S. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ. 553/23 και 241/25, 22/7/2025
print
Τίτλος:
S. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ. 553/23 και 241/25, 22/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ.

553/23(i) και 241/25(i)

 

22 Ιουλίου, 2025

[Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.]

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Υπόθεση αρ. 553/23(i)

Μεταξύ:

S. S.

Αιτητής,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.    ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ  ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

------------

Υπόθεση αρ. 241/25(i)

Μεταξύ:

S. S.

Αιτητής,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

2.    ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

------------

 

Δρ. Χρ. Π. Χριστοδουλίδης, για τον αιτητή.

Γ. Χατζηπροδρόμου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.:   Ο αιτητής, υπήκοος Ινδίας και γεννηθείς το 1986, αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 18.03.2017 με σχετική άδεια εισόδου με σκοπό να φοιτήσει σε ιδιωτικό κολλέγιο.  Προς τούτο εξασφάλισε άδεια παραμονής μέχρι τις 29.06.2021, η οποία αργότερα ακυρώθηκε καθότι δεν είχε εγγραφεί στο κολλέγιο και διαγράφηκε από το μητρώο σπουδαστών.  Συνέχισε να διαμένει παράνομα στη Δημοκρατία, χωρίς να γίνει κατορθωτός ο εντοπισμός του και ως εκ τούτου στις 13.06.2017 τα στοιχεία του καταχωρίστηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων.

 

Ακολούθως, έκανε μετεγγραφή σε άλλο κολλέγιο και τα στοιχεία του αφαιρέθηκαν από τον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων και μέχρι τις 29.06.2019 του παραχωρείτο άδεια παραμονής ως φοιτητής.

 

Στις 09.09.2019 υπέβαλε αίτηση ασύλου, η οποία απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου.  Εναντίον της εν λόγω απόφασης ο αιτητής προσέφυγε στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας (εφεξής ΔΔΔΠ), το οποίο στις 29.06.2022 απέρριψε την προσφυγή του (προσφυγή υπ’ αρ. 3740/21).  Στις 09.01.2023 υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση ασύλου, η οποία κρίθηκε ως απαράδεκτη από την Υπηρεσία Ασύλου στις 19.05.2023.

 

Προηγουμένως, στις 16.07.2021, ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για να του παραχωρηθεί άδεια παραμονής ως συμβίος ευρωπαίας πολίτη, αίτηση η οποία απορρίφθηκε στις 17.11.2021, καθότι δεν αποδείχθηκε ο αιτητής να έχει «a durable relationship, duly attested with the EU citizen».  Η εν λόγω απορριπτική απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 17.11.2021, με την οποία ο αιτητής επίσης πληροφορήθηκε ότι έχει δικαίωμα, σύμφωνα με το άρθρο 32Α του Ν.7(Ι)/2007[1], να αμφισβητήσει την απόφαση με ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό Εσωτερικών ή με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.  Στις 17.02.2022 τα στοιχεία του αιτητή καταχωρίστηκαν εκ νέου στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων.

 

Όπως προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο (Τεκμήριο 1, Ερ. 140), η σύντροφος του αιτητή υπέβαλε στις 16.07.2021 αίτηση για εξασφάλιση βεβαίωσης εγγραφής, η οποία απορρίφθηκε λόγω μη πλήρωσης των προϋποθέσεων του άρθρου 9(1) και (2) του Ν.7(Ι)/2007 καθότι διαπιστώθηκε ότι δεν διαθέτει επαρκείς πόρους.  Η απόφαση της κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 17.11.2021, με την οποία πληροφορήθηκε για το δικαίωμα καταχώρισης προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

 

Με επιστολή του δικηγόρου του, η οποία παραλήφθηκε στις 17.02.2022, ο αιτητής υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό Εσωτερικών εναντίον της απορριπτικής απόφασης ημερομηνίας 17.11.2021.  Σημειώνεται ότι στον διοικητικό φάκελο (Τεκμ. 1, Ερ. 136) εντοπίζεται και δεύτερη επιστολή του δικηγόρου του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε στις 23.09.2022, με την οποία αναλύονται εκτενέστερα οι λόγοι της ιεραρχικής προσφυγής.

 

Στο πλαίσιο εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή ετοιμάστηκε από λειτουργό του Υπουργείου Σημείωμα προς τον Υπουργό Εσωτερικών, με την εισήγηση ότι επειδή «δεν έχει υποβληθεί στον Υπουργό Εσωτερικών ιεραρχική προσφυγή για την Ευρωπαία υπήκοο της οποίας η αίτηση έχει απορριφθεί στις 17.11.2021, η υποβολή ιεραρχικής προσφυγής, για τον υπήκοο τρίτης χώρας, καθίσταται άνευ αντικειμένου».  Ο Υπουργός συμφώνησε με την εισήγηση και στις 19.12.2022 αποφάσισε την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής.  Η απόφαση κοινοποιήθηκε στον δικηγόρο του αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 16.01.2023, με την οποία ο δικηγόρος του αιτητή κλήθηκε όπως τον ενημερώσει να αναχωρήσει άμεσα από τη Δημοκρατία.  Εναντίον της απορριπτικής απόφασης του Υπουργού ο αιτητής καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αρ. 553/23(i).   

 

Σημειώνεται ότι, με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 07.07.2023, ο αιτητής υπέβαλε αίτημα για αφαίρεση του ονόματός του από τον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων. Με επιστολή ημερομηνίας 18.01.2024, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευση (εφεξής «η Διευθύντρια») πληροφόρησε τον δικηγόρο του αιτητή ότι το αίτημα απορρίφθηκε και κάλεσε αυτόν να ενημερώσει τον αιτητή να αναχωρήσει άμεσα από τη Δημοκρατία, επισημαίνοντας ότι σε αντίθετη περίπτωση θα ληφθούν μέτρα για την απομάκρυνσή του.

 

Την 01.03.2025 ο αιτητής συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής.  Στις 02.03.2025 η Διευθύντρια κήρυξε τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη, δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ.105) και εναντίον του εξέδωσε διατάγματα απέλασης και κράτησης, σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 18ΠΣΤ, αντίστοιχα, καθότι, ως αναφέρεται στα διατάγματα, ο αιτητής παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία από τις 29.06.2022 όταν απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου από το ΔΔΔΠ και επιπλέον διαπιστώθηκε ότι υπάρχει κίνδυνος διαφυγής δεδομένης της μη συμμόρφωσης του αιτητή με προηγούμενη απόφαση επιστροφής και της απροθυμίας του για επαναπατρισμό.

 

Εναντίον της απόφασης για την κήρυξή του ως απαγορευμένου μετανάστη και των διαταγμάτων απέλασης και κράτησής του, ο αιτητής καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αρ. 241/25(i).

 

Οι δύο προσφυγές συνεκδικάζονται κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου, εκδοθέντος εκ συμφώνου.

Στο πλαίσιο της προσφυγής υπ’ αρ. 553/23(i) ο αιτητής αμφισβητεί καταρχάς τη λήψη απόφασης από τον ίδιο τον Υπουργό, δοθέντος ότι η επιστολή ημερομηνίας 16.01.2023 υπογράφεται από λειτουργό του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.  Η εισήγηση απορρίπτεται εκ προοιμίου δοθέντος ότι στον διοικητικό φάκελο (Τεκμήριο 1, Ερ. 141) εντοπίζεται η απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή του αιτητή. Συγκεκριμένα, εντοπίζεται η χειρόγραφη σημείωση «Απορρίπτεται», η υπογραφή και η σφραγίδα του Υπουργού και η ημερομηνία 19.12.2022 επί του Σημειώματος της αρμόδιας λειτουργού σε σχέση με την ιεραρχική προσφυγή του αιτητή.  Την εν λόγω χειρόγραφη σημείωση του Υπουργού επί του Σημειώματος εντοπίζει και ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή, πλην όμως είναι η θέση του πως δεν προκύπτει ξεκάθαρα τι ακριβώς απέρριψε ο Υπουργός, την εισήγηση ή την ιεραρχική προσφυγή.  Η εν λόγω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνη δοθέντος ότι το Σημείωμα υποβλήθηκε στον Υπουργό για λήψη απόφασης επί της ιεραρχικής προσφυγής, στην οποία λογικώς αναφέρεται η απόφαση ότι αυτή απορρίπτεται.  Εν πάση δε περιπτώσει, δεν εντοπίζεται στον διοικητικό φάκελο οποιαδήποτε άλλη ενέργεια προς περαιτέρω εξέταση της ιεραρχικής προσφυγής σε περίπτωση που ήθελε θεωρηθεί ότι η απόρριψη του Υπουργού αφορούσε την εισήγηση της λειτουργού ότι η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή έχει καταστεί άνευ αντικειμένου.  

 

Ακολούθως, ο αιτητής υποβάλλει ότι η απόφαση για απόρριψη της ιεραρχικής του προσφυγής λήφθηκε υπό πλάνη περί τα πράγματα καθότι, ενώ στη επιστολή ημερομηνίας 17.11.2021 (με την οποία ο ίδιος ενημερώθηκε πως η αίτησή του για άδεια παραμονής απορρίφθηκε) ρητώς αναφέρεται ότι αυτός είχε δικαίωμα να υποβάλει ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό Εσωτερικών, εντούτοις στην επιστολή που απεστάλη προς την ευρωπαία σύντροφό του τέτοια αναφορά, για δικαίωμα ιεραρχικής προσφυγής, δεν υπάρχει.  Επιπλέον, διατείνεται ότι η επιστολή ημερομηνίας 17.11.2021 ουδέποτε κοινοποιήθηκε στην ευρωπαία σύντροφό του, ούτε υπάρχει οποιαδήποτε απόδειξη στον διοικητικό φάκελο ότι η εν λόγω επιστολή της κοινοποιήθηκε.  

 

Με επιπρόσθετους λόγους ακύρωσης ο αιτητής διατείνεται πως η απόφαση για απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα, είναι αναιτιολόγητη και παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης.

Στο πλαίσιο της προσφυγής υπ’ αρ. 241/25(i) ο αιτητής επαναλαμβάνει τους λόγους ακύρωσης που προβάλλει για την ακύρωση της απόφασης απόρριψης της ιεραρχικής του προσφυγής, απόφαση την οποία θεωρεί ως το υπόβαθρο για την κήρυξή του ως απαγορευμένου μετανάστη και τη συνακόλουθη έκδοση των εναντίον του διαταγμάτων απέλασης και κράτησης.  Επιπρόσθετα, διατείνεται πως εκκρεμούσης της ιεραρχικής του προσφυγής είχε δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία βάσει των προνοιών του άρθρου 32Α(3)(β) του Ν.7(Ι)/2007 και ως εκ τούτου εσφαλμένα κρίθηκε παράνομη η παραμονή του από τις 29.06.2022.  Είναι δε η θέση του πως υπό τις περιστάσεις εσφαλμένα δεν εξετάστηκε η δυνατότητα επιβολής, σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ του Κεφ.105, εναλλακτικών της κράτησής του μέτρων.

 

Οι καθ’ ων η αίτηση, διά της γραπτής αγόρευσης του ευπαιδεύτου δικηγόρου τους, αντιτείνουν πως οι προσβαλλόμενες διοικητικές πράξεις είναι ορθές, νόμιμες, το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και δεόντως αιτιολογημένες.  Κατά τη θέση του κ. Χατζηπροδρόμου, εφόσον η αίτηση του αιτητή για παραχώρηση άδειας διαμονής ως συμβίος ευρωπαίας πολίτη απορρίφθηκε, ο αιτητής έπαψε να αντλεί οποιοδήποτε δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία και ως εκ τούτου ο Ν.7(Ι)/2007 δεν εφαρμόζεται στην περίπτωσή του.  Ως εκ τούτου, ορθώς έτυχαν εφαρμογής οι σχετικές πρόνοιες του Κεφ.105, στο πλαίσιο της ευρείας διακριτικής ευχέρειας της Δημοκρατίας να επιτρέπει ή να απαγορεύει την είσοδο και την παραμονή αλλοδαπών στην επικράτειά της.  Εισηγείται δε ο ευπαίδευτος δικηγόρος πως ο αιτητής απέτυχε να καταδείξει οποιονδήποτε βάσιμο λόγο ακύρωσης, που να δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Αξιολογώντας τις εκατέρωθεν θέσεις και ισχυρισμούς θα πρέπει καταρχάς να υπομνησθεί πως, παρά την εκ συμφώνου έκδοση διατάγματος για τη συνεκδίκαση των 2 υποθέσεων, εντούτοις, η απόφαση για απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή δεν αποτέλεσε το υπόβαθρο για την κήρυξή του ως απαγορευμένου μετανάστη και την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων, ως ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εισηγείται.  Ο αιτητής κηρύχθηκε παράνομος μετανάστης και αποφασίστηκε να απελαθεί και εντωμεταξύ να τεθεί υπό κράτηση λόγω της παράνομης παραμονής του στη Δημοκρατία από τις 29.06.2022, όταν απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου από το ΔΔΔΠ.  

 

Σημειώνεται ότι το εν λόγω ζήτημα τέθηκε από το Δικαστήριο στους ευπαιδεύτους δικηγόρους των διαδίκων κατά τις διευκρινίσεις, πλην όμως λαμβάνοντας υπόψη πως και οι 2 προσφυγές, εν πάση περιπτώσει, εκκρεμούσαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, δεν κρίθηκε σκόπιμη η αποσυνένωσή τους.

 

Αξιολογώντας ακολούθως τους λόγους ακύρωσης που εγείρονται στο πλαίσιο της προσφυγής υπ’ αρ. 553/23(i) διαπιστώνω ότι η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση ούτε έχει απαντήσει στους ισχυρισμούς του αιτητή αφενός ότι στην επιστολή ημερομηνίας 17.11.2021 προς την ευρωπαία σύντροφό του δεν υπάρχει αναφορά για δικαίωμα ιεραρχικής προσφυγής στον Υπουργό Εσωτερικών και αφετέρου ότι η εν λόγω επιστολή ουδέποτε κοινοποιήθηκε σε αυτήν, ούτε έχει προσκομίσει τον διοικητικό φάκελο σε σχέση με την αίτηση της ευρωπαίας συντρόφου του αιτητή για την εξασφάλιση βεβαίωσης εγγραφής, ώστε το Δικαστήριο να δύναται να διαπιστώσει το ίδιο κατά πόσον η εν λόγω επιστολή είχε αποσταλεί και πότε. 

 

Όπως ορθώς επισημαίνει ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή, από τον διοικητικό φάκελο που έχει προσκομιστεί και αφορά τον αιτητή αλλά και τα στοιχεία του εν λόγω φακέλου που έχουν επισυναφθεί στην Ένσταση ως Παραρτήματα, προκύπτει ότι, ενώ στο αντίγραφο της επιστολής ημερομηνίας 17.11.2021 που απεστάλη στον αιτητή έχει τεθεί η χειρόγραφη σημείωση «Στάληκε 17/11/21», στην επιστολή προς την ευρωπαία σύντροφο του αιτητή δεν υπάρχει οποιαδήποτε χειρόγραφη ή άλλη σημείωση που να αποδεικνύει ότι η εν λόγω επιστολή είχε πράγματι αποσταλεί και πότε στην παραλήπτη της.

 

Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όταν εξετάζεται η κοινοποίηση διά επιστολής μίας απόφασης, υφίσταται τεκμήριο γνώσης αυτής αν αποδειχθεί ότι η επιστολή ταχυδρομήθηκε στην ορθή διεύθυνση και δεν έχει επιστραφεί από το ταχυδρομείο, με το βάρος απόδειξης ότι αυτή έφερε την ορθή διεύθυνση, ότι ταχυδρομήθηκε και ότι δεν επεστράφη να το φέρει ο διάδικος που το ισχυρίζεται (Theodorou v. The Abbot of Kykko Monastery Mr. Chrysostomos and Others (1965) 1 C.L.R. 9, Σάββα ν Δημοκρατίας, Α.Ε. 49/2012, ημερ. 07.02.2018, ECLI:CY:AD:2018:C63). 

 

Επιπλέον, θα πρέπει να υπομνησθεί πως η παράλειψη της Διοίκησης να καταθέσει τον φάκελο και τα στοιχεία που συνθέτουν την υπό δικαστικό έλεγχο απόφασή της, έχει ως αναπόφευκτη συνέπεια την ακύρωση της πράξης.

 

Όπως επισημαίνεται στην Dome Investments Ltd v. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αγίας Νάπας κ.ά. (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 741:

 

«Το άρθρο 146 του Συντάγματος προβλέπει τον αναθεωρητικό δικαστικό έλεγχο των εκτελεστών διοικητικών πράξεων, αποφάσεων και παραλείψεων της Διοίκησης. Αντικείμενο της διαδικασίας είναι ο έλεγχος της νομιμότητας και εγκυρότητας της απόφασης κρινόμενης από τη σκοπιά των κανόνων της χρηστής διοίκησης. Η άσκηση δικαστικού ελέγχου προϋποθέτει την προσκόμιση της απόφασης και του φακέλου της υπόθεσης. Χωρίς τα στοιχεία αυτά η άσκηση δικαστικού ελέγχου είναι αδύνατη. Η κατάθεση τους από τη Διοίκηση αποτελεί απόρροια της συνταγματικής υποχρέωσης της Διοίκησης για υποταγή στο δικαστικό έλεγχο που καθιερώνει το Σύνταγμα. Η παράλειψη της Διοίκησης να καταθέσει το φάκελο και τα στοιχεία που συνθέτουν την απόφαση, έχει ως αναπόφευκτη συνέπεια την ακύρωση της πράξης. Όχι μόνο όταν ελλείπουν τα στοιχεία, αλλά και όταν υπάρχει αβεβαιότητα ως προς το πλαίσιο και τις συνθήκες λήψης της διοικητικής απόφασης η ακύρωση είναι αναπόφευκτη. Η τήρηση πρακτικών και η καταγραφή των ουσιωδών γεγονότων που περιστοιχίζουν τη λήψη της διοικητικής απόφασης αποτελούν υποχρέωση της Διοίκησης που επιβάλλουν οι κανόνες της χρηστής διοίκησης. (Βλ. Μεταξύ άλλων, Ierides ν. Republic (1980) 3 C.L.R. 165, και Angelidou and Others v. Republic (1982) 3 C.L.R. 520). Κάθε παρέκκλιση συνιστά κατάχρηση της διοικητικής αρμοδιότητας που πρέπει να ασκείται σύννομα και βάσει των κανόνων της χρηστής διοίκησης».

Λαμβάνοντας υπόψη ότι εν προκειμένω η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή απορρίφθηκε καθότι κρίθηκε ως άνευ αντικειμένου εφόσον «δεν έχει υποβληθεί στον Υπουργό Εσωτερικών ιεραρχική προσφυγή για την Ευρωπαία υπήκοο της οποίας η αίτηση έχει απορριφθεί στις 17.11.2021 […]», οι καθ’ ων η αίτηση όφειλαν να παρουσιάσουν στο Δικαστήριο τα στοιχεία εκείνα που θα καταδείκνυαν ότι η ευρωπαία σύντροφος του αιτητή έλαβε πράγματι γνώση για την απόρριψη του αιτήματός της και δεν αμφισβήτησε αυτήν, έστω με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο (ως το μόνο μέσο θεραπείας που της γνωστοποιήθηκε), ώστε να αξιολογηθεί κατά πόσον η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή ορθώς κρίθηκε ως άνευ αντικειμένου, παρά την εσφαλμένη αναφορά σε μη καταχώριση ιεραρχικής προσφυγής - μέσο θεραπείας το οποίο επαναλαμβάνεται ότι εν πάση περιπτώσει δεν γνωστοποιήθηκε στην ευρωπαία σύντροφο του αιτητή ότι διαθέτει.

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή υπ’ αρ. 553/23(i) επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται λόγω αδυναμίας άσκησης δικαστικού ελέγχου και έλλειψης νόμιμης αιτιολογίας.

 

Επαναλαμβάνοντας, όμως, ότι η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή δεν συνιστά το υπόβαθρο για την έκδοση των προσβαλλομένων με την προσφυγή υπ’ αρ. 241/25(i) διοικητικών πράξεων, το ακυρωτικό αποτέλεσμα στην προσφυγή υπ’ αρ. 553/23(i), δεν συμπαρασύρει, δίχως άλλο, σε ακύρωση και την απόφαση για την κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη ή τα εναντίον του εκδοθέντα διατάγματα απέλασης και κράτησης, η νομιμότητα έκδοσης των οποίων θα πρέπει να εξετασθεί στη βάση των λόγων ακύρωσης που ο αιτητής προωθεί.  

 

Τούτου δοθέντος, αποδέχομαι καταρχάς τη θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι στην περίπτωση του αιτητή δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Ν.7(Ι)/2007 καθότι αυτός ουδέποτε απέκτησε οποιοδήποτε δικαίωμα ως σύντροφος ευρωπαίας υπηκόου.  Ούτε η υποβολή αίτησης για άδεια διαμονής υπό αυτό το καθεστώς, ούτε η καταχώριση ιεραρχικής προσφυγής του προσέδωσαν δικαίωμα διαμονής συμφώνως του Ν.7(Ι)/2007

 

Ως εκ τούτου, ορθώς στην περίπτωση του εφαρμόστηκαν οι πρόνοιες του Κεφ.105. Λαμβάνοντας δε υπόψη την απόρριψη της προσφυγής του από το ΔΔΔΠ και την μη εξασφάλιση καθοιονδήποτε άλλον τρόπο δικαιώματος διαμονής στη Δημοκρατία, νομίμως, στη βάση των προνοιών του άρθρου 6(1)(κ) και του άρθρου 14 του Κεφ.105, κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης και εναντίον του εκδόθηκε το επίδικο διάταγμα απέλασης λόγω της παράνομης παραμονής του στη Δημοκρατία από τις 29.06.2022.

 

Επισημαίνοντας επιπλέον τη μη συμμόρφωση του αιτητή με την κατ’ επανάληψη υπόδειξη ως προς την υποχρέωσή του να αναχωρήσει άμεσα από τη Δημοκρατία, καταλήγω πως η κρίση των καθ’ ων η αίτηση περί κινδύνου διαφυγής του και η έκδοση του επίδικου διατάγματος κράτησης, συμφώνως του άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, ήταν επίσης εύλογη και αιτιολογημένη.

 

Με βάση τα ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, την ευρύτατη διακριτική ευχέρεια του κράτους, ως εκδήλωση της εθνικής και εδαφικής κυριαρχίας του, να δέχεται ή να αποκλείει αλλοδαπούς από την επικράτειά του (Reyes v. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 401, Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, Rami Makhlouf κ.ά. ν Δημοκρατίας, ΕΔΔ αρ. 21/17, ημερ. 10.09.2024) και, αφετέρου, την υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, συμφώνως των προνοιών της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ[2], να λαμβάνει μέτρα για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών προς το σκοπό καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης, καταλήγω ότι οι επίδικες με την προσφυγή υπ΄αρ. 241/25(i) διοικητικές πράξεις είναι νόμιμες, επαρκώς αιτιολογημένες, το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, ευλόγως επιτρεπτές και έχουν ληφθεί εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας των καθ’ ων η αίτηση. Ο δε αιτητής, περιοριζόμενος κατ’ ουσίαν στην επανάληψη των λόγων ακύρωσης που εγείρει με την προσφυγή υπ’ αρ. 553/23(i), απέτυχε να θεμελιώσει οποιονδήποτε βάσιμο λόγο ακύρωσης.

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή υπ΄αρ. 241/25(i) αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τη συνεκδίκαση των 2 προσφυγών και την ανωτέρω κατάληξη του Δικαστηρίου ως προς την επιτυχία της προσφυγής υπ’ αρ. 553/23(i) και την απόρριψη της προσφυγής υπ΄αρ. 241/25(i), η κάθε πλευρά να επωμιστεί τα έξοδα της.

 

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.



[1] Ο περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμος του 2007.

[2] Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο