
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση Αρ. 1840/2019
7 Φεβρουαρίου, 2025
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Α. Κ.
Αιτήτρια,
v.
Πανεπιστημίου Κύπρου
Καθ' ων η Αίτηση.
__________________
Ξ. Ευγενίου (κα), για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε. δικηγόροι Αιτήτριας.
Τ. Τοφαρίδου (κα), για Προύντζος & Προύντζος Δ.Ε.Π.Ε., δικηγόρους για τους Καθ' ων η αίτηση.
___________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.: Η αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή ζητά:
«Α. Διακήρυξη και/ή δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του Καθ ου η Αίτηση η οποία αποστάληκε στην Αιτήτρια με επιστολή του Πρύτανη ημερομηνίας 12/11/2019 και με την οποία την ενημέρωσε ότι το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου επικύρωσε την απόφαση της Συγκλήτου για τη μη εκλογή της στη βαθμίδα της Επίκουρου Καθηγήτριας στην Ιατρική Σχολή, στην ειδικότητα «Παθολογία — Ογκολογία» είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος».
Ως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου, αντίγραφο του οποίου έχει υποβληθεί στο δικαστήριο, τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα υπόθεση έχουν ως εξής:
1. Ο Καθ' ου η Αίτηση στις 10/08/2018 προκήρυξε, μεταξύ άλλων, μια (1) θέση στη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή στην Ειδικότητα «Παθολογία- Ογκολογία» στην Ιατρική Σχολή.
2. Η Αιτήτρια, η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο κατείχε θέση Λέκτορα στην Ιατρική Σχολή του Καθ' ου η Αίτηση, υπέβαλε αίτηση για εκλογή της στην επίδικη θέση.
3. Η Ειδική Επιτροπή για την εκλογή στην επίδικη θέση Επίκουρου Καθηγητή, η οποία διορίστηκε από τη Σύγκλητο στην συνεδρία της υπ' αρ.27/2018 στις 7/11/2018, αποφάσισε όπως καλέσει για συνέντευξη μόνο την Αιτήτρια, μεταξύ των υποψηφίων οι οποίοι υπέβαλαν αίτηση.
4. Η Ειδική Επιτροπή κατά τη συνεδρία της, ημερ. 17/1/2019, αφού εξέτασε τα ενώπιον της στοιχεία και αφού ολοκληρώθηκε η παρουσίαση και η προσωπική συνέντευξη, αποφάσισε ομόφωνα να εισηγηθεί για εκλογή στην Επίδικη Θέση την Αιτήτρια.
5. Το Εκλεκτορικό Σώμα στις 23/01/2019 αποφάσισε να υιοθετήσει την εισήγηση της Ειδικής Επιτροπής.
6. Στη Συνεδρία της αρ. 10/2019 στις 6/03/2019, η Σύγκλητος αφού εξέτασε τα έγγραφα, την Έκθεση της Ειδικής Επιτροπής, την Έκθεση του Εκλεκτορικού Σώματος, το Νόμο του Πανεπιστημίου καθώς και τους Κανονισμούς σε σχέση με τη διαδικασία εκλογής Ακαδημαϊκού Προσωπικού, ψήφισε σε σχέση με το ερώτημα κατά πόσο να επικυρώσει την απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος για εκλογή της Αιτήτριας στην Επίδικη Θέση. Κατά την ψηφοφορία των μελών της Συγκλήτου δεν συγκεντρώθηκαν οι απαραίτητοι θετικοί ψήφοι για να υπάρχει απόλυτη πλειοψηφία ως απαιτείτο, και ως εκ τούτου η Σύγκλητος αποφάσισε να μην επικυρώσει την απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος. Ως αιτιολογική βάση της απόφασης της Συγκλήτου ήτο ότι η Αιτήτρια αποτελούσε ήδη ακαδημαϊκό μέλος του Πανεπιστημίου Κύττρου και θα έπρεπε να ακολουθήσει τη διαδικασία ανέλιξης που προβλέπεται στους Κανονισμούς του και όχι τη διαδικασία εκλογής που αφορά την προσέλκυση νέου προσωπικού.
7. Η Επιτροπή Προσωπικού και Κανονισμών στη Συνεδρία αρ. 4/2019 στις 16/04/2019 αποφάσισε να παραπέμψει το θέμα στην ολομέλεια του Συμβουλίου του Καθ' ου η Αίτηση, λόγω αδυναμίας λήψης ομόφωνης απόφασης.
8. Το Συμβούλιο στη συνεδρία του υπ' αρ. 05/2019 στις 10/06/2019 αποφάσισε να παραπέμψει το θέμα στη Σύγκλητο για επανεξέταση.
9. Η Σύγκλητος στην Συνεδρία υπ' αρ. 20/2019 στις 3/07/2019, ενημερώθηκε για την Απόφαση του Συμβουλίου ημερ. 10/06/2019, επανεξέτασε το θέμα και αποφάσισε να μην επικυρώσει την Απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος.
10. Το Συμβούλιο του Καθ' ου η Αίτηση στη Συνεδρία του αρ. 9/2019 ημερ. 7/10/2019 επικύρωσε την Απόφαση της Συγκλήτου για μη εκλογή της Αιτήτριας στην βαθμίδα της Επίκουρης Καθηγήτριας στην ειδικότητα «Παθολογία-Ογκολογία» στην Ιατρική Σχολή.
11. Στις 12/11/2019 ο Πρύτανης του Καθ' ου η Αίτηση με επιστολή του ενημέρωσε την Αιτήτρια για τη μη εκλογή της στην Επίδικη Θέση, απόφαση κατά της οποίας καταχώρισε στις 19/12/2019 την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Προσφυγή.
Η δικηγόρος της Αιτήτριας, με τον πρώτο λόγο ακύρωσης που αναπτύσσει στη γραπτή της αγόρευση ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει καθότι, στηρίχθηκε σε εξωνομικό λόγο αντίθετο προς την ίδια την προκήρυξη. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι η προκήρυξη ήταν ανοικτή προς όλους τους προσοντούχους είτε υπηρετούσαν ήδη σε κατώτερη βαθμίδα στο Πανεπιστήμιο Κύπρου ή σε άλλο Πανεπιστήμιο ή σε άλλη εργασία, νοουμένου ότι κατείχαν τα απαραίτητα προσόντα. Αποτελεί βασικός ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι πουθενά στην προκήρυξη δεν αποκλείεται οποιοσδήποτε υποψήφιος επειδή αποτελεί υφιστάμενο μέλος του ακαδημαϊκού προσωπικού του Καθ' ου η Αίτηση.
Με τον δεύτερο λόγο ακύρωσης τον οποίο προωθεί με τη γραπτή της αγόρευση, η Αιτήτρια προβάλλει τον ισχυρισμό ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε υπό πλάνη, χωρίς δέουσα έρευνα, αντίθετα με τις υποδείξεις του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Κύπρου χωρίς αιτιολογία, ενώ υπήρξε και παραβίαση του Άρθρου 28 του Συντάγματος. Συγκεκριμένα, με τον εν λόγω λόγο ακύρωσης, υποστηρίζει ότι, η Σύγκλητος στην συνεδρία της αρ.20/2019 δεν εξέτασε τις υποδείξεις του Συμβουλίου που τέθηκαν στη συνεδρία του αρ.5/2019 και αποφάσισε την μη επικύρωση της απόφασης του Εκλεκτορικού Σώματος βασιζόμενη σε εξωνομικό λόγο. Επίσης, ισχυρίζεται ότι το Καθ' ου η Αίτηση βασίστηκε σε απόφαση της Συγκλήτου ημερ. 15/05/2019 με την οποία εγκρίθηκε όπως μέλη του υφιστάμενου ακαδημαϊκού προσωπικού να μην επιτρέπεται να υποβάλλουν αίτηση για εκλογή σε νέα θέση ακαδημαϊκού προσωπικού σε ανώτερη βαθμίδα.
Ακόμα, με τον τρίτο σε σειρά λόγο ακύρωσης, ισχυρίζεται πως υπήρξε αντιφατική στάση εκ μέρους του Καθ' ου η Αίτηση, αλλά και αποποίηση καθηκόντων εκ μέρους του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου. Ενώ ακόμη προβάλλεται ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι, το Καθ' ου η Αίτηση με την προσβαλλόμενη απόφαση ενήργησε κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το Κράτος Δικαίου.
Ως τελευταίος λόγος ακύρωσης, υποδεικνύεται εκ μέρους της Αιτήτριας ότι, από τα σχετικά πρακτικά προκύπτει, μη τήρηση άρτιων πρακτικών εκ μέρους της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου, αλλά και πάσχουσα σύνθεση και λειτουργία του Καθ' ου η Αίτηση οργάνου και κατά τις δύο σχετικές συνεδριάσεις της Συγκλήτου με αριθμούς 10/2019 και 20/2019.
Αντίθετα, είναι η θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι, δεν ευσταθούν οι πιο πάνω ισχυρισμοί και αυτοί θα πρέπει να απορριφθούν από το Δικαστήριο, αναπτύσσοντας τα επιχειρήματα του Πανεπιστημίου ως προς τους λόγους ακύρωσης τους οποίους προωθεί η Αιτήτρια. Ειδικότερα, αναφορικά με τον τελευταίο λόγο ακύρωσης περί πάσχουσας σύνθεσης και λειτουργίας της Συγκλήτου, η ευπαίδευτη δικηγόρος των Καθ’ ων η αίτηση επισυνάπτει στη γραπτή της αγόρευση έγγραφα από τα πρακτικά των συνεδριάσεων με αρ. 10/2019 και 20/2019, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στα έγραφα της Ένστασης ωστόσο περιλαμβάνονται στο αντίγραφο του διοικητικού φακέλου ο οποίος έχει κατατεθεί στο Δικαστήριο στο στάδιο των Διευκρινήσεων.
Το Δικαστήριο έχει μελετήσει τα πρακτικά των οργάνων του Πανεπιστημίου, ως έχουν υποβληθεί μέσω του φακέλου ο οποίος έχει κατατεθεί στο Δικαστήριο και κρίνει σκόπιμο να ασχοληθεί διεξοδικά με τον λόγο ο οποίος αφορά πάσχουσα σύνθεση και λειτουργία της Συγκλήτου στις δύο, ουσιαστικές, αυτές συνεδριάσεις.
Η Αιτήτρια παραπέμπει σε συγκεκριμένα σημεία των πρακτικών της Συγκλήτου του Καθ’ ου η Αίτηση στις αντίστοιχες σχετικές συνεδρίες, προς απόδειξη του προβαλλόμενου λόγου ακύρωσης «3.5. Μη τήρηση άρτιων πρακτικών εκ μέρους της Συγκλήτου - Πάσχουσα Σύνθεση / Συγκρότηση / Λειτουργία».
Στη πρώτη χρονικά συνεδρίαση της Συγκλήτου ημερ. 06.03.2019 (Αρ.10/2019) στο θέμα 4.7 (παράγραφο 2 και 3) των πρακτικών αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι:
«Πριν από την ψηφοφορία η Σύγκλητος [στην οποία συμμετέχουν είκοσι οκτώ (28) ακαδημαϊκά μέλη]. ( … )
Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν εννέα (9) ψήφοι υπέρ της απόφασης του Εκλεκτορικού για εκλογή της κ. Κχχχχχχχχχ τέσσερις (4) ψήφοι εναντίον και επτά (7) αποχές.
Ως εκ τούτου η Σύγκλητος αποφάσισε να μην επικυρώσει την απόφαση του Εκλεκτορικού σώματος για εκλογή της κ.Αχχχχχχχχχ Κχχχχχχχχχ, στη βαθμίδα της Επίκουρου Καθηγήτριας στην ειδικότητα «Παθογία-Ογκολογία», την Ιατρική Σχολή.»
Όπως φαίνεται από το σύνολο του Πρακτικού συμμετείχαν στη ψηφοφορία είκοσι μέλη και όχι είκοσι οκτώ, ως ο αριθμός των συμμετεχόντων στη Σύγκλητο. Όπως ωστόσο προκύπτει από το έγγραφο το οποίο περιλαμβάνεται στο σχετικό φάκελο, όπου αναγράφονται οι παρευρισκόμενοι ονομαστικά με την αντίστοιχη στάση την οποία επέδειξε το κάθε μέλος του σώματος κατά τη ψηφοφορία, προκύπτει ότι υπήρξαν δύο απόντες με δικαίωμα ψήφου για «ιατρικούς λόγους» και «ανειλημμένη ακαδημαϊκή υποχρέωση», αλλά και έξι μέλη τα οποία δεν ψήφισαν αφού «Αποχωρήσαν από τη συζήτηση του θέματος». Πέραν από τους δύο απόντες όπου δίδεται αντίστοιχα ο προαναφερθείς λόγος απουσίας, για την ομάδα των υπολοίπων έξι ακαδημαϊκών, δεν ξεκαθαρίζεται πότε και για ποιόν λόγο τα έξι αυτά Μέλη της Συγκλήτου με δικαίωμα ψήφου, ενώ παρευρίσκοντο στη συνεδρίαση του σώματος, επέλεξαν να αποχωρήσουν από τη συζήτηση του επίδικου θέματος, ως καταγράφεται στο πρακτικό. Πέραν της αναφοράς για όλους ότι «Αποχωρήσαν από τη συζήτηση του θέματος», δεν δίδεται οιαδήποτε διευκρίνηση με αποτέλεσμα να μην υφίσταται άρτιο πρακτικό και συνεπώς να καθίσταται αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος. Η διαπίστωση αυτή του Δικαστηρίου, δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώνει τη θέση της Αιτήτριας περί κακής σύνθεσης του οργάνου, η οποία οδηγεί σε μόλυνση της διαδικασίας και συνακόλουθα ακύρωση της απόφασης ως αποτέλεσμα αυτής.
Αντίστοιχη διαπίστωση ισχύει και για τη δεύτερη, σχετική, συνεδρία της Συγκλήτου ημερομηνίας 3.7.2019 (Αρ.20/2019), όπου αναγράφονται οι παρευρισκόμενοι ονομαστικά και όπου προκύπτει ότι, έξι από τα Μέλη της Συγκλήτου, οι Γχχχχχχχ Πχχχχχχχχχ, Λχχχχχχχχχ Λχχχχχχχχχ, Δχχχχ Χχχχχχχ, Mχχχχ Hχχχχχχχχχ, Φχχχχχ Πχχχχχχχχχ και Θχχχχχχ Κχχχχχχ απουσίαζαν από τη συνεδρία. Προς απάντηση αυτής της υπόδειξης εκ μέρους της Αιτήτριας, η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση παραπέμπει σε έγγραφο - μέρος πρακτικού άλλης συνεδρίασης με αρ. 19/2019, η οποία έλαβε χώραν την ίδια ημέρα και το οποίο επισυνάπτεται στην Αγόρευση τους αλλά και περιλαμβάνεται στο σχετικό φάκελο που κατετέθη στο Δικαστήριο. Στο συγκεκριμένο έγγραφο αναγράφεται για τα τρία μέλη Hχχχχχχχχ, Πχχχχχχχχ και Κχχχχχχ ως λόγος η «Απουσία στο εξωτερικό», ενώ για το μέλος Δ. Χχχχχ αναφέρει το πρακτικό ως λόγο «Έκτακτη υποχρέωση», ενώ για τα άλλα δύο απόντα μέλη τους Γ.Πχχχχχχχχ και Λ.Λχχχχχχχχ δεν αναφέρεται οιοσδήποτε λόγος απουσίας αυτών στη δεύτερη συνεδρίαση του σώματος. Η δε απάντηση μέσω της αγόρευσης των Καθ’ ων η Αίτηση ότι και τα δύο αυτά μέλη «απουσίαζαν στο εξωτερικό και είναι εκ παραδρομής που δεν σημειώθηκε στα πρακτικά της συνεδρίας 19/2019 που έλαβε χώραν την ίδια ημέρα» (σ.σ. με την επίδικη συνεδρία 20/2019) δεν μπορεί βέβαια να ικανοποιήσει το Δικαστήριο. Συνεπεία της διαπίστωσης αυτής καταλήγω ότι, και για τη συνεδρία της Συγκλήτου στις 3.7.2019, δεν υπάρχει εν προκειμένω άρτιο πρακτικό με κατ΄επέκταση να καθίσταται αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος, ενώ η αδικαιολόγητη απουσία των Μελών αυτών της Συγκλήτου επηρεάζει τη νόμιμη της σύνθεση ή τουλάχιστον δεν αποδεικνύεται ότι αυτή ήταν νόμιμη.
Αντίστοιχο ζήτημα έχει επιλύσει και ο Φ.Κωμοδρόμος Δ.Δ.Δ. (όπως ήταν τότε) στην Υπόθεση αρ. 441/17, Γεωργίου ν. Δήμου Πάφου, απόφαση ημερ. 18.9.2019, στην οποίαν συνοψίσθηκαν σχετικές αρχές της νομολογίας, τις οποίες και επαναλαμβάνω για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης.
«Κατά πάγια νομολογία, η επιταγή της νόμιμης σύνθεσης και νόμιμης συνεδρίας αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου να εξεταστεί, σε δεύτερο στάδιο, η απαρτία (βλ. Κωνσταντίνος Δαλίτης ν. Σχολής Εφορείας Γερίου, ECLI:CY:AD:2014:D986, Υποθ. Αρ. 1528/2012, ημερ. 22.12.2014, ECLI:CY:AD:2014:D986 και Στυλιανός Αγαθοκλέους ν. Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ECLI:CY:AD:2016:C374, Α.Ε. 29/2011, ημερ. 21.7.2016). Και στην υπό κρίση περίπτωση, ως έχω ήδη αναφέρει, η πλήρης έλλειψη στοιχείων αναφορικά με την απουσία των πέντε μελών του Δημοτικού Συμβουλίου δεν ανταποκρίνεται στην επιταγή για νόμιμη σύνθεση του αποφασίζοντος διοικητικού οργάνου και, ελλείψει οποιουδήποτε άλλου στοιχείου, καθιστά αδύνατη την άσκηση δικαστικού ελέγχου.
Συναφώς, στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου (απόφαση πλειοψηφίας) στην Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 Α.Α.Δ. 242, η οποία βεβαίως και δεσμεύει το παρόν Δικαστήριο, λέχθηκαν τα εξής (η υπογράμμιση προστέθηκε):
«Κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου στις συνεδρίες του συλλογικού οργάνου πρέπει κατ' αρχή να μετέχουν όλα τα μέλη που το συγκροτούν. Βλ. Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο Α.Ι. Τάχος, 4η έκδ., σελ. 284. Η υποχρέωση αυτή εκπηγάζει από το οφειλόμενο καθήκον άσκησης της εκ του Νόμου καθορισμένης αρμοδιότητας του οργάνου. Το δικαίωμα του πολίτη ικανοποιείται μόνο, όταν η απόφαση για το θέμα που τον αφορά λήφθηκε κατόπιν συζήτησης από αρμόδιο όργανο που συνεδρίασε με νόμιμη σύνθεση. Η απουσία μέλους από δεόντως συγκληθείσα συνεδρίαση του οργάνου επιτρέπεται μόνο όταν η απουσία κρίνεται εξ αντικειμένου δικαιολογημένη. Εν ολίγοις, η κατ' αρχήν υποχρέωση του διοικητικού οργάνου είναι να επιλαμβάνεται της εξέτασης θέματος όπως αυτό (το όργανο) είναι συγκροτημένο. Η μη συμμετοχή μέλους κατά πλάνη ως προς τη δυνατότητα συμμετοχής, επάγεται παράνομη σύνθεση. Το ίδιο και η καταχρηστική μη συμμετοχή προς εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού. Βλ. Kyprianou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 210, Mitides v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 737, Paschalis v. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 1897, Καρακόκκινος κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων, (2004) 4(Β) Α.Α.Δ. 956, Κόρτας ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 67, Δημητρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 74.».
Περαιτέρω, στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Στυλιανός Αγαθοκλέους ν. Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ECLI:CY:AD:2016:C374, Α.Ε. Αρ. 29/2011, ημερ. 21.7.2016, όπου εξετάστηκε παρόμοιο ζήτημα λέχθηκαν τα ακόλουθα, άμεσα σχετικά (η υπογράμμιση προστέθηκε):
«Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, παρατηρούμε ότι αναφορικά με την απουσία του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου Επάρχου Λευκωσίας δικαιολογήθηκε η απουσία του λόγω του ότι ευρίσκετο στο εξωτερικό. Το ίδιο δεν συμβαίνει, όμως, με τα υπόλοιπα 4 μέλη τα οποία απουσίαζαν από τη συνεδρία, παρά μόνο λακωνικά αναφέρεται ότι «Αφού δικαιολογήθηκαν οι απουσίες των Μελών αποφασίστηκε η διαδικασία που θα ακολουθείτο...». Παρατηρείται συναφώς πλήρης έλλειψη στοιχείων που οδήγησαν στην κρίση ότι «δικαιολογήθηκε» η απουσία των μελών. Η απουσία αυτών των στοιχείων καθιστά αδύνατη την άσκηση δικαστικού ελέγχου. Η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσίβλητου ενώπιον μας αρκέστηκε να πει ότι δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία εκτός των όσων αναφέρονται στο πρακτικό.
Στην Πεττεμερίδης ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αμαθούντας (1991) 3 Α.Α.Δ. 820 τονίστηκε ότι εναπόκειται στο Διοικητικό Όργανο του οποίου η απόφαση εκκαλείται να τεκμηριώσει τις προϋποθέσεις νομιμότητας για τη λήψη και το περιεχόμενο της.
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις μας δεν αφήνουν άλλη προοπτική παρά την κρίση ότι η σύνθεση του Καθ΄ ου η Αίτηση, κατά τη συνεδρία που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, έπασχε ή τουλάχιστον δεν αποδείχθηκε ότι ήταν νόμιμη.».
Ενόψει λοιπόν των πιο πάνω και ελλείψει οποιασδήποτε αιτιολογίας αναφορικά με την απουσία των πέντε μελών του Δημοτικού Συμβουλίου από την προαναφερθείσα συνεδρία, κατά την οποία ολοκληρώθηκε η επανεξέταση της υπόθεσης αναφορικά με την πλήρωση των επίδικων θέσεων και λήφθηκε η επίδικη απόφαση, καταλήγω ότι υφίσταται ζήτημα πάσχουσας σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου, η οποία βεβαίως επηρεάζει και καθιστά πάσχουσα ολόκληρη την προαγωγική διαδικασία και την τελική απόφαση πλήρωσης των επίδικων θέσεων ακυρωτέα.»
Παρόλο που με τις πιο πάνω διαπιστώσεις του Δικαστηρίου σφραγίζεται η τύχη της υπό εξέταση προσφυγής, θα πρέπει να επισημάνω ότι εντοπίζεται και έτερο ζήτημα αναφορικά με τη σύνθεση συλλογικού οργάνου στην παρούσα περίπτωση όπως διαπιστώνεται από τα αντίστοιχα πρακτικά της Συγκλήτου, όπου με παραπέμπει η Αιτήτρια.
Συγκεκριμένα, στη Συνεδρίαση με αρ. 10/2019 παρευρίσκεται με σκοπό την «Τήρηση και Επιμέλεια Πρακτικών» ο «Γχχχχχ Λχχχχχχχχχ (Επιμέλεια) Διευθυντής Διοίκησης και Οικονομικών» και αντίστοιχα στη Συνεδρίαση με αρ.20/2019 η «Πχχχχχ Βχχχχ – Γχχχχχχχχχ (Επιμέλεια)». Τα εν λόγω πρόσωπα, τα οποία είναι επιπρόσθετα αυτών που παρευρίσκονται για την τήρηση των πρακτικών, παραμένουν με σκοπό την «επιμέλεια των πρακτικών», χωρίς να προκύπτει ότι αυτά τα πρόσωπα νομιμοποιούντο προς τούτο. Σημειώνω ότι ο κ.Γχχχχχ Λχχχχχχχχχ αναγράφεται και στο πρακτικό της δεύτερης, σχετικής, συνεδρίας της Συγκλήτου ημερομηνίας 3.7.2019 (Αρ.20/2019) ως «Παρόν», υπό την ιδιότητα του Γραμματέα, αυτό επιπρόσθετα των δύο προσώπων τα οποία παρευρίσκονται με σκοπό την «Τήρηση και Επιμέλεια Πρακτικών». Στα πρακτικά ο κ. Λχχχχχχχχχ δεν φαίνεται να αποχωρεί, σε αντίθεση με άλλα πρόσωπα – Μη Μέλη της Συγκλήτου όπου καταγράφεται ότι αποχωρούν πριν την διαβούλευση για τη λήψη σχετικών αποφάσεων.
Ως προς την παρουσία των προσώπων τα οποία καταγράφεται στα πρακτικά να παρευρίσκονται με σκοπό την «Επιμέλεια» των Πρακτικών της Συγκλήτου σε αμφότερες τις συνεδριάσεις χωρίς να φαίνεται ότι αποχωρούν πριν την λήψη των αποφάσεων και ευρύτερα την υποχρέωση αποχώρησης μη εξουσιοδοτημένων προσώπων, παραπέμπω στην απόφαση της Α. Ευσταθίου – Νικολετοπούλου Δ.Δ.Δ. (όπως ήταν τότε) στην Υπόθεση Αρ. 1894/2018, ΣΠΥΡΙΔΗ ν. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, ημερομηνίας 21/12/2021. Επιλέγω να παραθέσω αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από την κατάληξη της εν λόγω απόφασης.
«Σε σχέση με την παρουσία και της κας Βότση - Γιαννοπούλου για την τήρηση και επιμέλεια των πρακτικών, είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με το ζήτημα, στην Μουσουλίδης και Πανεπιστημίου Κύπρου, Υπόθεση αρ. 5639/2013, ημερομηνίας 27/1/2017, όπου τέθηκε παρόμοιος ισχυρισμός. Παρατίθεται σχετικό απόσπασμα από την απόφαση, το οποίο υιοθετείται για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης:
«Διαπιστώνεται επίσης ότι, στο σχετικό πρακτικό αναγράφονται τα ονόματα των ατόμων τα οποία αποχώρησαν από την αίθουσα "κατά τη συζήτηση και λήψη απόφασης" και "μετά την ολοκλήρωση της συζήτησης και τη λήψη απόφασης". Στα ονόματα αυτά δεν περιλαμβάνεται το όνομα της Λειτουργού του Πανεπιστημίου. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 14 των περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Όργανα του Πανεπιστημίου) Κανονισμών του 1994 (Κ.Δ.Π. 55/94), όπως τροποποιήθηκε με την ΚΔΠ 272/99:
«Σε όλες τις συνεδρίες συλλογικών οργάνων τηρούνται πρακτικά. Κάθε μέλος συλλογικού οργάνου του Πανεπιστημίου που θα μειοψηφίσει έχει δικαίωμα να ζητήσει να καταγραφεί η άποψη του στα πρακτικά».
Δηλαδή ο εν λόγω Κανονισμός, δεν προβλέπει για την παρουσία κατά τις συνεδρίες τρίτου προσώπου ως πρακτικογράφου και όπως έχει υποδειχθεί στην Μαρία Κραμβία - Καπαρδή v. Πανεπιστημίου Κύπρου, υπόθεση αρ. 51/2001, ημερομηνίας 31/12/2001, περιορίζεται στην ενσωμάτωση της γενικής αρχής ότι, τα δημόσια συλλογικά όργανα πρέπει να τηρούν πρακτικά. Στην "απουσία ειδικής ρύθμισης, για το ζήτημα της παρουσίας πρακτικογράφου όπως και άλλων προσώπων, γίνεται πλέον γενική ρύθμιση με το άρθρο 21(1) και (2) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99)..".
Σύμφωνα με το άρθρο 21(1) και (2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99):
«21.—(1) Το συλλογικό διοικητικό όργανο πρέπει να συνεδριάζει με νόμιμη σύνθεση. Δεν είναι νόμιμα συντεθειμένο, αν στη συνεδρίασή του παρίσταται πρόσωπο που δεν είναι εξουσιοδοτημένο από το νόμο, έστω και αν δεν έλαβε μέρος στην ψηφοφορία, εκτός αν πρόκειται για υπάλληλο που είναι αρμόδιος για την τήρηση των πρακτικών.
(2) Δε συνιστά κακή σύνθεση του οργάνου η παρουσία στη συνεδρία του συλλογικού διοικητικού οργάνου αρμόδιων υπηρεσιακών ή άλλων προσώπων με σκοπό την παροχή κατατοπιστικών πληροφοριών ή την προσαγωγή στοιχείων, εφόσον αυτά αποχωρήσουν πριν από τη διαβούλευση για λήψη της απόφασης».
Στην προκείμενη περίπτωση και στη βάση των προνοιών του άρθρου 21(1) του Ν.158(Ι)/99 (ανωτέρω), η παρουσία της Γενικού Γραφέα, κας Γεωργίας Στυλιανού, της υπαλλήλου δηλαδή που είναι αρμόδια για την τήρηση πρακτικών είναι νόμιμη. Η παρουσία όμως της Λειτουργού του Πανεπιστημίου, κας Βότση - Γιαννοπούλου, για την οποία δημιουργείται εύλογο το ερώτημα κατά πόσο παρευρέθηκε στην συνεδρία ημερομηνίας 6/6/2012 μόνο ως πρακτικογράφος, αφού δεν διευκρινίζεται το θέμα στα τηρηθέντα πρακτικά (βλ. Πηλαβάκης και Πανεπιστήμιο Κύπρου, υπόθεση αρ. 1596/2010, ημερομηνίας 7/3/2012), υπάρχει πρόβλημα. Πέραν της έλλειψης της πιο πάνω διευκρίνισης για τον ρόλο της, δεν σημειώνεται αν η λειτουργός απεχώρησε πριν από τη διαβούλευση για τη λήψη απόφασης - ενώ όπως έχει αναφερθεί έχουν σημειωθεί τα ονόματα των ατόμων που αποχώρησαν - και επομένως συνάγεται ότι παρέμεινε (βλ. επίσης Δρ. Παπαγεωργίου κ.ά και Πανεπιστήμιο Κύπρου, συνεκδικασθείσες υποθέσεις αρ. 697/98, ημερομηνίας 5/9/2002).
Τα όσα δε αναφέρονται από τους συνηγόρους των καθ' ων η αίτηση, ότι η τήρηση των πρακτικών στην επίδικη συνεδρία από δύο πρόσωπα ήταν απόλυτα αναγκαία, λόγω της πολύωρης συνεδρίας και των πολλαπλών θεμάτων, δεν υποστηρίζονται από το πρακτικό της συγκεκριμένης συνεδρίας, το οποίο είναι σύμφωνα με τη νομολογία, ο αποκλειστικός οδηγός ως προς το τι διαμείφθηκε και στην παρουσία ποιων. Έχει δε κατ' επανάληψη νομολογηθεί, ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν το μέσο συμπλήρωσης ή παρείσφρησης γεγονότων, αλλά απλώς επιχειρηματολογία, που προϋποθέτει ως βάση την ύπαρξη πρωτογενών δεδομένων (βλ. Ελισσαίου v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 ΑΑΔ 412).
Σε σχέση με την επίπτωση της παρουσίας υπηρεσιακών παραγόντων καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας, σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Ναθαναήλ στην Ελευθερίου Κορακίδου v. Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Πάφου, υπόθεση αρ. 2438/2006, ημερομηνίας 27/1/2010, το οποίο τυγχάνει απόλυτης εφαρμογής στη παρούσα περίπτωση και το οποίο υιοθετείται πλήρως:
«Επί της επίπτωσης της παρουσίας των υπηρεσιακών παραγόντων καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας, περιλαμβανομένης, ως τεκμαίρεται, και της συζήτησης και λήψης της απόφασης, αναφέρεται στο σύγγραμμα του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου: «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Ενημέρωσις 1978, σελ. 129-130, ότι: «.. δεν επιτρέπεται να παρίστανται πρόσωπα μη περιλαμβανόμενα εις την κατά νόμο συγκρότησιν ή των οποίων η συμμετοχή εις τας συνεδριάσεις δεν προβλέπεται υπό των σχετικών διατάξεων», τέτοια δε πρόσωπα που τυχόν παρευρίσκονται και που έχουν κληθεί για την παροχή πληροφοριών «.. πρέπει να αποχωρούν προ της ενάρξεως της διαλογικής συζήτησης». Και αυτό ακριβώς προνοεί και το άρθρο 21(1) του Νόμου αρ. 158(Ι)/99, όσον αφορά την παρουσία μη εξουσιοδοτημένων από το νόμο προσώπων, έστω και αν δεν έλαβαν μέρος στη ψηφοφορία, οπότε και το συλλογικό διοικητικό όργανο, δεν θεωρείται νόμιμα συντεθειμένο, ενώ το άρθρο 21(2), προνοεί ότι οι υπηρεσιακοί παράγοντες μπορούν να παρίστανται στη συνεδρία για την παροχή «κατατοπιστικών πληροφοριών ή την προσαγωγή στοιχείων» και υπό την προϋπόθεση ότι αυτά αποχωρήσουν πριν τη διαβούλευση για τη λήψη της απόφασης, η παρουσία τους δεν συνιστά κακή σύνθεση. Έπεται, ότι το αντίστροφο συνιστά κακή σύνθεση.
Εδώ, με δεδομένο ότι οι υπηρεσιακοί παράγοντες, αν ήταν τέτοιοι ή όχι και ποιοι από αυτούς ανήκαν στην υπηρεσία των καθ΄ ων παρέμεινε αδιευκρίνιστο (για παράδειγμα ο Αρχιτέκτων Λειτουργός Πολεοδομίας και ο Νομικός Σύμβουλος σίγουρα δεν εμπίπτουν στην κατηγορία αυτή), δεν είχαν αποχωρήσει κατά τη διαδικασία της συζήτησης και λήψης της απόφασης, οι καθ΄ ων είχαν αποφασίσει το επίδικο ζήτημα της απαλλοτρίωσης, υπό κακή σύνθεση και ως εκ τούτου η απόφαση τους είναι άκυρη».
Δεν νομίζω ότι διαφοροποιείται η παρούσα περίπτωση. Η παρουσία της κας Βότση - Γιαννοπούλου για την "επιμέλεια" των πρακτικών, δεν καθιστούσε το πιο πάνω πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από το Νόμο, έτσι ώστε η παρουσία της να ήταν νόμιμη κατά τη διαβούλευση προς λήψη απόφασης.
Συνεπώς, στη βάση των πιο πάνω εκτεθέντων, γίνονται δεκτοί οι συναφείς λόγοι ακύρωσης, οι οποίοι οδηγούν σε ακύρωση την προσβαλλόμενη απόφαση. Παρέλκει δε η εξέταση των υπολοίπων λόγων ακύρωσης.»
Τα πιο πάνω τυγχάνουν πλήρους εφαρμογής και στην υπό κρίση περίπτωση.
Ως έχω επεξηγήσει ανωτέρω, προκύπτει ότι υπήρξε κακή σύνθεση του συλλογικού οργάνου σε αμφότερες τις συνεδριάσεις της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου όπου εξετάστηκε η υπόθεση της Αιτήτριας και εν τέλει αποφασίστηκε η μη εκλογή της στη βαθμίδα της Επίκουρου Καθηγήτριας στην Ιατρική Σχολή, στην ειδικότητα «Παθολογία — Ογκολογία», απόφαση της Συγκλήτου την οποία το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου επικύρωσε, με αποτέλεσμα να συμπαρασύρεται σε ακύρωση και η νομιμότητα της τελικής απόφασης.
Η εξέταση των υπολοίπων λόγων ακύρωσης που προωθεί η Αιτήτρια παρέλκει.
Η παρούσα προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα €1800 πλέον ΦΠΑ υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση.
Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο