Μ. Ε. Κ. ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 102/2021, 28/5/2025
print
Τίτλος:
Μ. Ε. Κ. ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 102/2021, 28/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(Υπόθεση Αρ. 102/2021)

 

28 Μαΐου, 2025

 

[ΜΙΧΑΗΛ, Δ/στης Δ.Δ.]

 

Μ. Ε. Κ.

 

Αιτήτρια,

 

v.

 

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ

 

Καθ’ ης η Αίτηση.

…………………………

Ελένη Θεοφάνους (κα), για την αιτήτρια.

 

Κάλια Στιβαρού (κα) για Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε., για την καθ’ ης η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή η αιτήτρια ζητά την ακύρωση της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση της οποίας έλαβε γνώση στις 11.11.2020 να προαγάγει στη θέση τομεάρχη (Γενική Γραμματεία) το ενδιαφερόμενο μέρος Μ. Κ. Μ. αντί την αιτήτρια.

 

 Η διαδικασία ανάγεται στο 2010 όταν γνωστοποιήθηκε η επίδικη κενή θέση. Κατόπιν της νενομισμένης διαδικασίας, επιλέχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στις 15.11.2011. Κατά της απόφασης ασκήθηκαν τρεις προσφυγές από πρόσωπα άλλα οι οποίες οδήγησαν στις 29.1.2014 σε ακύρωση της απόφασης επιλογής του ενδιαφερόμενου μέρους. Ακολούθησε διαδικασία επανεξέτασης η οποία οδήγησε στις 31.3.2015 σε εκ νέου αναδρομικό διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους. Ασκήθηκε προσφυγή από την αιτήτρια (795/2015) και ένα άλλο πρόσωπο που οδήγησε στις 23.12.2019 σε ακύρωση της απόφασης. Κατόπιν δεύτερης διαδικασίας επανεξέτασης, λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει η αιτήτρια συνοψίζονται σε παραβίαση του δεδικασμένου της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 29.1.2014 λόγω αναιτιολόγητης απόκλισης του συμβουλίου από τη σύσταση του συμβουλίου προσωπικού, έλλειψη αιτιολογίας και αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων σε σχέση με τα καθήκοντα που εκτελούσαν οι υποψήφιες και παραβίαση δεδικασμένου λόγω του ότι ζητήθηκε νέα σύσταση από τον αναπληρωτή εκτελεστικό διευθυντή. Στην απαντητική αγόρευση, η αιτήτρια εισηγείται επίσης πάσχουσα σύνθεση του συμβουλίου.

 

Ξεκινώντας από τον τελευταίο αυτό ισχυρισμό, ανεπίτρεπτα προβάλλεται στην απαντητική γραπτή αγόρευση εφόσον ο ρόλος της απαντητικής γραπτής αγόρευσης είναι η απάντηση στα επιχειρήματα της καθ’ ης η αίτηση και όχι η εισαγωγή νέων λόγων ακύρωσης.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση ημερομηνίας 29.1.2014 Σιμώνη κ.α. ν. Α.Η.Κ., Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 1606/2011 κ.α. το δεδικασμένο της οποίας εισηγείται η αιτήτρια ότι παραβιάστηκε, αποφάσισε τα ακόλουθα:

 

«Εξετάζοντας την προσβαλλόμενη απόφαση είμαι της γνώμης ότι πάσχει λόγω έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας.

Δοθέντος, με βάση τη νομολογία, ότι η οριακή διαφορά του 1Α, δεν θεωρείται παρά ισοδυναμία, η αξιολόγηση των πέντε τελευταίων ετών δεν παρουσίαζε διαφορά ως προς την αξία των υποψηφίων.

Αυτή η οριακή διαφορά, όμως, σημειώθηκε τόσο από τον Γενικό Διευθυντή και από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όσο και από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής ως υπεροχή σε αξία. Τονίστηκε επίσης το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε βαθμολογηθεί με Α στο κριτήριο Διευθυντικές/Διοικητικές Ικανότητες για τα έτη 2008-2009.

Σημειώνω, όμως παράλληλα ότι, στο κριτήριο της επίδοσης, το οποίο αποτιμάται με τα τρία επιμέρους κριτήρια της Ποιότητας Εργασίας, Ποσότητας Εργασίας και Ζήλου για Εργασία και είναι ένα από τα κριτήρια προαγωγής σύμφωνα με τον κανονισμό, οι αιτήτριες, στις προσφυγές αρ 1606/2011 και 120/2012, υπερέχουν έναντι του ενδιαφερομένου μέρους, έχοντας βαθμολογηθεί με 15Α έναντι 12Α του τελευταίου. Η αιτήτρια στην προσφυγή αρ 65/2011 υπερείχε κατά ένα Α, ενώ η αιτήτρια στην προσφυγή αρ 61/2011 υστερεί έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.  Διαπιστώνω, όμως ότι, ούτε ο Γενικός Διευθυντής ούτε και η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή ή το Διοικητικό Συμβούλιο προβαίνουν σε αναφορά για την υπεροχή των τριών αιτητριών, όπως έγινε αναφορά με την υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους για το θέμα των διοικητικών ικανοτήτων του. Η αξία εκάστου υποψήφιου θα πρέπει να κρίνεται με αναφορά στη συνολική του βαθμολόγηση και όχι μόνο στα επί μέρους στοιχεία. Η συνολική εικόνα ιδωμένη, αποτελεί τη βάση αξιολόγησης και όχι οι εκάστοτε διαφορές υπέρ ή κατά ενός υποψηφίου (βλ. Υπ. Αρ. 1259/2008 Ιωάννου ν. ΑΗΚ, ημερ. 27 Ιανουάριου 2010).

Τούτου δοθέντος διαπιστώνεται ότι ενεφιλοχώρησε πλάνη, ως προς την αξία των υποψηφίων, που επενέργησε κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

Έχοντας ως δεδομένο ότι οι αιτήτριες, όπως και το ενδιαφερόμενο μέρος, ήταν ισοδύναμες σε αξία, ενώ οι αιτήτριες υπερείχαν σε αρχαιότητα, και περαιτέρω όπως η Αρχή δέχεται, οι υποψήφιες ήταν ίσες, ως προς τα προσόντα, χωρίς να εξετάζω τους ισχυρισμούς των αιτητριών ότι υπερείχαν, τα όσα αναφέρθηκαν από τον Γενικό Διευθυντή, την Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής για προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους είναι γενικής μορφής, χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση. Η κατάληξη ότι, η απόφαση ήταν το αποτέλεσμα αξιολόγησης όλων των στοιχείων που αφορούσαν τους υποψηφίους και τα οποία είχαν τεθεί ενώπιον τους, δεν προσδιορίζει ποια ήταν εκείνα τα στοιχεία που οδήγησαν στην κρίση ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν καταλληλότερο για προαγωγή.  Στην απόφαση της η Αρχή δεν αιτιολογεί γιατί, μεταξύ εξαίρετων υποψηφίων, ίσων σε αξία και με υπεροχή των αιτητριών σε αρχαιότητα, προτιμήθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος.  Η αιτιολογία δεν είναι επαρκής. Πρόκειται για γενικόλογη αναφορά που δεν προσδιορίζει, τα αναμενόμενα σε μια επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση έτσι ώστε με σαφήνεια να καθορίζεται πως προσμέτρησε έκαστο, από τα κριτήρια επιλογής, προς όφελος του ενδιαφερομένου μέρους ώστε, τελικώς, να επιλεγεί.»

 

Όπως ορθά εισηγείται η συνήγορος της καθ’ ης η αίτηση, από το πιο πάνω απόσπασμα δεν προκύπτει δεδικασμένο που δεσμεύει το συμβούλιο το οποίο – ως η εισήγηση της αιτήτριας – απέκλινε από τη σύσταση της συμβουλευτικής υπεπιτροπής. Όπως μπορεί κάποιος να διαπιστώσει από το ίδιο το κείμενο της δικαστικής απόφασης, η κρίση της συμβουλευτικής υπεπιτροπής και του συμβουλίου ταυτίζονταν και επομένως, δεν προκύπτει ζήτημα απόκλισης όπως το παρουσιάζει η αιτήτρια ή παράβασης δεδικασμένου λόγω απόκλισης.

 

Σχετικά με τον δεύτερο λόγο ακύρωσης, η αιτήτρια παραπέμπει για σκοπούς ανάπτυξης του επιχειρήματός της σε πρακτικά του 2011 που δεν αφορούν την υπό κρίση απόφαση αλλά προηγούμενες διαδικασίες. Συνεπώς, ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης μπορεί να εξεταστεί.

 

Με τον τελευταίο λόγο ακύρωσης η αιτήτρια εισηγείται ότι εσφαλμένα ζητήθηκε νέα σύσταση από τον διευθυντή. Το Δικαστήριο στην απόφαση ημερομηνίας 23.12.2019 Σιμώνη κ.ά. ν. Α.Η.Κ., Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 533/2015 κ.α. αποφάσισε τα ακόλουθα:

 

«Τούτο δε καθότι, παρά τη σαφή κρίση του Δικαστηρίου περί της ισοδυναμίας των αιτητριών και του Ε/Μ σε αξία, εντούτοις, κατά την επανεξέταση η σύσταση του Διευθυντή, την οποία υιοθέτησε αρχικώς η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και ακολούθως το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, στηρίχθηκε εκ νέου στην «κατά τι» υπεροχή του Ε/Μ, με τον Διευθυντή να θεωρεί ότι η εν λόγω έστω πολύ οριακή υπεροχή στη γενική βαθμολογία, δίνει στο Ε/Μ αντίστοιχη πολύ οριακή υπεροχή και στο κριτήριο της ικανότητας αλλά και της πείρας.

Συνακόλουθα, ο ισχυρισμός των αιτητριών ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τη δικαστική κρίση και το δεδικαομένο ευσταθεί. Η νομολογία στην οποία παρέπεμψε τόσο ο Διευθυντής όσο και η ευπαίδευτη δικηγόρος της καθ’ ης η αίτηση στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής αναφορικώς με το εύλογο της επιλογής του διορίζοντας οργάνου σε περιπτώσεις οριακών διαφορών, δεν τυγχάνει εφαρμογής δοθέντος ότι εν προκειμένω είχε προηγηθεί σαφής περί την αξία των υποψηφίων κρίση του Δικαστηρίου, η οποία ήταν δεσμευτική για την καθ’ ης η αίτηση.»

 

Από το πιο πάνω απόσπασμα της απόφασης προκύπτει ότι το Δικαστήριο εντοπίζει παραβίαση του δεδικασμένου ακριβώς στο στάδιο της σύστασης του διευθυντή. Συνεπώς, κατά την επανεξέταση η καθ’ ης η αίτηση ορθά και καθηκόντως ανέτρεξε στο στάδιο της σύστασης από τον διευθυντή.

 

Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω ότι η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

Επιδικάζονται €2.000 πλέον Φ.Π.Α. υπέρ της καθ’ ης η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.

 

Ε. ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο