίτησης αυθημερόν και χωρίς να δώσει οδηγίες για επίδοση της αίτησης στον Αιτητή, επικαλούμενο επείγοντες λόγους. Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Μαρίας Οικονομίδη κ.ά. (2016) 1(Α) Α.Α.Δ. 491, λέχθηκαν εα εξής:
«Αποτελεί θεμελιακό κανόνα του δικαϊκού μας συστήματος ότι κανείς δεν δικάζεται χωρίς να ακουστεί. Αρχή διακαίου η οποία εκφράζεται με το λατινικό αξίωμα «audi alteram partem». Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που ο νομοθέτης επιτρέπει την παρέκκλιση από τον παραπάνω κανόνα και την έκδοση διατάγματος χωρίς ειδοποίηση στο άλλο μέρος, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, οι οποίες συναρτώνται με το επείγον της περίπτωσης ή όπου υπάρχουν ιδιάζουσες περιστάσεις (βλ., για παράδειγμα, το Άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6).
Οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί που εδώ απασχολούν προβλέπουν για την υποβολή αίτησης και τον ορισμό της σε χρόνο τουλάχιστον 21 ημερών μεταγενέστερα, εκτός εάν ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι η αίτηση είναι επείγουσα. Επομένως, με τον καθορισμό του τύπου αυτού, δεν εξυπακούεται και δικαιοδοσία, χωρίς άλλο, να προβεί το δικαστήριο στη μονομερή εξέταση της αίτησης, η οποία τελεί πάντοτε υπό την προϋπόθεση ότι το δικαστήριο θα ικανοποιηθεί πως δικαιολογείται η παράκαμψη του παραπάνω κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης, για επείγοντες λόγους. Αυτό προκύπτει από τη συνδυασμένη ερμηνεία των Κανονισμών 13 και 14 που προνοούν, για την επίδοση της αίτησης, «εκτός αν άλλως ήθελε διατάξει το Δικαστήριο», και για τον ορισμό της αίτησης, τουλάχιστον 21 μέρες μετά την καταχώρηση της, «εκτός αν άλλως ήθελε διατάξει το Δικαστήριο» κατόπιν επίκλησης επειγόντων λόγων.
………………………………………………………………………….....
Τα δικαστήρια μας λειτουργούν με όρους που καθορίζει το Σύνταγμα και οι δικονομικοί κανόνες. Στα πλαίσια της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με την οποία είναι επιφορτισμένα, πρέπει να διασφαλίζουν τη δίκαιη δίκη. Η αίτηση της ακούσιας ψυχιατρικής εξέτασης ή και νοσηλείας αποτελεί μια ιδιαίτερη διαδικασία αφού καλείται το υποκείμενο της αίτησης πρόσωπο να υποστεί περιορισμό της ελευθερίας του και υποχρεωτική νοσηλεία χωρίς να την έχει επιζητήσει το ίδιο και χωρίς να συναινεί, ενώ η ανάγκη αυστηρής τήρησης των διαδικαστικών προνοιών, οι οποίες αποτελούν και ασφαλιστές δικλείδες για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του, προβάλλει πιο έντονα.
Οι Κανονισμοί 13 και 14 και το Άρθρο 10(1)(ζ) του Νόμου ουσιαστικά αναπαράγουν τα κατοχυρωμένα από το Άρθρο 30 του Συντάγματος δικαιώματα της δικαστικής προστασίας και της ακρόασης ενώπιον του δικαστηρίου. Σε ό,τι αφορά ιδιαίτερα το δικαίωμα εκπροσώπησης από δικηγόρο, που δεν χρειάζεται να αποφασιστεί στην παρούσα υπόθεση, σημειώνουμε ότι όπου η διαδικασία δεν είναι επείγουσα, δυνατό να εγείρεται και ζήτημα νομικής εκπροσώπησης.»
Η εν λόγω απόφαση υιοθετήθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Ε.Χ., Πολ. Αίτηση Αρ. 109/2022, ημερ. 29.9.2022, ECLI:CY:AD:2022:D370.
Με βάση το περιεχόμενο του όρκου που συνόδευε την αίτηση, και ειδικότερα τις αναφορές σε καταγγελίες οι οποίες είχαν γίνει τον Μάιο του 2025, σε μετέπειτα προσπάθειες κατ’ οίκον επισκέψεων χωρίς εντοπισμό των δύο ανδρών για δύο μήνες μέχρι και την κατ’ οίκον επίσκεψη στις 6.8.2025 και στην υποβολή της αίτησης δύο μέρες αργότερα, ήτοι στις 8.8.2025, ικανοποιούμαι ότι εγείρεται εκ πρώτης όψεως ζήτημα υπέρβασης δικαιοδοσίας και παραβίασης των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης αναφορικά με την εξέταση της αίτησης ως επείγουσας αυθημερόν και μονομερώς χωρίς την παροχή δικαιώματος στον Αιτητή να ακουστεί ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου.
Ως εκ τούτου παρέχεται άδεια, στην πιο πάνω βάση, στον Αιτητή να καταχωρίσει δια κλήσεως αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari. Η αίτηση να καταχωριστεί σε πέντε μέρες και να επιδοθεί στον Γενικό Εισαγγελέα τουλάχιστον τρεις μέρες πριν τη δικάσιμο. Εφόσον καταχωριστεί, η Πρωτοκολλητής να την ορίσει στις 23.10.2025 και ώρα 09:00 για οδηγίες.
Τα έξοδα της Αίτησης θα είναι έξοδα στην πορεία της δια κλήσεως αίτησης.
Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.
/κβπ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο