M. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΔΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Υπόθεση Αρ. Ειδ. Μ. 2/2025, 4/7/2025
print
Τίτλος:
M. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΔΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Υπόθεση Αρ. Ειδ. Μ. 2/2025, 4/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                                                       

(Υπόθεση Αρ. Ειδ. Μ. 2/2025)

 

4 Ιουλίου 2025

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

          ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                                 M. S.

                                                                             Αιτητής

                                                    ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΔΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για Νικολέττα Χαραλαμπίδου Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητή

Ι. Α. Γεωργίου, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση      

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο αιτητής προσβάλλει ως παράνομη την απόφαση των καθ’ ων η αίτηση, που περιέχεται σε σχετική επιστολή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης («το Τμήμα»), ημερομηνίας 13.6.2024 και σύμφωνα με την οποία τού επιβλήθηκε όπως εμφανίζεται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή μεταξύ 8:00 π.μ. και 12:00 μ.μ. ενώπιον του Γραφείου της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ), στην Επαρχία Διαμονής του.

 

Ο αιτητής είναι υπήκοος Συρίας και κάτοχος καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας από το έτος 2019.

 

Την 31.8.2023, ο αιτητής κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του άρθρου 6 (1)(ζ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο («Κεφ. 105») και εναντίον του εκδόθηκαν διατάγματα απέλασης και κράτησης δυνάμει του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου και του άρθρου 14 του Κεφ. 105, αντίστοιχα.

 

Στις 16.5.2024, ο αιτητής καταχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο την αίτηση με αρ. 76/24 για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus.

 

Στις 13.6.2024, με απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος, ο αιτητής αφέθηκε ελεύθερος, με τους όρους όπως εμφανίζεται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή μεταξύ των ωρών 8:00 π.μ. και 12:00 μ.μ. ενώπιον του γραφείου της ΥΑΜ, στην Επαρχία διαμονής του και, ως εκ τούτου, στις 13.6.2024, το διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 31.8.2023, ακυρώθηκε λόγω εφαρμογής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.

Παρατίθεται αυτολεξεί το κείμενο της απόφασης της Διευθύντριας, που αποτελεί και την προσβαλλόμενη δια της παρούσας προσφυγής απόφαση:

 

«I wish to inform you that, after re-examining your case, I have decided to release you on the following terms:

 

1. You are obliged to report to the Office of the Aliens and Immigration Police of the District of your residence every Monday, Wednesday and Friday between 8:00 a.m. to 12:00 p.m.

 

2. You are obliged to report a residence address to the Office of the Aliens and Immigration Police of the District of your residence. Before you change your residence, you are obliged to immediately report the new address to the Office of the Aliens and Immigration Police to the District of your residence.

 

Be informed that in case you fail to follow any of these terms, further actions will be taken and another detention order will be issued against you.».

 

Κατά της πιο πάνω απόφασης, ο αιτητής καταχώρησε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ) την προσφυγή αρ. 2259/2024, το οποίο, με ενδιάμεση απόφασή του, ημερομηνίας 15.5.2025, αποφάσισε την παραπομπή της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, η οποία και έλαβε προς τούτο τον αριθμό Ειδικού Μητρώου 2/2025. Έφεση κατά της απόφασης του ΔΔΔΠ, δεν ασκήθηκε.

Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, διατείνεται πως η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση της επιβολής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, στερείται νομιμότητας, λόγω του ότι δεν έχει οποιοδήποτε νομικό έρεισμα. Υποβάλλει πως, ούτε σε ενωσιακό, αλλά ούτε και σε εθνικό επίπεδο υπάρχει οποιαδήποτε πρόβλεψη για επιβολή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, σε πρόσωπο που είναι δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας, ως ο αιτητής. Η απουσία αναφοράς στο ίδιο το κείμενο της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης της νομικής της βάσης, συνιστά έλλειψη αιτιολογίας και νομική πλάνη και θα πρέπει να ακυρωθεί, ως ληφθείσα καθ' υπέρβαση των άκρων ορίων του διοικητικού οργάνου.

 

Υποβάλλεται, πρόσθετα, η εισήγηση πως η προσβαλλόμενη πράξη, παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας, αφού δεν διαφαίνεται ποιος είναι ο σκοπός της λήψης του επίδικου μέτρου, ενώ σημειώνει πως κρατείται πέραν των 8 μηνών για σκοπούς απέλασης, ως επικίνδυνος για την δημόσια τάξη και εθνική ασφάλεια, χωρίς να λαμβάνεται καμία ενέργεια για την απέλασή του, κατά παράβαση του δικαιώματος του στην ελεύθερη διακίνηση.

 

Από την πλευρά τους, οι καθ’ ων η αίτηση, υπεραμυνόμενοι της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, ισχυρίζονται ότι τα εναλλακτικά της κράτησης μέτρα συνιστούν παρεπόμενη ενέργεια της ακύρωσης του διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 31.8.2023 και πως έχουν ως νομικό υπόβαθρο τις διατάξεις του Κεφ. 105 κι ειδικότερα τις διατάξεις του άρθρου 18ΠΣΤ(1) του Κεφ. 105.

 

Το πρώτο που αβίαστα προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, είναι η παντελής έλλειψη αναφοράς στη νομική βάση λήψης αυτής. Πράγματι, από το σώμα της επίδικης απόφασης, ως αυτή περιέχεται στην επιστολή της Διευθύντριας, ημερομηνίας 13.6.2024, απουσιάζει παντελώς οποιαδήποτε αναφορά στη νομική βάση λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης. Εύλογα λοιπόν προκύπτει το ερώτημα ποια είναι η σχετική νομική διάταξη, στη βάση της οποίας ενήργησαν εν προκειμένω οι καθ' ων η αίτηση και αποφάσισαν την επιβολή περιοριστικών όρων στον αιτητή. Η συμπερίληψη της νομικής βάσης στο σώμα της επίδικης απόφασης, καθίστατο επιτακτική, προκειμένου να καταστεί εφικτή η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, ως η νομολογία πάγια και διαχρονικά επιτάσσει (L.A.S. BOATING LTD, ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 37/2017, ημερ. 26.10.2023, Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Αυτή η απουσία αναφοράς σε οποιαδήποτε διάταξη νόμου, δυνάμει της οποίας λήφθηκε η επίδικη απόφαση, στοιχειοθετεί λόγο ακύρωσης περί έλλειψης επαρκούς και/ή της δέουσας αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης (βλ. και την απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην ROYAL RIS RESTAURANTS LTD ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 316/2021, ημερ. 6.3.2024).

Δεν παραγνωρίζω ότι ο συνήγορος για τους καθ' ων η αίτηση, προκειμένου να επιχειρηματολογήσει υπέρ της νομιμότητας των ενεργειών της Διοίκησης, αναφέρεται στην απαντητική γραπτή του αγόρευση, στις πρόνοιες του άρθρου 18ΠΣΤ(1) του Κεφ. 105, ισχυριζόμενος ότι οι καθ’ ων η αίτηση αποφάσισαν να αφήσουν ελεύθερο υπό όρους τον αιτητή, «εφόσον ασκώντας τη διακριτική εξουσία που τους παρέχει ο Νόμος αποφάσισαν ότι για να μπορέσει να εκτελεστεί η απέλαση του Αιτητή η οποία εξεδώθηκε δυνάμει του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου αλλά και του άρθρου 14 του ΚΕΦ. 105, καθώς επίσης και η απαγόρευση εισόδου η οποία δεν έχει εκπληρωθεί εφόσον ο Αιτητής εξακολουθεί να παραμένει στη Δημοκρατία (βλ. άρθρο 18ΠΓ(1)(β) του ΚΕΦ. 105), ο Αιτητής αφέθηκε ελεύθερος». Ωστόσο, η εν λόγω αναφορά συνιστά απόπειρα εισαγωγής αιτιολογίας εκ των υστέρων, η οποία βεβαίως και είναι ανεπίτρεπτη. Κατά πάγια νομολογία, η αιτιολογία της διοικητικής πράξης θα πρέπει να δίδεται κατά το χρόνο λήψης και/ή έκδοσης της εν λόγω πράξης από το αρμόδιο διοικητικό όργανο και ισχυρισμοί που προβάλλονται εκ των υστέρων από τους δικηγόρους δεν μπορούν να αποτελέσουν μέρος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ. Στέφανος Φράγκου, ανωτέρω, Ελπινίκη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 4104, Μαρούλλα Αχιλλέως ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 565 και Χριστίνα Τσιαντή κ.α. ν. Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως (2008) 4 Α.Α.Δ. 824, καθώς και τις αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου στην Ε.Τ. ν. Συμβούλιο Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Κύπρου, Υποθ. Αρ. 864/2021, ημερ. 13.6.2024, C. LIASIDES EXHIBITIONWISE LTD ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 230/2018, ημερ. 9.9.2022 και MENDEL CENTER FOR BIOMEDICAL SCIENCES ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 412/2018, ημερ. 10.5.2022).

 

Έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί η ανάγκη για σαφή αιτιολόγηση της διοικητικής πράξης, ούτως ώστε να μην αφήνονται αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης (βλ. και άρθρο 28(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν.158(Ι)/1999). Θα πρέπει, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει εν προκειμένω, να παρατίθενται όχι μόνο οι πραγματικοί, αλλά και οι νομικοί λόγοι που αποτέλεσαν το έρεισμα της διοικητικής απόφασης (Φράγκου, ανωτέρω). Αντίθετα, αιτιολογία που διατυπώνεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο, ούτως ώστε να μην προκύπτει πως και στη βάση ποίων νομοθετικών/κανονιστικών διατάξεων διαμορφώθηκε η κρίση της Διοίκησης, είναι αόριστη και ελλιπής, εφόσον το Δικαστήριο δεν έχει στη διάθεσή του συγκεκριμένα στοιχεία επιδεκτικά δικαστικής εκτίμησης και άσκησης δικαστικού ελέγχου (Χρίστος Πετρώνδας ν. Δημοκρατίας (1969) 3 Α.Α.Δ. 214, Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1984) 3 Α.Α.Δ. 1348). Απαιτείτο, εν προκειμένω, στο σώμα της επίδικης απόφασης, ρητή και σαφής συμπερίληψη των νομοθετικών διατάξεων, στη βάση των οποίων ενήργησαν οι καθ' ων η αίτηση και έλαβαν την επίδικη απόφαση, προκειμένου να διαπιστωθεί η ορθή υπαγωγή σε αυτές των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης και να καταστεί αντιληπτό το σκεπτικό και/ή ο συλλογισμός της Διοίκησης, επιτρέποντας ωσαύτως τη διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου.

 

Τα όσα αναφέρονται στην επιστολή ημερομηνίας 13.6.2024, όπου και περιέχεται η επίδικη απόφαση, δεν ανταποκρίνονται στις πιο πάνω επιταγές περί δέουσας αιτιολογίας, με αποτέλεσμα να παρατηρείται κενό αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης πράξης, το οποίο δεν μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι κατά πάγια νομολογία, η συμπλήρωση της αιτιολογίας από το διοικητικό φάκελο, επιτρέπεται μόνον όταν τα απαιτούμενα στοιχεία προκύπτουν από το φάκελο κατά τρόπο βέβαιο και αναντίλεκτο (Χρίστος Παναγιωτίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 342). Ούτε, βεβαίως, και συνιστά έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των στοιχείων του φακέλου για να εντοπίσει τη νομική βάση της προσβαλλόμενης απόφασης και/ή να κρίνει αν η απόφαση της Διοίκησης είναι επαρκώς αιτιολογημένη (Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1997) 3 Α.Α.Δ. 145, Κ.A. Preston v. Υπουργείου Εσωτερικών, Ε.Δ.Δ. αρ.189/19, ημερ. 10.12.2020).

 

Παρόμοιο ζήτημα τέθηκε στην πρόσφατη, ακυρωτικη απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου στην A.S. v. Δημοκρατίας,  Υπόθεση με αρ. Ε.Μ. 1/2025, ημερ. 16.6.2025, όπου εξετάστηκαν παρόμοια θέματα και λέχθηκαν τα εξής, άμεσα σχετικά με το υπό συζήτηση θέμα:

 

«Τόσο στο Κεφ. 105, όσο και στον περί Προσφύγων Νόμο, γίνεται συγκεκριμένη και ρητή αναφορά των περιπτώσεων στη βάση των οποίων είναι δυνατή η έκδοση διατάγματος κράτησης προσώπου. Το νομικό υπόβαθρο της πρώτης περίπτωσης, είναι οι διατάξεις του άρθρου 18ΠΣΤ(1) του Κεφ. 105, αναφερόμενες σε δυνατότητα έκδοσης διατάγματος κράτησης υπηκόου τρίτης χώρας, υποκείμενου σε διαδικασίες επιστροφής και μόνον για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή την διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης. Η δεύτερη περίπτωση, θεμελιώνεται στις διατάξεις του άρθρου 9ΣΤ(2)(α)-(στ) του περί Προσφύγων Νόμου και αναφέρεται σε αιτητές ασύλου, των οποίων η αίτηση για παραχώρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ακόμα εκκρεμεί.

 

Όπως προαναφέρθηκε, ο αιτητής είναι κάτοχος συμπληρωματικής προστασίας και επίσης κατέχει άδεια διαμονής στη Δημοκρατία, μέχρι και την 31.7.2025. Αποτελεί επίσης μη αμφισβητούμενο γεγονός, όπως αυτό προκύπτει από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, πως εναντίον του αιτητή, δεν υπάρχει σε ισχύ οποιοδήποτε διάταγμα απέλασης.

 

Συνεπώς, η περίπτωση του αιτητή, δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις που η διοίκηση νομιμοποιείται να προχωρήσει στην λήψη μέτρων κράτησης, αφού ούτε μπορεί να υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 9ΣΤ(3) του περί Προσφύγων Νόμου, αφού είναι κάτοχος συμπληρωματικής προστασίας και όχι αιτητής ασύλου, αλλά κι ούτε εμπίπτει στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 18ΠΣΤ(1) του Κεφ. 105, που αφορούν σε υπηκόους τρίτων χωρών, που είναι υποκείμενοι σε διαδικασίες επιστροφής.

Σε συμφωνία με τις θέσεις της ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή, κρίνεται πως, υπό τις περιστάσεις, δεν παρέχεται νομικό έρεισμα για την λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους της Διευθύντριας του Τμήματος Μετανάστευσης. Αφενός, η νομική βάση, επί της οποίας ελήφθη η επίδικη απόφαση, είναι ανύπαρκτη επί του σώματος της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά κι αφετέρου, το πλέγμα της σχετικής προαναφερθείσας νομοθεσίας, δεν καλύπτει την περίπτωση του αιτητή.

 

Στο σύγγραμμα του Π.Δ. Δαγτόγλου «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Έκτη έκδοση, 2014, σελ. 514, §§605-610, αναφέρονται τα εξής σχετικά:-

 

«9. Παράβαση νόμου σημαίνει την αντίθεση σε κανόνα του θετικού δικαίου. Η αντίθεση αυτή υπάρχει:

 

(α) όταν η διοίκηση δεν συμμορφώνεται προς μία ρητή επιταγή ή ενεργεία αντίθετα σε μία ρητή απαγόρευση (παράβαση υπό τη στενή έννοια του νόμου)∙

 

(β) όταν η διοίκηση υπερβαίνει τις εξουσίες της, περιορίζοντας ή προσβάλλοντας π.χ. ένα ατομικό δικαίωμα, χωρίς (ή πέρα από την προβλεπόμενη) νομοθετική εξουσιοδότηση, βάσει της οποίας και μόνο θα μπορούσε να ενεργήσει (υπέρβαση εξουσίας ή έλλειψη νόμιμης βάσεως)∙ [.]»[1]

 

Δεδομένης της ακύρωσης του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 7.2.2024, την εκτέλεση και υλοποίηση του οποίου προορίστηκε να διαφυλάξει το διάταγμα κράτησης, επίσης ημερομηνίας 7.2.2024 και της μεταγενέστερης απόφασης της Διευθύντριας, για λήψη εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, ημερομηνίας 11.6.2024, η επίδικη απόφαση, δεν εξυπηρετεί κανένα νόμιμο σκοπό.

Αντιθέτως, η ακύρωση του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 7.2.2024, εξουδετέρωσε την όποια δυνατότητα της διοίκησης για λήψη οιουδήποτε μέτρου κράτησης του αιτητή, συμπεριλαμβανομένης και της λήψης των εδώ προσβαλλόμενων εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, απόφαση που στερείται νομικού ερείσματος.

 

Για τους λόγους που έχω εξηγήσει πιο πάνω, καταλήγω πως η προσβαλλόμενη απόφαση ημερομηνίας 11.6.2024, στερείται νομικού ερείσματος και θα πρέπει να ακυρωθεί, ως ληφθείσα καθ΄ υπέρβαση εξουσίας της Διευθύντριας του Τμήματος Μετανάστευσης.».

 

Παρόλο που στην υπό εξέταση περίπτωση είναι το διάταγμα κράτησης που ακυρώθηκε από τη Διοίκηση και όχι το διάταγμα απέλασης, το οποίο βρίσκεται σε αναστολή, τα όσα λέχθηκαν στην πιο πάνω απόφαση ως προς την παντελή έλλειψη νομικής βάσης της επίδικης απόφασης, ισχύουν και εν προκειμένω και η απουσία από το σώμα της επίδικης απόφασης, οποιασδήποτε αναφοράς σε νομοθετική διάταξη, επιδρά καταλυτικά στη νομιμότητα και εγκυρότητα της επίδικης απόφασης.

 

Κατά συνέπεια, στοιχειοθετείται λόγος ακύρωσης, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση της επιβολής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων στον αιτητή, στερείται νομιμότητας, ως μη έχουσα οποιοδήποτε νομικό έρεισμα και/ή ως παντελώς αναιτιολόγητη.

 

Με τις πιο πάνω διαπιστώσεις σφραγίζεται η τύχη της παρούσας κα παρέλκει η εξέταση άλλων ζητημάτων που έχουν εγερθεί.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €2000 έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση, πλέον Φ.Π.Α..

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο