ΧΡΗΣΤΟΥ ΤΙΜΠΛΑΛΕΞΗ v. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ, ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Αίτηση Αρ. 35/2025, 27/10/2025
print
Τίτλος:
ΧΡΗΣΤΟΥ ΤΙΜΠΛΑΛΕΞΗ v. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ, ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Αίτηση Αρ. 35/2025, 27/10/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9(3)(γ) ΤΟΥ Ν. 33/1964

 

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ

 

 

(Αίτηση Αρ. 35/2025)

                                                        

                                                       

27 Οκτωβρίου, 2025

 

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΔΑΥΙΔ, Δ/στές]

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TOY ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΙΜΠΛΑΛΕΞΗ

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΦΕΣΗ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ 2/2025, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 05/09/2025, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

Μεταξύ:

 

ΧΡΗΣΤΟΥ ΤΙΜΠΛΑΛΕΞΗ,

 

Εφεσείοντα στο Εφετείο,

 

ΚΑΙ

 

 

ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ, ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητου στο Εφετείο.

 

 

______________________________________________

 

Α. Ευτυχίου με Μ. Μικελλίδου (κα), για τον Αιτητή.

 

Η. Ζησίμου (κα)¸ Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Καθ’ ου η Αίτηση.

______________________________________________________________

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.:  Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από  τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.

 

______________________________________________________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής/Εφεσείων στην αναφερόμενη στον τίτλο Απόφαση του Εφετείου 2/2025, στην οποία εκδόθηκε Απόφαση από το Εφετείο στις 5/9/2025, καταχώρισε την υπό κρίση Αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο επιζητώντας άδεια για να υποβάλει αίτηση δυνάμει του Άρθρου 9(3)(γ) των περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμων 1964 έως (3) του 2023 (εφεξής «ο Νόμος»).

 

Η πιο πάνω Απόφαση εκδόθηκε σε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερ. 11/8/2025, δια της οποίας το Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις ενστάσεις του Αιτητή, διέταξε την εκτέλεση Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης εναντίον του και την παράδοση του στις αρχές της Ελλάδας, στη βάση του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου του 2004 (Ν. 133(Ι)/2004).

 

Το Εφετείο με την Απόφαση του απέρριψε τους 12 Λόγους Έφεσης που είχαν προβληθεί εναντίον της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Μετά την έκδοση της Απόφασης του Εφετείου ακολούθησε η καταχώριση από τον Αιτητή της παρούσας Έφεσης, με την οποία ζητά άδεια για την εκδίκαση Νομικών Θεμάτων που, όπως αναφέρεται, προκύπτουν από την Απόφαση του Εφετείου, ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 9(3)(γ) του Νόμου.

 

Ο Καθ’ ου η Αίτηση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας καταχώρισε Ένσταση προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι δεν στοιχειοθετούνται οι προϋποθέσεις παροχής άδειας προς ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 9(3)(γ) του Νόμου.

 

Το Άρθρο 9(3)(γ) του Νόμου προνοεί ότι, από την 1η Ιουλίου 2023, το Ανώτατο Δικαστήριο: 

 

«αποφασίζει σε τρίτο και τελευταίο βαθμό βάσει αιτήσεως, η οποία υποβάλλεται από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή οιονδήποτε των διαδίκων κατόπιν αδείας παραχωρουμένης υπό του ιδίου και κατόπιν προηγηθείσας διαδικασίας πολιτικής ή ποινικής εφέσεως επί νομικών θεμάτων τα οποία προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου και συναρτώνται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας ή με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου, κατά την υπ' αυτού ενασκουμένη πολιτική ή ποινική δικαιοδοσία:

 

Νοείται ότι, η συμφώνως των πιο πάνω, υποβαλλομένη αίτηση δέον να προσδιορίζει σαφώς τα προκύπτοντα από την οικεία απόφαση νομικά θέματα, ως και τους πλήρεις λόγους και τα αναγκαία στοιχεία τα υποστηρίζοντα το αίτημα, προκειμένου το Ανώτατο Δικαστήριο να αποφανθεί κατά πόσο θα παραχωρήσει την απαιτούμενη άδεια:

 

Νοείται περαιτέρω ότι, σε τέτοια περίπτωση η απόφαση του Εφετείου αντικαθίσταται από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.»

 

Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Zutphen κ.ά., Αρ. Αίτησης 2/2023, ημερ. 30/1/2024:

 

«Προκύπτει από το λεκτικό του άρθρου ότι η δικαιοδοσία αφορά στην επίλυση νομικών θεμάτων. Τα νομικά αυτά θέματα πρέπει να προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου.  Περαιτέρω, τα νομικά αυτά θέματα πρέπει να συναρτώνται:

 

-   με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας, ή

-   με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή

-   με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, ή

-   ζήτημα γενικής δημόσιας σημασίας, ή

-   ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου. 

 

Και η αίτηση για άδεια πρέπει να προσδιορίζει σαφώς τα νομικά αυτά θέματα και επίσης να προσδιορίζει τους πλήρεις λόγους και τα αναγκαία στοιχεία που υποστηρίζουν το αίτημα.» 

 

Η πρώτη επιφύλαξη του Άρθρου 9(3)(γ) του Νόμου απαιτεί όπως η αίτηση προσδιορίζει σαφώς τα Νομικά Θέματα που προκύπτουν από την Απόφαση του Εφετείου, καθώς επίσης τους πλήρεις λόγους και τα αναγκαία στοιχεία που τα υποστηρίζουν. Τα πιο πάνω δε σε άμεση αντιπαραβολή και συνάρτηση με τους συγκεκριμένους και αυστηρά προσδιορισμένους λόγους που προβάλλονται στο εν λόγω Άρθρο.

 

Στην Έκθεση Νομικών Θεμάτων που επισυνάπτεται στην Αίτηση για άδεια καταγράφονται δύο «Νομικά Θέματα», τα οποία συνοδεύονται από αιτιολογία. Κρίνεται σκόπιμη η μεταφορά των εν λόγω «Νομικών Θεμάτων», αυτούσια, χωρίς την αιτιολογία που τα συνοδεύει:

 

«ΕΚΘΕΣΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ 1

 Κανονισμός 9 (2)(iv)

 

Το Εφετείο στην απόφαση ερμήνευσε την νομική αρχή για την εκδίκαση των υποθέσεων του Αιτητή/Εφεσείοντα εντός λογικής προθεσμίας θεμελιώδες δικαίωμα που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 6 της ΕΣΔΑ (Ν.39/62) κατά τρόπο λαθεμένο και ουχί ορθό.»

 

«ΕΚΘΕΣΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ 2

 Κανονισμός 9 (2)(iv)

 

Το Εφετείο κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και/ή εφαρμογή και/ή σε αντίθεση με τον προβλεπόμενο νομοθετικό κανόνα στο Άρθρο 14 του Νόμου 133 (Ι)/2004 ότι στην περίπτωση έκδοσης αποφάσεως στην απουσία και εναντίον του Αιτητή /Εφεσείοντα δύναται να μην διαταχθεί η εκτέλεση του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης, εκτός εάν δοθούν σ’ αυτόν εγγυήσεις ότι δύναται να ζητήσει την ακύρωση των πιο πάνω αποφάσεων και επανεξέταση των υποθέσεων του, απέρριψε τους Λόγους Έφεσης αρ. 6 και 7 στους οποίους ανάμεσα σ’ άλλα πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι δεν του δόθηκαν οι πιο πάνω εγγυήσεις.»

 

 

Εν πρώτοις και πριν εξεταστεί το περιεχόμενο τους, θα πρέπει να επισημανθεί ότι, όπως είναι διατυπωμένα και τα δύο «Νομικά Θέματα», αυτά δεν συνιστούν Νομικά Θέματα. Μέσω τους, διατυπώνεται παράπονο εκ μέρους του Αιτητή για το γεγονός ότι το Εφετείο, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο, ερμήνευσε λανθασμένα τη νομική αρχή για την εκδίκαση των υποθέσεων εντός λογικής προθεσμίας, καθόσον αφορά το «1ο Νομικό Θέμα» και ότι προέβη σε λανθασμένη ερμηνεία του Άρθρου 14 του Νόμου 133(Ι)/2004, καθόσον αφορά το «2ο Νομικό Θέμα». Σε αιτήσεις του είδους, απαιτείται σαφής προσδιορισμός αμιγώς νομικού θέματος, για το οποίο η απάντηση να αφορά, όχι μόνο την υπό κρίση περίπτωση, αλλά και να αποτελεί γενικότερη καθοδήγηση επί του θέματος.

 

Πέραν της πιο πάνω διαπίστωσης, ως προς τον τρόπο διατύπωσης των υπό συζήτηση «Νομικών Θεμάτων», εξέταση του καθ’ αυτού περιεχομένου τους αποκαλύπτει, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, πως μέσω τους εγείρονται ισχυρισμοί για σφάλματα και παραβάσεις της Απόφασης, με αυτούς να λαμβάνουν τη μορφή Λόγων Έφεσης συνοδευόμενων από αιτιολογία, λαμβάνοντας έτσι η Αίτηση τη μορφή μιας περαιτέρω έφεσης σε τρίτο βαθμό. Δεν είναι, όμως, αυτή η τριτοβάθμια δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σκοπός δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας της Απόφασης του Εφετείου, αλλά η παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εφόσον και στην περίπτωση και μόνο που συντρέχουν οι εκ του Νόμου προϋποθέσεις.

 

Αναφορές οι οποίες αποκαλύπτουν μορφή συγκεκαλυμμένης έφεσης αποτελούν και οι πιο κάτω αναφορές στην αιτιολογία του «1ου Νομικού Θέματος»:

 

«Α. Το Εφετείο λαθεμένα ερμήνευσε την πιο πάνω νομική αρχή περιοριζόμενο στην εξέταση μόνο του κριτηρίου/παραμέτρου ως προς το τι διακυβεύετο για την προετοιμασία της υπεράσπισης του Αιτητή/Εφεσείοντα χωρίς να συνεξετάσει όλα τα υπόλοιπα κριτήρια/παραμέτρους που καθορίστηκαν από τη Νομολογία που είναι οι ιδιαίτερες περιστάσεις των υποθέσεων με αναφορά στην συμπεριφορά του Αιτητή/ Εφεσείοντα και της Αρμόδιας Αρχής και την πολυπλοκότητα των υποθέσεων με βάση τα γεγονότα ως αναφέρονται στο Τεκμήριο 1 (Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης).

 

Β. Το Εφετείο περιορίστηκε να εξετάσει μόνο το κριτήριο/παράμετρο ως προς το τι διακυβεύετο για το παράπονο του Αιτητή/Εφεσείοντα ότι θα είχε δυσκολίες για την προετοιμασία της υπεράσπισης του ως ανέφερε στην Δήλωση Κατάθεση του (Έγγραφο Β) την οποία δεν αποδέχτηκε και κατά συνέπεια απέρριψε τους Λόγους Έφεσης του 4, 8 και 10 που αφορούσαν το θέμα της μεγάλης και αδικαιολόγητης καθυστέρησης στην εκδίκαση των υποθέσεων του από την Αρμόδια Αρχή.»

                                 (O τονισμός είναι δικός μας)

 

 

Είναι, παράλληλα, σημαντικό να σημειωθεί πως τα όσα εγείρει ο Αιτητής και οι λόγοι που προβάλλει για σκοπούς παραχώρησης της αιτούμενης άδειας, δεν εμπίπτουν σε οποιαδήποτε από τις αυστηρές προϋποθέσεις που το Άρθρο 9(3)(γ) του Νόμου εξαντλητικά καταγράφει. Οι αναφορές που υπάρχουν αφορούν σε κατ’ ισχυρισμό λάθη του Εφετείου σε συγκεκριμένα ζητήματα που καταγράφονται. Κατ’ ακρίβεια, τα αναφερόμενα ως «Νομικά Θέματα» ουδόλως συναρτήθηκαν με διαφοροποίηση της υφιστάμενης νομολογίας, ορθή ερμηνεία νομοθεσίας και ζητήματα γενικής δημόσιας σημασίας και συμφέροντος. Ως εκ τούτου δεν εντοπίζεται, στην υπό συζήτηση περίπτωση, αλλά ούτε και προσδιορίστηκε από τον ίδιο τον Αιτητή οιαδήποτε διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας, οποιαδήποτε πρωτογενής ή δευτερογενής ουσιαστική νομοθετική διάταξη η οποία χρήζει ερμηνείας, ούτε και μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουόμενων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου.

Δεδομένων των πιο πάνω, ό,τι επιχειρείται και ό,τι αξιώνεται από το Ανώτατο Δικαστήριο είναι καινούρια κρίση και μια δεύτερη ευκαιρία επί των γεγονότων της υπόθεσης, ζήτημα το οποίο σαφώς και δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του, όπως αυτή καθορίζεται από το Άρθρο 9(3)(γ) του Νόμου. Η παροχή άδειας στη βάση του εν λόγω Άρθρου δεν συναρτάται με το εσφαλμένο ή μη της Απόφασης που εξεδόθη από το Εφετείο. Ούτε και άπτεται του κατά πόσο το Ανώτατο Δικαστήριο εναρμονίζεται ή όχι με την κρίση του Εφετείου. Εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τη συνδρομή των προϋποθέσεων του εν λόγω Άρθρου.

 

Ως αποτέλεσμα των όσων πιο πάνω αναφέρθηκαν, είναι η κατάληξη μας ότι δεν τεκμηριώθηκαν οι προϋποθέσεις παροχής άδειας για σκοπούς ενεργοποίησης της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη βάση του Άρθρου 9(3)(γ) του Νόμου. 

 

                                      Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.

 

                                      Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

                                      Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο