
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 1125/2021)
12 Μαΐου 2025
[ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Τ. Q. V.
Αιτήτρια,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθ’ ων η αίτηση
––––––––––––––––––––––––––––––––
Α. Παπασιάντης, δικηγόρος για την αιτήτρια.
Γ. Χατζηπροδρόμου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, δικηγόρος για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια στρέφεται κατά της νομιμότητας της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση που υπέβαλε στις 28.6.2018 για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με εγγραφή και η οποία κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 14.7.2021.
Ως προκύπτει από τα γεγονότα της ένστασης και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου η αιτήτρια είναι υπήκοος Βιετνάμ, η οποία εισήλθε για πρώτη φορά στη Δημοκρατία στις 10.11.2007 με άδεια εισόδου για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός σε συγκεκριμένο εργοδότη. Κατόπιν αιτήσεως, της παραχωρήθηκε άδεια διαμονής για σκοπούς απασχόλησης ως οικιακής βοηθού με ισχύ μέχρι τις 10.11.2011.
Εν συνεχεία προέκυψε, όμως, εργατική διαφορά μεταξύ της αιτήτριας και της εργοδότριας της ζήτημα το οποίο εξετάστηκε από την Επιτροπή εξέτασης εργατικών διαφορών, η οποία υπέβαλε σχετική εισήγηση στο αρμόδιο Υπουργείο Εσωτερικών.
Το Υπουργείο Εσωτερικών -και αφού έλαβε υπόψη του την εισήγηση της Επιτροπής- με επιστολή του ημερομηνίας 8.9.2008 πληροφόρησε την αιτήτρια ότι όφειλε όπως εντός 15 ημερών αναχωρήσει από τη Δημοκρατία καθότι στην περίπτωση της δεν δικαιολογείτο η αλλαγή εργοδότη.
Η αιτήτρια δεν συμμορφώθηκε με την απόφαση αυτή, παραμένοντας παράνομα στη Δημοκρατία. Στις 15.5.2014 η αιτήτρια και αφού εντοπίστηκε από μέλη της αστυνομίας να εργάζεται παράνομα συνελήφθη για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης παραμονής. Συνεπεία τούτου ήταν η έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης εναντίον της αιτήτριας ημερομηνίας 23.4.2014 και η εν τέλει απέλαση αυτής, η οποία έλαβε χώρα στις 29.5.2014.
Ακολούθως και ενώ τα στοιχεία της αιτήτριας είχαν καταχωρηθεί στον κατάλογο απαγορευμένων προσώπων, ο πρώην εργοδότης της αιτήτριας Χ. Μ. υπέβαλε αίτημα για έγκριση εισόδου της εν λόγω αλλοδαπής, αίτημα το οποίο έτυχε απόρριψης από το Υπουργείο Εσωτερικών στις 5.1.2015.
Ένα μήνα αργότερα ήτοι στις 13.2.2015, η αιτήτρια τέλεσε γάμο στο Βιετνάμ με τον κύπριο πολίτη Χ.Μ. Ένεκα του γάμου της, παραχωρήθηκε στον αιτήτρια, στις 9.9.2015, κατόπιν αιτήσεως της, άδεια διαμονής ως μέλος οικογένειας κύπριου πολίτη με ισχύ μέχρι τις 2.7.2018 και στις 9.9.2016 αποφασίστηκε η οριστική διαγραφή των στοιχείων της αιτήτριας από τον κατάλογο απαγορευμένων προσώπων. Παρεμβάλλεται ότι στις 31.8.2018 παραχωρήθηκε στην αιτήτρια εξαιτίας του καθεστώτος της ως σύζυγου κύπριου πολίτη άδεια διαμονής με ένδειξη «απεριόριστης ισχύος»
Στις 28.6.2018 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για πολιτογράφηση δυνάμει εγγραφής.
Η πιο πάνω αίτηση εξετάστηκε και απορρίφθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών στις 28.6.2021, ο οποίος υιοθέτησε την απορριπτική εισήγηση της λειτουργού εξέτασης, η oποία περιλαμβάνετo σε σχετικό σημείωμα ημερομηνίας 18.6.2021.
Η απορριπτική απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερομηνίας 14.7.2021, με το ακόλουθο περιεχόμενο:
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην αίτησή σας ημερ. 28/06/2018 για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με εγγραφή και να σας πληροφορήσω ότι η αίτησή σας τέθηκε ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών και εξετάσθηκε με τη δέουσα προσοχή, αλλά δυστυχώς απορρίφθηκε βάσει της 2ης επιφύλαξης του άρθρου 110(2) του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου Ν. 141(1)/2002, δηλαδή είχατε παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία για μεγάλη χρονική περίοδο. Συγκεκριμένα από 08/10/2008 μέχρι 29/05/2014.»
Κατά της νομιμότητας της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης η αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα Προσφυγή.
Με τη γραπτή της αγόρευση η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι προϊόν πλάνης, μη δέουσας έρευνας και ελλιπούς αιτιολογίας. Το μόνο δε επιχείρημα που η αιτήτρια παραθέτει προς υποστήριξη των ισχυρισμών της είναι ότι «δόθηκε υπέρμετρη σημασία στο γεγονός ότι η Αιτήτρια πριν το γάμο της με τον κύπριο πολίτη Χ. Μ. παρέμεινε στη Δημοκρατία για μεγάλη χρονική περίοδο χωρίς άδεια παραμονής και παραγνωρίστηκε το γεγονός της αρμονικής συμβίωσης της με τον σύζυγο της στη Δημοκρατία για μεγάλο χρονικό διάστημα».
Αντίθετα ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση, απορρίπτοντας όλους τους πιο πάνω ισχυρισμούς, υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη, δεόντως αιτιολογημένη καθώς και ότι λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα, ορθή ενάσκηση της διακριτικής εξουσίας του Υπουργού Εσωτερικών και κυρίως καλόπιστα. Επισημαίνει δε, ότι η αιτήτρια δεν τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς της, τους οποίους προβάλλει με γενικό και αόριστο τρόπο και επομένως δεν έχει κατορθώσει να αποσείσει το βάρος απόδειξης που την βαρύνει. Τονίζει δε, η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση με παραπομπή σε νομολογία ότι η πολιτογράφηση αποτελεί εξουσία η όποια ανάγεται στην κυριαρχική φύση του κράτους καθώς και ότι η διακριτική ευχέρεια του Υπουργού Εσωτερικών είναι η ευρύτερη δυνατή με μόνο περιορισμό την καλή πίστη. Επί της ουσίας υποβάλλεται, ότι νομίμως οι καθ΄ων η αίτηση με βάση τα ενώπιον τους στοιχεία διαπίστωσαν ότι η αιτήτρια είχε παραμείνει για μεγάλη χρονική περίοδο παράνομα στη Δημοκρατία και συγκεκριμένα 5 έτη, 7 μήνες και 24 ημέρες, ήτοι από τις 8.10.2008 μέχρι και τις 29.5.2014 όπου απελάθηκε, κάτι που δεν μπορεί να αγνοηθεί σύμφωνα με την 2η επιφύλαξη του άρθρου 110(2) του Ν. 141(1)/2002.
Έχω εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων σε συνάρτηση με το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης.
Σχετικά είναι τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 110 του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου 2002 (Ν.141(Ι)/2002), ως αυτό αποτελούσε το εφαρμοστέο νομοθετικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, ως εδώ ενδιαφέρουν:
«110 (2) Τηρουµένων των διατάξεων του εδαφίου (4), ο Υπουργός µπορεί, όταν υποβληθεί αίτηση κατά τον καθορισμένο τρόπο και δοθεί διαβεβαίωση πίστεως στη ∆ημοκρατία στον τύπο ο οποίος καθορίζεται στο ∆εύτερο Πίνακα, να µμεριμνήσει για την εγγραφή ως πολίτη της ∆ηµοκρατίας, οιουδήποτε προσώπου, που είναι ενήλικο και πλήρους ικανότητας πρόσωπο και που ικανοποιεί τον Υπουργό ότι—
(α) Είναι ο/η σύζυγος ή ο χήρος ή η χήρα πολίτη της ∆ηµοκρατίας ή, ήταν ο/η σύζυγος προσώπου το οποίο, αν δεν είχε αποβιώσει, θα είχε καταστεί ή θα είχε δικαίωμα να καταστεί πολίτης της ∆ηµοκρατίας·
(β) διαµένει µε το/τη σύζυγο του στην Κύπρο για χρονικό διάστημα όχι µικρότερο των τριών χρόνων·
(γ) είναι καλού χαρακτήρα· και
(δ) προτίθεται να εξακολουθήσει να διαµένει στη ∆ηµοκρατία ή, ανάλογα µε την περίπτωση, να διατελεί στη δηµόσια υπηρεσία της ∆ηµοκρατίας ή στην εκπαιδευτική υπηρεσία της ∆ηµοκρατίας ή στην Αστυνοµική ∆ύναµη της ∆ηµοκρατίας και µετά την εγγραφή του ως πολίτη της ∆ηµοκρατίας:
Νοείται ότι [..]
Νοείται περαιτέρω ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν εφαρµόζονται στις περιπτώσεις που ο αλλοδαπός εισέρχεται ή παραµένει παράνοµα στη ∆ηµοκρατία:
Νοείται έτι περαιτέρω ότι, ο Υπουργός δύναται να εξαιρέσει από την εφαρµογή των διατάξεων της πιο πάνω επιφύλαξης αλλοδαπό/ή σύζυγο Κύπριου πολίτη που παρέμενε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη ∆ηµοκρατία περιοχές:[..]»
(η έμφαση προστέθηκε)
Κατά πάγια και διαχρονική νομολογία, το ζήτημα της πολιτογράφησης άπτεται των κυριαρχικών δικαιωμάτων του κράτους και επομένως η διοίκηση διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια κατά την εξέταση των αιτημάτων με μόνο περιορισμό να ενεργεί με καλή πίστη (Mohamad v. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 18) EDA HANCER v. Δημοκρατίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 116/20, ημερομηνίας 10/4/25) ISSA E.E ALYATIM v. Δημοκρατίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 496) (Δημοκρατία κ.α. ν. Ζ.Μ. (2011) 3 Α.Α.Δ. 20). Ακόμα δε και η πλήρωση των τυπικών προϋποθέσεων για πολιτογράφηση δεν συνεπάγεται δίχως άλλο ότι ο αιτητής δικαιούται αυτόματα πιστοποιητικό πολιτογράφησης, αφού η πλήρωση των τυπικών προσόντων παρέχει μόνο το δικαίωμα για υποβολή αίτησης για πολιτογράφηση και όχι δικαίωμα έγκρισης τέτοιας αίτησης και απόκτησης άνευ ετέρου της κυπριακής ιθαγένειας(Ήρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307) Reyes και Δημοκρατίας (Αναθεωρητική Έφεση αρ. 181/12, ημερομηνίας 24/10/18). Αντίθετη δε προσέγγιση θα ήταν ασύμβατη με την έννοια κυριαρχίας του κράτους(VARSIK MKRTCHYAN v. Δημοκρατίας (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.18/17, ημερομηνίας 27/9/23).
Εν προκειμένω και έχοντας κατά νου τις πιο πάνω νομολογιακά δοσμένες αρχές και νομοθετικές διατάξεις που διέπουν το υπό εξέταση ζήτημα διαπιστώνω ότι οι ισχυρισμοί της αιτήτριας ουδόλως ευσταθούν και ως εκ τούτου απορρίπτονται στην ολότητα τους.
Όπως υποδείχθηκε και ανωτέρω και ως άλλωστε προκύπτει και από την ίδια την επιστολή που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια ημερομηνίας 14.7.2021, λόγο για την απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας αποτέλεσε ότι η ίδια είχε παραμείνει παράνομα στη Δημοκρατία για μεγάλη χρονική περίοδο και συγκεκριμένα από τις 8.10.2008 μέχρι 29.5.2014 κατ΄ εφαρμογή των όσων προνοούνται στη δεύτερη επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 110 του Ν. 141(Ι)/2002.
Επί τούτου σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο Σημείωμα της λειτουργού εξέτασης ημερομηνίας 18.6.2021, το οποίο τέθηκε ενώπιον του Υπουργού προς λήψη απόφασης και στο οποίο παρατίθενται αυτούσια τα ακόλουθα:
«[..]Η εισήγηση υποβάλλεται με βάση το σύνολο των στοιχείων και πληροφοριών του διοικητικού φακέλου, του οποίου το περιεχόμενο έχω μελετήσει και του οποίου το παρόν σημείωμα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος. Βάσει της 2ς επιφύλαξης τον άρθρον 110(2). Η αιτήτρια παρέμεινε για μεγάλη χρονική περίοδο στη Δημοκρατία χωρίς άδεια παραμονής.
2. Η σχετική αίτηση υποβλήθηκε, κατά τον καθορισμένο τρόπο, στις 28/06/2018 (Ερ.60-59/ΙΙ). Η αιτήτρια η οποία γεννήθηκε στις 23/07/1973 και είναι υπήκοος του Βιετνάμ (Ερ.54/ΙΙ), τέλεσε γάμο στο Βιετνάμ στις 13/02/2015 (Ερ.50/ΙΙ), με τον Χ. Μ. που είναι Κύπριος πολίτης, κάτοχος του δελτίου ταυτότητας/διαβατηρίου με αρ.152726/ Κ00178264 (10/07/1946) (Ερ.45&12/ΙΙ).
3. Η αιτήτρια, η οποία έχει προσκομίσει πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου (Ερ.57/ΙΙ), ΔΕΝ πληροί τα τυπικά προσόντα που από τον Νόμο απαιτούνται για την εγγραφή της ως Κύπριου πολίτη και, εκ των γεγονότων, φαίνεται ότι προτίθεται να εξακολουθήσει να διαμένει στη Δημοκρατία. Γι' αυτήν εντοπίζονται, στο φάκελο στοιχεία που να συνηγορούν στη μη έγκριση της αίτησής της. Η αιτήτρια παρέμεινε για μεγάλη χρονική περίοδο στη Δημοκρατία χωρίς άδεια παραμονής (5 έτη, 7 μήνες και 24 μέρες) (Ερ.108,99-98,71/Ι).[..]
5. Η αιτήτρια ήρθε στην Δημοκρατία ως οικιακή βοηθός στις 10/11/2007. Στις 11/04/2008 εγκατέλειψε τον τόπο διαμονής και εργασίας της καταγγέλλοντας εργατική διαφορά (Ερ.68-49/I). Το αίτημα εξετάστηκε, απορρίφθηκε και κάλεσαν την αιτήτρια να αναχωρήσει στις 08/09/2008 (Ερ.73,71,69/Ι). Παρέμεινε παράνομα μέχρι τις 29/05/2014 όπου συνελήφθηκε και απελάθηκε (Ερ.108/Ι). Ακολούθως τέλεσε γάμο με Ε/Κ πολίτη στο Βιετνάμ στις 13/02/2015 και έκτοτε διαμένει στη Δημοκρατία ως σύζυγος κύπριου πολίτη (Ερ.50,43/ΙΙ). »
Το Σημείωμα κατέληγε, μεταξύ άλλων, με τη διαπίστωση ότι η αιτήτρια έχει παραμείνει για μεγάλη χρονική περίοδο στη Δημοκρατία χωρίς άδεια παραμονής και συγκεκριμένα από τις 8.10.2008 μέχρι τις 29.5.2014, χρονική περίοδος που ως αυτολεξεί κατγραφετο, θεωρείται ότι δεν μπορεί να αγνοηθεί όπως καθορίζεται στην 3η επιφύλαξη του άρθρου 110 (2) του Νόμου.
Πράγματι τα όσα καταγράφονται στο σημείωμα της λειτουργού επιβεβαιώνονται με τρόπο αναντίλεκτο από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης.
Άλλωστε η αιτήτρια ουδόλως αμφισβήτησε δια της γραπτής της αγόρευσης τα γεγονότα που περιβάλλουν το ιστορικό της αιτήτριας και τις πιο πάνω διαπιστώσεις της λειτουργού και δη το καίριο και καθοριστικό γεγονός ότι η αιτήτρια είχε παραμείνει για πέντε και πλέον έτη παράνομα στη Δημοκρατία.
Το μόνο δε που η αιτήτρια ανέφερε ήταν ότι δόθηκε υπέρμετρη σημασία στο γεγονός αυτό, ήτοι της μακρόχρονης παράνομης παραμονής της, το οποίο έλαβε χώρα πριν από το γάμο της με κύπριο πολίτη.
Η εισήγηση όμως αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Τούτο διότι η παράνομη παραμονή της αιτήτριας στο έδαφος της Δημοκρατίας, ανεξαρτήτως του χρονικού σημείου στο οποίο ανάγεται, ακόμα δε και στο μακρινό παρελθόν, αποτελεί καθόλα επιτρεπτό κριτήριο κρίσης δυνάμει και της 2ης επιφύλαξης του εδαφίου (2) του άρθρου 110 του Ν.141(Ι)/2002.Επί τούτου υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 110(2) του Νόμου παρέχει τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες ο Υπουργός Εσωτερικών μπορεί να μεριμνήσει για εγγραφή προσώπου ως πολίτη της Δημοκρατίας. Σύμφωνα όμως με τη δεύτερη επιφύλαξη οι διατάξεις του πιο πάνω εδαφίου (2) δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που αλλοδαπός εισέρχεται ή παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία, ως εν προκειμένω επισυμβαίνει και στην περίπτωση της αιτήτριας. Παρεμβάλλεται δε ότι ο Υπουργός διατηρεί τη δυνατότητα εξαίρεσης αλλοδαπού από την εφαρμογή της επιφύλαξης αυτής δυνάμει των προβλεπόμενων στην 3η επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 110 του Ν.141(Ι)/2002, εξουσία που o Υπουργός δεν ενάσκησε στην περίπτωση της αιτήτριας.
Επί τούτου απόλυτα σχετικά είναι τα όσα λέχθηκαν Yousife Mohamad v Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 18) ο δικαστικός λόγος της οποίας υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Δημοκρατία κ.α. ν. Ζ.Μ. (2011) 3 Α.Α.Δ. 20, τα οποία και παραθέτω:
«Ρητά διατυπώνεται στην προσβαλλόμενη απόφαση ότι η αίτησή του απορρίφθηκε βάσει της δεύτερης επιφύλαξης του Άρθρου 110(2) του Νόμου [..]
Η συγκεκριμένη επιφύλαξη είναι διατυπωμένη με πολύ ευρύ τρόπο και καλύπτει περιπτώσεις τόσο παράνομης εισόδου στη Δημοκρατία, όσο και παράνομης παραμονής στο παρελθόν, έστω κι΄ αν ο αλλοδαπός κατά το χρόνο της υποβολής της αίτησης για πολιτογράφηση είχε νόμιμη παραμονή.
Η πολιτογράφηση είναι μία εξουσία η οποία ανάγεται στην κυρίαρχη φύση του κράτους το οποίο και μπορεί να παραχωρήσει υπηκοότητα σε πρόσωπα τα οποία επιθυμεί με μόνο περιορισμό της την ανάγκη επίδειξης καλής πίστης.
Υπενθυμίζουμε ότι, παρά το γεγονός ότι στην εξεταζόμενη νομοθετική διάταξη η λέξη «παραμένει» είναι στον ενεστώτα, έχει ερμηνευτεί σε αριθμό πρωτόδικων υποθέσεων ότι καλύπτει και παράνομη παραμονή η οποία έλαβε χώρα στο παρελθόν (βλέπε Ali Mahmoud Abdel Meneem ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1552/07,ημερ. 5.11.2008, Χρυσοστόμου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ.1794/06, ημερ. 17.12.2007 και Khamzaeva ν. Δημοκρατίας κ.ά., Υπόθ. Αρ. 727/06, ημερ. 16.7.2007).»
(η έμφαση προστέθηκε)
Στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου VARSIK MKRTCHYAN v. Δημοκρατίας (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.18/17, ημερ. 27/9/23) λέχθηκαν τα εξής σχετικά:
«Στις 27.1.2010 η Εφεσείουσα αιτήθηκε εκ νέου για απόκτηση της κυπριακής ιθαγένειας πλην όμως και πάλι υπήρξε απόρριψη στις 14.7.2014. Η επιστολή κοινοποίησης της άρνησης των Εφεσιβλήτων είχε ως εξής:
«Η Κυπριακή Δημοκρατία, ασκώντας τα κυριαρχικά της δικαιώματα και αφού έλαβε υπό ότι:
(α) δεν έχετε επαρκείς πόρους συντήρησης,
(β) παραμείνατε και εργαστήκατε παράνομα στη Δημοκρατία από 20.12.2000 μέχρι 14.6.2002,
(γ) υπάρχουν επιφυλάξεις ως προς τη γνησιότητα του γάμου σας με τον αποβιώσαντα Ε/Κ και
(δ) το καθεστώς ως χήρα Κύπριου πολίτη που κατέχετε είναι αρκούντως ικανοποιητικό για την περίπτωσή σας αποφάσισε ότι δεν υφίσταται οποιοσδήποτε ουσιαστικός λόγος για την πολιτογράφησή σας ως Κύπρια πολίτιδα».[..]
Όπως ετέθη και στη Mohamad ανωτέρω, η παράνομη παραμονή στο έδαφος της Δημοκρατίας, ακόμη και στο παρελθόν (πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης) αποτελεί ένα επιτρεπτό κριτήριο κρίσης. Το ίδιο και οι λοιπές επιφυλάξεις και εξηγήσεις που δόθηκαν από τους Εφεσίβλητους. Υπενθυμίζουμε ότι εξετάζουμε την πράξη– και την επικυρωτική αυτής απόφαση – υπό το πρίσμα της θεώρησης της ύπαρξης καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, όρια που ορθώς εκρίθη από το Δικαστήριο, πως οι Εφεσίβλητοι επ΄ουδενί παραβίασαν (Βλ1. Meneka Madhumathi Senadhipathi S. Mudiyanselage κ.α ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ76/16, 25.9.2023).»
(η έμφαση προστέθηκε)
Ούτε όμως ευσταθεί η γενικόλογη αναφορά της αιτήτριας ότι δήθεν «παραγνωρίστηκε το γεγονός της αρμονικής συμβίωσης της με το σύζυγο της στη Δημοκρατία για μεγάλο χρονικό διάστημα». Τουναντίον από το σημείωμα της αρμόδιας λειτουργού επιβεβαιώνεται ακριβώς το αντίθετο. Ειδικότερα, ως παρατηρώ, στο εν λόγω σημείωμα διενεργείται σαφή μνεία στο γάμο της αιτήτριας και συγκεκριμένα στο γεγονός ότι η αιτήτρια διέμενε μαζί με το σύζυγο της για περίοδο μεγαλύτερη των τριών ετών. Περαιτέρω ρητώς η αρμόδια λειτουργός κατέγραψε ότι σύμφωνα με δήλωση που προσκομίστηκε οι δύο σύζυγοι συζούν αρμονικά από την ημέρα του γάμου τους κάτι που, ως η ίδια λειτουργός ανέφερε, επιβεβαιώνεται και από την έκθεση που υπέβαλε η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης κατόπιν έρευνας που διεξήγαγε το 2016. Επομένως -και σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας-αυτό που επιβεβαιώνεται είναι διενεργήθηκε η απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις έρευνα αναφορικά με την αίτηση της αιτήτριας και τα δεδομένα που την περιβάλλουν, περιλαμβανομένων και των όσων η ίδια επικαλείται περί του γάμου της.
Καθίσταται φανερό ότι οι αιτιάσεις της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη καθώς και ότι λήφθηκε υπό πλάνη και χωρίς δέουσα έρευνα είναι ολωσδιόλου αβάσιμες. Έπεται ότι η αιτήτρια, η οποία έφερε και το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών της ουδόλως κατόρθωσε, ως η υποχρέωση της, να καταδείξει με επαρκή στοιχεία οποιοδήποτε σφάλμα στην κρίση των καθ’ ων αίτηση και να κλονίσει το τεκμήριο της νομιμότητας που περιβάλλει τη διοικητική πράξη (Αρχή Τηλεπικοινωνίων Κύπρου v Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού κ.α (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 60/2016, ημερομηνίας 6/9/23) Καττιμέρη v Δημοκρατία (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 65/2019, ημερομηνίας 22 Νοεμβρίου 2023).
Στη βάση των όσων έχουν λεχθεί ανωτέρω καταλήγω ότι ο Υπουργός Εσωτερικών άσκησε, ως η υποχρέωση του, την ευρύτατη διακριτική του εξουσία με καλή πίστη και η απόφαση του για απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό το φως, των ενώπιον της διοίκησης, στοιχείων. Το Δικαστήριο και με δεδομένο ότι ουδεμία πλάνη ή κακοπιστία έχει καταδειχθεί δεν μπορεί να επέμβει και να αμφισβητήσει την απορριπτική κρίση της διοίκησης, η οποία κατά πάγια νομολογία, αναγνωρίζεται ως προς τα άλλα να είναι απόλυτη (Alyatim ν. Δημοκρατίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 496).
Συνεπώς η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη και ουδείς λόγος ακύρωσης στοιχειοθετείται. Κατά συνέπεια, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται €1.600 έξοδα εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.
Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο