
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση Αρ. 572/2025(Κ))
9 Ιουλίου, 2025
[ΜΙΧΑΗΛ, Δ/στης Δ.Δ.]
E. I.
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Καθ’ ων η Αίτηση.
…………………………
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 17.6.2025 ΓΙΑ ΠΡΟΣΚΟΜΙΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ
Παναγιώτης Πιερίδης για Πιερίδης & Πιερίδης, για τον αιτητή.
Θεοφανώ Βασιλάκη (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή ο αιτητής ζητά την ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 25.5.2025 με την οποία ανακηρύττεται απαγορευμένος μετανάστης και των διαταγμάτων απέλασης και κράτησης ιδίας ημερομηνίας.
Σύμφωνα με τα γεγονότα ως καταγράφονται στην ένσταση των καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής εισήλθε παράνομα στη χώρα σε άγνωστο χρόνο και στις 3.7.2019 υπέβαλε αίτηση παραχώρησης διεθνούς προστασίας η οποία απορρίφθηκε στις 13.10.2021. Άσκησε προσφυγή κατά της απορριπτικής απόφασης στις 6.12.2021 η οποία απορρίφθηκε στις 31.8.2023. Στις 25.5.2025 συνελήφθη για παράνομη παραμονή και εκδόθηκαν εναντίον του οι προσβαλλόμενες πράξεις.
Μετά την καταχώρηση των γραπτών αγορεύσεων των δύο πλευρών αλλά πριν την καταχώρηση της απαντητικής γραπτής αγόρευσης από τον αιτητή, ο τελευταίος προχώρησε στην καταχώρηση της υπό κρίση ενδιάμεσης αίτησης με την οποία ζητά άδεια για προσαγωγή μαρτυρίας του ιδίου είτε προσωπικά, είτε μέσω της καταχώρησης της ένορκης δήλωσης που επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 1 στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ενδιάμεση αίτηση.
Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση εξηγείται ότι ο σκοπός της είναι για να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα που δεν προκύπτουν από τον διοικητικό φάκελο και που τεκμηριώνουν τον λόγο ακύρωσης που προβάλλει ο αιτητής για έλλειψη δέουσας έρευνας και πλάνη αφού δεν λήφθηκε υπόψη ότι ο αιτητής έχει οικογένεια και σταθερή διεύθυνση αλλά ούτε το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου παιδιού του.
Οι καθ’ ων η αίτηση ενίστανται στην αίτηση. Εισηγούνται, μεταξύ άλλων, ότι η προτεινόμενη μαρτυρία δεν είναι σχετική προς κάποιο επίδικο θέμα, δεν αυξάνει τις πιθανότητες του αιτητή σε επιτυχία και ότι μέσω της αίτησης επιχειρείται η τροποποίηση των πραγματικών γεγονότων.
Από το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεων των δύο πλευρών δεν φαίνεται να διαφωνούν ως προς τις νομικές αρχές που διέπουν το ζήτημα της προσκόμισης μαρτυρίας. Παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην Υπόθεση Αρ. 50/2016 Hakki v. Δημοκρατίας, 10.6.2019 στο οποίο παρατίθενται οι σχετικές αρχές και προϋποθέσεις:
«Σύμφωνα με τους κανονισμούς 10 και 19 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962:
«10.-(1) Έκαστη υπόθεσις θα ορίζεται κατ’ αρχήν δι’ ακρόασιν προς έκδοσιν οδηγιών, εκτός εις περιπτώσεις όπου εξεδόθη διάταγμα συμφώνως της παραγράφου (1) του κανονισμού 9.
(2) Κατά τη διάρκειαν της τοιαύτης ακροάσεως το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται να εκδώση τοιαύτας οδηγίας αναφορικώς προς περαιτέρω εγγράφους προτάσεις, λεπτομερείας, αποκάλυψιν ή επιθεώρησιν εγγράφων, αποδεικτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων ενόρκων ομολογιών αποδεικνυουσών τα γεγονότα εφ’ ων βασίζεται έκαστος διάδικος, επιθεώρησιν του επιδίκου μέρους, διαδικασίαν συμφώνως προς την παράγραφον 2 του Άρθρου 134, ημερομηνίαν δημοσίας ακροάσεως, καταχώρησην και ανταλλαγήν μεταξύ των διαδίκων εγγράφου επιχειρηματολογίας εντός καθοριζομένων χρονικών ορίων ως και την διάρκειαν τυχόν μεταγενέστερων αγορεύσεων, ή οιασδήποτε άλλας οδηγίας σχετικός τυχόν μεταγενέστερων αγορεύσεων, ή οιασδήποτε άλλας οδηγίας σχετικώς προς την διαδικασίαν της υποθέσεως ως ήθελε κρίνει αναγκαίον.
19. Καθ’ οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται να εκδώση τοιαύτας οδηγίας, αι οποίαι απαιτούνται προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.»
Σχετικός επίσης είναι και ο κανονισμός 12 ο οποίος προνοεί ότι:
«12.-(1) Το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται να διατάξη οιονδήποτε αιτητήν να παρουσιασθή αυτοπροσώπως είτε διά να δώση ενόρκως ή άλλως πως πληροφορίας προς το Δικαστήριον, είτε διά να παρουσιάση έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά μέσα. […]
(2) Το Δικαστήριον δύναται να διατάξη τον καθ’ ου η αίτησις να δώση ενόρκως ή άλλως πως πληροφορίας ή να παρουσιάση έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά μέσα διά δεόντως εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου.»
Οι αρχές που διέπουν τα ζητήματα αυτά με αναφορά στους πιο πάνω κανονισμούς, ερμηνεύθηκαν στην υπόθεση Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 507:
«Στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία το Ανώτατο Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να ελέγχει το δικαίωμα των διαδίκων να προσαγάγουν μαρτυρία σχετική με τα γεγονότα που θέλουν να αναδείξουν, με γνώμονα πάντοτε τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα (βλ. Phedias Kyriakides v. The Republic (1961) 1 R.S.C.C. 66, Skourides v. Attorney General (1967) 3 C.L.R. 518, Lambrakis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 72 και Antoniou v. Republic (1971) 3 C.L.R. 417). Το θέμα εξετάστηκε λίγο αργότερα στην υπόθεση Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106, όπου το Δικαστήριο υιοθετώντας την απόφαση Pheidias Kyriakides παρατήρησε ότι,
«… ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που θα ακολουθούνται στην εξέταση της αποδοχής οποιασδήποτε μαρτυρίας είναι κατά πόσο τέτοια μαρτυρία είναι εύλογα σχετική προς οιονδήποτε θέμα και αποδειχτική οιουδήποτε επίδικου θέματος ενώπιον του Δικαστηρίου και μπορεί ή όχι να βοηθήσει το Δικαστήριο στην απονομή δικαιοσύνης στη συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με τη δικαιοδοσία του.»
(Βλ. επίσης, Constantinides v. The Electricity Authority of Cyprus (1982) 3 C.L.R. 387, Λέλλα Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, 668/90 της 30/9/93, Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 145, 162 και Μάρω Ράφτη και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 335). Επιπρόσθετα, πρέπει να σημειωθεί ότι «δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή μαρτυρία η οποία να διαφοροποιεί, να αλλοιώνει ή να μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης», αφού «το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς των πραγμάτων που λήφθηκε υπόψη» (βλ. Ρούσος ν. Ιωαννίδης και Άλλων (1999) 3 Α.Α.Δ. 549).
Πρέπει να τονιστεί ότι οι διάδικοι δεν μπορούν να προσαγάγουν μαρτυρία χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Η παροχή της άδειας του Δικαστηρίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για την παρουσίαση μαρτυρίας. Η σχετική άδεια μπορεί να δοθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 των Κανονισμών του 1962 και κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται, είτε προφορικά είτε εγγράφως (βλ. Σταύρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1023 και Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281).»
Ο αιτητής στη γραπτή του αγόρευση αναφέρει τα ακόλουθα ως σχόλια επί των γεγονότων ως τα εκθέτουν οι καθ’ ων η αίτηση:
«Τα γεγονότα εν μέρη ως παρατίθενται στην επιστολή της ΥΑΜ Λευκωσίας ημερ. 25/5/25 (ερ. 11-10) σε κάποια σημεία είναι ελλιπή και/ή χρήζουν περαιτέρω διευκρινήσεις.
Διευκρινίζεται ότι ο αιτητής δεν έχει συλληφθεί επί της οδού Τσερίου αλλά εντός της κατοικίας του η ώρα 4 το πρωί κατόπιν παράνομης εισόδου, μπροστά στη σύζυγο του και το ανήλικο τέκνο του.
Επίσης στα γεγονότα της ένστασης και στην επιστολή της ΥΑΜ παραλείπεται να αναφερθεί ότι ο αιτητής είναι συμβίος της ομοεθνής του L. M. (Arc ΧΧΧ) με την οποία απέκτησε ένα υιό τον I. I. και διαμένουν όλοι μαζί στην Κύπρο. Για το παιδί εκδόθηκε από τον έπαρχο πιστοποιητικό γέννησης.»
Οι λόγοι ακύρωσης που σχετίζονται με την αίτησή του, παρατίθενται πιο κάτω:
«3.1 Εσφαλμένα εκδόθηκε το διάταγμα κράτησης στη βάση του άρθρου 18ΠΣΤ(1)(α) δηλ. στην ύπαρξη κινδύνου διαφυγής (ως η αναγραφόμενη αιτιολογία επί του διατάγματος). Όσον αφορά η διεύθυνση του αιτητή αυτή ήταν δηλωμένη στο σύστημα του Τμήματος Μετανάστευσης (ίδε ερ. 6), και κατά τη σύλληψη έγινε αντιληπτό από τις αρχές ότι αυτός συμβιώνει με το παιδί του και τη μητέρα του παιδιού του σε σταθερή διεύθυνση. Δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 18ΟΔ για ύπαρξη κινδύνου διαφυγής. Στην ουσία στην περίπτωση του αιτητή δεν έχει εξεταστεί η εφαρμογή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων και δεν εφαρμόστηκε η αρχή της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας. Ουδέποτε είχε πρόθεση ο αιτητής να εξαφανιστεί εντός του εδάφους της Δημοκρατίας και να παραμείνει παράνομος, αλλά δικαιούται άδεια παραμονής ως μέλος οικογένειας πολιτικού πρόσφυγα (ίδε Παράρτημα Α στην Αίτηση).
3.2 Κατά την έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων δεν προηγήθηκε η ετοιμασία έκθεσης-εισήγησης ή άλλου έγγραφου που να δηλώνει την οποιαδήποτε επεξεργασία/αξιολόγηση της εισήγησης της ΥΑΜ Λευκωσίας (για κράτηση και απέλαση - ερ. 11-10) από λειτουργό του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και/ή του προσώπου που αποφάσισε την κράτηση, ενώ τονίζεται από την εν λόγω επιστολή εισήγησης της ΥΑΜ Λευκωσίας παραλείπονται να αναφερθούν οι προσωπικές περιστάσεις του αιτητή ήτοι η ύπαρξη οικογένειας και συγκεκριμένα η ύπαρξη ανήλικων τέκνων το οποίο μένει μαζί με τον αιτητή. Με την παράληψη αυτή ο υπεύθυνος του κλιμακίου της ΥΑΜ παραπλάνησε τη διευθύντρια του Τμήματος Μετανάστευσης στη λήψη της απόφασης της για έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης. Ως αποτέλεσμα αυτή ενέργησε κατόπιν μη δέουσας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα.
3.3 Η Διευθύντρια που έκδωσε τα προσβαλλόμενα διατάγματα ενήργησε χωρίς να κάνει τη δέουσα έρευνα, έχοντας πλάνη περί τα πράγματα.
[…]
3.6 Δεν λήφθηκε υπόψη η οικογενειακή κατάσταση του αιτητή σε συνάρτηση με τις πρόνοιες 18ΟΖ του Κεφ. 105. Η ύπαρξη ανήλικου τέκνου δεν απασχόλησε τους Καθ’ ων η Αίτηση, ώστε να ζητηθεί (προτού εκδοθούν τα προσβαλλόμενα διατάγματα) να ληφθούν οι απόψεις των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας αναφορικά με την οικογενειακή ζωή του Αιτητή (ίδε σχετικώς την Bibilashvili και Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1954/2022(Κ), ημερομηνίας 20/12/22).
[…]
4.2 Οι καθ’ ων η αίτηση αγνόησαν τις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΕ.-(1) (α) διά την εξασφάλιση της οικογενειακής ενότητας με μέλη της οικογένειας που βρίσκονται στο έδαφος της Δημοκρατίας. Σχετικές είναι οι αποφάσεις στην Υπόθεση Αρ. 719/2023 (K)(J), Υπόθεση Αρ. 976/2023 (K)(J)) και 547/2024.»
Από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου προκύπτει ότι ήταν σε γνώση της διοίκησης η οικογενειακή κατάσταση του αιτητή ως «Συμβίος». Προκύπτει επίσης ότι ο αιτητής σε τρεις περιπτώσεις ενημέρωσε τη διοίκηση για τη διεύθυνση διαμονής του. Η τελευταία ενημέρωση έγινε στις 26.6.2023 και η διεύθυνση διαμονής που δηλώθηκε ήταν η Λεωφόρος Τσερίου (βλ. Τεκμήριο 1 έγγραφα 7-6). Η συγκεκριμένη λεωφόρος είναι ο τόπος που συνελήφθη ο αιτητής σύμφωνα με τα γεγονότα που παρουσιάζουν και οι καθ’ ων η αίτηση αλλά όχι στο διαμέρισμα του αιτητή ως η δική του εκδοχή.
Είναι δεδομένο ότι ο αιτητής κατά τον χρόνο λήψης των προσβαλλόμενων με την προσφυγή αποφάσεων παρέμενε παράνομα στη χώρα. Είναι επίσης δεδομένο ότι δεν έλαβε κανένα διάβημα από τον Αύγουστο του 2023 που απορρίφθηκε η προσφυγή του από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας για να νομιμοποιήσει την παραμονή του εφόσον έχει συμβία και παιδί τους οποίους επικαλείται ως λόγο για την ακύρωση των προσβαλλόμενων με την προσφυγή αποφάσεων.
Το καθήκον της διοίκησης σε δέουσα έρευνα δεν αναμένεται να επεκτείνεται πέραν των όσων ο ίδιος ο διοικούμενος θέτει σε γνώση της διοίκησης. Με άλλα λόγια, εφόσον ο αιτητής δεν προέβη σε κανένα διάβημα προς τη διοίκηση για να θέσει σε γνώση τους όχι την οικογενειακή του κατάσταση, η οποία όπως προαναφέρθηκε ήταν γνωστή στη διοίκηση, αλλά το ότι η συμβία και το παιδί τους βρίσκονταν στην ίδια χώρα δεν δύναται σε μεταγενέστερη φάση να εισαχθεί ως μαρτυρία εφόσον κατ’ αυτό τον τρόπο θα είχαμε ανεπίτρεπτη αλλοίωση ή συμπλήρωση των στοιχείων του διοικητικού φακέλου.
Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω ότι η ενδιάμεση αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή ως αυτά θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο μετά το τέλος της δίκης.
Δίδονται οδηγίες για την καταχώρηση της απαντητικής γραπτής αγόρευσης του αιτητή μέχρι τις 18.7.2025. Η υπόθεση ορίζεται για διευκρινίσεις στις 22.7.2025 στις 9.30 π.μ.
Ε. ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο