Ζ. Ν. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, Υπόθεση αρ. 1572/2021, 30/7/2025
print
Τίτλος:
Ζ. Ν. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, Υπόθεση αρ. 1572/2021, 30/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 1572/2021)

30 Ιουλίου 2025

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

Ζ. Ν.

Αιτήτρια,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Στέφανος Σάββα, για Παπαντωνίου & Παπαντωνίου Δ.Ε.Π.Ε., για την αιτήτρια.

Θεοδώρα Πιπερή - Χριστοδούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Αντικείμενο της υπό εκδίκαση προσφυγής, συνιστά η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 15.9.2021, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της αιτήτριας με αρ. ΠΑΦ/846/2018 για χορήγηση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής, για την ανέγερση τεσσάρων κατοικιών στην Κοινότητα Πωμός, της Επαρχίας Πάφου, όπως η εν λόγω απορριπτική απόφαση της γνωστοποιήθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 8.10.2021.

 

  Η αιτήτρια είναι ιδιοκτήτρια του τεμαχίου με αρ. […], Φ./Σχ.[…], Τμήμα 0, τοποθεσία Μούττη του Πωμού, στην κοινότητα Πωμού της Επαρχίας Πάφου. Στις 14.11.2018, υπέβαλε στην Πολεοδομική Αρχή, ήτοι στον Επαρχιακό Λειτουργό Πάφου, του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση τεσσάρων κατοικιών, κατά παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής (2014). Επί της αίτησης, η αιτήτρια ανέφερε πως «Ζητείται παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής λόγω της χωροθέτησης της προτεινόμενης ανάπτυξης εντός Ζώνης Προστασίας Ζ3 και υπέρβασης στον επιτρεπόμενο συντελεστή δόμησης».

 

  Σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 15 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Παρεκκλίσεις) Κανονισμών του 1999, Κ.Δ.Π. 309/99 για την μελέτη της αίτησης και με σκοπό την αποστολή εμπεριστατωμένης έκθεσης προς το Συμβούλιο Μελέτης Παρεκκλίσεων (στο εξής «ΣΥΜΕΠΑ») ζητήθηκαν και λήφθηκαν οι απόψεις της οικείας Πολεοδομικής Αρχής, της οικείας Τοπικής Αρχής, του οικείου Επάρχου, του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, καθώς και κάθε άλλης υπηρεσίας ή φορέα, προκειμένου το ΣΥΜΕΠΑ να αποστείλει αιτιολογημένη εισήγηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο, ως αυτό απαιτείται από τους σχετικούς Κανονισμούς.

 

  Αφού λήφθηκαν οι απόψεις και θέσεις της Πολεοδομικής Αρχής, του Προέδρου του Κοινοτικού Συμβουλίου Πωμού, του Επάρχου Πάφου, της Διευθύντριας του Τμήματος Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών, του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, του Τμήματος Περιβάλλοντος, του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης, της ΑΗΚ, και της Υπηρεσίας Θήρας και Πανίδας, η Πολεοδομική Αρχή υπέβαλε έκθεση ημερομηνίας 3.6.2020 προς τον Πρόεδρο του ΣΥΜΕΠΑ για απόρριψη της αίτησης, λόγω του ότι αφενός, η αίτηση δεν ενέπιπτε σε κανένα από τα κριτήρια του Κανονισμού 19(1) της Κ.Δ.Π. 309/99, ενώ αφετέρου, η ανάπτυξη επηρέαζε ουσιωδώς την γενική στρατηγική του ισχύοντος Σχεδίου Ανάπτυξης. Με την λήψη της εν λόγω έκθεσης, ο Πρόεδρος του ΣΥΜΕΠΑ, ζήτησε και έλαβε και τις απόψεις του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ο οποίος συμφώνησε με τις θέσεις της Πολεοδομικής Αρχής.

 

  Ακολούθησε η συνεδρία του ΣΥΜΕΠΑ, ημερομηνίας 9.6.2021, ενώπιον του οποίου τέθηκαν οι πιο πάνω αναφερόμενες εισηγήσεις και θέσεις, το οποίο ομόφωνα αποφάσισε όπως εισηγηθεί προς το Υπουργικό Συμβούλιο την απόρριψη της υποβληθείσας αιτήσεως χορήγησης πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής, λόγω του ότι η προτεινόμενη ανάπτυξη επηρεάζει ουσιωδώς τη Γενική Στρατηγική του ισχύοντος Σχεδίου Ανάπτυξης και δεν εμπίπτει σε κανένα από τα κριτήρια του Κανονισμού 19(1) της Κ.Δ.Π. 309/99. Προς τούτο, απεστάλη στο Υπουργικό Συμβούλιο, η αιτιολογημένη εισήγηση του ΣΥΜΕΠΑ.

 

  Το Υπουργικό Συμβούλιο κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 15.9.2021, αποφάσισε όπως απορρίψει την υποβληθείσα αίτηση της αιτήτριας για χορήγηση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση, θεωρώντας πως δεν ικανοποιούνται οι πρόνοιες του Κανονισμού 19(1) και (2) της Κ.Δ.Π. 309/99, απόφαση που γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με την επιστολή ημερομηνίας 8.10.2021, η νομιμότητα της οποίας αποτελεί το αντικείμενο της υπό κρίση υπόθεσης.

 

  Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, προωθεί δύο λόγους ακύρωσης. Ο πρώτος, αφορά σε ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας, αφού κατά τις εισηγήσεις, εσφαλμένα το ΣΥΜΕΠΑ κατέληξε πως η αίτηση δεν ενέπιπτε στο κριτήριο του Κανονισμού 19(1)(στ) της Κ.Δ.Π. 309/99 που αφορά σε «βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης οικογένειας σε αποδεκτά επίπεδα χωρίς να αυξάνεται η πυκνότητα χρήσης». Παραπέμπει, προς τούτο, στο Παράρτημα ΙΙ της Ένστασης, ήτοι στα πρακτικά συνεδρίας του ΣΥΜΕΠΑ ημερομηνίας 9.6.2021 και στην αναφορά πως η αιτούμενη ανάπτυξη, δεν αφορά στη στέγαση οργανικής οικογένειας με βάση τα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια που αιτούνται για κατά παρέκκλιση πολεοδομική άδεια για ανέγερση μεμονωμένης κατοικίας και πως οι προτεινόμενες κατοικίες θα χρησιμοποιηθούν ως εξοχικές και όχι για μόνιμη στέγαση. Κατά τις εισηγήσεις, το συμπέρασμα αυτό είναι αυθαίρετο, δεν προκύπτει από την αίτηση και συνεπώς, όφειλαν οι καθ’ ων η αίτηση να καλέσουν την αιτήτρια να δώσει  διευκρινίσεις ως προς τον σκοπό την ανέγερσης των εν λόγω κατοικιών.

 

  Ο δεύτερος λόγος ακύρωσης, άπτεται της θέσης πως η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται νομίμου αιτιολογίας, αφού η θέση του ΣΥΜΕΠΑ πως η αιτούμενη ανάπτυξη επηρεάζει ουσιωδώς την Γενική Στρατηγική του ισχύοντος Σχεδίου Ανάπτυξης (Κανονισμός 19(2)) και πως δεν εμπίπτει σε κανένα από τα κριτήρια του Κανονισμού 19(1), έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την θέση του Προέδρου του Κοινοτικού Συμβουλίου Πωμού, ημερομηνίας 13.3.2019, την θέση του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων ημερομηνίας 19.2.2019 και της ΑΗΚ ημερομηνίας 13.12.2018. Κατά τις εισηγήσεις, ενόψει της ύπαρξης αντιφατικών προτάσεων, οι καθ’ ων η αίτηση όφειλαν να αιτιολογήσουν με σαφήνεια το σκεπτικό τους που οδήγησε στην απόρριψη της αίτησης.

 

  Αντίθετη υπήρξε η προσέγγιση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας, η οποία υποστήριξε πλήρως την νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, τονίζοντας ιδιαίτερα την φύση της υποβληθείσας αιτήσεως, που αφορά σε διαδικασία χορήγησης πολεοδομικής άδειας η οποία γίνεται κατά παρέκκλιση από το ισχύον Σχέδιο Ανάπτυξης, η οποία εξετάζεται και εγκρίνεται πρωτίστως, λαμβάνοντας υπόψη το γενικότερο δημόσιο καλό και όχι το ατομικό συμφέρον. Τονίζοντας ιδιαίτερα το γεγονός πως ο λόγος υποβολής αίτησης για χορήγηση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση, υπήρξε το γεγονός πως και οι τέσσερεις προτεινόμενες κατοικίες χωροθετούνται εντός της Ζώνης Προστασίας της Παραλίας, ενώ παρουσιάζετο και υπέρβαση του επιτρεπόμενου συντελεστή δόμησης, υποστήριξε πως εφόσον τα αρμόδια Τμήμα και Υπηρεσίες έκριναν πως η αίτηση δεν ενέπιπτε σε κανένα από τα κριτήρια που θέτει ο Κανονισμός 19 της Κ.Δ.Π. 309/99, ορθά η αίτηση έτυχε απόρριψης.

 

  Έχοντας μελετήσει τους ενώπιον μου εγειρόμενους ισχυρισμούς και αντίστοιχες θέσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων των δύο πλευρών, καταλήγω πως η προσφυγή θα πρέπει να έχει απορριπτική κατάληξη, για τους λόγους που θα αναφέρω πιο κάτω.

 

  Η επίδικη αίτηση αφορούσε σε υποβολή αίτησης για χορήγηση πολεοδομικής άδειας, κατά παρέκκλιση των προνοιών του ισχύοντος Σχεδίου Ανάπτυξης, εν προκειμένω της Δήλωσης Πολιτικής του 2014. Όπως άλλωστε σημειώνεται από την ίδια την αιτήτρια στην παράγραφο 5 της υποβληθείσας αίτησης, ημερομηνίας 14.11.2018, η αιτούμενη ανάπτυξη παραβίαζε πρόνοιες της ισχύουσας Δήλωσης Πολιτικής, λόγω αφενός της χωροθέτησης του τεμαχίου εντός της Ζώνης Προστασίας της Παραλίας και αφετέρου, λόγω της υπέρβασης του επιτρεπόμενου συντελεστή δόμησης.

 

  Συνεπώς, όπως πολύ ορθά υπέβαλε η Δημοκρατία, η εξέταση της αίτησης άρχιζε με δεδομένη, ήδη, την παρέκκλιση της ανάπτυξης από την έννομη τάξη.

 

  Οι σχετικές κανονιστικές διατάξεις που διέπουν την δυνατότητα προσώπου να υποβάλει αίτηση για οποιαδήποτε ανάπτυξη που δεν θα ήταν δυνατή στην κανονική πορεία των πραγμάτων, όπως ακριβώς και στην επίδικη περίπτωση, θεσμοθετούνται στους περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Παρεκκλίσεις) Κανονισμούς του 1999, Κ.Δ.Π. 309/99, ως αυτοί ήταν σε ισχύ κατά τον ουσιώδη χρόνο, στους οποίους γίνεται αναφορά στη διαδικασία που ακολουθείται για την μελέτη τέτοιων αιτήσεων, καθώς και στα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για την χορήγηση παρέκκλισης.

  Στις διατάξεις του Κανονισμού 19(1), αναφέρονται οι αρχές και κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη κατά την εξέταση αιτήσεων για ανάπτυξη κατά παρέκκλιση από πρόνοιες Σχεδίων Ανάπτυξης, κριτήρια τα οποία ουσιαστικά προωθούν σκοπούς γενικότερου δημοσίου συμφέροντος και ανάπτυξης, παρά ιδιωτικού και ατομικού, ενώ, κατά τα αναφερόμενα στο εδάφιο (2) του ίδιου Κανονισμού, τονίζεται πως σε κάθε περίπτωση λαμβάνεται υπόψη ο μη ουσιώδης επηρεασμός της γενικής στρατηγικής του ισχύοντος Σχεδίου Ανάπτυξης.

 

  Παράλληλα, στον Κανονισμό 14(3) και (5), γίνεται αναφορά σε υποβολή από το ΣΥΜΕΠΑ αιτιολογημένης εισήγησης προς το Υπουργικό Συμβούλιο και πως σε περίπτωση που αυτή είναι θετική, δηλαδή σε περίπτωση που υποβάλλεται εισήγηση για χορήγηση παρέκκλισης, τότε αυτή θα πρέπει να αιτιολογείται με αναφορά στα κριτήρια και στις αρχές του Κανονισμού 19.

 

  Αυτό που προκύπτει από τα ενώπιον μου έγγραφα και στοιχεία, είναι πως έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη στους Κανονισμούς διαδικασία για την μελέτη της υποβληθείσας αίτησης. Ζητήθηκαν και ελήφθησαν οι απόψεις όλων των Τμημάτων και Υπηρεσιών, κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό 15(1), οι οποίες εμπεριέχονται στο Παράρτημα Ι της Ένστασης.

 

  Δεν συμφωνώ με τις θέσεις της αιτήτριας πως υπήρχαν, επί του προκειμένου, αντιφατικές απόψεις και προτάσεις σε σχέση με την υποβληθείσα αίτηση, γεγονός που επέβαλλε την αναγκαιότητα πλήρους αιτιολόγησης της απορριπτικής απόφασης.

 

  Ανατρέχοντας στο Παράρτημα Ι της Ένστασης και ειδικότερα στο σχετικό «Σημείωμα για το Συμβούλιο Μελέτης Παρεκκλίσεων» που ετοιμάστηκε σε σχέση με την αίτηση της αιτήτριας, δεν εντοπίζω να υπήρξε θέση ή άποψη που να υποστήριζε, δίχως άλλο και χωρίς καμία επιφύλαξη ή όρο, την έγκριση της αίτησης.

 

  Η αιτήτρια αναφέρεται στις θέσεις του Προέδρου του Κοινοτικού Συμβουλίου Πωμού, στις θέσεις του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων και στις θέσεις της ΑΗΚ. Κι οι τρείς όμως προαναφερθείσες απόψεις, δεν ήταν υποστηρικτικές της έγκρισης της αίτησης, άλλα αντιθέτως, έθεσαν όρους και προϋποθέσεις σε ό,τι αφορά την αρμοδιότητά τους.

 

  Ο Πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου Πωμού, με την επιστολή του ημερομηνίας 13.3.2019 ανέφερε πως «δεν φέρει οποιανδήποτε ένσταση για την κατασκευή στεγανής δεξαμενής νοουμένου ότι θα τηρηθούν οι όροι της Πολεοδομίας». Ο Διευθυντής του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, στην επιστολή του ημερομηνίας 19.2.2019, υπέβαλε πως «δεν φέρει ένσταση […] νοουμένου ότι θα τηρηθούν οι πιο κάτω όροι: […]» θέτοντας οκτώ όρους που θα πρέπει να τηρηθούν. Η Τεχνικός Μηχανικός Έργων της ΑΗΚ, στην επιστολή της ημερομηνίας 13.12.2018, ομοίως ανέφερε πως «δεν έχει ένσταση υπό τους ακόλουθους όρους: […]».

 

  Πρέπει ωστόσο να τονιστούν οι αρνητικές θέσεις και απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής, του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, του Τμήματος Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών, του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης, του Τμήματος Περιβάλλοντος, της Υπηρεσίας Θήρας και Πανίδας. Σύμφωνα με τις πιο πάνω - μη υποστηρικτικές της έγκρισης της αίτησης -απόψεις από Πολεοδομικής απόψεως, η υποβληθείσα αίτηση δεν εμπίπτει σε κανένα από τα κριτήρια του Κανονισμού 19(1), ενώ η αιτούμενη ανάπτυξη επηρεάζει την γενική στρατηγική του ισχύοντος Σχεδίου Ανάπτυξης, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) αυτού. Πρόσθετος λόγος διατύπωσης αρνητικής εισήγησης, υπήρξε η ένταξη της ανάπτυξης σχεδόν εξ ολοκλήρου εντός της ζώνης προστασίας της παραλίας, το ζήτημα της υδροδότησης κι η εγγύτητα του τεμαχίου με την θάλασσα, εξ ου και ζητήθηκε η κατασκευή σηπτικής δεξαμενής για διοχέτευση των αποβλήτων της οικοδομής.

 

  Επομένως, πέραν του ότι η εισήγηση του ΣΥΜΕΠΑ προς το Υπουργικό Συμβούλιο ήταν αρνητική και συνεπώς, δεν υπήρχε υποχρέωση για αιτιολόγηση των κριτηρίων και των αρχών του Κανονισμού 19, εντούτοις, δόθηκε πλήρης αιτιολόγηση των λόγων για τους οποίους υπεβλήθη αρνητική εισήγηση, όπως αυτές οι θέσεις περιέχονται, τόσο στο Σημείωμα που υπεβλήθη ενώπιον του ΣΥΜΕΠΑ και περιέχεται ως Παράρτημα Ι στην Ένσταση, όσο και στο Παράρτημα V της Ένστασης (Μέρος Α Παράρτημα III).

 

  Δεν συμφωνώ ούτε με την έτερη εισήγηση της αιτήτριας πως οι καθ’ ων η αίτηση όφειλαν να την καλέσουν προκειμένου να δώσει διευκρινίσεις ως προς τον σκοπό της ανέγερσης των τεσσάρων κατοικιών, ισχυρισμός που προωθήθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο, λόγω της αναφοράς στα πρακτικά συνεδρίας του ΣΥΜΕΠΑ ημερομηνίας 9.6.2021, πως η αιτούμενη ανάπτυξη, δεν αφορά στη στέγαση οργανικής οικογένειας και πως οι προτεινόμενες κατοικίες θα χρησιμοποιηθούν ως εξοχικές και όχι για μόνιμη στέγαση.

 

  Κατά τις διατάξεις του εδαφίου (1)(στ) του Κανονισμού 19, ένα από τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για υποβολή θετικής εισήγησης της Πολεοδομικής Αρχής και του ΣΥΜΕΠΑ προς το Υπουργικό Συμβούλιο, είναι κι η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης οικογένειας σε αποδεκτά επίπεδα χωρίς να αυξάνεται η πυκνότητα χρήσης. Στην αιτιολογημένη εισήγηση του ΣΥΜΕΠΑ προς το Υπουργικό Συμβούλιο, αναφέρθηκε πως η αιτούμενη ανάπτυξη, δεν αφορά σε στέγαση οργανικής οικογένειας για μόνιμη διαμονή, αλλά ότι πρόκειται για εξοχικές κατοικίες.

 

  Ανατρέχοντας στην αίτηση που υπέβαλε η αιτήτρια, δεν αναφέρεται οτιδήποτε εκ μέρους της που να τεκμηριώνει την ύπαρξη μόνιμης διαμονής της στο χωριό, είτε πρόθεση στέγασης οικογένειάς της. Δεν γίνεται καμία αναφορά ως προς τον σκοπό της αιτούμενης ανάπτυξης, λαμβανομένου παράλληλα υπόψη πως τα στοιχεία διαμονής της αιτήτριας, όπως δηλώθηκαν στην αίτηση, είναι στην Έγκωμη.

 

  Κρίνεται πως το βάρος απόδειξης για πλήρωση των απαιτούμενων κριτηρίων και αρχών, βρίσκεται στους ώμους του εκάστοτε αιτητή και δεν αποτελεί υποχρέωση της διοίκησης για ανεύρεση της πρόθεσης και του σκοπού υποβολής αίτησης. Αντιθέτως, αυτό πρέπει να δηλώνεται, αλλά και να αποδεικνύεται από τον ίδιο τον αιτητή που ζητά την παρέκκλιση από τον κανόνα τήρησης των απαιτήσεων των ισχυόντων Σχεδίων Ανάπτυξης.

 

  Πολύ πρόσφατα το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο στα πλαίσια της Ε.Δ.Δ. 29/20, Γέωφρα Λτδ ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 21.1.2025, αναφέρθηκε στις αρχές που διέπουν την δυνατότητα χορήγησης πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση των Σχεδίων Ανάπτυξης, επιβεβαιώνοντας τις πάγιες αρχές πως, η άρνηση έγκρισης, όπως εν προκειμένω η περίπτωση, δεν είναι απαραίτητο να αιτιολογείται ειδικά, ενώ παράλληλα, επαναλήφθηκε πως δεν είναι στους ώμους των καθ’ ων η αίτηση το βάρος να αποδείξουν ότι η έγκριση της αίτησης δεν είναι προς το δημόσιο συμφέρον, αλλά στους ίδιους τους αιτητές, να αποδείξουν πως η δική τους περίπτωση, δικαιολογείται προς το δημόσιο συμφέρον. Παράλληλα, τονίστηκε η ευρεία διακριτική ευχέρεια του Υπουργικού Συμβουλίου για κατά παρέκκλιση χορήγηση πολεοδομικής άδειας.

 

  Μεταφέρω το πιο κάτω εκτενές απόσπασμα από την Γέωφρα Λτδ (ανωτέρω): 

«Δυνατότητα παραχώρησης άδειας για συγκεκριμένη ανάπτυξη, εκτός Τοπικού Σχεδίου, δίδεται, όπως επεξηγείται αναλυτικότερα κατωτέρω, όχι για ικανοποίηση ατομικού δικαιώματος, αλλά για εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος, όπως ρυθμίζεται στους περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Παρεκκλίσεις) Κανονισμών του 1999 (ΚΔΠ 309/99). Κατά παρέκκλιση, δηλαδή, της έννομης τάξης και όχι «δικαιωματικά», προς ικανοποίηση νόμιμου δικαιώματος του πολίτη […]

 

Ο Κανονισμός 15(5) της ΚΔΠ 309/99, ο οποίος εκδόθηκε με βάση το Άρθρο 26 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, προβλέπει ότι, σε περίπτωση εισήγησης για χορήγηση παρέκκλισης, αυτή αιτιολογείται με βάση τα κριτήρια και τις αρχές του Κανονισμού 19 και το Συμβούλιο μπορεί να εισηγηθεί την επιβολή όρων, περιλαμβανομένων και όρων που αφορούν αντισταθμιστικά μέτρα, όπως αυτά καθορίζονται στους Κανονισμούς 20 και 21. 

 

Εξάγεται, από το ανωτέρω λεκτικό, πως ειδική αιτιολογία, από το ΣΜΠ, απαιτείται, δια νόμου, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία αυτό αποφασίζει να εισηγηθεί τη χορήγηση παρέκκλισης και όχι εκεί όπου εισηγείται την απόρριψη αίτησης για παρέκκλιση.

 

Λέχθηκε, στην Μαρίνα Νεοφύτου v. Υπουργικό Συμβούλιο (ανωτέρω), ότι ζητούμενο στις περιπτώσεις των παρεκκλίσεων «δεν είναι η εξυπηρέτηση του ενδιαφερομένου προσώπου, αλλά η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος».

 

Η πάγια νομολογία επί του θέματος υπαγορεύει ότι η άρνηση έγκρισης της κατά παρέκκλιση αδειοδότησης δεν είναι απαραίτητο να αιτιολογείται ειδικά (βλ. μεταξύ άλλων Hawaii Hotels Ltd v. Δημοκρατίας (1995) 4(Δ) Α.Α.Δ. 2835, Ανδρέας Σ. Συμιλλίδης v. Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 43, Γιωργούλα Νικόλα Χαραλάμπους (Τσαγγαρίδη) v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 516/2001, ημερ. 15/10/2002 και Ioannis Georgiou Piggery Ltd vΔημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 316). Προκύπτει, από τις πιο πάνω αποφάσεις, ότι δεν είναι στους καθ’ων η αίτηση το βάρος να αποδείξουν ότι η έγκριση της αίτησης δεν ήταν προς το δημόσιο συμφέρον, αλλά στο πρόσωπο που επικαλείται την ύπαρξη του, εν προκειμένω, στους αιτητές, οι οποίοι θα έπρεπε να αποδείξουν ότι η περίπτωσή τους δικαιολογείτο προς το δημόσιο συμφέρον ή από άλλες ειδικές περιπτώσεις που καθορίστηκαν με Κανονισμούς.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, είναι σαφές ότι ουδείς λόγος δημοσίου συμφέροντος προτάθηκε για εξυπηρέτηση του οποίου θα έπρεπε η άδεια για παρέκκλιση να εγκριθεί. Αντίθετα, εκείνη η οποία θα κέρδιζε από την έγκριση της ήταν η Εφεσείουσα, η οποία δεν απέδειξε τη συνδρομή κανενός από τους ειδικούς λόγους και κριτήρια του άρθρου 19 της ΚΔΠ 309/99 […]

 

Η εκφρασθείσα διαφορετική άποψη και προσέγγιση, από τους αρμόδιους φορείς, αντιμετωπίστηκε με τη διεξαγωγή δημόσιας ακρόασης. Το ΣΜΠ, αφού έλαβε τις εισηγήσεις και γνώμες από τα αρμόδια όργανα, σχημάτισε τη δική του εισήγηση, για την οποία δεν απαιτείται η παράθεση ειδικής αιτιολογίας ως προς τον λόγο για τον οποίο δεν ακολούθησε τις γνωμοδοτήσεις ή απόψεις κάποιων φορέων που διαφωνούσαν. Οι απόψεις των συγκεκριμένων φορέων, αν και σημαντικές ως συμβουλευτικές, δεν είναι δεσμευτικές. Η εκτελεστική αρμοδιότητα ανήκει θεσμικά στο Συμβούλιο, το οποίο, σε κάθε περίπτωση, διαμορφώνει τη δική του γνώμη, η οποία μπορεί να διαφοροποιείται.

 

Το κατ’ εξοχήν γνωμοδοτικό όργανο, βάσει του Άρθρου 26(3)(β) του Νόμου και της ΚΔΠ 309/99 είναι το Συμβούλιο, το οποίο συλλέγει και συνθέτει τις απόψεις που υποβάλλουν οι διάφορες αρχές και όλα τα σχετικά τεχνοκρατικά στοιχεία (Καν. 15/1). Ως εκ τούτου, τα όσα εισηγείται ο συνήγορος της Εφεσείουσας για την ανάγκη ειδικής αιτιολόγησης, εξαιτίας του λόγου της διαφωνίας κάποιων, δεν ευσταθούν. (Γ. Ν. Ανδρονίκου v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου (2009) 4(Α) Α.Α.Δ. σελ. 356).

 

Συνεπώς, δεν απαιτείτο αιτιολογία. Παρά ταύτα, αυτή δόθηκε, αφού, όπως φαίνεται από τον διοικητικό φάκελο και υποδεικνύει το πρωτόδικο Δικαστήριο «Οι διατυπώσεις πως η τεράστια αυτή επιχείρηση, με τους υπαίθριους και καλυμμένους αποθηκευτικούς χώρους λατομικών και οικοδομικών υλικών, δεν ήταν δυνατόν να αδειοδοτείτο εντός του υπ΄αναφορά τεμαχίου, γιατί καταστρατηγούσε σημαντικές πρόνοιες του Σχεδίου Ανάπτυξης και συνεπώς αυτή θα έπρεπε να έπαυε να λειτουργεί και να απομακρυνόταν από το τεμάχιο, μεταστεγαζόμενη σε βιομηχανική ζώνη, όπου τέτοιες αναπτύξεις μπορούσαν να επιτραπούν και ότι βρισκόταν σε μεγάλο βαθμό εκτός των προνοιών του Σχεδίου Ανάπτυξης, όπως επίσης και επειδή η ανάπτυξη επηρέαζε ουσιωδώς τη γενική στρατηγική του ισχύοντος Σχεδίου Ανάπτυξης [Κανονισμός 19(2), Κ.Δ.Π. 309/99], και δεν ενέπιπτε σε κανένα από τα κριτήρια του Κανονισμού 19(1) των σχετικών Κανονισμών, θεωρώ πως ήταν πλήρως απόλυτα νόμιμη, πλήρως αιτιολογημένη και αποτέλεσμα ενδελεχούς και σοβαρής έρευνας, η οποία προκύπτει από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου).» 

 

 

  Ομοίως, τα ίδια λέχθηκαν και επαναλήθηκαν πολύ προσφάτως και από το Εφετείο στα πλαίσια της Ε.Δ.Δ. 87/2021, Αγαθαγγέλου ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 19.6.2025.

 

  Στη βάση των πιο πάνω, καταλήγω πως η αιτήτρια δεν απέδειξε πως η περίπτωσή της, εμπίπτει σε οποιοδήποτε από τα κριτήρια που καθορίζονται στις διατάξεις του Κανονισμού 19, ενώ κρίνεται πως η προσβαλλόμενη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, λήφθηκε μετά από διεξαγωγή επαρκούς έρευνας και μελέτης τόσο των νομικών και πολεοδομικών χαρακτηριστικών, αλλά και περιορισμών της υπόθεσης.

 

  Η δε εκτίμηση των πραγματικών στοιχείων με αναφορά στο Νόμο και τους σχετικούς Κανονισμούς, όπως και η τελική κρίση, δεν έχουν εκφύγει από τα επιτρεπτά όρια της διακριτικής ευχέρειας των καθ΄ ων η αίτηση και κρίνω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ευλόγως επιτρεπτή.

 

  Ενόψει όλων των ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται με €2.000 έξοδα εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                       

 

      Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο