F. G. O. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Υπόθεση αρ. 394/2025, 12/5/2025
print
Τίτλος:
F. G. O. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Υπόθεση αρ. 394/2025, 12/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 394/2025(K))

12 Μαΐου 2025

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

F. G. O.

Αιτητής,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Ανδρέας Δ. Δημητρίου, για τον αιτητή.

Αίγλη Κίτσιου, Δικηγόρος, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Στις 9.4.2025, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εκδίκαση προσφυγή, αξιώνοντας ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση, ημερομηνίας 26.2.2025, με την οποία κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης και εναντίον του εκδόθηκαν τα προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης, ίδιας ημερομηνίας, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) και (κ) του Κεφ. 105, λόγω της καταδίκης του σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, με μεγαλύτερη αυτή των έξι ετών.

 

  Ο αιτητής είναι υπήκοος Γκάμπιας. Αφίχθηκε στη Δημοκρατία παράνομα μέσω των κατεχόμενων περιοχών και αφού πέρασε στις ελεύθερες περιοχές, υπέβαλε στις 22.5.2015 αίτηση ασύλου. Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την υποβληθείσα αίτηση στις 4.12.2017 και αυτή του γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 7.12.2017.

 

  Με επιστολή ημερομηνίας 14.12.2017, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του, υπέβαλε διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου. Όπως ανέφερε με την προαναφερόμενη επιστολή του, ζήτησε πρόσβαση στον φάκελο και στα στοιχεία της συνέντευξής του, προκειμένου να υποβληθούν εμπεριστατωμένοι λόγοι, κατά της απόρριψης της αίτησης ασύλου.

 

  Με απόφαση ημερομηνίας 17.9.2020, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, απέρριψε την υποβληθείσα - από τον δικηγόρο του ημερομηνίας 14.12.2017 - διοικητική προσφυγή. Η απορριπτική απόφαση εστάλη προς την δηλωθείσα διεύθυνση του αιτητή, με επιστολή ημερομηνίας 17.9.2020. Εστάλη, επίσης, μέσω τηλεομοιότυπου μηνύματος ημερομηνίας 25.9.2020 και προς τον δικηγόρο του. Κατά της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, δεν υπεβλήθη προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.

 

  Παράλληλα, θα πρέπει να λεχθεί πως ο αιτητής προφυλακίστηκε από τις 9.9.2020 στα πλαίσια εκδίκασης της ποινικής υπόθεσης με αρ. 6781/20, η οποία εκκρεμούσε ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λάρνακας, όπου στις 26.11.2020, του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 6 ετών, σε σχέση με υπόθεση κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Β τάξεως, με σκοπό την προμήθεια. Ο αιτητής αποφυλακίστηκε τον Φεβρουάριο του 2025.

 

  Εναντίον του εκδόθηκαν τα εδώ προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 26.2.2025, αφού κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) και (κ) του Κεφ. 105 και με την αποφυλάκισή του, οδηγήθηκε στα κρατητήρια της Μενόγειας. Σημειώνεται πως το διάταγμα απέλασης ανεστάλη, μέχρι την εκδίκαση της παρούσας προσφυγής.

 

  Προς ακύρωση των προσβαλλόμενων αποφάσεων, ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή, υποστήριξε πως η απορριπτική απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 17.9.2020, η οποία εστάλη στη δηλωμένη διεύθυνση διαμονής του αιτητή, ουδέποτε παραλήφθηκε από τον ίδιο, αφού ήταν προφυλακισμένος από τις 9.9.2020. Ομοίως κι η επιστολή ημερομηνίας 5.5.2021, εκ μέρους του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, η οποία επίσης εστάλη σε εκείνη τη διεύθυνση. Κατά τις εισηγήσεις, αυτό οδηγεί στο γεγονός πως ο αιτητής δεν ενημερώθηκε ποτέ, μέχρι και σήμερα, από τις αρμόδιες αρχές για την απόρριψη της διοικητικής του προσφυγής, από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και πως του δόθηκε αδιευκρίνιστος χρόνος για να αναχωρήσει από την Δημοκρατία.

 

  Κατά τις εισηγήσεις, ενόψει τούτων, ο αιτητής εξακολουθεί να παραμένει αιτητής διεθνούς προστασίας και ως εκ τούτου, παράνομα, κατόπιν πλάνης κι ελλιπούς έρευνας, αλλά και κατά κατάχρηση εξουσίας, έχουν εκδοθεί εναντίον του τα εδώ προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης, αφού ο ίδιος έχει δικαίωμα παραμονής μέχρι την λήψη τελικής απόφασης επί του αιτήματός του.

 

  Αποτελεί θέση του πως στην προκείμενη περίπτωση, παραβιάζεται η αρχή της απαγόρευσης της επαναπροώθησης σε χώρα που υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να υποστεί μεταχείριση αντίθετη προς τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ, η οποία θα πρέπει να εξετάζεται κατά τη στιγμή που λαμβάνεται η απόφαση για την απέλασή του.

 

  Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, διαφώνησε με όλους τους εγειρόμενους ισχυρισμούς, υποστηρίζοντας πως αυτοί προβάλλονται χωρίς την αναγκαία ευκρίνεια και λεπτομέρεια και πως θα πρέπει να απορριφθούν. Ανεξαρτήτως τούτου, απορρίπτοντας την θέση του αιτητή, πως ο ίδιος εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να είναι αιτητής ασύλου, λόγω της μη παραλαβής της απορριπτικής απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, με παραπομπή στη σελίδωση 119 του διοικητικού φακέλου που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1, υπέδειξε πως η εν λόγω απορριπτική απόφαση γνωστοποιήθηκε μέσω τηλεομοιότυπου μηνύματος προς τον δικηγόρο του, στις 25.9.2020, κατά της οποίας δεν ασκήθηκε προσφυγή. Σύμφωνα με τις θέσεις της, ορθά και νόμιμα εκδόθηκαν τα προσβαλλόμενα διατάγματα, κατόπιν δέουσας και επαρκούς έρευνας, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα του αιτητή.

 

  Ως προς το κεντρικό ζήτημα που εγέρθη από τον αιτητή, αναφέρεται στην απαντητική γραπτή αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του, πως είναι πιθανή η αποστολή της απόφασης στον προηγούμενο δικηγόρο του, όμως, η προθεσμία για την καταχώριση της προσφυγής, αρχίζει από την πλήρη γνώση του διοικουμένου. Υποστήριξε, πρόσθετα, πως η απαγόρευση της μη επαναπροώθησης, εφαρμόζεται και σε διαδικασίες απέλασης, ακόμα και σε άτομα που ουδέποτε υπέβαλαν αίτηση ασύλου.

 

  Έχω μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς, λαμβάνοντας υπόψη και το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 1. Εν πρώτοις, δεν συμφωνώ με τις θέσεις της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας πως οι νομικοί ισχυρισμοί που αναπτύσσονται εκ μέρους του αιτητή είναι γενικοί και αόριστοι, αλλά αντιθέτως, τόσο τα νομικά σημεία της αίτησης ακυρώσεως, όσο και οι εγειρόμενοι στην γραπτή αγόρευση του αιτητή νομικοί ισχυρισμοί εξειδικεύονται με λεπτομέρεια και κατά τρόπο που καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος.

 

  Ξεκινώντας από το επίμαχο ζήτημα του κατά πόσον ο αιτητής εξακολουθεί να θεωρείται αιτητής ασύλου, ως αυτό αποτέλεσε θέση του, προβάλλοντας τον ισχυρισμό πως πεπλανημένα προωθήθηκαν τα εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης, ως απαγορευμένος μετανάστης, για να παρατηρήσω πως πράγματι, η απορριπτική απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 17.9.2020, εστάλη προς τον αιτητή, στη δηλωθείσα από αυτόν διεύθυνση, σε χρόνο που ο ίδιος ήταν προφυλακισμένος. Εντοπίζω την εν λόγω απορριπτική απόφαση στη σελίδωση 165 του Τεκμηρίου 1. Και πράγματι, από  τις σελιδώσεις 169-168 του Τεκμήριου 1, η επιστολή επιστράφηκς ως αζήτητη.  

 

  Παρά ταύτα όμως, όπως πολύ ορθά εισηγήθηκε η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, η απορριπτική αυτή απόφαση, γνωστοποιήθηκε μέσω τηλεομοιότυπου μηνύματος και στον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτητή, στις 25.9.2020, όπως αυτό προκύπτει από την σελίδωση 166 του Τεκμηρίου 1. Πληρεξούσιος δικηγόρος που υπέβαλε την διοικητική προσφυγή ημερομηνίας 14.12.2017 ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ως αυτό προκύπτει από την σελίδωση 167 του Τεκμηρίου 1.

 

  Σύμφωνα με την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κοινοποίηση προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο ενός αιτητή, αποτελεί κοινοποίηση και προς τον ίδιο τον πελάτη του, γεγονός που εκκινεί την προθεσμία για την αμφισβήτηση της νομιμότητας της, κατά τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος (Papasavva v. Republic (1973) 3 C.L.R. 467, απόφαση που επικυρώθηκε με την Papasavva v. Republic (1979) 3 C.L.R. 563).

 

  Ομοίως, στις Isseyegh ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 956 και Kalyova κ.ά. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 61/2015, ημερομηνίας 8.5.2015, κρίθηκε πως η κοινοποίηση προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο ενός αιτητή, αποτελεί κοινοποίηση και προς τον ίδιο τον πελάτη του και αναμένετο ότι ο ίδιος θα ελάμβανε γνώση από το δικηγόρο του, κοινοποίηση που εκκινεί την προθεσμία προς καταχώρηση προσφυγής. Τα ίδια κρίθηκαν και στις αποφάσεις του ΣτΕ 1135/1957 και ΣτΕ 182/1958.

 

  Συνεπώς, η γνωστοποίηση της απορριπτικής απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων προς τον δικηγόρο του, στις 25.9.2020, εκκίνησε την προθεσμία για την αμφισβήτηση της νομιμότητάς της, στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, κάτι όμως που δεν ακολούθησε, με αποτέλεσμα, μετά την πάροδο αυτής, η εν λόγω απορριπτική απόφαση, να τεκμαίρεται νόμιμη.

 

  Εν πάση περιπτώσει και ανεξαρτήτως των πιο πάνω, ακόμα και να ίσχυαν τα όσα αναφέρονται εκ μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου του, δεν προβλήθηκε ισχυρισμός από τον αιτητή πως με την γνώση της έκδοσης της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, δια μέσω της Ένστασης στην υπό εκδίκαση προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 25.4.2025, πως υπεβλήθη προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας. Δεν τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου μία τέτοια πληροφόρηση.

 

  Για τους πιο πάνω λόγους, κρίνεται ως απορριπτέος ο ισχυρισμός του αιτητή πως ο ίδιος εξακολουθεί να θεωρείται αιτητής ασύλου, λόγω της μη γνωστοποίησης σε αυτόν της απορριπτικής απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων.

 

  Ενόψει τούτου, κρίνεται πως ο αιτητής δεν έχει νόμιμο καθεστώς παραμονής στη Δημοκρατία, από την πάροδο της προθεσμίας που είχε στη διάθεσή του, προς αμφισβήτηση της απόρριψης της διοικητικής προσφυγής από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων.

 

  Εν πάση περιπτώσει, δεν κρίνεται ως ουσιώδες το γεγονός ότι δόθηκε αδιευκρίνιστος χρόνος για οικειοθελή αναχώρηση του αιτητή από τη Δημοκρατία, όπως προκύπτει από την επιστολή ημερομηνίας 5.5.2021.

  Όπως προκύπτει από την απόφαση ημερομηνίας 26.2.2025, ο αιτητής κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) και (κ) του Κεφ. 105, ήτοι λόγω της καταδίκης του σε ποινή φυλάκισης 6 ετών και λόγω της παράνομης παραμονής του, διαπιστώσεις που κρίνονται εύλογες, στη βάση των πραγματικών γεγονότων που έλαβαν χώρα σε σχέση με το πρόσωπο του αιτητή.

 

  Απορριπτέοι κρίνονται και οι ισχυρισμοί του αιτητή πως στην προκείμενη περίπτωση παραβιάζεται η αρχή της απαγόρευσης της επαναπροώθησης σε χώρα που υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να υποστεί μεταχείριση αντίθετη προς τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ, αρχή που έτυχε εξέτασης, τόσο πρωτοβάθμια από την Υπηρεσία Ασύλου, όσο και δευτεροβάθμια από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, κρίσεις όμως που δεν αμφισβητήθηκαν από τον αιτητή, όπως προαναφέρθηκε με προσφυγή, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

  Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.800 έξοδα εναντίον του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.          

 

                       

                   Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο