T. H. D. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση αρ. 747/2022, 29/4/2025
print
Τίτλος:
T. H. D. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση αρ. 747/2022, 29/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 747/2022(iJ))

29 Απριλίου 2025

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

T. H. D.

Αιτήτρια

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.   ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Νατάσα Χαραλαμπίδου, για Νατάσα Χαραλαμπίδου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για την αιτήτρια.

Φοίβος Χριστοφίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την προσφυγή της, η αιτήτρια αξιώνει από το Δικαστήριο ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση, ημερομηνίας 15.2.2022, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση που υπέβαλε στις 7.10.2021 για έκδοση άδειας προσωρινής διαμονής και απασχόλησης, ως μέλος της οικογένειας Κύπριου πολίτη, ούσα χήρα.

 

  Η αιτήτρια κατάγεται από το Βιετνάμ. Αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 19.5.2009, με σκοπό να εργαστεί ως οικιακή βοηθός και παρέμεινε στη Δημοκρατία νόμιμα, μέχρι τις 11.5.2014, ημερομηνία που αναχώρησε για την χώρα της. Στις 26.7.2016, μετά από αίτημα Ελληνοκύπριου και κατόπιν σχετικής έγκρισης από τον Υπουργό Εσωτερικών, η αιτήτρια αφίχθηκε εκ νέου στη Δημοκρατία, προκειμένου να εργαστεί ως οικιακή βοηθός. Προς το σκοπό αυτό, εκδόθηκε άδεια προσωρινής παραμονής ως οικιακή βοηθός, μέχρι και τις 26.7.2018.

 

  Στις 6.8.2018, η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία, η οποία απορρίφθηκε στις 9.1.2019. Ακολούθως, στις 15.2.2019, τέλεσε πολιτικό γάμο με Ελληνοκύπριο και υπέβαλε αίτηση ως σύζυγος Κύπριου πολίτη, εξασφαλίζοντας άδεια προσωρινής παραμονής μέχρι τις 16.4.2022. Έλεγχος για την γνησιότητα του γάμου του ζεύγους, πραγματοποιήθηκε στις 19.3.2020. Από τις εξετάσεις που διενεργήθηκαν από Λοχία της ΥΑΜ Λεμεσού, επιβεβαιώθηκε πως το ζεύγος διαμένει μαζί στην δηλωθείσα διεύθυνση. Κατά την άποψη της Υπηρεσίας, ο γάμος τελέστηκε προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων και των δύο, αφενός για τον Ελληνοκύπριο, για να έχει συντροφιά και βοήθεια στη συντήρησή του, λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζει, αφετέρου για την αιτήτρια, προκειμένου να εξασφαλίσει άδεια παραμονής στη Δημοκρατία και ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά εργασίας.

 

  Λίγους μήνες αργότερα και συγκεκριμένα την 10.11.2020, ο Ελληνοκύπριος απεβίωσε. Η αιτήτρια συνέχισε να παραμένει στη Δημοκρατία και στις 7.10.2021, υπέβαλε αίτηση για έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής και απασχόλησης, ως μέλος της οικογένειας Κύπριου πολίτη που απεβίωσε.

 

  Στις 15.2.2022, το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης απέρριψε την υποβληθείσα αίτηση, με το εξής λεκτικό:-

«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην πιο πάνω αίτηση και να σας πληροφορήσω ότι, μετά από δέουσα έρευνα, αυτή έχει απορριφθεί για τους λόγους που καταγράφονται στην παράγραφο 3 πιο κάτω. Ως εκ τούτου, καλείστε όπως εντός τριάντα (30) ημερών αποταθείτε για διευθέτηση της παραμονής σας στη Δημοκρατία με άλλο τρόπο ή αναχωρήσετε. Σε διαφορετική περίπτωση θα ληφθούν μέτρα για την απομάκρυνσή σας. […]

3.  Λόγος/Λόγοι απόρριψης:

 Καθότι δεν διατηρείτε δικαίωμα διαμονής από Κύπριο πολίτη.»

 

  Η νομιμότητα της πιο πάνω διοικητικής απόφασης, αποτελεί το αντικείμενο της υπό εκδίκαση προσφυγής.

 

  Αποτελεί θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και προϊόν ελλιπούς διερεύνησης. Κατά τις εισηγήσεις, από τις διατάξεις του άρθρου 18ΛΕ εδάφιο (3) του Κεφ. 105, παρέχεται η δυνατότητα στον Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, σε περιπτώσεις θανάτου του συντηρούντος προσώπου, να παραχωρήσει αυτόνομη άδεια παραμονής σε μέλη της οικογένειάς του.

 

  Επίσης, υποβάλλει πως κατά τις διατάξεις του άρθρου 25(2) του Ν. 7(Ι)/2007, ο θάνατος πολίτη της Ένωσης, δεν συνεπάγεται απώλεια του δικαιώματος των μελών της οικογένειας του, που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους κι έχουν παραμείνει στη Δημοκρατία ένα τουλάχιστον έτος πριν από τον θάνατό του, υποστηρίζοντας, κατ’ επίκληση της Shalaeva ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 184, πως ο Ν. 7(Ι)/2007 τυγχάνει εφαρμογής και στην παρούσα περίπτωση, όπου η αιτήτρια υπήρξε νυμφευμένη με Κύπριο πολίτη κι όχι με Ευρωπαίο πολίτη, αφού ο Κύπριος είναι και ευρωπαίος. 

  Κατά τις εισηγήσεις, η απόρριψη της αίτησης που υπέβαλε στις 7.10.2021, δεν περιέχει καμία αιτιολογία, αφού το μόνο που της αναφέρθηκε ήταν πως δεν διατηρεί δικαίωμα διαμονής από Κύπριο πολίτη, χωρίς όμως να αναφέρεται ο λόγος που δεν διατηρεί τέτοιο δικαίωμα, ενώ εκ του Νόμου προκύπτει να διατηρεί, αφού το γεγονός του θανάτου του συζύγου της, δεν επηρέαζε με οποιοδήποτε τρόπο τα γεγονότα, κυρίως, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος πως ο γάμος της δεν κηρύχθηκε εικονικός, σύμφωνα με την διερεύνηση της ΥΑΜ Λεμεσού, ενώ η ίδια, εργάζεται ως καμαριέρα σε ξενοδοχείο, έχοντας επαρκείς πόρους για να διαμείνει στη Δημοκρατία.

 

  Θέτει, επίσης, ισχυρισμούς περί παράβασης του δικαιώματος ακρόασης, παράβασης της αρχής της οικογενειακής και ιδιωτικής της ζωής, ενώ κατά τις εισηγήσεις, η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί, αφού αυτή είναι ανυπόγραφη και δεν προσδιορίζεται το πρόσωπο που την εξέδωσε.

 

 

  Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Δημοκρατίας, απορρίπτοντας όλους τους προβληθέντες ισχυρισμούς, υποστήριξε πως οι διατάξεις του άρθρου 18ΛΕ του Κεφ. 105, δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση της αιτήτριας. Τούτο, λόγω του ότι το εν λόγω άρθρο αφορά τις περιπτώσεις των συζύγων των συντηρούντων, όπου, ερμηνεία της έννοιας του όρου «συντηρών», προκύπτει από το άρθρο 18ΚΙ(1) του Κεφ. 105 και αφορά πρόσωπα που είναι κάτοχοι άδειας διαμονής που εκδόθηκε δυνάμει του Νόμου και που έχουν εύλογη προοπτική να αποκτήσουν δικαίωμα μόνιμης διαμονής στη Δημοκρατία και συνεπώς, δεν καλύπτει τις περιπτώσεις Κύπριων πολιτών. Υπέβαλε, επίσης, πως ο Ν.7(Ι)/2007, δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση της αιτήτριας, αφού ο εν λόγω Νόμος, εφαρμόζεται μόνον στους πολίτες της Ένωσης και τα μέλη των οικογενειών τους, με αναφορά στα νομολογηθέντα στην Levacheva ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 170/11, ημερομηνίας 15.4.2013. Κατά τις εισηγήσεις, ορθά οι καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν την υποβληθείσα αίτηση, αφού έκριναν πως με τον θάνατο του συζύγου της, δεν διατηρείτο ο αρχικός δεσμός για τον οποίο είχε εκδοθεί αρχικά η άδεια παραμονής του υπηκόου τρίτης χώρας.

  Όπως προαναφέρθηκε επίδικη, εν προκειμένω, είναι η απορριπτική απόφαση του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερομηνίας 15.2.2022, σε σχέση με αίτηση που η αιτήτρια υπέβαλε στις 7.10.2021 για έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής και απασχόλησης, ως μέλος της οικογένειας Κύπριου πολίτη, αίτηση την οποία υπέβαλε ένα έτος μετά τον θάνατο του συζύγου της.

 

  Εγέρθηκε πως η προσβαλλόμενη απόφαση, είναι ανυπόγραφη και πως δεν προκύπτει το πρόσωπο που την συνέταξε. Η προσβαλλόμενη απόφαση, περιέχεται ως Παράρτημα 13 στην Ένσταση και ως Παράρτημα 1 στην αίτηση ακυρώσεως. Παρατηρώ πως ανάμεσα στα δύο έγγραφα, υπάρχει διαφορά, εξ ου κι ο ισχυρισμός περί έκδοσής της, από ανύπαρκτο πρόσωπο. Στη συνημμένη διοικητική απόφαση στην αίτηση ακυρώσεως, δεν αναφέρεται το πρόσωπο που την εκδίδει. Στο συνημμένο έγγραφο στην Ένσταση, αυτήν εκδίδει η κα Έ[...] Δ[...], για Αναπληρώτρια Διευθύντρια. Ανατρέχοντας στον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων και ο οποίος σημειώθηκε ως Τεκμήριο 2, εντοπίζω την εν λόγω διοικητική απόφαση, στη σελίδωση 21, έγγραφο στο οποίο καταγράφεται το πρόσωπο που την εκδίδει, θέτοντας σφραγίδα του ονόματός του και υπογράφοντας «για» Αναπληρώτρια Διευθύντρια.

 

  Λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας πως ο διοικητικός φάκελος, συνιστά τον μόνο αυθεντικό οδηγό (Ε.Δ.Δ. 59/2021 Παπαδήμα ν. Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου, ημερομηνίας 31.3.2025), κρίνεται πως η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση ημερομηνίας 15.2.2022, προκύπτει να είναι η καταχωρημένη ως σελίδωση 21 εντός του Τεκμηρίου 2. Όπως διαφαίνεται από αυτήν, εκδόθηκε από την Λειτουργό κα Έ[...] Δ[...], υπογράφοντας για την Αναπληρώτρια Διευθύντρια του Τμήματος, θέτοντας επί του εγγράφου, σφραγίδα με το όνομά της.

 

  Η εν λόγω απόφαση, βεβαίως, δεν αποτελεί απόφαση της ίδιας της Λειτουργού, σε προσωπικό επίπεδο. Αυτή, συντάσσει την εν λόγω επιστολή «για Αν. Διευθύντρια». γεγονός που υποδηλώνει την ύπαρξη εκ μέρους της, τόσο εξουσιοδότησης (αφ’ ης στιγμής αυτή δεν αμφισβητήθηκε προκειμένου να παρουσιαστεί σχετικό καθηκοντολόγιο), αλλά και αρμοδιότητας προς έκδοση της απόφασης ημερομηνίας 15.2.2022, χωρίς να χρειάζεται αυτή καθ’ αυτή η υπογραφή της ίδιας της Αναπληρώτριας Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (Εμμανουήλ ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 29). Συνεπώς, ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός, απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

  Προχωρώ στην εξέταση της θέσης της αιτήτριας πως η ίδια αντλεί δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία, ως σύζυγος Κύπριου πολίτη, τόσο κατά τις διατάξεις του άρθρου 18ΛΕ του Κεφ. 105, όσο και κατά τις διατάξεις του άρθρου 25(2) του Ν. 7(Ι)/2007.

 

  Όπως προαναφέρθηκε, η αιτήτρια είναι υπήκοος τρίτης χώρας, η οποία τέλεσε γάμο με Κύπριο πολίτη, ο οποίος πριν την συμπλήρωση δύο χρόνων έγγαμης συμβίωσης, απεβίωσε.

 

  Προκειμένου να στοιχειοθετήσει τη θέση της, πως έχει δικαίωμα παραμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας, ως σύζυγος Κύπριου πολίτη, έγινε, εκ μέρους της, επίκληση των διατάξεων του άρθρου 18ΛΕ του Κεφ. 105, στο οποίο ορίζονται τα εξής:-

«18ΛΕ. - (1) Τα τέκνα που έχουν ενηλικιωθεί και ο/η σύζυγος του συντηρούντος που έχουν συμπληρώσει πέντε έτη παραμονής στη Δημοκρατία και νοουμένου ότι δεν έχουν εξασφαλίσει άλλου τύπου άδεια παραμονής δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών έχουν δικαίωμα να εξασφαλίσουν, κατόπιν αίτησής τους, αυτόνομη άδεια διαμονής η οποία θα είναι ανεξάρτητη από την άδεια του συντηρούντος.

 (2) [...]

(3) Σε περιπτώσεις ιδιαίτερα δύσκολων περιστάσεων, κατά την κρίση του Διευθυντή, και ειδικότερα σε περιπτώσεις θανάτου του συντηρούντος ή κατά τις οποίες µέλη της οικογένειας είναι θύματα βίας στην οικογένεια, όπως αυτά καθορίζονται στον περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμο, ή θύματα εμπορίας και εκμετάλλευσης δυνάμει του Πρωτοκόλλου για την Πρόληψη, Καταστολή και Τιμωρία της Εμπορίας Προσώπων, Ιδιαίτερα των Γυναικών και Παιδιών, το οποίο έχει κυρωθεί από τον περί της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος και Πρωτοκόλλων (Κυρωτικό) Νόμο του 2003, και του περί Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων και περί Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων Νόμου, ο Διευθυντής παραχωρεί αυτόνομη άδεια παραμονής στο εν λόγω µέλος ή µέλη της οικογένειας.

 (4) Η αυτόνομη άδεια παραμονής που παραχωρείται στα µέλη της οικογένειας δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι µία εκ των κατηγοριών των αδειών διαμονής που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο ή στους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους κανονισμούς.

 

  Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Δημοκρατίας, με έχει παραπέμψει και στις διατάξεις του άρθρου 18ΚΘ του Κεφ. 105, όπου δίδεται ερμηνεία της έννοιας του όρου «συντηρών» ως εξής:-

«“συντηρών” σημαίνει υπήκοο τρίτης χώρας που διαμένει νόμιμα στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές και υποβάλλει αίτηση οικογενειακής επανένωσης προκειμένου τα µέλη της οικογένειάς του να επανενωθούν μαζί του».

 

  Σε συμφωνία με τις θέσεις των καθ’ ων η αίτηση, η επίκληση των διατάξεων του άρθρου 18ΛΕ του Κεφ. 105, δεν βοηθά την αιτήτρια, αφού αυτές τυγχάνουν, μεν, εφαρμογής προς όφελος της οικογένειας του συντηρούντος προσώπου που αποβιώνει, πρόσωπο, όμως, που είναι υπήκοος τρίτης χώρας νομίμως διαμένων στη Δημοκρατία. Επομένως, δεν αφορά σε Κύπριο πολίτη, όπως ήταν ο σύζυγος της αιτήτριας.

 

  Αλλά, ούτε κι οι διατάξεις του άρθρου 25(2) του Ν.7(Ι)/2007, τυγχάνουν εφαρμογής σε σχέση με την αιτήτρια, νομοθεσία η οποία δεν εφαρμόζεται σε σχέση με Κύπριους πολίτες, αλλά μόνον σε σχέση με πολίτες της Ένωσης, αφού όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του Νόμου:-

«πολίτης της Ένωσης» σημαίνει κάθε πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια κράτους µέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλου από τη Δημοκρατία, κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 17 της Συνθήκης, καθώς και κάθε πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια κράτους συμβαλλόμενου μέρους του Ε.Ο.Χ·»

 

  Τα κριθέντα στην Shalaeva (ανωτέρω), στην οποία με έχει παραπέμψει η ευπαίδευτη συνήγορος της αιτήτριας, δεν μπορούν να τύχουν, εν προκειμένω, εφαρμογής, καθότι αφορούσαν στο καταργηθέν από τον Ν. 7(Ι)/2007 προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς, ήτοι στο Ν. 92(Ι)/2003, στις διατάξεις του οποίου, δεν υπήρχε ορισμός της έννοιας του «πολίτη της Ένωσης».

 

  Συνεπώς και οι πιο πάνω αναφερόμενοι λόγοι ακύρωσης απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

 

  Τέθηκε από την αιτήτρια, ζήτημα ελλιπούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Οι καθ’ ων η αίτηση, με παρέπεμψαν στο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 1 και σε σχετικό σημείωμα που υπεβλήθη προς τον Υπουργό Εσωτερικών, ημερομηνίας 10.11.2021, το περιεχόμενο του οποίου ενέκρινε ο Υπουργός Εσωτερικών. Στο εν λόγω σημείωμα, καθορίστηκε αριθμός παραγόντων που το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης θα λαμβάνει υπόψη του, κατά την εξέταση αιτήσεων για έκδοση αδειών παραμονής από υπηκόους τρίτων χωρών που είναι μέλη της οικογένειας Κύπριου πολίτη που απεβίωσε ή έλαβαν διαζύγιο.

 

  Αυτοί οι παράγοντες, αφορούν στο κατά πόσον ο γάμος ήταν, μετά από εξέταση, γνήσιος, ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν παρουσίαζε προβληματικό μεταναστευτικό ιστορικό, κατά πόσον μοιράζονται γονικές υποχρεώσεις, εάν το ζεύγος εισήλθε σε κοινή σοβαρή μακροπρόθεσμη νομική ή οικονομική δέσμευση, εάν ο γάμος διήρκησε για μεγάλο χρονικό διάστημα.

 

  Κατά την κρίση μου, ορθά τέθηκε αριθμός παραγόντων που η διοίκηση θα λαμβάνει υπόψη, κατά την εξέταση ενώπιον της εκκρεμουσών αιτήσεων για έκδοση άδειας παραμονής σε υπήκοο τρίτης χώρας που είναι μέλος της οικογένειας Κύπριου πολίτη, ο οποίος απεβίωσε ή εκδόθηκε διαζύγιο, για σκοπούς ομοιόμορφης εφαρμογής και ίσης μεταχείρισης.

 

  Αυτό όπως που διαπιστώνω, είναι πως στην προκείμενη περίπτωση, δεν προκύπτει ποιος ακριβώς ήταν ο λόγος για την άρνηση χορήγησης άδειας παραμονής στην αιτήτρια. Όπως της αναφέρθηκε στην προσβαλλόμενη απόφαση, η αίτηση που υπέβαλε στις 7.10.2021 για έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας, απορρίφθηκε, καθότι δεν διατηρεί δικαίωμα διαμονής από Κύπριο πολίτη.

 

   Στη βάση όμως ποιου παράγοντα ή και ποιου κριτηρίου από τα προαναφερθέντα, δεν αναφέρθηκε, με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση να στερείται της δέουσας αιτιολογίας. Η διοίκηση οφείλει να εξειδικεύει πλήρως και επαρκώς τους λόγους για τους οποίους μία αίτηση έχει απορριπτική κατάληξη, ενώ πρέπει να εντοπίζονται σ’ αυτήν, όλα τα απαραίτητα στοιχεία, προκειμένου να είναι δυνατή η άσκηση του δικαστικού ελέγχου, κάτι που εν προκειμένω απουσιάζει παντελώς.

 

  Δεν υπήρξε εφαρμογή των πραγματικών δεδομένων της αιτήτριας σε κανένα από τους παράγοντες, που η ίδια η διοίκηση έθεσε, προς λήψη αποφάσεων, σε τέτοιες περιπτώσεις.

 

  Υπό το φως των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση €1.800 πλέον Φ.Π.Α.

 

                       

 

         Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο