
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ.
1520/24(i) και 1601/2024(i)
28 Μαρτίου, 2025
[Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.]
Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος
Υπόθεση αρ. 1520/24(i)
Μεταξύ:
R. K.
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
1. ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
------------
Υπόθεση αρ. 1601/2024(i)
Μεταξύ:
1. Μ. Χ.
2. R. K.
Αιτητές,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
------------
Δρ. Χρ. Π. Χριστοδουλίδης, για τους αιτητές.
Γ. Χατζηπροδρόμου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.: Η αιτήτρια στην προσφυγή 1520/24(i) - αιτήτρια 2 στην προσφυγή 1601/2024(i) (εφεξής «η αιτήτρια») - υπήκοος Ινδίας και γεννηθείσα το 1976, αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 02.04.2014, με άδεια εισόδου ως οικιακή βοηθός, εξασφαλίζοντας προς τούτο άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι τις 02.04.2018.
Στις 15.03.2018, η αιτήτρια τέλεσε γάμο με Ελληνοκύπριο, τον αιτητή 1 στην προσφυγή 1601/2024(i) (εφεξής «ο αιτητής») και της παραχωρήθηκε άδεια παραμονής μέχρι τις 15.07.2023[1], ως εργαζόμενη σύζυγος Κύπριου πολίτη.
Στις 17.05.2023, η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για ανανέωση της εν λόγω άδειας, η οποία απορρίφθηκε καθότι, ως αναφέρεται σε σχετική επιστολή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (εφεξής «το Τμήμα») ημερομηνίας 05.01.2024 (επιστολή με την οποία η εν λόγω απόφαση κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια), ο γάμος της με τον αιτητή κρίθηκε στις 10.12.2023 ως εικονικός. Ως εκ τούτου, η αιτήτρια κλήθηκε όπως αναχωρήσει άμεσα και εντός 14 ημερών από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Στις 05.02.2024, τα στοιχεία της αιτήτριας καταχωρίστηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων.
Στις 16.11.2024, η αιτήτρια συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία και στις 17.11.2024 κηρύχθηκε ως απαγορευμένη μετανάστης, δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105). Την ίδια ημερομηνία, εκδόθηκαν εναντίον της διατάγματα απέλασης και κράτησης, συμφώνως των άρθρων 14 και 18ΠΣΤ(1)(α), αντίστοιχα, του Κεφ. 105.
Στις 18.11.2024, η αιτήτρια καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αρ. 1520/24(i) αμφισβητώντας τη νομιμότητα της απόφασης με την οποία κηρύχθηκε ως απαγορευμένη μετανάστης και των εκδοθέντων εναντίον της διαταγμάτων απέλασης και κράτησης.
Με πρακτικό του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 18.11.2024, δόθηκαν οδηγίες για την επίδοση της προσφυγής και για την καταχώριση της Ένστασης των καθ’ ων η αίτηση και η υπόθεση ορίστηκε για περαιτέρω Οδηγίες στις 02.12.2024.
Η Ένσταση των καθ’ ων η αίτηση καταχωρίστηκε την 01.12.2024 και κατά τη δικάσιμο της 02.12.2024, ο ευπαίδευτος δικηγόρος της αιτήτριας δήλωσε στο Δικαστήριο πως «υπάρχει μία προσφυγή που εκκρεμεί για το θέμα εικονικότητας του γάμου. Είναι η 112/24 (i-justice), ενώπιον της κας Μιχαήλ που αφορά τα ίδια γεγονότα και αφορά απόφαση ημερομηνίας 05.01.2024, για την εικονικότητα όταν απορρίφθηκε αίτηση της». Προς τούτο ο κ. Χριστοδουλίδης παρέπεμψε στο Παράρτημα Η της προσφυγής. Σύμφωνα δε με τα γεγονότα που περιγράφονται στην προσφυγή, η αιτήτρια αποτάθηκε στις 17.05.2023 στο Τμήμα για ανανέωση της άδειας παραμονής της ως μέλος οικογένειας Κύπριου πολίτη και με επιστολή του Τμήματος ημερομηνίας 05.01.2024 (Παράρτημα Η της προσφυγής), το αίτημά της απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι ο γάμος της κρίθηκε ως εικονικός στις 10.12.2023. Σε σχετική ερώτηση του Δικαστηρίου κατά πόσον οι διάδικοι χρειάζονται χρόνο για να εξετάσουν κατά πόσον θα προχωρήσουν με αίτηση συνεκδίκασης με την προσφυγή 112/24, ο κ. Χριστοδουλίδης ζήτησε όπως δοθούν σύντομα χρονοδιαγράμματα για την καταχώριση των αγορεύσεων στην προσφυγή 1520/24. Ως εκ τούτου, δόθηκαν προς τον σκοπό αυτό οδηγίες από το Δικαστήριο και η προσφυγή ορίστηκε για Διευκρινίσεις στις 09.01.2025.
Στις 05.12.2024 οι αιτητές καταχώρισαν την προσφυγή υπ’ αρ. 1601/2024(i), αιτούμενοι τις ακόλουθες θεραπείες:
«Α. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερ. 21/12/2023 η οποία κοινοποιήθηκε στους Αιτητές στις 29/11/2024 μέσω της ένστασης των Καθ' ων η Αίτηση στην διοικητική προσφυγή αρ. 1520/2024 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α) με την (sic) κηρύχθηκε ο γάμος των Αιτητών ως εικονικός είναι άκυρη, αναιτιολόγητη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος και λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα.
B. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 21/12/2023 η οποία κοινοποιήθηκε στους Αιτητές στις 29/11/2024 μέσω της ένστασης των Καθ' ων η Αίτηση στην διοικητική προσφυγή αρ. 1520/2024 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α) με την (sic) κηρύχθηκε ο γάμος των αιτητών ως εικονικός παραβιάζει την αρχή της χρηστής διοίκησης, οι Καθ' ων η Αίτηση ενήργησαν με τρόπο ασυνεπή, η κακόπιστο και ταλαιπωρούν τους δικαιολογημένους Αιτητές χωρίς λόγο, περαιτέρω παραβιάζονται τα συνταγματικά δικαιώματα των Αιτητών της ισότητας άπαντων ανθρώπων απέναντι σε όλες ανεξαιρέτως τις νομοθετικές διατάξεις, διασφαλίζοντας την ίση προστασία και μεταχείριση του και απαγορεύοντας ρητώς την οποιαδήποτε δυσμενή διάκριση λόγω της εθνικής καταγωγής τους εις παράβασης των άρθρων 28(1) και (2) του Συντάγματος.
Γ. Οιανδήποτε άλλη θεραπεία ήθελε κρίνει ορθή και δίκαια υπό τις περιστάσεις το Σεβαστό Δικαστήριο.».
Η δικάσιμος της 09.01.2025 μεταφέρθηκε, λόγω ασθένειας του Δικαστηρίου, για τις 16.01.2025, ημερομηνία κατά την οποία ο κ. Χατζηπροδρόμου δήλωσε στο Δικαστήριο πως η ημερομηνία από την οποία η αιτήτρια βρίσκεται παράνομα στη Δημοκρατία είναι η 21.12.2023, ημερομηνία που της κοινοποιήθηκε με επιστολή η απόφαση για κήρυξη του γάμου της ως εικονικού και ότι, εκ παραδρομής, στα επίδικα διατάγματα απέλασης και κράτησης αναφέρεται η 17.05.2023 ως η ημερομηνία από την οποία η αιτήτρια βρίσκεται παράνομα στη Δημοκρατία. Το ότι η εσφαλμένη αναφορά της εν λόγω ημερομηνίας στα επίδικα διατάγματα οφείλεται σε εκ παραδρομής λάθος, αποδέχθηκε ο κ. Χριστοδουλίδης (δηλώνοντας μάλιστα πως δεν θα προωθήσει τον ισχυρισμό της αιτήτριας στο πλαίσιο της προσφυγής 1520/24 για πλάνη ως προς την ημερομηνία που αναφέρεται στα διατάγματα), ο οποίος επιπλέον ανέφερε πως την απόφαση για κήρυξη του γάμου ως εικονικού η αιτήτρια την αμφισβητεί με την προσφυγή 1601/24. Η προσφυγή 1520/24 ορίστηκε, εκ συμφώνου, για Μνεία στις 23.01.2025, ώστε οι δικηγόροι των διαδίκων να μελετήσουν κατά πόσον θα καταχωριστεί αίτηση συνεκδίκασης και ποιες υποθέσεις θα πρέπει να περιληφθούν σε αυτήν.
Στις 17.01.2025 καταχωρίστηκε από την αιτήτρια αίτηση συνεκδίκασης της προσφυγής 1520/24 με την προσφυγή 1601/24. Στις 23.01.2025 εκδόθηκε εκ συμφώνου διάταγμα συνεκδίκασης των εν λόγω 2 προσφυγών, δόθηκαν σύντομα χρονοδιαγράμματα για την καταχώριση των γραπτών αγορεύσεων των διαδίκων και στην προσφυγή 1601/24 και οι, συνεκδικαζόμενες πλέον, προσφυγές ορίστηκαν για Διευκρινίσεις στις 18.02.2025.
Οι λόγοι ακύρωσης που η αιτήτρια προωθεί στο πλαίσιο της προσφυγής 1520/24, συνοψίζονται στους ισχυρισμούς περί αναιτιολόγητης απόφασης για κήρυξή της ως απαγορευμένης μετανάστη και έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων απέλασης και κράτησης, έλλειψης δέουσας έρευνας, κακής πίστης εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, πλάνης περί τα πράγματα και τον νόμο και παραβίασης των Άρθρων 15 και 22 του Συντάγματος, του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ και των άρθρων 18ΠΣΤ και 18ΟΘ του Κεφ.105. Τους εν λόγω ισχυρισμούς στηρίζει αφενός στην εσφαλμένη ημερομηνία, η οποία αναγράφεται στα επίδικα διατάγματα και από την οποία θεωρήθηκε παράνομη η παραμονή της στη Δημοκρατία, ημερομηνία όμως την οποία ο κ. Χριστοδουλίδης αποδέχθηκε πως οφείλεται σε εκ παραδρομής λάθος και, αφετέρου στις προσωπικές της περιστάσεις (το γεγονός ότι διαμένει στη Δημοκρατία εδώ και 10 χρόνια, τα 6 εκ των οποίων είναι παντρεμένη με Κύπριο πολίτη και ως σύζυγος αυτού εξασφάλιζε άδεια παραμονής από το 2018 μέχρι το 2022, το γεγονός ότι έχει ιδιόκτητη κατοικία και τη δική της επιχείρηση στη Δημοκρατία καθώς και το ότι πάσχει από σοβαρά ιατρικά προβλήματα), οι οποίες κατά τη θέση της δεν λήφθηκαν υπόψη από τους καθ’ ων η αίτηση. Ως προς το επίδικο διάταγμα κράτησης και τις πρόνοιες του άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ.105, η αιτήτρια αμφισβητεί τα όσα αναφέρονται σε επιστολή, ημερομηνίας 17.11.2024, του Υπεύθυνου ΥΑΜ Λάρνακας προς τη Διευθύντρια του Τμήματος και επί των οποίων κρίθηκε αναγκαία η κράτησή της, λόγω κινδύνου διαφυγής της.
Στο πλαίσιο της προσφυγής 1601/2024(i) οι αιτητές ισχυρίζονται πως οι επιστολές ημερομηνίας 10.12.2023 με τις οποίες τους κοινοποιήθηκε η απόφαση ότι ο γάμους τους κηρύχθηκε ως εικονικός, δεν τους είχαν ποτέ αποσταλεί, ο δε αιτητής την περίοδο 18.07.2023 – 08.03.2024 ήταν κατάδικος στις Κεντρικές Φυλακές. Εναντίον της απόφασης για κήρυξη του γάμου τους ως εικονικού εγείρουν αριθμό λόγων ακύρωσης που συνοψίζονται στους ισχυρισμούς ότι οι καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν κακόπιστα, παρέλειψαν να διενεργήσουν δέουσα έρευνα και να κλητεύσουν τους αιτητές σε ακρόαση ώστε να προβάλουν τους ισχυρισμούς τους, με αποτέλεσμα η Συμβουλευτική Επιτροπή να μην έχει ενώπιόν της όλα τα γεγονότα της υπόθεσης και τις θέσεις των αιτητών. Επιπλέον, ότι η απόφαση λήφθηκε με πλάνη περί τα πράγματα και τον νόμο, αποτελεί προϊόν κακής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των καθ’ ων η αίτηση, βρίσκεται σε αντίθεση με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη.
Ο ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση, με παραπομπή στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης αλλά και τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, αντιτείνει πως οι προσβαλλόμενες αποφάσεις έχουν ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και του Κεφ. 105, κατόπιν δέουσας έρευνας και ορθής ενάσκησης των εξουσιών που παρέχει ο Νόμος στους Καθ’ ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένες και οι αιτητές έχουν αποτύχει να αποσείσουν το βάρος απόδειξης των εγειρομένων λόγων ακύρωσης. Επιπλέον, ο κ. Χατζηπροδρόμου, επισημαίνοντας την ευρύτατη διακριτική ευχέρεια του κράτους, ως εκδήλωση της εθνικής και εδαφικής κυριαρχίας του, να δέχεται ή να αποκλείει αλλοδαπούς από την επικράτειά του, υποβάλλει ότι ορθώς και αιτιολογημένα η αιτήτρια κηρύχθηκε ως απαγορευμένη μετανάστης και εκδόθηκαν εναντίον της τα επίδικα διατάγματα καθότι ο γάμος της με τον αιτητή είχε κριθεί ως εικονικός από τις 10.12.2023 και ως εκ τούτου η αιτήτρια κατέστη παράνομη από τις 21.12.2023, ημερομηνία που της κοινοποιήθηκε η απόφαση για την κήρυξη του γάμου της ως εικονικού.
Την 18.02.2025, ημερομηνία κατά την οποία οι προσφυγές ήταν ορισμένες για διευκρινίσεις, τέθηκε από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως το ερώτημα κατά πόσον η προσφυγή 1601/24, με την οποία αμφισβητείται η απόφαση για κήρυξη του γάμου των αιτητών ως εικονικού, έχει καταχωριστεί εμπρόθεσμα δοθέντος ότι, όπως οι ίδιοι οι αιτητές κατ’ επανάληψη ανέφεραν, η αίτηση της αιτήτριας ημερομηνίας 17.05.2023 απορρίφθηκε με την επιστολή των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 05.01.2024 (αντικείμενο της προσφυγής 112/24), με την οποία η αιτήτρια πληροφορείται πως η αίτησή της ως σύζυγος Κύπριου πολίτη «έχει απορριφθεί καθότι ο γάμος σας στις 10.12.2023 κρίθηκε εικονικός ως η απόφαση της Διευθύντριας». Ως εκ τούτου, δημιουργήθηκε στο Δικαστήριο ο προβληματισμός κατά πόσον ευσταθεί ο ισχυρισμός των αιτητών στο αιτητικό της προσφυγής 1601/24 πως έλαβαν γνώση της απόφασης για κήρυξη του γάμου τους ως εικονικού μέσω της Ένστασης στην προσφυγή 1520/24. Ο κ. Χριστοδουλίδης απάντησε στο ερώτημα του Δικαστηρίου υποβάλλοντας τη θέση πως οι αιτητές δεν παρέλαβαν την επιστολή ημερομηνίας 21.12.2023, με την οποία τους κοινοποιήθηκε η απόφαση για την κήρυξη του γάμους τους ως εικονικού, εισηγούμενος πως εάν την είχαν παραλάβει θα είχαν καταχωρίσει προσφυγή ως έπραξαν και για την απόφαση ημερομηνίας 05.01.2024. Περαιτέρω, επεσήμανε πως κατά τον χρόνο εκείνο ο αιτητής ήταν κατάδικος στις κεντρικές Φυλακές και ισχυρίστηκε πως η εν λόγω επιστολή έχει αποσταλεί στην άλλη διεύθυνση των αιτητών, χωρίς να αποδεικνύεται η ταχυδρόμησή της.
Έχοντας ακούσει το ερώτημα του Δικαστηρίου ο κ. Χατζηπροδρόμου ήγειρε για πρώτη φορά ζήτημα εκπροθέσμου της προσφυγής 1601/24, εισηγούμενος ότι αυτή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Αξιολογώντας τις εκατέρωθεν θέσεις και ισχυρισμούς, θα πρέπει εν πρώτοις να υπομνησθεί ότι δυνάμει του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος:
«H προσφυγή ασκείται εντός εβδομήκοντα πέντε ημερών από της ημέρας της δημοσιεύσεως της αποφάσεως ή της πράξεως ή, εν περιπτώσει μη δημοσιεύσεως ή εν περιπτώσει παραλείψεως, από της ημέρας καθ’ ην η πράξις ή παράλειψις περιήλθεν εις γνώσιν του προσφεύγοντος, εκτός εάν προβλέπεται διά νόμου, ρητά, διαφορετική προθεσμία άσκησης προσφυγής κατά απόφασης πράξης ή παράλειψης.»
Ως αφετηρία, δηλαδή, της ανατρεπτικής προθεσμίας για την καταχώρηση μίας προσφυγής αναγνωρίζεται είτε η δημοσίευση της προσβαλλόμενης πράξης, όπου βεβαίως αυτή απαιτείται, είτε η γνώση του προσφεύγοντος σε σχέση με την πράξη ή παράλειψη την οποία αυτός αμφισβητεί.
Στην απόφαση Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας (Αρ. 1) (1998) 3 Α.Α.Δ. 197 επισημαίνονται τα ακόλουθα:
«Οι αρχές που διέπουν το θέμα έχουν διατυπωθεί από πολλού χρόνου και δεν αμφισβητούνται. Η προθεσμία που τίθεται από το Άρθρο 146 του Συντάγματος είναι ανατρεπτική και αναμφίβολα αρχίζει με την πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης από το διοικούμενο. Το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τόσο την ελληνική θεωρία και νομολογία, όσο και την κυπριακή.
Στο σύγγραμμα του Θ. Τσάτσου Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Τρίτη Έκδοση, παραγρ. 30, αναφέρεται ότι πλήρης είναι η γνώση που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή ηθική ζημιά που υφίσταται από τη δημοσιευόμενη ή κοινοποιούμενη πράξη. Για να είναι πλήρης η γνώση δεν απαιτείται η δημοσίευση ή κοινοποίηση του συνόλου των στοιχείων από τα οποία προκύπτει η τήρηση των προδιαγεγραμμένων τύπων και όλων των στοιχείων που η διοίκηση έλαβε υπ' όψη για να αιτιολογήσει την πράξη της.
Αν η πράξη είναι εύκολα προσιτή στον ενδιαφερόμενο, η ουχί εντός εύλογου χρόνου ενέργεια των απαιτουμένων προς λήψη πλήρους γνώσης της πράξης, αποτελεί παράλειψη της οποίας οι συνέπειες εξομοιώνονται προς τη μη εμπρόθεσμο άσκηση της αίτησης ακύρωσης.».
Επισημαίνεται επιπλέον πως, με την τήρηση της ανατρεπτικής προθεσμίας για καταχώριση προσφυγής κατοχυρώνεται, μεταξύ άλλων, η απρόσκοπτη λειτουργία της διοίκησης, αφού τίθενται χρονικά όρια στη δυνατότητα αμφισβήτησης της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων. Η δε επάρκεια της γνώσης, που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα τη ζημία που υφίσταται από την πράξη και του παρέχει την ευκαιρία να προσφύγει στο Δικαστήριο προς έλεγχό της, κρίνεται αντικειμενικά κατά περίπτωση, στη βάση του συνόλου των περιστατικών της κάθε υπόθεσης (Δημοκρατία ν The Cyprus Phassouri Plantations Co Public ltd κ.ά., Αναθ. Έφεση αρ. 31/11, ημερ. 26.04.2018, ECLI:CY:AD:2018:C201, Χρίστου Μαυροκορδάτου ν ΚΟΑΠ, ΕΔΔ αρ. 165/2019, 23.04.2024).
Ακολούθως θα πρέπει να υπομνησθεί πως, σύμφωνα με τη νομολογία, όταν εξετάζεται η κοινοποίηση διά επιστολής μίας απόφασης, υφίσταται τεκμήριο γνώσης αυτής αν αποδειχθεί ότι η επιστολή ταχυδρομήθηκε στην ορθή διεύθυνση και δεν έχει επιστραφεί από το ταχυδρομείο. Όπως επισημάνθηκε στην απόφαση Δημοκρατία ν Μ.Ε. Λεωφορεία Αμμοχώστου Λτδ, ΕΔΔ αρ. 57/2018, ημερ. 09.02.2024:
«Στον Περί Ερμηνείας Νόμο, Κεφ. 1, στο άρθρο 2(1) δίδεται ο ακόλουθος ορισμός «επίδοση με ταχυδρομείο-όταν Νόμος ή δημόσιο έγγραφο επιτρέπει ή απαιτεί όπως έγγραφο επιδοθεί ταχυδρομικώς, ανεξάρτητα αν χρησιμοποιείται η έκφραση επίδοση ή η έκφραση “δοθεί” ή “αποσταλεί” ή οποιαδήποτε άλλη έκφραση τότε, εκτός αν φαίνεται αντίθετη πρόθεση, η επίδοση θα λογίζεται ότι γίνεται με την κανονική αποστολή, προπληρωμή και ταχυδρόμηση επιστολής που περιέχει το έγγραφο και εκτός αν αποδεικνύεται το αντίθετο, ότι επιτεύχθηκε κατά το χρόνο κατά τον οποίο η επιστολή θα παραδινόταν με τη συνηθισμένη πορεία του ταχυδρομείου».
[…]
Το άρθρο 2 του Κεφ. 1 εναποθέτει το βάρος απόδειξης της μη λήψης της επιστολής στον παραλήπτη (Βλ. Katsiantonis v. Frantzeskou (1981) 1 C.L.R. 566). Η δε φράση «με τη συνηθισμένη πορεία του ταχυδρομείου», που αναφέρεται σε αυτό, σημαίνει τη λήψη της επιστολής σε 2 με 3 ημέρες, ενώ δεν επιβάλλεται η αποστολή με ασφαλισμένο ταχυδρομείο (Βλ. Θεμιστοκλέους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 415 και Napa Mermaid Hotel and Suites Ltd v. Δήμου Αγίας Νάπας, Υπόθεση αρ. 6435/2013, ημερ. 18.12.2015), ECLI:CY:AD:2015:D846.
Στην Theodorou v. The Abbot of Kykko Monstery (1965) 1 C.L.R. 9, 18, επισημαίνεται ότι, υφίσταται τεκμήριο ότι αν αποδειχθεί ότι μια επιστολή έχει ταχυδρομηθεί και δεν έχει επιστραφεί από το ταχυδρομείο, αυτό συνιστά εκ πρώτης όψεως απόδειξη της παράδοσης της στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται. Επισημάνθηκε επίσης ότι, αν αποδειχθεί ότι μια επιστολή, η οποία φέρει την ορθή διεύθυνση, ταχυδρομήθηκε και δεν επιστράφηκε τεκμαίρεται ότι έφθασε στον προορισμό της (βλ. Ανδρέου v. P & D Crystal Line Co Ltd Πολ. Εφ. 10498 ημερ. 15.10.2001).
Σύμφωνα με τη νομολογία, εναπόκειται σε ένα αιτητή να αποδείξει ότι παρέλαβε εκπρόθεσμα ή καθόλου τη διοικητική πράξη. Εκείνος που προβάλλει τον ισχυρισμό θα πρέπει να τον τεκμηριώσει (βλ. Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 248 και HadjiGavriel v. Republic (1986) 3(A) C.L.R 52)».
Τούτων δοθέντων, από τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης και συγκεκριμένα τον Τόμο ΙΙ αυτού (Τεκμήριο 2) διαπιστώνω τα ακόλουθα:
Στις 10.12.2023, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ενέκρινε τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τους Εικονικούς Γάμους για κήρυξη του γάμου των αιτητών ως εικονικού (Ερ. 41).
Η εν λόγω απόφαση κοινοποιήθηκε στους αιτητές με ξεχωριστές επιστολές ημερομηνίας 21.12.2023 (Ερ. 42-43), τις οποίες υπογράφει λειτουργός του Τμήματος εκ μέρους της Διευθύντριας. Στις εν λόγω επιστολές καταγράφεται η διεύθυνση, την οποία οι αιτητές ανέκαθεν δήλωναν (και τούτο διαπιστώνεται από όλα τα σχετικά έγγραφα σε όλους τους τόμους του διοικητικού φακέλου), ως τη διεύθυνση διαμονής τους (Αντιόπης […], 6058 Λάρνακα), ενώ δεν εντοπίζεται οποιαδήποτε ενημέρωση του Τμήματος ότι οι αιτητές άλλαξαν διεύθυνση διαμονής. Σε σχετική σημείωση επί των εν λόγω επιστολών, αναφέρεται ότι αυτές έχουν ταχυδρομηθεί στη δηλωθείσα τελευταία διεύθυνση των αιτητών στις 22.12.2023. Στον διοικητικό φάκελο δεν εντοπίζεται οι επιστολές να έχουν επιστραφεί. Ως εκ τούτου, τεκμαίρεται ότι αυτές έφτασαν στον προορισμό τους και οι αιτητές έλαβαν γνώση για την απόφαση από τον Δεκέμβριο του 2023.
Εν πάση περιπτώσει, πληροφορήθηκαν εκ νέου ότι ο γάμος τους είχε κριθεί εικονικός από τις 10.12.2023, με την επιστολή ημερομηνίας 05.01.2024 με την οποία η αίτηση της αιτήτριας για άδεια παραμονής απορρίφθηκε.
Παρά το γεγονός ότι ο αιτητής την περίοδο 18.07.2023 – 08.03.2024, πράγματι, εξέτιε ποινή φυλάκισης (Ερ. 79), εντούτοις είχε πλήρη γνώση της απόφασης δοθέντος ότι σε επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 18.03.2024 (Ερ. 85) με αίτημα την αφαίρεση των στοιχείων της αιτήτριας από τον κατάλογο απαγορευμένων προσώπων, επισυνάπτεται ένορκη δήλωση του αιτητή ημερομηνίας 14.03.2024 (Ερ. 81), στην οποία ο ίδιος αναφέρει πως με επιστολή του Τμήματος ημερομηνίας 05.01.2024 απορρίφθηκε το αίτημα της συζύγου του ημερομηνίας 17.05.2023 για την ανανέωση της άδειας παραμονής της, με την αιτιολογία ότι ο γάμος τους κρίθηκε ως εικονικός. Δηλώνει μάλιστα ο ίδιος πως διαμένουν μαζί στην οδό Αντιόπης […], 6058 Λάρνακα από την ημερομηνία του γάμου τους μέχρι την ημέρα της ενόρκου δηλώσεως.
Οι αιτητές δεν έχουν προσκομίσει, με τον ορθό δικονομικό τρόπο, οποιαδήποτε μαρτυρία ως προς τον ισχυρισμό τους ότι δεν έλαβαν την επιστολή ημερομηνίας 21.12.2023 και ως εκ τούτου δεν έχουν αποσείσει το σχετικό βάρος απόδειξης. Εν πάση περιπτώσει, από όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία, προκύπτει με ασφάλεια πως οι αιτητές είχαν πλήρη γνώση της βλαπτικής για τους ιδίους διοικητικής πράξης, ήτοι της απόφασης για την κήρυξη του γάμου τους ως εικονικού, τουλάχιστον, από τον Ιανουάριο του 2024 και παρέλειψαν να την αμφισβητήσουν εμπροθέσμως με προσφυγή. Η θέση τους πως έλαβαν γνώση για την εν λόγω απόφαση μέσω της Ένστασης στην προσφυγή 1520/24, ούτε τεκμηριώνεται, ούτε συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου.
Συνακόλουθα, η προσφυγή 1601/24 απορρίπτεται ως εκπρόθεσμη. Λαμβάνοντας, όμως, υπόψη πως το θέμα τέθηκε και εξετάστηκε αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, χωρίς οι καθ’ ων η αίτηση να αναπτύξουν οποιαδήποτε επιχειρηματολογία ως προς το μη παραδεκτό της προσφυγής ή να παραπέμψουν σε οποιοδήποτε στοιχείο του διοικητικού φακέλου, δεν επιδικάζονται έξοδα εναντίον των αιτητών.
Αξιολογώντας, ακολούθως, τη νομιμότητα των προσβαλλομένων με την προσφυγή 1520/24 διοικητικών πράξεων, ήτοι της απόφασης να κηρυχθεί η αιτήτρια ως απαγορευμένη μετανάστης και να εκδοθούν εναντίον της διατάγματα απέλασης και κράτησης, επαναλαμβάνεται καταρχάς η αποδοχή από τον κ. Χριστοδουλίδη, κατά τη δικάσιμο της 16.01.2025, της θέσης των καθ’ ων η αίτηση ότι η ημερομηνία από την οποία η αιτήτρια βρίσκεται παράνομα στη Δημοκρατία είναι η 21.12.2023, ημερομηνία που της κοινοποιήθηκε με επιστολή η απόφαση για κήρυξη του γάμου της ως εικονικού και η δήλωση του κ. Χριστοδουλίδη πως δεν θα προωθήσει τον ισχυρισμό της αιτήτριας για πλάνη ως προς την ημερομηνία που εκ παραδρομής αναφέρεται στα διατάγματα (ήτοι της 17.05.2023).
Τούτου δοθέντος και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αιτητές παρέλειψαν εμπροθέσμως να αμφισβητήσουν με προσφυγή την απόφαση για κήρυξη του γάμου τους ως εικονικού, η αιτήτρια κατά τον χρόνο σύλληψής της δεν είχε οποιοδήποτε νόμιμο καθεστώς παραμονής στην Κυπριακή Δημοκρατία και ως εκ τούτου νόμιμα κηρύχθηκε ως απαγορευμένη μετανάστης δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105 και νόμιμα, συμφώνως του άρθρου 14, εκδόθηκε εναντίον της διάταγμα απέλασης. Ορθώς δε ο κ. Χατζηπροδρόμου επισημαίνει την ευρύτατη διακριτική ευχέρεια του κράτους, ως εκδήλωση της εθνικής και εδαφικής κυριαρχίας του, να δέχεται ή να αποκλείει αλλοδαπούς από την επικράτειά του (Reyes v. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 401, Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, Rami Makhlouf κ.ά. ν Δημοκρατίας, ΕΔΔ αρ. 21/17, ημερ. 10.09.2024). Επισημαίνεται, επιπλέον, η υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, συμφώνως των προνοιών της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ[2], να λαμβάνει μέτρα για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών προς το σκοπό καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης.
Σε σχέση με το προσβαλλόμενο διάταγμα κράτησης σημειώνονται τα ακόλουθα:
Στην επιστολή, ημερομηνίας 17.11.2024, του Υπεύθυνου ΥΑΜ Λάρνακας προς τη Διευθύντρια του Τμήματος σε σχέση με το ιστορικό της παραμονής της αιτήτριας στη Δημοκρατία, τον εντοπισμό και τη σύλληψή της, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
«3. Σε συνέντευξη που έγινε στην αλλοδαπή αυτή ανάφερε ότι είναι παντρεμένη με τον Ε/Κ Μ.Χ. από την Λάρνακα. Σε περαιτέρω ερωτήσεις που της έγιναν όπως να αναφέρει διάφορα προσωπικά στοιχεία του συζύγου της η αλλοδαπή δεν τα γνώριζε. Επίσης η αλλοδαπή ανάφερε ότι δεν γνωρίζει την διεύθυνση διαμονής τους καθότι μετακόμισαν πρόσφατα σε άλλο σπίτι στην περιοχή Κόκκινες στην Λάρνακα και δεν θυμάται οδό και αριθμό, επίσης όταν της ζητήθηκε να αναφέρει το κινητό τηλέφωνο του συζύγου της ανάφερε ότι δεν τον γνωρίζει.
4. Η αλλοδαπή αρνήθηκε να αναφέρει την διεύθυνση παραμονής της αναφέρονται ότι δεν την θυμάται. Επίσης ανάφερε ότι δεν επιθυμεί να αναχωρήσει από την Κύπρο στο παρών (sic) στάδιο».
Η αιτήτρια, μέσω της γραπτής αγόρευσης του ευπαιδεύτου δικηγόρου της, αμφισβητεί τις ανωτέρω αναφορές, πλην όμως δεν επιχείρησε να προσκομίσει οποιαδήποτε σχετική μαρτυρία προς θεμελίωση των ισχυρισμών της. Υπενθυμίζεται συναφώς πως ο αναθεωρητικός έλεγχος των διοικητικών πράξεων διενεργείται στη βάση του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης και όχι από στοιχεία και ισχυρισμούς που παρουσιάζονται στις αγορεύσεις (Δημοκρατία ν Δ. Αυλωνίτης και Υιοί Λτδ (2000) 3 ΑΑΔ 137, Δημοκρατία ν Μ.Ε. Λεωφορεία Αμμοχώστου Λτδ, ανωτέρω).
Ως εκ τούτου, στη βάση των ενώπιόν μου στοιχείων καταλήγω πως το μέτρο της κράτησης της αιτήτριας εύλογα θεωρήθηκε αναγκαίο και ανάλογο προς επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, ήτοι της απέλασής της λόγω της παράνομης παραμονής της στη Δημοκρατία.
Σημειώνεται ότι στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί ενδιάμεσης μονομερούς αίτησης στην Mensah και Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 5735/2013, ημερομηνίας 09.08.2013, κρίθηκαν σχετικώς τα ακόλουθα:
«Η κήρυξη της αιτήτριας ως απαγορευμένης μετανάστριας εμπεριέχει λογικά τον κίνδυνο διαφυγής της ανά πάσα στιγμή. Αυτή η έννοια εμπεριέχεται νομικά και λογικά στο άρθρο 180Δ στον ορισμό του «κινδύνου διαφυγής», όπου στην παράγραφο (α) αναφέρεται, ως στοιχείο κινδύνου διαφυγής, η μη συμμόρφωση με απόφαση επιστροφής. Να μη λησμονείται άλλωστε ότι στον ορισμό του «κινδύνου διαφυγής» καταγράφεται ότι αυτός ο κίνδυνος συναρτάται προς κάθε «ατομική περίπτωση», ο δε κίνδυνος αυτός εκτιμάται κατά «εικασία» ότι ο υποκείμενος σε διαδικασία επιστροφής «μπορεί να διαφύγει». Δεν χρειάζεται, με άλλα λόγια, απτή μαρτυρία περί τούτου και είναι εδώ που υπεισέρχεται η κρίση της διοίκησης αναλόγως των συνθηκών της κάθε υπόθεσης.».
Είναι, τέλος, η κατάληξή μου πως δεν ευσταθεί ούτε ο ισχυρισμός της αιτήτριας πως, κατά παράβαση του άρθρου 18ΟΘ του Κεφ.105, δεν της δόθηκε δικαίωμα οικειοθελούς αναχώρησης.
Στην επιστολή ημερομηνίας 05.01.2024 (Τεκμήριο 2, Ερ. 44), με την οποία η αιτήτρια πληροφορήθηκε πως απορρίφθηκε η αίτησή της ημερομηνίας 17.05.2023 για άδεια παραμονής ως μέλος οικογένειας Κύπριου πολίτη, ρητώς αναφέρονται και τα ακόλουθα:
«Ως εκ των ανωτέρω, παρακαλείστε όπως αναχωρήσετε άμεσα και εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την Κυπριακή Δημοκρατία, διαφορετικά θα ληφθούν μέτρα για την απομάκρυνσή σας».
Επιπρόσθετα, με επιστολή του δικηγόρου της, ημερομηνίας 24.01.2024 (Τεκμήριο 2, Ερ. 77), η αιτήτρια αιτήθηκε την αφαίρεση των στοιχείων της από τον κατάλογο απαγορευμένων προσώπων, ώστε να καταχωρίσει νέα αίτηση για άδεια παραμονής, ως μέλος οικογένειας Κύπριου πολίτη. Με απαντητική επιστολή ημερομηνίας 27.02.2024 (Τεκμήριο 2, Ερ. 78), το αίτημα απορρίφθηκε από τη Διευθύντρια καθότι ο γάμος της κρίθηκε εικονικός στις 10.12.2023. Ενόψει δε τούτου, ο δικηγόρος της αιτήτριας κλήθηκε όπως τη συμβουλέψει να αναχωρήσει άμεσα από τη Δημοκρατία, διαφορετικά θα ληφθούν μέτρα για την απομάκρυνσή της.
Με βάση τα ανωτέρω, καταλήγω πως οι προσβαλλόμενες με την προσφυγή 1520/24 διοικητικές πράξεις είναι νόμιμες, επαρκώς αιτιολογημένες, το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, ευλόγως επιτρεπτές και έχουν ληφθεί εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας των καθ’ ων η αίτηση.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή 1520/24 επίσης αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα ύψους €1.700 εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.
Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.
[1] Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο των υπό εκδίκαση προσφυγών οι αιτητές αναφέρουν κατ’ επανάληψη πως η αιτήτρια εξασφάλισε άδεια παραμονής ως σύζυγος Κύπριου πολίτη μέχρι τις 22.01.2022, πλην όμως από τον διοικητικό φάκελο (Τεκμήριο 1, Ερ. 501) προκύπτει ότι σχετική άδεια παραμονής παραχωρήθηκε στην αιτήτρια μέχρι τις 15.07.2023, γεγονός το οποίο αποδέχονται και οι αιτητές στη σελίδα 4, παράγραφος 12, της γραπτής αγόρευσής τους στην προσφυγή 1601/2024.
[2] Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο