Γ. Χ. Μ. ΑΝΗΛΙΚΗ ΔΙΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΑΣΚΟΥΝΤΩΝ ΤΗΝ ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΑΥΤΗΣ, Μ. Μ. ΚΑΙ Δ. Κ. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ κ.α., Υπόθεση αρ. 158/2020, 16/9/2025
print
Τίτλος:
Γ. Χ. Μ. ΑΝΗΛΙΚΗ ΔΙΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΑΣΚΟΥΝΤΩΝ ΤΗΝ ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΑΥΤΗΣ, Μ. Μ. ΚΑΙ Δ. Κ. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ κ.α., Υπόθεση αρ. 158/2020, 16/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 158/2020)

   16 Σεπτεμβρίου 2025

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ AΡΘΡΑ 9, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

Γ. Χ. Μ. ΑΝΗΛΙΚΗ ΔΙΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΑΣΚΟΥΝΤΩΝ ΤΗΝ ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΑΥΤΗΣ, Μ. Μ. ΚΑΙ Δ. Κ.

Αιτητές

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

2. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΙΑΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Μιχάλης Θεοδοσίου, για Στέλιος Κ. Στυλιανού & Σία  Δ.Ε.Π.Ε., για τους αιτητές.

Βίκυ Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

  Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Οι αιτητές είναι οι γονείς και φυσικοί κηδεμόνες της ανήλικης αιτήτριας, γεννηθείσας το έτος 2005, 14 ετών κατά τον επίδικο χρόνο έκδοσης της επίδικης διοικητικής απόφασης. Προσβαλλόμενη με την υπό εκδίκαση προσφυγή, είναι η απόφαση που εκδόθηκε επί της ένστασης που υπεβλήθη κατά της απόφασης της Διευθύντριας του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, ημερομηνίας 14.6.2019, βάσει της οποίας, κρίθηκε πως η αιτήτρια δεν είναι δικαιούχος του Σχεδίου Επιχορήγησης Υπηρεσιών Κατ’ Οίκον Φροντίδας σε Άτομα με Αναπηρίες, λόγω του βαθμού της αναπηρίας της, ως αυτός ο βαθμός αξιολογήθηκε στις 17.7.2018.

 

  Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στον σχετικό διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε στη διαδικασία ως Τεκμήριο 1, η αιτήτρια λάμβανε δημόσιο βοήθημα από τον Απρίλιο του 2011 μέχρι και τον Οκτώβριο του 2016. Από την 1.11.2017 λαμβάνει ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα (ΕΕΕ), ως ανάπηρο άτομο, αφού πάσχει από το γενετικό σύνδρομο Oculo-Dento-Digital (Όφθαλμο-Οδοντο-Δακτυλικό Σύνδρομο), ήτοι μία σπάνια κληρονομική πάθηση που προκαλεί πολλαπλές ανωμαλίες στα μάτια, δόντια, δάκτυλα και στον εγκέφαλο, με σφαιρική αναπτυξιακή καθυστέρηση.

 

  Η αιτήτρια υπέβαλε αίτημα για παροχή υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας, όπως αυτό ρυθμίζεται από τις πρόνοιες του περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου, Ν. 109(Ι)/2014, ήτοι του άρθρου 10. Με επιστολή ημερομηνίας 11.1.2018, οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, εφαρμόζοντας το εκάστοτε ισχύον Διάταγμα Φροντίδας, βάσει του τότε ισχύοντος Σχεδίου Επιδότησης Υπηρεσιών Φροντίδας για ανάπηρα άτομα, αποφάσισαν την επιδότηση των υπηρεσιών από τις 9.1.2018 μέχρι τις 9.5.2018, όπου η αιτήτρια θα ετύγχανε αξιολόγησης.

 

  Στις 17.7.2018, η αιτήτρια παραπέμφθηκε από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, προς το Κέντρο Αξιολόγησης Αναπηρίας Λεμεσού, για αξιολόγηση των αναγκών της για κατ’ οίκον φροντίδα. Η Επιτροπή Αξιολόγησης Αναπηρίας, αποτελούμενη από Νευρολόγο, Ψυχίατρο και Ψυχολόγο, διαπίστωσε ήπια κινητική και άλλη σωματική αναπηρία, διαπιστώνοντας παράλληλα, ήπια δυσκολία στο πλύσιμο όλου του σώματος. Υπήρξε γνωμάτευση μόνον για την ανάγκη χρήσης πανών ακράτειας, μηνιαίου ύψους €30. Στη βάση του Ολοκληρωμένου Πορίσματος Αξιολόγησης Αναγκών για Κατ’ Οίκον Φροντίδα, πιστοποιήθηκε μεν η ύπαρξη αναπηρίας, ταξινομούμενη, όμως, ως ήπια κινητική και ήπια άλλη σωματική (ερυθρά 42 – 24 Τεκμηρίου 1).

 

  Αποτέλεσμα της αξιολόγησης, ήταν η έκδοση της απόφασης ημερομηνίας 14.6.2019, με την οποία γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια πως δεν κρίθηκε δικαιούχος του Σχεδίου Επιχορήγησης Υπηρεσιών Κατ’ Οίκον Φροντίδας σε Άτομα με Αναπηρίες, καθότι η αναπηρία της δεν εμπίπτει στο άρθρο 2 του Ν. 109(Ι)/2014.

 

  Η αιτήτρια υπέβαλε προς το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, ένσταση, τόσο προσωπικά, όσο και μέσω του δικηγόρου της. Ενόψει της υποβολής ένστασης, η αιτήτρια έτυχε επαναξιολόγησης στις 18.10.2019, από Επιτροπή Αξιολόγησης Αναπηρίας, αποτελούμενη από άλλους ιατρούς που την είχαν εξετάσει κατά την πρώτη αξιολόγηση. Η Επιτροπή Αξιολόγησης Αναπηρίας, αποτελείτο από Παιδίατρο, Νευρολόγο και Ψυχίατρο. Διαπιστώθηκε ήπια διαταραχή των νοητικών λειτουργιών της γλώσσας και του λόγου, ήπια διαταραχή της λειτουργίας της ούρησης, ήπια διαταραχή της λειτουργίας του μυϊκού πόνου και κίνησης άνω και κάτω άκρων, ήπια διαταραχή λειτουργιών βάδισης. Στη βάση του Ολοκληρωμένου Πορίσματος Αξιολόγησης Αναγκών για Κατ’ Οίκον Φροντίδα, πιστοποιήθηκε η ύπαρξη αναπηρίας, ταξινομούμενη όμως και πάλιν, ως ήπια κινητική και ήπια άλλη σωματική, καθώς και ήπια νοητική αναπηρία (ερυθρά 109 – 84 Τεκμηρίου 1).

 

  Ενόψει του αποτελέσματος της αξιολόγησης ημερομηνίας 18.10.2019, η αρχική αξιολογική διαδικασία επικυρώθηκε στις 30.10.2019 και η αιτήτρια εγκρίθηκε για την καταβολή μηνιαίως €30 για την χρήση πανών, ενώ δεν κρίθηκε δικαιούχος για την παροχή κατ’ οίκον φροντίδας, βάσει του ισχύοντος Σχεδίου Επιχορήγησης Υπηρεσιών Κατ’ Οίκον Φροντίδας σε Άτομα με Αναπηρίες, λόγω της πιστοποίησης της αναπηρίας της, ως ήπια κινητική, ήπια άλλη σωματική και ήπια νοητική αναπηρία.

 

  Η εν λόγω απόφαση γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με την επιστολή ημερομηνίας 27.11.2019, η νομιμότητα της οποίας αποτελεί το αντικείμενο της υπό κρίση προσφυγής.

 

  Εγέρθηκαν προς ακύρωση της διοικητικής απόφασης, ισχυρισμοί περί ελλιπούς αιτιολογίας της επίδικης απόφασης, τονίζοντας ιδιαίτερα πως δεν καταγράφηκε πουθενά μέσα στο διοικητικό φάκελο η ύπαρξη βελτίωσης ή προόδου στην κατάσταση της υγείας της αιτήτριας, έτσι ώστε να δικαιολογείται η μη παροχή υπηρεσιών κατ΄οίκον φροντίδας. Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, ισχυρίζεται πως υπήρξε παράκαμψη της αντίθετης γνώμης των θεράποντων ιατρών της και πως δεν δόθηκε η δέουσα αιτιολογία για την διαφοροποίηση από τις αντίθετες απόψεις τους. Διατείνεται ελλιπή διερεύνηση της κατάστασης της αναπηρίας της, αντίθεση με τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας, παράβαση της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, ενώ εγείρονται και ισχυρισμοί πως υπήρξε παράβαση των όσων ορίζονται στο άρθρο 39(2) του Νόμου, με την θέση πως η αιτήτρια ήταν δικαιούχος συνέχισης της παροχής κατ’ οίκον φροντίδας, μέχρι και την λήψη απόφασης στη βάση του άρθρου 10 του Νόμου. Πρόσθετες θέσεις που προωθήθηκαν, άπτονται ισχυρισμών πλάνης και μη τήρησης άρτιων πρακτικών, κατά τρόπο που δεν καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος, αφού, κατά τις εισηγήσεις, δεν προκύπτει από τα έντυπα που συμπλήρωσαν οι γιατροί, η κατάληξη επί του βαθμού της αναπηρίας της. Τέλος, η αιτήτρια διαμαρτύρεται πως δεν δόθηκε απάντηση από τους καθ’ ων η αίτηση στα ερωτήματα που έθεσε η Επίτροπος Διοίκησης, μετά την υποβολή παραπόνου εκ μέρους της.

 

  Αντίθετη υπήρξε η προσέγγιση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας, με αναφορά στην διαδικασία που ακολουθήθηκε για την αξιολόγηση του βαθμού της αναπηρίας της αιτήτριας. Τονίζοντας πως η κατάληξη της πιστοποίησης της αναπηρίας της ως ήπιας κινητικής, ήπιας σωματικής και ήπιας νοητικής, κατέτασσε την αιτήτρια σε πρόσωπο που ήταν εκτός του Σχεδίου Επιχορήγησης Υπηρεσιών Κατ’ Οίκον Φροντίδας σε Άτομα με Αναπηρίες, παρέχοντας προς τούτο πλήρη αιτιολογία των λόγων έκδοσης της επίδικης απόφασης.

 

  Στις διατάξεις του περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου, Ν. 109(Ι)/2014, ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, παρέχεται η δυνατότητα σε οποιοδήποτε δικαιούχο πρόσωπο, να υποβάλει αίτηση για παροχή βοήθειας για την κάλυψη έκτακτων αναγκών, νοουμένου ότι αυτές οι συγκεκριμένες ανάγκες, δεν καλύπτονται από άλλους κρατικούς πόρους ή άλλες πηγές. Η δυνατότητα αυτή, περιέχεται στις διατάξεις του άρθρου 10 του Νόμου και ρυθμίζεται από Διάταγμα που εκδίδει ο εκάστοτε Υπουργός Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, βάσει του οποίου καθορίζονται οι προϋποθέσεις κι ο τρόπος εφαρμογής των όσων ορίζονται στο εν λόγω άρθρο.

 

  Κατά τον ουσιώδη χρόνο, σε ισχύ ήταν η Κ.Δ.Π. 365/2017, ήτοι το περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμων (Ανάγκες για Κατ΄Οίκον Φροντίδα Ατόμων με Αναπηρίες) Διάταγμα του 2017, της Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που τέθηκε σε ισχύ την 10.11.2017, εκδοθέν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 36(1)(ε) του Νόμου. Στην παράγραφο 5 του Διατάγματος, γίνεται αναφορά στις προϋποθέσεις και στον τρόπο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 10(2) του Νόμου, καθώς και στο ισχύον Σχέδιο Επιχορήγησης Υπηρεσιών Κατ’ Οίκον Φροντίδας σε Άτομα με Αναπηρίες, ως αυτό περιέχεται στον εκεί συνημμένο Πίνακα.

 

  Στις παραγράφους 1, 2 και 7 του Σχεδίου, ρητά ορίζονται τα εξής:-

«1. Σκοπός

Σκοπός του Σχεδίου είναι η επιχορήγηση του κόστους παροχής υπηρεσιών προς άτομα με αναπηρίες για την ικανοποίηση αναγκών τους για κατ’ οίκον φροντίδα, με στόχο την υποστήριξη και ενδυνάμωση τους στην απόλαυση των δικαιωμάτων τους για ανεξάρτητη διαβίωση, μέγιστη αυτονομία, αξιοπρέπεια, ποιότητα ζωής και κοινωνική ενσωμάτωση.

2. Δικαιούχοι

Δικαιούχοι σύμφωνα με το παρόν Σχέδιο είναι άτομα με αναπηρίες, όπως ο όρος ερμηνεύεται στο άρθρο 2 των περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου του 2014 έως 2017, με ανάγκες μερικής ή πλήρους κατ΄οίκον φροντίδας, όπως αυτή αξιολογείται και πιστοποιείται από τα Κέντρα Αξιολόγησης Αναπηρίας του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες και για τα οποία πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 10 της πιο πάνω νομοθεσίας για επιχορήγηση του κόστους παροχής υπηρεσιών φροντίδας.

Νοείται ότι άτομα των οποίων οι ανάγκες για κατ΄οίκον φροντίδα ικανοποιούνται εν μέρει ή συνολικά από άλλο κρατικό Σχέδιο ή Αρχή, δεν είναι δικαιούχοι του παρόντος Σχεδίου.

[…]

7. Αξιολόγηση και Πιστοποίηση Αναγκών για Κατ΄Οίκον Φροντίδας

Η αξιολόγηση και πιστοποίηση τόσο της αναπηρίας όσο και των αναγκών για κατ΄οίκον φροντίδας διενεργούνται από τα Κέντρα Αξιολόγησης του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, στα πλαίσια του θεσμικού πλαισίου και όρων λειτουργίας τους που εγκρίθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο με την Απόφαση του με αρ. 79.926 και ημερομηνία 14.12.2015.

Η τριμελής Επιτροπή Αξιολόγησης αποτελείται, κατά κανόνα, από δύο Ιατρούς με ειδικότητες άμεσα συνυφασμένες με τον τύπο της αναπηρίας και έναν Επαγγελματία Υγείας και Αποκατάστασης (Εργοθεραπευτή, Φυσιοθεραπευτή, Λογοθεραπευτή, Ψυχολόγο κ.ά.).

Το Ολοκληρωμένο Πόρισμα Αξιολόγησης Αναπηρίας και Αναγκών Κατ’ Οίκον Φροντίδας, διαβιβάζεται στην Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας για τις περαιτέρω ενέργειες σύμφωνα με τη Νομοθεσία»[1].

 

    Στις δε διατάξεις του άρθρου 2, αναφέρονται τα εξής:-

«άτομο με αναπηρία», για τους σκοπούς της νομοθεσίας, σημαίνει πρόσωπο το οποίο έχει μακροχρόνιες σωματικές, πνευματικές, διανοητικές ή αισθητηριακές διαταραχές, οι οποίες, κατά την αλληλοεπίδρασή τους με διάφορα εμπόδια, δυνατό να εμποδίσουν την πλήρη και αποτελεσματική συμμετοχή του στην κοινωνία σε ίση βάση με άλλους και το οποίο πιστοποιείται ως πρόσωπο με σοβαρή ή ολική αναπηρία από το Σύστημα Αξιολόγησης της Αναπηρίας ή να έχει εγκριθεί ως λήπτης δημόσιου βοηθήματος ως ανάπηρο άτομο με βάση τις διατάξεις του περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, μέχρι να πιστοποιηθεί ως άτομο με σοβαρή ή ολική μακροχρόνια σωματική ή/και πνευματική ή/και διανοητική ή/και αισθητηριακή αναπηρία από το Σύστημα Αξιολόγησης της Αναπηρίας, εφόσον κληθεί για πιστοποίηση ή πρόσωπο που πιστοποιείται από το Σύστημα Αξιολόγησης της Αναπηρίας ως πρόσωπο με μέτρια νοητική αναπηρία·»[2]

 

  Εκ των πιο πάνω νομοθετικών και κανονιστικών προνοιών, συνάγεται πως για να καταστεί πρόσωπο ως δικαιούχο για την παροχή κατ΄οίκον φροντίδας, θα πρέπει, όχι μόνον να διαπιστωθεί η αναπηρία του από την Επιτροπή Αξιολόγησης του Κέντρου Αξιολόγησης του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, αλλά η αναπηρία αυτή θα πρέπει να πιστοποιηθεί ως σοβαρή ή ολική μακροχρόνια σωματική ή/και πνευματική ή/και διανοητική ή/και αισθητηριακή αναπηρία.

 

  Επανερχόμενη στα γεγονότα της επίδικης περίπτωσης, η αιτήτρια είχε πιστοποιηθεί ως ανάπηρο πρόσωπο και είχε εγκριθεί στη βάση του Σχεδίου που ήταν σε ισχύ κατά την 20.1.2017, με την Κ.Δ.Π. 23/2017, ως δικαιούχο πρόσωπο για παροχή κατ΄οίκον φροντίδας. Με την επιστολή ημερομηνίας 11.1.2018, η οποία περιέχεται ως Παράρτημα Δ στην αίτηση ακυρώσεως, τέθηκε υπόψη της αιτήτριας πως εγκρίθηκε η παροχή επιδόματος κατ’ οίκον φροντίδας για την περίοδο από 9.1.2018 μέχρι 9.5.2018, μετά την οποία θα ακολουθήσει επαναξιολόγηση.

 

  Κατά τον χρόνο της επαναξιολόγησης, ήτοι κατά την 17.7.2018, σε ισχύ είχε τεθεί η Κ.Δ.Π. 365/2017, βάσει της οποίας αυτή η δυνατότητα ρυθμίστηκε από το εκεί καθορισμένο Σχέδιο, οι προϋποθέσεις του οποίου αναφέρθηκαν ήδη πιο πάνω και αφορούσαν σε πρόσωπα των οποίων η αναπηρία, πιστοποιείται ως σοβαρή ή ολική μακροχρόνια σωματική ή/και πνευματική ή/και διανοητική ή/και αισθητηριακή αναπηρία. Σημειώνεται πως στις διατάξεις του προϊσχύσαντος Διατάγματος με την Κ.Δ.Π. 23/2017, δεν υπήρχε οποιαδήποτε προϋπόθεση για διαβάθμιση της αναπηρίας.

 

  Οι καθ’ ων η αίτηση, κατά την αξιολόγηση της κατάστασης της αναπηρίας της αιτήτριας, στις 17.7.2018, για τους σκοπούς εξέτασης της κάλυψης των προϋποθέσεων που απαιτούνταν, προκειμένου αυτή να κριθεί ως δικαιούχο πρόσωπο για την παροχή κατ’ οίκον φροντίδας, όφειλαν να εφαρμόσουν τις απαιτήσεις του ισχύοντος Σχεδίου, ως η Κ.Δ.Π. 365/2017 και νομίμως αυτό εφάρμοσαν.

 

  Επομένως, δεν συμφωνώ με τις θέσεις της αιτήτριας πως δεν δόθηκε νόμιμη αιτιολογία για την αλλαγή της θέσης της διοίκησης και πως δεν καταγράφηκε οποιαδήποτε βελτίωση της υγείας της για να δικαιολογηθεί η αποκοπή της παροχής. Δεν αποτελούσε προϋπόθεση για την καταβολή της παροχής, η βελτίωση ή μη της υγείας της αιτήτριας, αλλά αποτελούσε προϋπόθεση η διαπίστωση σοβαρής ή ολικής κινητικής, ή άλλης σωματικής ή οπτικής ή ακουστικής ή νοητικής ή ψυχικής αναπηρίας.

  Και στα δύο πορίσματα αξιολόγησης της αναπηρίας της αιτήτριας, ο τύπος κι η έκταση της πιστοποιηθείσας αναπηρίας, ήταν ήπια.  

 

  Επ΄αυτού, δεν συμφωνώ ούτε με τις θέσεις που προωθήθηκαν πως υπήρξε παράκαμψη της αντίθετης γνώμης και άποψης των θεράποντων ιατρών της. Εντός του Τεκμηρίου 1 δεν έχω εντοπίσει, στον επίδικο χρόνο, ύπαρξη γνωμάτευσης θεράποντος ιατρού της που να πιστοποιεί την ύπαρξη σοβαρής ή ολικής αναπηρίας. Αντιθέτως, στις επτά ιατρικές γνωματεύσεις των θεραπόντων ιατρών της αιτήτριας, γίνεται αναφορά σε παρουσίαση δυσκολιών σε διάφορους τομείς της ανάπτυξης (Δρ Σιακαλλάχ Παιδονευρολόγος, εκθέσεις ημερομηνίας 19.1.2018, 30.5.2018 και 25.10.2019), σε σφαιρική καθυστέρηση στην ανάπτυξη λόγω του συνδρόμου και σε ήπια αστάθεια στην βάδιση (Δρ Αναστασιάδου, Βοηθός Διευθυντής Παιδιατρικής – Γενετιστής ΝΑΜ ΙΙΙ, εκθέσεις ημερομηνίας 25.5.2018 και 20.9.2019, ομοίως και εκθέσεις της Δρ Σιάμισιη, Παιδιάτρου, ημερομηνίας 13.9.2018 και 22.10.2019).

  Δεν εντοπίζω να υπήρξε παράβαση των δικαιωμάτων των ανάπηρων ατόμων, ως αυτά κατοχυρώνονται στην Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, καθότι η αιτήτρια δεν έχει στερηθεί των δικαιωμάτων της, ως ανάπηρο πρόσωπο, δικαιώματα τα οποία εξακολουθεί να λαμβάνει, στη έκταση και στον βαθμό που οι ανάγκες της καλύπτονται από την υφιστάμενη νομοθεσία και τους σχετικούς Κανονισμούς, ενώ το γεγονός της μη απόδοσης και επιπλέον παροχής για την κατ’ οίκον φροντίδα, δεν μπορεί να θεωρηθεί παραβίαση των δικαιωμάτων της, ως ανάπηρο άτομο.

 

  Απορριπτέες κρίνονται κι οι θέσεις της αιτήτριας σε ό,τι αφορά τις διατάξεις του άρθρου 39(2) του Νόμου. Από το ίδιο το λεκτικό του εδαφίου (2) του εν λόγω άρθρου, προκύπτει πως η περίπτωση, αφορά στην παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και την μη κρίση ενός προσώπου, ως δικαιούχου, στη βάση των εισοδηματικών κριτηρίων και προϋποθέσεων του άρθρου 8 του Νόμου, που δεν είναι η περίπτωση.

 

  Τέθηκε εκ μέρους της αιτήτριας η θέση πως δεν τηρήθηκαν άρτια πρακτικά, κατά τρόπο που δεν καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος της προσβαλλόμενης απόφασης. Δεν συμφωνώ με τις πιο πάνω θέσεις. Αντιθέτως, διαπιστώνω πως από τα «Ολοκληρωμένα Πορίσματα Αξιολόγησης Αναγκών για Κατ΄Οίκον Φροντίδα (ΟΠΑΑΦ)», δίδεται πλήρης εικόνα της κατάστασης της αναπηρίας της αιτήτριας, όπως αυτή έχει εξεταστεί κι αξιολογηθεί από τρείς ειδικούς ιατρούς, ένα Νευρολόγο, μία Ψυχίατρο και μία Ψυχολόγο, κατά την αξιολόγηση ημερομηνίας 17.7.2018 και τα οποία εντοπίζονται στα ερυθρά 42 – 24 του Τεκμηρίου 1.

 

  Ομοίως, πλήρης εικόνα δίδεται και κατά την δεύτερη αξιολόγηση της αιτήτριας, ημερομηνίας 18.10.2019, κατά την οποία έτυχε εξέτασης, επίσης από τρεις ειδικούς ιατρούς, ένα Παιδίατρο, ένα Νευρολόγο και ένα Ψυχίατρο, κατά τα όσα αναφέρονται στα ερυθρά 109 – 84 του Τεκμήριου 1. Εντός των πιο πάνω αναφερόμενων ερυθρών, εντοπίζονται πλήρως συμπληρωμένα τα αναγκαία πεδία καθώς κι η κατάληξη ως προς το ζητούμενο, ήτοι τον βαθμό της αναπηρίας της αιτήτριας, η οποία κρίθηκε πως δεν ήταν σοβαρή, αλλά ήπια.

 

  Ανεξαρτήτως τούτου, υπενθυμίζεται, πως το έργο της αξιολόγησης και εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών, όπως εν προκειμένω της ιατρικής κατάστασης του εκάστοτε αιτητή, αποτελεί κατ’ εξοχήν έργο της διοίκησης και όχι του Δικαστηρίου (Ε.Δ.Δ. 11/22 Δημοκρατία ν. Gazioglu Ahmet, ημερομηνίας 20.6.2024).

 

  Τέλος, τέθηκε εκ μέρους της αιτήτριας το ζήτημα της μη απάντησης των ερωτημάτων που ζήτησε η Επίτροπος Διοίκησης, μετά την υποβολή σχετικού παραπόνου. Εντός του Τεκμηρίου 1, στα ερυθρά 112 - 111, εντοπίζω επιστολή ημερομηνίας 14.11.2019, εκ μέρους της Διευθύντριας του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, η οποία απευθύνεται προς την Επίτροπο Διοικήσεως, στην οποία επεξηγούνται οι λόγοι για τους οποίους η αιτήτρια δεν έχει κριθεί δικαιούχος για ένταξη στο Σχέδιο Επιχορήγησης Υπηρεσιών Κατ’ Οίκον Φροντίδας σε άτομα με αναπηρίες.

 

  Στη βάση όλων των πιο πάνω, δεν έχω εντοπίσει υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης ή περίπτωση πλάνης περί τα πράγματα και συνεπώς, δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης του Δικαστηρίου. Καταλήγω πως η επίδικη διοικητική απόφαση, υπήρξε εύλογη και κρίνεται πως δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

  Η προσφυγή απορρίπτεται κι η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος. Λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υπόθεσης, περιορίζω τα έξοδα στο ποσό των €1.300, εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

 

Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.



[1] Η έμφαση προστέθηκε από το Δικαστήριο.

[2] Η έμφαση επίσης προστέθηκε από το Δικαστήριο.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο