
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση Αρ. 613/2025(Κ))
5 Αυγούστου, 2025
[ΜΙΧΑΗΛ, Δ/στης Δ.Δ.]
A. S.
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Καθ’ ων η Αίτηση.
…………………………
Μαρία Μακρή (κα) για Σιαηλής & Σιαηλή Δ.Ε.Π.Ε., για τον αιτητή.
Νικολέττα Νικολάου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή ο αιτητής ζητά την ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 7.3.2025 της οποίας έλαβε γνώση στις 25.5.2025 με την οποία πληροφορείται ότι του επιβάλλονται περιορισμοί διακίνησης και παραμονής και την έκδοση εναντίον του διαταγμάτων απέλασης και κράτησης ιδίας ημερομηνίας.
Όπως προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο, ο αιτητής είναι ΧΧΧ υπήκοος γεννηθείς το ΧΧΧ και του παραχωρήθηκε βεβαίωση εγγραφής ως Ευρωπαίου πολίτη το 2008 δηλαδή σε ηλικία ΧΧΧ ετών. Από το 2011 μέχρι το 2019 ο αιτητής ζούσε εκτός Κύπρου και επανήλθε το 2019. Εναντίον του αιτητή εκκρεμούσαν αριθμός από ποινικές υποθέσεις σε σχέση με τις οποίες ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε την αναστολή και ακολούθησε η έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων. Την ίδια μέρα έκδοσης του διατάγματος απέλασης, αυτό αναστάλθηκε εν αναμονή των απόψεων των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας.
Οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει ο αιτητής συνοψίζονται σε παραβίαση του νόμου, πλάνη, έλλειψη αιτιολογίας και κατάχρηση εξουσίας.
Με την επιστολή ημερομηνίας 7.3.2025 ο αιτητής πληροφορείται ότι κατ’ επίκληση των Άρθρων 29(1) και 35 του περί του Δικαιώµατος των Πολιτών της Ένωσης και Ορισµένων Υπηκόων του Ηνωµένου Βασιλείου και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαµένουν Ελεύθερα στη Δηµοκρατία Νόμος, Ν. 7(Ι)/2007 (στο εξής ο «Νόμος») και λαμβάνοντας υπόψη το Άρθρο 30 αποφασίστηκε ότι ο αιτητής αποτελεί σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη και συνεπώς, εκδίδονται εναντίον του διατάγματα απέλασης και κράτησης.
Το διάταγμα απέλασης περιλαμβάνει την εξής αιτιολογία:
«Οι αρμόδιες αρχές αφού έλαβαν υπόψη όλα τα δεδομένα της περίπτωσής σας, έκριναν ότι η προσωπική σας συμπεριφορά αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια.
Συγκεκριμένα:
(α) Επειδή έχετε καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα στη Δημοκρατία.
(β) Επειδή ενώπιον σα εκκρεμούν σωρεία ποινικών υποθέσεων οι οποίες για λόγους δημόσιας ασφάλειας έχουν ανασταλεί με σκοπό τον άμεσο επαναπατρισμό σας, καθότι κριθήκατε επικίνδυνος για την δημόσια τάξη και ασφάλεια.»
Το Άρθρο 29(1) δίδει το δικαίωμα στον διευθυντή του Τμήματος Μετανάστευσης να επιβάλλει περιορισμούς στο δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής πολιτών της ΕΕ για λόγους, μεταξύ άλλων, δημόσιας τάξης ή/και δημόσιας ασφάλειας. Οι προϋποθέσεις που θέτει το ίδιο Άρθρο για την άσκηση της εν λόγω εξουσίας παρατίθενται στις παραγράφους (3) και (4):
«29.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Μέρους, η αρµόδια αρχή δύναται να επιβάλλει περιορισµούς στο δικαίωµα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαµονής των πολιτών της Ένωσης και των µελών των οικογενειών τους, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, για λόγους δηµόσιας τάξης, δηµόσιας ασφάλειας ή δηµόσιας υγείας.
(3)(α) Κάθε µέτρο που λαµβάνεται για λόγους δηµόσιας τάξης ή δηµόσιας ασφάλειας, πρέπει να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας και να θεµελιώνεται αποκλειστικά στην προσωπική συµπεριφορά του ατόµου που το αφορά, η οποία πρέπει να συνιστά πραγµατική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή, στρεφόµενη κατά θεµελιώδους συµφέροντος της κοινωνίας:
Νοείται ότι, δεν επιτρέπεται η επίκληση λόγων που δε συνδέονται µε τα στοιχεία της εκάστοτε ατοµικής περίπτωσης ούτε η επίκληση λόγων γενικής πρόληψης.
(β) Προηγούµενες ποινικές καταδίκες δεν αποτελούν αφ’ εαυτών λόγους για τη λήψη τέτοιων µέτρων.
(4) Για να εξακριβωθεί κατά πόσο ο ενδιαφερόµενος συνιστά απειλή για τη δηµόσια τάξη ή τη δηµόσια ασφάλεια, κατά την έκδοση βεβαίωσης εγγραφής ή κατά την έκδοση του δελτίου διαµονής, η αρµόδια αρχή δύναται, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, να ζητά από το κράτος µέλος καταγωγής του ενδιαφεροµένου και, ενδεχοµένως, από άλλα κράτη µέλη, να της παρέχουν εντός δυο µηνών το αργότερο πληροφορίες για το ποινικό µητρώο, που πιθανόν να έχει ο ενδιαφερόµενος:
Νοείται ότι, η έρευνα αυτή δε δύναται να έχει συστηµατικό χαρακτήρα.»
Το Άρθρο 29(4) δεν τυγχάνει εφαρμογής στην υπό κρίση υπόθεση εφόσον στον αιτητή είχε εκδοθεί βεβαίωση εγγραφής το 2008 και επομένως, δεν πρόκειται για νέα έρευνα που θα διενεργούσε η διοίκηση.
Το Άρθρο 35 στο οποίο επίσης γίνεται αναφορά στις αποφάσεις, αφορά την απέλαση ως παρεπόμενο μέτρο ποινής φυλάκισης:
«35.-(1) Η αρµόδια αρχή δύναται να εκδίδει διατάγµατα απέλασης ως παρεπόµενο µέτρο σε σχέση µε ποινή φυλάκισης, µόνο εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 29, 30 και 31.
(2) Κατά την εκτέλεση του διατάγµατος απέλασης που εκδόθηκε δυνάµει του εδαφίου (1), η αρµόδια αρχή ελέγχει κατά πόσο ο ενδιαφερόµενος εξακολουθεί να αποτελεί πραγµατική απειλή για τη δηµόσια τάξη ή τη δηµόσια ασφάλεια, και αξιολογεί, επίσης, κατά πόσο έχει, ενδεχοµένως, επέλθει ουσιαστική µεταβολή των περιστάσεων αφότου εκδόθηκε το διάταγµα απέλασης.»
Το Άρθρο 30 του Νόμου προνοεί για προστασία κατά της απέλασης. Στην έκταση που τυγχάνει εφαρμογής στην υπό κρίση υπόθεση προνοεί τα πιο κάτω:
30.-(1) Προτού η αρµόδια αρχή λάβει απόφαση απέλασης για λόγους δηµόσιας τάξης ή δηµόσιας ασφάλειας, λαµβάνει υπόψη της την περίοδο διαµονής του ενδιαφερόµενου προσώπου στη ∆ηµοκρατία, την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του, την οικογενειακή και οικονοµική του κατάσταση, την κοινωνική και πολιτιστική ενσωµάτωσή του στη ∆ηµοκρατία και το εύρος των δεσµών του µε τη χώρα καταγωγής του.
(2) Η αρµόδια αρχή δε δύναται να λαµβάνει απόφαση απέλασης πολίτη της Ένωσης ή µέλους της οικογένειάς του, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, που έχει αποκτήσει δικαίωµα µόνιµης διαµονής στη επικράτεια της ∆ηµοκρατίας, παρά µόνο για σοβαρούς λόγους δηµόσιας τάξης ή δηµόσιας ασφάλειας.
(3) Ουδεµία απόφαση απέλασης πολίτη της Ένωσης λαµβάνεται, εκτός εάν η απόφαση αυτή βασίζεται σε επιτακτικούς λόγους δηµόσιας ασφάλειας, εφόσον τα πρόσωπα αυτά-
(α) Έχουν διαµείνει κατά τα προηγούµενα δέκα έτη στη ∆ηµοκρατία , ή
[…]»
Οι πρόνοιες των Άρθρων 30(2) και (3)(α) δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην υπό κρίση υπόθεση αφού ούτε δικαίωμα μόνιμης διαμονής απέκτησε ο αιτητής αλλά ούτε διέμενε κατά τα προηγούμενα δέκα έτη στη χώρα. Όπως προκύπτει από το αρχειοθετημένο έγγραφο 119, Τεκμήριο 2 και αναφέρεται πιο πάνω στην απόφαση, ο αιτητής μεταξύ των ετών 2011 μέχρι την επάνοδό του το 2019 διέμενε εκτός Κύπρου.
Όπως προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο και συγκεκριμένα το έγγραφο με αριθμό αρχειοθέτησης 119 – 116, Τεκμήριο 2 εναντίον του αιτητή εκκρεμούν εννέα ποινικές υποθέσεις και επτά τροχαίες.
Επιπρόσθετα, όπως προκύπτει από το ίδιο έγγραφο ο αιτητής καταδικάστηκε για τα εξής αδικήματα:
«Ο κατ/νος στις 30.3.22 είχε καταδικαστεί στην υπόθεση 511/22 για αδικήματα παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου, κακόβουλης ζημιάς και καταφρόνησης δικαστηρίου. Καταδικάστηκε σε συντρεχ. ποινές φυλάκισης με μεγαλύτερη των 2 μηνών.
Επίσης στις 15.11.23 είχε καταδικαστεί στην υπόθεση 6835/23 σε 2 μήνες φυλάκισης για αδίκημα άρνησης λήψης μετρήσεων φωτογραφιών, αποτυπωμάτων και σάλιου.»
Όπως προαναφέρθηκε, ο αιτητής επανήλθε στη χώρα το 2019. Μεταξύ της περιόδου 2019 και 2024 καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης σε δύο υποθέσεις, ενεπλάκη και κατηγορείται σε εννέα ποινικές υποθέσεις και σε επτά υποθέσεις που αφορούν τροχαίες παραβάσεις. Η εν λόγω συμπεριφορά του αιτητή θεμελιώνει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, επαρκείς λόγους για τη λήψη μέτρων περιορισμού της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής για σκοπούς δημόσιας τάξης στη βάση του Άρθρου 29(1).
Εντούτοις, σύμφωνα με το Άρθρο 30(1) του Νόμου η διοίκηση δύναται να λάβει απόφαση απέλασης μόνο αφότου πρώτα λάβει υπόψη, μεταξύ άλλων, την οικογενειακή κατάσταση του αιτητή. Όπως προκύπτει από σημείωμα ημερομηνίας 7.3.2025 προς τη διευθύντρια του Τμήματος Μετανάστευσης, η πρόθεση ήταν να αποσταλεί επικαιροποιημένη κοινωνικοοικονομική έκθεση από το Γραφείο Ευημερίας προτού δοθούν οι τελικές απόψεις της λειτουργού προς τη διευθύντρια. Συγκεκριμένα, στο εν λόγω σημείωμα αναφέρονται τα εξής:
«Επειδή όμως, γίνεται αναφορά σε συμβία Βουλγαρικής υπηκοότητας η οποία ήταν έγκυος κατά το 2020 και επειδή δεν υπάρχει επικαιροποιημένη κοινωνικοοικονομική έκθεση του Γραφείου Ευημερίας εισηγούμαι να αποσταλεί πριν δοθούν οι τελικές απόψεις μου στη Διευθύντρια.»
Παρόλα αυτά, το Τμήμα Μετανάστευσης προχώρησε στην έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων στις 7.3.2025 και στις 10.3.2025, δηλαδή μετά την έκδοση των αποφάσεων, αποτάθηκε με επιστολή προς το Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας με το πιο κάτω περιεχόμενο (Τεκμήριο 2, έγγραφο 106):
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στον εν θέματι Ευρωπαίο υπήκοο και παρακαλώ όπως μας αποστείλετε έκθεση για την κοινωνικοοικονομική κατάσταση της οικογένειας του και κατά πόσο βρίσκεται σε σχέση συμβίωσης και έχει ανήλικα τέκνα στη Δημοκρατία, καθώς και τη σχέση του μαζί τους και κατά πόσο η παρουσία του στη Δημοκρατία εξυπηρετεί το βέλτιστο συμφέρον των ανηλίκων.»
Το πιο πάνω δεν θα ήταν πρόβλημα εάν οι αποφάσεις παρέμεναν εσωτερικές πράξεις της διοίκησης και δεν κοινοποιούνταν στον αιτητή μέχρι την ολοκλήρωση της έρευνας. Εντούτοις, οι πράξεις εξωτερικεύτηκαν και κοινοποιήθηκαν στον αιτητή στις 25.5.2025 πριν ολοκληρωθεί η έρευνα.
Σε επανάνοιγμα που προχώρησε το Δικαστήριο για να ακούσει τις θέσεις των δύο πλευρών επί του κατά πόσο η εν λόγω αναστολή ενδεχομένως επηρεάζει την προσβαλλόμενη απόφαση, οι καθ’ ων η αίτηση εξέφρασαν την άποψη ότι αφενός δεν επηρεάζει η αναστολή την εκτελεστότητα της απόφασης και αφετέρου ότι μπορεί η διοίκηση να εκδίδει διάταγμα απέλασης εν αναμονή των απόψεων της αρμόδιας υπηρεσίας.
Η θέση των καθ’ ων η αίτηση δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο εφόσον η πρόνοια του Άρθρου 30(1) είναι σαφής προνοώντας ότι «προτού η αρμόδια αρχή λάβει απόφαση απέλασης» λαμβάνει υπόψη την οικογενειακή κατάσταση του αιτητή (υπογράμμιση του Δικαστηρίου). Συνεπώς, εφόσον δεν ολοκλήρωσε την έρευνά της η διοίκηση σε σχέση με την οικογενειακή κατάσταση του αιτητή εσφαλμένα και κατά παράβαση του Άρθρου 30(1) του Νόμου έλαβε τις προσβαλλόμενες αποφάσεις. Η αναστολή του διατάγματος απέλασης δεν θεραπεύει την παρανομία της διοίκησης εφόσον το Άρθρο 29 δεν δίδει την εξουσία λήψης μέτρων περιορισμού της ελεύθερης διακίνησης ή παραμονής κατά τρόπο διαζευκτικό αλλά σωρευτικό. Με άλλα λόγια, ο Νόμος δεν επιτρέπει την κράτηση χωρίς την απέλαση και συνεπώς, εφόσον το διάταγμα απέλασης εκδόθηκε προτού ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του Άρθρου 30(1), δεν μπορεί να υφίσταται ούτε το διάταγμα κράτησης.
Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω ότι η προσφυγή επιτυγχάνει και οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ακυρώνονται. Επιδικάζονται €2.000 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση.
Ε. ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο