
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 7/2024(iJ))
25 Ιουνίου 2025
[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Κ. Σ. ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΣ ΚΑΙ/Η ΩΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ Γ. Σ.
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ/Η ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
……………………………
Διονύσιος Νικολετόπουλος, για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε., για τον αιτητή.
Καμία εμφάνιση, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Ο αιτητής καταχώρησε την υπό εκδίκαση προσφυγή στις 3.1.2024, αξιώνοντας από το Δικαστήριο θεραπεία ως εξής:-
«Α. Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ’ ων η αίτηση η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή δι’ επιστολής των ημερομηνίας 25.10.2023 (ΣΥΝΗΜΜΕΝΟ 1) και με την οποία απεφάσισαν μετά από επανεξέταση συνεπεία ανάκλησης της αρχικής απόφασης ημερομηνίας 31.8.2020, όπως απορρίψουν το αίτημα του αιτητή ημερομηνίας 6.2.2020 για επιδότηση θεραπείας του πατέρα του στον ιδιωτικό τομέα και/ή για κάλυψη εξόδων θεραπείας στον Ιδιωτικό Τομέα στα πλαίσια του Σχεδίου Παροχής Οικονομικής Αρωγής για Υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στον Δημόσιο Τομέα, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερημένη οποιουδήποτε αποτελέσματος και/ή ότι η παράλειψη τους να εγκρίνουν το ως άνω αίτημα του Αιτητή δεν θα έπρεπε να λάμβανε χώρα».
Από την ένορκη δήλωση του ιδιώτη δικαστικού επιδότη, διαφαίνεται πως η προσφυγή επιδόθηκε στις 9.1.2024 προς την κα Κ. Φ., υπεύθυνη στο αρχείο του Υπουργείου Υγείας.
Στη βάση των διατάξεων του Κανονισμού 4(β) των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 2015, από της επίδοσης της προσφυγής, εκκίνησε η προθεσμία των σαρανταπέντε ημερών για την καταχώρηση της Ένστασης. Η υπόθεση ορίστηκε στις 20.3.2024. Η προαναφερθείσα προθεσμία παρατάθηκε εκ νέου κι η υπόθεση ορίστηκε για οδηγίες, με σκοπό την καταχώρηση της Ένστασης, επτά φορές και συγκεκριμένα στις 16.5.2024, 20.6.2024, 25.9.2024, 15.11.2024, 17.1.2025, 27.2.2025 και 5.5.2025.
Κατά την τελευταία δικάσιμο της 5.5.2025, λόγω μη καταχώρησης, ούτε σημειώματος εμφάνισης εκ μέρους της Δημοκρατίας, αλλά ούτε και Ένστασης, δόθηκαν οδηγίες προς την πλευρά του αιτητή, για καταχώρηση της γραπτής του αγόρευσης. Η αγόρευση του αιτητή καταχωρίσθηκε στις 12.6.2025 κι η απόφαση επιφυλάχθηκε στις 20.6.2025.
Επαναλαμβάνεται η υποχρέωση κάθε δημοσίου υπαλλήλου που παραλαμβάνει έγγραφα δικαστηρίου, να τα αποστέλλει πάραυτα στο γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, προκειμένου να τύχουν του ορθού νομικού χειρισμού και ορθής εκπροσώπησης του Κράτους, ενώπιον του Δικαστηρίου. Στην παρούσα περίπτωση, είναι άγνωστο, από τα ενώπιον μου δεδομένα, το κατά πόσον η προσφυγή απεστάλη ή όχι από το Υπουργείο Υγείας προς τη Νομική Υπηρεσία για χειρισμό, αφ΄ ης στιγμής ούτε σημείωμα εμφάνισης έχει καταχωρισθεί στον ηλεκτρονικό φάκελο της υπόθεσης.
Η παράλειψη των καθ’ ων η αίτηση να εμφανιστούν κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου εκκρεμούσα διαδικασία και κυρίως, η παράλειψη κατάθεσης του φακέλου της διοίκησης, κατάθεση που αποτελεί βασική υποχρέωση της διοίκησης εντός των πλαισίων της διοικητικής δίκης, αποστερεί από το Δικαστήριο την δυνατότητα άσκησης του απαραίτητου δικαστικού ελέγχου, με κάθε συνέπεια περί τούτου.
Στην Lambrou v. The Republic of Cyprus (1970) 3 C.L.R. 75[1], η μη εμφάνιση διαδίκου, δεν αποτέλεσε κώλυμα για την εκδίκαση της υπόθεσης και την ολοκλήρωση της διαδικασίας με την έκδοση απόφασης, αφού όπως κρίθηκε, η δίκη δεν στρέφεται κατά διαδίκου, αλλά έχει ως αντικείμενο τη νομιμότητα της διοικητικής πράξης.
Λαμβανομένων υπόψη των πιο πάνω, προχωρώ να εξετάσω τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης διοικητικής αποφάσεως, ημερομηνίας 25.10.2023, υπό το φως των λόγων ακύρωσης που προβάλλονται από τον αιτητή.
Όπως αναφέρεται στα γεγονότα της αίτησης ακυρώσεως και στη γραπτή αγόρευση που καταχωρήθηκε κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου, ο αιτητής είναι υιός του αποβιώσαντα Γ. Σ., ο οποίος στις 24.7.2016, λίγο πριν τα μεσάνυκτα, εισήχθη κατεπειγόντως στις Πρώτες Βοήθειες της Ιδιωτικής Κλινικής Mediterranean Hospital στη Λεμεσό, με έντονο άλγος στην κοιλιακή χώρα και ρήξη ανευρύσματος κοιλιακής αορτής. Λόγω της ραγδαίας επιδείνωσης της κλινικής του εικόνας, διασωληνώθηκε αμέσως κι οδηγήθηκε επειγόντως στο χειρουργείο, το οποίο πραγματοποιήθηκε κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 25.7.2016, για αφαίρεση ανευρύσματος κοιλιακής αορτής και αντικατάσταση με ευθύ μόσχευμα. Κατά τις επόμενες δύο μέρες μετά την χειρουργική επέμβαση, παρέμεινε σε καταστολή μέχρι και τις 27.7.2016, ενώ μετά από πάροδο λίγων μηνών απεβίωσε.
Με αίτημα ημερομηνίας 6.2.2020, ο αιτητής ζήτησε από το Υπουργείο Υγείας την κάλυψη των εξόδων θεραπείας του αποβιώσαντα πατέρα του στον ιδιωτικό τομέα, στα πλαίσια του Σχεδίου Παροχής Οικονομικής Αρωγής για Υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στον Δημόσιο Τομέα. Το εν λόγω αίτημα, έτυχε απόρριψης, αρχικά, με την απόφαση ημερομηνίας 31.8.2020, η νομιμότητα της οποίας προσεβλήθη με την προσφυγή με αρ. 1039/2020.
Εκκρεμούσης της προσφυγής, η προαναφερθείσα απόφαση ανακλήθηκε στις 5.7.2023. Ακολούθησε επανεξέταση, η οποία οδήγησε σε εκ νέου απόρριψη του υποβληθέντος αιτήματος, ημερομηνίας 6.2.2020, όπως αυτό γνωστοποιήθηκε στον αιτητή, δια της εδώ προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης, ημερομηνίας 25.10.2023, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτω αυτούσιο:-
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας ημερομηνίας 6/2/2020 προς την Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Υγείας και να σας ενημερώσω ότι το αίτημα του πελάτη σας έτυχε επανεξέτασης κατόπιν απόφασης δικαστηρίου από το Αναθεωρητικό Συμβούλιο το οποίο λειτουργεί βάσει των προνοιών του Άρθρου 10 του υπό αναφορά Σχεδίου.
2. Το Αναθεωρητικό Συμβούλιο το οποίο εξέτασε το αίτημα του πελάτη σας, στα πλαίσια των προνοιών του άρθρου 11 του Σχεδίου γνωμοδότησε ότι ο κύριος Γ. Σ. με βάση τις πληροφορίες της οικογένειας εισήχθη στις 24/7/2018 πριν τα μεσάνυκτα και χειρουργήθηκε μετά από 24 ώρες. Κατά την χρονική περίοδο από την ώρα εισαγωγής του μέχρι την ώρα του χειρουργείου θα μπορούσε να γίνει ενημέρωση της Αγγειοχειρουργικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας για το επείγον του περιστατικού και κατά πόσον η κλινική ήταν σε θέση να αναλάβει τον ασθενή. Η αρχική διάγνωση ήταν ότι ήταν ασυμπτωματικός αλλά δεν είχε ρήξη ανευρύσματος. Ως εκ τούτου, το αίτημα του πελάτη σας δεν θεωρείται δικαιολογημένο.
3. Η Αρμόδια Αρχή αφού έλαβε υπόψη τη γνωμοδότηση του Αναθεωρητικού Συμβουλίου καθώς και την έκθεση του θεράποντα ιατρού του κύριο Γ. Σ. αποφάσισε τη μη ικανοποίηση του αιτήματος του κύριου Κ. Σ. για επιδότηση για θεραπεία του πατέρα του στον ιδιωτικό τομέα».
Βασική θέση του αιτητή αποτέλεσε η πεπλανημένη, κατά την εισήγηση, θέση των καθ’ ων η αίτηση, ως προς τα πραγματικά περιστατικά, πως η κατάσταση της υγείας του ασθενούς, κατά την κρίσιμη περίοδο, ήταν τέτοια που θα μπορούσε να τύχει αποτελεσματικής θεραπείας στα Κρατικά Νοσηλευτήρια. Αντίθετα, κατά την εισήγηση του ιδίου, η οποία υποστηρίζεται από την ιατρική έκθεση του Δρος Σ. Π., Αγγειοχειρουργού, έκθεση ημερομηνίας 17.10.2016, η οποία επισυνάφθηκε ως Παράρτημα 2 στην αίτηση ακυρώσεως, κάτι τέτοιο ήταν αδύνατον, λόγω της άκρως επείγουσας κατάστασης, εξαιτίας του ευμεγέθους ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής και της υπότασης, με αποτέλεσμα ο ασθενής να μην μπορούσε να μεταφερθεί σε Κρατικό Νοσοκομείο.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή εγείρει και ζητήματα κακής σύνθεσης της Επιτροπής Ειδικών Ιατρών που προνοείται στο Σχέδιο Παροχής Οικονομικής Αρωγής για Υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στο Δημόσιο Τομέα[2], περί μη νομότυπης πρόσκλησης των μελών της τα οποία απουσίαζαν, όπως, ομοίως και των μελών των Αναθεωρητικού Ιατρικού Συμβουλίου και κατ’ επέκταση, μη τήρηση άρτιων πρακτικών.
Εγείρονται επίσης ισχυρισμοί περί πάσχουσας αιτιολογίας και/ή αντιφατικής αιτιολογίας, η οποία έρχεται σε σύγκρουση με την ιατρική μαρτυρία που περιέχεται στην ιατρική έκθεση ημερομηνίας 17.10.2016, στην οποία περιγράφεται πως δεν υπήρχε χρόνος μεταφοράς του ασθενούς σε κρατικό νοσοκομείο.
Όπως προαναφέρθηκε, όχι μόνον δεν καταχωρίσθηκε η Ένσταση, αλλά ούτε και ο φάκελος της διοίκησης τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Επί των πιο πάνω αναφερόμενων πραγματικών γεγονότων και περιστατικών, δεν υπάρχει κανένας αντίλογος εκ μέρους της διοίκησης, ενώ δεν παρέχεται ούτε και η ευχέρεια στο ίδιο το Δικαστήριο να προχωρήσει σε έλεγχο νομιμότητας, εξετάζοντας το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και των στοιχείων και δεδομένων που είχε η διοίκηση ενώπιον της, κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης της απορριπτικής απόφασης του Υπουργείου Υγείας.
Στο σύγγραμμα του Π.Δ. Δαγτόγλου «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο» έκτη έκδοση, 2014, σελ. 52 επ. (§ 73 επ.), αναφέρονται τα ακόλουθα:-
«Στην περίπτωση που η διοίκηση δεν αποστέλλει τον φάκελο της υποθέσεως στο δικαστήριο παρά την έκδοση σχετικής προδικαστικής αποφάσεως, το δικαστήριο μπορεί, συνάγοντας σχετικό τεκμήριο, να θεωρήσει ως ακριβή την πραγματική βάση των ισχυρισμών του αιτούντος. Τούτο, γιατί «άλλως, η αδράνεια αυτή της Διοικήσεως θα οδηγούσε σε αδυναμία του Συμβουλίου της Επικρατείας να ασκήσει την ανήκουσα σ’ αυτό κατά το Σύνταγμα αρμοδιότητα και να παράσχει στον διοικούμενο την έννομη προστασία που του εγγυάται το άρθρο 20 του Συντάγματος». Η σωστή αυτή αιτιολογία θεμελιώνει βέβαια την υποχρέωση του δικαστηρίου να προχωρήσει στην παροχή έννομης προστασίας θεωρώντας ως ακριβή την πραγματική βάση των ισχυρισμών του αιτούντος. Πράγματι, κατά τη νέα διάταξη που προστέθηκε το 2012, «εάν αναβληθεί η εκδίκαση της υπόθεσης μία φορά λόγω μη αποστολής των στοιχείων του φακέλου από τη Διοίκηση, το Δικαστήριο μπορεί να προχωρήσει στην εκδίκασή της και κατά την εκτίμησή του να συναγάγει τεκμήριο ομολογίας για την πραγματική βάση των ισχυρισμών του αιτούντος».
Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί η υπόθεση κρίνεται από τον διοικητικό φάκελο ο οποίος αποτελεί τον μοναδικό οδηγό ως προς την ύπαρξη ή μη δεδομένων και γεγονότων (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Δ. Αυλωνίτης και Υιοί Λτδ (2000) 3 Α.Α.Δ. 137).
Στις Μακρίδου (ανωτέρω), Α.Η.Κ. v. Κοινοτικού Συμβουλίου Βορόκλινης, υπόθ. αρ. 30/2001, ημερομηνίας 11.5.2001, Σταυρίδης ν. Δημοκρατίας (2010) 4Α Α.Α.Δ. 449, κρίθηκε πως η απουσία του διοικητικού φακέλου και άλλων σχετικών εγγράφων δυσχεραίνει το έργο του Δικαστηρίου, προκειμένου να προβεί στον αναθεωρητικό έλεγχο της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης και επιτρέπει στο Δικαστήριο να θεωρήσει ως ακριβή την πραγματική βάση των ισχυρισμών εκάστου αιτητή.
Υπό αυτές τις περιστάσεις, αποδέχομαι ως τα μόνα ορθά γεγονότα της υπόθεσης, τα όσα περιγράφονται από τον αιτητή στην αίτηση ακυρώσεως και κυρίως στις παραγράφους 1 έως και 7 των γεγονότων της προσφυγής, ήτοι πως ο πατέρας του αιτητή μεταφέρθηκε τα μεσάνυκτα της 24.7.2016 σε ιδιωτική κλινική και πως λόγω της ραγδαίας επιδείνωσης της κλινικής του εικόνας, αυτός διασωληνώθηκε αμέσως και οδηγήθηκε επειγόντως στο χειρουργείο, που πραγματοποιήθηκε κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 25.7.2016, χωρίς να παρέχεται χρόνος για την μεταφορά του σε κρατικό νοσηλευτήριο. Δεν τέθηκε ενώπιον μου οποιαδήποτε άλλη θέση, πέραν των όσων αναφέρονται στην ιατρική έκθεση του ιατρού Δρος Σ. Π., Αγγειοχειρουργού, έκθεση ημερομηνίας 17.10.2016, θέση η οποία παρέμεινε, ουσιαστικά, αναντίλεκτη.
Υπενθυμίζεται πως η αποστολή, τουλάχιστον, του διοικητικού φακέλου αποτελεί βασική υποχρέωση της διοίκησης στα πλαίσια της διοικητικής δίκης, αφού επιτρέπει στο Δικαστήριο να ασκήσει έλεγχο της νομιμότητας της διοικητικής πράξης. Από την άλλη, έχει και αποδεικτικό χαρακτήρα ως προς την πραγματική βάση των ισχυρισμών του αιτητή.
Ενόψει της αδυναμίας και δυσχέρειας του Δικαστηρίου να προβεί σε έλεγχο νομιμότητας, είτε ως προς την έκδοση της απόφασης από κακώς συντεθειμένο γνωμοδοτικό ή και αποφασιστικό διοικητικό όργανο, είτε μη τήρησης άρτιων πρακτικών, είτε και λήψης υπόψη πεπλανημένων πραγματικών περιστατικών, αφού δεν υπήρχε εν τοις πράγμασι χρόνος για μεταφορά του ασθενούς σε κρατικό νοσηλευτήριο, τα οποία αποτέλεσαν τη βασική θέση του αιτητή, καταλήγω πως οι ισχυρισμοί του, ως αυτοί έχουν ήδη εκτεθεί ανωτέρω, θα πρέπει να γίνουν αποδεκτοί.
Στη βάση των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει, η δε προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση επιδικάζονται €1.700 πλέον Φ.Π.Α.
Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.
[1] Και σε άλλες μεταγενέστερες που την ακολούθησαν, ήτοι Neophytou v. The Republic of Cyprus (1977) 3 C.L.R. 140, Μακρίδου ν. Συμβουλίου Οπτικών, (1996) 4Ε Α.Α.Δ. 3475, Κάτζη κ.ά. ν. Συμβουλίου Οπτικών Κύπρου (1997) 4 Α.Α.Δ. 2853, Gelmaco Trading Ltd ν. Δημοτικού Συμβουλίου Πάφου, υπόθ. αρ. 688/2002, ημερομηνίας 30.5.2003.
[2] Το εν λόγω Σχέδιο επισυνάφθηκε ως Συνημμένο 2, στην γραπτή του αγόρευση.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο