Ε. Ε. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργού Άμυνας, Υπόθεση Αρ. 238/2019, 10/4/2025
print
Τίτλος:
Ε. Ε. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργού Άμυνας, Υπόθεση Αρ. 238/2019, 10/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 238/2019

                                             

       11 Απριλίου, 2025

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]

 

ΑΝΑΦOΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

Ε. Ε.

Αιτητής

                          ν.

 

 Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργού Άμυνας

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

_______________________________________________________________

 

Μιχάλης Μιχαήλ, Δικηγόρος για τον Αιτητή

Μιχάλης Καλογήρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δικηγόρο των Καθ' ων η αίτηση.

                                               

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.:  Με την παρούσα προσφυγή του ο Αιτητής ζητά από το Δικαστήριο όπως ακυρωθεί η απόφαση του Υπουργείου Άμυνας ημερομηνίας 10.12.2018 «με την οποία απέρριψε το αίτημα που είχε υποβάλει ο Αιτητής για αναδρομική κρίση και κατ' επ' επέκταση προαγωγή του στο βαθμό του Επιλοχία αναδρομικά από το 1999, μαζί με ότι αυτό συνεπακόλουθα επιφέρει».  

Ως προκύπτει από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων που έχουν κατατεθεί στο Δικαστήριο, τα σχετικά με την παρούσα υπόθεση γεγονότα έχουν ως ακολούθως.

 

Ο Αιτητής είναι Υπαξιωματικός της Εθνικής Φρουράς, ο οποίος διορίστηκε στο βαθμό του Λοχία στις 8.6.1991. Μετά από αίτημα του το οποίο εγκρίθηκε από τον Υπουργό Άμυνας παραιτήθηκε στις 18.1.1995, αλλά μετά από διεκδίκηση θέσης μόνιμου Υπαξιωματικού διορίστηκε ξανά από 1.11.1997.

 

Στις 10.7.1999, ο Αιτητής υπέβαλε  αίτημα στο Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς με το οποίο ζητούσε όπως ο χρόνος που υπηρέτησε πριν τη παραίτηση του στη θέση του Λοχία, του αναγνωρισθεί ως συντάξιμος και ως χρόνος κατοχής του βαθμό του Λοχία για σκοπούς συμπλήρωσης του προβλεπόμενου από τους σχετικούς Κανονισμούς χρόνου για κρίση και προαγωγή. Το εν λόγω αίτημα διαβιβάστηκε από το ΓΕΕΦ στο Υπουργείο Άμυνας, λόγω αρμοδιότητας. Το Υπουργείο Άμυνας, με επιστολή του ημερομηνίας 31.08.1999, πληροφόρησε το ΓΕΕΦ ότι έγινε αποδεχτό το αίτημα του Αιτητή για αναγνώριση της προϋπηρεσίας του ως χρόνος κατοχής του βαθμού του Λοχία και θα ληφθεί υπόψη για σκοπούς κρίσεως.  

 

Το ΓΕΕΦ με επιστολή του ημερομηνίας 19.10.1999, προς το Υπουργείο Άμυνας, ενημέρωσε ότι παρόλο που ο Αιτητής συμπλήρωσε πέντε (5) έτη στον κατεχόμενο βαθμό το έτος 1998 (δηλαδή τον προβλεπόμενο χρόνο κατοχής στο βαθμό του Λοχία κατά τον ουσιώδη χρόνο), επειδή η αναγνώριση της προϋπηρεσίας έγινε την 31.8.1999 και αυτή δεν είχε αναδρομική ισχύ, πληρούσε τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για κρίση το έτος 1999. Δεδομένου δε ότι το Συμβούλιο Κρίσεων για το έτος 1999 είχε πραγματοποιηθεί, πρότεινε ο εν λόγω Υπαξιωματικός να κριθεί σε έκτακτη σύνοδο το έτος 1999. Το ΓΕΕΦ με επιστολή του, ημερομηνίας 2.5.2000 διαβίβασε στο υπουργείο σχετική αλληλογραφία με την οποία διαβιβαζόταν το αίτημα του Αιτητή να κριθεί αναδρομικά από το 1999, με δεδομένο ότι η προϋπηρεσία του από 8.6.1991 μέχρι 19.1.1995 του αναγνωρίσθηκε για σκοπούς κρίσεως.

 

Ο Αιτητής όπως ενημερώθηκε ρητώς με την επιστολή του Υπουργείου Άμυνας ημερομηνίας 30.3.2001 (Ερυθρό 75 στο Φάκελο), προήχθη στο βαθμό του Επιλοχία από 22.12.2000, δηλαδή όχι αναδρομικά από το έτος 1999 όπως ήταν το αρχικό του αίτημα. Ακολούθως, μέχρι και την καταχώρηση της παρούσας υπόθεσης έλαβε άλλες δύο προαγωγές, αφού την 1.1.2008 προήχθη στο βαθμό του Αρχιλοχία και στις 6.9.2018 στο βαθμό του Ανθυπασπιστή Γ'.

 

Στις 2.11.2017, ο Αιτητής, με επιστολή του δικηγόρου του, κάλεσε τους Καθ' ων η Αίτηση να προβούν στην αναδρομική κρίση του στο βαθμό του Επιλοχία, αφού, όπως ισχυρίζεται μέσω των γεγονότων της προσφυγής του, μόλις στις 3.4.2007, μετά την κοινοποίηση από το ΓΕΕΦ των Πινάκων των Μονίμων Υπαξιωματικών παρατήρησε ότι βρίσκεται σε χαμηλότερη θέση από συναδέλφους του οι οποίοι προάχθηκαν στο βαθμό του Επιλοχία το 2000 και συνεπώς, τότε είναι που διαπίστωσε ότι δεν είχε κριθεί αναδρομικά από το 1999.

 

Όπως επίσης προβάλλεται μέσω των γεγονότων της προσφυγής του Αιτητή, ακολούθησαν επιστολές του δικηγόρου του ημερομηνίας 2.11.2017, 9.1.2018 και 6.3.2018,  ενώ μεσολάβησε επιστολή των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 22.1.2018 με την αναφορά ότι το αίτημα εξετάζεται. Ακολούθησε η προσφυγή του Αιτητή ημερομηνίας 5.9.2019 (Αρ. Υπόθεσης 1330/2018) κατά της παράλειψης απάντησης στις επιστολές του και στη συνέχεια η απάντηση του υπουργείου μέσω της επιστολής ημερομηνίας 10.12.2018 η οποία συνιστά την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Στην επιστολή των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 10.12.2018, αναφέρονται τα εξής:

«(1)Με επιστολή του Υπουργείου Άμυνας, ημερομηνίας 30.3.2001, ο πελάτης σας ενημερώθηκε για την προαγωγή του στο βαθμό του Επιλοχία από 22.12.2000. Συνεπώς, με την επιστολή αυτή έγινε γνωστό στον πελάτη ότι το πιο πάνω αίτημα του, το οποίο είχε υποβάλει με υπηρεσιακή αναφορά του στις 3.4.2000, δεν ικανοποιήθηκε.

(2) Από τις 30.03.2001, ημερομηνία κοινοποίησης στον παραπονούμενο της σχετικής απόφασης, μέχρι τις 2.11.2017, ημερομηνία κατά την οποία αποστείλατε την πρώτη χρονικά επιστολή σας, ο πελάτης σας δεν προέβηκε σε οποιαδήποτε ενέργεια (υποβολή αιτήματος, παραπόνου ή καταχώρησης προσφυγής), παρά το γεγονός ότι είχε καταστεί ενήμερος του επηρεασμού που η πιο πάνω απόφαση συνεπαγόταν γι’ αυτόν, λόγω της μη αναδρομικής από το 1999 κρίσης και προαγωγής του.

(3) Δηλαδή, παρήλθαν περισσότερα από 16 συναπτά έτη από την ημερομηνία κατά την οποία η πράξη της προαγωγής περιήλθε σε γνώση του πελάτη σας, μέχρι αυτός να υποβάλει το υπόψη αίτημα, με το οποίο αμφισβητεί ουσιαστικά την ορθότητα της.

(4) Η μη εκδήλωση από μέρους του πελάτη σας οποιασδήποτε ενέργειας για περισσότερο από 16 χρόνια από την κοινοποίηση σ’ αυτόν της προαναφερθείσα διοικητικής πράξης, συνιστά, κατά την άποψη μας, έμμεση αποδοχή του περιεχομένου της. Το γεγονός ότι στο διάστημα αυτό ο πελάτης σας έλαβε μια προαγωγή στο βαθμό του Αρχιλοχία το 2008, ενισχύει τη θέση αυτή.»

 

Ακολούθησε στις 21.02.2019 η καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

 

Στο στάδιο αυτό, οφείλω να επαναλάβω την πάγια νομολογία ότι τα γεγονότα, τα οποία στοιχειοθετούν τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου να επιληφθεί της προσφυγής και τα επίδικα θέματα προσδιορίζονται στη δικογραφία (Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου, Υπόθεση Αρ. 1061/94, 30/6/95 Βαρνάβας Νικολάου και Υιοί Λτδ., ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 380/94, 31/8/95 και Κυριακίδης και άλλος ν. Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 212/95 και 259/951 31/1/97) και οι γραπτές αγορεύσεις ουδόλως αποτελούν μέσο προσαγωγής μαρτυρίας ή διεύρυνσης των επίδικων θεμάτων. Συνεπώς, τα γεγονότα τα οποία αναφέρονται μέσω της προσφυγής και της αγόρευσης του Αιτητή και τα οποία δεν υποστηρίζονται από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψιν από το Δικαστήριο και ουδόλως θα το απασχολήσουν.

 

Η πλευρά των Καθ' ων η Αίτηση, δια της παρούσας γραπτής τους αγόρευσης, πέραν της θέσης τους ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή και νόμιμη, εγείρουν προδικαστική ένσταση και ισχυρίζονται ότι η παρούσα Προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, αφού ο Αιτητής στερείται του απαραίτητου εννόμου συμφέροντος κατά το χρόνο καταχώρησης της. Το ζήτημα της έλλειψης εννόμου συμφέροντος εκ μέρους του Αιτητή, αφορά ζήτημα δημόσιας τάξης, το οποίο μπορεί να εξεταστεί και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, παρά το ότι δεν εγείρεται μέσω του δικογράφου της Ένστασης.

 

Ως η πάγια νομολογία των Δικαστηρίων μας, η εν λόγω προδικαστική ένσταση, ότι ο Αιτητής έχει απωλέσει το έννομο του συμφέρον ως προς την επίδικη πράξη, θα εξεταστεί κατά προτεραιότητα. 

 

Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο των φακέλων και υποδεικνύει ο Λειτουργός της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση, για την προαγωγή του στο βαθμό του Επιλοχία από 22.12.2000, ο Αιτητής ενημερώθηκε ρητώς με την επιστολή του Υπουργείου Άμυνας ημερομηνίας 30.3.2001. Συνεπώς, υποστηρίζεται, με την επιστολή αυτή έγινε γνωστό στον Αιτητή ότι το πιο πάνω αίτημα του, το οποίο είχε υποβάλει με υπηρεσιακή αναφορά του στις 3.4.2000, δεν ικανοποιήθηκε. Από τις δε 30.3.2001, ημερομηνία κοινοποίησης στον Αιτητή της σχετικής απόφασης, μέχρι τις 2.11.2017, όπου και ακολούθησαν άλλες δύο κρίσεις και προαγωγές του (στο βαθμό του Αρχιλοχία το 2008 και στο βαθμό του Ανθυπασπιστή Γ' το 2018), ημερομηνία κατά την οποία απέστειλε την πρώτη χρονικά επιστολή του, ο Αιτητής δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια αναζήτησης δικαιωμάτων ή θεραπείας (υποβολή αιτήματος, παραπόνου ή καταχώρησης προσφυγής). Όπως υποδεικνύουν και οι Καθ’ ων η Αίτηση, παρά το γεγονός ότι ο Αιτητής είχε καταστεί ενήμερος του επηρεασμού που η πιο πάνω απόφαση συνεπαγόταν γι' αυτόν λόγω της μη αναδρομικής κρίσης και προαγωγής του από το 1999 αλλά από 22.12.2000, απέστειλε την πρώτη επιστολή μόλις το 2017, καταχώρησε την πρώτη προσφυγή λόγω παράλειψης απάντησης στο αίτημα του το 2018 και την παρούσα ένα χρόνο αργότερα μετά τη λήψη της σχετικής επιστολής.

 

Συνεπώς, τονίζουν, μεσολάβησαν περισσότερα από 16 συναπτά έτη από την ημερομηνία κατά την οποία η πράξη της προαγωγής περιήλθε σε γνώση του Αιτητή ώστε να προχωρήσει σε οιοδήποτε διάβημα προς τη διοίκηση. 

 

Είναι η θέση των Καθ' ων η Αίτηση ότι, με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, ο υπέρμετρος χρόνος που διέρρευσε από το αρχικό αίτημα του Αιτητή, η μη αναζήτηση θεραπείας σε εύλογο χρόνο, μαζί με το γεγονός ότι αυτός έχει ήδη προαχθεί και σε επόμενες δύο κλίμακες προαγωγής από αυτήν που αναδρομικά ζητά να τοποθετηθεί, δεν νομιμοποιούν τον Αιτητή να προσβάλλει την απόρριψη του συγκεκριμένου αιτήματος δια της παρούσας προσφυγής.

 

Αντίθετα, η θέση του δικηγόρου του Αιτητή είναι ότι, ο πελάτης του δεν γνώριζε, μέχρι και την αποστολή της πρώτης επιστολής του ιδίου στις 2.11.2017 ότι το αίτημα του για αναδρομική από το 1999 κρίση και προαγωγή του Αιτητή δεν ικανοποιήθηκε. Υποστηρίζει ακόμα ότι ήταν αδύνατο για τον Αιτητή να το γνώριζε προηγουμένως. Αυτό υποστηρίζει μέσω της προσφυγής και επαναλαμβάνει, μέσω της αγόρευσης του, όπως και στο στάδιο των Διευκρινήσεων. Ωστόσο, οι γραπτές αγορεύσεις ουδόλως αποτελούν μέσο προσαγωγής μαρτυρίας ή διεύρυνσης των επίδικων θεμάτων, συνεπώς, η θέση αυτή η οποία προβάλλεται από τον Αιτητή παραμένει αστήριχτη.

 

Σχετικά με το ζήτημα το οποίο εγείρουν οι Καθ’ ων η Αίτηση, στην Υπόθεση αρ. 31/21(Κ), A.R. v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω 1. Υπουργού Εσωτερικών και 2. Διευθυντή Τμήματος Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερομηνίας 10.2.2022, η κα. Καλλίγερου Π.Δ.Δ. (όπως ήταν τότε)  αναφέρεται στην εύλογη επιμέλεια που πρέπει να επιδιώκει ο διοικούμενος, ως ακολούθως.


«Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η γνώση για την έκδοση της πράξης για να κινήσει την προθεσμία για καταχώριση προσφυγής δύναται και να τεκμαίρεται σε περιπτώσεις που έχει παρέλθει πολύ μεγάλο διάστημα από την έκδοση της απόφασης και ο αιτητής να μην έχει επιδείξει οποιαδήποτε επιμέλεια να ενημερωθεί, παρά το εύλογο ενδιαφέρον του για την υπόθεσή του. Σχετική είναι οι απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Γεωργία Σοφοκλέους Χειμωνίδου ν. Ιατρικών Υπηρεσιών κ.α. (1994) 2040, από την οποία παραθέτω το κατωτέρω απόσπασμα και στο οποίο γίνεται αναφορά και σε απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929- 1959:

«Για να κινηθεί η προθεσμία για άσκηση προσφυγής πρέπει η γνώση της επιβλαβούς πράξης εκ μέρους του ενδιαφερομένου να είναι πλήρης (Kritiotis v. Municipality of Paphos and Others (1986) 3 C.L.R. 322, 345-346).  Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, αναφέρονται, στη σελίδα 253, τα ακόλουθα:-

"Γ ν ώ σ ι ς

Μη κοινοποιηθείσης ή μη δημοσιευθείσης, συμφώνως προς τας ανωτέρω αρχάς, διοικητικής τινός πράξεως, έστω και αν η κοινοποίησις ή η δημοσίευσις επιβάλλεται υπό του νόμου, η προθεσμία προς άσκησιν αιτήσεως ακυρώσεως άρχεται διά της πλήρους γνώσεως της πράξεως υπό του αιτούντος.

 

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Ως γνώσις νοείται η αναφερομένη εις το περιεχόμενον της πράξεως, μη απαιτουμένης και πλήρους γνώσεως των λόγων ακυρότητος αυτής:  2312(53).

Η γνώσις κινεί την προθεσμίαν της αιτήσεως ακυρώσεως οσάκις είναι πλήρης και συνάγεται ασφαλώς εκ των στοιχείων του φακέλου ή εκ της φύσεως και των συνθηκών εκάστης υποθέσεως.  Νομολογιακώς έχουν καθιερωθή τεκμήριά τινα γνώσεως, και δη πλήρους, της προσβαλλομένης πράξεως.  Τοιαύτα είναι η υποβολή αιτήσεως θεραπείας ή ιεραρχικής προσφυγής κατά της προσβαλλομένης πράξεως, η αίτησις ανακλήσεως, ή η αίτησις αναθεωρήσεως αυτής:  1716(53).  Επίσης εκρίθη ότι τεκμηριούται η πλήρης γνώσις εξ υποβολής αιτήσεως προς την Διοίκησιν, εν η αναφέρεται το περιεχόμενον της προσβαλλομένης πράξεως, ως επίσης και εκ της παρόδου μακρού χρόνου από της εκδόσεως της πράξεως, ιδία δε αν υφίσταται προφανές ενδιαφέρον διά την τύχην της υποθέσεως."

(Οι υπογραμμίσεις δικές μου.)

Επίσης, στο σύγγραμμα του Θεμιστοκλή Τσάτσου "Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας", έκδοση 3η, αναφέρονται τα ακόλουθα, στις σελίδες 80 και 81:-

"Εφ' όσον η πράξις είναι προσιτή ευκόλως εις τον ενδιαφερόμενον, η μη εντός ευλόγου χρόνου ενέργεια των απαιτουμένων προς λήψιν πλήρους γνώσεως αυτής, αποτελεί παράλειψιν και πταίσμα, ούτινος αι συνέπειαι δέον να εξομοιωθώσι προς την μη εμπρόθεσμον άσκησιν της αιτήσεως ακυρώσεως, της οποίας η προθεσμία δεν είναι δυνατόν, εν τοιαύτη περιπτώσει, ν' αδρανήση επ'άπειρον, εκτός εάν προκύπτη ότι, παρά την πάροδον μακρού χρόνου από της εκτελέσεως, η πλήρης γνώσις ήτο αδύνατος ή συγγνωστή η σχετική έλλειψις εδνιαφέροντος του διοικουμένου, όσον αφορά εις την έκδοσιν ή το περιεχόμενον της πράξεως."

Στην παρούσα περίπτωση, έστω και αν η αιτήτρια δεν είχε πλήρη γνώση της επίδικης απόφασης, το 1985 ή το 1986, δεν εκωλύετο από του να προβεί έγκαιρα στις κατάλληλες ενέργειες για διαπίστωση των λόγων της μη παραχώρησης σ' αυτήν της εν λόγω προσαύξησής της.  Θα μπορούσε έγκαιρα να προέβαινε στις ενέργειες στις οποίες προέβη σήμερα για απόκτηση πλήρους γνώσης.  Η έλλειψη ενδιαφέροντος εκ μέρους της για περίοδο περίπου έξι ετών αφ' ότου έλαβε γνώση της μη παραχώρησης σ' αυτήν της σχετικής προσαύξησης δεν μπορεί να θεωρηθεί υπό τις περιστάσεις συγχωρητέα, αλλά αποτελεί παράλειψηη οποία ισοδυναμεί με μη εμπρόθεσμη άσκηση του δικαιώματός της για καταχώριση προσφυγής».

 Τα ίδια φαίνεται να αποφασίστηκαν στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Νίκος Οδυσσέως ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 481,  σε σχέση με το εύλογο ενδιαφέρον που αναμένεται να επιδεικνύει ο διοικούμενος για προσωπικές του υποθέσεις, ώστε με την παρέλευση μακρού χρόνο να τεκμαίρεται η γνώση του και η παρέλευση της προθεσμίας άπρακτης. (βλ.  επίσης Katsiantonis vFranzeskou (1981) 1 CLR 566)

 

Τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης, ως καταγράφονται στο κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης και προωθούνται μέσω της γραπτής αγόρευσης της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, ανταποκρίνονται στο περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων. Aπό την προηγηθείσα ανάλυση των γεγονότων προκύπτει ότι, παρά την ικανοποίηση του αιτήματος του, για αναγνώριση της προϋπηρεσίας του ως χρόνος κατοχής του βαθμού του Λοχία για σκοπούς κρίσεως για την επόμενη θέση αυτήν του Επιλοχία, με την επιστολή του Υπουργείου Άμυνας, ημερομηνίας 31.08.1999, εντούτοις δεν μεσολάβησε οποιαδήποτε ενέργεια του Αιτητή μέχρι και 2.11.2017 ημερομηνία κατά την οποία απέστειλε την πρώτη χρονικά επιστολή ο Αιτητής μέσω του δικηγόρου του, δηλαδή πέραν από 16 χρόνια αργότερα. Το Δικαστήριο θα συμφωνήσει με τους Καθ΄ων η Αίτηση ότι ο Αιτητής ενημερώθηκε με την επιστολή του Υπουργείου Άμυνας, ημερομηνίας 30.3.2001 ότι το ΓΕΕΦ έκανε αποδεχτό το αίτημα του για την προαγωγή του στο βαθμό του Επιλοχία από 22.12.2000. Κατ’ επέκταση διαπιστώνω ότι, με την επιστολή αυτή κοινοποίηθηκε στον Αιτητή ότι το πιο πάνω αίτημα του, να διοριστεί αναδρομικά από το 1999 το οποίο είχε υποβάλει με υπηρεσιακή αναφορά του στις 3.4.2000, δεν ικανοποιήθηκε. Εντούτοις δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια, αναζήτησης δικαιωμάτων ή θεραπείας (υποβολή αιτήματος, παραπόνου ή καταχώρησης προσφυγής), παρά δε το γεγονός ότι είχε καταστεί ενήμερος του επηρεασμού που η πιο πάνω απόφαση συνεπαγόταν γι' αυτόν. Σε αυτή μου τη διαπίστωση, όπως υποδεικνύεται από τους Καθ΄ων η Αίτηση, συμβάλλουν και οι προαγωγές τις οποίες είχε ο Αιτητής στο μεσοδιάστημα έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης ημερ. 10.12.2018, αφού προήχθη στο βαθμό του Αρχιλοχία το 2008 και στο βαθμό του Ανθυπασπιστή Γ' το 2018.

 

Ως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Νίκος Οδυσσέως v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 481, ημερ. 18.6.98, ο Νικήτας Δ. ανέφερε ότι: «η νομολογία στην Eλλάδα καθιέρωσε τεκμήριο πλήρους γνώσης "εκ της παρόδου μακρού χρόνου από της εκδόσεως της πράξεως, ιδία δε αν υφίσταται προφανές ενδιαφέρον διά την τύχην της υποθέσεως". Eδώ η περίοδος πλησιάζει τη δεκαετία και θα μπορούσε, πιστεύουμε, να λεχθεί εκ του ασφαλούς πως ο αιτητής δεν επέδειξε εύλογο ενδιαφέρον για την υπόθεσή του.»

 

Αντίστοιχα και στη παρούσα υπόθεση, όπου έχουν παρέλθει πέραν από 16 έτη μέχρι ο Αιτητής να επιδείξει οιοδήποτε ενδιαφέρον για την υπόθεσή του, θα συμφωνήσω με τους Καθ’ ων η Αίτηση ότι, η αδράνεια του καθ’ όλη την πάροδο αυτού του μακρού χρονικού διαστήματος, του έχει αποστερήσει το έννομο του συμφέρον ως προς την προσβολή της επίδικης πράξης.

 

Συνακόλουθα, καταλήγω ότι, η προδικαστική ένσταση των Καθ' ων η αίτηση επιτυγχάνει και η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

 

Επιδικάζονται €1700 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή. 

 

 

Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο