M. A. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1102/2022, 16/5/2025
print
Τίτλος:
M. A. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1102/2022, 16/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                                                       

(Υπόθεση Αρ. 1102/2022 (i-Justice))

 

16 Μαΐου 2025

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                                 M. A.

                                                                             Αιτητής

                                                    ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.   ΑΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για Νατάσα Χαραλαμπίδου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητή

Κ. Χατζηδημητρίου (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο αιτητής προσβάλλει ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος την κατ’ ισχυρισμόν παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας των καθ’ ων η αίτηση, ήτοι την παράλειψη να εξετάσουν και να απαντήσουν οριστικά στην αίτησή του, ημερομηνίας 10.7.2020, για απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας δια πολιτογραφήσεως, λόγω της συνολικής διαμονής του στη Δημοκρατία για τουλάχιστον επτά έτη, δυνάμει του άρθρου 111 και του Τρίτου Πίνακα του περί Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης Νόμου (Ν.141(Ι)/2002), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο («ο Νόμος»).

 

Ο αιτητής, υπήκοος Ιράν και γεννηθείς κατά το έτος 1983,  υπέβαλε στις 10.7.2020, αίτηση για απόκτηση της Κυπριακής με πολιτογράφηση.

 

Στις 30.5.2022, ο αιτητής καταχώρησε την υπό κρίση προσφυγή. Μέχρι δε και την εν λόγω ημερομηνία, οι καθ’ ων η αίτηση δεν είχαν εξετάσει και/ή, εν πάση περιπτώσει, δεν είχαν απαντήσει στο πιο πάνω αίτημα του αιτητή.

 

Αργότερα, δι’ επιστολής του προς τον αιτητή, ημερομηνίας 2.12.2022 (παράρτημα 4 στο δικόγραφο της ένστασης), το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης («το Τμήμα»), πληροφόρησε αυτόν ότι θα ενημερωθεί σχετικά με το αποτέλεσμα της εν λόγω αίτησης, «[.] σε μεταγενέστερο στάδιο και το συντομότερο δυνατό».

 

Αποτελεί, τέλος, παραδεκτό γεγονός ότι μέχρι και την επιφύλαξη της απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, στις 15.5.2025, δεν είχε σημειωθεί οποιαδήποτε άλλη εξέλιξη, ως προς την εξέταση της υπό αναφορά αίτησης.

 

Στον πυρήνα της επιχειρηματολογίας της συνηγόρου του αιτητή, βρίσκεται ο ισχυρισμός περί παρέλευσης του εύλογου χρόνου εξέτασης και απάντησης επί της αίτησης του αιτητή για πολιτογράφηση. Συναφώς, η ευπαίδευτη συνήγορος για τον αιτητή προβάλλει ότι η άρνηση και/ή παράλειψη των καθ’ ων η αίτηση να εξετάσουν την αίτηση, μετά παρέλευση δυο σχεδόν χρόνων από την υποβολή της (και μετά παρέλευση τριών χρόνων, όταν και καταχωρήθηκε η γραπτή της αγόρευση), «χωρίς να υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι για την παράλειψη αυτή», συνιστά υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας, αντίκειται στο άρθρο 10 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/1999) και παραβιάζει τις αρχές της νομιμότητας, της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης. Τονίζει η κα Χαραλαμπίδου ότι εν προκειμένω ο εύλογος χρόνος έχει παρέλθει προ πολλού, ενώ δεν φαίνεται μέσα από τα γεγονότα και το δικόγραφο της ένστασης ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβησαν σε οποιαδήποτε ενέργεια για εξέταση της αίτησης ή/και ότι η αίτηση του αιτητή εκκρεμεί προς εξέταση, για να αναμένεται τελική απόφαση, συνεπώς δεν μπορούν οι καθ’ ων η αίτηση να ομιλούν για πρόωρη αίτηση. Οι δε λόγοι που καθυστερούν οι καθ’ ων η αίτηση να απαντήσουν στην αίτηση του αιτητή, είναι σε κάθε περίπτωση, καθαρά υποκειμενικοί και όχι αντικειμενικοί, με αποτέλεσμα να υφίσταται παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης.

 

Από την πλευρά τους, οι καθ' ων η αίτηση προβάλλουν ότι η Διοίκηση σε καμία περίπτωση δεν παρέλειψε να ενεργήσει ως όφειλε, εφόσον η χορήγηση της Κυπριακής ιθαγένειας δεν είναι πράξη δέσμιας αρμοδιότητας, αλλά διακριτικής ευχέρειας και το άρθρο 111 του Νόμου παρέχει στον αλλοδαπό δικαίωμα να αποταθεί για απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας, όταν συντρέχουν οι υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις. Συνεπώς, δεν υπήρχε υποχρέωση της Διοίκησης να προβεί σε ορισμένη ενέργεια, ενώ ούτε και μπορεί να λεχθεί ότι παρήλθε ο εύλογος χρόνος, εντός του οποίου απαιτείται να εξεταστεί η επίδικη αίτηση και να υπάρξει απάντηση, αλλ' αντιθέτως, η όποια καθυστέρηση είναι εύλογη, ένεκα της φύσης του αιτήματος του αιτητή και των συνθηκών που το περιβάλλουν. Αναφέρεται, συναφώς, στη γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση ότι οι αιτήσεις για απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας είναι ύψιστης σοβαρότητας και η εξέτασή τους απαιτεί ενδελεχή έρευνα και συνεργασία πολλών εμπλεκόμενων υπηρεσιών, ενώ και το Υπουργείο Εσωτερικών αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα αναφορικά με τη διαχείριση τέτοιων αιτήσεων, κυρίως εξαιτίας της σώρευσης μεγάλου αριθμού αιτήσεων κατά τα τελευταία χρόνια, οι οποίες και εξετάζονται κατά χρονολογική σειρά.

Εν προκειμένω, καταλήγει η πλευρά των καθ' ων η αίτηση, ενόψει των πιο πάνω και λαμβανομένων υπόψη των δεδομένων της περίπτωσης, δεν μπορεί να λεχθεί ότι παρήλθε ο εύλογος χρόνος για εξέταση της αίτησης του αιτητή, αλλ’ ούτε και ότι υπήρξε παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης.  

 

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα του οικείου διοικητικού φακέλου και, γενικότερα, όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων, είτε κατά είτε υπέρ της νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Το πρώτο που θα πρέπει να επισημανθεί είναι ότι με την, μεταγενεστέρως της καταχώρησης της υπό κρίση προσφυγής, επιστολή του Τμήματος, ημερομηνίας 2.12.2022, πράγματι δεν παρέχεται οποιαδήποτε απάντηση στο αίτημα του αιτητή για απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας δια πολιτογράφησης. Όπως αυτολεξεί αναφέρεται στην εν λόγω επιστολή, «[.] στο Τμήμα εκκρεμεί μεγάλος αριθμός αιτήσεων, οι οποίες εξετάζονται κατά χρονολογική σειρά ανάλογα με την ημερομηνία υποβολής τους» και, ως εκ τούτου, συνεχίζει η επιστολή, ο αιτητής θα ενημερωθεί σχετικά με το αποτέλεσμα της αίτησής του «[.] σε μεταγενέστερο στάδιο και το συντομότερο δυνατό».

Υπό το φως και της σχετικής επί του θέματος νομολογίας, κρίνω ότι η περιεχόμενη στην εν λόγω επιστολή απάντηση, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αίρει την εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση υποχρέωση απάντησης στο αίτημα του αιτητή, η οποία και συνεχίζει να υφίσταται, με αποτέλεσμα το αντικείμενο της προσφυγής να μην έχει εκλείψει. Και τούτο διότι, με την υπό αναφορά επιστολή, δεν απαντάται επί της ουσίας το αίτημα, ούτε και μπορεί να λεχθεί ότι η δι’ αυτής δοθείσα προς τον αιτητή απάντηση, αποτελεί απόρριψη του αιτήματός του. Περιέχει, μάλλον, αυτή μια γενική και εν πολλοίς αόριστη πληροφόρηση προς τον αιτητή ως προς την εξέταση του αιτήματός του, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση.

 

Την ίδια προσέγγιση επί παρομοίου θέματος, ακολούθησε το παρόν Δικαστήριο στην S.A.E.M.N.Z. ν. Δημοκρατίας κ.α., Υποθ. Αρ. 72/2022, ημερ. 25.9.2023, ECLI:CY:AD:2023:A252 και στην Παπανικολάου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 545/2018, ημερ. 15.12.2022, αλλά και προηγουμένως, το Ανώτατο Δικαστήριο στην Στέλλα Σωτηρίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1964/2012, ημερ. 13.5.2015, ECLI:CY:AD:2015:D330, από την οποία και έχω αντλήσει καθοδήγηση, και στην οποία, με αναφορά και στην Κακαρή ν. Οργανισμός Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας, Υποθ. Αρ. 1212/2003, ημερ. 20.1.2005, λέχθηκαν συναφώς τα εξής:

 

«Όπως έχω προγενέστερα σημειώσει, η παράλειψη εξέτασης του υποβληθέντος αιτήματος των αιτητριών και η απουσία απάντησης, ήταν το αντικείμενο της προσφυγής. Με την απάντηση και τη γνωστοποίηση του σταδίου στο οποίο βρίσκεται το αίτημα, το αντικείμενο της προσφυγής έχει εκλείψει; Η απάντηση είναι αρνητική.

Η απαντητική επιστολή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι άρει την παράλειψη απάντησης. Με την επιστολή αυτή δεν απορρίπτεται το αίτημα αλλά, είναι απλώς πληροφοριακού περιεχομένου.

 

Γνωστοποιήθηκε στις αιτήτριες ως προς το στάδιο στο οποίο βρισκόταν το αίτημα τους και δεν απαντούσε επί της ουσίας σε αυτό, σύμφωνα με το Άρθρο 29 του Συντάγματος. Διαπιστώνεται συναφώς παραβίαση του πιο πάνω Άρθρου καθώς και παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης.

 

Όπως αναφέρεται στην Υπ. Αρ. 1212/2003, Κακαρή ν. Οργανισμού Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας, ημερ. 20 Ιανουαρίου 2005:

 

"Εδώ η απάντηση που έδωσαν οι καθών η αίτηση με την επιστολή τους ημερ. 26/7/02 δεν αποτελούσε σαφή απόρριψη του αιτήματος της αιτήτριας ούτως ώστε να θεωρείτο ότι η παράλειψη είχε αρθεί. (Βλ. Δημοτική Επιτροπή Αγ. Δομετίου ν. Χριστόφορος Α. Χριστοφόρου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 434 και Ανδρόνικος Μ. Κασάπης κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 43). Ήταν μάλλον πληροφοριακού χαρακτήρα η οποία δεν υπέκειτο σε αναθεώρηση με προσφυγή. Επομένως οι καθών η αίτηση είχαν υποχρέωση να απαντήσουν στα αιτήματα της αιτήτριας που ακολούθησαν με τις προαναφερθείσες επιστολές. Θεωρώ λοιπόν ότι υπήρχε παράλειψη με την έννοια του Άρθρου 29 του Συντάγματος όπως υπήρχε και στην προαναφερθείσα υπόθεση Αλέξη Τρύφωνος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας.».

 

Ως εκ των πιο πάνω, και έχοντας ως αφετηρία ότι σε περιπτώσεις άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης (ως είναι εν προκειμένω η απόφαση για παραχώρηση της Κυπριακής υπηκοότητας στον αιτητή), δεν υπάρχει οφειλόμενη ενέργεια προς έκδοση θετικής απόφασης και ότι σε αυτές τις περιπτώσεις η Διοίκηση οφείλει να ασκήσει τις αρμοδιότητές της εντός ευλόγου χρόνου, εκδίδοντας απόφαση (A.E., ανήλικη, δια του πατρός της S.E. και της μητρός της R. G., σαν νομίμων αντιπροσώπων της ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 113/2017, ημερ. 31.5.2018, ΚΟΣΑΡΕΒΑ ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1453/2015, ημερ. 7.6.2016), αυτό που απομένει να εξεταστεί, είναι το ζήτημα του χρόνου που μεσολάβησε από την υποβολή του αιτήματος του αιτητή, στις 10.7.2020, μέχρι και την καταχώρηση της υπό εξέταση προσφυγής, στις 30.5.2022.

 

Στο άρθρο 10 του Νόμου 158(Ι)/1999, προβλέπεται ότι «Το διοικητικό όργανο πρέπει να ασκεί την αρμοδιότητά του μέσα σε εύλογο χρόνο, ώστε η απόφασή του να είναι επίκαιρη σε σχέση με τα πραγματικά ή νομικά γεγονότα στα οποία αναφέρεται. Ο καθορισμός του εύλογου χρόνου εξαρτάται από τις εκάστοτε ειδικές συνθήκες.».

 

Σε πλήρη συμβατότητα με το νόμο και η ημεδαπή νομολογία. Στην Δημοτική Επιτροπή Αγ. Δομετίου ν. Χριστόφορος Α. Χριστοφόρου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 434, λέχθηκαν τα ακόλουθα σχετικά (η υπογράμμιση έχει προστεθεί):

 

«Ο Νόμος δεν καθορίζει χρονικό διάστημα εντός του οποίου η Αρχή πρέπει να εξετάσει την αίτηση, να ικανοποιηθεί και να εκδώσει την απόφασή της. Ο νομοθέτης επιβάλλει στην Αρχή υποχρέωση να εξετάσει την αίτηση και, αν ικανοποιηθεί ότι η προβλεπόμενη εργασία ή οποιοδήποτε άλλο ζήτημα σχετικό με την άδεια που ζητείται είναι σύμφωνο με τις διατάξεις του Νόμου και των Κανονισμών, να εκδώσει την άδεια.

 

Η ενέργεια πρέπει να λαμβάνεται σε εύλογο χρόνο. Ο εύλογος χρόνος εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η έκταση της οικοδομής, η έκταση της αναγκαίας έρευνας, οι Αρχές οι οποίες είναι αναγκαίο να ερευνήσουν, είναι μερικά από τα στοιχεία τα οποία λαμβάνονται υπόψη. Το κριτήριο του ευλόγου χρόνου είναι αντικειμενικό. Ο τελικός κριτής τούτου είναι το Δικαστήριο.»

 

Παρομοίως, στην Αλέξης Τρύφωνος ν. Δημοκρατίας (2003) 4 Α.Α.Δ. 1154, επισημάνθηκε από το Δικαστήριο ότι η εξέταση αίτησης πρέπει να διενεργείται και η απόφαση της αρμόδιας αρχής πρέπει να λαμβάνεται εντός ευλόγου χρόνου, ο οποίος εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Εν πάση περιπτώσει, τόνισε περαιτέρω το Δικαστήριο, η Διοίκηση έχει υποχρέωση να ενεργεί το συντομότερο δυνατό, μέσα στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης. Επιπρόσθετα, όπως έχει επίσης νομολογηθεί, αποτελεί δικαίωμα του διοικούμενου να απευθύνεται στην αρμόδια αρχή και υποχρέωση της τελευταίας να εξετάζει το αίτημα και να απαντά χωρίς καθυστέρηση (Archigos Kommatos Dikeosinis ν. Republic (1986) 3(Α) C.L.R. 187). Και τούτο, προς διασφάλιση της αρχής της χρηστής διοίκησης, κατ’ εφαρμογή της οποίας, η δημόσια αρχή οφείλει να επιλαμβάνεται γραπτών αιτήσεων των πολιτών που έχουν δικαίωμα να αναμένουν απάντηση σε αυτές (βλ. Papadopoulos and Others ν. Municipality of Nicosia (1986) 3(C) C.L.R. 2046 και την απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην ΙPEKDAL, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΦΥΣΙΚΗ ΜΗΤΕΡΑ ΚΑΙ/Ή ΚΗΔΕΜΟΝΑΣ ΚΑΙ/Ή ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΗ ΣΥΓΓΕΝΗΣ ΚΑΙ ΦΙΛΗ ΤΟΥ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΤΗΣ IPEKDAL ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 944/2018, ημερ. 3.6.2021).

 

Εν προκειμένω, δεν παραγνωρίζεται το δικαίωμα του αιτητή να έχει απάντηση στο αίτημά του, όπως βεβαίως δεν παραγνωρίζεται και η υποχρέωση της Διοίκησης να απαντήσει επί του εν λόγω αιτήματος και δη εντός ευλόγου χρόνου.

                        

Ωστόσο, έχοντας εξετάσει με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία, περιλαμβανομένης και της ιδιαίτερης εξέτασης που, πράγματι, πρέπει να προηγηθεί όσον αφορά στην έγκριση ή απόρριψη τέτοιου είδους αιτήσεων, σε συνάρτηση με τις πραγματικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει το Τμήμα, κρίνω ότι, από την υποβολή της αίτησης του αιτητή μέχρι και την καταχώρηση της προσφυγής του, δεν παρήλθε ο εύλογος χρόνος προς απάντηση στην εν λόγω αίτηση. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι η εξέταση αυτού του είδους αιτήσεων, ως εκ της φύσης και δη της σοβαρότητας του αιτήματος, απαιτεί ορθή αξιολόγηση, ενδελεχή έρευνα και αναζήτηση διάφορων πληροφοριών εκ μέρους όχι μόνο του Τμήματος, αλλά και άλλων κρατικών υπηρεσιών. Συναφώς, δεν πρέπει να λησμονείται ότι η απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας συνιστά το ύψιστο καθεστώς που μπορεί να λάβει ένας αλλοδαπός στη Δημοκρατία και αποτελεί βασικό κυριαρχικό δικαίωμα του κράτους να αποφασίσει για τα άτομα που αποτελούν υπηκόους του (Ήρωα v. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307, Oleg Nagorny v. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 205/19, ημερ. 25.10.2024, Rami Makhlouf κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 21/17, ημερ. 10.9.2024). Πολύ πρόσφατα, στην Aylin Arakelian v. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 130/20, ημερ. 10.3.2025, με αναφορά στην Hamdan v. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ.141/18, ημερ. 6.3.2024, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ανέφερε τα εξής:

 

«Η πολιτογράφηση είναι μια εξουσία η οποία ανάγεται στην κυρίαρχη φύση του Κράτους το οποίο και μπορεί να παραχωρήσει υπηκοότητα σε πρόσωπα που επιθυμεί, με μόνο περιορισμό την ανάγκη επίδειξης καλής πίστης (Mohamad ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ.18, 21).

 

Δεν αναγνωρίζεται απόλυτο δικαίωμα πολιτογράφησης στην Κυπριακή Δημοκρατία, παρά μονάχα προσδοκία πως, διά της δέουσας υποβολής αίτησης, το αίτημα θα αξιολογηθεί προσηκόντως και θα τύχει ανάλογης, καλόπιστης, και εξατομικευμένης κρίσης, κατ' ενάσκηση, πάντα, της παρεχόμενης προς τη Διοίκηση ευρείας διακριτικής ευχέρειας (Alyatim ν. Δημοκρατίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 496, 500-501, Amer ν. Δημοκρατίας (2011) 3(Α) Α.Α.Δ. 66, 69, Ήρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307, 315-316, Ananda Marga Ltd v. Republic (1985) 3(D) C.L.R. 2583, 2587).».

 

Το κράτος, οφείλει μεν να προβεί σε εξατομικευμένη εξέταση της κάθε αίτησης, στη βάση όμως ομοιόμορφης πολιτικής, μετά από συνολική έρευνα, τόσο των προσωπικών συνθηκών ενός εκάστου αιτητή, όσο και της εξακρίβωσης των τυπικών προσόντων παραμονής, αλλά και της διακρίβωσης της ενσωμάτωσης και ένταξής του στο Κυπριακό κοινωνικό σύνολο (Wang v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1301/2017, ημερ. 28.11.2019). Επιπρόσθετα, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ούτε το γεγονός ότι κατά τα τελευταία χρόνια, πράγματι, έχει συσσωρευθεί μεγάλος αριθμός αιτήσεων για απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας, είτε δι’ εγγραφής, είτε δια πολιτογράφησης, οι οποίες εξετάζονται με χρονολογική σειρά, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα στη Διοίκηση ως προς τη διαχείριση και διεκπεραίωση εξέτασης αυτού του είδους αιτήσεων. Συνεπώς, η παρέλευση χρονικού διαστήματος σχεδόν 23 μηνών μεταξύ της υποβολής της αίτησης (10.7.2020) και της καταχώρησης της προσφυγής του αιτητή (30.5.2022), θα πρέπει να ιδωθεί και στη βάση των προεκτεθεισών, ιδιαίτερων, περιστάσεων που περικλείουν την εξέταση αυτού του είδους αιτήσεων, σε συνδυασμό με τις εσωτερικές διεργασίες, αλλά και τα μέτρα που λαμβάνονται από το Τμήμα για την εξέταση των εκκρεμουσών αιτήσεων. Η ίδια προσέγγιση ακολουθήθηκε πολύ πρόσφατα από το παρόν Δικαστήριο στην Λ. Τ. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 106/2023 (i-Justice), ημερ. 12.3.2025, όπου επί παρομοίου θέματος, κρίθηκε ότι η παρέλευση χρόνου περίπου 21 μηνών μεταξύ της υποβολής της αίτησης της αιτήτριας για απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας δια πολιτογράφησης και της καταχώρησης της προσφυγής της, δεν συνιστούσε παρέλευση του εύλογου χρόνου εξέτασης της αίτησης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 του Νόμου 158(Ι)/1999.

 

Παρομοίως, και στην υπό κρίση περίπτωση, ενόψει και όλων των πιο πάνω, κρίνω ότι η παρέλευση του χρονικού διαστήματος των 23 περίπου μηνών, που μεσολάβησε από την υποβολή της αιτήσεως του αιτητή για πολιτογράφηση, μέχρι και την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής, δεν εκφεύγει, υπό τις περιστάσεις, του εύλογου χρόνου εξέτασης ή/και απάντησης στο αίτημα του αιτητή και, κατά συνέπεια, δεν στοιχειοθετείται παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση.

 

Βεβαίως, η πιο πάνω κατάληξη ουδόλως αναιρεί την υποχρέωση της Διοίκησης να απαντήσει στο αίτημα του αιτητή το συντομότερο δυνατόν και, εν πάση περιπτώσει, εντός ευλόγου χρόνου, εφόσον, επαναλαμβάνω, αποτελεί δικαίωμα του διοικούμενου να απευθύνεται στην αρμόδια αρχή και υποχρέωση της τελευταίας να εξετάζει το αίτημα και να απαντά χωρίς καθυστέρηση, προς διασφάλιση της αρχής της χρηστής διοίκησης (Πίτσιλλος ν. Υπουργού Συγκοινωνιών και Έργων (2000) 3 Α.Α.Δ. 777, Τρύφωνος, ανωτέρω, Papadopoulos, ανωτέρω).

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1300 έξοδα υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο