M. N. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ κ.α., Υπόθεση αρ. 405/2025, 8/5/2025
print
Τίτλος:
M. N. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ κ.α., Υπόθεση αρ. 405/2025, 8/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

     (Υπόθεση αρ. 405/2025 (Κ)

                                                                                   (i-Justice)       

 

                                 8 Μαΐου 2025

                              [ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]

        ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                    M. N. S.

 

                                                                                                 Αιτητής,

                                       και

             ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

        1.ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 2.ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ  ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση

                 ––––––––––––––––––––––––––––––––

Γ. Λουκαΐδου(κα),για Γιώτα Μιλτιάδου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, για τον αιτητή.

Ρ. Προδρόμου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

                                        Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής στρέφεται κατά της νομιμότητας της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 1.4.2025 να κηρυχθεί ως απαγορευμένος μετανάστης καθώς και κατά της νομιμότητας των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ίδιας ημερομηνίας.

 

Ως προκύπτει από τα γεγονότα της ένστασης και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ο αιτητής είναι υπήκοος Πακιστάν, ο οποίος αφίχθηκε στη Δημοκρατία μέσω των μη ελεγχόμενων περιοχών και στη συνέχεια εισήλθε στις ελεύθερες περιοχές από άγνωστο μέρος και σε άγνωστο χρόνο.

 

Την 1.7.2019, ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε στις 22.1.2021 από την Υπηρεσία Ασύλου. Κατά της νομιμότητας της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, ο αιτητής, την 1.12.2021, καταχώρησε την Προσφυγή αρ.8220/21 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, η οποία απορρίφθηκε στις 26.10.2022. Σημειώνεται ότι και πριν από την καταχώρηση της πιο πάνω Προσφυγής, ο αιτητής είχε υποβάλει, στις 2.9.2021, πρώτη μεταγενέστερη αίτηση για χορήγηση διεθνούς προστασίας, η οποία είχε απορριφθεί ως απαράδεκτη από την Υπηρεσία Ασύλου στις 18.11.2021.

 

Ακολούθως στις 31.3.2025, ο αιτητής συνελήφθη από μέλη της Αστυνομίας για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία. Την 1.4.2025 εκδόθηκαν τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης κατά του αιτητή, έρεισμα των οποίων, αποτέλεσε η κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη λόγω της παράνομης παραμονής του στη Δημοκρατία από τις 26.10.2022, όταν και η Προσφυγή του κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίφθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

Η υπό εξέταση Προσφυγή καταχωρήθηκε στις 11.4.2025.

 

Έχω εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων σε συνάρτηση με το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης.

 

Αποτελεί βασική θέση της πλευράς του αιτητή ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης θα πρέπει να ακυρωθούν καθότι αυτά δεν επιδόθηκαν στον αιτητή και δεν επεξηγήθηκαν σε γλώσσα κατανοητή από τον ίδιο. Ειδικότερα η πλευρά του αιτητή διατείνεται ότι τα εν λόγω διατάγματα ουδέποτε παραδόθηκαν στον αιτητή, ο οποίος έλαβε από τους καθ΄ων η αίτηση μόνο την επιστολή ημερομηνίας 1.4.2025 και τα οποία λήφθηκαν μετά από επικοινωνία και αιτήματα των δικηγορών του αιτητή από τους αστυνομικούς και μάλιστα μετά το πέρας των 24 ωρών. Περαιτέρω ισχυρίζεται ο αιτητής ότι τα  επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν στην ελληνική γλώσσα και η επιστολή ημερομηνίας 1.4.2025 στην αγγλική και επομένως «ουδέποτε εξεδόθησαν σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν, ούτως ώστε ο Αιτητής να λάβει γνώση των λόγων που στερήθηκε της ελευθερίας του».

 

Δεν θα συμφωνήσω με τους ισχυρισμούς του αιτητή. Είναι παραδεκτό εκ μέρους του αιτητή και άλλωστε επιβεβαιώνεται και από το ερυθρό 70 του διοικητικού φακέλου ότι η απόφαση του Ανώτερου Λειτουργού ημερομηνίας 1.4.2025 δια της οποίας ο αιτητής ενημερώθηκε για την κήρυξη του ως απαγορευμένος μετανάστης βάσει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105 καθώς και για την έκδοση των διαταγμάτων απέλασης και κράτησης, επιδόθηκε δεόντως στον αιτητή. H δε θέση του αιτητή ότι τα διατάγματα δεν του επιδόθηκαν παρά μόνο παραδόθηκαν στους συνηγόρους του από τους αστυνομικούς όπως βεβαίως και ο ισχυρισμός του αιτητή ότι τα επίδικα διατάγματα και η απόφαση κήρυξης του ως απαγορευμένου μετανάστη συντάχθηκαν σε γλώσσα μη κατανοητή από τον ίδιο δεν μπορούν να υπέχουν τις συνέπειες που εισηγείται ο αιτητής ώστε να οδηγήσουν σε ακύρωση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων. Τούτο διότι, ως ορθώς εισηγείται η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση, καμία βλάβη δεν έχει επέλθει στα δικαιώματα του αιτητή και ούτε έχει επηρεαστεί το δικαίωμα του να καταχωρήσει εντός της καθορισμένης προθεσμίας Προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος προς προσβολή της νομιμότητας των πιο πάνω αποφάσεων. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι ο αιτητής, έχει εμπρόθεσμα καταχωρήσει την παρούσα Προσφυγή και συνεπώς ουδέν δυσμενή επηρεασμό υπέστη, οι ισχυρισμοί του περί μη κατανόησης του περιεχόμενου των προσβαλλόμενων διαταγμάτων καθώς και περί μη λήψης αυτών, ως και η γενική αναφορά του ότι ουδέποτε ενημερώθηκε για το δικαίωμα να προσφύγει κατά της νομιμότητας των διαταγμάτων, προβάλλονται αλυσιτελώς (Χατζηγεωργίου v. Δημοκρατίας Αναθεωρητική Έφεση (2013) 3 Α.Α.Δ 108) KUZICHAVA MARCOU κ.α v Ιατρικού Συμβουλίου Κύπρου (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 107/2020, ημερομηνίας 1.2.22). Παρατηρώ δε, ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα έχουν συνταχθεί στην ελληνική  γλώσσα και η επιστολή ημερομηνίας 1.4.2025, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή και στην οποία γίνεται αναφορά στην κήρυξη του ως απαγορευμένου μετανάστη- για τους λόγους που εκεί επεξηγούνται- έχει συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα, την οποία εύλογα θεωρείται ότι κατανοεί και/ή δεν εμποδιζόταν ο αιτητής να πληροφορηθεί το περιεχόμενο της και το περιεχόμενο των διαταγμάτων εξού και ως υποδείχθηκε ανωτέρω ο αιτητής καταχώρησε εμπρόθεσμα Προσφυγή κατά της νομιμότητας των αποφάσεων της διοίκησης (Τ.Τ.Τ v.Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.1782/22, ημερομηνίας 21/11/22) (G. S. D. A. M. και Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.626/23, ημερομηνίας 9/6/23) R.H v. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.1228/23, ημερ.13/10/23). Επί τούτου σχετικά είναι τα λεχθέντα στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Singh και Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ,393) τα οποία και παραθέτω: «Η απόφαση που κοινοποιήθηκε στους αιτητές ήταν στα αγγλικά και η αιτιολογία στα ελληνικά. Δεν νομίζουμε όμως ότι αυτό εμπόδιζε οποιονδήποτε αιτητή να πληροφορηθεί, τόσο το περιεχόμενο της απόφασης, όσο και της αιτιολογίας της, ούτε ότι παραβιάστηκαν με τον τρόπο αυτό οποιαδήποτε δικαιώματά τους ».

 

Περαιτέρω ο αιτητής διατείνεται ότι η «διαδικασία κράτησης του Αιτητή μετά των πέρας των 24 ωρών ήταν αντικανονική, παράνομη και αντισυνταγματική». Ως προς τούτο υποβάλλεται ότι ο αιτητής συνελήφθη η ώρα 19:30μμ στις 31.3.2025 και επομένως οι καθ'ων η αίτηση είχαν δικαίωμα να έχουν υπό κράτηση τον αιτητή μέχρι και τις 19:30 μ.μ. της 1.4.2025. Κατά την δε εκπνοή του εν λόγω χρόνου, συνεχίζει η πλευρά του αιτητή, οι καθ'ων η αίτηση όφειλαν να παραδώσουν στον αιτητή διάταγμα σύλληψης, δια του οποίου να επεξηγούν σε αυτόν τους λόγους της σύλληψης του, κάτι που δεν έπραξαν κατά παράβαση, ως εισηγείται, του Συντάγματος, της ΕΣΔΑ, και του Κεφ. 105.

 

Καθίσταται πρόδηλο ότι τα όσα ο αιτητής διατείνεται περί υποχρέωσης έκδοσης διατάγματος σύλληψης εκφεύγουν της δικαιοδοτικής κρίσης του παρόντος Δικαστηρίου αφού ανάγονται σε ζητήματα που συναρτώνται με τη διαδικασία σύλληψης και/ή τη νομιμότητα της διάρκειας  κράτησης του αιτητή, προ της έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων (Μ.Ν v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.  249/23, ημερομηνίας 4/5/2023) και δεν αφορούν τους καθ΄ων η αίτηση αλλά τις αστυνομικές αρχές. Άλλωστε αυτό που η όλη εισήγηση παραβλέπει είναι ότι, ως επιβεβαιώνεται από το ερυθρό 8 του διοικητικού φακέλου, το οποίο συνιστά την κατάθεση του επί καθήκοντι αστυνομικού, ο αιτητής συνελήφθη στις 31.3.2025 για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία και τέθηκε υπό κράτηση, αφού ενημερώθηκε πλήρως για τα δικαιώματα του. Σύμφωνα δε με το άρθρο 6(1Α) του Κεφ. 105 για να διαπιστωθεί εάν υπήκοος τρίτης χώρας είναι απαγορευμένος μετανάστης, η Αστυνομία δύναται να τον συλλάβει και να τον κρατήσει για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις  24 ώρες. Κατά τη λήξη της περιόδου των 24 ωρών «ο υπήκοος τρίτης χώρας αφήνεται ελεύθερος, εκτός εάν εκδοθούν εναντίον του διατάγματα  κράτησης και απέλασης δυνάμει του άρθρου 14[…]». Σύμφωνα με τα όσα αναδύονται από το διοικητικό φάκελο, τα διατάγματα αυτά εκδόθηκαν την 1.4.2025, ήτοι την επόμενη ημέρα της σύλληψης του αιτητή. Ο αιτητής, ο οποίος είχε και το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού του, δεν προβάλλει οτιδήποτε που να τεκμηριώνει ότι αν και τα επίδικα διατάγματα εκδοθήκαν την επόμενη ημέρα της σύλληψης του, η έκδοση τους έγινε καθ΄ υπέρβαση και μετά την παρέλευση των 24 ωρών.

 

Ούτε και βεβαίως ευσταθεί ο έτερος ισχυρισμός της συνηγόρου του αιτητή ότι δεν τηρήθηκε ο Κανονισμός 19 της Κ.Δ.Π 242/1972 για επίδοση ειδοποίησης, αφού όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί ο σχετικός Κανονισμός ουδόλως συναρτά την νομιμότητα έκδοσης του διατάγματος κράτησης και απέλασης υπό την προϋπόθεση προηγηθείσας ειδοποίησης περί κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη (Mensah ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 5735/2013, ημερομηνίας 31/5/17)(M.Sν. Δημοκρατίας Υπόθεση αρ. 164/2021, ημερομηνίας 12/3/21).Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ιslam και Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 997/13, ημερομηνίας 9/7/13) λεχθήκαν τα εξής σχετικά ως προς το υπό εξέταση ζήτημα: 

 

«Παρατηρείται ότι ο Κανονισμός δεν επιβάλλει ούτε συσχετίζει την έκδοση του διατάγματος κράτησης και απέλασης με προηγηθείσα ειδοποίηση ότι ο αιτητής έχει κηρυχθεί σε απαγορευμένο μετανάστη. Εκείνο που προνοεί είναι ότι πρέπει να επιδοθεί ειδοποίηση περί του γεγονός ότι είναι απαγορευμένος μετανάστης σύμφωνα με τον Δεύτερο Πίνακα της  Κ.Δ.Π 242/72. Αυτό μπορεί να γίνει και ταυτόχρονα, αλλά δεν είναι, κρίνεται, επιτακτική η προηγούμενη ειδοποίηση, θεωρούμενης μάλιστα ως ουσιώδους τύπου.».

 

Περαιτέρω αποτελεί έτερη θέση του αιτητή ότι οι καθ΄ων η αίτηση και προτού προχωρήσουν στην έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, δεν προέβηκαν σε επαρκή έρευνα σε σχέση με το κατά πόσο παραβιάζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης. Τούτο διότι κατά τη θέση του αιτητή δεν εξετάστηκε δεόντως το κατά πόσο ο αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό και/ή άμεσο και ή προσωπικό κίνδυνο κατά της ζωής του, της σωματικής του ακεραιότητας και της ελευθερίας του, στην περίπτωση που αυτός επιστρέψει στην χώρα καταγωγής του ένεκα της απόφασης του να ασπαστεί τον Χριστιανισμό, κάτι που κατά τον αιτητή καθιστά τα προσβαλλόμενα διατάγματα αυθαίρετα και προϊόν πλάνης, αφού δεν εφαρμοστήκαν οι πρόνοιες του ενωσιακού δικαίου και του άρθρου 180Ζ του Κεφ.105.

 

Ο ισχυρισμός του αιτητή δεν ευσταθεί και απορρίπτεται ως αβάσιμος. Το όλο επιχείρημα του αιτητή εδράζεται στο γεγονός ότι οι καθ΄ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη το γεγονός ότι ο αιτητής (περί το 2024) είχε ασπαστεί το Χριστιανισμό με αποτέλεσμα να παραβιάζεται εξαιτίας τούτου η αρχή της επαναπροώθησης. Ως παρατηρώ, όμως, από τα στοιχεία τα οποία ήταν ενώπιον των καθ΄ων η αίτηση κατά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων, ως αυτά περιλαμβάνονται στο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης-περιλαμβανομένων και των εγγράφων από το μηχανογραφημένο σύστημα της Υπηρεσίας Ασύλου επί των οποίων αποτυπώνεται όλο το ιστορικό του αιτητή- ουδόλως προκύπτει να είχε τεθεί ενώπιον της διοίκησης οτιδήποτε που να καταδείκνυε ότι αιτητής είχε πράγματι ασπασθεί στο Χριστιανισμό περί το 2024.  Ούτε  όμως και μπορούν να αποτελέσουν μαρτύρια, τα όσα ο αιτητής αναφέρει με τη γραπτή του αγόρευση, αφού ως είναι παγίως νομολογημένο, δεν είναι επιτρεπτή η προσκόμιση μαρτυρίας δια των γραπτών αγορεύσεων και οι ισχυρισμοί που προβάλλονται σε αυτές δεν αποδεικνύουν πραγματικά γεγονότα (Χατζηγεωργίου v Δήμου Πόλεως Χρυσο- χούς (Αναθεωρητική Έφεση Αρ.33/2015, ημερομηνίας 1/2/22), ECLI:CY:AD:2022:C40 ΕΖΕ v Δημοκρατίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ.36/16, ημερομηνίας 19/5/22) Φυρίλλα v Δημοκρατίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ.40/17, ημερομηνίας 1/11/23). Έπεται ότι τα όσα ο αιτητής διατείνεται περί της απόφασης του να αλλάξει θρήσκευμα, γεγονός το οποίο σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του θα έθετε σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του τη ζωή του αιτητή σε κίνδυνο και τα οποία δεν υποστηρίζονται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ουδόλως -και σε αντίθεση με τις αιτιάσεις του αιτητή- θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη και να τύχουν εξέτασης από τους καθ΄ων η αίτηση κατά την έκδοση των διαταγμάτων. Επομένως δεν διαπιστώνω οιονδήποτε σφάλμα στο πώς ενήργησαν οι καθ΄ων η αίτηση, ούτε διαπιστώνω ότι παραβίασαν την αρχή της μη επαναπροώθησης, ως εισηγείται ο αιτητής, δεδομένων των αδιαμφισβήτητων δεδομένων που είχαν ενώπιον τους κατά το χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων διαταγμάτων (βλ. σύγγραμμα Λ. Σισιλιανού Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου- ερμηνεία κατ΄ άρθρο, σελ 147).

 

Εν προκειμένω, το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου αποκαλύπτει και είναι αυτό το καθοριστικό γεγονός που παραβλέπει ο αιτητής, ότι οι όποιες θέσεις του αιτητή περί ύπαρξης βάσιμου φόβου δίωξης εξετάστηκαν τόσο από την Υπηρεσία Ασύλου όσο και από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασία και απορρίφθηκαν. Ειδικότερα η αίτηση του αιτητή για πολιτικό άσυλο εξετάστηκε και απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου στις 22.1.2021 όπως και η μεταγενέστερη αίτηση που υπέβαλε στις 18.11.2021 αλλά και η Προσφυγή που καταχώρησε μετέπειτα κατά της νομιμότητας της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου επί της αιτήσεως ασύλου που υπέβαλε από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας στις 26.10.2022. Σημειώνεται δε ότι ο αιτητής και μετά την κατ΄ ισχυρισμό αλλαγή στο θρήσκευμα του δεν υπέβαλε οποιαδήποτε μεταγενέστερη αίτηση στην Υπηρεσία Ασύλου, παρά μόνο, ως ο ίδιος ισχυρίζεται με τη γραπτή του αγόρευση, προέβηκε στο διάβημα αυτό δεκαπέντε ημέρες μετά την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, ήτοι στις  16.4.2025. Στο σημείο αυτό οφείλει να υπομνησθεί ότι από τα ενώπιον μου έγγραφα και δη από τα έγγραφα του μηχανογραφημένου σύστηματος της Υπηρεσίας Ασύλου η υποβολή μιας τέτοιας αίτησης ουδόλως  επιβεβαιώνεται. Ακόμη όμως και εάν αυτή η δεύτερη μεταγενέστερη αίτηση έχει πράγματι καταχωρηθεί, ως η θέση του αιτητή, δεν θα μπορούσε και στη βάση της πάγιας νομολογίας να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης και ενασχόλησης του Δικαστηρίου, ως γεγονός μεταγενέστερο του ουσιώδους χρόνου. Ως προς τούτο υπενθυμίζεται ότι κατά πάγια νομολογία η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου εξαντλείται στο να κρίνει τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων διαταγμάτων σύμφωνα με τα δεδομένα που ίσχυαν στον ουσιώδη χρόνο έκδοσης και όχι στη βάση μεταγενέστερων, των προσβαλλόμενων διοικητικών πράξεων, γεγονότων (Limon ν. Δημοκρα- τίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.126/21, ημερομηνίας 20/4/22). Οι όποιοι δε ισχυρισμοί που προβλήθηκαν (σε περίπτωση υποβολής  τέτοιας αίτησης) τελούν πάντοτε υπό την αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Επομένως και στη βάση των ανωτέρω καθώς και σε πλήρη συμφωνία με τη θέση των καθ’ ων η αίτηση, διαπιστώνω ότι ο αιτητής νομίμως κρίθηκε και επί τη βάσει των γεγονότων της υπόθεσης και της εκ μέρους της διαπιστωθείσας παραβίασης της παραγράφου (κ) του άρθρου 6 (1) του Κεφ. 105, απαγορευμένος μετανάστης, κρίση η οποία καθόλα ορθώς αποτέλεσε το έρεισμα για την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων. Συνεπακόλουθα κρίνω ότι καθόλα ορθά εκδόθηκε και το επίδικο διάταγμα απέλασης αφού κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης του, ήτοι την 1.4.2025, ο αιτητής αναντίλεκτα παρέμενε παράνομα στη Δημοκρατία από τις 26.10.2022, όταν και απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, ως άλλωστε καταγράφεται και στην αιτιολογία του ίδιου του διατάγματος.

 

Πρόσθετα ο αιτητής βάλλει και κατά της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης.  Ισχυρίζεται δε ότι το διάταγμα κράτησης φέρει ελλιπή αιτιολογία, είναι προϊόν πλάνης και ελλιπούς έρευνας αφού δεν λήφθηκαν υπόψη γεγονότα που επακολούθησαν της εκδοθείσας απόφασης επιστροφής του αιτητή καθώς και ότι δεν εξετάστηκαν κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας εναλλακτικά της κράτησης μέτρα.

 

Ουδέν από τα ανωτέρω ευσταθεί. Το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης επιβεβαιώνει με τρόπο αναντίλεκτο ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβηκαν σε πλήρη έρευνα των περιστατικών της υπόθεσης δίδοντας επαρκή αιτιολογία για την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων.

Όπως ρητά αναγράφεται και επεξηγείται και στο ίδιο το διάταγμα κράτησης, διαπιστώθηκε στη βάση του άρθρου 18ΠΣΤ(1)(α) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου ότι υφίσταται κίνδυνος διαφυγής του αιτητή λόγω της μη συμμόρφωσης του με προηγούμενη απόφαση επιστροφής και της απροθυμίας του να επαναπατριστεί και χωρίς να υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.

 

Εν πρώτοις, επισημαίνεται ότι ουδόλως ευσταθεί η θέση του αιτητή ότι κατά την έκδοση του διατάγματος κράτησης δεν διενεργήθηκε έρευνα στις περιστάσεις του αιτητή και δη ότι δεν συντρέχει κίνδυνος διαφυγής του. Καθίσταται σαφές ότι τα όσα η πλευρά του  αιτητή αναφέρει περί του ότι «το 2022, μετά την έκδοση της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, συμμορφώθηκε με την απόφαση του Δικαστηρίου και εγκατέλειψε την μόνιμη διαμονή του στην Κυπριακή Δημοκρατία και διέμενε ως εσχάτη και μοναδική του επιλογή στα κατεχόμενα εδάφη της Δημοκρατίας μέχρι και τον Μάρτιο του 2025» όπως και τα όσα εισηγείται περί της ενδιάμεσης  επίσκεψης του στο Πακιστάν το 2024 και τον  κίνδυνο στον οποίο τέθηκε η ζωή του από την απόφαση του να ασπαστεί το Χριστιανισμό ουδόλως αντικρούουν τα όσα αδιαμφισβήτητα νομίμως καταγράφονται στην ίδια την αιτιολογία του διατάγματος κράτησης και τα οποία επιβεβαιώνονται από τα γεγονότα του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης. Αρκεί δε να σημειωθεί, ως επισημάνθηκε και ανωτέρω, ότι τα όσα ο αιτητής θέτει δια της γραπτής του αγόρευσης και τα οποία ουδόλως συνιστούν μαρτυρία αλλά ούτε και αποδεικνύουν πραγματικά γεγονότα δεν περιλαμβάνονται στα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο οποίος συνιστά τον μόνο οδηγό πληροφόρησης ως προς την ύπαρξη δεδομένων και γεγονότων (MEHMET MAHER CEMAL EDDINv Δημοκρατίας (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 97/2019, ημερομηνίας 14/11/23ώστε αφενός να μπορούσαν, ως η εισήγηση του αιτητή, να ληφθούν υπόψη κατά τον επίδικο χρόνο έκδοσης του διατάγματος και αφετέρου να μπορούν να καταρρίψουν το τεκμήριο νομιμότητας που περιβάλλει το προσβαλλόμενο διάταγμα (Γιώργου Θεοφάνους v Οργανισμού Γεωργικής Ασφάλισης(Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 142/19, ημερομηνίας 25/1/24)  Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού κ.ά., (ΑΕ Αρ. 129/2015, ημερομηνίας 2/11/2022), ECLI:CY:AD:2022:D417, 

 

Άλλωστε η δε θέση του αιτητή ότι συμμορφώθηκε με την εκδοθείσα απόφαση επιστροφής επειδή εγκατέλειψε τη Δημοκρατία και κατέφυγε στα κατεχόμενα όχι μονό δεν αποδεικνύει τη  συμμόρφωση του αιτητή με την απόφαση επιστροφής, ως διατείνεται, αλλά τουναντίον αποτελεί παραδοχή για εκ μέρους του μη συμμόρφωση με την ίδια  την απόφαση στη επιστροφής.

 

Ούτε όμως τα όσα η πλευρά του αιτητή αναφέρει περί της δηλωθείσας διεύθυνσης διαμονής του αιτητή στη Δημοκρατία, με σκοπό να υποστηρίξει τη θέση του ότι δεν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής  του αιτητή μπορούν να υποστηρίξουν τον εν λόγω ισχυρισμό του αφού από απλή ανάγνωση του ίδιου του διατάγματος και των λόγων που επεξηγούνται σ΄αυτό, καθίσταται εμφανές ότι δεν αποτέλεσε λόγο για την έκδοση του διατάγματος κράτησης οτιδήποτε σχετικό με τη διεύθυνση διαμονής του αιτητή.

 

Υπενθυμίζεται δε ότι νόμιμο έρεισμα των προσβαλλόμενων διαταγμάτων αποτέλεσε η κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη. Επομένως η θέση του αιτητή ότι  ουδείς κίνδυνος διαφυγής υφίσταται, παραβλέπει πρόσθετα την πάγια νομολογιακή αρχή ότι η κήρυξη ενός προσώπου ως παράνομου εμπεριέχει λογικά, τον κίνδυνο διαφυγής ανά πάσα στιγμή (Mensah ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 5735/13, ημερομηνίας 09/8/2013) El Khouri v. Δημοκρατίας (Υπόθεση Αρ. 716/2014, ημερομηνίας 24/6/2016) Bibilashvili και Δημοκρατίας (Υπόθ. Αρ. 1954/2022 (Κ), ημερομηνίας 20/12/22).

 

Επισημαίνεται δε ότι η έκδοση διατάγματος κράτησης για σκοπούς απέλασης αποτελεί παρεχόμενη εξουσία του άρθρου 14(1) του Κεφ.105, η οποία σε συνδυασμό με τις πρόνοιες του άρθρου 18 ΠΣΤ(1), επιτρέπεται ιδίως όταν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής, εξουσία η οποία κατά την κρίση μου, εύλογα ασκήθηκε στην προκειμένη περίπτωση ένεκα και του μεταναστευτικού ιστορικού του αιτητή, της δηλωθείσας άρνησης του για επαναπατρισμό, η οποία επιβεβαιώνεται αναντίλεκτα από την επιστολή της ΥΑΜ ημερομηνίας 1.4.2025 καθώς και της μη συμμόρφωσης του με προηγούμενη απόφαση επιστροφής. Συνεπώς τα όσα, ορθά, καταγράφονται στο εν λόγω διάταγμα κράτησης περί διαπίστωσης κινδύνου διαφυγής του αιτητή χωρίς περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, όχι μόνο δεν αποτελούν προϊόν παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας ή ελλιπούς έρευνας αλλά τουναντίον υποστηρίζονται πλήρως από τα ενώπιον των καθ’ ων η αίτηση στοιχεία, καταδεικνύοντας ότι η ευχέρεια των καθ΄ων η αίτηση για μη εναλλακτικά της κράτησης μέτρα ασκήθηκε εντός των επιτρεπτών ορίων της καθιστώντας το επίδικο διάταγμα καθόλα νόμιμο και επαρκώς αιτιολογημένο (Κ.Α.Α. ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.1242/2022 ημερομηνίας 18/8/2022) G. S. D. A. M. ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.626/2023, ημερομηνίας 9/6/23) M.I.U.και Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 1507/23(Κ), ημερομηνίας 25/10/23). Άλλωστε, ο αιτητής δεν έχει υποδείξει ποια άλλα μέτρα, λιγότερο επαχθή από την κράτηση θα μπορούσαν, υπό τα δεδομένα της παρούσας περίπτωσης να έχουν ληφθεί, τα οποία θα ήταν εξίσου ικανά με την κράτηση για να εκπληρώσουν τον σκοπό της απέλασης του (Singh v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 43/2022, ημερ. 19.5.2022, ECLI:CY:AD:2022:D229).

 

Τέλος απορριπτέα κρίνεται και η αναφορά του αιτητή περί παραβίασης της αρχής της χρηστής διοίκησης, η οποία ως παρατηρώ προβάλλεται με παντελώς αόριστο και γενικό τρόπο και χωρίς οποιαδήποτε, έστω στοιχειώδη, τεκμηρίωση  (Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου v Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 60/2016, ημερομηνίας 6/9/2013).Εν πάση περιπτώσει, επί τούτου, παρενθετικά σημειώνω ότι αφ΄ης στιγμής οι καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν δυνάμει συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου και η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή των προνοιών του Κεφ. 105, δεν τίθεται οποιοδήποτε ζήτημα παραβίασης των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, οι οποίες έχουν μόνο συμπληρωματικό χαρακτήρα εκεί όπου υφίσταται σχετική νομοθετική πρόνοια ουσιαστικού δικαίου, όπως βεβαίως συμβαίνει στην υπό κρίση περίπτωση (Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191) και Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ν. Γιαννάκης Τσικκουρής κ.α. (Αναθεωρητική Έφεση αρ.19/11, ημερομηνίας 22/12/2016).

 

Καταληκτικά επισημαίνω ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα ήταν προϊόν δέουσας έρευνας και επαρκούς και νόμιμης αιτιολογίας και ότι ο αιτητής δεν έχει θέσει οτιδήποτε ικανό που να ανατρέπει το τεκμήριο της κανονικότητας έτσι ώστε να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για την αναγκαιότητα παρέμβασης του (Καττιμέρη v Δημοκρατία (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 65/2019, ημερομηνίας 22 Νοεμβρίου 2023).

 

Στη βάση των ανωτέρω, ουδείς εκ των λόγων ακύρωσης ευσταθεί. Κατά συνέπεια, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και οι επίδικες αποφάσεις επικυρώνονται με έξοδα €1200 εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

                                                               Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο