O. A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Διευθύντριας Τμήματος Μετανάστευσης στη βάση διά νόμου εκχώρησης εξουσιών του Υφυπουργού Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας παρά τω Προέδρω, Υπόθεση Αρ. 1118/2024, 17/10/2024

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 1118/2024 (K) iJustice

                                             

   17 Οκτωβρίου, 2024

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡ0 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

O. A.

Αιτήτρια

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Διευθύντριας Τμήματος Μετανάστευσης στη βάση διά νόμου εκχώρησης εξουσιών του Υφυπουργού Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας παρά τω Προέδρω

Καθ’ ων η αίτηση

......... 

 

 

Νικολέττα Χαραλαμπίδου, για Νικολέττα Χαραλαμπίδου ΔΕΠΕ για Αιτήτρια

Θεοχάρια Παπανικολάου, Δικηγόρο για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Καθ' ων η αίτηση.

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Η Αιτήτρια είναι υπήκοος Λευκορωσίας και αφίχθηκε πρώτη φορά στη Δημοκρατία στις 09.05.1998 με θεώρηση εισόδου. Στις 20.03.1999 αφίχθην εκ νέου στη Δημοκρατία με σκοπό όπως εργαστεί με σχετική άδεια εισόδου.

 

Στις 13.08.2015 η Αιτήτρια υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου αλλά ο φάκελος έκλεισε καθότι στις 13.08.2019 Κύπριος πολίτης (εφεξής «ΚΠ») υπέβαλε αίτημα για άδεια παραμονής της Αιτήτριας ως επισκέπτριας με σκοπό να τελέσουν γάμο. Το αίτημα εγκρίθηκε και στις 10.01.2020 ο ΚΠ και η Αιτήτρια σύναψαν Πολιτική Συμβίωση.

 

Στις 05.03.2020 η Αιτήτρια αποτάθηκε για άδεια παραμονής ως σύζυγος Κύπριου πολίτη και της παραχωρήθηκε άδεια με ισχύ μέχρι 23.07.2024.

 

Μετά από διερεύνηση της Αστυνομίας, η διοίκηση έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν συμβιώνει με τον ΚΠ και εξ αιτίας αυτού, με απόφαση της ημερομηνίας 29.03.2022 προχώρησε σε ακύρωση της άδειας διαμονής της Αιτήτριας ως συζύγου ΚΠ και η Αιτήτρια κλήθηκε να αναχωρήσει άμεσα από τη Δημοκρατία.

 

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ακύρωσης την άδεια παραμονής της, η Αιτήτρια καταχώρησε την Προσφυγή αρ. 1219/2022 Oxxxxx Axxxxxx ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Αν. Διευθύντριας Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης στο Διοικητικό Δικαστήριο.

 

Στις 03.05.2023, η Αιτήτρια συνελήφθη για παράνομη παραμονή στην Δημοκρατία και στις 04.05.2023 κηρύχθηκε απαγορευμένη μετανάστρια και εναντίον της εκδόθηκε διάταγμα κράτησης και απέλασης δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου. Οι εν λόγω πράξεις προσεβλήθησαν από την Αιτήτρια με την Προσφυγή αρ. 749/2023 Oxxx Axxxxxx ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Αν. Διευθύντριας Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.

 

Οι πιο πάνω προσφυγές αρ. 1219/2022 και 749/2023 συνεκδικάσθηκαν.

 

Στις 17.05.2023, αναστάληκε η εκτέλεση του Διατάγματος απέλασης ενόψει της προσφυγής αρ. 749/2023. Στις 03.07.2023 και 19.07.2023 έγινε εισήγηση για συνέχιση της κράτησης της Αιτήτριας ενώ στις 18.08.2023 εκδόθηκαν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα για την αιτήτρια.

 

Στις 11.03.2024 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης απέρριψε την αίτηση της Αιτήτριας για παραχώρηση άδειας διαμονής της ως εργαζόμενης σε εταιρεία ξένων συμφερόντων.

 

Στις 02.08.2024 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης απέρριψε και πάλι αίτηση της Αιτήτριας για παραχώρηση άδειας διαμονής της ως εργαζόμενης σε εταιρεία ξένων συμφερόντων.

 

Στις 07.08.2024, η Αιτήτρια συνελήφθη για παράνομη παραμονή στην Δημοκρατία και στις 08.08.2024 εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης εναντίον της δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου. Θα αναφερθώ κατωτέρω ως προς τη διοικητική ενέργεια που προηγήθηκε των εν λόγω αποφάσεων.

 

Στις 04.10.2024 εξεδόθη η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου στις ως άνω Συν. Προσφυγές αρ. 1219/2022 και 749/2023. Το Διοικητικό Δικαστήριο (Φ. Κωμοδρόμος, ΠΔΔ), ακύρωσε τις εκεί προσβαλλόμενες πράξεις αναφέροντας μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

 

«Δεδομένου λοιπόν ότι στην υπό εξέταση περίπτωση δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις περί εικονικότητας, καθότι η απόρριψη της αίτησης δεν έγινε στη βάση της γνησιότητας ή μη του γάμου, εύλογα τίθεται το ερώτημα στη βάση ποιων διατάξεων τελικά λήφθηκε η επίδικη απόφαση ακύρωσης της άδειας διαμονής της αιτήτριας στη Δημοκρατία. Επ' αυτού, ωστόσο, ουδεμία αναφορά γίνεται στην επίδικη απόφαση και το μόνο που αναφέρεται στην επιστολή ημερομηνίας 29.3.2020 (sic), είναι ότι η εν λόγω άδεια ακυρώθηκε, καθότι η αιτήτρια δεν συμβίωνε με τον σύζυγό της. Με αποτέλεσμα, να παρατηρείται κενό αιτιολογίας της επίδικης απόφασης, που καθιστά ανέφικτη τη διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου. Πουθενά στην επίδικη απόφαση δεν αναφέρεται στη βάση ποιου νόμου ή/και ποιας νομοθετικής διάταξης αποφασίστηκε η ακύρωση της άδειας διαμονής της αιτήτριας για το λόγο ότι δεν συμβιώνει με το σύζυγό της. Ούτε και με παρέπεμψε η πλευρά των καθ' ων η αίτηση σε οποιοδήποτε έγγραφο, από το οποίο να προκύπτει η νομοθετική βάση λήψης της επίδικης απόφασης.

 

Μάλιστα, οι δυο πλευρές επιχειρηματολόγησαν εν εκτάσει στις γραπτές τους αγορεύσεις αναφορικά με το ισχύον στην παρούσα περίπτωση νομοθετικό καθεστώς και δη για το κατά πόσον εφαρμόζονται εν προκειμένω οι διατάξεις του Νόμου 7(Ι)/2007 ή του Κεφ. 105, για να καταλήξουν τελικά ότι η απάντηση στο εν λόγω ζήτημα δεν είναι ουσιώδους σημασίας για την επίδικη διαφορά. Ειδικότερα, η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση ανέφερε ότι, σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση περί του εφαρμοστέου Νόμου είναι αχρείαστη για την επίλυση της παρούσας διαφοράς, αφού επίδικο θέμα είναι η απόφαση ακύρωσης της άδειας διαμονής της αιτήτριας και ο λόγος της ακύρωσης ήταν η μη συμβίωση της αιτήτριας με το σύντροφό της. Ωστόσο, το ερώτημα στη βάση ποιας νομοθετικής διάταξης λήφθηκε η επίδικη απόφαση, είναι καίριας σημασίας, δεν απαντήθηκε και εξακολουθεί να παραμένει. Ουδεμία αναφορά γίνεται στη νομική βάση της επίδικης απόφασης, με αποτέλεσμα εύλογα να τίθεται το ερώτημα στη βάση ποιας/ποιων διατάξεων λήφθηκε η επίδικη απόφαση; Η δε ανάγκη αιτιολόγησης επιτείνεται από τους ισχυρισμούς της αιτήτριας, η οποία ακριβώς θέτει το ερώτημα ποια διάταξη νόμου προβλέπει τη δυνατότητα ακύρωσης άδειας διαμονής όταν διαπιστωθεί ότι το ζεύγος δεν συμβιώνει;

 

Στην επίδικη απόφαση, ως αυτή περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 29.3.2022, παρατηρείται παντελής έλλειψη αναφοράς στη νομική βάση αυτής, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτη η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου, που είναι και το ζητούμενο (L.A.S. BOATING LTD v. Δημοκρατία, ΕΔΔ 37/2017, ημερ. 26.10.2023, Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).

(…)

Παρόμοια ισχύουν και εν προκειμένω και δεδομένα το Δικαστήριο δεν είναι υπόχρεο να ανατρέξει στον διοικητικό φάκελο και να διενεργήσει πρωτογενή αξιολόγηση, προκειμένου να διαπιστώσει την επάρκεια της αιτιολόγησης της επίδικης απόφασης, ελλείψει και οποιασδήποτε σχετικής παραπομπής σε εντός του διοικητικού φακέλου συγκεκριμένα στοιχεία από την πλευρά των καθ' ων η αίτηση. Κάτι τέτοιο, υπό το φως και της προεκτεθείσας νομολογίας, θα ξέφευγε των ορίων της ίδιας της φύσης του αναθεωρητικού ελέγχου του Δικαστηρίου τούτου.

 

 

Ως εκ των πιο πάνω, διαπιστώνεται κενό αιτιολόγησης της απόφασης ακύρωσης της διαμονής της αιτήτριας στη Δημοκρατία, αλλά και έρευνας, εφόσον δε φαίνεται να διενεργήθηκε η δέουσα έρευνα ως προς το εφαρμοστέο νομοθετικό καθεστώς στην παρούσα υπόθεση.

 

Οι πιο πάνω διαπιστώσεις σφραγίζουν την τύχη της προσφυγής αρ. 1219/2022 (i-Justice) και παρέλκει η εξέταση άλλων ζητημάτων που έχουν εγερθεί. Εντοπίζεται κενό αιτιολόγησης της επίδικης απόφασης, με αποτέλεσμα να στοιχειοθετείται βάσιμος λόγος ακύρωσης.

 

Συνεπώς, η προσφυγή αρ. 1219/2022 (i-Justice) επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακύρωσης της άδειας διαμονής της αιτήτριας, ακυρώνεται.

 

Παράλληλα, τα πιο πάνω σφραγίζουν και την τύχη της έτερης προσφυγής αρ. 749/2023 (i-Justice), η οποία και θα πρέπει να επιτύχει, με αποτέλεσμα η επίδικη απόφαση έκδοσης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης της αιτήτριας, ημερομηνίας 4.5.2023, αναπόφευκτα να υπόκειται σε ακύρωση: εφόσον, για τους λόγους που έχουν προεκτεθεί, πάσχει το έρεισμα έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, ήτοι η απόφαση ακύρωσης της διαμονής της αιτήτριας στη Δημοκρατία, η οποία και αποτέλεσε την αιτία κήρυξης της αιτήτριας ως απαγορευμένης μετανάστη δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, ως παράνομα διαμένουσας στη Δημοκρατία κατά το χρόνο της σύλληψής της και της έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, πάσχει και η απόφαση έκδοσης των εν λόγω διαταγμάτων, εφόσον αποκλειστική βάση για την έκδοση αυτών ήταν η προηγηθείσα απόφαση ακύρωσης της διαμονής της αιτήτριας στη Δημοκρατία».

 

Κατόπιν της ως άνω απόφασης, οι ευπαίδευτες συνήγοροι επιχειρηματολόγησαν κατά πόσο η ακύρωση επηρεάζει και τις προσβαλλόμενες στις παρούσες προσφυγές πράξεις, με τις εκ διαμέτρου  αντίθετες θέσεις των μερών να καταγράφονται στα σχετικά προς τούτο υπομνήματά τους.

 

Η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση προβάλλει ότι οι εδώ προσβαλλόμενες δεν συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με τις πράξεις που ακυρώθηκαν στα πλαίσια των Συν. Προσ. αρ. 1219/2022 και 749/2023. Κατά την εισήγησή τους, «γενέτειρα» των εδώ προσβαλλόμενων είναι η απόφαση επιβολής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, τα οποία αντικατέστησαν την κράτηση που είχε προσβληθεί στα πλαίσια της Προσφυγής Αρ. 749/2023. Δεδομένου δε, θέτουν, ότι η εν λόγω πράξη δεν προσβάλλεται και εξαιτίας αυτής ακολούθως η Αιτήτρια κηρύχθηκε παράνομη με αποτέλεσμα την έκδοσή των προσβαλλόμενων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, η ακύρωση στα πλαίσια των Συν. Προσ. αρ. 1219/2022 και 749/2023 δεν επηρεάζει με οποιονδήποτε τρόπο τις εδώ προσβαλλόμενες.

 

Η πλευρά της Αιτήτριας θεωρεί ότι, οι εδώ προσβαλλόμενες συνδέονται άμεσα με τις ακυρωθείσες και δη την κήρυξή της Αιτήτριας ως παράνομης μετανάστριας και ότι σε κάθε περίπτωση δεν είχε λόγο να προσβάλει την απόφαση για επιβολή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων καθότι εκείνη η απόφαση ήταν ευμενής υπό τις περιστάσεις πράξη, την οποία η ίδια είχε ζητήσει λόγω ακριβώς της κράτησής της, η οποία ήταν δυσμενούς φύσης. 

 

Έχω μελετήσει με ενδιαφέρον τα επιχειρήματα των μερών και σημειώνω τα ακόλουθα:

 

Στο Σημείωμα της λειτουργού των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 01.08.2024 προς τη Διευθύντρια των Καθ’ ων η αίτηση, καταγράφηκε καταληκτικά η ακόλουθη εισήγηση:

 

«(α) απόρριψη του αιτήματος της αλλοδαπής ημερ. 26.03.2024 για υποβολή αίτησης για έκδοση άδειας διαμονής και απασχόλησης σε εταιρεία ξένων συμφερόντων, αφού η έγκριση που της έχει δοθεί για διευθέτηση της διαμονής της αφορούσε το καθεστώς του μέλους οικογένειας Κύπριου πολίτη και, πλέον, δεν αντλεί δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία από Κύπριο πολίτη και λόγω του προβληματικού μεταναστευτικού ιστορικού της,

(β) έκδοση νέου διατάγματος κράτησης εναντίον της αλλοδαπής βάσει του άρθρου 18ΠΣΤ(1)(α) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ» 105, ως έχει τροποποιηθεί, το οποίο προνοεί κράτηση όταν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής,

(γ) ενεργοποίηση της εκτέλεσης του διατάγματος απέλασης ημερ. 04.05.2023 που είχε ανασταλεί στις 19.05.2023. Η εισήγηση βασίζεται στο γεγονός ότι η αλλοδαπή δεν έχει συμμορφωθεί με τον όρο αποφυλάκισης που της είχε δοθεί για διευθέτηση της διαμονής της, ενώ, επιπλέον, σύμφωνα με την Αστυνομία, δεν συνεργάζεται για την έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου.(…)».

 

Ως καταγράφεται επί του Σημειώματος, η εν λόγω εισήγηση εγκρίθηκε από τη Διευθύντρια στις 02.08.2024 και ακολούθως εξεδόθηκαν οι εδώ προσβαλλόμενες πράξεις.

 

Από το ανωτέρω απόσπασμα διαπιστώνω ότι η κήρυξη της Αιτήτριας ως απαγορευμένης μετανάστριας στηρίχθηκε στο γεγονός ότι οι Καθ΄ων η αίτηση απέρριψαν την αίτησή για διευθέτηση της παραμονής της ως απασχολούμενη σε εταιρεία καθότι η έγκριση που της έχει δοθεί για διευθέτηση της διαμονής της έπρεπε να αφορά το καθεστώς του μέλους της οικογένειας του ΚΠ. Με λίγα λόγια η σταθερή απόφαση των Καθ΄ων η αίτηση, η οποία εκδηλώθηκε πρώτα με την έκδοση της απόφασης ημερ. 29.03.2022 για ακύρωση του δελτίου διαμονής της Αιτήτριας και ακολούθως με την κήρυξη της Αιτήτριας ως απαγορευμένης μετανάστριας ημερομηνίας 04.05.2023 και τελικά με την εδώ κήρυξη της ως παρανόμου ήταν ότι όφειλε να αποδείξει αρμονική συμβίωση με τον ΚΠ. Το ίδιο, δηλαδή απόδειξη αρμονικής συμβίωσης της Αιτήτριας με τον ΚΠ, έθετε η διοίκηση και ως όρο στην απόφασή της περί εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.

 

Περαιτέρω, από το πιο πάνω απόσπασμα διαπιστώνω ότι το εδώ προσβαλλόμενο διάταγμα απέλασης δεν ήταν νέο αλλά κατ’ ουσίαν ενεργοποιήθηκε η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης ημερ. 04.05.2023 που είχε ανασταλεί στις 19.05.2023. Από την άλλη μεριά, το διάταγμα κράτησης καταγράφεται στο ως άνω απόσπασμα ως «νέο» λόγω ότι είχε μεσολαβήσει η απόφαση για επιβολή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, η οποία ακριβώς είχε ληφθεί στις 18.08.2023 προς αντικατάσταση του διατάγματος κράτησης ημερ. 04.05.2023. Ως ανέφερα, η εν λόγω απόφαση επαναλάμβανε προς την Αιτήτρια την υποχρέωσή της να προσκομίσει αποδείξεις αρμονικής συμβίωσης με τον ΚΠ.

 

Ευλόγως άρα συνάγω ότι η ακυρωτική απόφαση στις Συν. Προσ. αρ. 1219/2022 και 749/2023 συμπαρασύρει ή οδηγεί σε ακυρότητα και τις εδώ προσβαλλόμενες. Αυτό διότι, η μεν κήρυξή της Αιτήτριας εδώ ως παρανόμου στηρίχθηκε στο ακυρωθέν (ήδη) ως στερούμενο αιτιολογίας και έρευνας συμπέρασμα της διοίκησης περί απαίτησης αρμονικής συμβίωσης για τη συγκεκριμένη περίπτωση της Αιτήτριας, το οποίο είχε οδηγήσει τη διοίκηση να ακυρώσει την άδεια διαμονής της, το δε διάταγμα απέλασης, του οποίου η εκτέλεση απλώς ενεργοποιήθηκε (καθότι είχε προηγουμένως ανασταλεί), δεν εξεδόθη δηλαδή νέο, δεν μπορεί καν να θεωρηθεί ότι «συμπαρασύρεται σε ακύρωση» ή χρήζει ακύρωσης από το παρόν, καθότι ακυρώθηκε ήδη με την απόφαση στις Συν. Προσ. αρ. 1219/2022 και 749/2023 που ακριβώς επίδικο ήταν το διάταγμα απέλασης ημερομηνίας 04.05.2023, αυτό δηλαδή που αφού πλέον «ενεργοποιήθηκε» η εκτέλεσή του, εξεδόθη με νέα όμως ημερομηνία, 08.08.2024 και προσβάλλεται πλέον (και) εδώ.

 

Ως προς το τελευταίο, σε κάθε περίπτωση παρά το ότι δεν απαιτείται εκ νέου ακύρωση από το παρόν, του ήδη ακυρωθέντος διατάγματος απέλασης, αμιγώς για λόγους ασφάλειας δικαίου (βλ. κατ’ αναλογία επί ανυπόστατων πράξεων Κ. Γώγου «Η ανυπόστατη διοικητική πράξη» Εκδ 2012, σελ 206 κ.επ) επειδή τυπικά έστω φέρει νέα ημερομηνία παρουσιάζοντας ενδεχόμενη επίφαση ότι αποτελεί μια νέα πράξη, διά της παρούσας ακυρώνεται και το διάταγμα αυτό ως και το αναφερόμενο ανωτέρω διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 08.08.2024. Αμφότερα εδράστηκαν στην κήρυξη της Αιτήτριας ως απαγορευμένης μετανάστριας έχοντας όλα, και η κήρυξη, ως απώτερο θεμέλιό τους την ακύρωση της άδειας παραμονής της Αιτήτριας ως συζύγου ΚΠ, πράξη η οποία πλέον ακυρώθηκε με την απόφαση στις Συν. Προσ. αρ. 1219/2022 και 749/2023. Σχετικές ως προς τη συνέπεια της ακύρωσης της πράξης-θεμέλιο προς τις επόμενες που εδράζονται σε αυτή είναι η απόφαση Έφ. Δ.Δ Αρ. 66/2016 Αsif Muhammad κ.α ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 13.07.2023 και η λίαν πρόσφατη Έφ. Δ.Δ Αρ. 159/2019          Άννα Μακρή ν. Δήμου Λακατάμιας ημερ. 14.10.2024.

 

Σημειώνω στο σημείο αυτό παρενθετικά ότι, στην προκείμενη περίπτωση, δε θεωρώ καν ότι η μεσολάβηση της απόφασης περί εναλλακτικών της κράτησης μέτρων ημερ. 18.08.2023 είναι ανεξάρτητη της όλης διοικητικής ενέργειας που προηγήθηκε ούτε φυσικά του διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 04.05.2023, αλλά απόφαση άμεσα συναρτώμενη του διατάγματος αυτού, εφόσον ακριβώς εξεδόθη ως αποτέλεσμα του αντίστοιχου αιτήματος της Αιτήτριας προκειμένου να μην τελεί υπό κράτηση βάσει αυτού. Δεν μπορώ λοιπόν και από αυτή τη σκοπιά να δω πώς θα μπορούσε να έχει ακυρωθεί το μείζον, το διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 04.05.2023 ελλείψει νομίμου/ αιτιολογικού ερείσματος και να παραμένει ισχυρό το έλασσον, ήτοι το εναλλακτικό και ευνοϊκότερο του διατάγματος αυτού μέτρο.

 

Σε κάθε περίπτωση, ως ανέφερα, στην αιτιολόγηση των Καθ’ ων η αίτηση και δη στο πιο πάνω Σημείωμα αναφέρεται ρητώς ότι η έγκριση που έχει δοθεί στην Αιτήτρια «για διευθέτηση της διαμονής της αφορούσε το καθεστώς του μέλους οικογένειας Κύπριου πολίτη και, πλέον, δεν αντλεί δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία από Κύπριο πολίτη» ως εκ τούτου εμφανώς η κήρυξη της εδώ ως παρανόμου εδράστηκε στην απόφαση των Καθ΄ων η αίτηση να ακυρώσουν το δελτίο διαμονής της ως συζύγου ΚΠ, πράξη η οποία πλέον έχει ακυρωθεί και άρα συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την εδώ προσβαλλόμενη πράξη κήρυξή της ως παρανόμου.

 

Ως εκ των ανωτέρω, παρέλκει η εξέταση των προτασσόμενων λόγων ακύρωσης. Η προσφυγή επιτυγχάνει και οι προσβαλλόμενες πράξεις ακυρώνονται με έξοδα 1.800 ευρώ πλέον ΦΠΑ υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο