
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση Αρ. 586/2025 (Κ))
13 Αυγούστου 2025
[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
H. T.
Αιτητής
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Καθ’ ων η Αίτηση
Π. Πιερίδης, για Αιτητή
Κ. Σάββα (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο αιτητής, υπήκοος Συρίας, στρέφεται κατά της νομιμότητας και ζητά την ακύρωση της, δυνάμει των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105), ληφθείσας απόφασης κήρυξής του ως απαγορευμένου μετανάστη και της συνακόλουθης έκδοσης διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του, ημερομηνίας 12.5.2025, λόγω της παράνομης παραμονής του στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Αρχικά, ο αιτητής αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 17.11.2005, με άδεια επισκέπτη, η οποία είχε ισχύ μέχρι τις 30.11.2005. Ωστόσο, μετά την εν λόγω ημερομηνία, ο αιτητής εξακολούθησε να παραμένει παράνομα στη χώρα και εν τέλει, στις 20.5.2007, απελάθηκε.
Στις 15.9.2020, ο αιτητής αφίχθηκε εκ νέου στη Δημοκρατία μέσω του αεροδρομίου Πάφου, ερχόμενος από τα Χανιά της Κρήτης. Κατά το χρόνο άφιξής του, ο αιτητής κατείχε άδεια εισόδου ως επισκέπτης με ισχύ μέχρι τις 3.10.2020, ενώ ήταν κάτοχος και Ελληνικής άδειας διαμονής κατηγορίας «Δικαιούχος Διεθνούς Προστασίας», με ισχύ μέχρι τις 28.1.2022. Μετά τις 3.10.2020, ωστόσο, ο αιτητής δεν αναχώρησε από τη Δημοκρατία, αλλά συνέχισε να παραμένει παράνομα σε αυτήν.
Στις 11.5.2025, ο αιτητής εντοπίστηκε στη Λεμεσό από μέλη της Αστυνομίας και συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής. Στις 12.5.2025, εκδόθηκαν εναντίον του τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασής του στην Ελλάδα, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ.105), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, λόγω παράνομης παραμονής του στη Δημοκρατία και της συνακόλουθης κήρυξής του ως απαγορευμένου μετανάστη, σύμφωνα με το άρθρο 6(1)(κ) του Κεφ. 105.
Σημειώνεται, για σκοπούς πληρότητας γεγονότων, ότι, μετά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων, ο συνήγορος του αιτητή, δι’ επιστολής του προς την Διευθύντρια του Τμήματος Μετανάστευσης («η Διευθύντρια»), ημερομηνίας 26.5.2025, υπέβαλε αίτημα για να αφεθεί ελεύθερος ο αιτητής, με την επιβολή σε αυτόν εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε.
Στις 2.6.2025, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση προσφυγή.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή εγείρει εν πρώτοις ζήτημα αναρμοδιότητας της Διευθύντριας να εκδώσει τα επίδικα διατάγματα, η οποία, κατά το σχετικό ισχυρισμό, ουδέποτε εξουσιοδοτήθηκε προς τούτο από τον Υπουργό Εσωτερικών. Επιπρόσθετα, σύμφωνα πάντα με το συνήγορο του αιτητή, το άρθρο 14 του Κεφ. 105 δεν παρέχει εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο να διατάζει την κράτηση, αλλά μόνο να εγκρίνει απέλαση προσώπου. Συνεπώς, κατά τον κ. Πιερίδη, εσφαλμένα και/ή παράνομα γίνεται, στο επίδικο διάταγμα κράτησης, αναφορά σε ενάσκηση εξουσιών που παρέχονται στο Υπουργικό Συμβούλιο από το άρθρο 14.
Περαιτέρω, ο συνήγορος για τον αιτητή προωθεί ισχυρισμούς περί ανεπαρκούς και/ή μη διενέργειας της δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο, έλλειψης αιτιολογίας της επίδικης απόφασης και παραβίασης της αρχής της καλής πίστης.
Τέλος, προωθείται και ισχυρισμός περί μη εφαρμογής και/ή μη τήρησης από τους καθ’ ων η αίτηση των διατάξεων των άρθρων 18ΟΔ μέχρι 18ΠΘ του Κεφ. 105, εφόσον δεν δόθηκε στον αιτητή δικαίωμα οικειοθελούς αναχώρησης, ούτε και ο τελευταίος ενημερώθηκε δεόντως για το γεγονός ότι είχε κηρυχθεί απαγορευμένος μετανάστης σύμφωνα με τον Κανονισμό 19 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών του 1972 (Κ.Δ.Π. 242/1972). Κατά τον κ. Πιερίδη, η πρώτη σχετική ενημέρωση που είχε ο αιτητής, ήταν στις 12.5.2025 με την επίδοση σε αυτόν των επίδικων διαταγμάτων, ενώ επιστολή αναχώρησης από τη Δημοκρατία ουδέποτε του εστάλη.
Η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση, αντικρούοντας τους πιο πάνω ισχυρισμούς, προβάλλει ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις λήφθηκαν ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας, κατ’ ορθήν εφαρμογή των διατάξεων του Κεφ. 105 και κατ’ ορθήν ενάσκηση της διακριτικής εξουσίας και των εξουσιών που παρέχει στους καθ’ ων η αίτηση η οικεία νομοθεσία, είναι δε αυτές επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένες και ουδεμία πλάνη εμφιλοχώρησε κατά τη λήψη τους.
Ούτε και ο ισχυρισμός περί αναρμοδιότητας μπορεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο να ευσταθεί: αντίθετα, όπως υποβάλλει η κα Σάββα, τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν από το καθ’ ύλην αρμόδιο πρόσωπο, ήτοι τη Διευθύντρια, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Κεφ. 105 και κατόπιν σχετικής εξουσιοδότησης, την οποία επισυνάπτει η συνήγορος της Δημοκρατίας στην γραπτή της αγόρευση.
Σε κάθε δε περίπτωση, τονίζει η ευπαίδευτη συνήγορος για τους καθ’ ων η αίτηση, κατά το χρόνο έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, ο αιτητής παρέμενε στη Δημοκρατία παράνομα και ήταν πράγματι απαγορευμένος μετανάστης, με αποτέλεσμα τα επίδικα διατάγματα, τα οποία αφορούν αποκλειστικά στο πρόσωπο του αιτητή και όχι των μελών της οικογένειάς του, να είναι καθόλα σύννομα.
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων, είτε υπέρ είτε κατά της νομιμότητάς της.
Ως εκ της φύσεως του, ο ισχυρισμός περί αναρμοδιότητας του διοικητικού οργάνου που εξέδωσε τα επίδικα διατάγματα, εξετάζεται κατά προτεραιότητα.
Κατά το συνήγορο του αιτητή, η Διευθύντρια, η οποία και υπέγραψε τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης, ουδέποτε εξουσιοδοτήθηκε προς τούτο από τον Υπουργό Εσωτερικών. Το δε άρθρο 14 του Κεφ. 105, δεν παρέχει εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο να διατάζει την κράτηση οποιουδήποτε προσώπου και συνεπώς εσφαλμένα αναγράφεται στο επίδικο διάταγμα κράτησης ότι η Διευθύντρια ενάσκησε τις εξουσίες που παρέχει το εν λόγω άρθρο στο Υπουργικό Συμβούλιο και οι οποίες εκχωρήθηκαν σε αυτήν.
Οι πιο πάνω ισχυρισμοί κρίνονται αβάσιμοι.
Αντικείμενο εξέτασης της παρούσας, είναι η νομιμότητα και εγκυρότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ημερομηνίας 12.5.2025, τα οποία, ως ρητά αναφέρεται σε αυτά, εκδόθηκαν δυνάμει του άρθρου 14 του Κεφ. 105, καθώς και της προηγηθείσας απόφασης κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, η οποία εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, λόγω παράνομης παραμονής του στο έδαφος της Δημοκρατίας από 4.10.2020, όταν και είχε λήξει η ισχύς της άδειας εισόδου του ως επισκέπτη στη Δημοκρατία. Αυτό που ξεκάθαρα προκύπτει από το σώμα των προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων, είναι πως στην προκειμένη περίπτωση, τα προσβαλλόμενα διατάγματα εκδόθηκαν στη βάση του Κεφ. 105, από την ίδια την Διευθύντρια, κατ’ ενάσκηση των εξουσιών που της εκχωρήθηκαν από τον Υπουργό Εσωτερικών, σε σχέση, μεταξύ άλλων, με το άρθρο 14 του Κεφ. 105, ήτοι τη δυνατότητα έκδοσης διατάγματος απέλασης, καθώς και σε σχέση με το άρθρο 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, ήτοι τη δυνατότητα έκδοσης διατάγματος κράτησης υπηκόου τρίτης χώρας, υποκείμενου σε διαδικασίες επιστροφής. Αυτό, εξάλλου, υποστηρίζεται με επάρκεια από τα ενώπιον μου τεθέντα, και δη από την εξουσιοδότηση ημερομηνίας 8.1.2021, την οποία ο τότε Υπουργός Εσωτερικών παρέσχε προς τη Διευθύντρια. Η εν λόγω εξουσιοδότηση βρίσκεται επισυνημμένη ως «Παράρτημα Α» στην γραπτή αγόρευση της συνηγόρου των καθ’ ων η αίτηση και γίνεται αποδεκτή υπό το φως των κριθέντων στην Αρτεμίου - Φωτιάδου ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 84/2016, ημερομηνίας 2.10.2023. Ας σημειωθεί ότι παρόμοιο ζήτημα εξετάστηκε από την Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ. στην S. M. S. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1208/2024(Κ), ημερ. 6.11.2024: στην εν λόγω απόφαση, η οποία δεν εφεσιβλήθηκε, κρίθηκε ως καθόλα σύννομη η έκδοση των επίδικων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης από τη Διευθύντρια στη βάση της προαναφερθείσας εξουσιοδότησης, κατ’ ενάσκηση των εξουσιών «[.] που της εκχωρήθηκαν από τον Υπουργό Εσωτερικών, σε σχέση με το άρθρο 14 του Κεφ. 105, ήτοι τη δυνατότητα έκδοσης διατάγματος απέλασης, καθώς και σε σχέση με το άρθρο 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, ήτοι τη δυνατότητα έκδοσης διατάγματος κράτησης υπηκόου τρίτης χώρας υποκείμενου σε διαδικασίες επιστροφής.».
Ενόψει των πιο πάνω, ο πρώτος προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης που προωθείται, απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Με τον δεύτερο εγειρόμενο λόγο ακύρωσης που προωθείται, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον αιτητή προωθεί ισχυρισμούς περί ανεπαρκούς και/ή μη διενέργειας δέουσας έρευνας και συνακόλουθης πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο. Εντός αυτού του πλαισίου, ο κ. Πιερίδης, τόσο δια της αρχικής όσο και δια της απαντητικής γραπτής του αγόρευσης, εστίασε ιδιαίτερα στην παράλειψη των καθ’ ων η αίτηση να λάβουν υπόψη τους και/ή να αξιολογήσουν τα διαβήματα, στα οποία είχε προβεί ο αιτητής για τη νομιμοποίηση της παραμονής του στη Δημοκρατία, καθώς και την ύπαρξη συζύγου του αιτητή με δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία. Γίνεται, συγκεκριμένα, αναφορά σε δυο επιστολές προς το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερομηνίας 2.5.2025 και 7.5.2024, ιδίου περιεχομένου, δια των οποίων ζητείται όπως δοθεί η σχετική έγκριση προκειμένου να εγγραφεί ο αιτητής στο φάκελο της συζύγου του, για να παραμείνει νόμιμα στη Δημοκρατία. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τον συνήγορο του αιτητή, υπέρ του ισχυρισμού για μη διενέργεια της δέουσας έρευνας, συνηγορεί και η μη ετοιμασία οποιασδήποτε έκθεσης και/ή εισήγησης από την οποία να προκύπτει η υπό του Τμήματος Μετανάστευσης αξιολόγηση της εισήγησης της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (ΥΑΜ) για κράτηση και απέλαση του αιτητή. Αντίθετα, υποβάλλει ο κ. Πιερίδης, το μόνο που λήφθηκε υπόψη από τη Διευθύντρια ήταν η επιστολή της ΥΑΜ, ημερομηνίας 11.5.2025, με αποτέλεσμα να υφίσταται κενό έρευνας.
Ο προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
Στη βάση του συνόλου των ενώπιον μου τεθέντων, προκύπτει ότι για την απόφαση έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, λήφθηκε υπόψη το περιεχόμενο της επιστολής του Υπεύθυνου ΥΑΜ Λεμεσού προς τη Διευθύντρια, ημερομηνίας 11.5.2025 (παράρτημα 4 στο δικόγραφο της ένστασης), στο οποίο παρατίθεται το μεταναστευτικό ιστορικό του αιτητή στη Δημοκρατία από το έτος 2020 και εντεύθεν και υποβάλλεται η εισήγηση για την έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή, καθότι, ως αναφέρεται, «[.] είναι σίγουρο ότι εάν αφεθεί ελεύθερος θα εξαφανιστεί λόγω μη ύπαρξης σταθερού τόπου διαμονής, της απροθυμίας του να επαναπατριστεί και καθότι δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων [.]».
Υπό άλλες συνθήκες, το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής, σε συνδυασμό βεβαίως με άλλα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ή/και των παραρτημάτων της ένστασης, θα μπορούσε να αποτελέσει επαρκές έρεισμα για την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων και δεν θα συμφωνήσω με τον συνήγορο του αιτητή ότι απαιτείτο επιπρόσθετα και ετοιμασία έκθεσης/εισήγησης που να καταδεικνύει την αξιολόγηση της προαναφερθείσας εισήγησης της ΥΑΜ. Δεδομένης της ιδιομορφίας και των ιδιαίτερων περιστατικών της κάθε υπόθεσης, αυτό που απαιτείται κάθε φορά είναι η εκ μέρους της Διοίκησης διενέργεια της δέουσας έρευνας και λήψη υπόψη όλων των απαραίτητων στοιχείων. Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι η μορφή και έκταση της έρευνας είναι άμεσα συνυφασμένη με τα ιδιαίτερα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Oleg Nagorny v. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 205/19, ημερ. 25.10.2024) και ποικίλει ανάλογα με το αντικείμενό της. Η έρευνα θεωρείται επαρκής, εφόσον επεκτείνεται στη διερεύνηση κάθε σχετικού και ουσιώδους γεγονότος, που παρέχει τη βάση για εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων (Motorways Ltd ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447, Χαράλαμπος Κύπρου Χωματένος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 102/09, 14.3.2013 και Logicom Public Ltd v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών κ.α., Α.Ε. Αρ. 153/09, 14.1.2014).
Ωστόσο, αυτό δεν προκύπτει να έχει γίνει στην υπό εξέταση περίπτωση. Εν πρώτοις, από κανένα στοιχείο του φακέλου και από κανένα έγγραφο που τέθηκε ενώπιον μου δεν προκύπτει να λήφθηκε υπόψη από τους καθ’ ων η αίτηση το περιεχόμενο της επιστολής, ημερομηνίας 2.5.2025 αλλά και αυτής ημερομηνίας 7.5.2024, η οποία παραλήφθηκε από το Τμήμα στις 8.5.2024 (ερ. 66 και 104 στο διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε ως τεκμήριο κατά τις διευκρινίσεις), ήτοι πριν από την έκδοση των επίδικων αποφάσεων: στις εν λόγω επιστολές προς το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, οι οποίες εστάλησαν εκ μέρους του αιτητή και της συζύγου του μέσω ιδιώτη πράκτορα εξεύρεσης εργασίας, αναφέρεται ότι ο αιτητής και η ομοεθνής σύζυγος του, ήσαν, κατά τον ουσιώδη χρόνο τρία χρόνια παντρεμένοι και ζούσαν στην Κύπρο, η δε άδεια παραμονής του αιτητή στην Ελλάδα είχε λήξει από το έτος 2022. Υποβάλλετο δε αίτημα να δοθεί έγκριση στον αιτητή, προκειμένου να εγγραφεί αυτός στο φάκελο της συζύγου του για να παραμείνουν στην Κύπρο και να μεγαλώσουν την οικογένειά τους. Ωστόσο, οι καθ’ ων η αίτηση δεν φαίνεται να έλαβαν υπόψη τους και/ή να αξιολόγησαν το εν λόγω διάβημα και/ή, εν πάση περιπτώσει, το περιεχόμενο των εν λόγω επιστολών, ως όφειλαν να πράξουν. Μάλιστα, παρατηρώ ότι στην προαναφερθείσα επιστολή της ΥΑΜ προς τη Διευθύντρια, ημερομηνίας 11.5.2025, εσφαλμένα και/ή πεπλανημένα αναφέρεται ότι από τις 4.10.2020, όταν και έληξε η ισχύς της άδειας παραμονής του αιτητή στη Δημοκρατία, ο αιτητής «[.] δεν αναχώρησε από την Δημοκρατία αλλά ούτε και αποτάθηκε να διευθετήσει την παραμονή του στη Δημοκρατία [.]». Επιπρόσθετα, επίσης εφαλμένα και/ή πεπλανημένα στην ίδια επιστολή, στο πλαίσιο της εισήγησης για έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή, γίνεται αναφορά σε επαναπροώθηση του αιτητή στην Ελλάδα, «[.] όπου διαμένει ως αιτητής ασύλου «Δικαιούχος Διεθνούς Προστασίας». Εντούτοις, όπως έχει προαναφερθεί, η άδεια διαμονής του αιτητή στην Ελλάδα ως «Δικαιούχου Διεθνούς Προστασίας» είχε λήξει, εφόσον βρισκόταν σε ισχύ μέχρι και τις 28.1.2022 και δεν προκύπτει να έχει ανανεωθεί.
Ενόψει των πιο πάνω, διαπιστώνεται ουσιώδες κενό έρευνας, το οποίο αναπόφευκτα επιδρά στο κύρος της επίδικης απόφασης, ενώ ούτε και το ενδεχόμενο πλάνης μπορεί να αποκλειστεί, εφόσον ουδείς μπορεί να γνωρίζει ποια θα ήταν η τελική απόφαση των καθ’ ων η αίτηση, εάν λάμβαναν υπόψη τους και αξιολογούσαν το περιεχόμενο του πιο πάνω διαβήματος, ήτοι των δυο επιστολών που είχαν σταλεί προς τη Διοίκηση εκ μέρους του αιτητή. Μάλιστα, παρατηρώ, για όποια σημασία βέβαια μπορεί αυτό να έχει, ότι στη συνέχεια, και δη μετά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων, στο πλαίσιο εξέτασης σχετικής επιστολής του δικηγόρου του αιτητή, ημερομηνίας 26.5.2025, για επιβολή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων στον αιτητή, οι καθ’ ων η αίτηση φαίνεται να αξιολόγησαν το συγκεκριμένο ζήτημα, κάνοντας ρητή αναφορά σε αυτό και δη στην προαναφερθείσα επιστολή του δικηγόρου του αιτητή ημερομηνίας 2.5.2025 για παροχή έγκρισης, προκειμένου να παραχωρηθεί στον αιτητή άδεια παραμονής στη Δημοκρατία. Αυτό, ωστόσο, δεν το έπραξαν πριν από την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων, ως επέτασσε η υποχρέωση διενέργειας δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, υποχρέωση η οποία επιτείνεται από το άρθρο 18ΟΖ του Κεφ. 105, σύμφωνα με το οποίο κατά την εφαρμογή της αρχής της μη επαναπροώθησης, λαμβάνεται δεόντως υπόψη και η οικογενειακή ζωή του συγκεκριμένου υπηκόου τρίτης χώρας (βλ. και απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου στην K. D. L. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 373/2025 (Κ), ημερ. 16.6.2025).
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις απολήγουν καθοριστικές για την έκβαση της υπό κρίση προσφυγής. Για τους λόγους που έχουν προεκτεθεί, παρατηρείται εν προκειμένω κενό έρευνας, ενώ ούτε και το ενδεχόμενο πλάνης δύναται να αποκλειστεί. Αυτές οι πλημμέλειες αναπόδραστα επιδρούν στο κύρος και τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων πράξεων.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ακυρώνονται. Επιδικάζονται €2.000 έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει.
Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο