ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI, Πολιτική Αίτηση Αρ. 259/2025, 16/10/2025
print
Τίτλος:
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI, Πολιτική Αίτηση Αρ. 259/2025, 16/10/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 259/2025)

 

16 Οκτωβρίου, 2025

 

[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018 ΕΩΣ 2025

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΡΩΣ ΕΚΔΟΘΕΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 9.10.2025 ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 8.10.2025 ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΜΕ ΑΡ. IJ 1135/2025

...........................

 

Ε. Παπαγεωργίου (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με Δ. Εργατούδη (κα), Ανώτερη Δικηγόρο της Δημοκρατίας, Μ. Κοτσώνη (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας και Θ. Χατζηλούκα, Δικηγόρο της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα, για τον Αιτητή.

…………………..

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

  ΕΦΡΑΙΜ, Δ.Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με το προσωρινό διάταγμα ημερ. 9.10.2025 το οποίο εξεδόθη από το Διοικητικό Δικαστήριο στο πλαίσιο της Προσφυγής υπ’  αρ. 1135/2025. Με το εν λόγω διάταγμα ανεστάλη η εκτέλεση και ή η εφαρμογή της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ημερ. 3.10.2025 με την οποία είχε παραταθεί η διαθεσιμότητα της Αιτήτριας στην Προσφυγή, για την περίοδο από 3.10.2025 μέχρι 3.12.2025, με τη λήψη των 2/3 των απολαβών της κατά τη διάρκεια της περιόδου της διαθεσιμότητας της.

Σύμφωνα με την έκθεση και την ένορκη δήλωση που συνοδεύουν την Αίτηση, προκύπτει πως στις 8.10.2025 η Αιτήτρια καταχώρισε την Προσφυγή 1135/2025 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου με την οποία ζητά την ακύρωση της ανωτέρω απόφασης της ΕΔΥ ημερ. 3.10.2025. Την ίδια μέρα καταχώρισε μονομερή αίτηση με την οποία ζητά προσωρινό διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η ισχύς, εκτέλεση και εφαρμογή της εν λόγω απόφασης. Στις 9.10.2025, το Διοικητικό Δικαστήριο (το κατώτερο Δικαστήριο) επιλήφθηκε της αίτησης. Σύμφωνα με το πρακτικό, το κατώτερο Δικαστήριο ανέφερε πως διάβασε την ενδιάμεση αίτηση και την ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει και πως ικανοποιήθηκε ότι πληρούται η προϋπόθεση της έκδηλης παρανομίας την οποία επεξηγεί ως ακολούθως:

«Σύμφωνα με το Άρθρο 85(2Α) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1/90 απεστάλη ειδοποίηση στην αιτήτρια στις 29/9/2025 δηλώνοντας την πρόθεση της η ΕΔΥ να παρατείνει την περίοδο διαθεσιμότητας της. Σύμφωνα με το ίδιο Άρθρο, οφείλει να δώσει στον διοικούμενο στα πλαίσια εφαρμογής του Άρθρου 85(1Α) του Νόμου, τη δυνατότητα αν επιθυμεί να υποβάλει εντός 4 εργάσιμων ημερών γραπτές παραστάσεις και αφού τις μελετήσει, να αποφασίσει αν θα προχωρήσει στην παράταση της διαθεσιμότητας. Όπως προκύπτει από τα τεκμήρια που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, ο χρόνος που δόθηκε στην αιτήτρια να υποβάλει τις παραστάσεις της ήταν λιγότερος των 4 εργάσιμων ημερών που προνοεί ο Νόμος και συνεπώς προκύπτει έκδηλη παρανομία. Σημειώνεται ότι το ζήτημα είχε τεθεί από τους δικηγόρους της αιτήτριας στις παραστάσεις που υποβλήθηκαν αλλά η ΕΔΥ το αγνόησε.»

        Ακολούθως εξέδωσε προσωρινό διάταγμα με το οποίο η απόφαση της ΕΔΥ ημερ. 3.10.2025 αναστέλλεται και όρισε την ενδιάμεση αίτηση με την ένορκη δήλωση και τα τεκμήρια για επίδοση, το διάταγμα επιστρεπτέο και την Προσφυγή για οδηγίες στις 20.10.2025.

        Οι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η Αίτηση συνοψίζονται ως ακολούθως:

(i)   Το κατώτερο Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε καθόλου με το ζήτημα του κατεπείγοντος.

(ii)  Το προσωρινό διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο 12 μέρες μετά την έκδοση του, χρόνος ο οποίος υπερβαίνει τον εύλογο υπό τις περιστάσεις χρόνο επίδοσης.

(iii)   Το κατώτερο Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα, καθότι δεν στάθμισε όλους τους παράγοντες για την έκδοση διατάγματος αναστολής διοικητικής πράξης, και άσκησε λανθασμένα τη διακριτική του ευχέρεια, παραγνωρίζοντας τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης και μη παρέχοντας τη δυνατότητα στην ΕΔΥ να ακουστεί.

(iv)   Το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας και ή υπό νομική πλάνη καθότι δεν συνέτρεχαν είτε η επείγουσα ανάγκη είτε άλλες ειδικές περιστάσεις που να δικαιολογούσαν την έκδοση του διατάγματος μονομερώς. Αντιθέτως, λόγοι δημόσιου συμφέροντος επενεργούσαν ανασταλτικά στην έκδοση αυτού, καθότι η Αιτήτρια βρίσκεται σε διαθεσιμότητα από τον Ιούλιο του 2025 για τη διερεύνηση σοβαρών ποινικών αδικημάτων και η παράταση της διαθεσιμότητας προέκυψε ακριβώς λόγω της ανάγκης περαιτέρω διερεύνησης.

(v) Ουδεμία παρανομία υπάρχει στην απόφαση της ΕΔΥ καθότι το άρθρο 85(2Α) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, Ν.1/1990 που αφορά σε ανανέωση διαθεσιμότητας αναφέρεται σε προθεσμία τεσσάρων ημερών, σε αντιδιαστολή με το άρθρο 85(1Α) που αφορά στην αρχική απόφαση για διαθεσιμότητα και αναφέρεται σε τέσσερεις εργάσιμες μέρες.

(vi)   Εν πάση περιπτώσει, η Αιτήτρια δεν ισχυρίστηκε, ούτε κατέδειξε πως υπέστη οποιαδήποτε ζημιά στη βάση της προθεσμίας που της δόθηκε για να υποβάλει τις θέσεις της, καθότι η ίδια υπέβαλε τις παραστάσεις της. Επομένως, δεν δικαιολογείτο η έκδοση διατάγματος μονομερώς.

(vii) Οποιοδήποτε άλλο ένδικο μέσο δεν είναι αποτελεσματικό καθότι η επιστροφή της Αιτήτριας στα καθήκοντα της δημιουργεί ορατό και άμεσο κίνδυνο επηρεασμού της ποινικής διερεύνησης από την Αστυνομία. Ο χρόνος δε που θα χρειαστεί για την εκδίκαση της αίτησης ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου ενέχει τον κίνδυνο να διαρκέσει μέχρι τη λήξη της δίμηνης περιόδου ανανέωσης της διαθεσιμότητας, με αποτέλεσμα την καταστρατήγηση του σκοπού της απόφασης. Επομένως, συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις για την έγκριση της Αίτησης.

        Η δικαιοδοσία για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η οποία παρέχεται αποκλειστικά στο Ανώτατο Δικαστήριο από το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος, περιλαμβάνει τον έλεγχο των αποφάσεων του Διοικητικού Δικαστηρίου, όπως αναγνωρίστηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Καντούνα κ.ά., Πολ. Έφεση Αρ. 363/2020, ημερ. 13.9.2021, ECLI:CY:AD:2021:A396 και στο ακόλουθο απόσπασμα:

«Απασχόλησε κατά πόσον οι αποφάσεις Διοικητικών Δικαστηρίων μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαδικασιών Προνομιακών Ενταλμάτων. Και αυτό στη βάση ότι δεν υπάρχει δικαιοδοσία για έκδοση προνομιακού εντάλματος όπως το mandamus για διοικητικές πράξεις που εμπίπτουν στο ΄Αρθρο 146.1 του Συντάγματος. (Βλ. Darimplex Ltd, πολ.εφ. 216/20, 7.6.2021 και Λοϊζου, πολ.εφ.138/18, 20.7.2018).

Παρά το ότι λοιπόν επί της ουσίας της δικαιοδοσίας του Διοικητικού Δικαστηρίου δεν θα μπορούσε να υφίσταται έλεγχος τουλάχιστον μέρους προνομιακών ενταλμάτων, όπως το mandamus, ωστόσο, επί της διαδικασίας του Διοικητικού Δικαστηρίου και του τρόπου ασκήσεως των δικαστικών του καθηκόντων, δεν υπάρχει αποκλεισμός από τον έλεγχο αυτό, αφού έχει τον χαρακτήρα κατώτερου Δικαστηρίου (βλ. περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2015, Ν.131(Ι)/2015). Υπό αυτή την έννοια λοιπόν ήταν δυνατός ο έλεγχος και η αίτηση των εφεσειόντων ενέπιπτε στη δυνατότητα ελέγχου του Διοικητικού Δικαστηρίου με προνομιακό ένταλμα.»

Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1(A) A.A.Δ. 116, ο σκοπός των ενταλμάτων Certiorari είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της απόφασης. Πρόκειται για δικαιοδοσία η οποία ασκείται με ιδιαίτερη φειδώ, πάντοτε κατά προνόμιο, όταν από το ίδιο το πρακτικό του Δικαστηρίου διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, πλάνη περί τον Νόμο, δόλος, προκατάληψη ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Για να χορηγηθεί άδεια, ο αιτητής θα πρέπει να τεκμηριώσει συζητήσιμη υπόθεση. Ακόμα και αν υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, δεν χορηγείται άδεια όταν προσφέρεται εναλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία, συνήθως, αυτό της έφεσης, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν τη χορήγηση άδειας. 

        Το κατώτερο Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να εκδώσει προσωρινό διάταγμα αναστολής διοικητικής απόφασης, σύμφωνα με τον Κανονισμό 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 ο οποίος εφαρμόζεται, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις, με βάση τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικών Κανονισμών του 2015.

Ο Κανονισμός 13 προβλέπει:

«13.-(1) Προς πλήρη απονομήν της δικαιοσύνης το Δικαστήριον ή εις περιπτώσεις διαδικασίας συμφώνως προς το Άρθρον 146 οιοιδήποτε δύο Δικασταί ενεργούντες εκ συμφώνου, δύνανται, καθ' οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας, είτε αυτεπαγγέλτως είτε τη αιτήσει οιουδήποτε διαδίκου, να εκδίδωσι προσωρινόν διάταγμα το οποίον όμως δεν θα διαγιγνώσκη την ουσίαν της υποθέσεως.

(2) Προσωρινόν διάταγμα εκδιδόμενον συμφώνως προς τον κανονισμόν τούτον δύναται είτε συνεπεία επειγούσης ανάγκης είτε συνεπεία άλλων ειδικών περιστάσεων να εκδοθή άνευ ειδοποιήσεως και υφ' οίους όρους ήθελε θεωρηθή πρέπον υπό τας περιστάσεις.

Ειδοποίησις δέον να επιδίδεται παρευθύς προς πάντας τους διαδίκους, οίτινες επηρεάζονται συνεπεία διατάγματος εκδοθέντος δυνάμει της παραγράφου ταύτης, διά να δυνηθώσιν ούτοι να ενστώσι κατ' αυτού. Άμα τη τοιαύτη ενστάσει το Δικαστήριον, αφού ακούσει τους ισχυρισμούς των διαδίκων ή των συνηγόρων αυτών, δύναται είτε να ακυρώσει είτε να τροποποιήση είτε να επικυρώση το τοιούτον διάταγμα υφ' οίους όρους ήθελε θεωρήσει πρέποντας.»

        Είναι νομολογιακά αναγνωρισμένο ότι η δικαιοδοσία έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων μέχρι την εκδίκαση και αποπεράτωση μιας προσφυγής, η οποία ασκείται πλέον από Δικαστή του Διοικητικού Δικαστηρίου, ασκείται με φειδώ και μόνο όταν στοιχειοθετείται ότι υπάρχει είτε έκδηλη παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, είτε πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή με τη μη έκδοση του διατάγματος.

        Στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου v. Marfin Popular Bank Public Co Ltd (2007) 3 Α.Α.Δ. 32, λέχθηκαν συναφώς τα εξής:

«Η εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου ∆ικαστηρίου για την έκδοση προσωρινού διατάγµατος, όπως είναι πάγια νοµολογηµένο, αναλαµβάνεται µόνο εφόσον διαπιστώνεται πως η προσβαλλόµενη διοικητική απόφαση είναι έκδηλα παράνοµη ή εφόσον, στο πλαίσιο του συνόλου των δεδοµένων, δικαιολογείται να εκδοθεί ενόψει επαπειλούµενης, εξαιτίας της, ανεπανόρθωτης βλάβης».

        Στην Moyo & Another v. Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 1203, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Σύµφωνα µε τις καθιερωµένες αρχές η έκδοση προσωρινού διατάγµατος στο πεδίο δικαιοδοσίας που πραγµατευόµεθα αποτελεί εξαιρετικό µέτρο το οποίο δεν προβλέπεται άµεσα από το Άρθρο 146 του Συντάγµατος. Εξυπακούεται από τη φύση της δικαιοδοσίας που παρέχεται ως εξουσία συµφυής προς το αντικείµενο της διαδικασίας προς διασφάλιση κατά πρώτο λόγο της νοµιµότητας, που αποτελεί το κριτήριο που θέτει το ίδιο το Άρθρο 146 για τη θεώρηση του επίδικου θέµατος της προσφυγής. Παρέχεται εξουσία αναστολής εφόσον η πράξη ή απόφαση καταφαίνεται ως έκδηλα παράνοµη. Κατά δεύτερο λόγο µπορεί να ανασταλεί η απόφαση προς διαφύλαξη της δραστικότητας της δικαιοδοσίας οποτεδήποτε καταφαίνεται ότι η εφαρµογή της απόφασης θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζηµία στον αιτητή δηλαδή ζηµιά η οποία δεν µπορεί να θεραπευθεί σε περίπτωση που η πράξη κριθεί ακυρωτέα. Η άσκηση δικαιοδοσίας για την παροχή προσωρινής θεραπείας στο πεδίο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας θεσµοποιείται από τον Καν. 13 του ∆ιαδικαστικού Κανονισµού του Ανωτάτου Συνταγµατικού ∆ικαστηρίου του 1962.»

        Είναι βεβαίως σαφές ότι τα δύο προαναφερθέντα, καθοριστικά από τη νομολογία, κριτήρια είναι διαζευκτικά και στη διαπίστωση της έκδηλης παρανομίας, το στοιχείο της δημιουργίας ανυπέρβλητων εμποδίων στη Διοίκηση δεν υπεισέρχεται στην εικόνα και ούτε έχει σχέση πλέον η επαπειλούμενη ανεπανόρθωτη ζημιά στον ίδιο τον προσφεύγοντα (βλ. Λοϊζίδης v. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233).

        Στην υπό κρίση περίπτωση, με βάση το περιεχόμενο του πρακτικού του κατώτερου Δικαστηρίου, αυτό ικανοποιήθηκε ότι υπήρξε έκδηλη παρανομία και προχώρησε στην έκδοση του διατάγματος μονομερώς.

        Για να τίθεται θέμα έκδηλης παρανομίας, θα πρέπει η παραβίαση να είναι οφθαλμοφανής, χωρίς να χρειάζεται διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων, η δε παρανομία θα πρέπει να αναδύεται αυτόματα ή να προκύπτει στη βάση του υπάρχοντος διαθέσιμου υλικού, ως αντικειμενικά αναντίλεκτη, χωρίς να είναι αναγκαία η διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων (βλ. Κροκίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1857).

        Διαφαίνεται ότι στο πλαίσιο εξέτασης της Αίτησης, το κατώτερο Δικαστήριο ικανοποιήθηκε για την τήρηση μιας εκ των προϋποθέσεων που δικαιολογεί την έκδοση προσωρινού διατάγματος αναστολής μονομερώς, ήτοι την έκδηλη παρανομία. Επομένως, είχε την εξουσία και τη διακριτική ευχέρεια να εκδώσει διάταγμα μονομερώς.

  Για να καταλήξει στην ύπαρξη έκδηλης παρανομίας, το κατώτερο Δικαστήριο ασχολήθηκε με την ερμηνεία των άρθρων 85(1Α) και 85(Α2) του Ν.1/1990 ως προς τον χρόνο που απαιτείται για την υποβολή παραστάσεων από τον ενδιαφερόμενο πριν τη λήψη απόφασης για την ανανέωση της περιόδου διαθεσιμότητας ή όχι. Η εισήγηση του Αιτητή αφορά σε ενδεχομένως λανθασμένη ερμηνεία των εν λόγω άρθρων. Όπως έχει επανειλημμένα τονιστεί, λανθασμένη ερμηνεία νόμου ή λανθασμένη αντίληψη του Δικαστηρίου δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα Certiorari, αλλά με το ένδικο μέσο της έφεσης (βλ. Janna Bullock (ανωτέρω) και Αίτηση της Content Union S.A., Πολ. Αίτηση Αρ. 64/2018, ημερ. 11.6.2018, ECLI:CY:AD:2018:D286). Χρήσιμη αναφορά γίνεται και στις υποθέσεις Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 Α.Α.Δ. 116 και Daventree Trustees Ltd (2005) 1(A) Α.Α.Δ. 712), στις οποίες λέχθηκε πως το κατάλοιπο εξουσίας δεν αποτελεί μέσο για τον έλεγχο της ορθότητας των αποφάσεων πρωτόδικων Δικαστηρίων και ούτε μπορεί να αφεθεί η διαδικασία να χρησιμοποιηθεί ως έφεση υπό μεταμφίεση.       

          Ο Κανονισμός 13(2) προνοεί όπως οποιοδήποτε εκδοθέν προσωρινό διάταγμα επιδίδεται στον ενδιαφερόμενο «παρευθύς». Η λέξη αυτή ερμηνεύεται στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γεώργιου Δ. Μπαμπινιώτη, 2η έκδοση, ως «ευθύς αμέσως, πάραυτα». Επιπλέον, λόγω του ότι εκδίδονται μονομερώς, τα προσωρινά διατάγματα θα πρέπει να ορίζονται το συντομότερο δυνατό για επίδοση, και ειδικότερα σε χρόνο όχι μακρύτερο από όσο είναι αναγκαίος για την επίδοση του στον επηρεαζόμενο και την παροχή της δυνατότητας σε αυτόν να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου για να ενστεί.

        Στην προκειμένη περίπτωση, το προσωρινό διάταγμα εξεδόθη στις 9.10.2025 και ορίστηκε επιστρεπτέο στις 20.10.2025. Δεν θεωρώ ότι ο χρόνος που δόθηκε για την επίδοση είναι τέτοιος που να θεωρείται υπερβολικός. Δεν μου διαφεύγει ότι το διάταγμα επιδόθηκε από την ίδια κιόλας μέρα έκδοσης του, ήτοι στις 9.10.2025, κάτι το οποίο προφανώς δίδει την ευχέρεια στον Αιτητή να ενστεί και να ετοιμαστεί καταλλήλως μέχρι την ημερομηνία ορισμού του διατάγματος ως επιστρεπτέου, ούτως ώστε η διαδικασία να ολοκληρωθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα ως απαιτεί η φύση της.

Πριν την τελική κατάληξη, θεωρώ ορθό να αναφέρω πως ακόμα και αν αποδεικνύετο συζητήσιμη υπόθεση, δεν διαπιστώνω να συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούσαν την έγκριση της Αίτησης.   

        Ο χρόνος που υπολογίζεται ότι θα απαιτηθεί για την εκδίκαση της αίτησης δεν αποτελεί αφ’ εαυτού εξαιρετικές περιστάσεις που να ενεργοποιούν την προνομιακή δικαιοδοσία του Ανώτατου Δικαστηρίου (βλ. Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1535 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 878

        Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Δήμου Λάρνακας κ.ά., Πολ. Έφεση Αρ. 321/2020, ημερ. 2.7.2021, ECLI:CY:AD:2021:A303, υιοθετήθηκε το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Tricor Ltd, Πολ. Εφ. 117/20 ημερ. 7/4/21, ECLI:CY:AD:2021:A131:

«Ευθυγραμμισμένη νομολογία επιβεβαιώνει ότι, όπου υπάρχει διαθέσιμο άλλο ένδικο μέσο, δεν είναι επιτρεπτή η παραχώρηση προνομιακού εντάλματος, εκτός εάν προηγηθεί διαπίστωση ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Έχει κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί ότι η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων, ούτε είναι λόγος χρησιμοποίησης της εφεδρείας της δικαιοδοσίας αυτής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο τυχόν σημαντικός χρόνος που απαιτείται για διεκπεραίωση εναλλακτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της έφεσης. (Χρίστου (2011) 1 ΑΑΔ 2085).

Έχει επίσης νομολογιακά διευκρινισθεί ότι η αρχή συνδρομής των εξαιρετικών περιστάσεων ισχύει γενικά, ανεξάρτητα δηλαδή εάν ο λόγος που επιδιώκεται η ακύρωση ενός διατάγματος σχετίζεται με έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας (Κτηματικές Επιχειρήσεις Ανδρέα Ευριπίδη Διογένους Λτδ (2005) 1 ΑΑΔ 1342). Στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.α. (2012) 1 ΑΑΔ 878, γίνεται εκτενής ανασκόπηση της σχετικής νομολογίας, σε αναφορά με τα όσα λέχθηκαν στις υποθέσεις Hellenger Trading Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 1965 και Base Metal Trading Ltd v. Fastact Development Ltd κ.α. (2004) 1 ΑΑΔ 1535. Ό,τι έχει σημασία εν προκειμένω είναι η εδραιωμένη πλέον θέση της νομολογίας πως η αρχή για αναζήτηση εξαιρετικών περιστάσεων όπου εντοπίζεται η ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου δεν μεταβάλλεται ούτε στις περιπτώσεις όπου προβάλλεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας.»

(Η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

       

        Από τη στιγμή που το προσωρινό διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο, το χρονικό πλαίσιο εκδίκασης της αίτησης προφανώς θα πρέπει να ρυθμιστεί, ούτως ώστε η ακρόαση αυτής να ολοκληρωθεί το συντομότερο.

Σύμφωνα με όσα αναφέρονται ανωτέρω, δεν έχω ικανοποιηθεί πως ο Αιτητής κατάφερε να καταδείξει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ώστε να δικαιολογείται η χορήγηση της αιτούμενης άδειας.

Η Αίτηση απορρίπτεται.        

 

                                                            Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

 

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο