
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση Αρ. 447/2025 (Κ) (i-JUSTICE)
22 Αυγούστου, 2025
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
F. L.
Αιτητής,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Καθ' ης η Αίτηση
__________________
Γεώργιος Βασιλόπουλος για ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόρος για τον Αιτητή
Αλέξανδρος Ελευθερίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για την Καθ' ης η αίτηση.
___________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.: Με την προσφυγή του ο Αιτητής αιτείται την ακόλουθη θεραπεία: «Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη των Καθ' ων η Αίτηση με την οποία κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης βάσει του άρθρου 6(Κ)(1) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (Παράρτημα Α) εκδίδοντας διατάγματα κράτησης ημερ. 12.4.2025 (Παράρτημα Α1) και απέλασης ημερ. 12.4.2025 (Παράρτημα Α2) εναντίον του Αιτητή και κοινοποιήθηκαν στον Αιτητή στα Κρατητήρια Μενόγειας τα οποία εκδόθηκαν λόγω της κήρυξης του Αιτητή ως απαγορευμένος μετανάστης βάσει του άρθρου 6(Κ)(1) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, λόγω ότι' παρήλθε η προθεσμία αναχώρησης του από την Δημοκρατία και παρέμεινε παράνομα από τις 04-06-2023, είναι άκυρα, παράνομα, στερημένα οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος και εκδόθηκαν χωρίς την δέουσα έρευνα και η καθ’ υπέρβαση και/η χωρίς καθόλου Δικαιοδοσία και είναι αποτέλεσμα πλάνης περί γεγονότων και κακής εφαρμογής του Νόμου ενώ παραβιάζεται η αρχή της ισότητας και/ή αρχή της εμπιστοσύνης στη διοίκηση. [συναφές υπόλοιπα αιτητικά]»».
Καταρχήν, σημειώνω ότι ο αιτητής, μέσω της αγόρευσης του προωθεί ισχυρισμούς για γεγονότα και/ή διαβήματα στα οποία προέβη μετά την απόφαση της διοίκησης με την οποία ο γάμος του με ευρωπαία υπήκοο ημερ.11/5/2022 κρίθηκε εικονικός στις 29/12/2023, τα οποία ωστόσο δεν υποστηρίζονται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και συνεπώς, ως η νομολογία των δικαστηρίων μας, δεν μπορούν να απασχολήσουν το παρόν Δικαστήριο. Ως καταγράφεται στην Ένσταση της Καθ’ ης η αίτηση και προκύπτει αντίστοιχα από τα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τα ουσιώδη γεγονότα είναι τα ακόλουθα.
Ο Αιτητής είναι υπήκοος Ουγκάντας με ημερομηνία γέννησης 15/8/1987, ο οποίος στις 6/9/2017 αφίχθηκε στην Δημοκρατία με άδεια φοιτητή και μέχρι τις 18/9/2022 κατείχε άδεια διαμονής ως φοιτητής. Στις 11/5/2022 ο αιτητής τέλεσε γάμο με ευρωπαία υπήκοο και στις 27/10/22 υπέβαλε αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης MEU2, η οποία όμως απορρίφθηκε στις 5/01/2024 καθώς ο γάμος του κρίθηκε εικονικός στις 29/12/2023. Στις 15/2/2024 τα στοιχεία του αιτητή καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητουμένων προσώπων και στις 11/4/2025 αυτός συνελήφθηκε στη Λεμεσό για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στην Δημοκρατία. Στις 12/4/2025 εκδόθηκε διάταγμα κράτησης και απέλασης του δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης νόμου. Την ίδια ημέρα έγινε η σχετική κοινοποίηση στον αιτητή της απόφασης κήρυξης του ως παράνομου μετανάστη, όπου φαίνεται με τη σχετική σφραγίδα ότι, παρά τη μη υπογραφή από τον ίδιο εν τούτοις «κατανόησε» το περιεχόμενο του εγγράφου στη παρουσία αστυνομικού οργάνου.
Με την εδώ υπό κρίση υπόθεση, ως το περιεχόμενο της θεραπείας ο αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης κήρυξης της ως απαγορευμένου μετανάστη ημερομηνίας 12/4/2025 και εναντίον των προαναφερθέντων διαταγμάτων.
Μέσω της προσφυγής, ο δικηγόρος του Αιτητή υποστηρίζει ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις ελήφθησαν χωρίς δέουσα έρευνα και υπό καθεστώς πλάνης περί τα πράγματα και/ή τον Νόμο. Συγκεκριμένα, προβάλει τη θέση του για ύπαρξη πλάνης της διοίκησης περί τα πράγματα στην έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, υποστηρίζοντας ότι λανθασμένα οι Καθ'ων η αίτηση εξέδωσαν τα διατάγματα κήρυξης απαγορευμένου μετανάστη και απέλασης, δια λόγους, που αφορούν κατ’ ισχυρισμό λανθασμένη κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης επί του δελτίου διαμονής του σε λανθασμένη διεύθυνση, καθώς και λανθασμένη περιγραφή της ημερομηνίας απόρριψης της αίτησης πάνω στο έγγραφο που τον ενημερώνουν ότι έχει κηρυχθεί παράνομος μετανάστης. Συγκεκριμένα, σημειώνει την καταγραφή από τους Καθ' ων η Αίτηση της ημερομηνίας 4/06/2023 επί των επίδικων διαταγμάτων, αντί της ορθής μεταγενέστερης, όχι ως τυπικό λάθος, αλλά ως ουσιώδη παρατυπία η οποία επιφέρει καταλυτικές συνέπειες εναντίον της νομιμότητας της επίδικης πράξης.
Προβάλλει επίσης ότι δεν ερευνήθηκε και ούτε αιτιολογείται και δεν έχει διενεργηθεί καλόπιστα η κατάληξη της διοίκησης περί κινδύνου διαφυγής του αιτητή. Σχετικά περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι, δεν εφαρμόστηκε η αρχή της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, αφού δεδομένων των γεγονότων της υπόθεσης τα οποία ο ίδιος παραθέτει, θα έπρεπε να εφαρμοστούν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα.
Αντίθετα, η πλευρά των Καθ΄ων η Αίτηση εμμένει στα γεγονότα της Ένστασης και υποστηρίζει τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, παραθέτοντας στην γραπτή της αγόρευση εκτενή αποσπάσματα της ισχύουσας νομοθεσίας και σχετικής νομολογίας, ενώ επί του κύριου ζητήματος προς εξέταση στη παρούσα υπόθεση, τονίζει ότι δεν υφίσταται η όποια διοικητική πλάνη για το καθεστώς και τη διεύθυνση του αιτητή. Περαιτέρω, αναφέρει ο ευπαίδευτος δικηγόρος της Νομικής Υπηρεσίας ότι, ουδόλως έχει παραβιασθεί η αρχή της αναλογικότητας και καλής πίστης, αφού η νομολογία καταδεικνύει ως επαρκές στοιχείο ότι η ιδιότητα ενός προσώπου ως απαγορευμένου μετανάστη εμπεριέχει λογικά τον κίνδυνο διαφυγής του ανά πάσα στιγμή.
Επαναλαμβάνοντας ότι όσα γεγονότα δεν υποστηρίζονται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και για τα οποία δεν έχει προσκομιστεί σχετική μαρτυρία μέσω της προβλεπόμενης από τη δικονομία διαδικασίας δεν μπορούν να απασχολήσουν το παρόν Δικαστήριο, προχωρώ στην εξέταση των προβαλλόμενων λόγων ακύρωσης οι οποίοι δικογραφούνται μέσω της αίτησης ακυρώσεως και προωθούνται από τον δικηγόρο του αιτητή.
Πρώτο ζήτημα προς εξέταση στη παρούσα υπόθεση αποτελεί ο ισχυρισμός περί μη δέουσας έρευνας και πλάνης της διοίκησης για τα πραγματικά περιστατικά. Όπως καταγράφεται στην γραπτή αγόρευση του κ.Ελευθερίου, και επιβεβαιώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος αποτελεί στη παρούσα περίπτωση το μόνο μαρτυρικό υλικό ενώπιον του Δικαστηρίου, η διοίκηση φαίνεται ότι έκδωσε την απορριπτική της απόφασης επί της αίτησης δελτίου διαμονής στις 5/01/2024 και δηλαδή πολύ προηγουμένως και προτού ο αιτητής κοινοποιήσει στη διοίκηση την όποια αλλαγή διεύθυνσης του. Από το ερυθρό 196 του Διοικητικού Φακέλου η πιο πρόσφατη ημερομηνία γνώσης της διοίκησης για νέα διεύθυνση του αιτητή καταμαρτυρείται με τη χειρόγραφη συμπλήρωση 27.8.2024 επί του ως άνω ερυθρού.
Στην απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου SOLTAN v, ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Υπόθεση Αρ. 608/2021 , 9/7/2021 σημειώθηκε στη βάση δευτερογενούς νομοθεσίας ότι είναι ευθύνη του αιτητή να ενημερώνει τη διοίκηση για την μεταβολή των στοιχείων διαμονής του. Στη παρούσα περίπτωση αυτό έγινε μετά την έκδοση της απορριπτικής απόφασης στην αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης MEU2 στις 5/01/2024, αφού ο γάμος του κρίθηκε στις 29/12/2023 εικονικός.
Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα της απόφασης του νυν Προέδρου του Διοικητικού Δικαστηρίου, το οποίο ισχύει και στη παρούσα υπόθεση.
«Περαιτέρω, στον Κανονισμό 36(1) των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών, ως αυτοί ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, προβλέπεται η υποχρέωση του αλλοδαπού να ενημερώσει δεόντως σε περίπτωση αλλαγής της διεύθυνσης και/ή του τόπου διαμονής του, καθώς και σε περίπτωση απουσίας από τον τόπο διαμονής του «διά συνεχή περίοδον υπερβαίνουσαν τους δύο μήνας». Συνεπώς, ακόμα και αν ήθελε θεωρηθεί ότι ο αιτητής άλλαξε διεύθυνση και δεν διέμενε πλέον στην προαναφερθείσα διεύθυνση, αποτελούσε αποκλειστικά δική του ευθύνη να ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές για τη νέα διεύθυνση διαμονής του και όχι της Διοίκησης να υποθέτει που διαμένει ο αιτητής, ενώ δική του ευθύνη αποτελούσε και η ενημέρωσή του και/ή η αναζήτηση πληροφοριών σχετικά με την πορεία του αιτήματός του να του παρασχεθεί διεθνής προστασία, κάτι που, ως προκύπτει από το σύνολο των ενώπιον μου στοιχείων, ουδέποτε έπραξε ο αιτητής.
Ισχύουν εν προκειμένω τα όσα έχουν εκτεθεί πιο πάνω αναφορικά με το θέμα, περιλαμβανομένων και των όσων αναφέρθηκαν σχετικά με την παράλειψη και/ή αμέλεια του αιτητή να ενημερώσει για τυχόν αλλαγή της διεύθυνσης διαμονής του, αλλά και να ενημερωθεί για την τύχη του αιτήματός του για διεθνή προστασία, με αποτέλεσμα αυτός να βρίσκεται παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας για περίπου ένα έτος. »
Περαιτέρω, όσον αφορά το ζήτημα ότι στην απόφαση κήρυξης του αιτητή ως παράνομου μετανάστη γίνεται αναφορά σε άλλη ημερομηνία (4/06/2023) από την απορριπτική της αίτησης του (5/01/2024), αυτό κατά τη νομολογία δεν αποτελεί λόγο ακύρωσης της πράξης. Συνεπώς, θα συμφωνήσω εκ νέου με τους Καθ’ ων η αίτηση.
Πράγματι παρατηρείται στην παρούσα, ότι η απορριπτική απόφαση επί του δελτίου διαμονής του αιτητή φέρει ημερομηνία 5.1.2024 ενώ στην απόφαση κήρυξης του ως απαγορευμένου μετανάστη αναγράφεται άλλη ημερομηνία όπου o ίδιος διαμένει παράνομα στη Δημοκρατία λόγω της απόρριψης της αίτησης του (04/06/2023). Ωστόσο, η πιο πάνω εκ παραδρομής αντίφαση, σύμφωνα με τη νομολογία δεν έχει καταλυτικές συνέπειες εναντίον της νομιμότητας της διοικητικής πράξης. Άκρως σχετική και πάλι είναι η απόφαση στη SOLTAN (ανωτέρω) όπου και στην εκείνη υπόθεση έγινε λανθασμένη αναγραφή ημερομηνίας για το πότε ο εκεί αιτητής παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία. Το στοιχείο, ωστόσο, που πρέπει να εξετάζεται, ως αναφύεται από την αυθεντία, είναι και μόνο εάν ο αιτητής όταν συλλήφθηκε διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία. Αυτό είναι το ζητούμενο χωρίς άλλες επεκτάσεις και χωρίς η αναγραφή άλλης ημερομηνίας να επηρεάζει τη νομιμότητα της πράξης. Εν προκειμένω το ουσιαστικό στη παρούσα περίπτωση, όπως προκύπτει από τα γεγονότα, είναι ότι ο αιτητής ήταν παράνομα διαμένον στη Δημοκρατία ήδη από 5/1/2024. Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα ως εξής:
«Ωστόσο, έχω την άποψη ότι αυτή η πλάνη του Διευθυντή δεν είναι ουσιώδης και, εν τέλει, δεν επιδρά στο κύρος και στη νομιμότητα των επίδικων διαταγμάτων. Έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί ότι ακόμη και στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται πλάνη, αυτή θα πρέπει να είναι ουσιώδης για να οδηγήσει την προσβαλλόμενη απόφαση σε ακυρότητα (βλ. Χαράλαμπος Νίκολας ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 583, Τζιοβάννα Σεργίου-Σουρουλλά ν. Δημοκρατίας, Υττοθ. Αρ. 596/2011, ημερ. 15.3.2013 και το σύγγραμμα του Επ. Σπηλιωτόπουλου (Έγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Έβδομη Έκδοση, Τόμος ΙΙ, 1996, τταρ. 511). Προηγουμένως, στην Sekkides ν, Republic (1988) 3 C.L.R. 2136, στην οποία παραπέμπει η Χαράλαμπος Νίκολας, ανωτέρω, όπου και εξετάστηκε το ζήτημα της πλάνης υπό μορφή παρατυπίας, τονίστηκε ότι προκειμένου να διαπιστωθεί το εύρος, και κατ' επέκταση το ουσιώδες, της παρατυπίας, θα πρέπει πρώτα να εξετάζονται τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης.
Εν προκειμένω, ως έχω ήδη αναφέρει, πράγματι ο Διευθυντής εσφαλμένα και/ή πεπλανημένα θεώρησε ότι ο αιτητής από 2.3.2020 παρέμενε στην Κύπρο παράνομα και, συνακόλουθα, ότι από την εν λόγω ημερομηνία ήταν αυτός απαγορευμένος μετανάστης. Ούτε και πρόκειται για τυπογραφικό λάθος, όπως ισχυρίστηκε η συνήγορος της καθ' ης η αίτηση, αφού η ίδια ημερομηνία (2.3.2020) αναγράφεται τόσο στο επίδικο διάταγμα απέλασης όσο και στην επιστολή ημερομηνίας 2.4.2021, η οποία εστάλη στον αιτητή και με την οποία αυτός πληροφορείτο για την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων.
Ωστόσο, η πλάνη του Διευθυντή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ουσιώδης, εφόσον κατά το χρόνο έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, στις 2.4.2021, ο αιτητής, σε κάθε περίπτωση, παρέμενε στην Κύπρο παράνομα και, συνακόλουθα, ήταν απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Νόμου, καθότι, με βάση τα όσα έχουν προεκτεθεί, ξεκάθαρα είχε ήδη παρέλθει προ πολλού η προθεσμία για καταχώρηση προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 17.12.2019: έχοντας ως αφετηρία ότι η επιστολή της Υπηρεσίας Ασύλου προς τον αιτητή, ημερομηνίας 2, 1.2020, με την οποία η Υπηρεσία τον πληροφορούσε περί της απόρριψης του αιτήματός του, είχε σταλεί ταχυδρομικώς σε αυτόν στις 17.1.2020 και δεδομένου ότι, εφόσον δεν επεστράφη, τεκμαίρεται ότι αυτή παρελήφθη από τον αιτητή, είναι πρόδηλο ότι ήδη κατά την 2.4.2021, ημερομηνία έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, είχε μεσολαβήσει περίπου ένας χρόνος, χωρίς να έχει καταχωρηθεί προσφυγή από τον αιτητή κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και, συνακόλουθα, ξεκάθαρα είχε εκπνεύσει προ πολλού η προθεσμία εντός της οποίας θα μττορούσε να πράξει κάτι τέτοιο. Συνεπώς, κατά την ημερομηνία έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, ο αιτητής παρέμενε παράνομα στη Δημοκρατία και, ορθώς, κρίθηκε ότι ήταν απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει των διατάξεων του Νόμου.
Ως εκ των πιο πάνω, κρίνω ότι η πλάνη του Διευθυντή δεν μπορεί να θεωρηθεί ουσιώδης και/ή καταλυτική στην διαμόρφωση της απόφασης έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων και, συνεπώς, ο πρώτος προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης που προωθείται, περί πλάνης που εμφιλοχώρησε στη λήψη και επιδρά στο κύρος της επίδικης απόφασης, δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.»
Συνοψίζοντας τη κρίση του δικαστηρίου ως ανωτέρω, καταγράφω ότι ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης, δεδομένης της μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου και της ισχύουσας νομολογίας, δεν μπορεί να επιτύχει.
Τέλος, η πλευρά του αιτητή προβάλλει ισχυρισμό ότι, παραβιάζεται η αρχή της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας λόγω των προσωπικών περιστάσεων του οι οποίες συνηγορούσαν σε εναλλακτικά μέτρα αντί της κράτησης. Επαναλαμβάνω τα όσα έχω καταγράψει ανωτέρω αναφορικά με τη συμπεριφορά της διοίκησης και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή ως έχω εντοπίσει στο διοικητικό φάκελο και οι οποίες διαπιστώσεις μου επιβεβαιώνουν τις θέσεις των Καθ’ ων η αίτηση. Εν προκειμένω, ο αιτητής είχε κριθεί ως παράνομα παραμένον και τα όσα φαίνεται να έχει δηλώσει κατά τη σύλληψη του, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στη παρούσα περίπτωση θα υπήρχε εύλογα κίνδυνος διαφυγής από το συγκεκριμένο πρόσωπο και παρεμπόδιση της όλης διαδικασίας επαναπατρισμού του. Το διάταγμα κράτησης του αιτητή, συμπεριλαμβανομένου και του ευρήματος περί κινδύνου διαφυγής του, όπως φαίνεται και από το κείμενο της απόφασης, ήταν νομίμως αιτιολογημένο. Συνεπώς και αυτός ο λόγος ακύρωσης απορρίπτεται ως αβάσιμος και απορρίπτεται.
Επαναλαμβάνοντας ότι τόσο η απόφαση κήρυξης του αιτητή ως παράνομου παραμένοντα στη Δημοκρατία, όσο και τα προσβαλλόμενα διατάγματα απέλασης και κράτησης για σκοπούς απέλασης έγιναν νόμιμα και αιτιολογημένα, κρίνω ότι ουδείς εκ των λόγων ακυρώσεως που προωθήθηκαν ευσταθεί.
Η παρούσα προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα ύψους 1500 Ευρώ υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο