
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπ. Αρ. 79/2021
8 Αυγούστου, 2025
[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]
Αναφορικά με τα Άρθρα 25, 29 και 146 του Συντάγματος
Α. Κ.
Αιτητή
-και-
Κυπριακού Συμβουλίου Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.)
Καθ' ων η Αίτηση
.........
Τατιάνα Μανιό για Ν. Pirilides & Associates LLC, Δικηγόροι για Αιτητή
Κυριακή Παπαδοπούλου για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ' ων η αίτηση.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Στις 10.08.2020 ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για αναγνώριση του τίτλου σπουδών του “Bachelor of Science" που απονεμήθηκε από το Edinburgh Napier University του Ηνωμένου Βασιλείου, ως τίτλου ισότιμου και αντίστοιχου προς Πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο/ειδίκευση Creative Computing (εφεξής η «Αίτηση»). Στην Αίτηση επισυνάφθηκαν τα σχετικά πιστοποιητικά.
Το Συμβούλιο εξέτασε την Αίτηση και κατά την 198η Συνεδρία του ημερ. 16.10.2020 έλαβε την πιο κάτω απόφαση:
«Το Συμβούλιο αποφάσισε να μην εγκρίνει το αίτημα για αναγνώριση του τίτλου Ισπουδών “Bachelor of Science” που απονεμήθηκε από το Edinburgh Napier University του Ηνωμένου Βασιλείου, ως τίτλου ισότιμου ή ισότιμου και αντίστοιχου προς Πτυχίο, πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο/ειδίκευση Creative Computing, διότι δεν έχει γίνει όλο το πρόγραμμα σε αναγνωρισμένο ίδρυμα ή αξιολογημένο-πιστοποιημένο κλάδο σπουδών και, συνεπώς, δεν πληρούνται οι πρόνοιες των περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Κανονισμών του 1999 έως 2015.
Το Συμβούλιο με βάση τα επίσημα έγγραφα που προσκόμισε ο αιτητής, διαπίστωσε ότι για την απόκτηση του τίτλου σπουδών “Bachelor of Science/Creative Computing” υπήρξε μεταφορά 120 credits (πιστωτικές μονάδες Ηνωμένου Βασιλείου) οι οποίες αντιστοιχούν σε ένα έτος σπουδών, από τον τίτλο σπουδών “Pearson BTEC Level 3 Foundation Diploma”, ο οποίος απονεμήθηκε από το Business & Technology Education Council (BTEC) του Ηνωμένου βασιλείου, το οποίο δεν είναι αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 3.-(3)(α) των περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Κανονισμών του 1999 έως 2015, αναγνώριση ισοτιμίας χορηγείται εάν, μεταξύ άλλων προϋποθέσεων, πληρούται και η ακόλουθη προϋπόθεση:
Όλο το πρόγραμμα έχει γίνει σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα/ιδρύματα ή σε εκπαιδευτικά αξιολογημένο-πιστοποιημένο κλάδο σπουδών και ένα ουσιώδες μέρος-ποσοστό των σπουδών έχει γίνει στο ίδρυμα που απονέμει τον τίτλο.»
Αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα, σύμφωνα με το άρθρο 2 των περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμων του 1996 έως 2016, σημαίνει ίδρυμα που έχει τύχει αναγνώρισης ως ίδρυμα ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης από τους αρμόδιους εθνικούς φορείς της χώρας στην οποία λειτουργεί.
To Business & Technology Education Council (BTEC) δεν είναι αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα Ανώτερης ή Ανώτατης Εκπαίδευσης από τους αρμόδιους φορείς του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά είναι επαγγελματικό σώμα και ο τίτλος σπουδών “Pearson BTEC Level 3 Foundation Diploma” δεν αποτελεί ακαδημαϊκό αλλά επαγγελματικό προσόν.
Επισημαίνεται ότι, το Συμβούλιο μπορεί να αναγνωρίσει κατ' εξαίρεση και κατά την κρίση του και μόνο όσον αφορά στην ισοτιμία, μεταφορά πιστωτικών μονάδων από αναγνωρισμένες εξωτερικές εξετάσεις, επαγγελματική πείρα ή μη αναγνωρισμένο ίδρυμα/μη αξιολογημένο- πιστοποιημένο πρόγραμμα σπουδών, μέχρι 10% του συνόλου των πιστωτικών μονάδων που απαιτούνται για την απόκτηση ενός τίτλου σπουδών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση τα 120 credits (πιστωτικές μονάδες Ηνωμένου Βασιλείου) που μεταφέρθηκαν υπερβαίνουν το 10% που μπορεί να γίνει μεταφορά.»
Η πιο πάνω απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 16.11.2020, στην οποία αναπαράγεται (πλην στον πρώτο πληθυντικό ως επιστολή απευθυνόμενη στον Αιτητή) η ανωτέρω αιτιολόγηση που περιλήφθηκε στο πρακτικό των Καθ’ ων η αίτηση και είναι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή.
Με την αγόρευση των ευπαίδευτων συνηγόρων του Αιτητή εγείρονται λόγοι ακύρωσης που πλήττουν την αιτιολογία και την έρευνα των Καθ΄ ων η αίτηση και την ερμηνεία τους ως προς της σχετικές νομοθετικές και κανονιστικές πρόνοιες, θεωρώντας ότι τελούσαν υπό πλάνη ως προς τούτες.
Η πλευρά των Καθ΄ων η αίτηση, με την ένσταση και την αγόρευση της ευπαίδευτης συνηγόρου της υπεραμύνεται της προσβαλλόμενης.
Εξέτασα τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς έχοντας υπόψη το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1 (εφεξής «Τ1») στις διευκρινίσεις αλλά και της ένστασης των Καθ΄ων η αίτηση. Καταλήγω ότι η θέση του Αιτητή ως προς το ελλειμματικό της αιτιολόγησης και έρευνας της προσβαλλόμενης είναι ορθή. Εξηγώ:
Ως διαπιστώνω από το περιεχόμενο της ένστασης αλλά και τον διοικητικό φάκελο, ο οποίος μέχρι τη συνεδρία ημερ. 16.10.2020 (Κ. 7 του Τ1 ή Παράρτημα ΙΙ σε Ένσταση), περιείχε μόνο την αίτηση με τα συνημμένα επ’ αυτής έγγραφα (Κ. 6-1 του Τ1 ή Παράρτημα Ι σε Ένσταση), κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης δε διαπιστώνεται να διερευνήθηκαν όλα όσα, ακολούθως της έκδοσης της προσβαλλόμενης φαίνεται να παρατίθενται προς συμπλήρωση, ουσιαστικά, της αιτιολογίας και έρευνας της.
Όσα αναφέρονται στην Ένσταση από την παράγραφο 4 και εντεύθεν και όσα επισυνάπτονται εκεί (Παραρτήματα ΙV-VI), δεν αποτέλεσαν μέρος του διοικητικού φακέλου, δεν απασχόλησαν τη διοίκηση ούτε καν αναφέρθηκαν στο σχετικό πρακτικό της προσβαλλόμενης. Είναι αναφορές της Ένστασης, οι οποίες δεν μπορούν να αναπληρώσουν την αιτιολογία της προσβαλλόμενης ούτε να συμπληρώσουν έγγραφο υλικό που δε λήφθηκε υπόψη κατά την έρευνα του διοικητικού οργάνου. Ενδεικτικώς αναφέρεται ότι στο Κ.12 του Τ1, η ηλεκτρονική επικοινωνία των Καθ΄ων η αίτηση, όπου επισυνάπτεται έγγραφο με τα recognized bodies του Ηνωμένου Βασιλείου, φέρει ημερομηνία 08.04.2021, μετά δηλαδή την έκδοση της προσβαλλόμενης, αλλά και τα επόμενα Κυανά (Κ14 και επόμενα) που έπονται και αφορούν την έρευνα ως προς το BTEC κτλ είναι προφανώς επίσης μεταγενέστερα.
Εδώ να συμπληρώσω ότι, η όποια «Απόφαση Γενικής Φύσεως» λήφθηκε σε μια παρελθούσα συνεδρία των Καθ΄ ων η αίτηση προφανώς δεν είναι γνωστή στο Δικαστήριο, άλλωστε γι’ αυτόν τον λόγο επισυνάφθηκε στην Ένσταση και, σε κάθε περίπτωση, οι Καθ΄ων η αίτηση, στην αιτιολόγησή τους, δεν παρέπεμψαν καν στην ύπαρξή μιας τέτοιας Απόφασης (πχ δεν ανέφεραν ότι «Σύμφωνα με την Απόφαση Γενικής Φύσεως ημερ…) , ούτε φυσικά η ίδια βρισκόταν (ή βρίσκεται) στον διοικητικό φάκελο ώστε να μπορούσε να είχε γίνει αντιληπτός στον Αιτητή ο λόγος απόρριψης του αιτήματός του. Και η εν λόγω Απόφαση Γενικής Φύσεως παρατέθηκε μεταγενέστερα, ήτοι στην Ένσταση και μόνο εκεί.
Είναι ορθός άρα ο ισχυρισμός (δεύτερη παράγραφος σελ. 10 της Αγόρευσης) του Αιτητή ότι, στην προσβαλλόμενη, ουδεμία αναφορά σε έγγραφα ή στοιχεία του διοικητικού φακέλου που να συμπληρώνουν την αιτιολογία της υπάρχει ώστε να έχει έρεισμα το παρόν να ανατρέξει για σκοπούς δικαστικού ελέγχου. Και ασφαλώς, δεν είναι σκοπός της ένστασης μια τέτοια, μεταγενέστερη της έκδοσής της διοικητικής πράξης, συμπλήρωση/αναπλήρωση [Φράγκου Στέφανος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 270 και Aναθ. Εφ. Αρ. 112/2015 κ.α Αντιγόνη Παπουτέ ν. Χριστιάνας Κασάπη ημερ. 13.07.2022, ECLI:CY:AD:2022:C301].
Δε θα επεκταθώ στα όσα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι θέτουν ως προς την ερμηνεία των νομοθετικών ή κανονιστικών προνοιών, δεδομένου του σαφούς λόγου ακύρωσης που εντοπίζεται ως άνω.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη ακυρώνεται με 1.800 ευρώ πλέον ΦΠΑ υπέρ του Αιτητή.
Φ. Καμένος, ΔΔΔ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο