
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση Αρ. 435/2023)
18 Αυγούστου 2025
[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
S. S.
Αιτητής
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ’ ων η Αίτηση
Π. Πιερίδης, για Αιτητή
Μ. Βασιλείου (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Στις 15.3.2023, ο αιτητής, υπήκοος Ινδίας, καταχώρησε την υπό κρίση προσφυγή, δια της οποίας εξαιτείτο την ακύρωση της, δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105), ληφθείσας απόφασης κήρυξής του ως απαγορευμένου μετανάστη, σύμφωνα με το άρθρο 6(1)(κ) του Κεφ. 105, καθώς και της συνακόλουθης έκδοσης διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του, ημερομηνίας 7.2.2023, σύμφωνα με το άρθρο 14 του ιδίου Νόμου, λόγω της παράνομης παραμονής του στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας από 26.5.2021, όταν και είχε λήξει το περιθώριο που του είχε δοθεί για να εξεύρει νέο εργοδότη.
Η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση καταχώρησε ένσταση στην πιο πάνω αίτηση ακυρώσεως, ενώ στη συνέχεια, στη βάση σχετικών οδηγιών του Δικαστηρίου, καταχωρήθηκαν γραπτές αγορεύσεις από τις δυο πλευρές.
Κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 18.3.2025, ο συνήγορος του αιτητή δήλωσε στο Δικαστήριο ότι είχε παρασχεθεί άδεια παραμονής του αιτητή στη Δημοκρατία και εξέφρασε την πρόθεσή του να αποσύρει την προσφυγή. Ζήτησε δε χρόνο για να συζητήσει με την άλλη πλευρά ως προς το θέμα των εξόδων της υπόθεσης και, ως εκ τούτου, η προσφυγή ορίστηκε για μνεία στις 2.4.2025.
Προηγουμένως, κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 24.4.2023, η πλευρά του αιτητή ζήτησε την άδεια του Δικαστηρίου και απέσυρε τα αιτητικά Β[1] και Δ[2] της αίτησης ακυρώσεως, τα οποία και απορρίφθηκαν, ενώ ήδη από τη δικάσιμο ημερομηνίας 10.10.2023, ο κ. Πιερίδης είχε δηλώσει την πρόθεσή του να αποσύρει την προσφυγή, μόλις ακυρωνόταν το επίδικο διάταγμα απέλασης του αιτητή.
Κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 2.4.2025, η ευπαίδευτη συνήγορος για τους καθ’ ων η αίτηση επιβεβαίωσε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι το επίδικο διάταγμα απέλασης είχε ακυρωθεί από 20.5.2024, παραπέμποντας σε σχετικό έγγραφο που είχε αναρτήσει στο σύστημα του i-Justice (Σημείωμα ημερομηνίας 20.5.2024 προς τη Διευθύντρια του Τμήματος, από το οποίο προέκυπτε η εν λόγω απόφαση ακύρωσης από τη Διευθύντρια) και προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι η προσφυγή κατέστη άνευ αντικειμένου, υποκείμενη σε απόρριψη.
Ισχυρίστηκε επίσης η κα Βασιλείου ότι ο αιτητής δεν δικαιούται στην υπέρ του επιδίκαση εξόδων. Κατά τη σχετική εισήγηση, καθόλα νόμιμα και ορθά εκδόθηκαν τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 7.2.2023, κατά το χρόνο έκδοσης των οποίων, ο αιτητής ήταν παράνομος μετανάστης, εφόσον διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία ήδη από 26.5.2021. Τα δε επίδικα διατάγματα ακυρώθηκαν στη συνέχεια ως απόρροια ενεργειών του αιτητή και/ή εξαιτίας αποκλειστικής υπαιτιότητάς του. Συνεπώς, ισχυρίστηκε η κα Βασιλείου, η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς οποιαδήποτε διαταγή ως προς τα έξοδα. Προς επίρρωση της επιχειρηματολογίας της, η κα Βασιλείου παρέπεμψε στην απόφαση της Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ., στην Α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1813/2023, ημερ. 15.12.2023.
Εκ διαμέτρου αντίθετη ήταν η θέση του συνηγόρου του αιτητή, ο οποίος επιχειρηματολόγησε υπέρ της παράνομης έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, η οποία και δικαιολογεί, κατά τους ισχυρισμούς του, την υπέρ του επιδίκαση των εξόδων. Περαιτέρω, ο κ. Πιερίδης υπέβαλε ότι από πουθενά δεν προέκυπτε με την απαιτούμενη επάρκεια ότι όντως το διάταγμα απέλασης του αιτητή πράγματι είχε ακυρωθεί.
Ας σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της διαφωνίας που ανέκυψε μεταξύ των μερών ως προς το μοναδικό ζήτημα που παρέμενε πλέον, ήτοι το θέμα του κατά πόσον ο αιτητής δικαιούται τα έξοδα της παρούσας προσφυγής, οι δυο πλευρές επιχειρηματολόγησαν στη βάση συμπληρωματικών γραπτών αγορεύσεων, σύμφωνα με τις οδηγίες του παρόντος Δικαστηρίου. Κατά το στάδιο δε των διευκρινίσεων, κατατέθηκε, ως «Τεκμήριο 1», ο διοικητικός φάκελος του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης («το Τμήμα») και η απόφαση επιφυλάχθηκε.
Όπως προκύπτει από το διοικητικό φάκελο και τα παραρτήματα του δικογράφου της ένστασης, ο αιτητής αφίχθηκε στη Δημοκρατία την 21.11.2015, με άδεια εισόδου ως φοιτητής σε συγκεκριμένο Κολλέγιο και στη συνέχεια ανανέωσε την άδεια διαμονής του στη Δημοκρατία, η οποία και είχε ισχύ μέχρι τις 30.9.2017.
Με επιστολή του προς το Τμήμα, ημερομηνίας 23.8.2018, ο Διευθυντής του Κολλεγίου όπου φοιτούσε ο αιτητής, ενημέρωσε ότι ο αιτητής δεν παρουσιαζόταν στις τάξεις του Κολλεγίου για παρακολούθηση των μαθημάτων.
Προηγουμένως, στις 23.10.2017, ο αιτητής είχε υποβάλει αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας, η οποία απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου στις 30.3.2018. Ακολούθως, στις 19.7.2019, απορρίφθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων η διοικητική προσφυγή που είχε καταχωρήσει ο αιτητής κατά της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, ενώ στη συνέχεια, το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ), με απόφασή του ημερομηνίας 10.7.2020, απέρριψε την προσφυγή αρ. 194/2019 που καταχώρησε ο αιτητής κατά της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχή Προσφύγων.
Εν συνεχεία, με επιστολή των δικηγόρων του προς το Τμήμα, ημερομηνίας 24.8.2020, ο αιτητής αιτήθηκε την έκδοση άδειας παραμονής και εργασίας στη Δημοκρατία. Εις απάντηση, το Τμήμα, δι’ επιστολής του ημερομηνίας 19.4.2021, ενημέρωσε τους δικηγόρους του αιτητή ότι το αίτημα του αιτητή εγκρίθηκε, «[.] νοουμένου ότι θα προσκομίσετε σφραγισμένο συμβόλαιο από το Τμήμα Εργασίας σε δικαιούχο εργοδότη», εντός 30 ημερών. Ο αιτητής, ωστόσο, δεν ανταποκρίθηκε έγκαιρα, με αποτέλεσμα να μην εξασφαλίσει σχετική άδεια παραμονής και εργασίας, συνέχισε δε αυτός να παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία.
Αργότερα, με νέα επιστολή των δικηγόρων του προς το Τμήμα, ημερομηνίας 28.3.2022, ο αιτητής υπέβαλε εκ νέου αίτημα ανανέωσης της άδειας παραμονής και εργασίας του στη Δημοκρατία. Η απάντηση του Τμήματος, ημερομηνίας 27.4.2022, ήταν αρνητική, εφόσον ως αναφέρεται σε αυτήν (παράρτημα 5 στο δικόγραφο της ένστασης), ο αιτητής βρισκόταν παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ και η από 19.4.2021 δοθείσα έγκριση, δεν μπορούσε πλέον να γίνει δεκτή, καθότι είχε παρέλθει προ πολλού το χρονικό διάστημα των 30 ημερών, εντός του οποίου όφειλε ο αιτητής να είχε προσκομίσει τα σχετικά έγγραφα.
Ο αιτητής επανήλθε με νέα επιστολή της δικηγόρου του, αυτή τη φορά προς τον Υπουργό Εσωτερικών, ημερομηνίας 13.5.2022, υποβάλλοντας εκ νέου αίτημα ανανέωσης της άδειας παραμονής και εργασίας του αιτητή στη Δημοκρατία. Η απάντηση ήταν αρνητική και γνωστοποιήθηκε στη δικηγόρο του αιτητή δι’ επιστολής του Τμήματος, ημερομηνίας 30.5.2022.
Στις 6.2.2023, ο αιτητής εντοπίστηκε και συνελήφθη από μέλη της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ) Λευκωσίας για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης παραμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας και στις 7.2.2023, εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο (Κεφ.105), καθότι, όπως αναφέρεται σε αυτά, αυτός παρέμενε στη Δημοκρατία παράνομα από 26.5.2021, όταν και έληξε το χρονικό περιθώριο που του είχε δοθεί για να εξεύρει νέο εργοδότη.
Πρωτίστως, θα πρέπει να τονιστεί ότι αντικείμενο της παρούσας προσφυγής ήταν εξ’ αρχής μόνον η νομιμότητα και εγκυρότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή, ημερομηνίας 7.2.2023, τα οποία βεβαίως και αποτελούν αυτοτελείς εκτελεστές διοικητικές πράξεις (σημειώνω βέβαια, ως ήδη ελέχθη πιο πάνω, ότι στη συνέχεια, αποσύρθηκε από το συνήγορο του αιτητή και απορρίφθηκε από το Δικαστήριο τούτο η προσφυγή, στο μέρος που αυτή στρέφεται κατά της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης του αιτητή). Συνεπώς, ισχυρισμοί που αφορούν στη νομιμότητα και εγκυρότητα της απόφασης απόρριψης του αιτήματος του αιτητή για έγκριση και/ή ανανέωση της άδειας παραμονής και εργασίας του στη Δημοκρατία, που ο αιτητής ουδέποτε αμφισβήτησε προηγουμένως δι’ ενδίκου μέσου, δεν μπορούν και δεν θα τύχουν εξέτασης στο πλαίσιο της παρούσας. Συναφώς, όπως λέχθηκε στην Δημοκρατία v. Dejic (2008) 3 Α.Α.Δ. 358, με αναφορά και στις Khatateav v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 19 και Kedoum v. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 505, δεν γίνεται δια της αυτοτελούς προσβολής διατάγματος κράτησης και απέλασης, να επιδιώκεται η ακύρωση των προηγούμενων αποφάσεων της Διοίκησης, που αποτέλεσαν και το υπόβαθρο για την έκδοση των εν λόγω διαταγμάτων και οι οποίες δεν προσεβλήθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου (βλ. και τις αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου στις Ν.Β. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 10/2025 (i-Justice), ημερ. 12.5.2025 και M.S. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 164/2021, ημερ. 12.3.2021). Μάλιστα, επισημαίνω ότι στην προαναφερθείσα απορριπτική επιστολή του Τμήματος προς την πλευρά του αιτητή, ημερομηνίας 30.5.2022, ρητά αναφέρεται στο τέλος αυτής, ότι είχε ο αιτητής το δικαίωμα να καταχωρήσει προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος κατά της εν λόγω απορριπτικής απόφασης. Κάτι που ο αιτητής ουδέποτε έπραξε.
Συνεπώς, μοναδικό αντικείμενο της υπό κρίση προσφυγής, όταν αυτή καταχωρήθηκε στις 15.3.2023, ήταν η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή, ημερομηνίας 7.2.2023. Το κατά πόσον ορθά και νόμιμα ή όχι, απορρίφθηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση τα υποβληθέντα αιτήματα του αιτητή για έγκριση και/ή ανανέωση της άδειας παραμονής και εργασίας του στη Δημοκρατία, δεν αποτελεί επίδικο αντικείμενο της παρούσας, εφόσον ουδέποτε προσβλήθηκαν έγκαιρα και/ή νόμιμα οι αποφάσεις της Διοίκησης επ’ αυτών των αιτημάτων. Από τη στιγμή δε που, πράγματι, δεν καταχωρήθηκε κατ’ αυτών των αποφάσεων της Διοίκησης προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, οι συγκεκριμένες αποφάσεις, με τελευταία βεβαίως αυτήν ημερομηνίας 30.5.2022, παραμένουν νόμιμες και αναπτύσσουν πλήρη έννομα αποτελέσματα, δεδομένου βεβαίως και του τεκμηρίου της νομιμότητας που υπάρχει υπέρ των πράξεων της Διοίκησης και το οποίο εν προκειμένω σε καμία περίπτωση δεν έχει ανατραπεί. Οποιαδήποτε δε ενέργεια έλαβε χώρα μετά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων, σαφώς και δεν μπορεί να επιδράσει με οποιοδήποτε τρόπο στην πιο πάνω διαπίστωση: το κρίσιμο ζήτημα στην υπό κρίση περίπτωση, είναι τα πραγματικά γεγονότα που υπήρχαν ενώπιον της Διοίκησης κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης των προσβαλλόμενων διαταγμάτων και συγκεκριμένα ποια δεδομένα υπήρχαν κατά τις 7.2.2023 που εκδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης εναντίον του αιτητή. Οτιδήποτε έγινε μετά την εν λόγω ημερομηνία, θεωρείται εκτός ουσιώδους χρόνου (Limon ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 126/21, ημερ. 20.4.2022).
Των πιο πάνω λεχθέντων, δε χωρεί αμφιβολία ότι ο αιτητής ήταν κατά το χρόνο έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, στις 7.2.2023, απαγορευμένος μετανάστης σύμφωνα με το άρθρο 6(1)(κ) του Κεφ. 105, καθότι αυτός παρέμεινε στη Δημοκρατία παράνομα από 26.5.2021, ήταν μετά την εκπνοή του χρονικού διατήματος των 30 ημερών, που είχε παρασχεθεί σε αυτόν προκειμένου να εξεύρει νέο εργοδότη. Αυτό αναφέρεται και στα επίδικα διατάγματα, ενώ στο διάταγμα κράτησης, αναφέρεται επίσης ότι κρίθηκε σκόπιμο όπως ο αιτητής παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί, καθότι διαπιστώθηκε ότι υπάρχει κίνδυνος διαφυγής σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ(1)(α) του Κεφ. 105, ενώ δεδομένου και του ότι αυτός είναι αρνητικός στον επαναπατρισμό του, δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι κατά τη νομολογία, το καθεστώς διεθνούς προστασίας τερματίζεται με την έκδοση της απορριπτικής απόφασης του ΔΔΔΠ επί προσφυγής κατά απόφασης απόρριψης αίτησης διεθνούς προστασίας από την Υπηρεσία Ασύλου (Ruth Nash v. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 20/2024 i-Justice, ημερ. 22.10.2024). Εν προκειμένω, το καθεστώς διεθνούς προστασίας του αιτητή τερματίστηκε στις 10.7.2020, με την έκδοση της απορριπτικής απόφασης του ΔΔΔΠ. Κατά συνέπεια, η απόφαση έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης εναντίον του αιτητή, αλλά και η απόφαση κήρυξής του ως απαγορευμένου μετανάστη, επί της οποίας βασίστηκαν τα επίδικα διατάγματα, ημερομηνίας 7.2.2023, κρίνονται ως καθόλα ορθές και νόμιμες, εφόσον πράγματι ο αιτητής, κατά το χρόνο της σύλληψής του και έκδοσης των εν λόγω διαταγμάτων, σύμφωνα και με τα όσα έχουν προεκτεθεί, διέμενε στη Δημοκρατία παράνομα και ήταν απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105.
Περαιτέρω, λαμβανομένων υπόψη των γεγονότων που περιβάλλουν την παρούσα, κρίνω ότι, υπό τις περιστάσεις, η ευχέρεια των καθ’ ων η αίτηση ασκήθηκε εντός των επιτρεπτών ορίων της και δεν εντοπίζεται κατάχρηση εξουσίας, ούτε κενό έρευνας και αιτιολογίας, αλλ’ ούτε να έχει εμφιλοχωρήσει οποιαδήποτε πλάνη στην κρίση των καθ’ ων η αίτηση, οι οποίοι και έκριναν ότι τα εναλλακτικά της κράτησης μέτρα δεν ήσαν επιλέξιμα. Ειδικά ως προς το επίδικο διάταγμα κράτησης, ρητά αναφέρεται σε αυτό ότι κρίθηκε αναγκαίο όπως ο αιτητής παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί, καθότι διαπιστώθηκε ότι υπάρχει κίνδυνος διαφυγής του σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ(1)(α) του Κεφ. 105, ενώ δεδομένης της απροθυμίας του να επαναπατριστεί, δεν υπήρχε περιθώριο για εναλλακτικά της κράτησης μέτρα. Άμεσα σχετικά είναι και τα όσα περιέχονται στην επιστολή προς τον Διοικητή της ΥΑΜ, ημερομηνίας 6.2.2023 (παράρτημα 6 στο δικόγραφο της ένστασης), όπου γίνεται εισήγηση για την έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης εναντίον του αιτητή, για όλους τους πιο πάνω λόγους, περιλαμβανομένης και της μη ύπαρξης εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, αλλά και της μη ύπαρξης μόνιμης διεύθυνσης διαμονής. Εν πάση δε περιπτώσει, το ζήτημα της νομιμότητας του συγκεκριμένου διατάγματος δεν θα τύχει περαιτέρω εξέτασης δεδομένης της απόσυρσης και απόρριψης της προσφυγής ως προς αυτό, όπως βεβαίως, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, δεν μπορεί να γίνει και οποιαδήποτε συζήτηση για ενδεχόμενο κατάλοιπο ζημίας στον αιτητή λόγω της κράτησής του.
Είναι σαφές ότι τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν, επειδή ο αιτητής είχε κηρυχθεί και ήταν κατά τον χρόνο έκδοσής τους, στις 7.2.2023, απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει της προαναφερθείσας παραγράφου (κ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 του Κεφ. 105, λόγω παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη-
«6.-(1) Τα ακόλoυθα πρόσωπα θα είvαι απαγoρευμέvoι μεταvάστες και, τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv διατάξεωv πoυ δυvατό vα περιέχovται σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv δυvάμει αυτoύ ή σε oπoιoδήπoτε Διάταγμα τoυ Υπoυργικoύ Συμβoυλίoυ, δεv θα επιτρέπεται η είσoδoς στη Δημoκρατία σε:-
[.]
(κ) oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo εισέρχεται ή διαμέvει στη Δημoκρατία κατά παράβαση oπoιασδήπoτε απαγόρευσης, όρoυ, περιoρισμoύ ή επιφύλαξης πoυ περιλαμβάvεται στo Νόμo αυτό ή σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή σε oπoιαδήπoτε άδεια πoυ παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv Καvovισμώv αυτώv·».
Λαμβανομένων υπόψη των γεγονότων που περιβάλλουν την παρούσα, κρίνω ότι, υπό τις περιστάσεις, η ευχέρεια των καθ’ ων η αίτηση ασκήθηκε εντός των επιτρεπτών ορίων της και δεν εντοπίζεται κατάχρηση εξουσίας, ούτε κενό έρευνας και αιτιολογίας, αλλ’ ούτε να έχει εμφιλοχωρήσει οποιαδήποτε πλάνη κατά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων.
Δεν παρατηρείται ούτε κενό έρευνας, ούτε εμφιλοχώρηση πλάνης στην κρίση των καθ’ ων η αίτηση, η απόφαση των οποίων υπήρξε επαρκώς αιτιολογημένη, δυνάμενη ωσαύτως να υπαχθεί στον απαιτούμενο δικαστικό έλεγχο (Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).
Επιπρόσθετα, στη βάση των ενώπιον μου τεθέντων, είναι σαφές ότι στη συνέχεια, πέραν του διατάγματος κράτησης, του οποίου, ως ήδη ελέχθη, η εγκυρότητα και νομιμότητα έπαψε να αποτελεί πλέον αντικείμενο εξέτασης, ακυρώθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και το διάταγμα απέλασης του αιτητή, ως απόρροια ενεργειών του ιδίου, που έλαβαν χώρα μετά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων, προκειμένου αυτός να εξασφαλίσει την παραμονή του στη Δημοκρατία, όπερ και εγένετο τελικά, σύμφωνα και με τα όσα δήλωσαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι συνήγοροι των δυο πλευρών.
Συνεπώς, είναι σαφές ότι η ακύρωση των επίδικων διαταγμάτων προέκυψε μετά από ενέργειες στις οποίες προέβη ο ίδιος ο αιτητής μέσω των δικηγόρων του. Υπενθυμίζεται, εξάλλου, ότι κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 18.3.2025, ο συνήγορος του αιτητή δήλωσε ρητά ενώπιον του Δικαστηρίου ότι πρόθεσή του ήταν να αποσύρει την υπό εξέταση προσφυγή, καθότι είχε δοθεί άδεια παραμονής στον αιτητή, και ότι είχε παραμείνει προς συζήτηση μεταξύ των δυο πλευρών το θέμα των εξόδων. Έτι δε περαιτέρω, κατά τις διευκρινίσεις της υπόθεσης, στις 24.6.2025, και αφού έγινε παραδεκτό γεγονός ότι το επίδικο διάταγμα απέλασης ακυρώθηκε, ο κ. Πιερίδης ρητά απέσυρε τους ισχυρισμούς του ως προς τη νομιμότητα και εγκυρότητα του εν λόγω διατάγματος, με αποτέλεσμα να παραμείνει προς εκδίκαση μόνο το θέμα των εξόδων.
Ενόψει λοιπόν όλων των πιο πάνω, περιλαμβανομένης βεβαίως και της υπό του συνηγόρου του αιτητή ρητής απόσυρσης των ισχυρισμών του κατά της νομιμότητας και εγκυρότητας των επίδικων διαταγμάτων και της συνακόλουθης δήλωσής του ότι η υπό κρίση προσφυγή έχει καταστεί άνευ αντικειμένου λόγω ακριβώς της ακύρωσης των προβαλλόμενων διαταγμάτων ημερομηνίας 7.2.2023, κρίνω πως τα έξοδα για την απόσυρση της παρούσας προσφυγής, δεν θα πρέπει να επιδικασθούν υπέρ του αιτητή (βλ. και την απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην M.D. A. H. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 9/2024 ημερ. 16.2.2024, όπου ακολουθήθηκε η ίδια προσέγγιση).
Κατά συνέπεια, η προσφυγή απορρίπτεται ως αποσυρθείσα, χωρίς διαταγή για έξοδα.
Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.
[1] «Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 7/2/23 για την έκδοση διατάγματος κράτησης εναντίον του Αιτητή, είναι άκυρη, παράνομη και/ή αντισυνταγματική και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος».
[2] «Διάταγμα άμεσης απελευθέρωσης του Αιτητή».
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο