CYBARCO LTD ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Τμήματος Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Συγκοινωνών και Έργων, Υπόθεση Αρ. 1056/2016, 27/5/2025
print
Τίτλος:
CYBARCO LTD ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Τμήματος Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Συγκοινωνών και Έργων, Υπόθεση Αρ. 1056/2016, 27/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                           Υπόθεση Αρ. 1056/2016

                                                   27 Μαΐου, 2025

                                             [ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]

                        ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

CYBARCO LTD

                                                                                                                     Αιτήτρια

v.

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Τμήματος Δημοσίων

Έργων του Υπουργείου Συγκοινωνών και Έργων  

                                                                            Καθ' ων η Αίτηση 

 __________________

 

Α. Χρίστου (κα) για Ιωαννίδης, Δημητρίου ΔΕΠΕ, δικηγόροι για την Αιτήτρια.

Ειρ. Νεοφύτου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η Αίτηση. 

Γ. Χατζηγιώργης για Τ. Παπαδόπουλος και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, δικηγόροι για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Νέμεσις Εργοληπτική Δημόσια Εταιρεία Λτδ

 

___________________

                                                ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ : Με την υπό κρίση προσφυγή η Αιτήτρια, ζητά από το Δικαστήριο δήλωση πως η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια εταιρεία με επιστολή ημερ. 21/06/2016 και με την οποία έχουν ανακαλέσει προηγούμενη απόφαση τους ημερ. 10/07/2015 για ανάθεση στην αιτήτρια εταιρεία της σύμβασης για το έργο «Μελέτη και Κατασκευή του Κάθετου Δρόμου που Συνδέει το Νέο Λιμάνι Λεμεσού και τον Αυτοκινητόδρομο Λεμεσού – Πάφου, Φάση ΙΙ – Τμήμα A(PS/DB/5)» και να αναθέσουν την εν λόγω σύμβαση στο Ενδιαφερόμενο Μέρος Νέμεσις Εργοληπτική Δημόσια Εταιρεία Λτδ, είναι παράνομη, άκυρη και χωρίς αποτέλεσμα.

 

Ενώπιον του Δικαστηρίου έχουν κατατεθεί επτά συνολικά διοικητικοί φάκελοι, οι οποίοι περιλαμβάνουν όλα τα σχετικά έγγραφα. Μετά από οδηγίες του Δικαστηρίου, λόγω της έκτασης των γεγονότων που αφορούν την παρούσα υπόθεση και του ογκώδους μαρτυρικού υλικού, τα γεγονότα έχουν καταγραφή σε χρονολογικό πίνακα ο οποίος και κατατέθηκε στο στάδιο των Διευκρινήσεων ενώπιον του Δικαστηρίου, με τη σύμφωνο γνώμη όλων των πλευρών και καταγράφει, εν συντομία, τα εξής.

 

Στις 11/1/2013 το Τμήμα Δημοσίων Έργων (εφεξής Αναθέτουσα Αρχή) προκήρυξε το Διαγωνισμό «Μελέτη και Κατασκευή του κάθετου δρόμου που συνδέει το νέο λιμάνι Λεμεσού με τον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού – Πάφου, Φάση Π – Τμήμα Α». Μεταξύ των προσφορών που υποβλήθηκαν ήταν αυτές της αιτήτριας και του Ενδιαφερόμενου Μέρους. Η Αναθέτουσα Αρχή αποφάσισε τον αποκλεισμό Ενδιαφερόμενου Μέρους και την κατακύρωση στην Αιτήτρια (1η Απόφαση Αναθέτουσας Αρχής ημερ. 21/3/14).

 

Μετά το άνοιγμα των οικονομικών φακέλων, το Ενδιαφερόμενο Μέρος, ενημερώθηκε ότι η προσφορά του δεν ανταποκρίνετο σε ουσιώδεις όρους του Διαγωνισμού και ότι απορρίφθηκε. Στις 26/3/2014 το Ενδιαφερόμενο Μέρος καταχώρησε στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών (ΑΑΠ) την Ιεραρχική Προσφυγή υπ' αρ. 14/2014. Η  ΑΑΠ με την απόφαση πλειοψηφίας ημερ. 23/6/2014 ακύρωσε την απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής.

 

Με 2η Απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής ημερ. 3/9/2014, αποφασίστηκε η κατακύρωση στο Ενδιαφερόμενο Μέρος. Ακολούθησε επιστολή της Αναθέτουσας Αρχής με την οποία η Αιτήτρια πληροφορήθηκε ότι κατακυρώθηκε ο διαγωνισμός στο Ενδιαφερόμενο Μέρος, εφόσον αυτό υπέβαλε τη χαμηλότερη προσφορά. Εναντίον της απόφασης κατακύρωσης, η Αιτήτρια καταχώρησε την Ιεραρχική Προσφυγή υπ' αρ. 57/2014  στην ΑΑΠ, με την οποία ζήτησε την ακύρωσή της απόφασης κατακύρωσης της αναθέτουσας αρχής. Η Ιεραρχική Προσφυγή απερρίφθη από την ΑΑΠ κατά πλειοψηφία, επικυρώνοντας την απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής.

 

Εναντίον αυτής της απόφασης, η Αιτήτρια καταχώρησε στις 29/12/2014 την Προσφυγή, υπ' αρ. 1584/2014. Στις 26/03/2015, εκδόθηκε η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία αφού εξετάστηκαν όλοι οι λόγοι ακύρωσης τους οποίου αυτή προέβαλε, η προσφυγή απορρίφθηκε. Ακολούθως, η Αιτήτρια εφεσίβαλε τη πρωτόδικη απόφαση με την Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 61/2015.

 

Μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης Απόφασης στην Προσφυγή 1584/2014 και ενώ εκκρεμούσε η διαδικασία της Έφεσης, έλαβαν χώρα τα εξής γεγονότα:

 

Κατόπιν επανεξέτασης, η Αναθέτουσα Αρχή με επιστολή της προς την Αιτήτρια την ενημέρωσε ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος αποκλείεται από τον επίδικο Διαγωνισμό και ότι η Αναθέτουσα Αρχή αποφάσισε στις 10/7/2015 την ανάθεση  του διαγωνισμού, στην Αιτήτρια (3η Απόφαση Αναθέτουσας Αρχής). Εναντίον αυτής της απόφασης το Ενδιαφερόμενο Μέρος καταχώρησε ενώπιον της ΑΑΠ, την Ιεραρχική Προσφυγή υπ' αρ. 32/2015, όπου η ΑΑΠ στις 4/4/2016 αποφάσισε την ακύρωση της ενώπιο της προσβαλλόμενη απόφασης.

 

Με επιστολή της Αναθέτουσας Αρχής ημερ. 21/6/2016 η Αιτήτρια ενημερώθηκε ότι, κατόπιν επανεξέτασης προς συμμόρφωση με την απόφαση της ΑΑΠ, στην Ιεραρχική Προσφυγή 32/2015, η Αναθέτουσα Αρχή ανακάλεσε την απόφαση ανάθεσης του διαγωνισμού στην Αιτήτρια και ανέθεσε την επίδικη  διαγωνισμό στο Ενδιαφερόμενο Μέρος. Συνακόλουθα της 4ης αυτής κατά σειρά απόφασης κατακύρωσης, στις 18/07/2016, υπογράφηκε η Σύμβαση που αποτελούσε αντικείμενο του Διαγωνισμού.

 

Κατά της εν λόγω απόφασης ανάκλησης της ανάθεσης στην Αιτήτρια από την Αναθέτουσα Αρχή και της κατακύρωση στο Ενδιαφερόμενο Μέρος, η Αιτήτρια καταχώρησε στις 31/8/2016, μέσω των τότε δικηγόρων της, την παρούσα υπόθεση.

 

Στις 20/10/2022 το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την Έφεση  της αιτήτριας με Αρ. 61/2015 ως άνευ αντικειμένου, κρίνοντας ότι έχει απωλέσει την ζωτικότητα της. Παραθέτω το ακόλουθο απόσπασμα από την κατάληξη της απόφασης.

 

«Όπως προκύπτει από το ιστορικό της υπόθεσης, η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών στην Ιεραρχική Προσφυγή 57/2014, ημερ. 18/12/2014, η οποία προσβλήθηκε στην Προσφυγή υπ' αρ. 1584/2014 και αποτελεί αντικείμενο της υπό κρίση Έφεσης, καθώς και η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής να κατακυρώσει την προσφορά στο Ενδιαφερόμενο Μέρος (2η Απόφαση Αναθέτουσας Αρχής - κατακύρωση στο Ενδιαφερόμενο Μέρος), έχουν πλέον υπερκεραστεί και απορροφηθεί από τις μεταγενέστερες αποφάσεις κατακύρωσης της Αναθέτουσας Αρχής στο πλαίσιο της ίδιας διαγωνιστικής διαδικασίας και συγκεκριμένα έχουν πλέον υποσκελιστεί και έχουν ενσωματωθεί στην τελευταία απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής με την οποία ο επίδικος Διαγωνισμός κατακυρώθηκε στο Ενδιαφερόμενο Μέρος (4η Απόφαση Αναθέτουσας Αρχής - ανάκληση απόφασης ανάθεσης στην Εφεσείουσα και κατακύρωση στο Ενδιαφερόμενο Μέρος). Αυτή δε η τελευταία απόφαση κατακύρωσης στο Ενδιαφερόμενο Μέρος είναι η μόνη, πλέον, εκτελεστή και προσβλητέα, παραμένοντας η τελική απόφαση της σύνθετης διοικητικής ενέργειας του επίδικου Διαγωνισμού, με τις προηγούμενες να έχουν απωλέσει την εκτελεστότητά τους, η οποία απόφαση, εξάλλου, έχει προσβληθεί από την Εφεσείουσα με την Προσφυγή υπ' αρ. 1056/2016. Στο πλαίσιο δε αυτής θεωρούνται συμπροσβαλλόμενες και όλες οι προηγούμενες αποφάσεις, με αποτέλεσμα η Εφεσείουσα να ηδύνατο να εγείρει λόγους ακύρωσης που άπτονται της νομιμότητας των προηγούμενων αποφάσεων που απώλεσαν πλέον την αυτοτέλεια τους και συγχωνεύτηκαν στη νέα τελική απόφαση. Μάλιστα, όπως προκύπτει από το Παράρτημα Β το οποίο επισυνάφθηκε στο συμπληρωματικό Περίγραμμα Αγόρευσης του Ενδιαφερόμενου Μέρους  και το οποίο αποτελεί αντίγραφο της Προσφυγής υπ΄ αρ. 1056/2016, αντικείμενο των προβαλλόμενων Λόγων Ακύρωσης δεν είναι η νομιμότητα του αποκλεισμού του Ενδιαφερόμενου Μέρους για άλλους λόγους, ήτοι αυτούς που διαλαμβάνονται στο Άρθρο 51(2)(δ) του Ν. 12(Ι)/2006Ό,τι, δε, εγείρεται είναι, κατ' ουσίαν, οι ίδιοι Λόγοι Ακύρωσης που εγείρονται και στην υπό κρίση Έφεση και αφορούν στην εγκυρότητα της προσφοράς του Ενδιαφερόμενου Μέρους και κατά πόσο ορθά κρίθηκε ότι πληρεί τους Όρους της προκήρυξης και των Εγγράφων του Διαγωνισμού.

 

Στη βάση όλων των πιο πάνω είναι σαφές ότι η υπό κρίση Έφεση έχει απωλέσει τη ζωτικότητά της και κατέστη, εκ των πραγμάτων, άνευ αντικειμένου

 

 

Όπως καταγράφεται στο πιο πάνω απόσπασμα της απόφασης ημερομηνίας 20/10/2022 στην Έφεση Αρ. 61/2015, ενώπιον του Εφετείου είχαν τεθεί οι ίδιοι λόγοι ακύρωσης που αφορούν την εγκυρότητα της προσφοράς του Ενδιαφερόμενου Μέρους και κατά πόσο ορθά κρίθηκε ότι πληροί τους όρους της προκήρυξης και των εγγράφων του διαγωνισμού, οι οποίοι έτυχαν απόρριψης μέσω της προσφυγής αρ. 1584/14, ενώ οι ίδιοι λόγοι τίθενται εκ νέου και στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. Συγκεκριμένα, η επίδικη προσφυγή στρέφεται κατά της επιστολής ημερ. 21/06/2016 με την οποία οι Καθ' ων η Αίτηση έχουν ανακαλέσει προηγούμενη απόφαση τους ημερ. 10/07/2015 για ανάθεση στην Αιτήτρια της σύμβασης για το συγκεκριμένο έργο και αποφάσισαν να αναθέσουν την εν λόγω σύμβαση στο Ενδιαφερόμενο Μέρος, πράξη η οποία αποτελεί την τελευταία απόφαση της σύνθετης διοικητικής ενέργειας αναφορικά με τον επίδικο διαγωνισμό.

 

Στην ενώπιον μου υπόθεση, η θέση της Αιτήτριας είναι ότι το Ε/Μ δεν πληρούσε ουσιώδεις όρους του διαγωνισμού. Ότι δηλαδή, η ομάδα έργου την οποία παρουσίασε δεν ανταποκρινόταν στους ουσιώδεις όρους αλλά ούτε και σε εκείνο που επιζητούσε η ίδια η Αναθέτουσα Αρχή ως προς το αντικείμενο. Συνεπώς, αυτό δεν ανταποκρινόταν στις προϋποθέσεις συμμέτοχης στο διαγωνισμό. Όπως ακριβώς προβάλει η ευπαίδευτη δικηγόρος της και αναφέρθηκε εκτενώς κατά το στάδιο των Διευκρινήσεων, «Αυτοί οι λόγοι ακύρωσης της Αιτήτριας απορρίφθηκαν κατά πλειοψηφία από την ΑΑΠ, απορρίφθηκαν από τον έντιμο Δικαστή κύριο Οικονόμου στην 1584/14, η οποία και εφεσιβλήθηκε», ωστόσο η τελευταία αποτελεί πρωτόδικη απόφαση η οποία δεν είναι δεσμευτική για το παρόν Δικαστήριο. Ακόμα, υποδεικνύει η κα. Χρίστου, ως προκύπτει και από το πιο πάνω απόσπασμα της απορριπτικής απόφασης στην Έφεση Αρ. 61/2015, οι λόγοι αυτοί ουδέποτε εξετάστηκαν από το Εφετείο αφού κρίθηκε ότι εν τω μεταξύ  η Έφεση είχε απωλέσει τη ζωτικότητά της και κατέστη, εκ των πραγμάτων, άνευ αντικειμένου.

 

Αντίθετα, η θέση των δικηγόρων των Καθ' ων η Αίτηση και του Ενδιαφερόμενου Μέρους, όπως επίσης προβλήθηκε με έμφαση στο στάδιο των Διευκρινήσεων, είναι ότι επειδή ακριβώς άπανες οι λόγοι ακύρωσης που αφορούσαν τη νομιμότητα της εν λόγω απόφασης είχαν κριθεί και απορριφθεί στην προσφυγή 1584/14, απόφαση η οποία δεν ανατράπηκε από το Εφετείο, το παρόν Δικαστήριο δεν νομιμοποιείται να τους εξετάσει εκ νέου. Χαρακτηριστικά, καταγράφεται στο πρακτικό των Διευκρινήσεων ότι, «Εφόσον όλα τα ζητήματα που αφορούσαν την εγκυρότητα της προσφοράς του Ενδιαφερόμενου Μέρους κρίθηκαν στην ιεραρχική προσφυγή 57/14, και κατ' επέκταση από το Δικαστήριο ως πρωτόδικο στην 1584/14, πώς νομιμοποιείται το παρόν Δικαστήριο να εξετάσει εκ νέου, τονίζω το εκ νέου, κύριε Πρόεδρε, τα ίδια; Τους ίδιους λόγους ακυρότητας, τα ίδια ακριβώς ζητήματα που αφορούν στη νομιμότητα της απόφασης; Για αυτό σε όλη τη γραπτή μας αγόρευση παραπέμπουμε σε αποσπάσματα από την πρωτόδικη αυτήν απόφαση, στην οποίαν απαντήθηκαν όλα τα ζητήματα από το πρωτόδικο Δικαστήριο, όσον αφορά την κατ’ ισχυρισμό παραβίαση ουσιωδών όρων.»  

 

Επιπρόσθετα, ο ευπαίδευτος δικηγόρος του Ενδιαφερόμενου Μέρους τονίζει ότι ακόμα και αν κριθεί ότι το παρόν Δικαστήριο νομιμοποιείται να εξετάσει εκ νέου τους ίδιους λόγους ακύρωσης που προβάλει εκ νέου στη παρούσα η Αιτήτρια, η απόφαση στην προσφυγή 1584/14 εμπεριέχει την ορθή και εύλογη κατάληξη και συνεπώς είναι πειστική, και απόλυτα  καθοδηγητική για το παρόν Δικαστήριο

 

Εξετάζοντας το κείμενο της απόφασης στην Υπόθεση υπ' αρ. 1584/2014 ημερομηνίας 26/3/2015, σε αντιδιαστολή με το περιεχόμενο της γραπτής αγόρευσης της αιτήτριας επιβεβαιώνεται ακριβώς η θέση αμφότερων των πλευρών ότι, οι ίδιοι λόγοι ακύρωσης προβάλλονται. Ακόμα, όπως διαπιστώνω, την υπόθεση εκ μέρους της αιτήτριας μέχρι και το στάδιο καταχώρησης της γραπτής της αγόρευσης εκπροσωπούσε ο ίδιος δικηγόρος, ενώ η νυν δικηγόρος καταχώρησε εκ μέρους της την απαντητική γραπτή αγόρευση.

 

Ειδικότερα, στη γραπτή της αγόρευση, η αιτήτρια, αφού παραθέτει τα γεγονότα της υπόθεση, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι το αρμόδιο τμήμα υπέπεσε σε πλάνη αφού η προσφορά του Ε/Μ παραβίαζε ουσιώδη όρο του διαγωνισμού επειδή η αναφερόμενη «Υπεύθυνη Ομάδας Μελέτης» της Προσφοράς του Ε/Μ κα. Ελένη Χριστοδουλίδου, δεν πληρούσε τον ουσιώδη όρο για «τουλάχιστον δωδεκαετή πείρα σε μελέτες οδοποιίας». Σχετικά προβάλλεται ότι, η διοίκηση δεν προέβη στη δέουσα έρευνα ώστε να εξακριβώσει όλα τα πραγματικά γεγονότα με συνέπεια να διαπιστώσει την παρέκκλιση από τον ουσιώδη αυτό όρο, παράλειψη η οποία θα πρέπει να οδηγήσει και σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Όπως υποστηρίζει η αιτήτρια, τα στοιχεία τα οποία δόθηκαν προς τεκμηρίωση της πείρας της κας Χριστοδουλίδου «ήταν τόσο σαθρά που το Τμήμα θα έπρεπε σε κάθε περίπτωση να τα είχε απορρίψει».

 

Αντίστοιχος ισχυρισμός τίθεται και για παραβίαση του όρου «πείρα σε έργα γεφυροποιίας μεγαλύτερη από πέντε χρόνια», όπου πάλι προβάλλεται εκ μέρους της αιτήτριας ότι υπήρξε ανεπίτρεπτη παράλειψη εξέτασης των κριτηρίων σε σχέση με την υποβληθείσα προσφορά του Ε/Μ.

 

Επίσης, προβάλλεται ότι, ομοίως και τα στοιχεία τα οποία δόθηκαν προς τεκμηρίωση της πείρας του πολιτικού μηχανικού για μελέτη κατασκευών κ.Τρανούλη ήταν ελλιπή, χωρίς και σε αυτό το σημείο η διοίκηση να προέβη στη δέουσα έρευνα και να τα εξετάσει, ενώ οι διευκρινήσεις που δόθηκαν και έγιναν αποδεκτές από το Τμήμα ήταν ανεπαρκείς.

 

Τέλος, τίθεται ισχυρισμός ότι, καθ’ υπέρβασιν εξουσίας και κατά παράβαση των όρων του διαγωνισμού, το Τμήμα θεώρησε ότι η προσφορά του Ε/Μ δεν περιλάμβανε ΦΠΑ και ανεπίτρεπτα προχώρησε και διόρθωσε την προσφορά του.

 

Επί τούτων των ισχυρισμών της αιτήτριας εταιρείας, τόσο οι δικηγόροι των Καθ' ων η Αίτηση όσο και του Ενδιαφερόμενου Μέρους, αγορεύουν εκτενώς και παραθέτουν αποσπάσματα από τη νομολογία, προς απόρριψη τους.

 

Ωστόσο, όπως έχω προαναφέρει, τα ζητήματα αυτά εξετάστηκαν και απορρίφτηκαν από τον έντιμο κ. Τ.Θ. Οικονόμου, Δικαστή (όπως ήταν τότε) στην απόφαση του ημερομηνίας 26/3/2015 στην Προσφυγή υπ' αρ. 1584/2014, Cybarco Ltd ν Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών. Έχοντας μελετήσει το εκτενές κείμενο, κρίνω σκόπιμο να παραθέσω ακριβή αποσπάσματα της εν λόγω απόφασης, με το σκεπτικό της οποία συμφωνώ, σε αντιστοιχία με τους ίδιους λόγους ακύρωσης που η αιτήτρια εταιρεία προβάλει και στην ενώπιον μου υπόθεση.

 

Καταρχήν σχολιάζω τη θέση η οποία προβάλλεται πρώτη με τη αγόρευση της αιτήτριας ότι, η «Υπεύθυνη Ομάδας Μελέτης» της Προσφοράς του Ε/Μ κα. Ελένη Χριστοδουλίδου δεν πληρούσε τον ουσιώδη όρο της προκήρυξης του διαγωνισμού για «τουλάχιστον δωδεκαετή πείρα σε μελέτες οδοποιίας» και συνεπώς, κατά τη θέση της, η προσφορά του Ε/Μ θα έπρεπε να αποκλειστεί.

 

Επί τούτου του σημείο, αναφέρθηκε εκτενώς το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση του ημερομηνίας 26/3/2015 στην Προσφυγή υπ' αρ. 1584/2014, όπου καταγράφονται τα ακόλουθα:

 

«Η απαιτούμενη πείρα της Υπεύθυνης Ομάδας Μελέτης της προσφοράς του ενδιαφερόμενου μέρους κας Ε. Χριστοδουλίδου.

Σύμφωνα με τον όρο η Ομάδα Μελέτης που θα παρέχει τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στα Έγγραφα Διαγωνισμού για την ετοιμασία μελέτης, θα πρέπει να αποτελείται τουλάχιστον, μεταξύ άλλων, από Υπεύθυνο της Ομάδας Μελέτης που πρέπει να είναι Πολιτικός Μηχανικός με τουλάχιστον δωδεκαετή πείρα σε μελέτες οδοποιίας, εκ των οποίων τουλάχιστον μία μελέτη αυτοκινητόδρομου τεσσάρων (ή περισσοτέρων λωρίδων κυκλοφορίας) που περιλάμβανε τουλάχιστον ένα ανισόπεδο κόμβο συνολικής κατασκευαστικής αξίας τουλάχιστον €5 εκ.

Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι στην προσφορά του ενδιαφερομένου μέρους (παράρτημα 6Α και παράρτημα 6Β) ενώ αναφέρεταί ότι η κα Χριστοδουλίδου έχει πείρα δεκατριών ετών, καταγράφεται πείρα για την περίοδο 2000-2012.

Οι αιτητές έθεσαν το ζήτημα αυτό στα πλαίσια της ιεραρχικής προσφυγής 57/2014, πληροφορώντας παράλληλα την Αναθέτουσα Αρχή ότι η κα Χριστοδουλίδου ενεγράφη ως μέλος του ΕΤΕΚ την 1.3.2001, οπότε δεν θα μπορούσε να της πιστωθεί πείρα από το 2000. Τότε η Αναθέτουσα Αρχή η οποία, κατά τους αιτητές, δεν είχε διερευνήσει προηγουμένως το ζήτημα, προέβαλε μέσω της δικηγόρου της τη θέση πως η πείρα της κας Χριστοδουλίδου ως πολιτικός μηχανικός προσμετρά από την ημερομηνία συμπλήρωσης της δωδεκάμηνης πρακτικής της εξάσκησης που ήταν η 14.12.2000.

Το ζήτημα κατέστη με αυτούς τους όρους επίδικο και οι καθ'ων η αίτηση κατέληξαν σε δύο διαφορετικές αποφάσεις ως ακολούθως:

Η απόφαση της πλειοψηφίας ήταν ότι: «η ιδιότητα του πολιτικού μηχανικού και η πείρα του στην Πολιτική Μηχανική  δεν αποκτάται με την εγγραφή του στο Ε ΤΕΚ αλλά με την ολοκλήρωση των σπουδών του.»

Η απόφαση της μειοψηφίας, ήταν η εξής: «Δεδομένης της πρόβλεψης του Νόμου ότι η άσκηση του επαγγέλματος σε οποιοδήποτε κλάδο της μηχανικής επιστήμης, χωρίς την κατοχή άδειας από το ΕΤΕΚ, δεν είναι χωρίς συνέπειες, αφού αποτελεί ποινικό αδίκημα, αδυνατώ να αντιληφθώ πως είναι δυνατό κάποιος που δεν είναι εγγεγραμμένος στο Ε ΤΕΚ να αντλήσει όφελος σε σχέση με πείρα.»

Υιοθετώντας την τελευταία αυτή προσέγγιση, ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών εισηγήθηκε ότι η εγγραφή στο ΕΤΕΚ αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση του επαγγέλματος πολιτικού μηχανικού και ότι η δωδεκάμηνη περίοδος πρακτικής εξάσκησης που απαιτείται για εγγραφή στο ΕΤΕΚ δεν προσμετρά ως επαγγελματική πείρα. Συνεπώς θα έπρεπε να καταδειχθεί ότι η κα Χριστοδουλίδου, εγγραφείσα στο ΕΤΕΚ την 1.3.2001, είχε δωδεκαετή πείρα έκτοτε η οποία δεν συμπληρώθηκε μέχρι το τέλος του 2012, περίοδο για την οποία και δόθηκαν στοιχεία.

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση απάντησε εισηγούμενος ότι, εφόσον η κα Χριστοδουλίδου παρουσίασε βεβαίωση ότι από 1.11.1999 εργαζόταν ως πολιτικός μηχανικός υπό την επίβλεψη μέλους του ΕΤΕΚ, είναι σαφές ότι είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει την πείρα που ισχυρίζεται ότι έχει. Υπέδειξε ότι στους όρους του διαγωνισμού γίνεται, αλλού, διάκριση μεταξύ εγγραφής στο ΕΤΕΚ και επαγγελματικής πείρας και ρητή αναφορά στην υποχρέωση για εγγραφή στο ΕΤΕΚ, ειδικά και ξεχωριστά από οποιαδήποτε αναφορά σε άσκηση επαγγέλματος. Αυτό, είπε, καταδεικνύει ότι για σκοπούς ερμηνευτικής συνέπειας η διάκριση μεταξύ εγγραφής στο ΕΤΕΚ και άσκησης επαγγέλματος πολιτικού μηχανικού είναι απόλυτα συνεπής με το υπόλοιπο κείμενο των όρων του διαγωνισμού.

Ως προς το ζήτημα αυτό, χωρίς δεύτερη σκέψη, συμφωνώ με τη θέση που εκφράστηκε στην απόφαση της μειοψηφίας της Αναθεωρητικής Αρχής. Δεν θα μπορούσε να αντληθεί πείρα πολιτικού μηχανικού παρά μόνο μέσα από τη σύννομη άσκηση του επαγγέλματος, χωρίς να προσμετρά ο χρόνος της προηγούμενης πρακτικής εξάσκησης και, πολύ περισσότερο, χωρίς να αρκεί απλώς η ολοκλήρωση των σπουδών.

Όμως, η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερομένου μέρους εισηγήθηκε ότι, υπό τις περιστάσεις, το ερώτημα κατά πόσον προσμετρά η πείρα της κας Χριστοδουλίδου πριν την εγγραφή της στο ΕΤΕΚ είναι ακαδημαϊκό, εφόσον από το φάκελο προκύπτει ότι αυτή είχε συνεχή πείρα μέχρι την ημερομηνία υποβολής των προσφορών. Έτσι, και αν ακόμα η πείρα της άρχισε να μετρά από τον χρόνο εγγραφής της στο ΕΤΕΚ, ήτοι από την 1.3.2001, η δωδεκαετία συμπληρώθηκε πολύ πριν από τον χρόνο υποβολής των προσφορών, ήτοι τις 17.1.2014.

Τα έγγραφα τα οποία στοιχειοθετούν τα ανωτέρω είναι, κατά την εισήγηση της ευπαίδευτης δικηγόρου, το προαναφερθέν Παράρτημα 6Α των Όρων (Κατάλογος Ονομάτων Ομάδας Μελέτης) (Παράρτημα 2 στη γραπτή αγόρευσή της). Πρόκειται, δηλαδή, για έγγραφα τα οποία αποτελούν μέρος του διοικητικού φακέλου έτσι ώστε να καθίσταται σαφές πως η Αναθέτουσα Αρχή είχε ενώπιον της, ως θέμα πραγματικού γεγονότος, ότι η κα Χριστοδουλίδου μέχρι και τον ουσιώδη χρόνο εργαζόταν ως πολιτικός μηχανικός με καθήκοντα τη μελέτη, σχεδίαση και επίβλεψη έργων οδοποιίας.

Συγκεκριμένα η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερομένου μέρους παρέπεμψε σε δήλωση που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 6Α ότι η κα Χριστοδουλίδου έχει πείρα 13 ετών ως Πολιτικός Μηχανικός- Υπεύθυνος Ομάδας Μελέτης και σε περιγραφή καθηκόντων στα οποία περιλαμβάνεται εκπόνηση μελετών οδοποιίας. Στο ίδιο παράρτημα (σελίδες 9-12) παρατίθεται πίνακας με τίτλο «Κατάλογος κυριοτέρων υπηρεσιών-μελετών που έχουν εκπονηθεί από κάθε μέλος της ομάδας μελέτης» και αναφέρεται στην κα Χριστοδουλίδου. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται το έργο «Βελτίωση του Κυκλικού Κόμβου στη Συμβολή των Οδών Χαρ. Φτερούδη, Ρενάτου Καρτεσίου και Σταυραετού του Μαχαιρά στον Άγιο Αθανάσιο» που κατά τον χρόνο υποβολής της προσφοράς βρισκόταν υπό κατασκευή.

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών εισηγήθηκε ότι εξ αυτού προκύπτει σφάλμα της διοίκησης και οι ισχυρισμοί του ενδιαφερόμενου μέρους περί συμπληρωμένης πείρας παραγνωρίζουν ότι οι όροι προσφοράς προνοούν για συμπληρωμένα έργα και όχι μελέτες που εκπονούνται ή θα εκπονηθούν μελλοντικά. Παρέπεμψε σχετικά στον όρο 5.6.1.1(ζ) και στον όρο 5.6.1.1  του Τόμου Α (Παράρτημα Β στην αγόρευση των αιτητών), σύμφωνα με τον οποίο η Αναθέτουσα Αρχή θα μπορούσε να ζητήσει πιστοποιητικό καλής εκτέλεσης, στο οποίο να αναφέρεται η αξία, ο χρόνος, η φύση και ο τόπος εκτέλεσης. Επομένως, για να ληφθεί υπόψη ένα έργο θα έπρεπε να είχε εκτελεστεί δεόντως και να είχαν δηλωθεί τα παραπάνω στοιχεία.

Η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους αντέτεινε ότι οι όροι αυτοί, κάτω από το υποκεφάλαιο «Δικαιολογητικά συμμετοχής και τεχνική προσφορά», δεν αφορούν την πείρα των πολιτικών μηχανικών. Σε σχέση με τους πολιτικούς μηχανικούς ό,τι απαιτείτο κατά το στάδιο της υποβολής των προσφορών ήταν η συμπλήρωση του Παραρτήματος 6. Εκ των υστέρων είναι που ζητήθηκαν περαιτέρω βιογραφικά στοιχεία των προσώπων που αναφέρονταν στο Παράρτημα 6, χωρίς να ζητηθούν αυτά τα οποία αναφέρονται στην αγόρευση για τους αιτητές. Η απαίτηση για βιογραφικά σημειώματα προς περαιτέρω διευκρίνιση των ειδικοτήτων που δηλώθηκαν/τεκμηρίωση, επιμαρτυρείται από τα στοιχεία του φακέλου και αφορούσε τόσο τους αιτητές όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος (βλ. Φάκελο Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων που κατατέθηκε ως τεκμήριο Β στο στάδιο των τελικών διευκρινίσεων και Έκθεση Επιτροπής Αξιολόγησης Ιουλίου 2014, που κατατέθηκε ως τεκμήριο Α).

Όπως ανέφερε καταληκτικά η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερομένου μέρους, η Αναθέτουσα Αρχή, με τον ίδιο τρόπο, ούτε για τους αιτητές «έκατσε να ξεψαχνίσει» κάθε σημείο της προσφοράς. Η ουσία, εισηγήθηκε, έγκειται στο ότι η Αναθέτουσα Αρχή αξιολόγησε σε πρώτο στάδιο ότι τόσο η προσφορά του ενδιαφερόμενου μέρους, όσο και η προσφορά των αιτητών, ήταν εντός προδιαγραφών. Ακολούθησε η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής και το ζητούμενο τώρα είναι το εύλογο αυτής της απόφασης, χωρίς να είναι βάσιμη η εισήγηση της άλλης πλευράς περί μη δέουσας έρευνας.

Δεν είναι αρμοδιότητα του ακυρωτικού Δικαστηρίου να υπεισέρχεται με τέτοιο τρόπο και σε τέτοιο βαθμό στην όλη διαδικασία ώστε στην πραγματικότητα να υποκαθιστά το διοικητικό όργανο. Ακυρωτική παρέμβαση χωρεί εάν διαπιστωθεί πράγματι πλημμελής έρευνα. Η έκταση της έρευνας εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε περίπτωσης. Τεκμαίρεται δε, ότι η διοίκηση έχει υπόψη της τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που είναι ενώπιον της. Η δέουσα όμως έρευνα δεν προϋποθέτει πάντοτε τον εξονυχιστικό έλεγχο κάθε στοιχείου που συνθέτει το εκάστοτε υπό παραγωγή διοικητικό έργο. Υιοθετώ ως προς τούτο το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του αδελφού Δικαστή Ερωτοκρίτου στην υπόθεση Tasni Enviro Ltd ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 2205/2006 14.1.2010 (σελ. 13):

«Εν πάση περιπτώσει, δεν θεωρώ ότι η διοίκηση έχει υποχρέωση να ερευνά την κάθε λεπτομέρεια ή στοιχείο που αναφέρεται σε μια προσφορά ή σε μια αίτηση. Η υποχρέωση έρευνας κάποιου συγκεκριμένου στοιχείου, προκύπτει κατά την άποψή μου, στην περίπτωση που το αρμόδιο όργανο αμφιβάλλει για την ύπαρξη του. Όμως, όταν η διοίκηση δεν έχει  για την ύπαρξη του συγκεκριμένου στοιχείου, δικαιούται να θεωρήσει ότι αυτό υπάρχει. Για παράδειγμα, αν ένας υποψήφιος αναφέρει ότι είναι κάτοχος ενός πτυχίου ή ότι έχει προηγούμενη πείρα και δώσει τις αναγκαίες λεπτομέρειες, η διοίκηση έχει υποχρέωση να ερευνήσει ή να επιβεβαιώσει τα στοιχεία, μόνο αν έχει οποιαδήποτε αμφιβολία γι' αυτά. Θα καθίστατο πάρα πολύ δύσκολο το έργο της διοίκησης αν εναποτίθετο σ' αυτήν υποχρέωση έρευνας κάθε στοιχείου και κάθε λεπτομέρειας.»

 

Έχοντας υπόψη τις εκατέρωθεν θέσεις και τα σχετικά στοιχεία του φακέλου, δεν θεωρώ ότι διαπιστώνεται παραβίαση όρου του διαγωνισμού σε σχέση με τα υποβληθέντα στοιχεία, ούτε και ελλιπής έρευνα. Υιοθετώ ως προς τούτο την εισήγηση της ευπαίδευτης δικηγόρου του ενδιαφερόμενου μέρους. Συνεπώς, με δεδομένο ότι ο χρόνος έναρξης της πείρας είναι η 1.3.2001, ήταν αρμοδιότητα της διοίκησης να διαπιστώσει ότι η απαιτούμενη περίοδος είχε συμπληρωθεί κατά τον χρόνο υποβολής της προσφοράς, όπως και διαπίστωσε με τέτοιο τρόπο ώστε να μην υπάρχουν περιθώρια παρέμβασης του ακυρωτικού Δικαστηρίου σε σχέση με το ζήτημα αυτό.»

 

Υιοθετώντας στο σύνολο της τη συλλογιστική του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο επαναλαμβάνω λειτούργησε ως πρωτόδικο δικαστήριο, διαπιστώνω ότι δεν είναι βάσιμη η εισήγηση περί μη δέουσας έρευνας και ομοίως απορρίπτω τον πρώτο λόγο ακύρωσης, τον οποίον προωθεί και στη παρούσα η αιτήτρια.

 

Ως δεύτερος λόγος ακύρωσης προβάλλεται η θέση για παράλειψη εξέτασης των κριτηρίων σε σχέση με την υποβληθείσα προσφορά και ειδικότερα παραβίασης του όρου 3.3.8.β.β1(i) του διαγωνισμού. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται η αιτήτρια ότι, ουδείς από τους εργοδοτούμενους από το Ε/Μ πολιτικούς μηχανικούς πληρούσε τον όρο «πείρα σε έργα γεφυροποιίας μεγαλύτερη από πέντε χρόνια».

 

Όπως υποδεικνύει και η ευπαίδευτη δικηγόρος των Καθ'ων η αίτηση, και αυτό το σημείο εξετάστηκε και απορρίφθηκε στην απόφαση στην προσφυγή αρ. 1584/14, Cybarco Ltd ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα.

 

 «Εργοδοτούμενοι Πολιτικοί Μηχανικοί.

Το επόμενο ζήτημα που ήγειραν οι αιτητές ήταν ότι ουδείς από τους εργοδοτούμενους πολιτικούς μηχανικούς του ενδιαφερόμενου μέρους πληρούσε την προϋπόθεση του όρου 3.3.β.β1(ί) του Διαγωνισμού για «πείρα σε έργα γεφυροποιίας μεγαλύτερη από πέντε χρόνια».

Ο όρος 3.3.8.β.β1(ί) έχει ως ακολούθως:

«Ο αριθμός των εργοδοτουμένων πολιτικών μηχανικών με πείρα σε έργα οδοποιίας μεγαλύτερη από πέντε χρόνια να μην είναι μικρότερος από δύο και με πείρα σε έργα γεφυροποιίας μεγαλύτερη από πέντε χρόνια να είναι τουλάχιστον ένας τον τελευταίο χρόνο. »

Κατά τους αιτητές, η Αναθέτουσα Αρχή παρέλειψε να διερευνήσει δεόντως τις ελλείψεις στην προσφορά του ενδιαφερόμενου μέρους σε σχέση με τον παραπάνω όρο, οι δε καθ 'ων η αίτηση αντί να ακυρώσουν την απόφαση κατακύρωσης, προέβησαν οι ίδιοι σε αξιολόγηση της προσφοράς και έδωσαν δική τους νέα αιτιολογία για την κατακύρωση, υπερβαίνοντας τις εξουσίες τους.

Είναι η θέση των αιτητών ότι στην προσφορά του ενδιαφερόμενου μέρους δεν διευκρινίστηκε ποιοι από τους πολιτικούς μηχανικούς του είχαν πείρα σε οδοποιία και ποιοι σε γεφυροποιία και ότι είναι για πρώτη φορά στη διαδικασία της προσφυγής 57/2014 ποι) η Αναθέτουσα Αρχή ισχυρίσθηκε πως οι πολιτικοί μηχανικοί με πείρα στην οδοποιία ήταν ο κ. Γεώργιος Μιχαηλίδης και ο κ. Λούκας Ξενοφώντος και με πείρα στη γεφυροποιία ο κ. Κυριάκος Τουλούμης. Πρόκειται όμως για αιτιολογία που όχι μόνο παρουσιάστηκε βεβιασμένα στο στάδιο της ακρόασης της εν λόγω προσφυγής, αλλά και με σοβαρά λάθη εφόσον, μεταξύ άλλων, για τον Γ. Μιχαηλίδη, κατά την προφορική ακρόαση της προσφυγής 57/2014, η Αναθέτουσα Αρχή παραδέχθηκε ότι δεν πληρούσε το κριτήριο για πείρα στην οδοποιία, εφόσον η εμπειρία του ως διευθυντής έργου σε κάποια έργα οδοποιίας συμπίπτει χρονικά με την Ιδιότητά του ως τεχνικός διευθυντής. Οπότε προβλήθηκε για πρώτη φορά η θέση ότι μπορούσε το ίδιο πρόσωπο να πληροί και τα δύο κριτήρια και έγινε προσπάθεια να καταδειχθεί ότι αυτό το πρόσωπο ήταν ο Κ. Τουλούμης, ο οποίος όμως δεν συγκέντρωνε πενταετή πείρα σε έργα γεφυροποιίας.

 

Με βάση τα πιο πάνω, είναι καταληκτικά η εισήγηση των αιτητών ότι ουδείς από τους εργοδοτούμενους πολιτικούς μηχανικούς της προσφοράς του ενδιαφερομένου μέρους ικανοποιεί το κριτήριο της πείρας «σε έργα γεφυροποιίας μεγαλύτερη από πέντε έτη». Πρόκειται δε για παρέκκλιση από όρο ουσιώδη που επιφέρει ακυρότητα και για απόφαση που ελήφθη υπό πραγματική πλάνη σε σχέση με την πληρότητα της προσφοράς του ενδιαφερομένου μέρους και που στερείται της δέουσας αιτιολογίας.

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση εισηγήθηκε ότι ο προαναφερθείς όρος δεν αποκλείει ότι το ίδιο άτομο μπορεί να πληροί και τα δύο κριτήρια. Ορθώς αποφάσισαν οι καθ 'ων η αίτηση από τα βιογραφικά σημειώματα των Μιχαηλίδη, Ξενοφώντος και Τουλούμη ότι συνέτρεχε η ζητουμένη πείρα την οποία απέκτησαν είτε ως διευθυντές έργου, είτε ως μηχανικοί εργοταξίου και ειδικά ο Τουλούμης είχε την απαιτούμενη πείρα στη γεφυροποιία, ασχέτως εάν ήταν διευθυντής έργου στα αναφερόμενα έργα.

Η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερομένου μέρους εισηγήθηκε ότι και σε αυτή την περίπτωση η συζήτηση ενώπιον των καθ'ων η αίτηση επικεντρώθηκε αχρείαστα γύρω από μη ουσιώδες ζήτημα, ήτοι γύρω από το κατά πόσον ο επίμαχος όρος επέτρεπε να συγκεντρώνει ένα άτομο στο πρόσωπό του πείρα και στην οδοποιία και στη γεφυροποιία. Τούτο γιατί το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε συμπεριλάβει στην προσφορά του κατάλογο με δώδεκα πολιτικούς μηχανικούς, εκ των οποίων οι πέντε είχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο πείρα οδοποιίας μεγαλύτερη από πέντε χρόνια και οι τρεις είχαν πείρα σε έργα γεφυροποιίας μεγαλύτερη από πέντε χρόνια (βλ. παράρτημα 5 στην αγόρευση του ενδιαφερομένου μέρους).

Σε εκείνο το στάδιο δεν απαιτείτο οτιδήποτε άλλο πέραν του καταλόγου. Ακολούθως, η Αναθέτουσα Αρχή ζήτησε έγγραφα τεκμηρίωσης και βιογραφικά σημειώματα των πολιτικών μηχανικών, οπότε το ενδιαφερόμενο μέρος συμμορφώθηκε. Από τα έγγραφα που υποβλήθηκαν προκύπτει ότι ο Κυριάκος Χρυσοχόος, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, είναι πολιτικός μηχανικός με την απαιτούμενη πείρα σε έργα γεφυροποιίας και οδοποιίας. Το ίδιο και ο Γιώργος Μιχαηλίδης και ο Κυριάκος Τουλούμης. Ειδικά για τον τελευταίο, η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερομένου μέρους ανέφερε ότι, στην αγόρευσή τους οι αιτητές αναφέρονται σε κάποια μόνο από τα έργα που δηλώθηκαν, ενώ παρέλειψαν να αναφερθούν σε άλλα από τα οποία προκύπτει η εκπλήρωση του όρου. Από τα ίδια έγγραφα, πάντα κατά το ενδιαφερόμενο μέρος, προκύπτει επίσης ότι ο Λουκάς Ξενοφώντος και η Ελένη Κούμα υπερκάλυπταν την απαίτηση των πέντε χρόνων πείρας για έργα οδοποιίας.

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερομένου μέρους δέχθηκε ότι σε κάποιες περιπτώσεις ο κ. Χρυσοχόος και ο κ. Μιχαηλίδης καταγράφονται ως τεχνικοί διευθυντές. Παρέπεμψε, όμως, στις πρόνοιες του άρθρου 22 του περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων Νόμου, Ν.  σύμφωνα με το οποίο τεχνικός διευθυντής εταιρείας θεωρείται για τους σκοπούς του συγκεκριμένου νόμου ότι έχει εκτελέσει όλα τα οικοδομικά ή τεχνικά έργα τα οποία έχουν εκτελεσθεί από την εταιρεία για όλο το διάστημα που είναι καταχωρημένο το όνομά του στο Μητρώο Εργοληπτών ως τεχνικός διευθυντής και δικαιούται να πιστωθεί με την ανάλογη πείρα.

 

Όλα τα παραπάνω έγγραφα, καταλήγει η εισήγηση για το ενδιαφερόμενο μέρος, ήταν ενώπιον της Αναθέτουσας Αρχής και επομένως η κατάληξή της ότι η προσφορά του ενδιαφερομένου προσώπου πληρούσε τον όρο 3.3.8.β.β1(Ι) ήταν καθόλα εύλογη, νόμιμη, αλλά και επιβεβλημένη.

 

Στην απάντηση των αιτητών αναφέρεται ότι οι διαφορετικές αιτιολογίες που προβάλλουν οι καθ'ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος δεν εντοπίζονται στο διοικητικό φάκελο. Από μόνη της η μη ενασχόληση της Αναθέτουσας Αρχής με το θέμα συνιστά πλάνη και έλλειψη δέουσας έρευνας. Αναφέρεται επίσης ότι ο Ν.  δεν είναι σχετικός, εφόσον προνοεί για την πείρα εργοληπτών έργων και όχι πολιτικών μηχανικών. Πρόκειται για δύο επαγγέλματα πολύ διαφορετικά. Για να πιστωθεί κάποιος πείρα στην πολιτική μηχανική γεφυροποιίας πρέπει να αποκτήσει πείρα που είναι άμεσα σχετική με το αντικείμενο. Ειδικά για τον Κυριάκο Χρυσοχόο, σημειώνεται ότι σε όλα τα έργα ήταν διευθύνων σύμβουλος, τεχνικός διευθυντής και πρόεδρος ΔΣ και σε κανένα δεν ήταν διευθυντής έργου ή μηχανικός εργοταξίου, άρα δεν ικανοποιεί τα κριτήρια του επίμαχου όρου. Ο Γιώργος Μιχαηλίδης σε όλα τα έργα από το 2000 και μετά δηλώνεται ως τεχνικός διευθυντής και σε κανένα ως διευθυντής έργου ή μηχανικός εργοταξίου. Για δε τα έργα πριν από το 2000, στα οποία διετέλεσε διευθυντής έργου, ουδέν ήταν έργο γεφυροποιίας. Σε σχέση με τον Κυριάκο Τουλούμη σημειώνεται ότι σε τρία έργα, που περιελάμβαναν γέφυρα, ήταν διευθυντής έργου όχι για τη γέφυρα αλλά για τις εργασίες οδοστρώματος, σε ένα άλλο έργο ήταν διευθυντής έργου αλλά κατασκεύασε μόνο το ανατολικό ακρόβαθρο της γέφυρας και από τα υπόλοιπα έργα που δηλώθηκαν δεν συμποσούνται πέντε χρόνια σε έργα οδοποιίας.

 

Έχοντας υπόψη τις εκατέρωθεν θέσεις, αποδέχομαι τις εισηγήσεις των καθ 'ων η αίτηση και του ενδιαφερομένου μέρους. Ο σχετικός όρος δεν προϋποθέτει πείρα με τη στενή έννοια του όρου, ήτοι πείρα στο εργοτάξιο που να αποκλείει την πείρα του τεχνικού διευθυντή της εταιρείας. Ο Ν. 29(Ι)/2001 όντως ρυθμίζει διαφορετική περίπτωση, αλλά είναι ενδεικτικός. Η στάση της δικηγόρου της Αναθέτουσας Αρχής ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής αναφορικά με την πείρα του Γ. Μιχαηλίδη στη θέση Τεχνικού Διευθυντή, δεν μπορεί να δεσμεύσει το Δικαστήριο. Σημειώνεται μάλιστα ότι στην απόφαση καταγράφεται περαιτέρω ότι κατά την ακροαματική διαδικασία η εκπρόσωπος της Επιτροπής Αξιολόγησης, ως ειδικός, τόνισε ότι για σκοπούς αξιολόγησης λαμβάνεται υπόψη και η εμπειρία σε θέση Τεχνικού Διευθυντή όλων των πολιτικών μηχανικών σε τέτοιου είδους διαγωνισμούς. Εν πάση περιπτώσει, ήταν η θέση της Αναθέτουσας Αρχής και των καθ'ων η αίτηση ότι ο σχετικός όρος ικανοποιείται με αναφορά στους πολιτικούς μηχανικούς Λ. Ξενοφώντος και Κ. Τουλούμη. Πράγματι, εάν ήταν αναγκαίο να αποφασιστεί, εφόσον δεν ορίζεται κάτι τέτοιο ρητά, δεν θα επέλεγα την επαχθέστερη για το διοικούμενο ερμηνεία και δεν θα θεωρούσα ότι ο όρος αυτός επιβάλλει οπωσδήποτε να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πείρας σε οδοποιία και γεφυροποιία σε δύο διαφορετικά πρόσωπα.

Εν πάση όμως περιπτώσει, σημασία έχει ότι η Αναθέτουσα Αρχή ζήτησε και είχε ενώπιον της όλα τα σχετικά δεδομένα, όπως και η Αναθεωρητική Αρχή, η οποία σημειώνει ότι ενώπιον της οι αιτητές αποδέκτηκαν πως ο Λ. Ξενοφώντος πληροί τον όρο σε ότι αφορά την οδοποιία, αμφισβητώντας κάποια από τα έργα του Κ. Τουλούμη. Η ουσία είναι πως η διαπίστωση, τόσο της Αναθέτουσας Αρχής, όσο και της «τελικής διοικητικής ενέργειας», μετά από ζήτηση τεκμηρίωσης και διερεύνηση του θέματος από την Επιτροπή Αξιολόγησης, ήταν ότι στους καταλόγους έργων που υπέβαλε το ενδιαφερόμενο μέρος περιλαμβάνεται μεγάλος αριθμός έργων που αφορούν οδοποιία και γεφυροποιία και συνεπώς η κατάληξη της Επιτροπής Αξιολόγησης να κρίνει ότι η προσφορά του ενδιαφερομένου μέρους πληροί τον επίμαχο όρο ήταν εύλογη.»

Και σε αυτή τη περίπτωση θα συμφωνήσω ότι ο ισχυρισμός έχει τύχει διεξοδικής εξέτασης και ομοίως απορριφθεί, με τρόπο που βρίσκει και το παρόν δικαστήριο σύμφωνο.

Στη συνέχεια, το Ανώτατο Δικαστήριο στην προσφυγή αρ. 1584/14 εξέτασε και τον λόγο ο οποίο αφορά τα υποβληθέντα εκ μέρους του Ε/Μ δικαιολογητικά  αναφορικά με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του πολιτικού μηχανικού για μελέτη κατασκευών κ. Α. Τρανούλη, κατά παράβαση των όρων 3.3, 4.1.4 και 5.6 των όρων του διαγωνισμού.

 

«Η παράλειψη υποβολής των Παραρτημάτων 4 και 14 σε σχέση με τον Α.Τρανούλη.

Ο Αλέξανδρος Τρανούλης προτάθηκε για συμμετοχή στην Ομάδα Μελέτης των αιτητών (ένα από τα επτά προτεινόμενα μέλη), με την προτεινόμενη ιδιότητα στο έργο «Πολιτικός Μηχανικός για μελέτη κατασκευών». Δεν αμφισβητήθηκε ότι θα έπρεπε οι αιτητές να συμπεριλάβουν στην προσφορά τους για τον Α. Τρανούλη το Παράρτημα 4 (Δήλωση Πιστοποίησης Προσωπικής Κατάστασης) και το Παράρτημα 14 (Δήλωση Άλλων Φορέων). Δεν αμφισβητήθηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος παρέλειψε να συμμορφωθεί. Η συζήτηση περιεστράφη γύρω από το ουσιώδες ή μη της παράλειψης. Εάν η παράλειψη θεωρηθεί ουσιώδης απόκλιση από τους όρους του διαγωνισμού, το αποτέλεσμα θα είναι η ακύρωση της απόφασης που επέτρεψε τη συμμετοχή του ενδιαφερομένου μέρους στο διαγωνισμό, εφόσον προσφορά που δεν ανταποκρίνεται σε ουσιώδεις όρους είναι άκυρη και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αξιολόγησης (Tamassos Tobacco Suppliers and Co ν. Δημοκρατίας 1992 3 ΑΑΔ60).

 

Η νομολογία είναι πάγια. Όπως έχει λεχθεί στην Tamassos, «το κριτήριο για τον καθορισμό της σημασίας και υπόστασης όρου πλειοδοτικού διαγωνισμού, είναι η σημασία που ενέχει η τήρησή του για την απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς. Ουσιώδης είναι ο όρος η τήρηση του οποίου είναι αποφασιστικής σημασίας για τη λήψη και το περιεχόμενο της απόφασης για την κατακύρωση της προσφοράς.» Το κριτήριο είναι αντικειμενικό και αποφασίζεται από το Δικαστήριο λαμβανομένου υπόψη ότι ένας δημόσιος διαγωνισμός αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του ευρύτερου δημοσίου συμφέροντος (Ρ. Steft & Co ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 881/88, 11.10.1990).

 

Στις σχετικές πρόνοιες που συνδέονται με τα Παραρτήματα 4 και 14, χρησιμοποιείται ορολογία επιτακτική στις διάφορες αναφορές. Ειδικά, στον όρο 5.6 που αναφέρεται στα Περιεχόμενα Υποφακέλων εκ του οποίου προκύπτουν οι υπό εξέταση υποχρεώσεις, αναφέρεται ότι: «Ο κάθε Προσφέρων οφείλει να καταθέσει τα ακόλουθα έγγραφα δεόντων συμπληρωμένα και υπογραμμένα.» Επίσης στο όρο 7.2 με τίτλο Εγκυρότητα Προσφορών ορίζεται ότι πριν τον ενδελεχή έλεγχο των υποβληθεισών προσφορών η Αναθέτουσα Αρχή θα εξακριβώσει, μεταξύ άλλων, ότι τα έντυπα προσφοράς (τεχνική και οικονομική προσφορά) έχουν συμπληρωθεί και υπογραφεί κατάλληλα (όρος 7.2.1.β).

 

Αυτά όμως θέτουν τις υποχρεώσεις. Το ερώτημα είναι κατά πόσο η μη τήρηση της μιας ή της άλλης υποχρέωσης συνιστά ουσιώδη απόκλιση.

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση παρέπεμψε στις πρόνοιες του όρου 7.2.2 των εγγράφων του διαγωνισμού στις οποίες δίδονται οι ορισμοί της «ουσιαστικά ανταποκρινόμενης προσφοράς» και της «ουσιαστικής απόκλισης» ως ακολούθως:

«2. Ουσιαστικά Ανταποκρινόμενες Προσφορές θεωρούνται οι Προσφορές που συμμορφώνονται προς όλους τους όρους, προϋποθέσεις και προδιαγραφές των Εγγράφων Διαγωνισμού, χωρίς να παρουσιάζουν ουσιαστική απόκλιση ή επιφύλαξη.

Ουσιαστική απόκλιση ή επιφύλαξη είναι αυτή:

(α) η οποία επηρεάζει με ουσιαστικό τρόπο τα πλαίσια, την ποιότητα ή την απόδοση των εργασιών του Έργου,

(β) η οποία επηρεάζει με οποιοδήποτε ουσιαστικό τρόπο, λόγω αντίφασης που παρουσιάζει με τα Έγγραφα Διαγωνισμού, δικαιώματα της

Αναθέτουσας Αρχής και/ή τις υποχρεώσεις του Προσφέροντα όπως αυτές καθορίζονται στα Έγγραφα Διαγωνισμού, ή

(γ) η διόρθωση της οποίας θα επηρέαζε άδικα τη συναγωνιστική θέση άλλων Προσφερόντων των οποίων οι προσφορές είναι ουσιαστικά ανταποκρινόμενες

Η Αναθέτουσα Αρχή θα προχωρεί σε ενδελεχή έλεγχο μόνο των προσφορών εκείνων που θα θεωρούνται ως ουσιαστικά ανταποκρινόμενες. »

 

Εισηγήθηκε ότι ο παραπάνω όρος δεν μπορεί να αγνοηθεί καθότι κατοπτρίζει τις προθέσεις των συντακτών των όρων του διαγωνισμού ως προς το ποιες αποκλίσεις πρέπει να θεωρηθούν σοβαρές για σκοπούς αποκλεισμού της προσφοράς και ποιες όχι. Κατέληξε δε λέγοντας ότι, η ερμηνεία του κειμένου θα πρέπει να αντληθεί πρωτίστως από το ίδιο το κείμενο και δευτερευόντως από τις νομολογημένες αρχές ερμηνείας.

Δεν παραβλέπω ότι οι πρόνοιες του όρου 7.2.2 συνδέονται με τις πρόνοιες του όρου 7.2.1.δ, σύμφωνα με τις οποίες η Αναθέτουσα Αρχή θα πρέπει να εξακριβώσει κατά πόσο «0ι Προσφορές ανταποκρίνονται ουσιαστικά στις απαιτήσεις των Εγγράφων Διαγωνισμού>) που είναι ξεχωριστές πρόνοιες από την υποχρέωση για εξακρίβωση ότι έχουν συμπληρωθεί και υπογραφεί κατάλληλα τα έντυπα προσφοράς (όρος 7.2.1.β) που καλύπτει τα Παραρτήματα 4 και 14.

Δεν θεωρώ όμως ότι είναι έτερον εκάτερον. Πρόκειται όντως για πρόνοιες ενδεικτικές της όλης προσέγγισης, η οποία άλλωστε συνάδει με την αρχή που διατυπώθηκε στην υπόθεση Tamassos. Η απάντηση συναρτάται από τα γεγονότα. Ο Α. Τρανούλης ήταν ένα από τα επτά προτεινόμενα μέλη της Ομάδας Μελέτης. Όπως είναι η θέση των καθ 'ων η αίτηση, το σύνολο της ευθύνης για τις μελέτες βρίσκεται στον εργολάβο με το ποσοστό συνεισφοράς Τρανούλη να είναι πολύ μικρό σε όγκο, ο οποίος μπορεί να αντικατασταθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, έστω και με συναίνεση της Αναθέτουσας Αρχής με την οποία δεν διατηρεί συμβατική σχέση.  Υπ 'αυτές τις περιστάσεις και έχοντας υπόψη το σύνολο των εκατέρωθεν επιχειρημάτων που με λεπτομέρεια τέθηκαν, θεωρώ ότι η μη συμπερίληψη των δύο εγγράφων δεν είχε εξ αντικειμένου αποφασιστική σημασία στη λήψη της απόφασης. Χαρακτηριστική προς εκείνη την κατεύθυνση ήταν λ.χ. η περίπτωση της υπόθεσης ΑΗΚ ν. Bulk Oil A.G. (1997) 3 ΑΑΔ 182, στην οποία ουσιώδης όρος της προκήρυξης των προσφορών ήταν η υποβολή τραπεζικής εγγύησης κατά συγκεκριμένο τύπο. Αντ 'αυτής η Bulk Οil Α.G. συνόδευσε την προσφορά της με επιστολή της Συριακής Πρεσβείας ότι η Συριακή Κυβέρνηση υπεστήριζε την προσφορά και ήταν έτοιμη να εγγυηθεί την εκτέλεση του συμβολαίου εάν κατακυρωνόταν η προσφορά. Η Ολομέλεια απέρριψε την εισήγηση ότι η προταθείσα εγγύηση της Συρίας δεν ήταν υποδεέστερη της προβλεπομένης και άρα δεν υπήρξε ουσιώδης παρέκκλιση, θεωρώντας το συγκεκριμένο όρο ουσιώδη γιατί η σημασία του ήταν κρίσιμη. Εξ αντικειμένου κρίσιμη για το κύρος της προσφοράς, ήταν και η παράλειψη προσκόμισης του απαιτούμενου γραπτού πληρεξουσίου προς τον υπογράφοντα την προσφορά ώστε να θεμελιώνεται η δέσμευση του προσφοροδότη, στην υπόθεση Tamassos. Εν προκειμένω η παράλειψη δεν είχε τέτοιο εύρος ώστε να της αποδοθεί κρίσιμη σημασία για την απόφαση περί κατακύρωσης της προσφοράς

 

Δήλωση για συγκρουόμενα συμφέροντα αναφορικά με τον Α. Τρανούλη.

Σύμφωνα με τον όρο 3.3.8.β.β2:

«Τα άτομα που θα παρέχουν τις υπηρεσίες ως μέλη της Ομάδας Μελέτης μπορεί να συνεργαστούν με περισσότερους από ένα Προσφέροντα, τούτο όμως θα πρέπει να δηλωθεί στην κάθε προσφορά. »

Κατά την εισήγηση των αιτητών ο όρος αυτός είναι ουσιώδης και υπήρξε παράβασή του από τον Α. Τρανούλη, εφόσον αυτός δεν έχει δηλώσει τη συνεργασία του με άλλο προσφοροδότη. Συγκεκριμένα, ο Α. Τρανούλης περιλαμβάνεται στο μόνιμο προσωπικό της εταιρείας ASD Hyperstatic Engineering Design που παρουσιάστηκε ότι θα προσφέρει υπηρεσίες μελέτης στη Cybarco Ltd, ήτοι τους αιτητές.

Οι καθ'ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος απάντησαν ότι δεν χρειαζόταν δήλωση για συγκρουόμενα συμφέροντα, εφόσον η συμμετοχή του Α. Τρανούλη στην προσφορά του ενδιαφερομένου μέρους είναι ως άτομο, ενώ η συμμετοχή του στην προσφορά των αιτητών είναι ως εργοδοτούμενος της εν λόγω εταιρείας. Θεωρώ ότι έχουν δίκαιο. Εν πάση δε περιπτώσει, υπό το φως των ανωτέρω, ο όρος αυτός δεν κρίνεται ουσιώδης.

 

Παραβίαση της αρχής της ισότητας σε σχέση με τον Α. Τρανούλη.

Σύμφωνα με τον όρο 3.3.8.β.β2(ί), ο Πολιτικός Μηχανικός για μελέτη κατασκευών θα πρέπει να έχει ολοκληρώσει τουλάχιστον μία μελέτη αποτίμησης της φέρουσας ικανότητας, επιδιόρθωσης και ενίσχυσης υφιστάμενης γέφυρας από οπλισμένο σκυρόδεμα. Κατά τους αιτητές, στην πρώτη Έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης αναφέρεται ότι ζητήθηκαν διευκρινίσεις από προσφέροντες, μεταξύ άλλων, σε σχέση με το ποίο από τα έργα που δηλώθηκαν για μελέτη κατασκευών συμπεριλαμβάνει μελέτη αποτίμησης της φέρουσας ικανότητας. Ανακόλουθα, όμως, η Αναθέτουσα Αρχή δεν ζήτησε από το ενδιαφερόμενο μέρος τεκμηρίωση των μελετών του Α. Τρανούλη. Ούτε ζητήθηκε τέτοια διευκρίνιση. Παρά τις ελλείψεις αυτές η Επιτροπή Αξιολόγησης κατέληξε στη δεύτερη Έκθεση της ότι η προσφορά πληροί και είναι ουσιαστικά ανταποκρινόμενη με τους όρους του διαγωνισμού.

 

Το ζήτημα αυτό εισάγεται στην αγόρευση των αιτητών κατ 'αρχάς με αναφορά στο Άρθρο 28 του Συντάγματος που κατοχυρώνει την αρχή της ίσης μεταχείρισης και ακολούθως ως ζήτημα παράλειψης δέουσας έρευνας και δέουσας αιτιολογίας. Δεν μπορεί, όμως, η αρχή της ίσης μεταχείρισης να σημαίνει ότι στα πλαίσια της έρευνας που διεξάγει η διοίκηση θα πρέπει να ενεργεί κατά πάντα ομοιόμορφα και να ζητά τις ίδιες διευκρινίσεις. Ούτε η διευκρίνιση αναφορικά με τον ένα προσφοροδότη προϋποθέτει οπωσδήποτε την ίδια διευκρίνιση και από τον άλλο, διαφορετικά θα πρόκειται, άνευ ετέρου, για πλημμελή έρευνα.»

 

 

Ενσωματώνοντας το σκεπτικό της απόφασης αναφορικά με τον συγκεκριμένο λόγο, διαπιστώνω ότι οι αιτιάσεις της αιτήτριας αναφορικά με τη τεκμηρίωση της πείρας του πολιτικού μηχανικού για μελέτη κατασκευών κ.Τρανούλη και τα όσα δυνατόν να συνεπάγεται η συμπερίληψη του συγκεκριμένου προσώπου στην προσφορά του ενδιαφερομένου μέρους, έχουν τεθεί και τότε ενώπιον του Δικαστηρίου, έχουν εξεταστεί λεπτομερώς και έχουν απορριφθεί από αυτό μέσω της απόφασης ημερ. 26/03/2015. Το ίδιο θα πράξει και το παρόν Δικαστήριο, όπου έχουν τεθεί τα ίδια ζητήματα, αλλά και τα ίδια δεδομένα, υιοθετώντας το σκεπτικό που παρατέθηκε.

 

 

Τέλος, το παρόν Δικαστήριο εξετάζοντας και την τελευταία θέση της αιτήτριας ότι, καθ’ υπέρβασιν εξουσίας και κατά παράβαση των όρων του διαγωνισμού, το αρμόδιο τμήμα θεώρησε ότι η προσφορά του Ε/Μ δεν περιλάμβανε ΦΠΑ και ανεπίτρεπτα προχώρησε και διόρθωσε την προσφορά του, καταλήγω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση, στο πλαίσιο του όρου 5.8.2 της προκήρυξης, ενήργησαν νομίμως.  

 

Όπως σημείωσε και ο έντιμος Τ.Θ. Οικονόμου, στη προαναφερθείσα απόφαση του:  

 «Ο ισχυρισμός για διόρθωση της οικονομικής προσφοράς του ενδιαφερομένου μέρους

 

Είναι η θέση των αιτητών ότι η Αναθέτουσα Αρχή παράνομα και καθ 'υπέρβαση εξουσίας διόρθωσε την οικονομική προσφορά του ενδιαφερόμενου μέρους. Ενώ η προσφορά ήταν «κατά πάσα πιθανότητα» για €9.683.000 περιλαμβανομένου του ΦΠΑ, η Αναθέτουσα Αρχή θεώρησε πως στο ποσό αυτό δεν περιλαμβανόταν ΦΠΑ και διόρθωσε την προσφορά προσθέτοντας ως ΦΠΑ το ποσό των €1.839.770.

 

Σύμφωνα με τον όρο 5.8.2 των όρων του Διαγωνισμού:

«οι προσφορές θα ελεχθούν με σκοπό να εντοπιστεί τυχόν παράλειψη του προσφέροντα να δώσει το ορθό ποσό του ΦΠΑ. Αν υπάρξει παράλειψη τότε αυτό θα διορθώνεται και θα γίνεται ανάλογη προσαρμογή. »

Ήταν η θέση του ευπαίδευτου δικηγόρου των αιτητών ότι εν προκειμένω, το ενδιαφερόμενο μέρος δεν παρέλειψε να υπολογίσει τα ορθό ποσό του ΦΠΑ, αλλά διέγραψε το σχετικό πεδίο και άρα σκόπιμα δεν έδωσε οποιοδήποτε ποσό ΦΠΑ. Προκύπτει συνεπώς πως η προσφορά του είναι πιθανότατα για το ποσό των €9.683.000, περιλαμβανομένου του ΦΠΑ και κακώς διορθώθηκε, αντί το ζήτημα αυτό να οδηγήσει σε ακύρωση.

Ορθά υπέδειξαν οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των καθ'ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος σε σχέση με το συγκεκριμένο λόγο ακυρότητας, εφόσον εάν τα πράγματα είχαν όπως τα παρουσιάζουν τότε η προσφορά του ενδιαφερομένου μέρους θα ήταν ακόμα χαμηλότερη. Εν πάση περιπτώσει, είναι φανερό ότι επρόκειτο για θεμιτή συμπλήρωση του ποσού που παραλήφθηκε.»

 

 

Στην παρούσα υπόθεση, οι Καθ' ων η Αίτηση εξέτασαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους, και, λαμβάνοντας υπόψη την ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και τα σχετικά γεγονότα, κατέληξαν εν τέλει στην επίδικη απόφαση. Δεδομένης της στάθμισης και αξιολόγησης των στοιχείων της προσφοράς του Ε/Μ, ουδεμία πλάνη περί τα πράγματα και δη παράβαση των ουσιωδών όρων του διαγωνισμού διαπιστώνεται. Τούτων  λεχθέντων, θα συμφωνήσω με το καταληκτικό σχόλιο της πλευράς των Καθ’ ων η αίτηση ότι, ουδείς λόγος ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης μπορεί να εντοπιστεί από το παρόν Δικαστήριο ούτως ώστε να κλονιστεί το τεκμήριο κανονικότητας το οποίο διέπει τις αποφάσεις της διοίκησης και συνεπεία αυτής μου της κατάληξης, η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. 

 

 

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με 2000 Ευρώ έξοδα, υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.

                                                                 Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.                                


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο