H. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1170/2022, 8/1/2025
print
Τίτλος:
H. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1170/2022, 8/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                       

(Υπόθεση Αρ. 1170/2022 (i-Justice))

 

  8 Ιανουαρίου 2025

 

                                     [ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                             H. S.                                                                                                                         Αιτητής

                                                  ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2. ΑΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Γ. Βασιλόπουλος, για Δρ. Χρίστος Π. Χριστοδουλίδης, για Αιτητή

Ν. Νικολάου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο αιτητής βάλλει κατά της νομιμότητας και εγκυρότητας της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση, η οποία περιέχεται σε σχετική επιστολή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης («το Τμήμα») ημερομηνίας 2.5.2022 και σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή ημερομηνίας 7.7.2021, που αυτός είχε καταχωρήσει κατά της απόφασης του Διευθυντή του Τμήματος, με την οποία είχε ακυρωθεί το δελτίο διαμονής του ως μέλους οικογένειας Ευρωπαίου πολίτη.  

 

Η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 8.6.2022 και παρόλο που είχαν δοθεί κατ’ επανάληψη παρατάσεις στους καθ’ ων η αίτηση για την καταχώρηση της ένστασής τους, αυτοί δεν ανταποκρίθηκαν, με αποτέλεσμα, κατά τη δικάσιμο της 18.1.2024, το Δικαστήριο τούτο να αποφασίσει τη συνέχιση της διαδικασίας χωρίς δικαίωμα καταχώρησης ένστασης εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση. Προηγουμένως, κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 15.12.2023, η δικηγόρος που είχε εμφανιστεί εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, ζήτησε για τελευταία φορά, όπως δήλωσε, παράταση χρόνου λίγων ημερών προκειμένου να καταχωρήσει την ένσταση των καθ’ ων η αίτηση, αίτημα το οποίο εγκρίθηκε από το παρόν Δικαστήριο, όμως και πάλι, το δικόγραφο της ένστασης δεν καταχωρήθηκε. Με αποτέλεσμα, κατά τη δικάσιμο της 18.1.2024, να δοθούν οδηγίες για την καταχώρηση της γραπτής αγόρευσης του αιτητή. Πράγματι, η γραπτή αγόρευση καταχωρήθηκε στις 4.2.2024 και η προσφυγή ορίστηκε για διευκρινίσεις και προσκόμιση του διοικητικού φακέλου.

 

Αποτελεί βασικό άξονα της επιχειρηματολογίας του συνηγόρου του αιτητή, όπως προκύπτει από τη γραπτή του αγόρευση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω ελλιπούς και/ή ανεπαρκούς αιτιολόγησής της.

 

Ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης ευσταθεί.

 

Η επίδικη απόφαση, ως αυτή περιέχεται στην επιστολή του Τμήματος ημερομηνίας 2.5.2022, με τίτλο «Ιεραρχική Προσφυγή του ζεύγους H. S. & R. P. B.», αναφέρει τα εξής:

 

«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας ημερομηνίας 07/07/2021 σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας ενημερώνω ότι η Ιεραρχική προσφυγή εξετάστηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών και απορρίφθηκε.

 

Ως εκ τούτου καλείσθε όπως εντός τριάντα (30) ημερών ενημερώσετε τον πελάτη σας να αναχωρήσει άμεσα από τη Δημοκρατία.

 

Πληροφορείσθε, επίσης, για το δικαίωμα άσκησης προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών ως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο.».

 

Αυτό που αμέσως μπορεί να διαπιστωθεί από το πιο πάνω κείμενο, είναι ότι πουθενά δεν αναφέρεται, έστω στοιχειωδώς, ο λόγος για τον οποίο οι καθ’ ων η αίτηση αποφάσισαν την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής, αλλ’ ούτε και γίνεται οποιαδήποτε αναφορά σε νομική βάση της προσβαλλόμενης απόφασης. Απουσιάζει, δηλαδή, οποιαδήποτε αναφορά στους πραγματικούς και νομικούς λόγους λήψης της επίδικης κρίσης, με αποτέλεσμα να μην καθίσταται αντιληπτό το σκεπτικό και/ή ο συλλογισμός της Διοίκησης και/ή ο λόγος για τον οποίο αποφασίστηκε η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή. Ως εκ τούτου, καθίσταται ανέφικτη η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου, ως η νομολογία πάγια και διαχρονικά επιτάσσει (L.A.S. BOATING LTD, ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 37/2017, ημερ. 26.10.2023, Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).

 

Έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί η ανάγκη για σαφή αιτιολόγηση της διοικητικής πράξης, ούτως ώστε να μην αφήνονται αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης (βλ. και άρθρο 28(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν.158(Ι)/1999). Θα πρέπει, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει εν προκειμένω, να παρατίθενται οι πραγματικοί και νομικοί λόγοι που αποτέλεσαν το έρεισμα της διοικητικής απόφασης (Φράγκου, ανωτέρω). Αντίθετα, αιτιολογία που διατυπώνεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο, ούτως ώστε να μην προκύπτει πως και στη βάση ποιων πραγματικών γεγονότων και νομοθετικών διατάξεων διαμορφώθηκε η κρίση της Διοίκησης, είναι αόριστη και ελλιπής, εφόσον το Δικαστήριο δεν έχει στη διάθεσή του συγκεκριμένα στοιχεία επιδεκτικά δικαστικής εκτίμησης και άσκησης δικαστικού ελέγχου (Χρίστος Πετρώνδας ν. Δημοκρατίας (1969) 3 Α.Α.Δ. 214, Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1984) 3 Α.Α.Δ. 1348).

 

Ούτε και υφίσταται δυνατότητα συμπλήρωσης της αιτιολογίας από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, εφόσον ουδεμία παραπομπή έγινε από τους καθ’ ων η αίτηση στα στοιχεία του φακέλου. Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι κατά πάγια νομολογία, η συμπλήρωση της αιτιολογίας από το διοικητικό φάκελο, επιτρέπεται μόνον όταν τα απαιτούμενα στοιχεία προκύπτουν από το φάκελο κατά τρόπο βέβαιο και αναντίλεκτο (Χρίστος Παναγιωτίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 342). Ούτε, βεβαίως, και συνιστά έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των στοιχείων του φακέλου για να εντοπίσει το σκεπτικό της Διοίκησης και/ή τη νομική βάση της προσβαλλόμενης απόφασης, προκειμένου να κρίνει αν η επίδικη κρίση είναι επαρκώς αιτιολογημένη (Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1997) 3 Α.Α.Δ. 145, Κ.A. Preston v. Υπουργείου Εσωτερικών, ΕΔΔ αρ.189/19, ημερ. 10.12.2020).

 

Ενόψει των πιο πάνω, καταλήγω ότι υφίσταται κενό αιτιολόγησης της επίδικης απόφασης. Αυτή δε η διαπίστωση αναπόφευκτα οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, χωρίς να απαιτείται η εξέταση άλλων ζητημάτων που έχουν εγερθεί.

Κατά συνέπεια, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €1200 έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει.    

 

 

 

Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο