
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 3856/24
9 Μαΐου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C.F.N.
Αιτητού
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.........
Αλ Τάχερ Μπενέτης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. (κ.κ.), Δικηγόροι - για τον Αιτητή
Ε. Χατζηγιάννη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 20.8.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθότι καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος). Ταυτόχρονα αιτείται την αναγνώρισή του ως πρόσφυγα, ή εναλλακτικώς ως δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας. Τέλος αιτείται την έκδοση απόφασης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα του παραβιάζεται το άρθρο 2 ή/ και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία και περί τις 24.11.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 31.10.2023, αποφασίστηκε το κλείσιμο του φακέλου της αίτησής του, η οποία θεωρήθηκε ως σιωπηρώς αποσυρθείσα εξαιτίας της μη εμφάνισης του Αιτητή κατά την προγραμματισμένη του συνέντευξη. Στις 23.1.2024, υποβλήθηκε αίτημα για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησής του, η οποία έγινε δεκτό. Στις 5.8.2024, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό. Ακολούθως, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή και επιστροφή στη χώρα καταγωγής του. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 20.8.2024. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση και η συνοδευόμενη αυτή απόφαση επιστροφής, οι οποίες κοινοποιήθηκαν στον Αιτητή στις 5.9.2024, αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Ο Αιτητής, ως διευκρίνισε κατά την ακροαματική διαδικασία στις 8.5.2025, προωθεί ως μόνο λόγο προσφυγής την κατ΄ισχυρισμό έλλειψη δέουσας και την λανθασμένη εκτίμηση κατά των ίδιων των δηλώσεών του από τους Καθ’ ων η αίτηση και την εν τέλει λανθασμένη κατάληξή τους περί της μη υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
3. Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της ορθότητας της επίδικης πράξης και επισημαίνουν ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ήταν προϊόν δέουσας έρευνας. Παραπέμπουν στους ισχυρισμούς του Αιτητή κατά τη διοικητική διαδικασία και στην εκεί αξιολόγησή τους, υπερθεματίζοντας την ορθότητα των επιμέρους ευρημάτων του που οδήγησαν σε απόρριψη του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του περί της κατ’ ισχυρισμό δίωξής του από τους γονείς της φίλης του, η οποία έχασε τη ζωή της κατά τον τοκετό και στην απόρριψη της αίτησής του για διεθνή προστασία στο σύνολό της. Επισημαίνουν εξάλλου, ότι ο Αιτητής αφίχθη στη Δημοκρατία ως φοιτητής για να υποβάλει αίτησή ασύλου δύο έτη μετά την άφιξή του στη Δημοκρατία. Σημειώνουν τέλος ότι ο Αιτητής δεν εξηγεί γιατί δεν ζήτησε τη συνδρομή των αρχών της χώρας του.
To νομικό πλαίσιο
4. Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης».
5. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
6. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
7. Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποχρεώσεις Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών
16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο Αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).
(2) Ιδίως, ο Αιτητής οφείλει-
(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του Αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο Αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ [...]».
(στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος). (β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή
(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης...».
8. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
9. Ως προς το προωθούμενο λόγο προσφυγής, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί εκ προοιμίου αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξης de novo και ex nunc, επαναξιολογώντας τα ενώπιόν του δεδομένα (Βλ. Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100]
10. Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).
11. Εν προκειμένω, ο Αιτητής κατά την καταγραφή της αίτησής του για άσυλο ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία επειδή η αρραβωνιαστικιά του, η οποία ήταν έγκυος, απεβίωσε κατά τον τοκετό και ο πατέρας της, ο οποίος ήθελε να την επαναφέρει στη ζωή, ζωή άρχισε να διώκει τον Αιτητή.
12. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από τη Νιγηρία, γεννηθείς το 1996 στην πόλη Odekpe της πολιτείας Anambra, όπου και διέμενε μέχρι το 2008. Έπειτα, μετακινήθηκε στην πόλη Asagba της πολιτείας Delta, όπου και διέμενε μέχρι το 2014, όταν και επέστρεψε στην πόλη Odekpe. Εκεί παρέμεινε μέχρι το 2017, οπόταν μετακινήθηκε στο Port Harcourt μέχρι το 2018. Το 2018 μέχρι και το Νοέμβριο του 2020, χρόνο άφιξής του στη Δημοκρατία, επέστρεψε στην πόλη Asagba, όπου παρέμεινε μέχρι που εγκατέλειψε τη χώρα του. Ως προς το μορφωτικό επίπεδο, ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν εργάστηκε ποτέ στη χώρα του. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ανέφερε ότι δεν είναι παντρεμένος ούτε έχει παιδιά, ενώ οι γονείς του και τα αδέρφια του ζουν στη γενέτειρά του.
13. Ερωτηθείς για τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, κατά την ελεύθερη αφήγησή του ο Aιτητής ισχυρίστηκε ότι έφυγε από τη Νιγηρία επειδή η αρραβωνιαστικιά του, που ήταν το μοναδικό παιδί των γονιών της, έμεινε έγκυος και πέθανε κατά τη γέννα. Έκτοτε ο πατέρας της τον διώκει για να τον σκοτώσει (ερ. 52 2Χ δ.φ.).
14. Διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα υποβλήθηκαν στον Αιτητή προς διερεύνηση των ισχυρισμών του. Σε αυτό το πλαίσιο, ο αιτητής προσδιόρισε χρονικά το θάνατο της αρραβωνιαστικιάς του τον Σεπτέμβριο του 2019, προσθέτοντας ότι μέχρι τότε δεν είχε κανένα πρόβλημα με την οικογένειά της. Στη συνέχεια, ανέφερε ότι 5 μήνες μετά τον Σεπτέμβριο του 2019 οι γονείς της αρραβωνιαστικιάς του άρχισαν να του επιτίθενται. Κληθείς να τοποθετήσει χρονικά την έναρξη των επιθέσεων εναντίον του, δήλωσε τον Μάρτιο του 2019. Όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει τη χρονική ασυνέπεια στις δηλώσεις του, ήτοι πώς γίνεται οι επιθέσεις εναντίον του από τους γονείς της αρραβωνιαστικιάς του να ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 2019, ενώ η αρραβωνιαστικιά του, κατά την αναφορά του, απεβίωσε τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους, ο Αιτητής διαφοροποιώντας τη δήλωσή του ανέφερε ότι αυτή απεβίωσε τον Σεπτέμβριο του 2018 και ότι του 2019 (ερ. 51 1Χ, 2Χ δ.φ.). Στη συνέχεια, ο Αιτητής ανέφερε ότι μετά τις επιθέσεις των οικείων της συντρόφου του τον Μάρτιο του 2019 εγκατέλειψε το Port Harcourt (πολιτεία Rivers), επιστρέφοντας στην πόλη Asagba της πολιτείας Delta. Προσέθεσε συναφώς ευρισκόμενος εκεί δεν του συνέβη οτιδήποτε διότι παρέμεινε κλεισμένος μέσα στο σπίτι μέχρι που εγκατέλειψε τη χώρα το Νοέμβριο του 2020 Κληθείς τέλος να αναφέρει τι θεωρεί ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ο Αιτητής πρόβαλε ότι δε γνωρίζει τί θα του συμβεί (ερ. 50 2Χ του δ.φ.).
15. Αξιολογώντας τις πιο πάνω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο οποίος και έγινε αποδεκτός λόγω της διαπιστωθείσας συνοχής των σχετικών αναφορών του, σε συνάρτηση με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, οι οποίες επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και τη γνώση του Αιτητή για τις περιοχές τις οποίες ανέφερε. Επιπλέον, ο Αιτητής παρέδωσε στην Υπηρεσία Ασύλου το αυθεντικό διαβατήριο του, το οποίο επιβεβαιώνει τα στοιχεία ταυτοποίησής του.
16. Ως δεύτερος ουσιώδης διακρίθηκε ο ισχυριζόμενος φόβος δίωξής του από τους γονείς της αρραβωνιαστικιάς του, η οποία έχασε τη ζωή της κατά τη διάρκεια του τοκετού, καθώς κρίθηκε ότι οι συναφείς αναφορές του δεν ήταν επαρκώς λεπτομερείς, ενώ εντοπίστηκαν σημεία αντιφατικά και χαρακτηριζόμενα από έλλειψη ευλογοφάνειας. Σημειώνουν εξάλλου ότι κατά τη διετή παραμονή του στη χώρα του μετά το κατ΄ισχυρισμό του θανάτου της συντρόφου του παρέμεινε στη χώρα του χωρίς να του συμβεί οτιδήποτε, ενώ υπέβαλε την αίτησή του για διεθνή προστασία 2 έτη αφότου αφίχθη στη Δημοκρατία. Έπειτα, κατά την αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, κρίθηκε δεν ότι υφίσταται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση που ισοδυναμεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη, άμα τη επιστροφή του στη Νιγηρία και συγκεκριμένα στην πόλη Asagba της επαρχίας Delta. Ακολούθως, κατά την νομική του ανάλυση Προχωρώντας, τέλος, στην νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης δυνάμει του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.
17. Ο Αιτητής στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας δεν σχολιάζει ειδικώς τα επιμέρους ευρήματα των Καθ’ ων η αίτηση ούτε και προβάλλει οποιουσδήποτε νέους ισχυρισμούς συναφείς με το αίτημα του για διεθνή προστασία, αλλά παραπέμπει στις δηλώσεις του κατά τη διοικητική διαδικασία, υποστηρίζοντας ότι υπήρξε αξιόπιστος στο σύνολο των ισχυρισμών του.
18. Στο πλαίσιο της de novo και ex nunc αξιολόγησης των ισχυρισμών του Αιτητή, από το παρόν Δικαστήριο συντάσσομαι με την απομόνωση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή και αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους ίδιους λόγους που καταγράφονται στη εγκριθείσα έκθεση εισήγηση.
19. Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμού του Αιτητή, πριν προχωρήσω στην αξιολόγησή του, θα πρέπει να διαφοροποιηθώ ως προς τον τίτλο που απέδωσαν σε αυτόν οι Καθ΄ων η αίτηση, καθώς ο «φόβος δίωξης» του εκάστοτε Αιτητή διερευνάται κατά την αξιολόγηση κινδύνου και ερμηνεύεται κατά τη νομική ανάλυση. Οι δε ουσιώδεις ισχυρισμοί, των οποίων η αξιοπιστία αξιολογείται, αφορούν κυρίως παρελθοντικά περιστατικά και ενίοτε παρούσες καταστάσεις και/ή συνθήκες. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο διακρίνει ως δεύτερο ισχυρισμό τις δηλώσεις του Αιτητή περί επιθέσεων εναντίον του από τους γονείς της αρραβωνιαστικιάς του, μετά το θάνατο της τελευταίας κατά τον τοκετό του τέκνου τους. Αξιολογώντας τις συναφείς δηλώσεις του Αιτητή παρατηρείται εν πρώτοις ότι αυτός υπήρξε εξαιρετικά γενικόλογος ως προς το σύνολο των περιστάσεων που συνθέτουν την κατ΄ισχυρισμό δίωξή του. Τόσο ενώπιον της διοίκησης αλλά και ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, όπου ουδέν προσέθεσε στο αφήγημά του, δεν συνεισέφερε οποιαδήποτε λεπτομέρεια των περιστάσεων των κατ’ ισχυρισμό επιθέσεων των οποίων υπήρξε αποδέκτης (χρόνος, συχνότητα, περιεχόμενο, πρόσωπα που εμπλέκονται και τις συγκεκριμένες ενέργειές του) αλλά και της ίδιας της γενεσιουργού αιτίας της κατ’ ισχυρισμό δίωξής του, ήτοι του θανάτου της συντρόφου του και τα κίνητρα δίωξής του ένεκα αυτού του συμβάντος. Δεν παραροράται προς τούτο η υποχρέωση των αιτούντων δυνάμει του άρθρου 16 να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προς να υποβάλουν όλα τα στοιχεία, περιλαμβανομένων των δηλώσεων τους, προς τεκμηρίωση της αίτησής του, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι εν προκειμένου ο Αιτητής εκπροσωπείται και δια συνηγόρου. Υπενθυμίζεται ότι η επάρκεια των λεπτομερειών και ο συγκεκριμένος χαρακτήρας αυτών συνιστά δείκτη της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού.[1] Πράγματι, από την εξιστόρηση του, απουσιάζει οποιαδήποτε ουσιώδης λεπτομέρεια, με τον Αιτητή να εξικνείται σε γενικόλογες περιγραφές. Περαιτέρω, ο Αιτητής υπέπεσε σε χρονική αντίφαση ως το χρόνο θανάτου της συντρόφου την οποία τοποθετεί αρχικώς το 2019 και στη συνέχεια το 2018. Το σημείο αυτό του υποβλήθηκε όταν αυτός ανέφερε ότι δέχτηκε για πρώτη επίθεση από τους γονείς της συζύγου του το Μάρτιο του 2019 ενώ δήλωσε προηγουμένως ότι αυτή απεβίωσε το Σεπτέμβριο του 2019. Η εν λόγω διαφοροποίηση στις αναφορές του, όταν του υποβλήθηκε αποδόθηκε από τον ίδιο σε εκ παραδρομής αναφορά. Το σημείο αυτό, αν και όχι καταλυτικής σημασίας, παραμένει αξιοσημείωτο δεδομένης της σοβαρότητας του συμβάντος και της άμεσης συνάφειάς του με τον πυρήνα του αιτήματος του Αιτητή. Επιπλέον, ο Αιτητής, δήλωσε ότι κατά την επιστροφή του στην πολιτεία από Μάρτιο του 2019 μέχρι και το Νοέμβριου του 2020 δεν του συνέβη οτιδήποτε διότι βρισκόταν μονίμως στο σπίτι. Ο ισχυρισμός ότι αυτός παρέμεινε κλεισμένος περί το ενάμισι έτος δεν κρίνεται ευλογοφανής καθώς, μεταξύ άλλων, ο Αιτητής φαίνεται να εξέδωσε το διαβατήριό του το 2020 και να προέβη σε διευθετήσεις για την είσοδό του στη Δημοκρατία. Σε κάθε περίπτωση ο Αιτητής δεν αναφέρθηκε σε οποιοδήποτε ειδικό περιστατικό κατά της σωματικής του ακεραιότητας καθ’ όλο το διάστημα που ακολούθησε του κατ’ ισχυρισμού θανάτου της συντρόφου του. Ούτε επίσης σε οποιοδήποτε σημείο φαίνεται, να αναζήτησε τη συνδρομή των αρχών της χώρας του και εάν δεν το έπραξε να εξηγήσει τους λόγους. Υπενθυμίζεται σχετικώς, ότι η διεθνής προστασία αποτελεί προστασία δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής και εναπόκειται στον Αιτητή να εξηγήσει ακόμα και στο παρόν στάδιο. [2] Ως εκ των ανωτέρω, δεν θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.
20. Οι δηλώσεις του εκ της ιδιωτικής τους φύσης και του περιορισμένου γενικού ενδιαφέροντος, δεν μπορούν να τεκμηριωθούν από έτερες πηγές ενώ ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιαδήποτε συναφή μαρτυρία.
21. Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών, ήτοι των προσωπικών του Αιτητή, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη κατάσταση που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, την πολιτεία Delta, στη βάση της φυλετικής καταγωγής και θρησκείας του. Όσον αφορά στη θρησκεία του Αιτητή δεν προκύπτει φόβος δίωξης και/ή κίνδυνος σοβαρής βλάβης, καθώς σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για τη Θρησκευτική Ελευθερία στη Νιγηρία για το 2023, o Χριστιανισμός είναι η δεύτερη δημοφιλέστερη θρησκεία συνολικά στη χώρα με ποσοστό 48,1% και μάλιστα, οι χριστιανικές ομάδες των καθολικών, των αγγλικανών και των μεθοδιστών, αποτελούν την πλειονότητα στην Νότια περιοχή της Νιγηρίας.[3] Ούτε, επίσης, προκύπτει τέτοιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος λόγω της εθνοτικής καταγωγής του Αιτητή, καθώς σύμφωνα με έτερη εξωτερική πηγή, η φυλή του Αιτητή (Igbo), η οποία κυρίως εμφανίζεται στα ανατολικά, αποτελεί μία εκ των τριών κύριων φυλών στη χώρα του.[4]
22. Εξετάζονται στη συνέχεια και αξιολογούνται εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής του και ειδικότερα στην περιοχή συνήθους διαμονής του. Σύμφωνα με την έρευνα που διενεργήθηκε από το παρόν Δικαστήριο, ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία βάσει του Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province.[5]
23. Η Boko Haram δρα στις πολιτείες Borno, Yobe, και Adamawa. Το 2019, παρατηρήθηκε αναζωπύρωση και κλιμάκωση της κρίσης της Boko Haram σε ολόκληρη τη βορειοανατολική Νιγηρία και από το 2019 επεκτάθηκε στη βορειοδυτική Νιγηρία με επιθέσεις που έλαβαν χώρα στην Kaduna, Katsina, Sokoto και Zamfara.[6] Συνεπώς δεν λαμβάνει στον τόπο τελευταίας συνήθους διανομής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία Anambra, στη χώρα καταγωγής του οποιαδήποτε εσωτερική ή διεθνής ένοπλη σύρραξη.
24. Σχετικά με τη κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Aιτητή, ήτοι την επαρχία Delta της Νιγηρίας, έγκυρες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφέρουν ότι το 2024, το Δέλτα του Νίγηρα παρουσίασε σχετική σταθερότητα, με αξιοσημείωτη μείωση του κινδύνου συγκρούσεων και της θανατηφόρας βίας σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Τα στοιχεία δείχνουν μείωση κατά 30% της θανατηφόρας βίας, με τις αναφερθείσες θανατηφόρες απώλειες να μειώνονται από 1.019 το 2023 σε 713 το 2024[7].
25. Εξετάζοντας περαιτέρω την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του αιτητή, ήτοι η πόλη Delta, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, κρίνεται σκόπιμο να παρατεθούν και ορισμένα αριθμητικά δεδομένα. Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED[8] (“Armed Conflict Location and Event Data Project”) για το διάστημα από 04.05.2024 μέχρι 02.05.2025, σημειώθηκαν στη περιοχή Deta της Νιγηρίας 139 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως συνέπεια τον θάνατο 114 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 74 περιστατικά συνίσταντο σε μάχες (79 θάνατοι), 49 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (26 θάνατοι), 12 περιστατικά εξεγέρσεων (9 θάνατοι) 2 περιστατικά εκρήξεων/απομακρισμένης βίας (0 Θάνατοι) και 2 ήταν περιστατικά διαδηλώσεων (0 θάνατοι).
26. Επισημαίνεται ότι στη βάση των ανωτέρω δεδομένων ασφαλείας και δεδομένου του προφίλ του Αιτητής ως νέου, υγιούς άνδρα, ικανού προς εργασία, ο οποίος είναι εξοικειωμένος με την εν λόγω πολιτεία λόγω της μακράς παραμονής του σε αυτήν και χωρίς ιστορικό παρελθούσας δίωξης, δεδομένης της μη αποδοχής του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, δεν διατρέχει ευλόγως οποιοδήποτε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης εάν επιστρέψει στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του.
27. Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, καταλήγω βάσει όλων των ανωτέρω και από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά.
28. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
29. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται ότι ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση ή του Δικαστηρίου τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.
30. Ούτε προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, δηλαδή την πολιτεία Delta, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].
31. Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».
32. Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Εν προκειμένω, με βάση της ανωτέρω πηγές δεν διαπιστώνεται ότι στο τόπο τελευατία συνήθους διαμονής του Αιτητή να λαμβάνει χώρα εσωτερική ή διεθνής ένοπλη σύρραξη.
33. Επικουρικώς, ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
34. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
35. Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».
36. Επί τη βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, όπως αναλύθηκαν ανωτέρω, σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Delta, δεν προκύπτει ότι υφίσταται εσωτερική ένοπλη σύρραξη και δη ότι επικρατούν εκεί συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου[9]. Αλλά και όλως επικουρικώς των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός είναι, σε κάθε περίπτωση, νέος, ενήλικας άνδρας, ικανός προς εργασία, ο οποίος έχει γεννηθεί και διαβιώσει για μακρό διάστημα στην εν λόγω περιοχή, κατέχοντας συνεπώς επαρκής γνώση επ' αυτής. Να σημειωθεί πως ο Αιτητής διαθέτει υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του (γονείς και αδέλφια).
37. Παράλληλα, ο Αιτητής δεν προβάλλει και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει οτιδήποτε που να συναρτάται με την επικείμενη επιστροφή του σε συνάρτηση με την αρχή της μη επαναπορώθησης, το οποίο να μην εξετάστηκε ήδη ανωτέρω.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment' (2015), 10
https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 9.5.2025)
[2] European Asylum Support Office (EASO), 'Practical Guide: Qualification for International Protection' (2018), σ. 36
[3] USDOS - U.S. Department of State, 2023 Report on International Religious Freedom: Nigeria, 30.6.2024, https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/nigeria/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 9.5.2025)
[4]Nigeria - Country briefing, https://www.ecoi.net/en/countries/nigeria/briefing/#ftn13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 9.5.2025)
[5] https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.5.2025)
[6] Country of Origin Information, Nigeria, security Situation (Ιούνιος 2021), https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf σελ. 32, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.5.2025)
[7] Niger Delta Annual Conflict Report: January - December 2024 — PIND Foundation available at https://pindfoundation.org/niger-delta-annual-conflict-report-january-december-2024/, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/05/2025).
[8] https://acleddata.com/explorer/ filtres applied
[9] Αξιολογώντας τα ως άνω δεδομένα συμφωνώ με το συμπέρασμα του Οδηγού Χώρας (Country Guidance) της Νιγηρίας, εκδοθέντος από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), ο οποίος δεν αποτελεί δεσμευτικό κείμενο, οφείλει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψιν από τα κράτη-μέλη EASO, 'Country Guidance: Nigeria' (2021), σελ.129, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.5.2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο