Ε. Ρένου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εργασίας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υπόθεση Αρ. 970/2023, 10/6/2025
print
Τίτλος:
Ε. Ρένου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εργασίας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υπόθεση Αρ. 970/2023, 10/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 970/2023 (iJustice)

                                             

       10 Ιουνίου, 2025

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

Αναφορικά με τα Άρθρα 146 και 28 του Συντάγματος

 

Ε. Ρένου

Αιτητή

 

                          Και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εργασίας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

......... 

 

κ.κ. Karapatakis Pavlides LLC, Δικηγόροι για Αιτητή

Καμία εμφάνιση για τους Καθ' ων η αίτηση

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.:  Το ιστορικό της παρούσας προσφυγής καταγράφηκε στην απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου (Εντ. Μ. Καλλιγέρου, ΠΔΔ, ως ήταν τότε) στην Προσφυγή Αρ. 1662/2018 Ρένου ν. Υπουργείου Εργασίας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερ. 04.04.2022 μεταξύ των ιδίων, με την παρούσα, διαδίκων. Εκεί αναφέρθηκε:

 

«Ο αιτητής, φθαρτέμπορος, 55 ετών, υπέβαλε αίτηση για σύνταξη ανικανότητας στις 19/3/2012 η οποία συνοδευόταν από ιατρική έκθεση από τον θεράποντα Ιατρό του.  Στις 26/9/2012 εξετάστηκε από Ορθοπεδικό Νευροχειρουργικό Ιατρικό Συμβούλιο των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το οποίο γνωμάτευσε ότι ήταν ικανός για άσκηση του επαγγέλματος του.  Ο Διευθυντής των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, υιοθετώντας τη γνωμάτευση του Ιατρικού Συμβουλίου, απέρριψε την αίτηση στις 23/11/2012 και ο αιτητής προσέφυγε στην αρμόδια Υπουργό, ζητώντας επανεξέταση από την ίδια.  Στα πλαίσια αυτά ο αιτητής κλήθηκε στις 9/5/2013 για επανεξέταση από το Δευτεροβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο το οποίο γνωμάτευσε ότι με βάση την κλινική εξέταση και τα εργαστηριακά ευρήματα ήταν ικανός για άσκηση του επαγγέλματος του.  Σε αίτημα της Υπουργού για πιο αναλυτική ιατρική γνωμάτευση, δεδομένου ότι ο αιτητής είχε βάρος 150 kg και θεωρείτο υπέρβαρος, και γιατί (με αυτό το δεδομένο) κρίθηκε ικανός προς εργασία, ο Πρόεδρος του Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου έδωσε σχετική γνωμάτευση που αφορούσε ιατρικά ευρήματα του Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου για την σπονδυλική στήλη του αιτητή. Η Υπουργός αφού μελέτησε τα δεδομένα της υπόθεσης, έκρινε ότι η απόφαση του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ημερομηνίας 3/12/2012, να απορρίψει την αίτηση του για σύνταξη ανικανότητας ήταν ορθή, και ως εκ τούτου απέρριψε την ιεραρχική του προσφυγή. Ο αιτητής προσέφυγε στη συνέχεια στο Ανώτατο Δικαστήριο με την προσφυγή αρ. 5931/2013, η οποία όμως μετά θεωρήθηκε άνευ αντικειμένου, καθ' ότι η επίδικη εκεί απόφαση ανακλήθηκε για διαδικαστικούς λόγους, (διαπιστώθηκε πως δεν υπήρχε απόφαση Υπουργού στον φάκελο). Στον αιτητή κοινοποιήθηκε στη συνέχεια η απόφαση της Υπουργού, με επιστολή του Γενικού Διευθυντή ημερομηνίας 20/2/2014.

 

Λόγω της διαπίστωσης σε μεταγενέστερο στάδιο, ότι η συγκρότηση των Ιατρικών Συμβουλίων μέχρι 15/11/2014 δεν έγινε σύμφωνα με το νομοθετικό καθεστώς, με οδηγίες της Νομικής Υπηρεσίας, όλες οι επηρεαζόμενες περιπτώσεις ανακλήθηκαν. Σαν αποτέλεσμα αυτών των οδηγιών η απόφαση της Υπουργού ανωτέρω, ημερομηνίας 20/2/2014, ανακλήθηκε στις 30/10/2015 και ο αιτητής ενημερώθηκε αυθημερόν με σχετική επιστολή.

 

Το Δευτεροβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο επανεξέτασε στις 17/3/2016 την περίπτωση του αιτητή και με βάση τα ιατρικά δεδομένα του φακέλου του και τον έκρινε ξανά ικανό για εργασία κατά τον ουσιώδη χρόνο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 40(5) του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.  Η Υπουργός  έκρινε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για υιοθέτηση της γνωμάτευσης του Δευτεροβαθμίου Ιατρικού Συμβουλίου και αποφάσισε να απορρίψει την ιεραρχική του προσφυγή. Η εν λόγω απόφαση της Υπουργού κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 11/4/2016.

 

Ο αιτητής προσέφυγε εκ νέου στο Διοικητικό Δικαστήριο με την προσφυγή αρ. 684/2016.

 

Στη συνέχεια διαπιστώθηκε από τη Νομική Υπηρεσία, ότι έπασχαν και τα Πρωτοβάθμια Ιατρικά Συμβούλια και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να θεραπευθεί το πρόβλημα που προέκυψε με τον νόμιμο διορισμό των μελών του Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου. Κατόπιν οδηγιών από την Νομική Υπηρεσία, στις 20/10/2016 ανακλήθηκε εκ νέου η απόφαση της Υπουργού ημερομηνίας 11/4/2016 και η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή παραπέμφθηκε στον Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων για εξέταση από Πρωτοβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο με ορθή συγκρότηση. Ως αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής, η προσφυγή του αιτητή αρ. 684/2016, αποσύρθηκε.

 

Ο Διευθυντής Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων επανεξέτασε την απόφαση, με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Συγκεκριμένα το αρμόδιο Πρωτοβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο που εξέτασε τον αιτητή στις 26/9/2012, συνήλθε εκ νέου, όπως αναφέρεται «ορθά συγκροτημένο» στις 5/12/2016, μετά από ορισμό των μελών του από το Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με τον Κανονισμό 3(3) των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ιατρικά Συμβούλια, Δευτεροβάθμιο ιατρικό Συμβούλιο και Ειδικοί Ιατροί) Κανονισμών του 2010 (Κ.Δ.Π. 286/2010).  Λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία, εξετάσεις και ιατρικές εκθέσεις, τις οποίες ο αιτητής είχε προσκομίσει από θεράποντες Ιατρούς του, και τα οποία βρίσκονται στο φάκελο του, καθώς και την κλινική εξέταση που διενεργήθηκε κατά τον ουσιώδη χρόνο (26/9/2012), το εν λόγω Πρωτοβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο γνωμάτευσε, ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ο αιτητής ήταν ικανός για εργασία. Ο αιτητής προσέφυγε στην συνέχεια στην Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατά της εν λόγω απόφασης με ιεραρχική προσφυγή ημερομηνίας 4/1/2017.  Το Δευτεροβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο, το οποίο συνήλθε εκ νέου στις 3/5/2018, έκρινε τον αιτητή ως ικανό για εκτέλεση της εργασίας του, αφού, κατά την γνωμάτευση, δεν έχει χάσει κατά τον χρόνο εξέτασης (την 9/5/2013) τα 2/3 της ικανότητας του να ασκεί το επάγγελμα του πλανόδιου φθαρτέμπορα.  Ενόψει της ιατρικής γνωμάτευσης, η Υπουργός Εργασίας, αποφάσισε να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή του αιτητή, κρίνοντας με βάση τα ενώπιον της στοιχεία, ο αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο εδάφιο (5) του άρθρου 40 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου αναφορικά με τη διαπίστωση «ανίκανου προς εργασία» ασφαλισμένου.  Η απόφαση της Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 21/8/2018.

 

Ο αιτητής στη συνέχεια καταχώρισε την υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό προσφυγή».

 

Η ως άνω Προσφυγή Αρ. 1662/2018 είχε ακυρωτική έκβαση (εφεξής θα αναφέρεται ως η «ακυρωτική απόφαση») με το Δικαστήριο να διαπιστώνει τα ακόλουθα (έμφαση και υπογράμμιση του παρόντος):

 

«Το πρώτο που παρατηρείται, είναι ότι στον αιτητή κοινοποιήθηκε επανειλημμένα απόφαση της Υπουργού με αποτέλεσμα να καταχωρεί  κάθε φορά προσφυγές  στο Δικαστήριο και ως αποτέλεσμα της ανάκλησης κάθε φορά των επίδικων στις προσφυγές αποφάσεων, λόγω κακής συγκρότησης του Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου στην πρώτη και του Πρωτοβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου στην δεύτερη προσφυγή η δίκη θεωρείτο καταργηθείσα. Ο αιτητής, όπως αναφέρεται ανωτέρω, υπέβαλε αίτηση την 19/3/2012 και του κοινοποιήθηκε η επίδικη στην παρούσα προσφυγή απόφαση της διοίκησης στις 21/8/2018, μετά την παρέλευση έξι και πλέον ετών, για να ολοκληρωθεί η διοικητική διαδικασία.

 

(…) Χωρίς Πρακτικό του Πρωτοβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου στον διοικητικό φάκελο, προκαλείται αδυναμία δικαστικού ελέγχου, τόσο της αρμοδιότητας του οργάνου, όσο και της δυνατότητας υιοθέτησης υποκειμενικών εκτιμήσεων. Βάσει της πάγιας νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου η επίδικη στην προσφυγή απόφαση ακυρώνεται για τον λόγο αυτό. (βλ.  Πέτεβης και Γεωργιάδης Συνεργάτες ν. Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ, 138, Παύλος Νικολάου ν. Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ, 417).

 

(…)Απαιτείτο νέα εξ' υπαρχής έρευνα του Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου προς έκδοση της γνωμοδότησής του. Το Δευτεροβάθμιο όμως Συμβούλιο αναφέρει στην Έκθεσή του ότι: «Το ΔΙΣ επανεξέτασε τον φάκελλο του αιτητή και με βάση τα ευρήματα της κλινικής εξέτασης και των εργαστηριακών εξετάσεων κατά τον ουσιώδη χρόνο στις 9/05/2013 κρίνει ότι ο αιτητής είναι ικανός για εργασία, επειδή δεν απώλεσε τα 2/3 της ικανότητάς του για εργασία.  Το ΔΙΣ εισηγείται απόρριψη της προσφυγής».

 

Επίσης το Δευτεροβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο παρέλειψε να προβεί σε δέουσα έρευνα σε σχέση με το επάγγελμα του αιτητή. Ο αιτητής ανέγραψε στην αίτησή του, ότι ήταν «πλανόδιος φθαρτέμπορας», ενώ το Δευτεροβάθμιο Συμβούλιο ανέγραψε ότι ήταν «φθαρτέμπορας», δείχνοντας να πλανώνται, ως προς το τί ακριβώς καλείτο να κάνει καθημερινά στην εργασία του. Αυτό βέβαια ήταν ευθύνη και της Υπουργού να ζητήσει να διευκρινιστεί στο Ιατρικό Συμβούλιο, για να επανατοποθετείτο. Το τί ακριβώς κάνει ο πλανόδιος φθαρτέμπορας, πέραν του να πωλεί φθαρτά, (που πρόκειται για γραμματική ερμηνεία), όφειλε να διερευνηθεί.  Εργαζόταν μόνος ή με βοηθούς;  Σήκωνε βάρος ή μόνο περπατούσε κανονικά όπως ανέγραψαν στην ιατρική έκθεση; Έκανε κινήσεις κατά την άσκηση του επαγγέλματος του πλανόδιου  φθαρτέμπορα, που η ασθένειά του δεν του το επέτρεπε πλέον;  Και αν ναί ποιές και πόσο αυτές απαραίτητες και συχνές ήταν, για να ασκεί το επάγγελμα του πλανόδιου φθαρτέμπορα;

 

Περαιτέρω ο αιτητής πέραν των ιατρικών προβλημάτων στην σπονδυλική στήλη, ήταν υπέρβαρος (150 κιλά) και έπασχε από Διαβήτη ΙΙ. Είχε δε επισυνάψει στην ιεραρχική του προσφυγή προς την Υπουργό ιατρικά πιστοποιητικά που το βεβαίωναν. Διαπιστώνω επομένως, ότι δεν έγινε οποιαδήποτε έρευνα σε σχέση με τα συνολικά ιατρικά προβλήματα του αιτητή και πως αυτά επιδρούσαν στην άσκηση του επαγγέλματός του. Επιδρούσε ο Διαβήτης τύπου ΙΙ στην παχυσαρκία από την οποία επίσης έπασχε;  Και μήπως και τα δύο αυτά ιατρικά προβλήματα, σε συνδυασμό με τα προβλήματα στην σπονδυλική στήλη, καθιστούσαν τον αιτητή ανίκανο για εργασία; Αυτά τα ερωτήματα που εύλογα προκύπτουν δεν φανερώνεται να προβλημάτισαν καθόλου τα αρμόδια όργανα, ώστε να αναζητήσουν πρόσθετες ιατρικές γνωματεύσεις (άλλων ειδικοτήτων ή με άλλη σύνθεση των Ιατρικών Συμβουλίων), στο στάδιο της ιεραρχικής προσφυγής. Ο έλεγχος που ασκεί ο Υπουργός δεν είναι μόνο έλεγχος νομιμότητας, αλλά ορθότητας της απόφασης.  Ουσιαστικός έλεγχος δηλαδή, εκ δευτέρου. Ελέγχεται εκ νέου δηλαδή η αίτηση σε δεύτερο βαθμό από ιεραρχικά ανώτερο όργανο και στον έλεγχο αυτό ο αιτητής μπορεί όχι μόνο να επιχειρηματολογήσει, αλλά και να προσκομίζει και νέα ιατρικά πιστοποιητικά ως προς τις παθήσεις του, όπως ο αιτητής έπραξε. Καταλήγω, υπό τις περιστάσεις, ότι η επίδικη απόφαση πάσχει και λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και δέουσας αιτιολογίας της απορριπτικής απόφασης της Υπουργού».

 

Κατά τα γεγονότα της αίτησης ακυρώσεως, η ακυρωτική απόφαση κατέστη τελεσίδικη και ακολούθως ο Αιτητής, διά των δικηγόρων του, απέστειλε στους Καθ΄ ων η αίτηση επιστολή ημερ. 20.12.2022 καλώντας τους να επανεξετάσουν την απόφασή τους υπό το φως της ακυρωτικής απόφασης εφιστώντας την προσοχή τους στην τελεσιδικία της ακυρωτικής απόφασης και στο γεγονός ότι η αίτηση του Αιτητή για παροχή σύνταξης ανικανότητας χρονολογείται από το 2012 και ότι εκτός της ακυρωτικής απόφασης ο Αιτητής είχε προ αυτής καταχωρήσει ακόμα δύο προσφυγές. Μη λαμβάνοντας οποιαδήποτε απάντηση, ο Αιτητής καταχώρησε την παρούσα προσφυγή στις 20.06.2023 (καταχωρηθείσα στο ijustice στις 19.06.2023 μετά τις 13.01) ζητώντας απόφαση ότι η άρνηση και/ή παράλειψη των Καθ΄ ων η αίτηση να συμμορφωθούν με την ακυρωτική απόφαση και να επανεξετάσουν την ιεραρχική του προσφυγή ημερ. 04.01.2017 αναφορικά με την απόρριψη της αίτησης του για παροχή σύνταξης ανικανότητας ημερ. 19.03.2012 είναι άκυρη και πως ότι παραλείφθηκε πρέπει να διαταχθεί να γίνει.

 

Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του ιδιώτη επιδότη ημερ. 26.06.2023, η προσφυγή επιδόθηκε σε λειτουργό των Καθ’ ων η αίτηση στις 22.06.2023 όμως ουδεμία εμφάνιση (και ασφαλώς ουδεμία ένσταση) καταχωρήθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση. Κατόπιν επανειλημμένων ανακοινώσεων του Δικαστηρίου, με τις οποίες εδίδετο παράταση προς συμμόρφωση των Καθ΄ων η αίτηση, στην ανακοίνωση ημερ. 24.01.2025 αναφορικά με τη δικάσιμο ημερ. 31.01.2025, που ήταν ορισμένη η παρούσα προσφυγή, με ειδική σημείωση του Δικαστηρίου επισημάνθηκε ότι η προσφυγή εγείρεται εναντίον του Υπουργείου Εργασίας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και ότι σε περίπτωση μη εμφάνισης και ένστασης μέχρι 05.03.2025 θα προχωρήσει η εκδίκασή της άνευ δικαιώματος ένστασης εκ μέρους των Καθ΄ ων η αίτηση.

 

Ουδεμία εμφάνιση ούτε ένσταση καταχωρήθηκε μέχρι την 05.03.2025 (ή μέχρι και την ημερομηνία της παρούσας) και στις 05.06.2025 επιφυλάχθηκε η παρούσα κατόπιν της καταχώρησης της αγόρευσης εκ μέρους του Αιτητή, στην οποία σημειώνεται ότι μέχρι τις 09.05.2025, ημερομηνία της αγόρευσης, οι Καθ΄ων η αίτηση παραλείπουν/αμελούν να επανεξετάσουν.

 

Με δεδομένο το ανωτέρω πλαίσιο γεγονότων, οφείλω καταρχάς να σχολιάσω ότι είναι πραγματικά λυπηρό, μια αίτηση με αντικείμενο σύνταξη ανικανότητας, να εκκρεμεί, ουσιαστικά από το 2012 και η διοίκηση να αμελεί/ παραλείπει να συμμορφωθεί στο καθήκον της να επανεξετάσει κατόπιν της ακυρωτικής απόφασης, η οποία εξεδόθηκε από τον Απρίλη 2022, ήτοι πέραν του ενός έτους πριν από την καταχώριση της παρούσας και 3 ετών πριν από την ημερομηνία της παρούσας απόφασης αλλά και να αποφεύγει να εμφανιστεί ενώπιον του παρόντος ώστε να δώσει εξηγήσεις για τη στάση της αυτή. 

 

Κατά τα λοιπά, δεν απαιτείται, θεωρώ, να επεκταθώ πέραν του απολύτως αναγκαίου. Είναι δεδομένο το κατ’ Άρθρο 146.5 του Συντάγματος και (άρθρο) 59 του Ν. 158(1Ι)/1999 καθήκον των Καθ΄ ων η αίτηση να συμμορφωθούν με την ακυρωτική απόφαση και να επανεξετάσουν την ιεραρχική προσφυγή του Αιτητή υπό το φως των ευρημάτων της απόφασης αυτής, καθήκον που ουδείς αμφισβητεί και άλλωστε επιβεβαιώνω ότι παρέλειψαν/παραλείπουν να εκτελέσουν για, υπό τις περιστάσεις πέραν του ευλόγου, χρονικό διάστημα.

 

Το καθήκον για επανεξέταση κατόπιν ακυρωτικής απόφασης και η εκτελεστή φύση της παράλειψης εκτέλεσής του, έχει αναγνωριστεί διαχρονικά σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου και Διοικητικού Δικαστηρίου. Σχετικές, μεταξύ άλλων, είναι οι αποφάσεις στις Αναθ. Εφ. Αρ. 146/2014 ΚΟΤ v. Ελίνα Χριστοφίδου, ημερομηνίας 12.07.2016, Πρ. Αρ. 32/2002 Μιχαήλ Τσαγγαρίδης ν. Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 04.03.2003 (Εντ. Δ. ΑΔ Νικολάου), Υπ. Αρ. 829/01 Γεώργιος Ιορδάνους ν. Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ.10.07.2002 (Εντ. Δ. ΑΔ. Αρτέμης), Πρ. Αρ. 803/99 Λοϊζου Καζαμία ν. Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου ημερ. 20.12.2000 (Εντ. Δ. ΑΔ Κωνσταντινίδης), Πρ. Αρ. 1916/2018 Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας ημερ. 19.11.2020 (Εντ. Δ. Γ. Σεραφείμ, ΔΔΔ ως ήταν τότε) και Πρ. Αρ. 302/2014 Χριστοφίδης ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιομετόχου ημερ. 22.06.2016 (Εντ. Δ. Φ. Κωμοδρόμος, ΔΔΔ, ως ήταν τότε).

 

Ως εκ των ανωτέρω η προσφυγή επιτυγχάνει ως το αιτητικό Α αυτής.  Η προσβαλλόμενη παράλειψη των Καθ΄ ων η αίτηση να επανεξετάσουν κατόπιν της ακυρωτικής απόφασης στην Πρ. Αρ. 1662/2018 Ρένου ν. Υπουργείου Εργασίας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερ. 04.04.2022 είναι άκυρη και παν ό,τι έχει παραλειφθεί, δέον όπως εκτελεσθεί. Τα έξοδα επιδικάζονται στα €1.600 πλέον Φ.Π.Α υπέρ του Αιτητή και εναντίον των Καθ' ων η αίτηση.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο