ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 1086/2019)
21 Οκτωβρίου 2024
[ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
T.C TROODOS HOTELS LIMITED
Αιτήτρια,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων του
Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων
Καθ’ ου η αίτηση
––––––––––––––––––––––––––––––––
Ρ. Μαππουρίδης με X.Καρυπίδη για Ρ. Μαππουρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, δικηγόροι για την αιτήτρια.
Κ. Χατζηδημητρίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, δικηγόρος για τον καθ’ ου η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.: Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, συνιστά η νομιμότητα της απόφασης του καθ' ου η αίτηση ημερομηνίας 9.4.2019, με την οποία επιβλήθηκε στην αιτήτρια διοικητικό πρόστιμο ύψους €4.000 αναφορικά με τη διαπίστωση για αδήλωτη εργασία δυο προσώπων.
Η αιτήτρια είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, η οποία δραστηριοποιείται σε υπηρεσίες παροχής καταλύματος και εστίασης. Ως προκύπτει από τα παραρτήματα της ένστασης και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, στις 20.3.2019 η Υπηρεσία Επιθεωρήσεων Λεμεσού του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων διενήργησε έλεγχο στις εγκαταστάσεις του ξενοδοχειακού συγκροτήματος της αιτήτριας επί της Πλατείας Τροόδους. Κατά την επιθεώρηση εντοπιστήκαν να εργάζονται οκτώ πρόσωπα τα οποία, ως διαπιστώθηκε, ήταν εγγεγραμμένα στο Μητρώο Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθώς και ακόμα δυο άτομα, των οποίων η απασχόληση δεν είχε δηλωθεί στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων και οι οποίοι δεν κατείχαν ούτε βεβαίωση έναρξης απασχόλησης. Εν συνεχεία και κατά την ίδια ημέρα, ήτοι στις 20.3.2019 παραδόθηκε στην αιτήτρια από την επιθεωρήτρια Ν. Π. η Ειδοποίηση Διαπίστωσης Παράβασης, συμφώνως των προνοιών του άρθρου 85Α των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων του, Ν. 59(Ι)/2010, ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Σύμφωνα δε με την εν λόγω Ειδοποίηση παρεχόταν στην αιτήτρια το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων και συγκεκριμένα καταγράφονταν επί τούτου τα ακόλουθα: «Με βάση τις διατάξεις της νομοθεσίας σας παρέχετε το δικαίωμα υποβολής, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από σήμερα, παραστάσεων που να αποδεικνύουν με στοιχεία ότι δεν έχετε διαπράξει την πιο πάνω παράβαση. Τις πιο πάνω παραστάσεις μπορείτε να τις υποβάλλετε στην ηλεκτρονική διεύθυνση npχχχχχχχ@ mlsi.sid.gov.cy ή να τις παραδώσετε σε μένα στο Μέγαρο Κοιν. Ασφαλίσεων και σε περίπτωση απουσίας μου στην Χ. Γ ή Σ. Λ. Σε αντίθετη περίπτωση, αμέσως μετά την παρέλευση των πέντε (5) ήμερων θα επιβληθεί διοικητικό πρόστιμο».
Αποτελεί γεγονός ότι η αιτήτρια δεν υπέβαλε παραστάσεις εντός της ως άνω καθορισμένης προθεσμίας καθότι σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της όλες οι προσπάθειες της για υποβολή στοιχειών απέβηκαν άκαρπες. Ωστόσο, στις 27.3.2019, εκπρόσωπος της αιτήτριας εταιρείας πρόεβηκε στην προσκόμιση συγκεκριμένων εγγράφων, τα οποία παραλήφθησαν από την Υπηρεσία.
Τελικώς στις 9.4.2019, εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 85 Α(1) του Ν.59(Ι)/10 η Πράξη Επιβολής Προστίμου, για την οποία η αιτήτρια έλαβε γνώση στις 2.5.2019 και δια της οποίας επιβλήθηκε στην αιτήτρια συνολικό διοικητικό πρόστιμο ύψους €4.000, ενόψει διαπίστωσης αδήλωτης εργασίας μισθωτού και συγκεκριμένα της κα. I. B. και του κ. G. A. H. K..
Η νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης, συνιστά και το αντικείμενο της παρούσας Προσφυγής. Παρεμβάλλεται ότι η αιτήτρια, πριν την καταχώρηση της παρούσας Προσφυγής προχώρησε στην υποβολή ένστασης κατά της Πράξης Επιβολής Προστίμου, η οποία όμως με απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων κρίθηκε εκπρόθεσμη και δεν εξετάστηκε αφού, ως αναγράφεται στην επιστολή που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια ημερομηνίας 29.5.2019, η ένσταση υποβλήθηκε στις 20.5.2019, ήτοι 15 ημέρες μετά την ημερομηνία γνωστοποίησης της Πράξης Επιβολής Προστίμου.
Καταρχάς και προτού προβώ στην εξέταση των εγειρόμενων ισχυρισμών της αιτήτριας οφείλει να σημειωθεί ότι κατά το στάδιο των διευκρινήσεων της υπόθεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας απέσυρε όλους τους προβαλλόμενους με τη γραπτή του αγόρευση ισχυρισμούς που αφορούν το μέρος του διοικητικού προστίμου αναφορικά με το πρόσωπο της I. B., το οποίο ανέρχεται σε ποσό ύψους €500, περιοριζόμενος στο να αμφισβητεί πλέον τη νομιμότητα της απόφασης στο μέτρο που αυτή αφορά την επιβολή διοικητικού προστίμου ποσού ύψους €3500 και μόνο σε σχέση με τον αλλοδαπό G. A. H. K..
Προχωρώ να εξετάσω τους ισχυρισμούς της αιτήτριας, οι οποίοι λόγω της συνάφειας τους θα εξεταστούν από κοινού, υπό το φως της πάγιας νομολογίας και σε συνάρτηση πάντοτε με το περιεχόμενο των εγγράφων που παρατίθενται στην ένσταση του καθ΄ου η αίτηση και του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης.
Εν πρώτοις ισχυρίζεται η αιτήτρια ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν ελλιπούς έρευνας και πλάνης καθότι παραγνωρίστηκε και δεν λήφθηκε δεόντως υπόψη το γεγονός ότι οι υπάλληλοι της αιτήτριας «προσπάθησαν να έρθουν σε επαφή με τους καθ΄ων η αίτηση για ενημέρωση και/ή αποστολή όλων των εγγράφων και/ή δικαιολογητικών εγράφης». Κατά την εισήγηση και με εκτεταμένη αναφορά σε σειρά γεγονότων και περιστάσεων, όπως αυτά καταγράφηκαν στην αίτηση ακυρώσεως, η πλευρά της αιτητρίας αναφέρει ότι στις 21.3.2019 έλαβε χώρα τηλεφωνική επικοινωνία υπαλλήλου της αιτήτριας με την κα Π., η οποία ενημερώθηκε ότι έγινε εγγραφή της Ι. B. στις κοινωνικές ασφαλίσεις, ενώ σε ότι αφορά τον G. A. H. K., ζητήθηκε όπως διευθετηθεί συνάντηση, ώστε να της παραδοθούν όλα τα έγγραφα και να ενημερωθεί προσωπικά για τις ενέργειες που είχαν διενεργηθεί μέχρι εκείνη την στιγμή. Επειδή όμως, ως περαιτέρω αναφέρεται, δεν μπορούσε να διευθετηθεί συνάντηση πριν από τις 29.03.2019, ημερομηνία κατά την οποία η υποβολή παραστάσεων θα ήταν εκπρόθεσμη, η κα Θ. προσπάθησε να αποστείλει όλα τα στοιχεία με ηλεκτρονικό μήνυμα, τα όποια όμως και παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες της δεν μπορούσαν να παραδοθούν αφού τα απέστελε σε εσφαλμένη ηλεκτρονική διεύθυνση. Ακολούθως, συνεχίζει η αιτήτρια, στις 22.3.2019 και μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε η υπάλληλος της αιτήτριας με υπάλληλο του Τμήματος απέστειλε το εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα στην ορθή πλέον ηλεκτρονική διεύθυνση, αλλά και πάλι το ηλεκτρονικό μήνυμα δεν είχε σταλεί. Εν τέλει και παρά το γεγονός ότι στις 26.3.2019 ο κ. Θ. δεν εντόπισε οποιοδήποτε αρμόδιο λειτουργό στο Τμήμα για να παραδώσει τα απαραίτητα έγγραφα, στις 27.3.2019 σε διευθετημένη συνάντηση, η αιτήτρια υπέβαλε τα εν λόγω έγγραφα. Συνεπώς, διατείνεται η αιτήτρια ότι «οι ισχυρισμοί που προβάλλονται από τους καθών η αίτηση » ως προς τα γεγονότα της υπόθεσης ήτοι ότι η κα Θ. δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με την Υπηρεσία διότι καλούσε άλλο αριθμό από αυτό που αναγραφόταν στη Ειδοποίηση Διαπίστωσης Παράβασης καθώς και ότι η ηλεκτρονική διεύθυνση που απέστελλε το ηλεκτρονικό μήνυμα ήταν εσφαλμένη προσκρούουν στους ισχυρισμούς της αιτήτριας, με αποτέλεσμα η διαδικασία που προηγήθηκε της επιβολής προστίμου να πάσχει νομικά, διότι στηρίχτηκε σε πεπλανημένα γεγονότα και μη νόμιμες ενέργειες. Επαναλαμβάνοντας και έχοντας ως έρεισμα επακριβώς τα ίδια γεγονότα, η πλευρά της αιτήτριας, διατείνεται πρόσθετα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης και δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη, αφού κατά την εισήγηση, «οι Καθ' ων η Αίτηση, δεν έλαβαν υπόψη τους τα στοιχεία που διαβιβάστηκαν σε αυτούς στις 27.03.2019 με το πρόσχημα ότι δόθηκαν μετά την πάροδο πέντε (5) ημερών από την ημερομηνία διαπίστωσης της παράβασης». Περαιτέρω εισηγείται η αιτήτρια -και με αναφορά στα όσα περιλαμβάνονται στην ένσταση που υπέβαλε στην Επιτροπή Ενστάσεων ημερομηνίας 20.5.2019-ότι ο καθ΄ου η αίτηση εσφαλμένα έκρινε ότι «η απλή παρουσία του ανήλικου G. A. H.K. στις ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις της Αιτήτριας και δη στην κουζίνα, υποδηλοί τεκμήριο αδήλωτης εργασίας» και εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη ότι ο εν λόγω αλλοδαπός ήταν φιλοξενούμενος μέχρι να εγκριθεί σχετική αίτηση αδελφικής της αιτήτριας εταιρεία για εργοδότηση του και επομένως εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «Τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε ο εργοδότης για τον G. A. H. K. δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη για μείωση του προστίμου διότι πρόκειται για παράνομη εργοδότηση.»
Ουδέν από τα ανωτέρω ευσταθεί και οι ισχυρισμοί της αιτήτριας, απορρίπτονται σωρευτικώς και στην ολότητα τους ως αβάσιμοι.
Καταρχάς οφείλει να αποσαφηνιστεί ότι τα όσα εν εκτάσει αναφέρει η αιτήτρια με σκοπό να καταδείξει τους λόγους που οδηγήσαν στη μη υποβολή στοιχείων εντός της ταχθείσας προθεσμίας, κατ΄ ουδένα τρόπο μπορούν να καταδείξουν οποιοδήποτε σφάλμα έρευνας ή πλάνης στην προσβαλλόμενη απόφαση. Από την ίδια την Ειδοποίηση Διαπίστωσης Παράβασης καθίσταται ξεκάθαρο, ότι οι όποιες παραστάσεις της αιτήτριας θα έπρεπε να υποβληθούν εντός προθεσμίας 5 ημέρων είτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση που αναγράφετο ή να παραδοθούν στο Μέγαρο Κοινωνικών Ασφαλίσεων στην κα Π. και σε περίπτωση απουσίας της σε άλλες δυο λειτουργούς, τα ονόματα των οποίων καταγράφοντο ρητά. Εκείνο δε που παραμένει καθοριστικό είναι ότι τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από την αιτήτρια έστω και μετά την παρέλευση της ταχθείσας προθεσμίας ήτοι στις 27.3.2019 ουδόλως αγνοήθηκαν. Επομένως η όλη επιχειρηματολογία της αιτήτριας στη γραπτή της αγόρευση, δια της οποίας επιχειρείται με τρόπο ανεπίτρεπτο η προσαγωγή μαρτυρίας, σε σχέση με γεγονότα που προηγήθηκαν της υποβολής των στοιχείων στις 27.3.2019 καθώς και η προσπάθεια της αιτήτριας να καταδείξει αναφερόμενη αποκλειστικά στα εν λόγω γεγονότα, παραβίαση του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης, ελλιπή έρευνα και πλάνη, περιλαμβανομένου και του κατά πόσο η προθεσμία που παρέχεται για υποβολή παραστάσεων ήταν ανατρεπτική ή μη, απολήγει αλυσιτελής.
Εν προκειμένω, από τα ενώπιον μου στοιχεία προκύπτει ευκρινώς ότι η διοίκηση όχι μόνο δεν αρνήθηκε, παρά την καθυστερημένη υποβολή, την παραλαβή των συγκεκριμένων στοιχείων που η αιτήτρια επιθυμούσε να υποβάλει, αλλά τουναντίον τα εν λόγω έγγραφα λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, ωστόσο δεν ήταν ικανά να αποδείξουν τη μη διάπραξη της επίδικης παράβασης σε σχέση με τον μισθωτό G. A. H. K. και να διαφοροποιήσουν το ύψος του προστίμου.
Όπως δε αναγράφεται σε υπηρεσιακή έκθεση, η οποία περιλαμβάνεται στο διοικητικό φάκελο σε σχέση με τα γεγονότα της υπόθεσης: «τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε ο κ. Θ. στις 27/3/2019 για την I. B. δηλ το αεροπορικό εισιτήριο με ημερομηνία άφιξης στις 15/03/2019 και με βάση την κατάθεση της στην οποία ανέφερε ότι άρχισε εργασία στις 17/03/2019 χωρίς όμως να κατέχει τη Βεβαίωση Έναρξη Απασχόλησης λήφθηκαν υπόψη, οπόταν το ποσό του προστίμου γι΄ αυτήν ανέρχεται στα €500. Όσο αφορά τον G. A. H. K. η επιθεωρήτρια τον εντόπισε να κρύβεται στη λινοθήκη προσπαθώντας να τη ξεγελάσει. Αρχικά είχε δηλώσει ψευδή στοιχεία γνωρίζοντας ότι ήταν παράνομη η εργοδότηση του στο ξενοδοχείο. Τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε ο εργοδότης για τον G. A. H. K. δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη για μείωση του προστίμου διότι πρόκειται για παράνομη εργοδότηση.»
Ως εύστοχα υποδεικνύει και η πλευρά του καθ΄ου η αίτηση τόσο από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου όσο και από το περιεχόμενο της επίδικης απόφασης, προκύπτει ευκρινώς ότι ενώ αρχικά με την Ειδοποίηση Διαπίστωσης Παράβασης διατυπώνετο η πρόθεση επιβολής προστίμου ύψους €500 αυξανόμενο για 6 μήνες και για τους δυο μισθωτούς, λόγω ακριβώς των στοιχείων που υπέβαλε η αιτήτρια στις 27.3.2019 σε σχέση με τη I. B., το ύψος του διοικητικού προστίμου για αδήλωτη εργασία της εν λόγω μισθωτής αναπροσαρμόστηκε και μειώθηκε στα €500. Το δε αντίγραφο της αίτησης του G. A. H. K. για παραχώρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας ημερομηνίας 7.9.2018 (ερυθρό 17) και η εγγραφή του στο Τμήμα Αλλοδαπών ως αιτητή ασύλου ημερομηνίας 13.11.2018 (ερυθρα18-19), τα οποία η αιτήτρια υπέβαλε και πάλι, κατά την ίδια ημέρα, προς υποστήριξη της θέσης της, ουδόλως θα μπορούσαν να καταδείξουν ως εσφαλμένη τη διαπίστωση της επιθεωρήτριας για διάπραξη της επίδικης παράβασης σε σχέση με τον εν λόγω αλλοδαπό (GESPA ESTATES LTD και Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.1763/18, ημερομηνιας 15/5/20). Ούτε όμως και η αίτηση, που υποβλήθηκε από αδελφική τεχνική κατασκευαστική εταιρεία της αιτήτριας για εργοδότηση αλλοδαπών ημερομηνίας 1.3.2019, την οποία επανειλημμένως επικαλείται η αιτήτρια και η οποία είχε πάρει σειρά για σχετική αξιολόγηση, απεδείκνυε το οτιδήποτε σε σχέση με το ζήτημα που απασχολούσε ήτοι την εκ μέρους της αιτήτριας εταιρείας διάπραξης της παράβασης αδήλωτης εργασίας σε σχέση με τον συγκεκριμένο αλλοδαπό. Άλλωστε και πέραν του ότι ως παρατηρώ η αίτηση αυτή δεν αφορούσε ειδικώς και συγκεκριμένα την εργοδότηση του G. A. H. K., η εν λόγω αίτηση για παραχώρηση έγκρισης απασχόλησης ξένου εργατικού από την άλλη εταιρεία δεν είχε κατά τον επίδικο χρόνο εγκριθεί.
Καθοριστικότερο όλων παραμένει, εν τέλει το γεγονός ότι από το ίδιο το έντυπο επιθεώρησης, το οποίο περιλαμβάνεται στο διοικητικό φάκελο (ερυθρό 11) αναφορικά με τον συγκεκριμένο μισθωτό και στο οποίο καταγράφεται η πληροφόρηση και τα στοιχεία που λήφθηκαν από τον ίδιο το μισθωτό, προκύπτει ρητώς ότι ήταν ο ίδιος ο G. A.H. K που κατονόμασε ως εργοδότη του την αιτήτρια εταιρεία. Μάλιστα το έντυπο αυτό, το περιεχόμενο του οποίου ουδόλως αμφισβητήθηκε από την αιτήτρια, υπογράφηκε από τον ίδιο τον μισθωτό, αφού προηγουμένως, ως προκύπτει και πάλι από το περιεχόμενο του εν λόγω εντύπου, ο εν λόγω αλλοδαπός είχε δηλώσει αλλά ψεύδη ονόματα.
Η αιτήτρια δεν υποδεικνύει ούτε και παραπέμπει σε συγκεκριμένο έγγραφο ή στοιχείο που να καταδεικνύει πράγματι το εσφαλμένο της κρίσης του καθ΄ου η αίτηση περί της διαπίστωσης της παράβασης αδήλωτης εργασίας του εν λόγω μισθωτού αλλά ούτε και προωθεί με τη γραπτή της αγόρευση οποιοδήποτε ισχυρισμό που να σχετίζεται με την ανωτέρω παραδοχή του ίδιου του μισθωτού που αποτυπώνεται στο έντυπο επιθεώρησης, το οποίο περιλαμβάνεται στο διοικητικό φάκελο. Τα όσα δε αναφέρει η αιτήτρια στη γραπτή της αγόρευση επικαλούμενη τα όσα αναγράφονται ως γεγονότα στην ένσταση που η ίδια υπέβαλε, μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων και η οποία κρίθηκε ως εκπρόθεσμη και δεν εξετάστηκε, ουδόλως μπορούν να ληφθούν υπόψη στα πλαίσια της παρούσας Προσφυγής.
Επί τούτου αρκεί να σημειωθεί ότι αντικείμενο της υπό κρίση Προσφυγής δεν συνιστά η απόρριψη της ένστασης της αιτήτριας ημερομηνίας 20.5.2019, αλλά η προγενέστερη απόφαση αυτής, ήτοι η απόφαση επιβολής του διοικητικού προστίμου, η οποία εξετάζεται σύμφωνα και μόνο με τα όσα είχαν υποβληθεί ενώπιον του οργάνου κατά τον ουσιώδη χρόνο. Επομένως τα όσα αναφέρει η αιτήτρια περί του ότι ο A.K., είχε αφιχθεί αρχικά ως ασυνόδευτος ανήλικος και αποστάλθηκε στο ξενοδοχείο Τρόοδος, για σκοπούς συνέντευξης και ότι «μετά την ενηλικίωση του επισκέφτηκε εκ νέου το Ξενοδοχείο για σκοπούς εργοδότησης τους από την Εταιρεία TROODOS CONSTRUCTIONS LTD η οποία είναι αδελφική της Αιτήτριας και παρέμεινε εκεί ως φιλοξενούμενος μέχρι την έγκριση της Αίτησης ημερομηνίας 01.03.2019 που προωθήθηκε» ουδόλως μπορούν να επηρεάσουν τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ουδόλως δύνανται να τύχουν πρωτογενούς εξέτασης από το Δικαστήριο, αφού η αιτήτρια ουδέποτε έθεσε κατά τον ουσιώδη χρόνο υποβολής παραστάσεων της, τα όσα δια πρώτη φορά ισχυρίστηκε περί επίσκεψης και φιλοξενίας του αλλοδαπού στις ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις της αιτήτριας μέσω της μεταγενέστερης ένστασης της (Αδάμος Νικηφόρου v Δημοκρατίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 9/2018, ημερομηνίας 17/11/23 Έπαυλις Κομήτης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 342) Δημοκρατίας ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου ΕΔΔ 3/2020, ημερομηνίας 28.1.2022).Εν πάση περιπτώσει, σημειώνεται ότι αυτές οι εκ των υστέρων αναφορές της αιτήτριας στη γραπτή της αγόρευσης ουδόλως συνιστούν μαρτυρία (Χατζηγεωργίου v Δήμου Πόλεως Χρυσοχούς(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 33/2015, ημερομηνίας 1/2/22), ECLI:CY:AD:2022:C40 ΕΖΕ v Δημοκρατίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 36/16, ημερομηνίας 19/5/22) και ουδόλως δύνανται να ανατρέψουν το εύρημα της επιθεωρήτριας περί αδήλωτής εργασίας του G. A. H. K., το οποίο άλλωστε και επί τη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου παρέμεινε αναντίλεκτο.
Δοθέντος, λοιπόν ότι η αιτήτρια δεν υπέβαλε, ως η υποχρέωση της, οποιοδήποτε ουσιώδες στοιχείο σε σχέση με τον αλλοδαπό G. A. H. K. που να ανατρέπει τη διαπίστωση διάπραξης της σχετικής παράβασης και να αποτελεί έρεισμα ώστε να διαφοροποιηθεί έστω η διάρκεια της περιόδου απασχόλησης του για σκοπούς υπολογισμού του ύψους του διοικητικού προστίμου, η επιθεωρήτρια καθόλα ορθά και συμμορφούμενη με την προβλεπόμενη εκ του άρθρου 85 Α εδάφιο 5 του Νόμου προέβη σε σύνταξη της Πράξης Επιβολής Προστίμου, εφαρμόζοντας το κατά Νόμο τεκμήριο της ελάχιστης περιόδου απασχόλησης των έξι μηνών που προνοεί το άρθρο 85Β[1] του Νόμου αναφορικά με το ύψος του διοικητικού προστίμου. Μάλιστα από τον Πίνακα Επιβολής Πρόστιμου, ο οποίος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της προσβαλλόμενης απόφασης, διαφαίνεται ρητώς ότι σε σχέση με τον εν λόγω μισθωτό επιβλήθηκε προστίμο ύψους €500 αυξανόμενο για 6 μήνες. Στην δε υποσημείωση που τίθεται κάτω από τον πίνακα επιβολής προστίμου (βλ. Στήλη σύνολο) επεξηγείται επίσης με σαφήνεια, ότι το συνολικό ποσό των €3500 προκύπτει από το πρόστιμο που επιβάλλεται για το μήνα διαπίστωσης παράβασης που ανέρχεται στο ποσό των €500, ως άλλωστε επιτάσσει και το άρθρο 85 Α (1)του Νόμου, αυξανόμενο για τους μήνες απασχόλησης από την εφαρμογή της νομοθεσίας ή από τους μήνες απασχόλησης που λαμβάνονται υπόψη μετά την υποβολή παραστάσεων.
Επαναλαμβάνεται δε ότι η αιτήτρια ουδέν υπέβαλε αναφορικά με τη διάρκεια απασχόλησης του μισθωτού G. A. H. K. αλλά ούτε και υπέδειξε, ως όφειλε, κατά πάγια νομολογία, οιονδήποτε σφάλμα στη μέθοδο υπολογισμού του επίδικου προστίμου ώστε να τίθεται εν αμφιβόλω η εφαρμογή του κατά νόμο τεκμηρίου της ελάχιστης περιόδου απασχόλησης που προνοεί το άρθρο 85Β του Νόμου και επομένως η νομιμότητα της επαύξησης του προστίμου για 6 μήνες (Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου v Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού( Αναθεωρητική Έφεση αρ. 129/2015, ημερομηνίας 2/11/22), ECLI:CY:AD:2022:D417 Καττιμέρη v Δημοκρατία (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 65/2019, ημερομηνίας 22 Νοεμβρίου 2023).
Τα πιο πάνω απαντούν και στα όσα παντελώς γενικόλογα και ατεκμηρίωτα διατείνεται η αιτήτρια περί του ότι «δεν αιτιολογείται η απόφαση για το ύψος του προστίμου που επιβλήθηκε και τα γεγονότα ή οι επιβαρυντικές περιστάσεις που λήφθηκαν υπόψη για τον υπολογισμό του, αλλά ούτε και τα τυχόν ελαφρυντικά στοιχεία που έλαβαν υπόψη». Ως ήδη υποδείχθηκε τα άρθρα 85Α και 85Β του Νόμου καθορίζουν ενδελεχώς τη μέθοδο υπολογισμού του διοικητικού προστίμου χωρίς να αφήνουν οποιαδήποτε διακριτική ευχέρεια στον επιθεωρητή για τον τρόπο επιβολής και/ή το ύψος υπολογισμού του.
Δεν εντοπίζω οτιδήποτε μεμπτό. Εν προκειμένω, ως ορθά υποδεικνύει και η ευπαίδευτη συνήγορος του καθ΄ου η αίτηση, καθοριστική είναι η διαπίστωση, ότι η αιτήτρια αφενός άσκησε το δικαίωμα που της παραχωρήθηκε για υποβολή παραστάσεων, αφετέρου τα στοιχεία που υπέβαλε έστω και εκτός τη ταχθείσας προθεσμίας εξετάστηκαν και λήφθηκαν υπόψη κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Ωστόσο και παρά τη ρητή υπόμνηση του καθ΄ου η αίτηση στην Ειδοποίηση Διαπίστωσης Παράβασης για υποβολή τέτοιων στοιχείων που να αποδεικνύουν ότι η αιτήτρια δε είχε διαπράξει την παράβαση της αδήλωτης εργασίας σε σχέση με τον εν λόγω μισθωτό, τίποτα από αυτά που η αιτήτρια, εν τέλει, υπέβαλε δεν ήταν ικανά να αποδείξουν τη μη διάπραξη της επίμαχης παράβασης. Είναι δε ακριβώς για όλους τους πιο πάνω λόγους που δεν μπορώ να δεχθώ ούτε ότι η μη διαγραφή οποιασδήποτε εκ των δυο προδιατυπωμένων διαζεύξεων στην Πράξη Επιβολής Προστίμου (ήτοι «δεν ασκήσατε το δικαίωμα για υποβολή παραστάσεων που σας παρέχει η νομοθεσία/ασκήσατε το δικαίωμα για υποβολή παραστάσεων που σας παρέχει η νομοθεσία και αποτύχατε να παρουσιάσετε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι δεν διαπράξατε τη σχετική παράβαση που προβλέπεται στο Άρθρο 85 Α(1) του Νόμου») μπορεί να επηρεάσει με οποιοδήποτε τρόπο τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και να καταδείξει ως εσφαλμένα εισηγείται η αιτήτρια ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα στοιχεία που υπέβαλε, αφού από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, αρρήκτως συνδεδεμένο με την ληφθείσα απόφαση, προκύπτει επακριβώς το αντίθετο, ώστε να μην αφήνεται αμφιβολία για τους λόγους που οδήγησαν στη λήψη της επίδικης απόφασης (Vassiliou v. Republic (1982) 3 C.L.R.220, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1959 σελ. 185) Ηλιόπουλος ν. ΑΗΚ (2000) 3 Α.Α.Δ. 438).
Τελικώς απορριπτέα κρίνεται και η έτερη γενική αναφορά της αιτήτριας ότι παραβιάζονται οι αρχές της καλής πίστης, της χρήστης διοίκησης και της φυσικής δικαιοσύνης διότι δήθεν η αιτήτρια δεν μπορούσε να «δώσει ανάλογες απαντήσεις επί του θέματος» επειδή δήθεν «δεν τέθηκε το πραγματικό και νομικό υπόβαθρο αδήλωτης εργασίας». Δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Πέραν του ότι ο ισχυρισμός αυτός προβάλλεται παντελώς ατεκμηρίωτα, αρκεί να επισημανθεί ότι στη σχετική Ειδοποίηση Διαπίστωσης Παράβασης καταγράφετο ρητώς η πρόθεση της επιθεωρήτριας για επιβολή διοικητικού προστίμου συμφώνως των προνοιών του άρθρου 85 Α του Νόμου, ενώ ως παρατηρώ διενεργείτο και ρητή υπόμνηση εκ μέρους του καθ΄ου η αίτηση για προσκόμιση στοιχείων που να αποδεικνύουν τη μη διάπραξη της επίδικης παράβασης. Στο δε Πίνακα Στοιχείων Μισθωτών, ο οποίος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Ειδοποίησης, επεξηγείτο ρητά και με σαφήνεια ότι επρόκειτο περί παράβασης αδήλωτης εργασίας, αναφορικά με τον μισθωτό G. A. H. K.. Περαιτέρω στον υπό αναφορά Πίνακα αναγράφετο, ως παρατηρώ, η ημερομηνία γέννησης του συγκεκριμένου αλλοδαπού, οι «μήνες παράληψης» εκ μέρους της αιτήτριας ως προς τη δήλωση απασχόλησης του, οι οποίοι συμφώνως με τις πρόνοιες του Νόμου ανέρχοντο σε 6 μήνες καθώς και οι μηνιαίες αποδοχές του μισθωτού οι οποίες, ως καταγράφετο, ανέρχονταν στο ποσό των €1056.
Καθίσταται φανερό ότι στην προκειμένη περίπτωση η επιθεωρήτρια ενήργησε συμμορφούμενη πλήρως με τις νομοθετικές επιταγές του Νόμου 59(Ι)/2010 και η επίδικη πράξη επιβολής διοικητικού προστίμου είναι καθόλα νόμιμη. Η αιτήτρια ουδέν άλλωστε υπέβαλε και ουδέν επί της ουσίας υπέδειξε που να μπορεί πράγματι να ανατρέψει την επίδικη διαπίστωση ότι η εργασία του αλλοδαπού δεν είχε δηλωθεί, διαπίστωση η οποία ευθέως και αναντίλεκτα επιβεβαιώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και δη από την ίδια τη ρητή παραδοχή του μισθωτού, ως αύτη καταγράφεται στο σχετικό έντυπο επιθεώρησης, ότι η εταιρεία «Troodos Hotel», ήτοι η αιτήτρια, είναι ο εργοδότης του.
Στη βάση των ανωτέρω, κρίνω ότι η αιτήτρια δεν έχει θέσει οτιδήποτε ικανό που να ανατρέπει το τεκμήριο της κανονικότητας έτσι ώστε να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για την αναγκαιότητα παρέμβασης του (Αρχή Τηλεπικοινωνίων Κύπρου v Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 36/2021, ημερομηνίας 15/10/24) Καττιμέρη v Δημοκρατία (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 65/2019, ημερομηνίας 22/11/23).
Συνεπώς ουδείς λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Κατά συνέπεια, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται €1.900 έξοδα εναντίον της αιτήτριας και υπέρ του καθ’ ου η αίτηση.
Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.
[1] 85Β.-(1) Ο µισθωτός, αναφορικά µε τον οποίο διαπράχθηκε η κατά το άρθρο 85Α παράβαση, τεκµαίρεται ότι απασχολείτο συνεχώς από τον εργοδότη, στην υπηρεσία του οποίου βρισκόταν την ηµέρα διαπίστωσης της παράβασης, για τους αµέσως προηγούµενους έξι (6) µήνες µε αποδοχές ίσες µε µιάµιση φορά το ποσό των βασικών ασφαλιστέων αποδοχών που ισχύει κατά την ηµέρα της παράβασης, εκτός αν ο εργοδότης αποδείξει ότι η περίοδος απασχόλησης ήταν βραχύτερη ή/και ότι το ποσό αποδοχών ήταν χαµηλότερο:
Νοείται ότι όπου διαπιστώνεται ότι η πραγµατική περίοδος απασχόλησης είναι µεγαλύτερη των έξι (6) µηνών ή και ότι το πραγµατικό ποσό αποδοχών ήταν ψηλότερο του τεκµαιρόµενου, λαµβάνεται υπόψη η πραγµατική περίοδος ή και το πραγµατικό ποσό αποδοχών[...].
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο